2018-12-08 12:58:11
π. Ἐφραὶμ Ντέτσικας, Ἐφημέριος ἐνορίας Περιβλέπτου πόλεως Ἰωαννίνων
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς εἶναι ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς τέσσερεις Εὐαγγελιστὲς ποὺ μᾶς περιγράφει τὴν θεραπεία τῆς συγκύπτουσας γυναίκας, στὴν συναγωγὴ κάποιας κώμης ἤ πόλης ἀπὸ αὐτὲς ποὺ περνοῦσε ὁ
Κύριος καὶ Θεὸς καὶ Σωτὴρ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὴν πορεία Του πρὸς τὴν Ἱερουσαλὴμ, κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου.
«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν.» (Λουκ., 13, 10–13).
Ὁ Χριστός μας συνήθιζε τὰ Σάββατα νὰ προσέρχεται στὴν Συναγωγὴ γιὰ τὴν κοινὴ προσευχὴ ἀλλὰ καὶ νὰ ἑρμηνεύει τὶς γραφὲς καὶ νὰ διδάσκει τὸν κόσμο καὶ νὰ κηρύττει τὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τὴν Βασιλεία Του. Ἡ συνήθεια αὐτὴ τοῦ Κυρίου μᾶς ἀποδεικνύει τὴν ἀξία τῆς συμπροσευχῆς καὶ μᾶς καλεῖ νὰ προσερχόμαστε στὸν Ναὸ καὶ ὡς Ἐκκλησία νὰ προκαλοῦμε τὸ ἔλεός Του ἔχοντάς Τον ἀνάμεσά μας: «οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν.» (Ματθ., 18, 20).
Ἐκεὶ στὴν Συναγωγὴ, ἀνάμεσα στοὺς ὑπολοὶπους, βρισκόταν καὶ μιὰ γυναίκα τὴν ὁποία εἶχε καταλάβει πονηρὸ πνεῦμα ἀσθενείας καὶ ἦταν συγκύπτουσα γιὰ ὁλόκληρα δεκαοκτὼ χρόνια. Ἡ σπονδυλική της στήλη εἶχε κυρτώσει καὶ γιὰ νὰ μην πέσει καταγῆς στηριζόταν σὲ γερὴ ξύλινη βακτηρία. Οἱ σπόνδυλοι τοῦ αὐχένα της εἶχαν σκληρυνθεῖ τόσο πολὺ ὥστε ἡ κεφαλή της μποροῦσε νὰ κοιτᾶ μόνον τὴν γῆ. Παρὰ τὴν δυσάρεστη κατάστασή της δὲν ἀγνοοῦσε τὴν ἱερὴ συνάθροιση τοῦ Σαββάτου καὶ κοπιάζοντας, βγάζοντας τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς της, προσερχόταν, προφανῶς ἀνελλιπῶς, κάθε Σάββατο στὴν Συναγωγὴ. Σκληρή ἡ ζωή της, μὰ ἡ καρδιά της ἀγαθὴ καὶ ἡ ἀναζήτησή της στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὴ Συναγωγὴ συμπροσευχόταν, ἄκουγε καὶ διδασκόταν, δὲν ζητοῦσε καὶ δὲν ζήτησε κάτι γι’ αὐτὴν.
Τὸ βλέμμα τοῦ Χριστοῦ μας σταματᾶ στὴν πονεμένη αὐτὴ γυναίκα, που διακριτικὰ εἰσῆλθε στὴν Συναγωγὴ προσπαθώντας ἀπαρατήρητη νὰ βρεῖ μιὰ γωνιὰ καὶ ἀπὸ ἐκεὶ νὰ γίνει μέρος τοῦ συνόλου καὶ νὰ ἀκούσει τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Σπλαχνίζεται ὁ Κύριος μας καὶ Θεὸς μας τὴν περιφρονημένη αὐτὴ γυναίκα καὶ σταματώντας τὴν διδαχή Του τῆς λέει:
Γυναίκα ἀπελευθερώνεσαι ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου. Τοποθετεῖ τὰ χέρια Του πάνω σ’ αὐτὴν καὶ ἀμέσως ἡ συγκύπτουσα γυναίκα θεραπεύεται, ἀνορθώνεται. Φανερώνει ὁ Θεός μας τὴν δόξα Του μὲ τὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ ἡ θεραπευμένη γυναίκα δοξάζει τὸν Θεό.
«ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ
σαββάτου.» (Λουκ., 13, 14).
Πρὶν προλάβει τὸ συγκεντρωμένο στὴν συναγωγὴ πλῆθος νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ γεγονὸς, τὸ σημεῖο τοῦ Θεοῦ, ἀντιδρᾶ ἀγανακτισμένος ὁ πονηρὸς ἀρχισυνάγωγος. Τυφλωμένος ἀπὸ τὴν ἐμπάθειά του, τὴν ζήλεια του, αἰσθάνεται μειωμένος καὶ δὲν θέλει νὰ κατανοήσει τὴν φανέρωση τῆς Δόξας τοῦ Θεοῦ. Ἐπιθυμία του εἶναι νὰ ἐπιτιμήσει τὸν Κύριο, ὅμως τρέμει στὴν ἰδέα νὰ ἀναμετρηθεῖ μαζί Του, μήπως μειωθεῖ ἀκόμη περισσότερο, γνωρίζοντας ὅτι ὑστερεῖ ἀπέναντί Του. Ἔτσι ἀπευθύνεται στὴν θεραπευμένη γυναίκα καὶ τοὺς ὁμοίους της καὶ φωνάζει δυνατὰ γιὰ νὰ τὸν ἀκοῦσουν ὅλοι: «Ὑπάρχουν ἕξι ἡμέρες κατὰ τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἐργάζεσθαι, σὲ αὐτὲς τὶς ἡμέρες νὰ ἔρχεσθαι λοιπὸν γιὰ νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου».
Δὲν γοητεύεται ἀπὸ τὸ σημεῖο τῆς θεραπείας τῆς συγκύπτουσας, δὲν θαυμάζει τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀλλὰ ἐθελοτυφλεῖ καὶ δὲν βλέπει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν τὸν νοιάζει ὁ μικρόκοσμός του, τὸ δικό του θέλημα, τὸν τρομάζει ἡ σκέψη πὼς μπορεῖ νὰ κλονισθεῖ ἡ πρόσκαιρη καὶ χωρὶς οὐσία ἐξουσία του.
«ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;» (Λουκ., 13, 15–16).
Ὁ καρδιογνώστης Χριστὸς μας ἐπιτιμᾶ τὸν ἀρχισυνάγωγο γιὰ τὴν ὑποκρισία του καὶ μαζί του ὅλους ἐμᾶς που πιθανὸν νὰ συμφωνοῦμε μαζί του, κυριευμένοι ἀπὸ τὴν ἰδιοτέλειά μας καὶ τὸ θέλημά μας. Ὅλοι μας τὴν ἡμέρα τὴν ἀφιερωμένη στὸν Θεὸ καὶ θὰ φάμε καὶ θὰ πιοῦμε καὶ θὰ περιποιηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ θὰ πράξουμε ὅλα ὅσα πρέπει νὰ γίνουν.
Γιατὶ, λοιπόν, νὰ μᾶς πειράζει ἡ θεραπεία τῆς γυναίκας ποὺ ὁ πονηρὸς κρατοῦσε δεμένη στὸν πόνο καὶ στὴν φρίκη γιὰ τόσα πολλά χρόνια τὴν ἡμέρα τὴν ἀφιερωμένη στὸν Θεό; Γιατὶ, λοιπόν, νὰ μᾶς πειράζει ἡ φανέρωση τῆς Δόξας τοῦ Θεοῦ τὴν ἡμέρα τὴν ἀφιερωμένη στὸν Θεό;
Μόνον οἱ ὑποκριτὲς, οἱ δῆθεν ἔχοντες ἦθος, οἱ ὑποταγμένοι στὸ ἐγωιστικὸ θέλημά τους ἀγνοοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἀναγνωρίζουν τὰ θαυμαστὰ σημεῖα Του. Μόνον οἱ ψευτοηθικοὶ καὶ ἀήθως
φτιασιδωμένοι ἀγνοοῦν πὼς τὸ Σάββατο ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ Σάββατο.
«καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ' αὐτοῦ.» (Λουκ., 13, 17).
Ἄν, ἀπὸ λάθος, συμφωνήσαμε καὶ ἐμεῖς μὲ τὸν ἀρχισυνάγωγο ἄς ντραποῦμε μαζί του καὶ μαζὶ μὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ βρέθηκαν ἀντίθετοι μὲ τὸν Χριστὸ μας, ἄς μετανοήσουμε, ἄς ἀλλάξουμε νοῦ καὶ καρδιὰ, ἄς ἀφήσουμε στὴν ἀκρη γιὰ πάντα τὸ θέλημά μας καὶ νὰ σμίξουμε μὲ τὸν ὄχλο τῆς συναγωγῆς καὶ νὰ χαροῦμε μαζί τους για τὸ θαυμαστὸ σημεῖο τῆς θεραπείας τῆς συγκύπτουσας γυναίκας καὶ νὰ βιώσουμε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὑπήκοοι στο Θέλημά Του!
ΠηγήΗ
paraklisi
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς εἶναι ὁ μόνος ἀπὸ τοὺς τέσσερεις Εὐαγγελιστὲς ποὺ μᾶς περιγράφει τὴν θεραπεία τῆς συγκύπτουσας γυναίκας, στὴν συναγωγὴ κάποιας κώμης ἤ πόλης ἀπὸ αὐτὲς ποὺ περνοῦσε ὁ
Κύριος καὶ Θεὸς καὶ Σωτὴρ ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὴν πορεία Του πρὸς τὴν Ἱερουσαλὴμ, κατὰ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου.
«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν.» (Λουκ., 13, 10–13).
Ὁ Χριστός μας συνήθιζε τὰ Σάββατα νὰ προσέρχεται στὴν Συναγωγὴ γιὰ τὴν κοινὴ προσευχὴ ἀλλὰ καὶ νὰ ἑρμηνεύει τὶς γραφὲς καὶ νὰ διδάσκει τὸν κόσμο καὶ νὰ κηρύττει τὴν Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τὴν Βασιλεία Του. Ἡ συνήθεια αὐτὴ τοῦ Κυρίου μᾶς ἀποδεικνύει τὴν ἀξία τῆς συμπροσευχῆς καὶ μᾶς καλεῖ νὰ προσερχόμαστε στὸν Ναὸ καὶ ὡς Ἐκκλησία νὰ προκαλοῦμε τὸ ἔλεός Του ἔχοντάς Τον ἀνάμεσά μας: «οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν.» (Ματθ., 18, 20).
Ἐκεὶ στὴν Συναγωγὴ, ἀνάμεσα στοὺς ὑπολοὶπους, βρισκόταν καὶ μιὰ γυναίκα τὴν ὁποία εἶχε καταλάβει πονηρὸ πνεῦμα ἀσθενείας καὶ ἦταν συγκύπτουσα γιὰ ὁλόκληρα δεκαοκτὼ χρόνια. Ἡ σπονδυλική της στήλη εἶχε κυρτώσει καὶ γιὰ νὰ μην πέσει καταγῆς στηριζόταν σὲ γερὴ ξύλινη βακτηρία. Οἱ σπόνδυλοι τοῦ αὐχένα της εἶχαν σκληρυνθεῖ τόσο πολὺ ὥστε ἡ κεφαλή της μποροῦσε νὰ κοιτᾶ μόνον τὴν γῆ. Παρὰ τὴν δυσάρεστη κατάστασή της δὲν ἀγνοοῦσε τὴν ἱερὴ συνάθροιση τοῦ Σαββάτου καὶ κοπιάζοντας, βγάζοντας τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς της, προσερχόταν, προφανῶς ἀνελλιπῶς, κάθε Σάββατο στὴν Συναγωγὴ. Σκληρή ἡ ζωή της, μὰ ἡ καρδιά της ἀγαθὴ καὶ ἡ ἀναζήτησή της στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, στὴ Συναγωγὴ συμπροσευχόταν, ἄκουγε καὶ διδασκόταν, δὲν ζητοῦσε καὶ δὲν ζήτησε κάτι γι’ αὐτὴν.
Τὸ βλέμμα τοῦ Χριστοῦ μας σταματᾶ στὴν πονεμένη αὐτὴ γυναίκα, που διακριτικὰ εἰσῆλθε στὴν Συναγωγὴ προσπαθώντας ἀπαρατήρητη νὰ βρεῖ μιὰ γωνιὰ καὶ ἀπὸ ἐκεὶ νὰ γίνει μέρος τοῦ συνόλου καὶ νὰ ἀκούσει τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ. Σπλαχνίζεται ὁ Κύριος μας καὶ Θεὸς μας τὴν περιφρονημένη αὐτὴ γυναίκα καὶ σταματώντας τὴν διδαχή Του τῆς λέει:
Γυναίκα ἀπελευθερώνεσαι ἀπὸ τὴν ἀσθένειά σου. Τοποθετεῖ τὰ χέρια Του πάνω σ’ αὐτὴν καὶ ἀμέσως ἡ συγκύπτουσα γυναίκα θεραπεύεται, ἀνορθώνεται. Φανερώνει ὁ Θεός μας τὴν δόξα Του μὲ τὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ ἡ θεραπευμένη γυναίκα δοξάζει τὸν Θεό.
«ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ
σαββάτου.» (Λουκ., 13, 14).
Πρὶν προλάβει τὸ συγκεντρωμένο στὴν συναγωγὴ πλῆθος νὰ ἀντιληφθεῖ τὸ γεγονὸς, τὸ σημεῖο τοῦ Θεοῦ, ἀντιδρᾶ ἀγανακτισμένος ὁ πονηρὸς ἀρχισυνάγωγος. Τυφλωμένος ἀπὸ τὴν ἐμπάθειά του, τὴν ζήλεια του, αἰσθάνεται μειωμένος καὶ δὲν θέλει νὰ κατανοήσει τὴν φανέρωση τῆς Δόξας τοῦ Θεοῦ. Ἐπιθυμία του εἶναι νὰ ἐπιτιμήσει τὸν Κύριο, ὅμως τρέμει στὴν ἰδέα νὰ ἀναμετρηθεῖ μαζί Του, μήπως μειωθεῖ ἀκόμη περισσότερο, γνωρίζοντας ὅτι ὑστερεῖ ἀπέναντί Του. Ἔτσι ἀπευθύνεται στὴν θεραπευμένη γυναίκα καὶ τοὺς ὁμοίους της καὶ φωνάζει δυνατὰ γιὰ νὰ τὸν ἀκοῦσουν ὅλοι: «Ὑπάρχουν ἕξι ἡμέρες κατὰ τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ ἐργάζεσθαι, σὲ αὐτὲς τὶς ἡμέρες νὰ ἔρχεσθαι λοιπὸν γιὰ νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου».
Δὲν γοητεύεται ἀπὸ τὸ σημεῖο τῆς θεραπείας τῆς συγκύπτουσας, δὲν θαυμάζει τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀλλὰ ἐθελοτυφλεῖ καὶ δὲν βλέπει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν τὸν νοιάζει ὁ μικρόκοσμός του, τὸ δικό του θέλημα, τὸν τρομάζει ἡ σκέψη πὼς μπορεῖ νὰ κλονισθεῖ ἡ πρόσκαιρη καὶ χωρὶς οὐσία ἐξουσία του.
«ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;» (Λουκ., 13, 15–16).
Ὁ καρδιογνώστης Χριστὸς μας ἐπιτιμᾶ τὸν ἀρχισυνάγωγο γιὰ τὴν ὑποκρισία του καὶ μαζί του ὅλους ἐμᾶς που πιθανὸν νὰ συμφωνοῦμε μαζί του, κυριευμένοι ἀπὸ τὴν ἰδιοτέλειά μας καὶ τὸ θέλημά μας. Ὅλοι μας τὴν ἡμέρα τὴν ἀφιερωμένη στὸν Θεὸ καὶ θὰ φάμε καὶ θὰ πιοῦμε καὶ θὰ περιποιηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ θὰ πράξουμε ὅλα ὅσα πρέπει νὰ γίνουν.
Γιατὶ, λοιπόν, νὰ μᾶς πειράζει ἡ θεραπεία τῆς γυναίκας ποὺ ὁ πονηρὸς κρατοῦσε δεμένη στὸν πόνο καὶ στὴν φρίκη γιὰ τόσα πολλά χρόνια τὴν ἡμέρα τὴν ἀφιερωμένη στὸν Θεό; Γιατὶ, λοιπόν, νὰ μᾶς πειράζει ἡ φανέρωση τῆς Δόξας τοῦ Θεοῦ τὴν ἡμέρα τὴν ἀφιερωμένη στὸν Θεό;
Μόνον οἱ ὑποκριτὲς, οἱ δῆθεν ἔχοντες ἦθος, οἱ ὑποταγμένοι στὸ ἐγωιστικὸ θέλημά τους ἀγνοοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν ἀναγνωρίζουν τὰ θαυμαστὰ σημεῖα Του. Μόνον οἱ ψευτοηθικοὶ καὶ ἀήθως
φτιασιδωμένοι ἀγνοοῦν πὼς τὸ Σάββατο ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ Σάββατο.
«καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ' αὐτοῦ.» (Λουκ., 13, 17).
Ἄν, ἀπὸ λάθος, συμφωνήσαμε καὶ ἐμεῖς μὲ τὸν ἀρχισυνάγωγο ἄς ντραποῦμε μαζί του καὶ μαζὶ μὲ ὅλους ἐκείνους ποὺ βρέθηκαν ἀντίθετοι μὲ τὸν Χριστὸ μας, ἄς μετανοήσουμε, ἄς ἀλλάξουμε νοῦ καὶ καρδιὰ, ἄς ἀφήσουμε στὴν ἀκρη γιὰ πάντα τὸ θέλημά μας καὶ νὰ σμίξουμε μὲ τὸν ὄχλο τῆς συναγωγῆς καὶ νὰ χαροῦμε μαζί τους για τὸ θαυμαστὸ σημεῖο τῆς θεραπείας τῆς συγκύπτουσας γυναίκας καὶ νὰ βιώσουμε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὑπήκοοι στο Θέλημά Του!
ΠηγήΗ
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δωρεάν παιδική θεατρική παράσταση της Ένωσης Αστυνομικών Δυτικής Αττικής
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο Ολυμπιακός πρέπει να σοβαρευτεί στην Ευρωλίγκα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ