2018-12-25 16:30:18
Του Γιάννη Παλιούρη - Liberal.gr
Χωρίς αμφιβολία αν υπάρχει ένας μεγάλος χαμένος το 2018 στο Διαδίκτυο, αυτός είναι το Facebook και ο Μαρκ Ζούκεμπεργκ. Ειδικά μετά την προ ημερών μήνυση που άσκησε ο γενικός εισαγγελέας της Ουάσιγκτον κατά της εταιρείας, σχετικά με την πολύκροτη υπόθεση της Cambridge Analytica, τα πράγματα για τον κολοσσό του Μένλο Παρκ φαντάζουν πραγματικά δύσκολα.
Η μήνυση από τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ ήρθε ένα μόλις 24ωρο μετά την αποκάλυψη των New York Times ότι το Facebook έδωσε πρόσβαση σε μεγάλο όγκο δεδομένων, μεταξύ των οποίων και σε μηνύματα χρηστών, σε άλλους τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Microsoft, η Amazon, το Netflix και το Spotify.
Το ρεπορτάζ των NYT περιελάμβανε και μία ακόμη αποκάλυψη, η οποία πέρασε στα ψιλά, ότι δηλαδή και οι άλλες εταιρείες μοιράστηκαν στοιχεία των χρηστών τους με το Facebook. Αν δηλαδή πρόκειται για σκάνδαλο, αυτό δεν αποτελεί… προνόμιο του Facebook αλλά είναι σκάνδαλο data sharing που αφορά όλους όσους μετείχαν σε αυτό.Η τακτική του data sharing ήταν γνωστή εδώ και χρόνια. Το γεγονός, όμως, ότι χτύπησε την πόρτα του Facebook, με τους περίπου 2,3 δισεκατομμύρια χρήστες μηνιαίως, την έφερε στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας.
Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Οι διαδικτυακοί κολοσσοί προσφέρουν τη συντριπτική πλειονότητα των υπηρεσιών τους δωρεάν στους απλούς χρήστες, αλλά ταυτόχρονα έχουν τζίρους δισεκατομμυρίων δολαρίων. Παράδοξο; Καθόλου, αφού μπορεί να μην πουλάνε προϊόντα στον μέσο χρήστη αλλά πουλάνε διαφημίσεις σε άλλες εταιρείες.
Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα το Διαδίκτυο: Για να πουλήσεις επιτυχημένα διαφημίσεις, πρέπει να το κάνεις στοχευμένα. Αλλά για να πετύχεις κάτι τέτοιο χρειάζεσαι data, χρειάζεσαι δεδομένα που θα σε βοηθήσουν να σκιαγραφήσεις το προφίλ του χρήστη, ώστε να τον κάνεις να «τσιμπήσει» στη διαφήμιση. Με άλλα λόγια το σκάνδαλο του data sharing δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα στρεβλό business model. Το επιχειρηματικό μοντέλο που κυριαρχεί στο Internet, σύμφωνα με το οποίο τα δεδομένα είναι ένα εμπόρευμα προς διαπραγμάτευση και μοχλός για δημιουργία κέρδους.
To γεγονός αυτό δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει κανέναν. Τα data είναι το Ιερό Δισκοπότηρο της εποχής μας, αφού προσφέρουν ανεξάντλητες, πρακτικά, δυνατότητες τόσο σε επιχειρηματικό, όσο και σε δεκάδες άλλα επίπεδα. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με πρόχειρες εκτιμήσεις κάθε μέρα παράγονται περίπου 2,5 πεντάκις εκατομμύρια bytes δεδομένων. Πρόκειται για έναν ωκεανό πολύτιμων πληροφοριών, στον οποίο φυσικά όλοι θέλουν να βάλουν «χέρι».
Το δωρεάν έχει το δικό του τίμημα
Οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές πιάστηκαν στον «ύπνο» μπροστά στην ταχύτητα με την οποία εξελίχθηκε το Διαδίκτυο την τελευταία δεκαετία. Ακόμα και η προσπάθεια της ΕΕ να βάλει φραγμό στην εκμετάλλευση των προσωπικών δεδομένων μέσω του GDPR, ίσως ήρθε πολύ αργά. Αναλυτές εκτιμούν ότι το GDPR θα πλήξει περισσότερο τις start-ups και λιγότερο τη Facebook και τη Google, οι οποίες έχουν ήδη δισεκατομμύρια χρήστες και τους πόρους να αναπτύξουν πολιτικές που θα παρακάμπτουν τους περιορισμούς.
Πλέον, το συμπέρασμα των περισσότερων αναλυτών είναι ότι και στο Διαδίκτυο τίποτα δεν μπορεί να είναι δωρεάν ή ακριβέστερα ότι αυτό που εμφανίζεται ως δωρεάν έχει τελικά το τίμημά του. Σε αυτό το πλαίσιο και προκειμένου να συνεχίσουμε να έχουμε δωρεάν στη διάθεσή μας υπηρεσίες όπως η Facebook και η Google, η χρήση των προσωπικών δεδομένων θα είναι το τίμημα που αναγκαστικά θα πληρώνουμε, καθώς ακόμα και εταιρείες που δεν παράγουν κανένα πραγματικό προϊόν αναζητούν την κερδοφορία.
Η εναλλακτική λύση η οποία συζητείται χαμηλόφωνα για πρώτη φορά, αλλά συζητείται πλέον, είναι ότι ο χρήστης θα πρέπει να καταβάλλει κάποιο αντίτιμο για τις υπηρεσίες που χρησιμοποιεί. Παράλληλα, οι κρατικές αρχές θα εμπλακούν ενεργότερα στο Διαδίκτυο ώστε να ρυθμίσουν πτυχές του παγκόσμιου ιστού, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας των εταιρειών να το χρησιμοποιούν για δικό τους οικονομικό όφελος. Αυτό όμως έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με την εικόνα του «δημοκρατικού-ανοιχτού» Διαδικτύου που έχει σχηματιστεί στους πολίτες.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αναμένουμε έναν «πόλεμο» για τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών του Διαδικτύου. Από τη μια οι τεχνολογικοί κολοσσοί που δεν θέλουν να χάσουν την «κότα που κάνει το χρυσό αυγό», από την άλλη κυβερνήσεις και κρατικοί φορείς που παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως θεματοφύλακα της ιδιωτικότητας.
Μια καθόλου εύκολη εξίσωση την οποία, όμως, θα κληθούμε εκ των πραγμάτων να επιλύσουμε τα επόμενα χρόνια όταν με την έλευση του Internet of Things, τα παραγόμενα δεδομένα και η διακίνησή τους θα αυξηθούν εκθετικά και το Διαδίκτυο θα περάσει οριστικά στην εποχή της ωριμότητας.
Και απ' ότι φαίνεται η ενηλικίωση δεν είναι ποτέ εύκολη. Ούτε στο Διαδίκτυο τελικά.
Πηγή γραφήματος: File Catalyst
Φωτογραφία: APImages
medispin
Χωρίς αμφιβολία αν υπάρχει ένας μεγάλος χαμένος το 2018 στο Διαδίκτυο, αυτός είναι το Facebook και ο Μαρκ Ζούκεμπεργκ. Ειδικά μετά την προ ημερών μήνυση που άσκησε ο γενικός εισαγγελέας της Ουάσιγκτον κατά της εταιρείας, σχετικά με την πολύκροτη υπόθεση της Cambridge Analytica, τα πράγματα για τον κολοσσό του Μένλο Παρκ φαντάζουν πραγματικά δύσκολα.
Η μήνυση από τις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ ήρθε ένα μόλις 24ωρο μετά την αποκάλυψη των New York Times ότι το Facebook έδωσε πρόσβαση σε μεγάλο όγκο δεδομένων, μεταξύ των οποίων και σε μηνύματα χρηστών, σε άλλους τεχνολογικούς κολοσσούς όπως η Microsoft, η Amazon, το Netflix και το Spotify.
Το ρεπορτάζ των NYT περιελάμβανε και μία ακόμη αποκάλυψη, η οποία πέρασε στα ψιλά, ότι δηλαδή και οι άλλες εταιρείες μοιράστηκαν στοιχεία των χρηστών τους με το Facebook. Αν δηλαδή πρόκειται για σκάνδαλο, αυτό δεν αποτελεί… προνόμιο του Facebook αλλά είναι σκάνδαλο data sharing που αφορά όλους όσους μετείχαν σε αυτό.Η τακτική του data sharing ήταν γνωστή εδώ και χρόνια. Το γεγονός, όμως, ότι χτύπησε την πόρτα του Facebook, με τους περίπου 2,3 δισεκατομμύρια χρήστες μηνιαίως, την έφερε στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας.
Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Οι διαδικτυακοί κολοσσοί προσφέρουν τη συντριπτική πλειονότητα των υπηρεσιών τους δωρεάν στους απλούς χρήστες, αλλά ταυτόχρονα έχουν τζίρους δισεκατομμυρίων δολαρίων. Παράδοξο; Καθόλου, αφού μπορεί να μην πουλάνε προϊόντα στον μέσο χρήστη αλλά πουλάνε διαφημίσεις σε άλλες εταιρείες.
Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα με τον τρόπο που λειτουργεί σήμερα το Διαδίκτυο: Για να πουλήσεις επιτυχημένα διαφημίσεις, πρέπει να το κάνεις στοχευμένα. Αλλά για να πετύχεις κάτι τέτοιο χρειάζεσαι data, χρειάζεσαι δεδομένα που θα σε βοηθήσουν να σκιαγραφήσεις το προφίλ του χρήστη, ώστε να τον κάνεις να «τσιμπήσει» στη διαφήμιση. Με άλλα λόγια το σκάνδαλο του data sharing δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα στρεβλό business model. Το επιχειρηματικό μοντέλο που κυριαρχεί στο Internet, σύμφωνα με το οποίο τα δεδομένα είναι ένα εμπόρευμα προς διαπραγμάτευση και μοχλός για δημιουργία κέρδους.
To γεγονός αυτό δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει κανέναν. Τα data είναι το Ιερό Δισκοπότηρο της εποχής μας, αφού προσφέρουν ανεξάντλητες, πρακτικά, δυνατότητες τόσο σε επιχειρηματικό, όσο και σε δεκάδες άλλα επίπεδα. Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με πρόχειρες εκτιμήσεις κάθε μέρα παράγονται περίπου 2,5 πεντάκις εκατομμύρια bytes δεδομένων. Πρόκειται για έναν ωκεανό πολύτιμων πληροφοριών, στον οποίο φυσικά όλοι θέλουν να βάλουν «χέρι».
Το δωρεάν έχει το δικό του τίμημα
Οι ρυθμιστικές και εποπτικές αρχές πιάστηκαν στον «ύπνο» μπροστά στην ταχύτητα με την οποία εξελίχθηκε το Διαδίκτυο την τελευταία δεκαετία. Ακόμα και η προσπάθεια της ΕΕ να βάλει φραγμό στην εκμετάλλευση των προσωπικών δεδομένων μέσω του GDPR, ίσως ήρθε πολύ αργά. Αναλυτές εκτιμούν ότι το GDPR θα πλήξει περισσότερο τις start-ups και λιγότερο τη Facebook και τη Google, οι οποίες έχουν ήδη δισεκατομμύρια χρήστες και τους πόρους να αναπτύξουν πολιτικές που θα παρακάμπτουν τους περιορισμούς.
Πλέον, το συμπέρασμα των περισσότερων αναλυτών είναι ότι και στο Διαδίκτυο τίποτα δεν μπορεί να είναι δωρεάν ή ακριβέστερα ότι αυτό που εμφανίζεται ως δωρεάν έχει τελικά το τίμημά του. Σε αυτό το πλαίσιο και προκειμένου να συνεχίσουμε να έχουμε δωρεάν στη διάθεσή μας υπηρεσίες όπως η Facebook και η Google, η χρήση των προσωπικών δεδομένων θα είναι το τίμημα που αναγκαστικά θα πληρώνουμε, καθώς ακόμα και εταιρείες που δεν παράγουν κανένα πραγματικό προϊόν αναζητούν την κερδοφορία.
Η εναλλακτική λύση η οποία συζητείται χαμηλόφωνα για πρώτη φορά, αλλά συζητείται πλέον, είναι ότι ο χρήστης θα πρέπει να καταβάλλει κάποιο αντίτιμο για τις υπηρεσίες που χρησιμοποιεί. Παράλληλα, οι κρατικές αρχές θα εμπλακούν ενεργότερα στο Διαδίκτυο ώστε να ρυθμίσουν πτυχές του παγκόσμιου ιστού, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας των εταιρειών να το χρησιμοποιούν για δικό τους οικονομικό όφελος. Αυτό όμως έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με την εικόνα του «δημοκρατικού-ανοιχτού» Διαδικτύου που έχει σχηματιστεί στους πολίτες.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να αναμένουμε έναν «πόλεμο» για τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών του Διαδικτύου. Από τη μια οι τεχνολογικοί κολοσσοί που δεν θέλουν να χάσουν την «κότα που κάνει το χρυσό αυγό», από την άλλη κυβερνήσεις και κρατικοί φορείς που παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως θεματοφύλακα της ιδιωτικότητας.
Μια καθόλου εύκολη εξίσωση την οποία, όμως, θα κληθούμε εκ των πραγμάτων να επιλύσουμε τα επόμενα χρόνια όταν με την έλευση του Internet of Things, τα παραγόμενα δεδομένα και η διακίνησή τους θα αυξηθούν εκθετικά και το Διαδίκτυο θα περάσει οριστικά στην εποχή της ωριμότητας.
Και απ' ότι φαίνεται η ενηλικίωση δεν είναι ποτέ εύκολη. Ούτε στο Διαδίκτυο τελικά.
Πηγή γραφήματος: File Catalyst
Φωτογραφία: APImages
medispin
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Είχε ο Χριστός αδέρφια
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ