2019-01-08 19:30:54
Ήταν εκείνος που κατάλαβε αμέσως τι σημαίνει εφαπτομένη μιας γωνίας. Είχε χρησιμοποιηθεί βέβαια στη διδασκαλία παράδειγμα από την καθημερινή ζωή, ένα σήμα του κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Μια άλλη μέρα, σε επίσκεψη στην Πινακοθήκη Χατζηκυριάκου-Γκίκα ήταν ο ίδιος που αντιλήφθηκε γρηγορότερα απ’ όλους την έννοια του κυβισμού μέσα από τα έργα του ζωγράφου. Και φεύγοντας είπε ενθουσιασμένος, ίσως και συγκινημένος, «τι ωραία που πέρασα σήμερα!». Το όνειρό του ήταν να οδηγήσει νταλίκα και να φεύγει μακριά, μία από τις νταλίκες που είχε ο πατέρας του. Τα σχολικά μαθήματα δεν τον ενδιέφεραν. Οι επιδόσεις του χαμηλές, οι ακαδημαϊκές του γνώσεις περιορισμένες. To οικογενειακό και κοινωνικό του περιβάλλον δεν βοηθούσε προς αυτή την κατεύθυνση.
«Ανθεκτικός» (resilient) μαθητής είναι εκείνος «ο μειονεκτών μαθητής που επιτυγχάνει υψηλά μαθησιακά αποτελέσματα». Και μειονεκτών; Εκείνος που προέρχεται από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον
Θα μπορούσε άραγε σήμερα να χαρακτηρισθεί ως ένας από τους λεγόμενους «ανθεκτικούς» μαθητές και να είχε άλλη εξέλιξη αν το εκπαιδευτικό σύστημα τον αναγνώριζε ως τέτοιον; Τι σημαίνει όμως «ανθεκτικός» (resilient) μαθητής; Για όσους ασχολούμαστε με την εκπαιδευτική έρευνα, είναι εκείνος «ο μειονεκτών μαθητής που επιτυγχάνει υψηλά μαθησιακά αποτελέσματα». Και μειονεκτών; Είναι εκείνος που προέρχεται από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον. Με απλά λόγια, «ανθεκτικός» είναι ο μαθητής που σπάει αυτούς τους φραγμούς και διαψεύδει τις προβλέψεις. Ακόμη πιο απλά; «Aνθεκτικός» είναι ο εκδότης Θανάσης Καστανιώτης που σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Lifo, όταν ρωτήθηκε αν υπήρχαν βιβλία στο σπίτι που μεγάλωσε, απάντησε: «Ούτε ένα! Ο πατέρας μου είχε ταβέρνα στον Νέο Κόσμο και η μητέρα μου είχε τέσσερα παιδιά να μεγαλώσει. Μαζευόμασταν τα παιδιά στην γειτονιά και είτε ανταλλάσσαμε στο βιβλιοχαρτοπωλείο απαγορευμένες “Μάσκες και Μυστήριο” –δίναμε πενήντα λεπτά κι ένα παλιό τεύχος και παίρναμε ένα καινούργιο– είτε διαβάζαμε τα βιβλία που φέρναν καναδυό φίλοι από το σπίτι τους».
Η ανθεκτικότητα αποτελεί αντικείμενο μελέτης τόσο στον τομέα της ψυχολογίας όσο και της εκπαίδευσης. Και όλοι συμφωνούν σε τρία χαρακτηριστικά των μαθητών αυτών: αυτοπεποίθηση, ενθουσιασμός, αφοσίωση.
Την αυτοπεποίθηση του μαθητή προσπαθεί να ενισχύσει και ο δάσκαλος στη γνωστή ταινία του Δημήτρη Σταύρακα το «Καναρινί Ποδήλατο». Κίνητρο για μάθηση του δίνει. Και αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια, όπως τη δυσπιστία του ίδιου του μαθητή, την ηττοπάθεια των άλλων εκπαιδευτικών, την άρνηση των γονέων να συνεργαστούν και τη συμπεριφορά των συμμαθητών.
Κι εδώ θυμήθηκα τον Αλμπέρ στην εξαιρετική ταινία του Ζαν-Πολ λε Σανουά «Το Σκασιαρχείο» (L’ Ecole Buissonnier), που βγήκε στις αίθουσες πριν 70 χρόνια και στηρίζεται στη ζωή του μεγάλου γάλλου παιδαγωγού και μεταρρυθμιστή της παιδείας Σελεστέν Φρενέ. Στην ταινία ο δάσκαλος έρχεται αντιμέτωπος με την έλλειψη ενθουσιασμού των μαθητών του και εφαρμόζει νέες μεθόδους για να τους οδηγήσει στη γνώση μέσα από τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες τους. Ο Σελεστέν Φρενέ επιδίωξε να εντάξει τις νέες τεχνολογίες της εποχής στην εκπαίδευση: τυπογραφία, ραδιόφωνο, και κινηματογράφο, ενώ καθιέρωσε τη διασχολική αλληλογραφία. Ο Αλμπέρ, το «μαύρο πρόβατο» της τάξης που έχει αποτύχει 3 φορές στις εξετάσεις για το απολυτήριο Δημοτικού, γίνεται η πρόκληση της συντηρητικής κοινωνίας για τον δάσκαλο.
Ο άγγλος συγγραφέας και σύμβουλος εκπαίδευσης Κεν Ρόμπινσον αναφέρει ότι όταν στον 19ο αιώνα καθιερώθηκε η δωρεάν δημόσια παιδεία, πολλοί αντιτέθηκαν σε αυτήν λέγοντας ότι τα παιδιά της εργατικής τάξης ήταν αδύνατον να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν. Η διαφωνία αυτή στηρίχθηκε σε μια σειρά από προκαταλήψεις για τις δυνατότητες που έχει κάθε κοινωνική τάξη. Έτσι στο DNA της εκπαίδευσης εγγράφηκαν δύο τύποι ανθρώπων, οι ακαδημαϊκοί και οι μη ακαδημαϊκοί – αυτοί που παίρνουν τα γράμματα και αυτοί που δεν τα παίρνουν, θα λέγαμε πιο απλά. «Πολλοί ευφυείς νομίζουν πως δεν είναι ευφυείς επειδή κρίθηκαν με αυτό το συγκεκριμένο πρότυπο» παρατηρεί ο Ρόμπινσον.
Το 6% των μαθητών σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ θεωρούνται ανθεκτικοί. Όμως η σχέση μεταξύ κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και επίδοσης μαθητών δεν είναι απόλυτη και δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Δεν είναι μοιραία.
Αλλά από μια άποψη δεν έχουν αλλάξει και πολλά από τον 19ο αιώνα: έρευνες του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι στις περισσότερες χώρες, οι κοινωνικοοικονομικά μειονεκτούντες μαθητές όχι μόνο έχουν χαμηλότερα μαθησιακά αποτελέσματα, αλλά αναφέρουν επίσης χαμηλότερα επίπεδα εμπλοκής, κινήτρων και αυτοπεποίθησης. Από την άλλη πλευρά, πρόσφατη έρευνα από το πανεπιστήμιο του Τέξας ανέδειξε τον σπουδαίο ρόλο που παίζει το σχολείο, το περιβάλλον μάθησης δηλαδή, στους ανθεκτικούς μαθητές.
Ενώ το φαινόμενο της ανθεκτικότητας δεν είναι ίδιο σε όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα, περίπου το 6% των μαθητών σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ θεωρούνται ανθεκτικοί. Όμως η σχέση μεταξύ κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και επίδοσης μαθητών δεν είναι απόλυτη και δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Δεν είναι μοιραία. Πολλές χώρες έχουν καταφέρει να αμβλύνουν τη σχέση αυτή με την πάροδο του χρόνου. Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών, οι ανθεκτικοί μαθητές ξεπερνούν τις κοινωνικές αντιξοότητες με την εμπλοκή, το αίσθημα του ανήκειν, την πίστη στις ικανότητές τους και την υποστήριξη του σχολείου.
«Υπάρχουν 5 θεωρήματα φυσικής πολύ όμορφα τα οποία όμως δεν έχουν καμία εφαρμογή και κυρίως σε θέματα καθημερινής ζωής. Αλλά πρέπει να διδάσκονται στο σχολείο». Αυτό ακούστηκε σε πρόσφατο συνέδριο στην Αθήνα, με αντικείμενο μάλιστα την καινοτομία και τη δημιουργικότητα, και σκέφτηκα απογοητευμένη ότι αν υπάρχουν ακόμη κάποιοι που υποστηρίζουν τέτοιες θέσεις πώς θα επενδύσουμε στα κίνητρα για μάθηση και στην εμπλοκή; Πώς θα κάνουμε το Θοδωρή να μάθει τριγωνομετρία ή την έννοια του κυβισμού, να βλέπει έναν πίνακα του Χατζηκυριάκου-Γκίκα και να συγκινείται; Γιατί (και) αυτός είναι ο σκοπός της εκπαίδευσης. Και, ποιος ξέρει, μπορεί στα μακρινά ταξίδια του με την νταλίκα να επισκεφτεί την Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου και ίσως ακόμη να θυμηθεί εκείνο το πρωινό στην Κριεζώτου.
Πηγή: athensvoice.gr της Χρύσας Σοφιανοπούλου
«Ανθεκτικός» (resilient) μαθητής είναι εκείνος «ο μειονεκτών μαθητής που επιτυγχάνει υψηλά μαθησιακά αποτελέσματα». Και μειονεκτών; Εκείνος που προέρχεται από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον
Θα μπορούσε άραγε σήμερα να χαρακτηρισθεί ως ένας από τους λεγόμενους «ανθεκτικούς» μαθητές και να είχε άλλη εξέλιξη αν το εκπαιδευτικό σύστημα τον αναγνώριζε ως τέτοιον; Τι σημαίνει όμως «ανθεκτικός» (resilient) μαθητής; Για όσους ασχολούμαστε με την εκπαιδευτική έρευνα, είναι εκείνος «ο μειονεκτών μαθητής που επιτυγχάνει υψηλά μαθησιακά αποτελέσματα». Και μειονεκτών; Είναι εκείνος που προέρχεται από χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό-πολιτισμικό περιβάλλον. Με απλά λόγια, «ανθεκτικός» είναι ο μαθητής που σπάει αυτούς τους φραγμούς και διαψεύδει τις προβλέψεις. Ακόμη πιο απλά; «Aνθεκτικός» είναι ο εκδότης Θανάσης Καστανιώτης που σε πρόσφατη συνέντευξή του στη Lifo, όταν ρωτήθηκε αν υπήρχαν βιβλία στο σπίτι που μεγάλωσε, απάντησε: «Ούτε ένα! Ο πατέρας μου είχε ταβέρνα στον Νέο Κόσμο και η μητέρα μου είχε τέσσερα παιδιά να μεγαλώσει. Μαζευόμασταν τα παιδιά στην γειτονιά και είτε ανταλλάσσαμε στο βιβλιοχαρτοπωλείο απαγορευμένες “Μάσκες και Μυστήριο” –δίναμε πενήντα λεπτά κι ένα παλιό τεύχος και παίρναμε ένα καινούργιο– είτε διαβάζαμε τα βιβλία που φέρναν καναδυό φίλοι από το σπίτι τους».
Η ανθεκτικότητα αποτελεί αντικείμενο μελέτης τόσο στον τομέα της ψυχολογίας όσο και της εκπαίδευσης. Και όλοι συμφωνούν σε τρία χαρακτηριστικά των μαθητών αυτών: αυτοπεποίθηση, ενθουσιασμός, αφοσίωση.
Την αυτοπεποίθηση του μαθητή προσπαθεί να ενισχύσει και ο δάσκαλος στη γνωστή ταινία του Δημήτρη Σταύρακα το «Καναρινί Ποδήλατο». Κίνητρο για μάθηση του δίνει. Και αντιμετωπίζει πολλά εμπόδια, όπως τη δυσπιστία του ίδιου του μαθητή, την ηττοπάθεια των άλλων εκπαιδευτικών, την άρνηση των γονέων να συνεργαστούν και τη συμπεριφορά των συμμαθητών.
Κι εδώ θυμήθηκα τον Αλμπέρ στην εξαιρετική ταινία του Ζαν-Πολ λε Σανουά «Το Σκασιαρχείο» (L’ Ecole Buissonnier), που βγήκε στις αίθουσες πριν 70 χρόνια και στηρίζεται στη ζωή του μεγάλου γάλλου παιδαγωγού και μεταρρυθμιστή της παιδείας Σελεστέν Φρενέ. Στην ταινία ο δάσκαλος έρχεται αντιμέτωπος με την έλλειψη ενθουσιασμού των μαθητών του και εφαρμόζει νέες μεθόδους για να τους οδηγήσει στη γνώση μέσα από τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες τους. Ο Σελεστέν Φρενέ επιδίωξε να εντάξει τις νέες τεχνολογίες της εποχής στην εκπαίδευση: τυπογραφία, ραδιόφωνο, και κινηματογράφο, ενώ καθιέρωσε τη διασχολική αλληλογραφία. Ο Αλμπέρ, το «μαύρο πρόβατο» της τάξης που έχει αποτύχει 3 φορές στις εξετάσεις για το απολυτήριο Δημοτικού, γίνεται η πρόκληση της συντηρητικής κοινωνίας για τον δάσκαλο.
Ο άγγλος συγγραφέας και σύμβουλος εκπαίδευσης Κεν Ρόμπινσον αναφέρει ότι όταν στον 19ο αιώνα καθιερώθηκε η δωρεάν δημόσια παιδεία, πολλοί αντιτέθηκαν σε αυτήν λέγοντας ότι τα παιδιά της εργατικής τάξης ήταν αδύνατον να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν. Η διαφωνία αυτή στηρίχθηκε σε μια σειρά από προκαταλήψεις για τις δυνατότητες που έχει κάθε κοινωνική τάξη. Έτσι στο DNA της εκπαίδευσης εγγράφηκαν δύο τύποι ανθρώπων, οι ακαδημαϊκοί και οι μη ακαδημαϊκοί – αυτοί που παίρνουν τα γράμματα και αυτοί που δεν τα παίρνουν, θα λέγαμε πιο απλά. «Πολλοί ευφυείς νομίζουν πως δεν είναι ευφυείς επειδή κρίθηκαν με αυτό το συγκεκριμένο πρότυπο» παρατηρεί ο Ρόμπινσον.
Το 6% των μαθητών σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ θεωρούνται ανθεκτικοί. Όμως η σχέση μεταξύ κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και επίδοσης μαθητών δεν είναι απόλυτη και δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Δεν είναι μοιραία.
Αλλά από μια άποψη δεν έχουν αλλάξει και πολλά από τον 19ο αιώνα: έρευνες του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι στις περισσότερες χώρες, οι κοινωνικοοικονομικά μειονεκτούντες μαθητές όχι μόνο έχουν χαμηλότερα μαθησιακά αποτελέσματα, αλλά αναφέρουν επίσης χαμηλότερα επίπεδα εμπλοκής, κινήτρων και αυτοπεποίθησης. Από την άλλη πλευρά, πρόσφατη έρευνα από το πανεπιστήμιο του Τέξας ανέδειξε τον σπουδαίο ρόλο που παίζει το σχολείο, το περιβάλλον μάθησης δηλαδή, στους ανθεκτικούς μαθητές.
Ενώ το φαινόμενο της ανθεκτικότητας δεν είναι ίδιο σε όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα, περίπου το 6% των μαθητών σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ θεωρούνται ανθεκτικοί. Όμως η σχέση μεταξύ κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και επίδοσης μαθητών δεν είναι απόλυτη και δεν πρέπει να υπερεκτιμηθεί. Δεν είναι μοιραία. Πολλές χώρες έχουν καταφέρει να αμβλύνουν τη σχέση αυτή με την πάροδο του χρόνου. Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα των σχετικών ερευνών, οι ανθεκτικοί μαθητές ξεπερνούν τις κοινωνικές αντιξοότητες με την εμπλοκή, το αίσθημα του ανήκειν, την πίστη στις ικανότητές τους και την υποστήριξη του σχολείου.
«Υπάρχουν 5 θεωρήματα φυσικής πολύ όμορφα τα οποία όμως δεν έχουν καμία εφαρμογή και κυρίως σε θέματα καθημερινής ζωής. Αλλά πρέπει να διδάσκονται στο σχολείο». Αυτό ακούστηκε σε πρόσφατο συνέδριο στην Αθήνα, με αντικείμενο μάλιστα την καινοτομία και τη δημιουργικότητα, και σκέφτηκα απογοητευμένη ότι αν υπάρχουν ακόμη κάποιοι που υποστηρίζουν τέτοιες θέσεις πώς θα επενδύσουμε στα κίνητρα για μάθηση και στην εμπλοκή; Πώς θα κάνουμε το Θοδωρή να μάθει τριγωνομετρία ή την έννοια του κυβισμού, να βλέπει έναν πίνακα του Χατζηκυριάκου-Γκίκα και να συγκινείται; Γιατί (και) αυτός είναι ο σκοπός της εκπαίδευσης. Και, ποιος ξέρει, μπορεί στα μακρινά ταξίδια του με την νταλίκα να επισκεφτεί την Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου και ίσως ακόμη να θυμηθεί εκείνο το πρωινό στην Κριεζώτου.
Πηγή: athensvoice.gr της Χρύσας Σοφιανοπούλου
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ