2019-01-09 20:20:43
«Ο χρόνος, ως παιδαγωγός εν Χριστώ»
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης του ΑΠΘ
Η απαρχή εκάστου νέου έτους, για τα μέλη της ορθόδοξης Εκκλησίας, έχει μεγάλη σημασία, εφόσον ο χρόνος, όπως και όλα όσα υπάρχουν, αποτελεί δημιούργημα του Τριαδικού Θεού ο οποίος δεν είναι μόνον η ζωή των πάντων αλλά και ο χορηγός της ζωής, ο «χρόνους και καιρούς εν τη ιδία εξουσία θέμενος».
Ο άνθρωπος με την ευκαιρία κάθε νέου χρόνου, οφείλει να ευχαριστεί και να δοξάζει τον Θεό σε κάθε ευκαιρία, διότι διά της θείας Του ευσπλαχνίας μας χορηγεί νέο χρόνο, νέες ευκαιρίες, νέα περιθώρια για να προλάβει να εκπληρώσει στη γη, που ήλθε ως επισκέπτης, την αιώνια αποστολή του και να μπορέσει να επιστρέψει στον Δημιουργό του νικητής της έγχρονης ζωής, άφθαρτος και αδούλωτος των παθών που οδηγούν στη αιώνια φθορά και στον αιώνιο θάνατο.
Η έλευση και παραμονή του ανθρώπου στον κόσμο είναι προϊόν της αγάπης του Θεού, ο οποίος, επειδή «θέλει πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» του δωρίζει τον χρόνο για να τον χρησιμοποιήσει προς την εκπλήρωση του βασικού σκοπού για τον οποίο δημιουργήθηκε, που είναι, πρωτίστως, η διά της καλής χρήσεως των χαρισμάτων που έλαβε από τον Θεό, πνευματική ολοκλήρωσή του.
Η επιλογή της χρήσεως του χρόνου της ζωής για προτεραιότητες άσχετες και ξένες με τον προορισμό που έχει χαραχθεί εντός της φύσεώς του από τον Δημιουργό αλλοτριώνει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην μακράν του Θεού ζωή, εκεί που κυριαρχεί η δουλεία της φθοράς που φέρνει η παρακοή, δηλαδή στο παραφυσικό στο φθαρτό και στο παράλογο.
Η θέση των πιστών εντός της Εκκλησίας, ως μέλη του σώματος του Χριστού, δεν είναι και δεν πρέπει να είναι νωχελική, παθητική και άγονη, αλλά δημιουργική και γόνιμη. Προς τούτο η πραγμάτωση του θελήματος του Θεού εντός του χρόνου, καθιστά τον χρόνο και τη ζωή ευλογημένα μέσα και αγαθά, που συμβάλλουν στην πνευματική ελευθερία, προκοπή και άνοδο του ανθρώπου και όχι στην υποδούλωσή του στις δυνάμεις και στα πτωτικά σχέδια του Αντίχριστου. Ο χρόνος, που χρησιμοποιείται σε μακράν του Χριστού δράσεις δήθεν απελευθέρωσης, οδηγούν σε υποδουλώσεις που θυμίζουν τη ζωή της μοναξιάς, της απόγνωσης και της οντολογικής απονοηματοδοτήσεως που ένιωθε ο Άσωτος Υιός μακράν του Πατέρα.
Ο Χριστός, δεν είναι μόνον η ζωή για τον άνθρωπο αλλά και η οδός της ζωής, γεγονός που σημαίνει ότι, μαζί με τον χρόνο, χορηγεί στον άνθρωπο και τον τρόπο να υπάρχει και να κινείται στον κόσμο χωρίς να υποδουλώνεται σ’ αυτόν, με άλλα λόγια τους κανόνες ζωής, αλλά και τη λογική και τη σοφία για να μπορεί να διατηρείται, εν ελευθερία, ελεύθερος και να μην υποπίπτει στις μεθοδεύσεις και στις παγίδες του διαβόλου.
Ταυτόχρονα, χρησιμοποιώντας τον χρόνο της ζωής του, ως παιδαγωγό ζωής, δηλαδή, ως χορηγία Θεού, συνειδητοποιεί τι σημαίνει να είναι μέλος και να ζει ως μέλος της Εκκλησίας. Έτσι, επειδή ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον, δεν δοκιμάζεται, ως άτομο, αλλά ως εκκλησιαστικό πρόσωπο, που συνδέεται εν ελευθερία με τα άλλα πρόσωπα εντός της εκκλησιαστικής ζωής.
Αυτό σημαίνει ότι, με βάση τους αγιοπνευματικούς κανόνες της Εκκλησίας ο χρόνος της ζωής του ανθρώπου δεν μπορεί να αναλώνεται ως να είναι ο άνθρωπος μια αυτονομημένη και ατομική ύπαρξη, αλλά στο πλαίσιο της συλλογικής εκκλησιαστικής του ζωής και λειτουργικότητας. Έτσι, οι δράσεις της ζωής του κρίνονται από τον Λόγο του Θεού, στο πλαίσιο όχι του ατομικού, αλλά του δια-προσωπικού προσανατολισμού της ζωής, αφού οι συνάνθρωποι θεωρούνται όχι ξένοι και απόμακροι, αλλά εν Χριστώ αδελφοί.
Εδώ έρχεται ο ρόλος των αρετών ή κανόνων ζωής, που θέτει ο ίδιος ο Χριστός ως όρους ή προϋποθέσεις της εν Χριστώ ζωής. Ο Χριστιανός, ως μέλος του σώματος του Χριστού, δεν εγκαταλείπεται, έρημος, μόνος και απροστάτευτος εντός του κόσμου. Η εν χρόνω δοκιμασία του Χριστιανού είναι θέμα προσωπικής σχέσεως, εμπιστοσύνης, αγάπης και υπακοής του προς τον Χριστό, ο οποίος είναι εκείνος που δείχνει τον δρόμο των αρετών αλλά και εκείνος που τις χορηγεί ως δώρα.
Η πρώτη και μέγιστη των αρετών είναι η προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο αγάπη, μέσω της οποίας -και σε συνδυασμό με τις άλλες αρετές- ο Χριστιανός κερδίζει εντός του χρόνου την άχρονη αιωνιότητα. Η είσοδος του αιώνιου και άχρονου Θεού στην έγχρονη Ιστορία της ανθρωπότητας, με σκοπό να βοηθήσει τον άνθρωπο να γίνει θεάνθρωπος, δηλαδή μέτοχος του άχρονου Θεού, μας δίνει το στίγμα της εν Χριστώ οδού, στην οποία μπορεί και οφείλει να εισέλθει, εν ελευθερία, αληθεία και αγάπη ο ιστορικός άνθρωπος, αν θέλει να προσεγγίσει και να συνδεθεί με τη μεταχρονική και μεταϊστορική πραγματικότητα του άχρονου Θεού, που αποτελεί το αιώνιο μέλλον του.
Ωστόσο, στην πορεία του αυτή είναι ανάγκη να γνωρίζει ότι, αν θέλει να ελπίζει στη μετάβασή του στην αιώνια ζωή του Θεού, δεν μπορεί να κινείται ατομικά, παράλογα και αυτόνομα, αλλά εν Χριστώ, διότι «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» Πράξ. 17,28). Ο χρόνος, επομένως, της ζωής των Χριστιανών είναι πολύτιμος και έχει κάποιο σκοπό. Δεν πρέπει να αναλώνεται μάταια, αλλά να χρησιμοποιείται σωστά, όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος: «εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισι» (Εφ. 5,16).
Ο παρών βίος του ανθρώπου είναι προσωρινός δεν είναι η μόνιμη κατάσταση της ζωής του, αλλά ένας προθάλαμός της. Το άλλο κομμάτι της ζωής του είναι η ζωή του αιώνιου μέλλοντός του, όπως αναφέρει και το Σύμβολο της Πίστεως των Χριστιανών: «Προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Η τωρινή μορφή ζωής, κατά τον Απ. Παύλο, δεν έχει μεγάλη διάρκεια: «ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα και οι έχοντες γυναίκας ως μη έχοντες ώσι, και οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, και οι χαίροντες ως μη χαίροντες, και οι αγοράζοντες ως μη κατέχοντες, και οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι· παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α’ Κορ. 7,29-31).
Και, όπως αναφέρει ο Φώτης Κόντογλου, ο χρόνος περιφέρεται παντού «ολόγυρά μας, μέσα μας, σε κάθε ζωντανό, άψυχο, σε κάθε καρδιά. Είναι μαζί ευεργέτης μας και τύραννός μας». Κρατά στο ένα χέρι του ένα ποτήρι «γλυκό κρασί και πίνουμε» και στο άλλο ένα ποτήρι με «πικρό φαρμάκι».
Ο άνθρωπος, όμως, είναι κληρονόμος Θεού και συγκληρονόμος Χριστού (Ρωμ. 8, 15) και, συνεπώς, είναι εκείνος, που, με βάση το λογικό και το αυτεξούσιο που έλαβε από τον Θεό, καλείται να επιλέξει το δικό του ποτήρι, γνωρίζοντας όμως ότι εντός της πίστεώς του υπάρχει η προσδοκία της αιώνιας κληρονομιάς και των αγαθών που έχει ετοιμάσει για τους αγαπώντας Αυτόν ο Θεός. Μπορεί, επομένως, αν θέλει, να ξεφύγει από τον τύραννο χρόνο, τον χρόνο δηλαδή που υποδουλώνει και να χρησιμοποιήσει τον άλλο, τον ευεργέτη χρόνο, που απελευθερώνει, προκειμένου να φτάσει, εν Χριστώ Ιησού, στον Άχρονο και Αιώνιο και Αθάνατο Θεό.
Διότι, κατά τον Κόντογλου, «μόνο μια ελπίδα υπάρχει γι’ αυτόν που ζει στον χρόνο, προκειμένου να γλυτώσει από τη φθορά: Ο Χριστός, ο λυτρωτής, ο καθαιρέτης της φθοράς. Εκείνος που πάτησε τον θάνατο και είπε: «Ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται».
thriskeftika
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης του ΑΠΘ
Η απαρχή εκάστου νέου έτους, για τα μέλη της ορθόδοξης Εκκλησίας, έχει μεγάλη σημασία, εφόσον ο χρόνος, όπως και όλα όσα υπάρχουν, αποτελεί δημιούργημα του Τριαδικού Θεού ο οποίος δεν είναι μόνον η ζωή των πάντων αλλά και ο χορηγός της ζωής, ο «χρόνους και καιρούς εν τη ιδία εξουσία θέμενος».
Ο άνθρωπος με την ευκαιρία κάθε νέου χρόνου, οφείλει να ευχαριστεί και να δοξάζει τον Θεό σε κάθε ευκαιρία, διότι διά της θείας Του ευσπλαχνίας μας χορηγεί νέο χρόνο, νέες ευκαιρίες, νέα περιθώρια για να προλάβει να εκπληρώσει στη γη, που ήλθε ως επισκέπτης, την αιώνια αποστολή του και να μπορέσει να επιστρέψει στον Δημιουργό του νικητής της έγχρονης ζωής, άφθαρτος και αδούλωτος των παθών που οδηγούν στη αιώνια φθορά και στον αιώνιο θάνατο.
Η έλευση και παραμονή του ανθρώπου στον κόσμο είναι προϊόν της αγάπης του Θεού, ο οποίος, επειδή «θέλει πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» του δωρίζει τον χρόνο για να τον χρησιμοποιήσει προς την εκπλήρωση του βασικού σκοπού για τον οποίο δημιουργήθηκε, που είναι, πρωτίστως, η διά της καλής χρήσεως των χαρισμάτων που έλαβε από τον Θεό, πνευματική ολοκλήρωσή του.
Η επιλογή της χρήσεως του χρόνου της ζωής για προτεραιότητες άσχετες και ξένες με τον προορισμό που έχει χαραχθεί εντός της φύσεώς του από τον Δημιουργό αλλοτριώνει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην μακράν του Θεού ζωή, εκεί που κυριαρχεί η δουλεία της φθοράς που φέρνει η παρακοή, δηλαδή στο παραφυσικό στο φθαρτό και στο παράλογο.
Η θέση των πιστών εντός της Εκκλησίας, ως μέλη του σώματος του Χριστού, δεν είναι και δεν πρέπει να είναι νωχελική, παθητική και άγονη, αλλά δημιουργική και γόνιμη. Προς τούτο η πραγμάτωση του θελήματος του Θεού εντός του χρόνου, καθιστά τον χρόνο και τη ζωή ευλογημένα μέσα και αγαθά, που συμβάλλουν στην πνευματική ελευθερία, προκοπή και άνοδο του ανθρώπου και όχι στην υποδούλωσή του στις δυνάμεις και στα πτωτικά σχέδια του Αντίχριστου. Ο χρόνος, που χρησιμοποιείται σε μακράν του Χριστού δράσεις δήθεν απελευθέρωσης, οδηγούν σε υποδουλώσεις που θυμίζουν τη ζωή της μοναξιάς, της απόγνωσης και της οντολογικής απονοηματοδοτήσεως που ένιωθε ο Άσωτος Υιός μακράν του Πατέρα.
Ο Χριστός, δεν είναι μόνον η ζωή για τον άνθρωπο αλλά και η οδός της ζωής, γεγονός που σημαίνει ότι, μαζί με τον χρόνο, χορηγεί στον άνθρωπο και τον τρόπο να υπάρχει και να κινείται στον κόσμο χωρίς να υποδουλώνεται σ’ αυτόν, με άλλα λόγια τους κανόνες ζωής, αλλά και τη λογική και τη σοφία για να μπορεί να διατηρείται, εν ελευθερία, ελεύθερος και να μην υποπίπτει στις μεθοδεύσεις και στις παγίδες του διαβόλου.
Ταυτόχρονα, χρησιμοποιώντας τον χρόνο της ζωής του, ως παιδαγωγό ζωής, δηλαδή, ως χορηγία Θεού, συνειδητοποιεί τι σημαίνει να είναι μέλος και να ζει ως μέλος της Εκκλησίας. Έτσι, επειδή ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον, δεν δοκιμάζεται, ως άτομο, αλλά ως εκκλησιαστικό πρόσωπο, που συνδέεται εν ελευθερία με τα άλλα πρόσωπα εντός της εκκλησιαστικής ζωής.
Αυτό σημαίνει ότι, με βάση τους αγιοπνευματικούς κανόνες της Εκκλησίας ο χρόνος της ζωής του ανθρώπου δεν μπορεί να αναλώνεται ως να είναι ο άνθρωπος μια αυτονομημένη και ατομική ύπαρξη, αλλά στο πλαίσιο της συλλογικής εκκλησιαστικής του ζωής και λειτουργικότητας. Έτσι, οι δράσεις της ζωής του κρίνονται από τον Λόγο του Θεού, στο πλαίσιο όχι του ατομικού, αλλά του δια-προσωπικού προσανατολισμού της ζωής, αφού οι συνάνθρωποι θεωρούνται όχι ξένοι και απόμακροι, αλλά εν Χριστώ αδελφοί.
Εδώ έρχεται ο ρόλος των αρετών ή κανόνων ζωής, που θέτει ο ίδιος ο Χριστός ως όρους ή προϋποθέσεις της εν Χριστώ ζωής. Ο Χριστιανός, ως μέλος του σώματος του Χριστού, δεν εγκαταλείπεται, έρημος, μόνος και απροστάτευτος εντός του κόσμου. Η εν χρόνω δοκιμασία του Χριστιανού είναι θέμα προσωπικής σχέσεως, εμπιστοσύνης, αγάπης και υπακοής του προς τον Χριστό, ο οποίος είναι εκείνος που δείχνει τον δρόμο των αρετών αλλά και εκείνος που τις χορηγεί ως δώρα.
Η πρώτη και μέγιστη των αρετών είναι η προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο αγάπη, μέσω της οποίας -και σε συνδυασμό με τις άλλες αρετές- ο Χριστιανός κερδίζει εντός του χρόνου την άχρονη αιωνιότητα. Η είσοδος του αιώνιου και άχρονου Θεού στην έγχρονη Ιστορία της ανθρωπότητας, με σκοπό να βοηθήσει τον άνθρωπο να γίνει θεάνθρωπος, δηλαδή μέτοχος του άχρονου Θεού, μας δίνει το στίγμα της εν Χριστώ οδού, στην οποία μπορεί και οφείλει να εισέλθει, εν ελευθερία, αληθεία και αγάπη ο ιστορικός άνθρωπος, αν θέλει να προσεγγίσει και να συνδεθεί με τη μεταχρονική και μεταϊστορική πραγματικότητα του άχρονου Θεού, που αποτελεί το αιώνιο μέλλον του.
Ωστόσο, στην πορεία του αυτή είναι ανάγκη να γνωρίζει ότι, αν θέλει να ελπίζει στη μετάβασή του στην αιώνια ζωή του Θεού, δεν μπορεί να κινείται ατομικά, παράλογα και αυτόνομα, αλλά εν Χριστώ, διότι «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» Πράξ. 17,28). Ο χρόνος, επομένως, της ζωής των Χριστιανών είναι πολύτιμος και έχει κάποιο σκοπό. Δεν πρέπει να αναλώνεται μάταια, αλλά να χρησιμοποιείται σωστά, όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος: «εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισι» (Εφ. 5,16).
Ο παρών βίος του ανθρώπου είναι προσωρινός δεν είναι η μόνιμη κατάσταση της ζωής του, αλλά ένας προθάλαμός της. Το άλλο κομμάτι της ζωής του είναι η ζωή του αιώνιου μέλλοντός του, όπως αναφέρει και το Σύμβολο της Πίστεως των Χριστιανών: «Προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Η τωρινή μορφή ζωής, κατά τον Απ. Παύλο, δεν έχει μεγάλη διάρκεια: «ο καιρός συνεσταλμένος το λοιπόν εστίν, ίνα και οι έχοντες γυναίκας ως μη έχοντες ώσι, και οι κλαίοντες ως μη κλαίοντες, και οι χαίροντες ως μη χαίροντες, και οι αγοράζοντες ως μη κατέχοντες, και οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι· παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» (Α’ Κορ. 7,29-31).
Και, όπως αναφέρει ο Φώτης Κόντογλου, ο χρόνος περιφέρεται παντού «ολόγυρά μας, μέσα μας, σε κάθε ζωντανό, άψυχο, σε κάθε καρδιά. Είναι μαζί ευεργέτης μας και τύραννός μας». Κρατά στο ένα χέρι του ένα ποτήρι «γλυκό κρασί και πίνουμε» και στο άλλο ένα ποτήρι με «πικρό φαρμάκι».
Ο άνθρωπος, όμως, είναι κληρονόμος Θεού και συγκληρονόμος Χριστού (Ρωμ. 8, 15) και, συνεπώς, είναι εκείνος, που, με βάση το λογικό και το αυτεξούσιο που έλαβε από τον Θεό, καλείται να επιλέξει το δικό του ποτήρι, γνωρίζοντας όμως ότι εντός της πίστεώς του υπάρχει η προσδοκία της αιώνιας κληρονομιάς και των αγαθών που έχει ετοιμάσει για τους αγαπώντας Αυτόν ο Θεός. Μπορεί, επομένως, αν θέλει, να ξεφύγει από τον τύραννο χρόνο, τον χρόνο δηλαδή που υποδουλώνει και να χρησιμοποιήσει τον άλλο, τον ευεργέτη χρόνο, που απελευθερώνει, προκειμένου να φτάσει, εν Χριστώ Ιησού, στον Άχρονο και Αιώνιο και Αθάνατο Θεό.
Διότι, κατά τον Κόντογλου, «μόνο μια ελπίδα υπάρχει γι’ αυτόν που ζει στον χρόνο, προκειμένου να γλυτώσει από τη φθορά: Ο Χριστός, ο λυτρωτής, ο καθαιρέτης της φθοράς. Εκείνος που πάτησε τον θάνατο και είπε: «Ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται».
thriskeftika
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δεύτερη αγωγή από τον Δήμο Χίου για τη ΒΙΑΛ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ