2019-01-11 21:10:51
Ο Μαρτίνος Χάιντεγγερ, ο δάσκαλος του Σαρτρ, ο πιο γνήσιος από τους πέντε φιλοσόφους της Φιλοσοφίας της Ύπαρξης, είναι ο κατεξοχήν φιλόσοφος που είδε τους ανθρώπους στη σχέση τους με τη μέριμνα. Και με βάση τη σχέση του κάθε ανθρώπου με τη μέριμνα, τους διαιρεί σε δύο κατηγορίες.
Η μια κατηγορία είναι οι Πλείστοι.
Είναι αυτοί που τους έχει απορροφήσει η μέριμνα.
Την κατηγορία αυτή ο Χάιντεγγερ την ονομάζει "Ο δημώδης υποστασιακός τύπος", ή το Man. Η λέξη man στη γερμανική γλώσσα είναι αόριστη αντωνυμία και σημαίνει τις, κάποιος.
Η δεύτερη κατηγορία είναι οι Ελάχιστοι.
Ποσοστό ένας στους μύριους ή ένας στις εκατό μυριάδες.
Είναι εκείνοι που ο καημός και το μεράκι τους για τον άνθρωπο και τη μοίρα του τους απορροφά σε τέτοιο βαθμό, ώστε αντιστρέφοντας το σχήμα ζουν έξω από τη μέριμνα και την οντολογική λήθη.
Ζουν, δηλαδή, μέσα στην αλήθεια της ύπαρξης.
Ετούτοι, οι δεύτεροι, ζουν και τους δέρνει μια τρέλα ιερή.
Βασανίζονται, υποφέρουν, αγωνιούν.
Βοούν μόνοι τους στην ερημιά, στα άγρια μεσάνυχτα, στις απόγκρεμνες σπηλιές του "τί είναι;" και στις κώχες του "τί πρέπει;"
Είναι η φυσική σχιζοφρένεια της μεγαλοφυΐας.
Η πρώτη κατηγορία, το man που σημαίνει κάποιος, σημαίνει και κανείς.
Λέμε λ.χ. την πρόταση: ημπορεί να ειπεί κάποιος ότι η ζωή είναι έμορφη. Αλλά την ίδια πρόταση τη λέμε κι έτσι: ημπορεί να ειπεί κανείς ότι η ζωή είναι όμορφη.
Επομένως το man, το κάποιος του Χάιντεγγερ, είναι και το κανένας.
Αυτή είναι η έννοια ότι ζούμε στην οντολογική λήθη, ότι ζούμε αλλά δεν υπάρχουμε. Ότι είμαστε ο κανένας.
[...]
Ξεκινάμε τη ζωή μας ανυπόστατοι, αδοκίμαστοι, ανύπαρκτοι, ανώνυμοι.
Ξεκινάμε μέσα στην οντολογική λήθη, και μέσα στην αδιαφανή ομίχλη της μέριμνας.
Αυτή μας παλεύει, να μη δέσουμε δεσμούς συναγωγούς φιλίας με τη βαθύτερη ουσία της ύπαρξης μας. Ο καθένας μας ξεκινά με το όνομα Κανένας.
Αν ξεφύγουμε ετούτη την πανίσχυρη βαρυτική δύναμη, που μας τη φόρτωσαν οι θεοί, ο Δίας, η Μέριμνα, η Γη, φενάκη και δόλωμα, για να μη νιώθουμε άκοπα και χάρισμα το πολύτιμο νόημα της ίδιας της ζωής μας・ αν φτάσουμε να πληρώσουμε το ακριβό λύτρο που αξιώνει η φύση και η ουσία της ανθρώπινης μοίρας μας・ αν αλλάξουμε το μουσικό μας τρόπο, πηδώντας από τον απλοϊκά υποστασιακό στον αυθεντικά υπαρκτικό άνθρωπο, από τη φλογέρα του βοσκού στο φλάουτο του Μότσαρτ (Zauberflote), από το Man στην Existenz, από το Ουτις στο Οδυσσέας・ αν γίνει να κινήσουμε λειτουργικά τη διαλεκτική μας σχέση με το πρόβλημα της ουσίας και του βάθους της ζωής μας・ αν περπατήσουμε το βραχύ μας βίο έξυπνοι και εγρήγοροι, και όχι κοιμισμένοι και νεκροί που σαλαγιούνται σαν πρόβατα στο Γιοφύρι της Λόντρας ή στην οδό Πανεπιστημίου, τότες έχουμε νικήσει το φοβερό Κύκλωπα και τη φυλακή της σπηλιάς του.
Ελαξουργήσαμε την άμορφη και άσχημη πέτρα του Κανένας και μέσα από το σκοτάδι της ανεβάσαμε στο φως τον άνθρωπο με όνομα.
Δ. Λιαντίνης , Γκέμμα - απόσπασμα
Πηγή
olalathos
Η μια κατηγορία είναι οι Πλείστοι.
Είναι αυτοί που τους έχει απορροφήσει η μέριμνα.
Την κατηγορία αυτή ο Χάιντεγγερ την ονομάζει "Ο δημώδης υποστασιακός τύπος", ή το Man. Η λέξη man στη γερμανική γλώσσα είναι αόριστη αντωνυμία και σημαίνει τις, κάποιος.
Η δεύτερη κατηγορία είναι οι Ελάχιστοι.
Ποσοστό ένας στους μύριους ή ένας στις εκατό μυριάδες.
Είναι εκείνοι που ο καημός και το μεράκι τους για τον άνθρωπο και τη μοίρα του τους απορροφά σε τέτοιο βαθμό, ώστε αντιστρέφοντας το σχήμα ζουν έξω από τη μέριμνα και την οντολογική λήθη.
Ζουν, δηλαδή, μέσα στην αλήθεια της ύπαρξης.
Ετούτοι, οι δεύτεροι, ζουν και τους δέρνει μια τρέλα ιερή.
Βασανίζονται, υποφέρουν, αγωνιούν.
Βοούν μόνοι τους στην ερημιά, στα άγρια μεσάνυχτα, στις απόγκρεμνες σπηλιές του "τί είναι;" και στις κώχες του "τί πρέπει;"
Είναι η φυσική σχιζοφρένεια της μεγαλοφυΐας.
Η πρώτη κατηγορία, το man που σημαίνει κάποιος, σημαίνει και κανείς.
Λέμε λ.χ. την πρόταση: ημπορεί να ειπεί κάποιος ότι η ζωή είναι έμορφη. Αλλά την ίδια πρόταση τη λέμε κι έτσι: ημπορεί να ειπεί κανείς ότι η ζωή είναι όμορφη.
Επομένως το man, το κάποιος του Χάιντεγγερ, είναι και το κανένας.
Αυτή είναι η έννοια ότι ζούμε στην οντολογική λήθη, ότι ζούμε αλλά δεν υπάρχουμε. Ότι είμαστε ο κανένας.
[...]
Ξεκινάμε τη ζωή μας ανυπόστατοι, αδοκίμαστοι, ανύπαρκτοι, ανώνυμοι.
Ξεκινάμε μέσα στην οντολογική λήθη, και μέσα στην αδιαφανή ομίχλη της μέριμνας.
Αυτή μας παλεύει, να μη δέσουμε δεσμούς συναγωγούς φιλίας με τη βαθύτερη ουσία της ύπαρξης μας. Ο καθένας μας ξεκινά με το όνομα Κανένας.
Αν ξεφύγουμε ετούτη την πανίσχυρη βαρυτική δύναμη, που μας τη φόρτωσαν οι θεοί, ο Δίας, η Μέριμνα, η Γη, φενάκη και δόλωμα, για να μη νιώθουμε άκοπα και χάρισμα το πολύτιμο νόημα της ίδιας της ζωής μας・ αν φτάσουμε να πληρώσουμε το ακριβό λύτρο που αξιώνει η φύση και η ουσία της ανθρώπινης μοίρας μας・ αν αλλάξουμε το μουσικό μας τρόπο, πηδώντας από τον απλοϊκά υποστασιακό στον αυθεντικά υπαρκτικό άνθρωπο, από τη φλογέρα του βοσκού στο φλάουτο του Μότσαρτ (Zauberflote), από το Man στην Existenz, από το Ουτις στο Οδυσσέας・ αν γίνει να κινήσουμε λειτουργικά τη διαλεκτική μας σχέση με το πρόβλημα της ουσίας και του βάθους της ζωής μας・ αν περπατήσουμε το βραχύ μας βίο έξυπνοι και εγρήγοροι, και όχι κοιμισμένοι και νεκροί που σαλαγιούνται σαν πρόβατα στο Γιοφύρι της Λόντρας ή στην οδό Πανεπιστημίου, τότες έχουμε νικήσει το φοβερό Κύκλωπα και τη φυλακή της σπηλιάς του.
Ελαξουργήσαμε την άμορφη και άσχημη πέτρα του Κανένας και μέσα από το σκοτάδι της ανεβάσαμε στο φως τον άνθρωπο με όνομα.
Δ. Λιαντίνης , Γκέμμα - απόσπασμα
Πηγή
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ