2019-01-18 11:29:22
Διεθνής επιστημονική ομάδα, η οποία μελέτησε τους κρατήρες του φεγγαριού, έβγαλε
ανάλογα συμπεράσματα και για τον δικό μας πλανήτη
Ο αριθμός των πιο πρόσφατων προσκρούσεων μεγάλων αστεροειδών στη Σελήνη και στη Γη αυξήθηκε κατά σχεδόν τρεις φορές και η αρχή αυτής της αύξησης -για άγνωστο λόγο- έγινε πριν περίπου 290 εκατομμύρια χρόνια.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας διεθνούς επιστημονικής ομάδας, η οποία μελέτησε τους κρατήρες του φεγγαριού και έβγαλε ανάλογα συμπεράσματα και για τον δικό μας πλανήτη. Το βασικότερο συμπέρασμα είναι ότι «βρέχει» αρκετά περισσότερους μεγάλους αστεροειδείς κατά τα τελευταία 300 εκατομμύρια χρόνια από ό,τι στα προηγούμενα 700 εκατ. χρόνια.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Σάρα Μαζρουέι του Τμήματος Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου του Τορόντο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Science", ανέλυσαν τα στοιχεία του σεληνιακού δορυφόρου Lunar Reconnaissance Orbiter (LRO) της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), ο οποίος βρίσκεται σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη εδώ και μια δεκαετία, μελετώντας την επιφάνειά της.
Η Γη -ένα ενεργό γεωλογικά σώμα- έχει λιγότερους ορατούς κρατήρες από όσους θα περίμενε κανείς με βάση τους κρατήρες που φαίνονται σε άλλα σώματα στο ηλιακό μας σύστημα. Η έλλειψη αυτή καθιστά δύσκολη την απάντηση στο ερώτημα πόσο συχνά πέφτουν αστεροειδείς ή κομήτες πάνω στον πλανήτη μας και κατά πόσο αυτή η συχνότητα έχει αλλάξει στην πορεία του χρόνου, αν δηλαδή πέφτουν λιγότεροι ή περισσότεροι.
Η απάντηση όμως μπορεί να βρίσκεται στο φεγγάρι, το οποίο θεωρείται δεδομένο ότι πλήττεται από αστεροειδείς με την ίδια περίπου συχνότητα διαχρονικά που πλήττεται και η Γη. Μόνο που στον πλανήτη μας τα ίχνη των περισσότερων προσκρούσεων καλύπτονται από τη διάβρωση και τις συνεχείς τεκτονικές-γεωλογικές διαδικασίες, ενώ στη γεωλογικά αδρανή Σελήνη, η οποία δεν υφίσταται διάβρωση και τεκτονικές μεταμορφώσεις, οι κρατήρες παραμένουν ορατοί, αποτελώντας μια «χρονοκάψουλα».
Οι ερευνητές έκαναν ένα κατάλογο με όλους τους μεγάλους σεληνιακούς κρατήρες με διάμετρο άνω των δέκα χιλιομέτρων και ηλικία μικρότερη του ενός δισεκατομμυρίου ετών. Διαπιστώθηκε ότι πριν 290 εκατομμύρια χρόνια η συχνότητα των προσκρούσεων στη Σελήνη αυξήθηκε κατά 2,6 φορές. Γιατί αυτό συνέβη, δεν είναι γνωστό, αλλά οι επιστήμονες εικάζουν ότι πριν 300 εκατομμύρια χρόνια μπορεί να συνέβησαν μεγάλες συγκρούσεις στη ζώνη αστεροειδών μεταξύ 'Αρη-Δία, οι οποίες είχαν ως συνέπεια περισσότεροι διαστημικοί βράχοι να κατευθυνθούν έκτοτε προς τη Γη και τον δορυφόρο της.
«Η έρευνα μας παρέχει στοιχεία για μια δραματική αλλαγή στη συχνότητα των προσκρούσεων αστεροειδών τόσο στη Γη όσο και στη Σελήνη, κάτι που συνέβη περίπου στο τέλος της Παλαιοζωικής περιόδου. Αυτό σημαίνει ότι εδώ και 290 εκατομμύρια χρόνια βρισκόμαστε σε μια περίοδο σχετικά υψηλής συχνότητας προσκρούσεων, δυόμισι φορές μεγαλύτερη από ό,τι παλαιότερα», δήλωσε η δρ Μαζρουέι.
«Η σχετική σπανιότητα μεγάλων κρατήρων στη Γη, οι οποίοι να έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 290 εκατομμυρίων ετών και μικρότερη των 650 εκατομμυρίων ετών, δεν οφείλεται στο ότι αυτοί οι κρατήρες χάθηκαν (σ.σ. λόγω γεωλογικών διαδικασιών), αλλά επειδή η συχνότητα τέτοιων προσκρούσεων εκείνη την εποχή ήταν μικρότερη από ό,τι είναι τώρα», ανέφερε η ερευνήτρια Ρεμπέκα Γκεντ, αναπληρώτρια καθηγήτρια πλανητικής επιστήμης του Πανεπιστημίου του Τορόντο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ανάλογα συμπεράσματα και για τον δικό μας πλανήτη
Ο αριθμός των πιο πρόσφατων προσκρούσεων μεγάλων αστεροειδών στη Σελήνη και στη Γη αυξήθηκε κατά σχεδόν τρεις φορές και η αρχή αυτής της αύξησης -για άγνωστο λόγο- έγινε πριν περίπου 290 εκατομμύρια χρόνια.
Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας διεθνούς επιστημονικής ομάδας, η οποία μελέτησε τους κρατήρες του φεγγαριού και έβγαλε ανάλογα συμπεράσματα και για τον δικό μας πλανήτη. Το βασικότερο συμπέρασμα είναι ότι «βρέχει» αρκετά περισσότερους μεγάλους αστεροειδείς κατά τα τελευταία 300 εκατομμύρια χρόνια από ό,τι στα προηγούμενα 700 εκατ. χρόνια.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Σάρα Μαζρουέι του Τμήματος Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου του Τορόντο, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό "Science", ανέλυσαν τα στοιχεία του σεληνιακού δορυφόρου Lunar Reconnaissance Orbiter (LRO) της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA), ο οποίος βρίσκεται σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη εδώ και μια δεκαετία, μελετώντας την επιφάνειά της.
Η Γη -ένα ενεργό γεωλογικά σώμα- έχει λιγότερους ορατούς κρατήρες από όσους θα περίμενε κανείς με βάση τους κρατήρες που φαίνονται σε άλλα σώματα στο ηλιακό μας σύστημα. Η έλλειψη αυτή καθιστά δύσκολη την απάντηση στο ερώτημα πόσο συχνά πέφτουν αστεροειδείς ή κομήτες πάνω στον πλανήτη μας και κατά πόσο αυτή η συχνότητα έχει αλλάξει στην πορεία του χρόνου, αν δηλαδή πέφτουν λιγότεροι ή περισσότεροι.
Η απάντηση όμως μπορεί να βρίσκεται στο φεγγάρι, το οποίο θεωρείται δεδομένο ότι πλήττεται από αστεροειδείς με την ίδια περίπου συχνότητα διαχρονικά που πλήττεται και η Γη. Μόνο που στον πλανήτη μας τα ίχνη των περισσότερων προσκρούσεων καλύπτονται από τη διάβρωση και τις συνεχείς τεκτονικές-γεωλογικές διαδικασίες, ενώ στη γεωλογικά αδρανή Σελήνη, η οποία δεν υφίσταται διάβρωση και τεκτονικές μεταμορφώσεις, οι κρατήρες παραμένουν ορατοί, αποτελώντας μια «χρονοκάψουλα».
Οι ερευνητές έκαναν ένα κατάλογο με όλους τους μεγάλους σεληνιακούς κρατήρες με διάμετρο άνω των δέκα χιλιομέτρων και ηλικία μικρότερη του ενός δισεκατομμυρίου ετών. Διαπιστώθηκε ότι πριν 290 εκατομμύρια χρόνια η συχνότητα των προσκρούσεων στη Σελήνη αυξήθηκε κατά 2,6 φορές. Γιατί αυτό συνέβη, δεν είναι γνωστό, αλλά οι επιστήμονες εικάζουν ότι πριν 300 εκατομμύρια χρόνια μπορεί να συνέβησαν μεγάλες συγκρούσεις στη ζώνη αστεροειδών μεταξύ 'Αρη-Δία, οι οποίες είχαν ως συνέπεια περισσότεροι διαστημικοί βράχοι να κατευθυνθούν έκτοτε προς τη Γη και τον δορυφόρο της.
«Η έρευνα μας παρέχει στοιχεία για μια δραματική αλλαγή στη συχνότητα των προσκρούσεων αστεροειδών τόσο στη Γη όσο και στη Σελήνη, κάτι που συνέβη περίπου στο τέλος της Παλαιοζωικής περιόδου. Αυτό σημαίνει ότι εδώ και 290 εκατομμύρια χρόνια βρισκόμαστε σε μια περίοδο σχετικά υψηλής συχνότητας προσκρούσεων, δυόμισι φορές μεγαλύτερη από ό,τι παλαιότερα», δήλωσε η δρ Μαζρουέι.
«Η σχετική σπανιότητα μεγάλων κρατήρων στη Γη, οι οποίοι να έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 290 εκατομμυρίων ετών και μικρότερη των 650 εκατομμυρίων ετών, δεν οφείλεται στο ότι αυτοί οι κρατήρες χάθηκαν (σ.σ. λόγω γεωλογικών διαδικασιών), αλλά επειδή η συχνότητα τέτοιων προσκρούσεων εκείνη την εποχή ήταν μικρότερη από ό,τι είναι τώρα», ανέφερε η ερευνήτρια Ρεμπέκα Γκεντ, αναπληρώτρια καθηγήτρια πλανητικής επιστήμης του Πανεπιστημίου του Τορόντο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αναδρομικά-Ο Εμπαιγμός των Αποστράτων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ