2019-03-11 18:32:30
Χρειάστηκαν μόλις 2 ώρες και 20 λεπτά για να καταρρεύσει ο μηχανισμός δασοπυρόσβεσης της χώρας. Τόσος ήταν ο χρόνος που μεσολάβησε από την εκδήλωση της πυρκαγιάς, στις 4.25 μ.μ., σε
απερίφρακτο οικόπεδο στο Νταού Πεντέλης, μέχρις ότου οι φλόγες σβήσουν μόνες τους στην ακτογραμμή στο Μάτι, στις 6.45 μ.μ. Σε αυτό το διάστημα, η διοίκηση της Πυροσβεστικής:
• Αργησε να εντοπίσει τη φωτιά.
• Δεν προέβλεψε σωστά την κατεύθυνση της πυρκαγιάς.
• Δεν κινητοποίησε ικανό αριθμό επίγειων και εναερίων μέσων.
• Δεν συνεργάστηκε με την ΕΛ.ΑΣ. για τον απεγκλωβισμό των κατοίκων από τον Νέο Βουτζά και το Μάτι.
Οι ευθύνες για τα λάθη που οδήγησαν στην εθνική τραγωδία βαρύνουν την ηγεσία του σώματος, τους ανώτατους και ανώτερους αξιωματικούς που το απόγευμα της 23ης Ιουλίου βρίσκονταν στο συντονιστικό κέντρο στο Χαλάνδρι και κατηύθυναν τις πυροσβεστικές δυνάμεις σε ανατολική Αττική και Κινέτα. Ο ρόλος καθενός από αυτούς περιγράφεται στο έκτασης 293 σελίδων πόρισμα της εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας.
Η πυρκαγιά ξέσπασε στις 4.25 μ.μ. στο σημείο όπου, 4 - 5 ώρες νωρίτερα, κάτοικος της περιοχής είχε κάψει κούτσουρα και κλαδιά: «Τα υπολείμματα της καύσης, λόγω των επικρατουσών καιρικών συνθηκών, ανεφλέγησαν και πυροδότησαν την παρακείμενη καύσιμη ύλη, κυρίως ξερά χόρτα και μικρό αριθμό πεύκων», διαπίστωσαν οι εισαγγελείς. Για την εκδήλωση της πυρκαγιάς, το ενιαίο συντονιστικό κέντρο επιχειρήσεων (ΕΣΚΕ) της Πυροσβεστικής ενημερώθηκε στις 4.41, δηλαδή 25 λεπτά αργότερα. Παρότι την παραμονή, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (ΓΓΠΠ) είχε προειδοποιήσει για πολύ υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς, ο διοικητής του ΕΣΚΕ Γιάννης Φωστιέρης έθεσε το σύνολο των δυνάμεων της Πυροσβεστικής σε γενική επιφυλακή στις 5.30 μ.μ. της 23ης Ιουλίου, μία ώρα δηλαδή μετά την έναρξη της φωτιάς στο Νταού Πεντέλης. «Η ως άνω ενέργεια ήταν απρόσφορη, καθώς είχε ήδη παρέλθει μία ώρα από την εκδήλωση της πυρκαγιάς. Η γενική επιφυλακή θα έπρεπε τουλάχιστον για όλο τον νομό Αττικής να έχει διαταχθεί νωρίτερα έτσι ώστε σε περίπτωση που εκδηλωνόταν και άλλη φωτιά στην Αττική (σ.σ. πλην αυτής στην Κινέτα) να υπήρχε πλήρης ετοιμότητα των πυροσβεστικών δυνάμεων», επισημαίνεται στο εισαγγελικό πόρισμα.
Τα δύο πυροσβεστικά οχήματα που, σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, θα απείχαν τέσσερα χιλιόμετρα από το σημείο εκδήλωσης της φωτιάς, είχαν μετακινηθεί και συμμετείχαν στην κατάσβεση της πυρκαγιάς στην Κινέτα. Στα χαρτιά, οι δύο υδροφόρες αντικαταστάθηκαν από οχήματα εθελοντών, ωστόσο, οι εισαγγελείς που διεξήγαγαν την έρευνα εκφράζουν αμφιβολίες: «Δεν προκύπτει αν τα οχήματα που αποχώρησαν πράγματι αντικαταστάθηκαν από εθελοντικά». Το κρίσιμο διάστημα από τις 4.49 μ.μ. μέχρι τις 6.20 μ.μ. στο μέτωπο της φωτιάς επιχειρούσαν μόνο 13 πυροσβεστικά οχήματα, κανένα από τα οποία δεν πρόλαβε να επιχειρήσει στο Μάτι. Από το στίγμα τoυ GPS προκύπτει μάλιστα ότι περισσότερες υδροφόρες έφτασαν στην περιοχή αφότου η φωτιά είχε καταλήξει στη θάλασσα και σβήσει μόνη της. Οι εισαγγελείς μάλιστα παραθέτουν απόσπασμα από το υπόμνημα παροχής εξηγήσεων που κατέθεσαν οι τότε διοικητές του ΕΣΚΕ, Γιάννης Φωστιέρης, και του «199», στο οποίο ανέφεραν ότι «με την ταχύτητα που εξελίχθηκε η πυρκαγιά στη συγκεκριμένη περιοχή ήταν εν τέλει ευτύχημα το γεγονός ότι δεν δόθηκε εντολή να εμπλακούν πυροσβέστες με τα οχήματά τους στην περιοχή αυτή».
Σε ό,τι αφορά την κινητοποίηση των εναερίων μέσων, η έρευνα των εισαγγελέων κατέδειξε αυτό που σε προγενέστερο χρόνο είχε αποκαλύψει η δημοσιογραφική έρευνα. Τόσο κατά το αρχικό στάδιο της πυρκαγιάς, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια που ήταν σε εξέλιξη, ρίψεις νερού από αέρος πραγματοποίησε μόλις ένα πυροσβεστικό ελικόπτερο S-64 Εricsson. Δόθηκαν εντολές να συνδράμουν την επιχείρηση και άλλα αεροσκάφη, τα οποία ωστόσο είτε λόγω καιρικών συνθηκών είτε λόγω τεχνικών προβλημάτων δεν πήραν μέρος στην επιχείρηση.
Οι εισαγγελείς επιβεβαίωσαν ότι το διάστημα από τις 5.55 μ.μ. και μέχρι τις 6.40 μ.μ. δεν υπήρχε εναέριος συντονισμός της επιχείρησης καθώς το ελικόπτερο στο οποίο επέβαινε ο αρχιπύραρχος Χρήστος Λάμπρης, επιφορτισμένος με τον από αέρος συντονισμό των επίγειων δυνάμεων, αποχώρησε από το μέτωπο λόγω έλλειψης καυσίμου.
Ενα δεύτερο Ericsson, που μετά δύο αποτυχημένες προσπάθειες κατάφερε να απογειωθεί από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας φτάνοντας στις 6 μ.μ., πήρε εντολή από τον πρώην αρχηγό Σωτήρη Τερζούδη και τον διοικητή του ΕΣΚΕ Γιάννη Φωστιέρη να φύγει και να πάει στο Καλαμάκι Κορίνθου, όπου βρισκόταν σε εξέλιξη πυρκαγιά κοντά στις εγκαταστάσεις της Motor Oil.
Η εντολή
Στο πόρισμά τους, οι εισαγγελείς στέκονται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι ενώ, σύμφωνα με την ενημέρωση από τα αρμόδια στελέχη της Πυροσβεστικής, η φωτιά στη Motor Oil ήταν «έρπουσα» και η κατάσταση «ελεγχόμενη», ο τέως αρχηγός έδωσε εντολή στο ελικόπτερο να φύγει από το Μάτι ύστερα από τηλεφωνήματα που δέχτηκαν από τους υπευθύνους των διυλιστηρίων, οι οποίοι τους ζήτησαν επιτακτικά να στείλουν αεροσκάφη. Ευθύνες επιρρίπτονται στον τότε υπαρχηγό επιχειρήσεων και νυν αρχηγό της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλο, ο οποίος εξάλλου είχε την ευθύνη του επιχειρησιακού σχεδιασμού.
Ανάμεσα σε όσα επισημαίνουν οι εισαγγελείς είναι ότι δεν κινητοποίησε την Ειδική Μονάδα Αντιμετώπισης Καταστροφών (ΕΜΑΚ), ενώ ευθύνες αποδίδουν και στον επικεφαλής των πυροσβεστικών υπηρεσιών της Αττικής, Αχιλλέα Τζουβάρα, ο οποίος δεν εκτέλεσε διαταγή του κ. Ματθαιόπουλου και αρνήθηκε να πάει στη φωτιά στο Μάτι με το επιχείρημα ότι η πυρκαγιά στην Κινέτα μαινόταν ανεξέλεγκτη. Οι ισχυρισμοί του χαρακτηρίζονται από τους εισαγγελείς «αβάσιμοι».
Στο πόρισμα περιγράφεται με λεπτομέρεια το μπλακ άουτ στο ενιαίο συντονιστικό κέντρο επιχειρήσεων και στο 199 της Πυροσβεστικής, όπως επίσης η έλλειψη συντονισμού Πυροσβεστικής, Αστυνομίας και Λιμενικού. Επισημαίνεται, για παράδειγμα, ότι όταν αξιωματικός της άμεσης δράσης απηύθυνε στην Πυροσβεστική ερώτημα για το πού βρίσκεται η φωτιά, ο τηλεφωνητής στο 199 τού απάντησε: «Δεν ξέρω πού βρίσκεται η φωτιά για να σας πληροφορήσω περισσότερο».
Οι ευθύνες των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ.
Οι εισαγγελείς αναφέρουν ότι όλες οι διευθύνσεις της ΓΑΔΑ είχαν ήδη από την παραμονή της πυρκαγιάς τεθεί σε ετοιμότητα, ωστόσο τονίζουν ότι αυτή ήταν μόνο στα «χαρτιά»: «Διαπιστώνεται τυπική μόνο συμμόρφωση στις νομοθετικές επιταγές», επισημαίνουν. Το γενικό πρόσταγμα ανέλαβε ο –τότε–επικεφαλής της ΓΑΔΑ Χρήστος Παπαζαφείρης, ενώ στο σημείο βρέθηκαν ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Αστυνομίας Β/Α Αττικής Κωνσταντίνος Βουτσελάς και ο διοικητής της Τροχαίας Αγίας Παρασκευής. Οι εισαγγελείς τους αναγνωρίζουν ότι μη έχοντας ενημέρωση από την Πυροσβεστική ενεργούσαν στα «τυφλά». Τους επιρρίπτουν, ωστόσο, ευθύνες για τον «μη αποκλεισμό της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από τις κάθετες στη λεωφόρο Μαραθώνος, οδούς», καθώς και για το γεγονός ότι «πριν το μέτωπο της πυρκαγιάς περάσει τη Μαραθώνος, δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών, προκειμένου να βοηθήσουν στην εκτροπή των οχημάτων».
Γιάννης Σουλιώτης
kathimerini.gr
_
απερίφρακτο οικόπεδο στο Νταού Πεντέλης, μέχρις ότου οι φλόγες σβήσουν μόνες τους στην ακτογραμμή στο Μάτι, στις 6.45 μ.μ. Σε αυτό το διάστημα, η διοίκηση της Πυροσβεστικής:
• Αργησε να εντοπίσει τη φωτιά.
• Δεν προέβλεψε σωστά την κατεύθυνση της πυρκαγιάς.
• Δεν κινητοποίησε ικανό αριθμό επίγειων και εναερίων μέσων.
• Δεν συνεργάστηκε με την ΕΛ.ΑΣ. για τον απεγκλωβισμό των κατοίκων από τον Νέο Βουτζά και το Μάτι.
Οι ευθύνες για τα λάθη που οδήγησαν στην εθνική τραγωδία βαρύνουν την ηγεσία του σώματος, τους ανώτατους και ανώτερους αξιωματικούς που το απόγευμα της 23ης Ιουλίου βρίσκονταν στο συντονιστικό κέντρο στο Χαλάνδρι και κατηύθυναν τις πυροσβεστικές δυνάμεις σε ανατολική Αττική και Κινέτα. Ο ρόλος καθενός από αυτούς περιγράφεται στο έκτασης 293 σελίδων πόρισμα της εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθήνας.
Η πυρκαγιά ξέσπασε στις 4.25 μ.μ. στο σημείο όπου, 4 - 5 ώρες νωρίτερα, κάτοικος της περιοχής είχε κάψει κούτσουρα και κλαδιά: «Τα υπολείμματα της καύσης, λόγω των επικρατουσών καιρικών συνθηκών, ανεφλέγησαν και πυροδότησαν την παρακείμενη καύσιμη ύλη, κυρίως ξερά χόρτα και μικρό αριθμό πεύκων», διαπίστωσαν οι εισαγγελείς. Για την εκδήλωση της πυρκαγιάς, το ενιαίο συντονιστικό κέντρο επιχειρήσεων (ΕΣΚΕ) της Πυροσβεστικής ενημερώθηκε στις 4.41, δηλαδή 25 λεπτά αργότερα. Παρότι την παραμονή, η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας (ΓΓΠΠ) είχε προειδοποιήσει για πολύ υψηλό κίνδυνο πυρκαγιάς, ο διοικητής του ΕΣΚΕ Γιάννης Φωστιέρης έθεσε το σύνολο των δυνάμεων της Πυροσβεστικής σε γενική επιφυλακή στις 5.30 μ.μ. της 23ης Ιουλίου, μία ώρα δηλαδή μετά την έναρξη της φωτιάς στο Νταού Πεντέλης. «Η ως άνω ενέργεια ήταν απρόσφορη, καθώς είχε ήδη παρέλθει μία ώρα από την εκδήλωση της πυρκαγιάς. Η γενική επιφυλακή θα έπρεπε τουλάχιστον για όλο τον νομό Αττικής να έχει διαταχθεί νωρίτερα έτσι ώστε σε περίπτωση που εκδηλωνόταν και άλλη φωτιά στην Αττική (σ.σ. πλην αυτής στην Κινέτα) να υπήρχε πλήρης ετοιμότητα των πυροσβεστικών δυνάμεων», επισημαίνεται στο εισαγγελικό πόρισμα.
Τα δύο πυροσβεστικά οχήματα που, σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, θα απείχαν τέσσερα χιλιόμετρα από το σημείο εκδήλωσης της φωτιάς, είχαν μετακινηθεί και συμμετείχαν στην κατάσβεση της πυρκαγιάς στην Κινέτα. Στα χαρτιά, οι δύο υδροφόρες αντικαταστάθηκαν από οχήματα εθελοντών, ωστόσο, οι εισαγγελείς που διεξήγαγαν την έρευνα εκφράζουν αμφιβολίες: «Δεν προκύπτει αν τα οχήματα που αποχώρησαν πράγματι αντικαταστάθηκαν από εθελοντικά». Το κρίσιμο διάστημα από τις 4.49 μ.μ. μέχρι τις 6.20 μ.μ. στο μέτωπο της φωτιάς επιχειρούσαν μόνο 13 πυροσβεστικά οχήματα, κανένα από τα οποία δεν πρόλαβε να επιχειρήσει στο Μάτι. Από το στίγμα τoυ GPS προκύπτει μάλιστα ότι περισσότερες υδροφόρες έφτασαν στην περιοχή αφότου η φωτιά είχε καταλήξει στη θάλασσα και σβήσει μόνη της. Οι εισαγγελείς μάλιστα παραθέτουν απόσπασμα από το υπόμνημα παροχής εξηγήσεων που κατέθεσαν οι τότε διοικητές του ΕΣΚΕ, Γιάννης Φωστιέρης, και του «199», στο οποίο ανέφεραν ότι «με την ταχύτητα που εξελίχθηκε η πυρκαγιά στη συγκεκριμένη περιοχή ήταν εν τέλει ευτύχημα το γεγονός ότι δεν δόθηκε εντολή να εμπλακούν πυροσβέστες με τα οχήματά τους στην περιοχή αυτή».
Σε ό,τι αφορά την κινητοποίηση των εναερίων μέσων, η έρευνα των εισαγγελέων κατέδειξε αυτό που σε προγενέστερο χρόνο είχε αποκαλύψει η δημοσιογραφική έρευνα. Τόσο κατά το αρχικό στάδιο της πυρκαγιάς, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια που ήταν σε εξέλιξη, ρίψεις νερού από αέρος πραγματοποίησε μόλις ένα πυροσβεστικό ελικόπτερο S-64 Εricsson. Δόθηκαν εντολές να συνδράμουν την επιχείρηση και άλλα αεροσκάφη, τα οποία ωστόσο είτε λόγω καιρικών συνθηκών είτε λόγω τεχνικών προβλημάτων δεν πήραν μέρος στην επιχείρηση.
Οι εισαγγελείς επιβεβαίωσαν ότι το διάστημα από τις 5.55 μ.μ. και μέχρι τις 6.40 μ.μ. δεν υπήρχε εναέριος συντονισμός της επιχείρησης καθώς το ελικόπτερο στο οποίο επέβαινε ο αρχιπύραρχος Χρήστος Λάμπρης, επιφορτισμένος με τον από αέρος συντονισμό των επίγειων δυνάμεων, αποχώρησε από το μέτωπο λόγω έλλειψης καυσίμου.
Ενα δεύτερο Ericsson, που μετά δύο αποτυχημένες προσπάθειες κατάφερε να απογειωθεί από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας φτάνοντας στις 6 μ.μ., πήρε εντολή από τον πρώην αρχηγό Σωτήρη Τερζούδη και τον διοικητή του ΕΣΚΕ Γιάννη Φωστιέρη να φύγει και να πάει στο Καλαμάκι Κορίνθου, όπου βρισκόταν σε εξέλιξη πυρκαγιά κοντά στις εγκαταστάσεις της Motor Oil.
Η εντολή
Στο πόρισμά τους, οι εισαγγελείς στέκονται ιδιαίτερα στο γεγονός ότι ενώ, σύμφωνα με την ενημέρωση από τα αρμόδια στελέχη της Πυροσβεστικής, η φωτιά στη Motor Oil ήταν «έρπουσα» και η κατάσταση «ελεγχόμενη», ο τέως αρχηγός έδωσε εντολή στο ελικόπτερο να φύγει από το Μάτι ύστερα από τηλεφωνήματα που δέχτηκαν από τους υπευθύνους των διυλιστηρίων, οι οποίοι τους ζήτησαν επιτακτικά να στείλουν αεροσκάφη. Ευθύνες επιρρίπτονται στον τότε υπαρχηγό επιχειρήσεων και νυν αρχηγό της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλο, ο οποίος εξάλλου είχε την ευθύνη του επιχειρησιακού σχεδιασμού.
Ανάμεσα σε όσα επισημαίνουν οι εισαγγελείς είναι ότι δεν κινητοποίησε την Ειδική Μονάδα Αντιμετώπισης Καταστροφών (ΕΜΑΚ), ενώ ευθύνες αποδίδουν και στον επικεφαλής των πυροσβεστικών υπηρεσιών της Αττικής, Αχιλλέα Τζουβάρα, ο οποίος δεν εκτέλεσε διαταγή του κ. Ματθαιόπουλου και αρνήθηκε να πάει στη φωτιά στο Μάτι με το επιχείρημα ότι η πυρκαγιά στην Κινέτα μαινόταν ανεξέλεγκτη. Οι ισχυρισμοί του χαρακτηρίζονται από τους εισαγγελείς «αβάσιμοι».
Στο πόρισμα περιγράφεται με λεπτομέρεια το μπλακ άουτ στο ενιαίο συντονιστικό κέντρο επιχειρήσεων και στο 199 της Πυροσβεστικής, όπως επίσης η έλλειψη συντονισμού Πυροσβεστικής, Αστυνομίας και Λιμενικού. Επισημαίνεται, για παράδειγμα, ότι όταν αξιωματικός της άμεσης δράσης απηύθυνε στην Πυροσβεστική ερώτημα για το πού βρίσκεται η φωτιά, ο τηλεφωνητής στο 199 τού απάντησε: «Δεν ξέρω πού βρίσκεται η φωτιά για να σας πληροφορήσω περισσότερο».
Οι ευθύνες των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ.
Οι εισαγγελείς αναφέρουν ότι όλες οι διευθύνσεις της ΓΑΔΑ είχαν ήδη από την παραμονή της πυρκαγιάς τεθεί σε ετοιμότητα, ωστόσο τονίζουν ότι αυτή ήταν μόνο στα «χαρτιά»: «Διαπιστώνεται τυπική μόνο συμμόρφωση στις νομοθετικές επιταγές», επισημαίνουν. Το γενικό πρόσταγμα ανέλαβε ο –τότε–επικεφαλής της ΓΑΔΑ Χρήστος Παπαζαφείρης, ενώ στο σημείο βρέθηκαν ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Αστυνομίας Β/Α Αττικής Κωνσταντίνος Βουτσελάς και ο διοικητής της Τροχαίας Αγίας Παρασκευής. Οι εισαγγελείς τους αναγνωρίζουν ότι μη έχοντας ενημέρωση από την Πυροσβεστική ενεργούσαν στα «τυφλά». Τους επιρρίπτουν, ωστόσο, ευθύνες για τον «μη αποκλεισμό της εισόδου των οχημάτων στο Μάτι από τις κάθετες στη λεωφόρο Μαραθώνος, οδούς», καθώς και για το γεγονός ότι «πριν το μέτωπο της πυρκαγιάς περάσει τη Μαραθώνος, δεν υπήρχε επαρκής αριθμός αστυνομικών, προκειμένου να βοηθήσουν στην εκτροπή των οχημάτων».
Γιάννης Σουλιώτης
kathimerini.gr
_
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πάτρα: 130 καρναβαλιστές στα νοσοκομεία λόγω αλκοόλ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ