2012-06-12 15:11:49
By Gideon Rachman
Πριν από περίπου δύο εβδομάδες, στους Financial Times ο Luis de Guindos, υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας, προέβλεπε πως «η μάχη για το ευρώ θα δοθεί στην Ισπανία».
Με την απόφαση της Ισπανίας αυτό το Σαββατοκύριακο να δεχθεί διεθνή στήριξη για να σώσει τις τράπεζές της, η μάχη ξεκίνησε. Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό. Γράφοντας σε αυτήν την εφημερίδα, ο Nial Ferguson και ο Nouriel Roubini προέβλεψαν ότι η Ευρώπη βρίσκεται «επικίνδυνα κοντά στην επανάληψη των καταστροφών της δεκαετίας του 1930».
Όπως έγινε και το 1930, η σύγκρουση στην Ισπανία θεωρείται πλέον αποφασιστικής σημασίας για την ευρύτερη μάχη ως προς το μέλλον της Ευρώπης. Σύντομα θα πρέπει να περιμένουμε ότι μία ταξιαρχία κεϊνσιανών οικονομολόγων θα οδεύσουν προς την Καταλονία. Και πάλι η Γερμανία θα θεωρείται ο κακός του πανευρωπαϊκού δράματος.
Βεβαίως, κανείς δεν αμφισβητεί τα δημοκρατικά διαπιστευτήρια της σημερινής Γερμανίας
. Μόνο τα πιο παράλογα περιθωριακά έντυπα του ελληνικού Τύπου έχουν συγκρίνει την καγκελάριο Angela Merkel με τον Αδόλφο Hitler. Η εικόνα που προκύπτει από τον διεθνή Τύπο, όμως, είναι μιας δογματικής Γερμανίας, της οποίας οι ενέργειες απειλούν την υφήλιο. Αυτό το Σαββατοκύριακο, το πρωτοσέλιδο του περιοδικού Economist απεικόνιζε την παγκόσμια οικονομία ως βυθιζόμενο καράβι που παρακαλούσε την Α. Merkel να βάλει μπρος στις μηχανές.
Το περιοδικό περιέγραφε περιληπτικά «τη διεθνή κρατούσα άποψη ως προς το τι πρέπει να κάνει η Merkel», όπου περιλαμβάνεται «η στροφή από τη λιτότητα», «η τραπεζική ένωση με σχήμα εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων» και «μία περιορισμένη μορφή κοινών ομολόγων». Κατ’ ιδίαν, οι ηγέτες διεθνώς, από το Λονδίνο ως την Ουάσιγκτον και τη Ρώμη, ζητούν παρόμοια πράγματα από το Βερολίνο.
Τα αιτήματα που γίνονται από τη γερμανική κυβέρνηση προκύπτουν από την ειλικρινή προθυμία να αποτραπεί η επιστροφή στη δεκαετία του 1930, όταν η οικονομική καταστροφή προκάλεσε την πολιτική καταστροφή.
Ενώ, όμως, αυτά τα οικονομικά αιτήματα μπορεί να μοιάζουν λογικά από οικονομική άποψη, πολιτικά είναι ανέφικτα και επικίνδυνα. Είναι λύσεις ακαδημαϊκές, οι οποίες όμως θα αποτύχουν εάν εφαρμοστούν στον πραγματικό κόσμο. Ακόμη χειρότερο, υπάρχει ο κίνδυνος να προκαλέσουν τον πολιτικό ριζοσπαστισμό τον οποίο θεωρητικά θέλουν να αποτρέψουν.
Ας δούμε μία από τις προτάσεις: ένα ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των τραπεζικών καταθέσεων. Βετεράνος Ολλανδός πολιτικός, που συμμερίζεται τη γερμανική άποψη, επισημαίνει: «Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε τραπεζική ενοποίηση όταν οι Γάλλοι μειώνουν το επίπεδο συνταξιοδότησης στα 60 έτη και εμείς το ανεβάζουμε στα 67». Από την ολλανδική και τη γερμανική οπτική γωνία είναι άδικο για τους πολίτες να εγγυώνται για τις τράπεζες χωρών που χρησιμοποιούν τα δημόσια κεφάλαια για να πληρώνουν πολύ πιο γενναιόδωρα κοινωνικά επιδόματα από ό,τι προσφέρεται στην Ολλανδία και στη Γερμανία.
Αυτό το δίλημμα αντικατοπτρίζει το γιατί μία άσκηση που θεωρείται αρκετά τεχνική -όπως το σύστημα εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων- έχει βαθιές επιπλοκές για την εθνική κυριαρχία.
Από τη στιγμή όπου θα γίνει το μεγάλο βήμα προς την κοινή ευθύνη για το χρέος στην Ευρώπη είναι αναγκαίο να προχωρήσει σε πολύ πιο βαθιά πολιτική ενοποίηση. Δεν είναι μόνο η ανάγκη για έναν Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών που τόσο πολύ έχει συζητηθεί, ο οποίος θα έχει την εξουσία να παρακάμπτει τις εθνικές κυβερνήσεις. Για να αποτραπούν πικρές διαμάχες ως προς τη δικαιοσύνη θα πρέπει επίσης να υπάρξει εναρμόνιση των ευρωπαϊκών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Για να γίνει κάτι τέτοιο, όμως, χρειάζονται δεκαετίες.
Η κυβέρνηση Merkel δεν αποκλείει τα ομόλογα ευρωζώνης ή το ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων... εσαεί. Υποστηρίζει ότι τέτοιες κινήσεις μπορούν να γίνουν μόνο στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγραμματισμού, στο πλαίσιο μιας πολιτικής ενοποίησης. Με οτιδήποτε άλλο θα είναι σαν να παίρνει ο ευρωπαϊκός νότος μία γερμανική πιστωτική κάρτα, και μάλιστα χωρίς όριο.
Δύσκολα μπορεί να δει κανείς πώς θα καταφέρουν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί να πετύχουν τόσο βαθιές μεταρρυθμίσεις μέσα σε λίγες εβδομάδες ή έστω μήνες - όπως πιέζουν οι Αμερικανοί και όχι μόνο. Πρόσφατη δημοσκόπηση του Pew δείχνει ότι η ισχυρή πλειοψηφία ανά την Ευρώπη αντιτίθεται στην παράδοση εθνικής κυριαρχίας σε θέματα προϋπολογισμού σε μία κεντρική εξουσία. Η ίδια δημοσκόπηση δείχνει ότι υπάρχει ευρύς θαυμασμός στο πρόσωπο της Angela Merkel - όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και ανά την Ευρώπη.
Σε αυτό το σημείο, οι συμμετέχοντες στις δημοσκοπήσεις δείχνουν πιο λογικοί από ό,τι ο πνευματικός κόσμος, που εύκολα επικρίνει το Βερολίνο. Είναι σαφές ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε η Α. Merkel την κρίση δεν ήταν αψεγάδιαστος (ποιος είναι, όμως;), αλλά έχει να επιδείξει ένα σημαντικό επίτευγμα: έχει αποτρέψει την ανάδειξη των πολιτικά εξτρεμιστικών στοιχείων στη χώρα της.
Όποιος νομίζει ότι αυτός ο κίνδυνος είναι θεωρητικός θα πρέπει να ρίξει μία ματιά στους γείτονες της Γερμανίας. Στη Γαλλία, στις εκλογές για την προεδρία, το ένα τρίτο των ψηφοφόρων ψήφισε υπέρ της ακροδεξιάς ή της άκρας αριστεράς. Στην Ολλανδία -που όπως η Γερμανία είναι μία από τις πιστώτριες χώρες που έχει βαρεθεί να πληρώνει για τον ευρωπαϊκό Νότο- η άκρα δεξιά και η άκρα αριστερά βρίσκονται στις δύο πρώτες θέσεις στις δημοσκοπήσεις. Στην Αυστρία, η άκρα δεξιά παίρνει περίπου το 30%, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Στη Γερμανία υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για παρόμοια αντίδραση. Οι ψηφοφόροι της χώρας έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται παραπλανημένοι για το ευρώ. Κάποτε τους υποσχέθηκαν ότι το ενιαίο νόμισμα δεν σήμαινε πως θα αναγκαστούν να πληρώσουν για άλλες χώρες της ευρωζώνης. Ήδη, όμως, η Γερμανία έχει αναγκαστεί να αποδεχθεί πιθανές οφειλές 280 δισ. ευρώ για να χρηματοδοτηθούν τα πακέτα στήριξης άλλων χωρών. Θα ακολουθήσουν κι άλλα. Μόνο η γερμανική συνεισφορά για τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) θα αυξήσει το έλλειμμα της χώρας φέτος από 26 δισ. ευρώ σε 35 δισ. ευρώ.
Παρά το βάρος και τον κίνδυνο που έχει ήδη αναλάβει η Γερμανία, η κυβέρνησή της επικρίνεται επειδή δεν κάνει ακόμη περισσότερα. Η απομόνωση και η επίπληξη του Βερολίνου είναι μία πολιτικά επικίνδυνη πορεία. Η ανάδειξη των ακροδεξιών εθνικιστών στην Ελλάδα ή στην Ολλανδία είναι λυπηρή. Η ανάδειξη της ακροδεξιάς στη Γερμανία, όμως, θα ήταν η καταστροφή.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Πριν από περίπου δύο εβδομάδες, στους Financial Times ο Luis de Guindos, υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας, προέβλεπε πως «η μάχη για το ευρώ θα δοθεί στην Ισπανία».
Με την απόφαση της Ισπανίας αυτό το Σαββατοκύριακο να δεχθεί διεθνή στήριξη για να σώσει τις τράπεζές της, η μάχη ξεκίνησε. Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό. Γράφοντας σε αυτήν την εφημερίδα, ο Nial Ferguson και ο Nouriel Roubini προέβλεψαν ότι η Ευρώπη βρίσκεται «επικίνδυνα κοντά στην επανάληψη των καταστροφών της δεκαετίας του 1930».
Όπως έγινε και το 1930, η σύγκρουση στην Ισπανία θεωρείται πλέον αποφασιστικής σημασίας για την ευρύτερη μάχη ως προς το μέλλον της Ευρώπης. Σύντομα θα πρέπει να περιμένουμε ότι μία ταξιαρχία κεϊνσιανών οικονομολόγων θα οδεύσουν προς την Καταλονία. Και πάλι η Γερμανία θα θεωρείται ο κακός του πανευρωπαϊκού δράματος.
Βεβαίως, κανείς δεν αμφισβητεί τα δημοκρατικά διαπιστευτήρια της σημερινής Γερμανίας
Το περιοδικό περιέγραφε περιληπτικά «τη διεθνή κρατούσα άποψη ως προς το τι πρέπει να κάνει η Merkel», όπου περιλαμβάνεται «η στροφή από τη λιτότητα», «η τραπεζική ένωση με σχήμα εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων» και «μία περιορισμένη μορφή κοινών ομολόγων». Κατ’ ιδίαν, οι ηγέτες διεθνώς, από το Λονδίνο ως την Ουάσιγκτον και τη Ρώμη, ζητούν παρόμοια πράγματα από το Βερολίνο.
Τα αιτήματα που γίνονται από τη γερμανική κυβέρνηση προκύπτουν από την ειλικρινή προθυμία να αποτραπεί η επιστροφή στη δεκαετία του 1930, όταν η οικονομική καταστροφή προκάλεσε την πολιτική καταστροφή.
Ενώ, όμως, αυτά τα οικονομικά αιτήματα μπορεί να μοιάζουν λογικά από οικονομική άποψη, πολιτικά είναι ανέφικτα και επικίνδυνα. Είναι λύσεις ακαδημαϊκές, οι οποίες όμως θα αποτύχουν εάν εφαρμοστούν στον πραγματικό κόσμο. Ακόμη χειρότερο, υπάρχει ο κίνδυνος να προκαλέσουν τον πολιτικό ριζοσπαστισμό τον οποίο θεωρητικά θέλουν να αποτρέψουν.
Ας δούμε μία από τις προτάσεις: ένα ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των τραπεζικών καταθέσεων. Βετεράνος Ολλανδός πολιτικός, που συμμερίζεται τη γερμανική άποψη, επισημαίνει: «Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε τραπεζική ενοποίηση όταν οι Γάλλοι μειώνουν το επίπεδο συνταξιοδότησης στα 60 έτη και εμείς το ανεβάζουμε στα 67». Από την ολλανδική και τη γερμανική οπτική γωνία είναι άδικο για τους πολίτες να εγγυώνται για τις τράπεζες χωρών που χρησιμοποιούν τα δημόσια κεφάλαια για να πληρώνουν πολύ πιο γενναιόδωρα κοινωνικά επιδόματα από ό,τι προσφέρεται στην Ολλανδία και στη Γερμανία.
Αυτό το δίλημμα αντικατοπτρίζει το γιατί μία άσκηση που θεωρείται αρκετά τεχνική -όπως το σύστημα εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων- έχει βαθιές επιπλοκές για την εθνική κυριαρχία.
Από τη στιγμή όπου θα γίνει το μεγάλο βήμα προς την κοινή ευθύνη για το χρέος στην Ευρώπη είναι αναγκαίο να προχωρήσει σε πολύ πιο βαθιά πολιτική ενοποίηση. Δεν είναι μόνο η ανάγκη για έναν Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών που τόσο πολύ έχει συζητηθεί, ο οποίος θα έχει την εξουσία να παρακάμπτει τις εθνικές κυβερνήσεις. Για να αποτραπούν πικρές διαμάχες ως προς τη δικαιοσύνη θα πρέπει επίσης να υπάρξει εναρμόνιση των ευρωπαϊκών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Για να γίνει κάτι τέτοιο, όμως, χρειάζονται δεκαετίες.
Η κυβέρνηση Merkel δεν αποκλείει τα ομόλογα ευρωζώνης ή το ευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης καταθέσεων... εσαεί. Υποστηρίζει ότι τέτοιες κινήσεις μπορούν να γίνουν μόνο στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγραμματισμού, στο πλαίσιο μιας πολιτικής ενοποίησης. Με οτιδήποτε άλλο θα είναι σαν να παίρνει ο ευρωπαϊκός νότος μία γερμανική πιστωτική κάρτα, και μάλιστα χωρίς όριο.
Δύσκολα μπορεί να δει κανείς πώς θα καταφέρουν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί να πετύχουν τόσο βαθιές μεταρρυθμίσεις μέσα σε λίγες εβδομάδες ή έστω μήνες - όπως πιέζουν οι Αμερικανοί και όχι μόνο. Πρόσφατη δημοσκόπηση του Pew δείχνει ότι η ισχυρή πλειοψηφία ανά την Ευρώπη αντιτίθεται στην παράδοση εθνικής κυριαρχίας σε θέματα προϋπολογισμού σε μία κεντρική εξουσία. Η ίδια δημοσκόπηση δείχνει ότι υπάρχει ευρύς θαυμασμός στο πρόσωπο της Angela Merkel - όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και ανά την Ευρώπη.
Σε αυτό το σημείο, οι συμμετέχοντες στις δημοσκοπήσεις δείχνουν πιο λογικοί από ό,τι ο πνευματικός κόσμος, που εύκολα επικρίνει το Βερολίνο. Είναι σαφές ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε η Α. Merkel την κρίση δεν ήταν αψεγάδιαστος (ποιος είναι, όμως;), αλλά έχει να επιδείξει ένα σημαντικό επίτευγμα: έχει αποτρέψει την ανάδειξη των πολιτικά εξτρεμιστικών στοιχείων στη χώρα της.
Όποιος νομίζει ότι αυτός ο κίνδυνος είναι θεωρητικός θα πρέπει να ρίξει μία ματιά στους γείτονες της Γερμανίας. Στη Γαλλία, στις εκλογές για την προεδρία, το ένα τρίτο των ψηφοφόρων ψήφισε υπέρ της ακροδεξιάς ή της άκρας αριστεράς. Στην Ολλανδία -που όπως η Γερμανία είναι μία από τις πιστώτριες χώρες που έχει βαρεθεί να πληρώνει για τον ευρωπαϊκό Νότο- η άκρα δεξιά και η άκρα αριστερά βρίσκονται στις δύο πρώτες θέσεις στις δημοσκοπήσεις. Στην Αυστρία, η άκρα δεξιά παίρνει περίπου το 30%, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Στη Γερμανία υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για παρόμοια αντίδραση. Οι ψηφοφόροι της χώρας έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται παραπλανημένοι για το ευρώ. Κάποτε τους υποσχέθηκαν ότι το ενιαίο νόμισμα δεν σήμαινε πως θα αναγκαστούν να πληρώσουν για άλλες χώρες της ευρωζώνης. Ήδη, όμως, η Γερμανία έχει αναγκαστεί να αποδεχθεί πιθανές οφειλές 280 δισ. ευρώ για να χρηματοδοτηθούν τα πακέτα στήριξης άλλων χωρών. Θα ακολουθήσουν κι άλλα. Μόνο η γερμανική συνεισφορά για τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) θα αυξήσει το έλλειμμα της χώρας φέτος από 26 δισ. ευρώ σε 35 δισ. ευρώ.
Παρά το βάρος και τον κίνδυνο που έχει ήδη αναλάβει η Γερμανία, η κυβέρνησή της επικρίνεται επειδή δεν κάνει ακόμη περισσότερα. Η απομόνωση και η επίπληξη του Βερολίνου είναι μία πολιτικά επικίνδυνη πορεία. Η ανάδειξη των ακροδεξιών εθνικιστών στην Ελλάδα ή στην Ολλανδία είναι λυπηρή. Η ανάδειξη της ακροδεξιάς στη Γερμανία, όμως, θα ήταν η καταστροφή.
ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η απάντηση της Ρένας Δούρου για την συνεργασίας της με Άκη και Γιάννο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ