2019-05-14 17:39:49
Η πίστη στην Ανάσταση και η χριστιανική αγωγή των ορθοδόξων νέων
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Έχει σχέση η ελληνική παιδεία με την περί ανθρώπου διδασκαλία της ορθόδοξης θεολογίας;
Αποδέχεται την ψυχοσωματική οντολογία του ανθρώπου, την εκ πνεύματος και σώματος ενιαία ολότητα της υπάρξεώς του και, κατά συνέπεια, την αρμονική ψυχοσωματική του ανάπτυξη;
Σε αυτό απαντά πρώτον το ισχύον Σύνταγμα, που στο άρθρο (16) ορίζει ως σκοπό της Παιδείας την «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων».
Στη συνέχεια ο ισχύων 1566/1985 εκπαιδευτικός νόμος που, εξειδικεύoντας και ερμηνεύοντας το Σύνταγμα, ορίζει ότι «σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών. Ειδικότερα υποβοηθά τους μαθητές: α) Να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. β) Να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν αρμονικά το πνεύμα και το σώμα τους».
Με βάση τις παραπάνω οδηγίες, που αποτελούν -και είναι ανάγκη να αποτελούν- τις γενικές αρχές και τους στόχους όλων των Προγραμμάτων της παιδείας, η σχολική αγωγή στην Ελλάδα εκπαιδεύει τα παιδιά, με βάση την οντολογική δομή της υπάρξεώς τους.
Αναγνωρίζει δηλαδή ότι είναι ψυχοσωματικά όντα, με πνεύμα και σώμα, που έχουν ανάγκη ανάπτυξης και με σχολική παιδεία (δασκάλους, προγράμματα και μεθόδους διδασκαλίας) που είναι υποχρεωμένη να συντελεί, εκτός των άλλων, στο να διακατέχονται από πίστη στην Ορθόδοξη παράδοση.
Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί, εξ αρχής, τον θεμέλιο λίθο της ορθόδοξης πίστεως. Αμέσως μετά την Πεντηκοστή υπήρξε η βάση της διδασκαλίας του κηρύγματος του Απ. Πέτρου και των άλλων Αποστόλων.
Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει κατηγορηματικά: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών» (Α΄ Κορ. 15,14). Δηλαδή, (εάν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί, αυτό θα σήμαινε ότι και το κήρυγμα και η πίστη μας θα ήταν κενά).
Γι’ αυτήν, μάλιστα, την εξέχουσα σημασία του, το γεγονός της Αναστάσεως κατέχει κεντρική θέση στη λατρεία της Εκκλησίας, ως η εορτή των εορτών, ώστε το θεολογικό της νόημα να έχει καθιερωθεί, αφενός, να εορτάζεται την Κυριακή, την ημέρα του Κυρίου και, αφετέρου, να αποτελεί τον βασικό άξονα του ετήσιου εορτολογίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η θεμελιακή διδακτική αλήθεια της ορθόδοξης πίστεως, επομένως, μέσα και από την εκκλησιαστική εμπειρία της παραδόσεως της ορθοδοξίας, όπως τη βιώνουν οι ορθόδοξοι νέοι, καθώς ανατρέφονται και παιδαγωγούνται σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι η Ανάσταση του Χριστού.
Η θεολογία της Αναστάσεως, επομένως, αποτελεί την πρωταρχική και την πλέον βαρύνουσα διδασκαλία της Εκκλησίας, που έχει τη δύναμη να επενεργεί στη διαμόρφωση, καλλιέργεια, εμπέδωση και χαλύβδωση του τρόπου σκέψεως και ζωής, των προτύπων, του ήθους, του χαρακτήρα και της εν γένει συμπεριφοράς των νέων μας.
Οι ορθόδοξοι νέοι, άλλωστε, βαπτίζονται στον θάνατο και στην Ανάσταση του Χριστού και, έτσι, προσανατολίζεται η ζωή τους στην ελπίδα και προσδοκία της εν Χριστώ, κατά του θανάτου, νίκης και της αναστάσεως των νεκρών.
Η πίστη τους σε αυτό το πρότυπο ζωής είναι το βασικό ποιοτικό χαρακτηριστικό της θεολογικής αγωγής και διδασκαλίας, με την οποία παιδαγωγούνται εν Χριστώ.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, θεωρώντας την πίστη στην Ανάσταση του Χριστού, ως πολύτιμο εχέγγυο βεβαιότητας, αισιοδοξίας και ελπίδος για την Ανάσταση των ανθρώπων, υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία που έχει η διδαχή του θεολογικού νοήματος της Ανάστασης: «Πιστεύομε ότι θα γίνει η Ανάσταση των νεκρών.
Όταν λέμε Ανάσταση των νεκρών εννοούμε την Ανάσταση των σωμάτων, διότι πώς θα αναστηθούν οι ψυχές που είναι αθάνατες; Αν ο θάνατος ορίζεται ως χωρισμός της ψυχής από το σώμα, η Ανάσταση, είναι, οπωσδήποτε, ένωση πάλι της ψυχής και του σώματος».
Τονίζει, εξάλλου, εκείνο που ο προφήτης Ησαΐας λέγει ότι «Αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις», όπως, επίσης, εκείνο που αναφέρει ο Προφήτης Δανιήλ, ότι, από τους εγερθέντες, άλλοι θα αναστηθούν «εις ζωήν αιώνιον» και άλλοι «εις ονειδισμόν και αισχύνην αιώνιον».
Αναφέρει, ακόμη, αυτά που ο ίδιος ο Χριστός διδάσκει ότι, δηλαδή, θα ακούσουν «οι εν τοις μνημείοις της φωνής του Υιού του Θεού και εξελεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω. 5, 28-29).
Από τη σπουδαιότητα που έχουν όλες αυτές οι διδασκαλίες, περί της Αναστάσεως του Κυρίου, για τον κάθε άνθρωπο, γίνεται κατανοητό, πόσο σημαντικό είναι να μαθαίνει επαρκώς και σε βάθος, κάθε ορθόδοξος νέος, ό, τι αφορά στο προσωπικό πνευματικό του μέλλον, ως βαπτισμένο και ενεργό μέλος της Εκκλησίας που είναι, όταν, μάλιστα, η ίδια η παιδεία δέχεται ότι ο άνθρωπος αποτελεί ψυχοσωματική ύπαρξη, με πίστη και συνείδηση που απαιτούν ανάπτυξη.
Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα για όλη την ανθρωπότητα και είναι ανάγκη να μεταφέρεται στους νέους και από την οικογένεια και από το σχολείο τους, διότι είναι βασικό στοιχείο αγωγής και όχι «κατηχητισμός», όπως παραπλανητικά ισχυρίζονται ορισμένοι.
Ποιος αποφασίζει ότι η Ανάσταση του Χριστού δεν σχετίζεται με το αιώνιο μέλλον των νέων μας, αφού, κατά τον Απ. Παύλο, ο Χριστός είναι «η απαρχή των κεκοιμημένων» (Α΄ Κορ. 15,20) και «ο πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένηται εν πάσιν αυτός πρωτεύων» (Κολασ. 1, 18).
Η διδασκαλία αυτή αποτελεί οντολογική θεολογική αλήθεια και αφορά την εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου ανατροφή και αγωγή όλων των ορθοδόξων νέων (Εφεσ. 6, 4), καθώς σχετίζεται με την πίστη τους.
Ο Φώτης Κόντογλου αναφέρει ότι «η πίστη του Χριστιανού δοκιμάζεται με την Ανάσταση του Χριστού. Απ’ όλο το Ευαγγέλιο, η Ανάσταση του Χριστού είναι το πλέον απίστευτο πράγμα, ολότελα απαράδεκτο από το λογικό μας… Για τούτο χρειάζεται ολόκληρη η πίστη μας για να το πιστέψουμε. Η πίστη χρειάζεται για τα απίστευτα… Ψάχνουμε να βρούμε στηρίγματα στην απιστία μας… Η λέξη Ανάσταση δεν χωρά μέσα στα βιβλία της γνώσης μας… Και στον Θωμά, που γύρευε να τον ψηλαφήσει για να πιστέψει, είπε: “Γιατί με είδες Θωμά, για τούτο πίστεψες;”. Μακάριοι είναι εκείνοι που δεν είδανε και πιστέψανε».
Σε άλλο έργο του, ο Κόντογλου αναφέρει: «Όλα όσα γίνονται στον κόσμο, γίνονται και ξαναγίνονται πολλές φορές τα ίδια· μονάχα ένα πράγμα έγινε μόνο μια φορά και δεν θα ξαναγίνει πια, η Ανάσταση του Χριστού. Αυτό είναι το μοναδικό θαύμα των θαυμάτων, το «ἄφραστον θαῦμα», που αναποδογύρισε τον κόσμο, και έδωσε ελπίδα στο απελπισμένο γένος των ανθρώπων. Με την Ανάσταση του Χριστού, μας προσκάλεσε να πιστέψουμε στην αφθαρσία... Η Ορθοδοξία, έχοντας την Ανάσταση ως “εορτών εορτή”, έχει την αληθινή, απλή και ασάλευτη πίστη και δεν κατάντησε να γίνει ένα κοσμικό ηθικό σύστημα, όπως γίνηκε αλλού».
Γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω, αποτελεί πνευματικό έγκλημα να μην προσφέρουμε στα ορθόδοξα παιδιά την αληθινή παιδεία που τα αφορά, που ενισχύει την πίστη στην Ανάσταση του Χριστού, αλλά να τους διδάσκουμε και μάλιστα βιωματικά και εμπειρικά, τους Θεούς των θρησκειών ως Θεούς ισότιμους με τον Χριστό.
Οι θρησκείες, αφενός, αποτελούν, κατά την πίστη μας, είδωλα που, κατά την ορθόδοξη παράδοση, πρέπει να αποφεύγουμε, λόγω της συγχύσεως και του συγκρητισμού που επιφέρουν και, αφετέρου, δεν έχουν καμιά οντολογική σχέση με το ορθόδοξο χριστιανικό πιστεύω των ορθόδοξων μαθητών.
Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι καμιά θρησκεία δεν μπορεί να προσφέρει στους ανθρώπους, μικρούς και μεγάλους, αυτό το Μεγάλο Πέρασμα από την προσωρινή στην αιώνια ζωή, που προσφέρει, με την Ανάστασή Του, ο Χριστός και το διακηρύττει η Εκκλησία μας με τον σχετικό εκκλησιαστικό ύμνο που ακούν όλοι οι ορθόδοξοι: «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα. Εκ γαρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν, Χριστός ο Θεός ημάς διεβίβασεν».
Ορθόδοξη Αλήθεια, 08.05.2019
thriskeftika
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής Παιδαγωγικής – Χριστιανικής Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ
Έχει σχέση η ελληνική παιδεία με την περί ανθρώπου διδασκαλία της ορθόδοξης θεολογίας;
Αποδέχεται την ψυχοσωματική οντολογία του ανθρώπου, την εκ πνεύματος και σώματος ενιαία ολότητα της υπάρξεώς του και, κατά συνέπεια, την αρμονική ψυχοσωματική του ανάπτυξη;
Σε αυτό απαντά πρώτον το ισχύον Σύνταγμα, που στο άρθρο (16) ορίζει ως σκοπό της Παιδείας την «ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων».
Στη συνέχεια ο ισχύων 1566/1985 εκπαιδευτικός νόμος που, εξειδικεύoντας και ερμηνεύοντας το Σύνταγμα, ορίζει ότι «σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών. Ειδικότερα υποβοηθά τους μαθητές: α) Να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. β) Να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν αρμονικά το πνεύμα και το σώμα τους».
Με βάση τις παραπάνω οδηγίες, που αποτελούν -και είναι ανάγκη να αποτελούν- τις γενικές αρχές και τους στόχους όλων των Προγραμμάτων της παιδείας, η σχολική αγωγή στην Ελλάδα εκπαιδεύει τα παιδιά, με βάση την οντολογική δομή της υπάρξεώς τους.
Αναγνωρίζει δηλαδή ότι είναι ψυχοσωματικά όντα, με πνεύμα και σώμα, που έχουν ανάγκη ανάπτυξης και με σχολική παιδεία (δασκάλους, προγράμματα και μεθόδους διδασκαλίας) που είναι υποχρεωμένη να συντελεί, εκτός των άλλων, στο να διακατέχονται από πίστη στην Ορθόδοξη παράδοση.
Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί, εξ αρχής, τον θεμέλιο λίθο της ορθόδοξης πίστεως. Αμέσως μετά την Πεντηκοστή υπήρξε η βάση της διδασκαλίας του κηρύγματος του Απ. Πέτρου και των άλλων Αποστόλων.
Ο Απόστολος Παύλος διδάσκει κατηγορηματικά: «Ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις ημών» (Α΄ Κορ. 15,14). Δηλαδή, (εάν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί, αυτό θα σήμαινε ότι και το κήρυγμα και η πίστη μας θα ήταν κενά).
Γι’ αυτήν, μάλιστα, την εξέχουσα σημασία του, το γεγονός της Αναστάσεως κατέχει κεντρική θέση στη λατρεία της Εκκλησίας, ως η εορτή των εορτών, ώστε το θεολογικό της νόημα να έχει καθιερωθεί, αφενός, να εορτάζεται την Κυριακή, την ημέρα του Κυρίου και, αφετέρου, να αποτελεί τον βασικό άξονα του ετήσιου εορτολογίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η θεμελιακή διδακτική αλήθεια της ορθόδοξης πίστεως, επομένως, μέσα και από την εκκλησιαστική εμπειρία της παραδόσεως της ορθοδοξίας, όπως τη βιώνουν οι ορθόδοξοι νέοι, καθώς ανατρέφονται και παιδαγωγούνται σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι η Ανάσταση του Χριστού.
Η θεολογία της Αναστάσεως, επομένως, αποτελεί την πρωταρχική και την πλέον βαρύνουσα διδασκαλία της Εκκλησίας, που έχει τη δύναμη να επενεργεί στη διαμόρφωση, καλλιέργεια, εμπέδωση και χαλύβδωση του τρόπου σκέψεως και ζωής, των προτύπων, του ήθους, του χαρακτήρα και της εν γένει συμπεριφοράς των νέων μας.
Οι ορθόδοξοι νέοι, άλλωστε, βαπτίζονται στον θάνατο και στην Ανάσταση του Χριστού και, έτσι, προσανατολίζεται η ζωή τους στην ελπίδα και προσδοκία της εν Χριστώ, κατά του θανάτου, νίκης και της αναστάσεως των νεκρών.
Η πίστη τους σε αυτό το πρότυπο ζωής είναι το βασικό ποιοτικό χαρακτηριστικό της θεολογικής αγωγής και διδασκαλίας, με την οποία παιδαγωγούνται εν Χριστώ.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, θεωρώντας την πίστη στην Ανάσταση του Χριστού, ως πολύτιμο εχέγγυο βεβαιότητας, αισιοδοξίας και ελπίδος για την Ανάσταση των ανθρώπων, υπογραμμίζει τη μεγάλη σημασία που έχει η διδαχή του θεολογικού νοήματος της Ανάστασης: «Πιστεύομε ότι θα γίνει η Ανάσταση των νεκρών.
Όταν λέμε Ανάσταση των νεκρών εννοούμε την Ανάσταση των σωμάτων, διότι πώς θα αναστηθούν οι ψυχές που είναι αθάνατες; Αν ο θάνατος ορίζεται ως χωρισμός της ψυχής από το σώμα, η Ανάσταση, είναι, οπωσδήποτε, ένωση πάλι της ψυχής και του σώματος».
Τονίζει, εξάλλου, εκείνο που ο προφήτης Ησαΐας λέγει ότι «Αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις», όπως, επίσης, εκείνο που αναφέρει ο Προφήτης Δανιήλ, ότι, από τους εγερθέντες, άλλοι θα αναστηθούν «εις ζωήν αιώνιον» και άλλοι «εις ονειδισμόν και αισχύνην αιώνιον».
Αναφέρει, ακόμη, αυτά που ο ίδιος ο Χριστός διδάσκει ότι, δηλαδή, θα ακούσουν «οι εν τοις μνημείοις της φωνής του Υιού του Θεού και εξελεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής, οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιω. 5, 28-29).
Από τη σπουδαιότητα που έχουν όλες αυτές οι διδασκαλίες, περί της Αναστάσεως του Κυρίου, για τον κάθε άνθρωπο, γίνεται κατανοητό, πόσο σημαντικό είναι να μαθαίνει επαρκώς και σε βάθος, κάθε ορθόδοξος νέος, ό, τι αφορά στο προσωπικό πνευματικό του μέλλον, ως βαπτισμένο και ενεργό μέλος της Εκκλησίας που είναι, όταν, μάλιστα, η ίδια η παιδεία δέχεται ότι ο άνθρωπος αποτελεί ψυχοσωματική ύπαρξη, με πίστη και συνείδηση που απαιτούν ανάπτυξη.
Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα για όλη την ανθρωπότητα και είναι ανάγκη να μεταφέρεται στους νέους και από την οικογένεια και από το σχολείο τους, διότι είναι βασικό στοιχείο αγωγής και όχι «κατηχητισμός», όπως παραπλανητικά ισχυρίζονται ορισμένοι.
Ποιος αποφασίζει ότι η Ανάσταση του Χριστού δεν σχετίζεται με το αιώνιο μέλλον των νέων μας, αφού, κατά τον Απ. Παύλο, ο Χριστός είναι «η απαρχή των κεκοιμημένων» (Α΄ Κορ. 15,20) και «ο πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένηται εν πάσιν αυτός πρωτεύων» (Κολασ. 1, 18).
Η διδασκαλία αυτή αποτελεί οντολογική θεολογική αλήθεια και αφορά την εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου ανατροφή και αγωγή όλων των ορθοδόξων νέων (Εφεσ. 6, 4), καθώς σχετίζεται με την πίστη τους.
Ο Φώτης Κόντογλου αναφέρει ότι «η πίστη του Χριστιανού δοκιμάζεται με την Ανάσταση του Χριστού. Απ’ όλο το Ευαγγέλιο, η Ανάσταση του Χριστού είναι το πλέον απίστευτο πράγμα, ολότελα απαράδεκτο από το λογικό μας… Για τούτο χρειάζεται ολόκληρη η πίστη μας για να το πιστέψουμε. Η πίστη χρειάζεται για τα απίστευτα… Ψάχνουμε να βρούμε στηρίγματα στην απιστία μας… Η λέξη Ανάσταση δεν χωρά μέσα στα βιβλία της γνώσης μας… Και στον Θωμά, που γύρευε να τον ψηλαφήσει για να πιστέψει, είπε: “Γιατί με είδες Θωμά, για τούτο πίστεψες;”. Μακάριοι είναι εκείνοι που δεν είδανε και πιστέψανε».
Σε άλλο έργο του, ο Κόντογλου αναφέρει: «Όλα όσα γίνονται στον κόσμο, γίνονται και ξαναγίνονται πολλές φορές τα ίδια· μονάχα ένα πράγμα έγινε μόνο μια φορά και δεν θα ξαναγίνει πια, η Ανάσταση του Χριστού. Αυτό είναι το μοναδικό θαύμα των θαυμάτων, το «ἄφραστον θαῦμα», που αναποδογύρισε τον κόσμο, και έδωσε ελπίδα στο απελπισμένο γένος των ανθρώπων. Με την Ανάσταση του Χριστού, μας προσκάλεσε να πιστέψουμε στην αφθαρσία... Η Ορθοδοξία, έχοντας την Ανάσταση ως “εορτών εορτή”, έχει την αληθινή, απλή και ασάλευτη πίστη και δεν κατάντησε να γίνει ένα κοσμικό ηθικό σύστημα, όπως γίνηκε αλλού».
Γνωρίζοντας όλα τα παραπάνω, αποτελεί πνευματικό έγκλημα να μην προσφέρουμε στα ορθόδοξα παιδιά την αληθινή παιδεία που τα αφορά, που ενισχύει την πίστη στην Ανάσταση του Χριστού, αλλά να τους διδάσκουμε και μάλιστα βιωματικά και εμπειρικά, τους Θεούς των θρησκειών ως Θεούς ισότιμους με τον Χριστό.
Οι θρησκείες, αφενός, αποτελούν, κατά την πίστη μας, είδωλα που, κατά την ορθόδοξη παράδοση, πρέπει να αποφεύγουμε, λόγω της συγχύσεως και του συγκρητισμού που επιφέρουν και, αφετέρου, δεν έχουν καμιά οντολογική σχέση με το ορθόδοξο χριστιανικό πιστεύω των ορθόδοξων μαθητών.
Το σπουδαιότερο, όμως, είναι ότι καμιά θρησκεία δεν μπορεί να προσφέρει στους ανθρώπους, μικρούς και μεγάλους, αυτό το Μεγάλο Πέρασμα από την προσωρινή στην αιώνια ζωή, που προσφέρει, με την Ανάστασή Του, ο Χριστός και το διακηρύττει η Εκκλησία μας με τον σχετικό εκκλησιαστικό ύμνο που ακούν όλοι οι ορθόδοξοι: «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα. Εκ γαρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν, Χριστός ο Θεός ημάς διεβίβασεν».
Ορθόδοξη Αλήθεια, 08.05.2019
thriskeftika
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ