2019-05-24 10:20:28
Tης Αγγελικής Καρδαρά.
«Κάθομαι και σκέφτομαι πώς κατάντησε έτσι η ζωή μου… Εκεί που πήγε να φτιάξει… Κάθε φορά έτσι γινόταν. Εκεί που πήγαινε να φτιάξει, εκεί χαλούσαν όλα και πάλι από την αρχή. Μόνο που τώρα δεν θα υπάρξει άλλη αρχή. Θα φάω τη ζωή μου εδώ μέσα… Δεν έχω καταλάβει πού βρίσκομαι και γιατί;»
«Τώρα δεν θα υπάρξει άλλη αρχή»: προκαλεί θλίψη και προβληματίζει το γεγονός ότι ένας νέος άνθρωπος στην αρχή της ενήλικης ζωής του, αντί να κάνει όνειρα και να σχεδιάζει το μέλλον του, αναρωτιέται πώς κατάντησε η ζωή του και πώς βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα. Αναλύοντας τις βιοαφηγήσεις των νεαρών φυλακισμένων, διαπιστώνουμε τη σοβαρότητα και πολυπλοκότητα του φαινομένου της νεανικής παραβατικότητας αλλά και την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης της πρόληψης και της έγκαιρης παρέμβασης.
Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε δυσλειτουργικές οικογένειες και καταλήγουν στους δρόμους της παρανομίας στις πολύ τρυφερές εφηβικές ηλικίες υιοθετούν σκληρές και βίαιες συμπεριφορές, προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί στην παρέα αλλά και να μπορέσουν να επιβιώσουν στον δρόμο
. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, σε πολλές περιπτώσεις, να γίνονται ανάλγητοι και να αδιαφορούν για τις ανάγκες του άλλου και γι’ αυτό στα εγκλήματα που διαπράττουν συχνά καταγράφεται μία απίστευτη αγριότητα σε βάρος του θύματος, όπως στην πρόσφατη υπόθεση ανθρωποκτονίας της Ελένης Τοπαλούδη στη Ρόδο που προβλημάτισε την ερευνητική κοινότητα και τα ΜΜΕ με την εκτεταμένη βία η οποία χρησιμοποιήθηκε σε βάρος της νεαρής φοιτήτριας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι το βίαιο έγκλημα/violent crime μεταξύ των νέων λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις σε διεθνές επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, καταγράφεται από τον Μάρτιο του 2014 μία αύξηση από έτος σε έτος σε αδικήματα που διαπράττονται από νέους με τη χρήση μαχαιριού. Μόνο το έτος 2017-18 καταγράφηκαν περισσότερες από 100 ανθρωποκτονίες που διαπράχθηκαν με μαχαίρι με θύματα κάτω των 24 ετών. Το Λονδίνο, ειδικότερα, έχει βιώσει ένα κύμα βίαιων επεισοδίων που σχετίζονται με μαχαίρια από την έναρξη του 2019[1].
Η αντιμετώπιση του προβλήματος είναι πολύ δύσκολη, με τις κυριότερες δυσκολίες να πηγάζουν από την έλλειψη υποστηρικτικού οικογενειακού περιβάλλοντος. Από την άλλη έχει αποδειχθεί ότι οι παρεμβάσεις που επιδιώκουν να αποτρέψουν το έγκλημα μέσω της τιμωρίας δεν λειτουργούν και είναι συχνά αντιπαραγωγικές. Ωστόσο, παρά τις σοβαρές δυσκολίες και τα εμπόδια δεν πρέπει να θεωρήσουμε «χαμένες υποθέσεις» τους νεαρούς παραβάτες. Ειδικά στη χώρα μας πιστεύω ότι έχουμε ακόμα το περιθώριο ενίσχυσης της πρόληψης ξεκινώντας από τα σχολεία μας. Είναι αναγκαίο να δοθεί έμφαση, κατά την άποψή μου, στα εξής σημεία που αφορούν τον δυναμικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το σχολείο σε σχέση με το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας:
Δημιουργία και εφαρμογή σε όλα τα Γυμνάσια της χώρας και στις δύο τελευταίες τάξεις του Δημοτικού εξειδικευμένων προγραμμάτων όπου οι μαθητές θα μάθουν να συνεργάζονται, να θέτουν προσωπικούς και συλλογικούς στόχους, να εκφράζουν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, να επιλύουν διαφορές και προβλήματά τους
Εξατομικευμένη προσέγγιση: κάθε νέος είναι διαφορετικός και αξίζει να λάβει υποστήριξη ειδικά προσαρμοσμένη στις ανάγκες του[2]. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να αναπτυχθεί ένας δίαυλος ουσιαστικής επικοινωνίας της εκπαιδευτικής με τη μαθητική κοινότητα και να έχει τη δυνατότητα ο μαθητής που επιθυμεί, με την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών, να λάβει την απαιτούμενη στήριξη από αρμόδιους φορείς. Στο σημείο αυτό απαιτείται μία αρμονική και ουσιαστική συνεργασία μεταξύ σχολείων και επιστημονικής κοινότητας.
Για να επιτευχθούν τα παραπάνω, ωστόσο, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη της «ενσυναίσθησης» στο πλαίσιο του σχολείου: όσο δύσκολο κι αν είναι η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να κατανοήσει ότι οι «θύτες» μπορεί να είναι και «θύματα» που πρέπει να προστατευθούν και μάλιστα όσο πιο νωρίς γίνεται, γιατί στα 13 και στα 14 ίσως είναι ήδη πολύ αργά, ιδίως εάν αυτά τα παιδιά εάν έχουν εγκαταλείψει το σχολείο.
Πολύ σημαντικό επίσης να ακούσουμε με προσοχή τι έχουν να μας πουν οι ίδιοι οι νεαροί παραβάτες και να αξιοποιήσουμε, ερευνητικά και διδακτικά, τις εμπειρίες τους.
Ο Mark Johnson, ένας άνθρωπος που βρέθηκε από πολύ νωρίς στους δρόμους της παρανομίας, καταγράφει την εμπειρία του στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του με τον τίτλο, Wasted: A Childhood Stolen, An Innocence Betrayed, A Life Redeemed.
«Ήμουν 8 ετών όταν μέθυσα. Είχα ήδη δει έναν ψυχίατρο επειδή ήμουν βίαιος στο σχολείο. Ο πατέρας μου ήταν βίαιος αλκοολικός, η μητέρα μου ήταν μάλλον ασταθής, και δεν χρειάζεται ένας επιστήμονας για να προβλέψει τι θα ακολουθήσει. Στα είκοσι μου ήμουν παγιδευμένος σε έναν κύκλο εγκλήματος και ναρκωτικών. Ζούσα στους δρόμους και λήστευα για λεφτά.
Οι άνθρωποι που ήταν εκεί για μένα ήταν οι «κολλητοί» μου. Αλλά το να γίνω αποδεκτός στην παρέα τους, σήμαινε κλιμάκωση της βίας και της χρήσης ναρκωτικών ουσιών . Είναι μια τόσο λογική διαδρομή.
Η απάντηση είναι αγάπη και κάποιος να νοιαστεί πραγματικά για σένα. Οι νέοι άνθρωποι αποκρίνονται θετικά σε αυτό. Αυτός που με έσωσε από τους δρόμους ήταν ένας εργαζόμενος της ομάδας δράσης, που έκανε το επιπλέον βήμα μαζί μου. Με αναζήτησε ακόμα και πίσω από τους κάδους σκουπιδιών. Με έβαλε σε ένα κέντρο απεξάρτησης και μάλιστα παραβίασε τους κανόνες για να με κρατήσει εκεί. Αυτό μου έδωσε το χρόνο να καθίσω με εκπαιδευμένους θεραπευτές και να βλέπω όλες τις απατηλές σκέψεις που με βασάνιζαν να φεύγουν.
Πρέπει να κατανοήσουμε το πρόβλημα. Αποκαλώ τους εφαρμόζοντες πολιτικές «έχοντες». Έχουν μεγαλώσει με ισορροπία, με έναν κώδικα αξιών, πιθανώς με δύο γονείς. Παίρνουν αποφάσεις με βάση τη δική τους λογική για μία ομάδα ανθρώπων για τους οποίους δεν γνωρίζουν τίποτα. Υπάρχουν τόσες πολλές συνθήκες που οδηγούν στο έγκλημα των νέων. Μιλήστε με αυτούς τους νέους ανθρώπους και θα σας πουν ότι μεγαλώνουν με την απουσία ενός σημαντικού ενήλικου στη ζωή τους, ότι δεν συμμετείχαν ποτέ σε ό,τι αφορά το σχολείο, ότι μεταφέρουν μαχαίρια για προστασία επειδή φοβούνται. Η άποψή τους για την κοινωνία είναι διαστρεβλωμένη.
Αυτά τα παιδιά χρειάζονται έναν σημαντικό ενήλικα στη ζωή τους. Πρέπει να διδαχθούν θεμελιώδεις αρχές αλληλεπίδρασης μεταξύ τους με υγιή τρόπο. Πρέπει να διδαχθούν τη διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους και τις συνέπειες της συμπεριφοράς»[3].
Τελικά, η απάντηση στο πρόβλημα ίσως βρίσκεται σε δύο λέξεις που φαίνονται τόσο απλές, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να υλοποιηθούν σε έναν κόσμο αδιάφορο και σκληρό: «αγάπη» και «ενδιαφέρον». Επανερχόμενοι στην ελληνική πραγματικότητα, από τις Βιοαφηγήσεις του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Αυλώνα, το έτος 2003, στο πλαίσιο της μεταδιδακτορικής έρευνας της Δρ Εγκληματολογίας Παντείου Παν/μίου, Καθηγήτριας της Σχολής Αστυνομίας, κυρίας Δέσποινας Σβουρδάκου, υπό την εποπτεία του Ομ. Καθηγητή Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου, κ. Αντώνη Μαγγανά, παρουσιάζεται η βιοαφήγηση ενός έγκλειστου νεαρού, που είχε καταδικαστεί για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα
Ο (…) είναι 18 ετών. Βρίσκεται στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Σκότωσε μια κοπέλα, στην ίδια ηλικία περίπου. Στις τουαλέτες μίας καφετέριας. Προηγήθηκε διαπληκτισμός. Η κοπέλα τον έβρισε και αυτός την έσπρωξε. Της χτύπησε το κεφάλι στο τοίχο αλλεπάλληλες φορές. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν κατάλαβε πώς έγινε, το κακό. Τη στιγμή εκείνη, υποστήριξε ότι «ήταν σε άλλη διάσταση», είχε θολώσει γιατί τον έβρισε. Ο (…) λέει πως της πατούσε το κεφάλι με δύναμη στο έδαφος Ο (…) έχει άλλα (…) αδέλφια. Είναι ο πρωτότοκος. Οι γονείς του τσακώνονταν συνέχεια γιατί η μητέρα του πίστευε ότι ο μπαμπάς την απατούσε. Έμενε μόνη της αρκετές ώρες την ημέρα στο σπίτι και ξεσπούσε στα παιδιά, ειδικά στον (…).
Η μητέρα έπινε από τα δεκαέξι της χρόνια. Όπως αφηγείται ο ίδιος «οι γονείς της μητέρας μου ζούσαν στην (…). Μετανάστευσαν στην Ελλάδα. Αυτή έπινε από τα δεκαέξι της. Είναι αλκοολική, τώρα πιστεύω θα πίνει ακόμα περισσότερο. Ο πατέρας μου άνοιγε την πόρτα και έφευγε. Αυτή του πετούσε αντικείμενα, φώναζε και αρκετές φορές του είχε τραβήξει μαχαίρι. Όταν έλειπε, ξεσπούσε πάνω μου. Έχω φάει πολύ ξύλο, μου έχει ρίξει βάζο στο κεφάλι, με έδερνε με ζωστήρα, με ξύλινα ραβδιά και προσπαθούσε πολλές φορές να με μαχαιρώσει. Χάλια κατάσταση στο σπίτι. Η μητέρα μου πίστευε πως την απατάει ο μπαμπάς μου. Δεν του είχε εμπιστοσύνη. Από κει ξεκινάνε όλα».
Ερευνήτρια: Θέλω να δω τη ψυχή σας, τη ζωή σας…γιατί είμαστε εδώ και όχι έξω…
Για σένα, ναι! Ό,τι θες. Καφέ; θες; Να φωνάξω, τι καφέ πίνεις;
Ερευνήτρια: Έχω παραγγείλει, ευχαριστώ πολύ.
Η ζωή στην ελεύθερη κοινωνία και η ζωή μέσα στη φυλακή, πίσω από τα βαριά σιδερένια κάγκελα
Που λες, μου λείπει το έξω… τα κλαμπάκια, οι καφετέριες… τέρμα πια αυτά… ήθελα πολύ να πηγαίνω σε τέτοια. Επειδή όμως ήμουν μικρός, δεν με άφηναν πάντα να βγαίνω έξω. Έτσι, κλειδωνόμουν στο δωμάτιο μου, έβαζα τα ακουστικά στα αυτιά για να μην ακούω και χανόμουν στον κόσμο μου. Ο μπαμπάς δούλευε από δω και από κει. Η μαμά δεν εργαζόταν, καθόταν σπίτι και έπινε, ξεσπούσε πάνω μας και εμείς φεύγαμε από το σπίτι σαν κυνηγημένοι, χωρίς να έχουμε κάπου αλλού να μείνουμε. Στα 14 μου έφυγα για επτά μήνες από το σπίτι γιατί δεν άντεχα άλλο και κοιμόμουν σε παγκάκι. Ο πιο μικρός για ένα μήνα. Τί να κάνουμε; Δεν αντέχεται αυτή η ζωή. Όταν έφυγα από την κόλαση, δεν είχα πού να πάω. Εντάξει, ο ένας φίλος θα σε κρατήσει για ένα βράδυ στο σπίτι, ο άλλος για άλλο ένα, μετά δεν μπορούν να σε έχουν στην πλάτη τους, γιατί και αυτοί έχουν τις οικογένειες τους. Έτσι κοιμόμουν για λίγες ώρες στο παγκάκι και μετά προσπαθούσα να πάω στη δουλειά. Παράτησα το σχολείο στη Β’ Λυκείου και έπιασα δουλειά σε (…), για να έχω δικά μου λεφτά. Να μπορώ να βγαίνω έξω, να πιώ έναν καφέ. Στο σπίτι δεν μου έδιναν λεφτά. Έβγαινα με έναν φίλο και κάναμε βόλτες με τα πόδια. Άμα δεν έχεις λεφτά, πού να πας; Κάναμε κανένα τσιγάρο, του έλεγα τα προβλήματα μου . Έχω δοκιμάσει τσιγαριλίκια, χασίσια, χαπάκια, κοκαΐνη, όλα τα ναρκωτικά αλλά ποτέ δεν κόλλησα. Ένας φίλος, πιο μεγάλος από μένα στην ηλικία, γύρω στα 18, πέθανε από ναρκωτικά. Έτσι τα έκοψα και είπα: μ@λάκα μακριά! Και του μικρού αδελφού του είπα: «έτσι και μάθω ότι παίρνεις ή κάνεις καμιά βλακεία και σε δω εδώ μέσα, θα σου κόψω τα πόδια».
Έτσι του είπα όταν ήρθε να με δει… Και ο μπαμπάς με στηρίζει τώρα, μου δίνει σημασία και είναι εν τάξει. Έχει ξαναπαντρευτεί. Τα είχε με μια κοπέλα πολλά χρόνια και τελικά την παντρεύτηκε.
Η μοναξιά Τώρα λίγοι με θυμούνται. Δεν έχω πολλούς φίλους. Όλοι με ξέχασαν. Μια κοπέλα που με κρατούσε όταν έλειπε η μαμά, την πήρα τηλέφωνο και μου είπε πως μου έχει γράψει γράμμα 15 σελίδες, μα με κοροϊδεύει. Δεν ήρθε ποτέ. Μόνος μου ξανά.
Κάθομαι και σκέφτομαι πώς κατάντησε έτσι η ζωή μου; Εκεί που πήγε να φτιάξει… Κάθε φορά έτσι γινόταν, εκεί που πήγαινε να φτιάξει, εκεί χαλούσαν όλα και πάλι από την αρχή, μόνο που τώρα δεν θα υπάρξει άλλη αρχή. Θα φάω τη ζωή μου εδώ μέσα…δεν έχω καταλάβει πού βρίσκομαι και γιατί; Βέβαια η φυλακή σε ωριμάζει, μαζεύεσαι, συνέρχεσαι, καταλαβαίνεις τα λάθη σου, τους περιορισμούς, τα «όχι» και τα «μη»… πως αλλιώς είναι η ζωή. Στην αρχή είναι δύσκολα. Σε κοιτάνε κάπως. Ξέρεις, όταν όλη την ημέρα δεν κάνεις τίποτα, ψάχνεσαι, όλα σου φταίνε και ψάχνεις αφορμές να ξεσπάσεις, να την μπεις στον άλλο χωρίς σοβαρή αιτία. Γίνονται τσακωμοί, όμως όχι τίποτα σπουδαίο. Πριν έρθει ο κύριος (…) γινότανε χαμός. Σουβλιά, μαχαιριές και ξύλο. Ο λόγος; Δεν ξέρω. Μάλλον στη βαράει εδώ μέσα. Βαριέσαι κιόλας να κάνεις οτιδήποτε. Δεν γυμναζόμαστε, δεν διαβάζουμε, μόνο τηλεόραση βλέπουμε. Εγώ είμαι με άλλους τρεις στο κελί. Καλά τα πάω, δεν έχω πρόβλημα. Είμαι ήρεμος. Πάντα αναζητούσα την ηρεμία. Στην (αναφορά στον τόπο του) εκεί ζούμε, να φανταστείς, δύο- τρεις φορές είχα πάει στο γήπεδο. Είμαι (αναφορά στην ομάδα του), όμως δεν με τραβάει το να πάω σε αγώνα. Πιο πολύ ήθελα να πηγαίνω βόλτες, να βλέπω κόσμο, φοιτητές. Ο ένας μου ο αδελφός είναι φοιτητής (…). Αυτός ξέφυγε. Βέβαια, δεν έχει λεφτά για να σπουδάσει, όμως του δίνει η (αναφορά σε συγγενικό πρόσωπο) που δεν έχει παιδιά. Τουλάχιστον να έχει αυτός μια καλή ζωή.
Τα όνειρα που τέλειωσαν νωρίς. Η ζωή στη φυλακή
Εγώ τελείωσα…ήρθε η ανακρίτρια, μου είπε τι, πως, εγώ τα δέχτηκα όλα… Τώρα; Το τέλος! Κατάστρεψα τη ζωή μου και γιατί δεν έχω ακόμα καταλάβει; Τι έγινε; Πώς έγινε; Όταν ήρθε ο αστυνομικός, δεν καταλάβαινα τι γινόταν… Μου πέρασε χειροπέδες… Είχα περάσει σε άλλη διάσταση… Κοιτούσα αλλά δεν καταλάβαινα τίποτα! Όταν ήρθα εδώ μέσα τα ‘παιξα! Ήθελα να μην υπάρχω… Να δώσω τέρμα στη ζωή μου, αν αυτό λέγεται ζωή… Προσπαθώ να είμαι ήρεμος, μιλάω στο τηλέφωνο σε λίγους φίλους, να μην κάνω παρέα με ρουφιάνους, δεν γουστάρω τους ρουφιάνους, δεν ρουφιανεύω και δεν λέω ψέματα, ούτε έχω κακιά ζήλεια. Έχω μόνον έναν κολλητό, που δεν είναι κακό παιδί, είναι Ο.Κ… μα και πάλι δεν μπορώ να το δεχτώ… Εκεί που έλεγα πως θα ζήσω με την κοπελιά μου, είχα τη δουλίτσα μου… ο θείος, που δεν είναι θείος μου, αλλά με έχει σαν παιδί του, με έχει σαν γιο του και με βοηθάει. Πάντα με βοηθούσε. Με είχε στο μαγαζί (…), δούλευα, έβγαζα λεφτά, θα αρραβωνιαζόμουν… και ξαφνικά… όλα πέθαναν! Καταστράφηκαν! Θα είχα το σπιτάκι μου, την κοπελιά μου, όλα θα ήταν όμορφα… Τώρα; Τώρα τι γίνεται; θα φάω τη ζωή μου εδώ μέσα. Βέβαια ο κύριος (…) μου έδωσε δουλειά. Είμαι (αναφορά στη δουλειά που κάνει στη φυλακή) και περνάει κάπως η ώρα.
Ερευνήτρια: Η κακιά στιγμή ήταν…και στον Κορυδαλλό που ήμουν, είχα βρει παιδί που πάνω στον τσακωμό, χτύπησε με κροσέ τον άλλον, αυτός έπεσε πίσω, χτύπησε στο κεφάλι και σκοτώθηκε. Όσα φέρνει η ώρα … μην κάνεις έτσι, θα φτιάξουν τα πράγματα. Πρώτο καλό βήμα είναι ότι δουλεύεις και πιάνονται διπλές οι μέρες…σίγα- σιγά, θα δούμε, προσπάθησε να ηρεμήσεις λίγο.
Έχεις κάνει φυλακή;
Ερευνήτρια: Όχι! Γιατί; Φαίνεται ότι έχω κάνει τούφα;
Είμαι σίγουρος… δεν με πείθεις…καλά! Είσαι πολύ άνετη και μιλάς με όλους. Είσαι εξοικειωμένη με αυτό τον χώρο. Τέλος πάντων. Εγώ θα ήθελα να δω τι γίνεται στις γυναικείες φυλακές, είμαι περίεργος τι γυναίκες υπάρχουν εκεί μέσα, πώς περνάνε; Τι συνθήκες επικρατούν. Εδώ τα περισσότερα παιδιά είναι για ναρκωτικά. Χασίς, ηρωίνη. Για να τραβήξουν γραμμές κόκας μεταφέρουν ναρκωτικά, γίνονται βαποράκια για να βρουν λεφτά για κοκαΐνη. Τρυπιούνται και γίνονται δούλοι των ναρκωτικών. Η χειρότερη φάση, είναι η βελόνα η δυομισάρα.
Ερευνήτρια: Τι είναι αυτό;
2,5 σύριγγα. Το τελευταίο στάδιο. Είναι δύσκολο να ξεφύγεις, αλλά αν είσαι δυνατός χαρακτήρας μπαίνεις σε ένα κέντρο αποτοξίνωσης και το ξεπερνάς.
Ερευνήτρια: Εσύ ξέρεις άτομα που ξέφυγαν;
Όχι. Οι περισσότεροι καταλήγουν κουρέλια και παραμελούν τον εαυτό τους. Χάνουν την αξιοπρέπεια τους και κάνουν τα πάντα για να πάρουν τη δόση τους. Εδώ θα δεις πολλούς τσιγγάνους για ναρκωτικά και για ληστείες. Και αυτοί τρώνε πολλά χρόνια. Μένουν μέσα μια ολόκληρη ζωή.
Πρέπει να σε αφήσω, να πάω στη δουλειά μου. Εγώ πάντως θέλω να σου ξαναμιλήσω, όπως και όλα τα παιδιά…
Ερευνήτρια: Όποτε θες ξαναμιλάμε.
Ενδοοικογενειακή βία, χρήση ουσιών, πρώιμη εγκατάλειψη σχολικών σπουδών, έλλειψη υποστηρικτικού κοινωνικού περιβάλλοντος, είναι τα στοιχεία που για μία ακόμα φορά συνθέτουν την εικόνα της νεανικής παραβατικότητας. Το φλέγον ερώτημα είναι ποια είναι η απάντηση της οργανωμένης Πολιτείας, ως προς την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου της νεανικής παραβατικότητας στο πλαίσιο της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας που υφίσταται ισχυρούς κλυδωνισμούς;
Όπως έγραψα και στο εισαγωγικό μου κείμενο, η απάντηση πρέπει να είναι η δημιουργία και ενίσχυση προγραμμάτων πρόληψης σε όλα τα σχολεία της χώρας και η παράλληλη δημιουργία κατάλληλων προγραμμάτων στις φυλακές για τους νεαρούς παραβάτες, ώστε να συνειδητοποιήσουν σε ένα πρώτο επίπεδο τη βαρύτητα της πράξης τους και να μπορέσουν σε ένα δεύτερο επίπεδο να δουν και να βιώσουν τη ζωή από ένα άλλο πρίσμα, πέρα από τους δρόμους της παρανομίας, στους οποίους έχουν συνηθίσει να ζουν και στους οποίους πιθανότητα θα επιστρέψουν μετά την αποφυλάκισή τους. Γιατί ένας άνθρωπος που δεν έχει περάσει ποτέ στην «απέναντί όχθη», αντλώντας το «παράδειγμα» των γονιών του, πώς χωρίς κατάλληλη ψυχική αλλά και πρακτική προετοιμασία θα μπορέσει να ζήσει μία κανονική ζωή με ανθρώπους που δεν βρίσκονται στην παράνομη δράση;
Εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, είναι ανέφικτο να επιτευχθεί η κοινωνική ενσωμάτωση των νεαρών αποφυλακισμένων που προέρχονται από τα συγκεκριμένα οικογενειακά περιβάλλοντα, παρά μόνο εάν υπάρξει κατάλληλη και συστηματική προετοιμασία. Αλλά για αυτή την προετοιμασία, πρέπει το ίδιο το κράτος να μεριμνήσει, μέσα από την υλοποίηση συγκεκριμένων εξειδικευμένων προγραμμάτων κατάλληλα οργανωμένων από ειδική επιστημονική ομάδα που θα στοχεύουν τόσο στην πρόληψη και έγκαιρη παρέμβαση στο πλαίσιο του σχολείου και της τοπικής κοινότητας όσο και στον «σωφρονισμό» (ας σταματήσουμε να φοβόμαστε τη λέξη, γιατί όσο φοβόμαστε τις λέξεις ή κρυβόμαστε πίσω από άλλες λέξεις, τόσο δεν δίνουμε λύσεις στα προβλήματα) των νέων μέσα στη φυλακή και ζητούν οι ίδιοι μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.
Συνοψίζοντας, το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας είναι πολύ σοβαρό και θα συνεχίσουμε να εμβαθύνουμε σε αυτό και να επιμένουμε στην αναγκαιότητα λήψης πιο ουσιαστικών λύσεων, ξεκινώντας από τα σχολεία μας που επιτέλους πρέπει να αλλάξουν προσανατολισμό και να ανταποκριθούν στα δεδομένα και στις εξελίξεις της σύγχρονης εποχής.
πηγή: postmodern.gr
«Κάθομαι και σκέφτομαι πώς κατάντησε έτσι η ζωή μου… Εκεί που πήγε να φτιάξει… Κάθε φορά έτσι γινόταν. Εκεί που πήγαινε να φτιάξει, εκεί χαλούσαν όλα και πάλι από την αρχή. Μόνο που τώρα δεν θα υπάρξει άλλη αρχή. Θα φάω τη ζωή μου εδώ μέσα… Δεν έχω καταλάβει πού βρίσκομαι και γιατί;»
«Τώρα δεν θα υπάρξει άλλη αρχή»: προκαλεί θλίψη και προβληματίζει το γεγονός ότι ένας νέος άνθρωπος στην αρχή της ενήλικης ζωής του, αντί να κάνει όνειρα και να σχεδιάζει το μέλλον του, αναρωτιέται πώς κατάντησε η ζωή του και πώς βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα. Αναλύοντας τις βιοαφηγήσεις των νεαρών φυλακισμένων, διαπιστώνουμε τη σοβαρότητα και πολυπλοκότητα του φαινομένου της νεανικής παραβατικότητας αλλά και την επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης της πρόληψης και της έγκαιρης παρέμβασης.
Τα παιδιά που μεγαλώνουν σε δυσλειτουργικές οικογένειες και καταλήγουν στους δρόμους της παρανομίας στις πολύ τρυφερές εφηβικές ηλικίες υιοθετούν σκληρές και βίαιες συμπεριφορές, προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί στην παρέα αλλά και να μπορέσουν να επιβιώσουν στον δρόμο
Είναι αξιοσημείωτο ότι το βίαιο έγκλημα/violent crime μεταξύ των νέων λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις σε διεθνές επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, καταγράφεται από τον Μάρτιο του 2014 μία αύξηση από έτος σε έτος σε αδικήματα που διαπράττονται από νέους με τη χρήση μαχαιριού. Μόνο το έτος 2017-18 καταγράφηκαν περισσότερες από 100 ανθρωποκτονίες που διαπράχθηκαν με μαχαίρι με θύματα κάτω των 24 ετών. Το Λονδίνο, ειδικότερα, έχει βιώσει ένα κύμα βίαιων επεισοδίων που σχετίζονται με μαχαίρια από την έναρξη του 2019[1].
Η αντιμετώπιση του προβλήματος είναι πολύ δύσκολη, με τις κυριότερες δυσκολίες να πηγάζουν από την έλλειψη υποστηρικτικού οικογενειακού περιβάλλοντος. Από την άλλη έχει αποδειχθεί ότι οι παρεμβάσεις που επιδιώκουν να αποτρέψουν το έγκλημα μέσω της τιμωρίας δεν λειτουργούν και είναι συχνά αντιπαραγωγικές. Ωστόσο, παρά τις σοβαρές δυσκολίες και τα εμπόδια δεν πρέπει να θεωρήσουμε «χαμένες υποθέσεις» τους νεαρούς παραβάτες. Ειδικά στη χώρα μας πιστεύω ότι έχουμε ακόμα το περιθώριο ενίσχυσης της πρόληψης ξεκινώντας από τα σχολεία μας. Είναι αναγκαίο να δοθεί έμφαση, κατά την άποψή μου, στα εξής σημεία που αφορούν τον δυναμικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το σχολείο σε σχέση με το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας:
Δημιουργία και εφαρμογή σε όλα τα Γυμνάσια της χώρας και στις δύο τελευταίες τάξεις του Δημοτικού εξειδικευμένων προγραμμάτων όπου οι μαθητές θα μάθουν να συνεργάζονται, να θέτουν προσωπικούς και συλλογικούς στόχους, να εκφράζουν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, να επιλύουν διαφορές και προβλήματά τους
Εξατομικευμένη προσέγγιση: κάθε νέος είναι διαφορετικός και αξίζει να λάβει υποστήριξη ειδικά προσαρμοσμένη στις ανάγκες του[2]. Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να αναπτυχθεί ένας δίαυλος ουσιαστικής επικοινωνίας της εκπαιδευτικής με τη μαθητική κοινότητα και να έχει τη δυνατότητα ο μαθητής που επιθυμεί, με την καθοδήγηση των εκπαιδευτικών, να λάβει την απαιτούμενη στήριξη από αρμόδιους φορείς. Στο σημείο αυτό απαιτείται μία αρμονική και ουσιαστική συνεργασία μεταξύ σχολείων και επιστημονικής κοινότητας.
Για να επιτευχθούν τα παραπάνω, ωστόσο, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη της «ενσυναίσθησης» στο πλαίσιο του σχολείου: όσο δύσκολο κι αν είναι η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να κατανοήσει ότι οι «θύτες» μπορεί να είναι και «θύματα» που πρέπει να προστατευθούν και μάλιστα όσο πιο νωρίς γίνεται, γιατί στα 13 και στα 14 ίσως είναι ήδη πολύ αργά, ιδίως εάν αυτά τα παιδιά εάν έχουν εγκαταλείψει το σχολείο.
Πολύ σημαντικό επίσης να ακούσουμε με προσοχή τι έχουν να μας πουν οι ίδιοι οι νεαροί παραβάτες και να αξιοποιήσουμε, ερευνητικά και διδακτικά, τις εμπειρίες τους.
Ο Mark Johnson, ένας άνθρωπος που βρέθηκε από πολύ νωρίς στους δρόμους της παρανομίας, καταγράφει την εμπειρία του στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του με τον τίτλο, Wasted: A Childhood Stolen, An Innocence Betrayed, A Life Redeemed.
«Ήμουν 8 ετών όταν μέθυσα. Είχα ήδη δει έναν ψυχίατρο επειδή ήμουν βίαιος στο σχολείο. Ο πατέρας μου ήταν βίαιος αλκοολικός, η μητέρα μου ήταν μάλλον ασταθής, και δεν χρειάζεται ένας επιστήμονας για να προβλέψει τι θα ακολουθήσει. Στα είκοσι μου ήμουν παγιδευμένος σε έναν κύκλο εγκλήματος και ναρκωτικών. Ζούσα στους δρόμους και λήστευα για λεφτά.
Οι άνθρωποι που ήταν εκεί για μένα ήταν οι «κολλητοί» μου. Αλλά το να γίνω αποδεκτός στην παρέα τους, σήμαινε κλιμάκωση της βίας και της χρήσης ναρκωτικών ουσιών . Είναι μια τόσο λογική διαδρομή.
Η απάντηση είναι αγάπη και κάποιος να νοιαστεί πραγματικά για σένα. Οι νέοι άνθρωποι αποκρίνονται θετικά σε αυτό. Αυτός που με έσωσε από τους δρόμους ήταν ένας εργαζόμενος της ομάδας δράσης, που έκανε το επιπλέον βήμα μαζί μου. Με αναζήτησε ακόμα και πίσω από τους κάδους σκουπιδιών. Με έβαλε σε ένα κέντρο απεξάρτησης και μάλιστα παραβίασε τους κανόνες για να με κρατήσει εκεί. Αυτό μου έδωσε το χρόνο να καθίσω με εκπαιδευμένους θεραπευτές και να βλέπω όλες τις απατηλές σκέψεις που με βασάνιζαν να φεύγουν.
Πρέπει να κατανοήσουμε το πρόβλημα. Αποκαλώ τους εφαρμόζοντες πολιτικές «έχοντες». Έχουν μεγαλώσει με ισορροπία, με έναν κώδικα αξιών, πιθανώς με δύο γονείς. Παίρνουν αποφάσεις με βάση τη δική τους λογική για μία ομάδα ανθρώπων για τους οποίους δεν γνωρίζουν τίποτα. Υπάρχουν τόσες πολλές συνθήκες που οδηγούν στο έγκλημα των νέων. Μιλήστε με αυτούς τους νέους ανθρώπους και θα σας πουν ότι μεγαλώνουν με την απουσία ενός σημαντικού ενήλικου στη ζωή τους, ότι δεν συμμετείχαν ποτέ σε ό,τι αφορά το σχολείο, ότι μεταφέρουν μαχαίρια για προστασία επειδή φοβούνται. Η άποψή τους για την κοινωνία είναι διαστρεβλωμένη.
Αυτά τα παιδιά χρειάζονται έναν σημαντικό ενήλικα στη ζωή τους. Πρέπει να διδαχθούν θεμελιώδεις αρχές αλληλεπίδρασης μεταξύ τους με υγιή τρόπο. Πρέπει να διδαχθούν τη διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους και τις συνέπειες της συμπεριφοράς»[3].
Τελικά, η απάντηση στο πρόβλημα ίσως βρίσκεται σε δύο λέξεις που φαίνονται τόσο απλές, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να υλοποιηθούν σε έναν κόσμο αδιάφορο και σκληρό: «αγάπη» και «ενδιαφέρον». Επανερχόμενοι στην ελληνική πραγματικότητα, από τις Βιοαφηγήσεις του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Αυλώνα, το έτος 2003, στο πλαίσιο της μεταδιδακτορικής έρευνας της Δρ Εγκληματολογίας Παντείου Παν/μίου, Καθηγήτριας της Σχολής Αστυνομίας, κυρίας Δέσποινας Σβουρδάκου, υπό την εποπτεία του Ομ. Καθηγητή Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου, κ. Αντώνη Μαγγανά, παρουσιάζεται η βιοαφήγηση ενός έγκλειστου νεαρού, που είχε καταδικαστεί για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα
Ο (…) είναι 18 ετών. Βρίσκεται στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Αυλώνα για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Σκότωσε μια κοπέλα, στην ίδια ηλικία περίπου. Στις τουαλέτες μίας καφετέριας. Προηγήθηκε διαπληκτισμός. Η κοπέλα τον έβρισε και αυτός την έσπρωξε. Της χτύπησε το κεφάλι στο τοίχο αλλεπάλληλες φορές. Ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι δεν κατάλαβε πώς έγινε, το κακό. Τη στιγμή εκείνη, υποστήριξε ότι «ήταν σε άλλη διάσταση», είχε θολώσει γιατί τον έβρισε. Ο (…) λέει πως της πατούσε το κεφάλι με δύναμη στο έδαφος Ο (…) έχει άλλα (…) αδέλφια. Είναι ο πρωτότοκος. Οι γονείς του τσακώνονταν συνέχεια γιατί η μητέρα του πίστευε ότι ο μπαμπάς την απατούσε. Έμενε μόνη της αρκετές ώρες την ημέρα στο σπίτι και ξεσπούσε στα παιδιά, ειδικά στον (…).
Η μητέρα έπινε από τα δεκαέξι της χρόνια. Όπως αφηγείται ο ίδιος «οι γονείς της μητέρας μου ζούσαν στην (…). Μετανάστευσαν στην Ελλάδα. Αυτή έπινε από τα δεκαέξι της. Είναι αλκοολική, τώρα πιστεύω θα πίνει ακόμα περισσότερο. Ο πατέρας μου άνοιγε την πόρτα και έφευγε. Αυτή του πετούσε αντικείμενα, φώναζε και αρκετές φορές του είχε τραβήξει μαχαίρι. Όταν έλειπε, ξεσπούσε πάνω μου. Έχω φάει πολύ ξύλο, μου έχει ρίξει βάζο στο κεφάλι, με έδερνε με ζωστήρα, με ξύλινα ραβδιά και προσπαθούσε πολλές φορές να με μαχαιρώσει. Χάλια κατάσταση στο σπίτι. Η μητέρα μου πίστευε πως την απατάει ο μπαμπάς μου. Δεν του είχε εμπιστοσύνη. Από κει ξεκινάνε όλα».
Ερευνήτρια: Θέλω να δω τη ψυχή σας, τη ζωή σας…γιατί είμαστε εδώ και όχι έξω…
Για σένα, ναι! Ό,τι θες. Καφέ; θες; Να φωνάξω, τι καφέ πίνεις;
Ερευνήτρια: Έχω παραγγείλει, ευχαριστώ πολύ.
Η ζωή στην ελεύθερη κοινωνία και η ζωή μέσα στη φυλακή, πίσω από τα βαριά σιδερένια κάγκελα
Που λες, μου λείπει το έξω… τα κλαμπάκια, οι καφετέριες… τέρμα πια αυτά… ήθελα πολύ να πηγαίνω σε τέτοια. Επειδή όμως ήμουν μικρός, δεν με άφηναν πάντα να βγαίνω έξω. Έτσι, κλειδωνόμουν στο δωμάτιο μου, έβαζα τα ακουστικά στα αυτιά για να μην ακούω και χανόμουν στον κόσμο μου. Ο μπαμπάς δούλευε από δω και από κει. Η μαμά δεν εργαζόταν, καθόταν σπίτι και έπινε, ξεσπούσε πάνω μας και εμείς φεύγαμε από το σπίτι σαν κυνηγημένοι, χωρίς να έχουμε κάπου αλλού να μείνουμε. Στα 14 μου έφυγα για επτά μήνες από το σπίτι γιατί δεν άντεχα άλλο και κοιμόμουν σε παγκάκι. Ο πιο μικρός για ένα μήνα. Τί να κάνουμε; Δεν αντέχεται αυτή η ζωή. Όταν έφυγα από την κόλαση, δεν είχα πού να πάω. Εντάξει, ο ένας φίλος θα σε κρατήσει για ένα βράδυ στο σπίτι, ο άλλος για άλλο ένα, μετά δεν μπορούν να σε έχουν στην πλάτη τους, γιατί και αυτοί έχουν τις οικογένειες τους. Έτσι κοιμόμουν για λίγες ώρες στο παγκάκι και μετά προσπαθούσα να πάω στη δουλειά. Παράτησα το σχολείο στη Β’ Λυκείου και έπιασα δουλειά σε (…), για να έχω δικά μου λεφτά. Να μπορώ να βγαίνω έξω, να πιώ έναν καφέ. Στο σπίτι δεν μου έδιναν λεφτά. Έβγαινα με έναν φίλο και κάναμε βόλτες με τα πόδια. Άμα δεν έχεις λεφτά, πού να πας; Κάναμε κανένα τσιγάρο, του έλεγα τα προβλήματα μου . Έχω δοκιμάσει τσιγαριλίκια, χασίσια, χαπάκια, κοκαΐνη, όλα τα ναρκωτικά αλλά ποτέ δεν κόλλησα. Ένας φίλος, πιο μεγάλος από μένα στην ηλικία, γύρω στα 18, πέθανε από ναρκωτικά. Έτσι τα έκοψα και είπα: μ@λάκα μακριά! Και του μικρού αδελφού του είπα: «έτσι και μάθω ότι παίρνεις ή κάνεις καμιά βλακεία και σε δω εδώ μέσα, θα σου κόψω τα πόδια».
Έτσι του είπα όταν ήρθε να με δει… Και ο μπαμπάς με στηρίζει τώρα, μου δίνει σημασία και είναι εν τάξει. Έχει ξαναπαντρευτεί. Τα είχε με μια κοπέλα πολλά χρόνια και τελικά την παντρεύτηκε.
Η μοναξιά Τώρα λίγοι με θυμούνται. Δεν έχω πολλούς φίλους. Όλοι με ξέχασαν. Μια κοπέλα που με κρατούσε όταν έλειπε η μαμά, την πήρα τηλέφωνο και μου είπε πως μου έχει γράψει γράμμα 15 σελίδες, μα με κοροϊδεύει. Δεν ήρθε ποτέ. Μόνος μου ξανά.
Κάθομαι και σκέφτομαι πώς κατάντησε έτσι η ζωή μου; Εκεί που πήγε να φτιάξει… Κάθε φορά έτσι γινόταν, εκεί που πήγαινε να φτιάξει, εκεί χαλούσαν όλα και πάλι από την αρχή, μόνο που τώρα δεν θα υπάρξει άλλη αρχή. Θα φάω τη ζωή μου εδώ μέσα…δεν έχω καταλάβει πού βρίσκομαι και γιατί; Βέβαια η φυλακή σε ωριμάζει, μαζεύεσαι, συνέρχεσαι, καταλαβαίνεις τα λάθη σου, τους περιορισμούς, τα «όχι» και τα «μη»… πως αλλιώς είναι η ζωή. Στην αρχή είναι δύσκολα. Σε κοιτάνε κάπως. Ξέρεις, όταν όλη την ημέρα δεν κάνεις τίποτα, ψάχνεσαι, όλα σου φταίνε και ψάχνεις αφορμές να ξεσπάσεις, να την μπεις στον άλλο χωρίς σοβαρή αιτία. Γίνονται τσακωμοί, όμως όχι τίποτα σπουδαίο. Πριν έρθει ο κύριος (…) γινότανε χαμός. Σουβλιά, μαχαιριές και ξύλο. Ο λόγος; Δεν ξέρω. Μάλλον στη βαράει εδώ μέσα. Βαριέσαι κιόλας να κάνεις οτιδήποτε. Δεν γυμναζόμαστε, δεν διαβάζουμε, μόνο τηλεόραση βλέπουμε. Εγώ είμαι με άλλους τρεις στο κελί. Καλά τα πάω, δεν έχω πρόβλημα. Είμαι ήρεμος. Πάντα αναζητούσα την ηρεμία. Στην (αναφορά στον τόπο του) εκεί ζούμε, να φανταστείς, δύο- τρεις φορές είχα πάει στο γήπεδο. Είμαι (αναφορά στην ομάδα του), όμως δεν με τραβάει το να πάω σε αγώνα. Πιο πολύ ήθελα να πηγαίνω βόλτες, να βλέπω κόσμο, φοιτητές. Ο ένας μου ο αδελφός είναι φοιτητής (…). Αυτός ξέφυγε. Βέβαια, δεν έχει λεφτά για να σπουδάσει, όμως του δίνει η (αναφορά σε συγγενικό πρόσωπο) που δεν έχει παιδιά. Τουλάχιστον να έχει αυτός μια καλή ζωή.
Τα όνειρα που τέλειωσαν νωρίς. Η ζωή στη φυλακή
Εγώ τελείωσα…ήρθε η ανακρίτρια, μου είπε τι, πως, εγώ τα δέχτηκα όλα… Τώρα; Το τέλος! Κατάστρεψα τη ζωή μου και γιατί δεν έχω ακόμα καταλάβει; Τι έγινε; Πώς έγινε; Όταν ήρθε ο αστυνομικός, δεν καταλάβαινα τι γινόταν… Μου πέρασε χειροπέδες… Είχα περάσει σε άλλη διάσταση… Κοιτούσα αλλά δεν καταλάβαινα τίποτα! Όταν ήρθα εδώ μέσα τα ‘παιξα! Ήθελα να μην υπάρχω… Να δώσω τέρμα στη ζωή μου, αν αυτό λέγεται ζωή… Προσπαθώ να είμαι ήρεμος, μιλάω στο τηλέφωνο σε λίγους φίλους, να μην κάνω παρέα με ρουφιάνους, δεν γουστάρω τους ρουφιάνους, δεν ρουφιανεύω και δεν λέω ψέματα, ούτε έχω κακιά ζήλεια. Έχω μόνον έναν κολλητό, που δεν είναι κακό παιδί, είναι Ο.Κ… μα και πάλι δεν μπορώ να το δεχτώ… Εκεί που έλεγα πως θα ζήσω με την κοπελιά μου, είχα τη δουλίτσα μου… ο θείος, που δεν είναι θείος μου, αλλά με έχει σαν παιδί του, με έχει σαν γιο του και με βοηθάει. Πάντα με βοηθούσε. Με είχε στο μαγαζί (…), δούλευα, έβγαζα λεφτά, θα αρραβωνιαζόμουν… και ξαφνικά… όλα πέθαναν! Καταστράφηκαν! Θα είχα το σπιτάκι μου, την κοπελιά μου, όλα θα ήταν όμορφα… Τώρα; Τώρα τι γίνεται; θα φάω τη ζωή μου εδώ μέσα. Βέβαια ο κύριος (…) μου έδωσε δουλειά. Είμαι (αναφορά στη δουλειά που κάνει στη φυλακή) και περνάει κάπως η ώρα.
Ερευνήτρια: Η κακιά στιγμή ήταν…και στον Κορυδαλλό που ήμουν, είχα βρει παιδί που πάνω στον τσακωμό, χτύπησε με κροσέ τον άλλον, αυτός έπεσε πίσω, χτύπησε στο κεφάλι και σκοτώθηκε. Όσα φέρνει η ώρα … μην κάνεις έτσι, θα φτιάξουν τα πράγματα. Πρώτο καλό βήμα είναι ότι δουλεύεις και πιάνονται διπλές οι μέρες…σίγα- σιγά, θα δούμε, προσπάθησε να ηρεμήσεις λίγο.
Έχεις κάνει φυλακή;
Ερευνήτρια: Όχι! Γιατί; Φαίνεται ότι έχω κάνει τούφα;
Είμαι σίγουρος… δεν με πείθεις…καλά! Είσαι πολύ άνετη και μιλάς με όλους. Είσαι εξοικειωμένη με αυτό τον χώρο. Τέλος πάντων. Εγώ θα ήθελα να δω τι γίνεται στις γυναικείες φυλακές, είμαι περίεργος τι γυναίκες υπάρχουν εκεί μέσα, πώς περνάνε; Τι συνθήκες επικρατούν. Εδώ τα περισσότερα παιδιά είναι για ναρκωτικά. Χασίς, ηρωίνη. Για να τραβήξουν γραμμές κόκας μεταφέρουν ναρκωτικά, γίνονται βαποράκια για να βρουν λεφτά για κοκαΐνη. Τρυπιούνται και γίνονται δούλοι των ναρκωτικών. Η χειρότερη φάση, είναι η βελόνα η δυομισάρα.
Ερευνήτρια: Τι είναι αυτό;
2,5 σύριγγα. Το τελευταίο στάδιο. Είναι δύσκολο να ξεφύγεις, αλλά αν είσαι δυνατός χαρακτήρας μπαίνεις σε ένα κέντρο αποτοξίνωσης και το ξεπερνάς.
Ερευνήτρια: Εσύ ξέρεις άτομα που ξέφυγαν;
Όχι. Οι περισσότεροι καταλήγουν κουρέλια και παραμελούν τον εαυτό τους. Χάνουν την αξιοπρέπεια τους και κάνουν τα πάντα για να πάρουν τη δόση τους. Εδώ θα δεις πολλούς τσιγγάνους για ναρκωτικά και για ληστείες. Και αυτοί τρώνε πολλά χρόνια. Μένουν μέσα μια ολόκληρη ζωή.
Πρέπει να σε αφήσω, να πάω στη δουλειά μου. Εγώ πάντως θέλω να σου ξαναμιλήσω, όπως και όλα τα παιδιά…
Ερευνήτρια: Όποτε θες ξαναμιλάμε.
Ενδοοικογενειακή βία, χρήση ουσιών, πρώιμη εγκατάλειψη σχολικών σπουδών, έλλειψη υποστηρικτικού κοινωνικού περιβάλλοντος, είναι τα στοιχεία που για μία ακόμα φορά συνθέτουν την εικόνα της νεανικής παραβατικότητας. Το φλέγον ερώτημα είναι ποια είναι η απάντηση της οργανωμένης Πολιτείας, ως προς την αποτελεσματική αντιμετώπιση του φαινομένου της νεανικής παραβατικότητας στο πλαίσιο της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας που υφίσταται ισχυρούς κλυδωνισμούς;
Όπως έγραψα και στο εισαγωγικό μου κείμενο, η απάντηση πρέπει να είναι η δημιουργία και ενίσχυση προγραμμάτων πρόληψης σε όλα τα σχολεία της χώρας και η παράλληλη δημιουργία κατάλληλων προγραμμάτων στις φυλακές για τους νεαρούς παραβάτες, ώστε να συνειδητοποιήσουν σε ένα πρώτο επίπεδο τη βαρύτητα της πράξης τους και να μπορέσουν σε ένα δεύτερο επίπεδο να δουν και να βιώσουν τη ζωή από ένα άλλο πρίσμα, πέρα από τους δρόμους της παρανομίας, στους οποίους έχουν συνηθίσει να ζουν και στους οποίους πιθανότητα θα επιστρέψουν μετά την αποφυλάκισή τους. Γιατί ένας άνθρωπος που δεν έχει περάσει ποτέ στην «απέναντί όχθη», αντλώντας το «παράδειγμα» των γονιών του, πώς χωρίς κατάλληλη ψυχική αλλά και πρακτική προετοιμασία θα μπορέσει να ζήσει μία κανονική ζωή με ανθρώπους που δεν βρίσκονται στην παράνομη δράση;
Εάν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, είναι ανέφικτο να επιτευχθεί η κοινωνική ενσωμάτωση των νεαρών αποφυλακισμένων που προέρχονται από τα συγκεκριμένα οικογενειακά περιβάλλοντα, παρά μόνο εάν υπάρξει κατάλληλη και συστηματική προετοιμασία. Αλλά για αυτή την προετοιμασία, πρέπει το ίδιο το κράτος να μεριμνήσει, μέσα από την υλοποίηση συγκεκριμένων εξειδικευμένων προγραμμάτων κατάλληλα οργανωμένων από ειδική επιστημονική ομάδα που θα στοχεύουν τόσο στην πρόληψη και έγκαιρη παρέμβαση στο πλαίσιο του σχολείου και της τοπικής κοινότητας όσο και στον «σωφρονισμό» (ας σταματήσουμε να φοβόμαστε τη λέξη, γιατί όσο φοβόμαστε τις λέξεις ή κρυβόμαστε πίσω από άλλες λέξεις, τόσο δεν δίνουμε λύσεις στα προβλήματα) των νέων μέσα στη φυλακή και ζητούν οι ίδιοι μία δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.
Συνοψίζοντας, το φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας είναι πολύ σοβαρό και θα συνεχίσουμε να εμβαθύνουμε σε αυτό και να επιμένουμε στην αναγκαιότητα λήψης πιο ουσιαστικών λύσεων, ξεκινώντας από τα σχολεία μας που επιτέλους πρέπει να αλλάξουν προσανατολισμό και να ανταποκριθούν στα δεδομένα και στις εξελίξεις της σύγχρονης εποχής.
πηγή: postmodern.gr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τα άφιλτρα τσιγάρα διπλασιάζουν τον κίνδυνο για καρκίνο των πνευμόνων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ