2019-06-13 13:34:32
Τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, ως προϋπόθεση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, υπενθυμίζει ο ESM, ο οποίος τονίζει ότι μεταρρυθμίσεις που έχουν υιοθετηθεί, όπως η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, θα πρέπει να εφαρμοστούν. Σημειώνει δε ότι η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από επιδόματα αλλά από αναπτυξιακές πολιτικές και θεωρεί μείζονος σημασίας την εκτέλεση των δημοσίων επενδύσεων.
Ο ESM πέτυχε δύο ορόσημα το 2018, σύμφωνα με τον επικεφαλής του, Κλάους Ρέγκλινγκ:
Το ένα ήταν η συμφωνία για την ενίσχυσή του στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης. Το άλλο ήταν η έξοδος της Ελλάδας από το τρίτο πρόγραμμα στήριξης, το οποίο σε συμβολικό επίπεδο σηματοδότησε το τέλος της κρίσης χρέους για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Στην ετήσια έκθεσή του ο μηχανισμός παρουσιάζει την πρόοδο που πετύχει η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και στέλνει δύο ξεκάθαρα μηνύματα:
Το ένα είναι πως οι προκλήσεις επιμένουν και επομένως οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί πρέπει να εφαρμοστούν και να μην ανατραπούν, περιλαμβάνοντας μάλιστα ξεκάθαρα σε αυτές και το αφορολόγητο όριο. «Μεταρρυθμίσεις, που έχουν ήδη εφαρμοστεί ή υιοθετηθεί, όπως αυτές στην αγορά εργασίας και η μείωση του φόρου εισοδήματος σε συνδυασμό με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, πρέπει να θωρακιστούν και όχι να ανατραπούν» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Το δεύτερο είναι ότι ο στόχος του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα δεν αλλάζει και πρέπει να τηρηθεί, εάν η Αθήνα θέλει να δει τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους να συνεχίζονται. Κρούει δε τον κώδωνα του κινδύνου για την απουσία αναπτυξιακών πολιτικών.
«Η Ελλάδα ολοκλήρωσε επιτυχώς το πρόγραμμα και με δάνεια ύψους 204 δισ. ευρώ από ESM και ΕFSF είναι ο αποδέκτης της μεγαλύτερης οικονομικής στήριξης στα χρονικά» υπενθυμίζει ο ESM στην έκθεση, ενώ επισημαίνει ότι χάρη στα χαμηλά επιτόκια και τις μακράς διαρκείας ωριμάνσεις του χρέους, η χώρα εξοικονόμησε 13 δισ. ευρώ μόνο για τον προϋπολογισμό του 2018, συγκριτικά με το τι θα σήμαινε ο δανεισμός από την αγορά. Το ποσό αντιστοιχεί στο 7% του ελληνικού ΑΕΠ, ενώ ανάλογη θα είναι η εξοικονόμηση και τα επόμενα χρόνια «σε μία άνευ προηγουμένου πράξη αλληλεγγύης από τα υπόλοιπα κράτη- μέλη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.
Σε μία επιπλέον κίνηση στήριξης, σημειώνει ο ESM, συμφωνήθηκαν και μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους πριν από ένα χρόνο. Αυτά υπολογίζεται ότι θα μειώσουν αθροιστικά το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 30 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060. Στον ίδιο χρονικό ορίζοντα οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα περιοριστούν κατά οχτώ ποσοστιαίες μονάδες. Ως αποτέλεσμα των μέτρων, η Ελλάδα δεν θα αρχίσει να αποπληρώνει τα περισσότερα από τα δάνεια του EFSF πριν από το 2033.
Ο ESM θυμίζει ότι για όλα αυτά η Αθήνα έχει συμφωνήσει να εφαρμόσει μία σειρά μεταρρυθμίσεων, αλλά και να διατηρεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022 και αυτό δεν αλλάζει. Σπεύδει να υπογραμμίσει ότι η επιτυχημένη επιστροφή της χώρας στις αγορές και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών είναι ακριβώς εν πολλοίς αποτέλεσμα της ενισχυμένης εποπτείας και της τήρησης εκ μέρους της χώρας των δεσμεύσεών της. Ωστόσο «οι προκλήσεις για την βιώσιμη ανάπτυξη επιμένουν» προειδοποιεί ο ESM. Οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν 1,9% το 2018 και το χρέος παραμένει εξαιρετικά υψηλό στο 181,1% του ΑΕΠ. Η χώρα πέτυχε υπεραπόδοση στο στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα για ακόμη μία χρονιά γεγονός που οφείλεται, όπως σημειώνει ο μηχανισμός, «όχι μόνο στα φορολογικά έσοδα, αλλά και στις χαμηλότερες του προβλεπομένου δημόσιες επενδύσεις».
Καμπανάκι για την απουσία αναπτυξιακών πολιτικών
Στην έκθεση γίνεται αναφορά στην ακύρωση του μέτρου της μείωσης των συντάξεων, με την επισήμανση ότι «οι υψηλότερες δαπάνες που αυτή σημαίνει περιορίζουν τον δημοσιονομικό χώρο για πολιτικές, που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη». Να θυμίσουμε από το 2008 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 1/4 του ΑΕΠ της. Επέστρεψε σε ρυθμούς ανάπτυξης το 2017 και το 2018, οι οποίοι όμως δεν είναι αρκετά δυναμικοί για μία εικόνα που πέρασε τόσα χρόνια επώδυνης ύφεσης.
Η συμβουλή του ESM για αλλαγή στο μίγμα πολιτικής είναι σαφής και θυμίζει εν πολλοίς την πρόσφατη επισήμανση της Κομισιόν ότι οι παροχές που αποφασίστηκαν δεν βοηθούν στην ανάπτυξη, αλλά αντιθέτως μειώνουν τη δυνατότητα προώθησης πραγματικά αναπτυξιακών πολιτικών. «Για το μέλλον θα είναι σημαντικό η Ελλάδα να συνδυάσει τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις με πολιτικές και δημόσιες επενδύσεις, που θα στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας, θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη της αγοράς και θα διασφαλίσουν βιώσιμη ανάπτυξη» σημειώνει.
Πόσο ευάλωτη είναι η Ελλάδα;
Τα τρωτά σημεία της ελληνικής οικονομίας έχουν περιοριστεί αισθητά από το 2009, όταν το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ήταν στο 12% του ΑΕΠ και το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 15% του ΑΕΠ. Κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων «η Ελλάδα οδήγησε την οικονομία της σε πιο ασφαλή ύδατα, αμβλύνοντας τις ανισορροπίες, περιορίζοντας το εργατικό κόστος και καθιστώντας τον τραπεζικό τομέα της πιο ανθεκτικό» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Όπως υπογραμμίζει ο ESM οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν από το 2010 έως το 2014 μείωσαν το εργασιακό κόστος και έδωσαν περισσότερη ευελιξία στην αγορά εργασίας και εξορθολόγισαν το πλαίσιο για τις απολύσεις. Παράλληλα όλα τα τελευταία χρόνια δόθηκε μάχη και κατά της αδήλωτης εργασίας και της ενίσχυσης των ενεργών πολιτικών απασχόλησης. Έτσι το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε από το 27,8% το 2013 στο 18,4% στα τέλη του 2018.
naftemporiki.gr
«The New Daily Mail»
Ο ESM πέτυχε δύο ορόσημα το 2018, σύμφωνα με τον επικεφαλής του, Κλάους Ρέγκλινγκ:
Το ένα ήταν η συμφωνία για την ενίσχυσή του στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης. Το άλλο ήταν η έξοδος της Ελλάδας από το τρίτο πρόγραμμα στήριξης, το οποίο σε συμβολικό επίπεδο σηματοδότησε το τέλος της κρίσης χρέους για ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Στην ετήσια έκθεσή του ο μηχανισμός παρουσιάζει την πρόοδο που πετύχει η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και στέλνει δύο ξεκάθαρα μηνύματα:
Το ένα είναι πως οι προκλήσεις επιμένουν και επομένως οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί πρέπει να εφαρμοστούν και να μην ανατραπούν, περιλαμβάνοντας μάλιστα ξεκάθαρα σε αυτές και το αφορολόγητο όριο. «Μεταρρυθμίσεις, που έχουν ήδη εφαρμοστεί ή υιοθετηθεί, όπως αυτές στην αγορά εργασίας και η μείωση του φόρου εισοδήματος σε συνδυασμό με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, πρέπει να θωρακιστούν και όχι να ανατραπούν» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Το δεύτερο είναι ότι ο στόχος του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα δεν αλλάζει και πρέπει να τηρηθεί, εάν η Αθήνα θέλει να δει τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους να συνεχίζονται. Κρούει δε τον κώδωνα του κινδύνου για την απουσία αναπτυξιακών πολιτικών.
«Η Ελλάδα ολοκλήρωσε επιτυχώς το πρόγραμμα και με δάνεια ύψους 204 δισ. ευρώ από ESM και ΕFSF είναι ο αποδέκτης της μεγαλύτερης οικονομικής στήριξης στα χρονικά» υπενθυμίζει ο ESM στην έκθεση, ενώ επισημαίνει ότι χάρη στα χαμηλά επιτόκια και τις μακράς διαρκείας ωριμάνσεις του χρέους, η χώρα εξοικονόμησε 13 δισ. ευρώ μόνο για τον προϋπολογισμό του 2018, συγκριτικά με το τι θα σήμαινε ο δανεισμός από την αγορά. Το ποσό αντιστοιχεί στο 7% του ελληνικού ΑΕΠ, ενώ ανάλογη θα είναι η εξοικονόμηση και τα επόμενα χρόνια «σε μία άνευ προηγουμένου πράξη αλληλεγγύης από τα υπόλοιπα κράτη- μέλη», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.
Σε μία επιπλέον κίνηση στήριξης, σημειώνει ο ESM, συμφωνήθηκαν και μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους πριν από ένα χρόνο. Αυτά υπολογίζεται ότι θα μειώσουν αθροιστικά το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 30 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060. Στον ίδιο χρονικό ορίζοντα οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα περιοριστούν κατά οχτώ ποσοστιαίες μονάδες. Ως αποτέλεσμα των μέτρων, η Ελλάδα δεν θα αρχίσει να αποπληρώνει τα περισσότερα από τα δάνεια του EFSF πριν από το 2033.
Ο ESM θυμίζει ότι για όλα αυτά η Αθήνα έχει συμφωνήσει να εφαρμόσει μία σειρά μεταρρυθμίσεων, αλλά και να διατηρεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022 και αυτό δεν αλλάζει. Σπεύδει να υπογραμμίσει ότι η επιτυχημένη επιστροφή της χώρας στις αγορές και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών είναι ακριβώς εν πολλοίς αποτέλεσμα της ενισχυμένης εποπτείας και της τήρησης εκ μέρους της χώρας των δεσμεύσεών της. Ωστόσο «οι προκλήσεις για την βιώσιμη ανάπτυξη επιμένουν» προειδοποιεί ο ESM. Οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν 1,9% το 2018 και το χρέος παραμένει εξαιρετικά υψηλό στο 181,1% του ΑΕΠ. Η χώρα πέτυχε υπεραπόδοση στο στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα για ακόμη μία χρονιά γεγονός που οφείλεται, όπως σημειώνει ο μηχανισμός, «όχι μόνο στα φορολογικά έσοδα, αλλά και στις χαμηλότερες του προβλεπομένου δημόσιες επενδύσεις».
Καμπανάκι για την απουσία αναπτυξιακών πολιτικών
Στην έκθεση γίνεται αναφορά στην ακύρωση του μέτρου της μείωσης των συντάξεων, με την επισήμανση ότι «οι υψηλότερες δαπάνες που αυτή σημαίνει περιορίζουν τον δημοσιονομικό χώρο για πολιτικές, που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη». Να θυμίσουμε από το 2008 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 1/4 του ΑΕΠ της. Επέστρεψε σε ρυθμούς ανάπτυξης το 2017 και το 2018, οι οποίοι όμως δεν είναι αρκετά δυναμικοί για μία εικόνα που πέρασε τόσα χρόνια επώδυνης ύφεσης.
Η συμβουλή του ESM για αλλαγή στο μίγμα πολιτικής είναι σαφής και θυμίζει εν πολλοίς την πρόσφατη επισήμανση της Κομισιόν ότι οι παροχές που αποφασίστηκαν δεν βοηθούν στην ανάπτυξη, αλλά αντιθέτως μειώνουν τη δυνατότητα προώθησης πραγματικά αναπτυξιακών πολιτικών. «Για το μέλλον θα είναι σημαντικό η Ελλάδα να συνδυάσει τις μεταπρογραμματικές δεσμεύσεις με πολιτικές και δημόσιες επενδύσεις, που θα στηρίξουν την ανάκαμψη της οικονομίας, θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη της αγοράς και θα διασφαλίσουν βιώσιμη ανάπτυξη» σημειώνει.
Πόσο ευάλωτη είναι η Ελλάδα;
Τα τρωτά σημεία της ελληνικής οικονομίας έχουν περιοριστεί αισθητά από το 2009, όταν το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ήταν στο 12% του ΑΕΠ και το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 15% του ΑΕΠ. Κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων «η Ελλάδα οδήγησε την οικονομία της σε πιο ασφαλή ύδατα, αμβλύνοντας τις ανισορροπίες, περιορίζοντας το εργατικό κόστος και καθιστώντας τον τραπεζικό τομέα της πιο ανθεκτικό» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση.
Όπως υπογραμμίζει ο ESM οι εργασιακές μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν από το 2010 έως το 2014 μείωσαν το εργασιακό κόστος και έδωσαν περισσότερη ευελιξία στην αγορά εργασίας και εξορθολόγισαν το πλαίσιο για τις απολύσεις. Παράλληλα όλα τα τελευταία χρόνια δόθηκε μάχη και κατά της αδήλωτης εργασίας και της ενίσχυσης των ενεργών πολιτικών απασχόλησης. Έτσι το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε από το 27,8% το 2013 στο 18,4% στα τέλη του 2018.
naftemporiki.gr
«The New Daily Mail»
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Νέα συνάντηση για τα Διαγνωστικά στο Υπουργείο Υγείας
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ