2019-06-16 11:32:02
«Για τον ΣΥΡΙΖΑ, η δίκαιη διανομή των κερδών από την εργασία αποτελεί αξιακό πρόταγμα, κάτι το οποίο, στις νέες συνθήκες που έχει μπει η χώρα, οφείλουμε και μπορούμε να το υπηρετήσουμε με συνέπεια» επισημαίνει η υποψήφια βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στον Βόρειο Τομέα Αθηνών, Αννέτα Καββαδία, προσθέτοντας πως αν οι πολίτες αναλογιστούν πάνω στις πραγματικές διαφορές μεταξύ των δύο κομμάτων, η ανατροπή του αποτελέσματος των ευρωεκλογών, είναι απολύτως εφικτή. Όπως αναφέρει, μιλώντας στο ΑΜΠΕ: «Ο κοινωνικός μετασχηματισμός που ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει, μετά δυσκολίας μπόρεσε να κάνει τα πρώτα του βήματα και δεν πρόλαβε, δεν κατάφερε να αγκαλιαστεί από τον μοναδικό σύμμαχο που μπορούμε να έχουμε, τον λαό».
Παράλληλα σημειώνει πως όσο βελτιώνεται η οικονομία, τόσο περισσότερες δυνατότητες δημιουργούνται, ενώ μιλά και για τον κίνδυνο να ακυρωθούν οι θετικές παρεμβάσεις «αν αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι εμμονικοί οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού». Εκτιμά δε, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «ετοιμάζεται να ξαναφέρει όλα όσα γνωρίσαμε ως δεξιά διακυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια».
Σε λίγες εβδομάδες ο λαός καλείται και πάλι στις κάλπες, μέσα σε ένα κλίμα που θεωρείται μάλλον βαρύ για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών. Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση αδικείται γιατί δεν πρόφτασε να εφαρμόσει το μείγμα εκείνο της πολιτικής, που θα αντέστρεφε υπέρ της το κλίμα; Είναι εφικτή η ανατροπή του αποτελέσματος της ευρωκάλπης;
O Πρωθυπουργός, αμέσως μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ανήγγειλε την επίσπευση των εθνικών εκλογών, θεωρώντας ότι ο ελληνικός λαός είναι αυτός που πρέπει άμεσα να έχει την ευθύνη των αποφάσεων για το μέλλον της χώρας. Ζητάμε, με δημοκρατική ευαισθησία, τη λαϊκή ετυμηγορία, καλούμε τους πολίτες να αποφασίσουν το πρόσημο της πολιτικής διακυβέρνησης για την επόμενη τετραετία, και, ναι, νομίζω ότι, επειδή πρόκειται πια για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας, οι ψηφοφόροι θα προσέλθουν με άλλο προβληματισμό στις κάλπες. Το μήνυμα της δυσαρέσκειας δόθηκε, ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι το παίρνει, όσα έγιναν αυτά τα τέσσερα χρόνια και τα όσα σχεδιάζουμε, έχουν μπει στη ζυγαριά, καθώς και τα όσα έχει πράξει στο παρελθόν ως κυβέρνηση η Ν.Δ., αλλά και όσα προαναγγέλλει, έστω κι αν προσπαθεί να κρύψει πίσω από ωραίες, άδειες λέξεις, τις προθέσεις της. Αν οι πολίτες, δεν αφεθούν στα συνθήματα και στα fake news και, αναλογιστούν πάνω στις πραγματικές, πολύ βαθιές διαφορές μεταξύ των δυο κομμάτων εξουσίας, εκτιμώ ότι η ανατροπή του αποτελέσματος είναι απολύτως εφικτή.
Υπό τις σημερινές συνθήκες, που η χώρα έχει μπει σε μια τροχιά εξόδου από την κρίση, θεωρείτε πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να εφαρμόσει περισσότερα μέτρα ανακούφισης του λαού, χωρίς τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού;
Κατ΄ αρχάς να υπογραμμίσω αυτό που είπατε: Μια χώρα που βρίσκεται σήμερα σε τροχιά εξόδου από την κρίση, μια χώρα πλέον χωρίς μνημονιακή επιτήρηση. Αυτή η έξοδος από τα μνημόνια, που έγινε με πολύ βαρύ κόστος αλλά εν τέλει με την κοινωνία όρθια, δεν ήταν κάτι αυτονόητο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, με άδεια ταμεία, με μέρος της κοινωνίας σε ανθρωπιστική κρίση, με τους ξένους δανειστές να εκβιάζουν και να απειλούν. Ας θυμηθούμε ότι η ηγεσία της Ν.Δ. αλλά και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, επιχειρηματικά και μιντιακά συμφέροντα, υπήρξαν κατ΄ εξακολούθηση αρωγοί στις απαιτήσεις ξένων αξιωματούχων και κυβερνήσεων για επιπλέον μέτρα λιτότητας και ουδέποτε σύμμαχοι σε μια ενιαία στάση αντίστασης στις εξωφρενικές απαιτήσεις. Όλα αυτά αποτελούσαν την πραγματικότητα μέχρι πριν λίγους μήνες και χρειάστηκαν πολύ σκληρές διαπραγματεύσεις, σκληρές οικονομικές προσπάθειες, μείωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, για να βγούμε στο πρώτο ξέφωτο.
Δεν μπορούμε να τα ξεχνάμε όλα αυτά. Ποιοι φταίνε για τη θέση που είχαμε βρεθεί, πόσο δοκιμαστήκαμε και ποιοι έδωσαν τις μάχες. Πάμε στο σήμερα: Έχουμε διευθετήσει το δημόσιο χρέος δημιουργώντας για τα επόμενα 15 χρόνια έναν καθαρό διάδρομο ώστε να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μια ισχυρή και βιώσιμη παραγωγική βάση. Σε αυτό τα πλαίσιο και έχοντας δει τα δημοσιονομικά δεδομένα, εφαρμόσαμε, στο πλαίσιο του εφικτού, μέτρα ανακούφισης των πληγέντων από τα χρόνια των μνημονίων. Μειώσαμε τον ΕΝΦΙΑ κατά 10% μεσοσταθμικά για το 2019, 30% για τις χαμηλές και μεσαίες περιουσίες, προβήκαμε σε ρύθμιση 120 δόσεων για χρέη στην εφορία, διαγράφοντας μεγάλο μέρος των προσαυξήσεων των οφειλών, μειώσαμε τον ΦΠΑ στην εστίαση και στα τρόφιμα στο 13%, μειώσαμε τον ΦΠΑ στην ενέργεια, καταργήσαμε την αυτοτελή φορολόγηση ελεύθερων επαγγελματιών και τους εντάξαμε στην κλίμακα των μισθωτών (συντελεστής 1ου κλιμακίου: 22%), προβήκαμε σε σταδιακή μείωση του φόρου επιχειρήσεων από 29% σε 25%, αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό κατά 11% και για τους νέους κατά 27%, ψηφίσαμε την μη μείωση του αφορολόγητου, δεν εφαρμόσαμε τον κόφτη στις συντάξεις, υπάρχει μια σειρά ακόμα από νομοθετήσεις και αποφάσεις.
Μπορούν να γίνουν περισσότερο πράγματα; Χωρίς αμφιβολία, όσο η οικονομία βελτιώνεται, τόσο περισσότερες δυνατότητες δημιουργούνται. Μπορούν τα μέτρα αυτά να ακυρωθούν; Μπορούν, αν αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι εμμονικοί οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού που θεωρούν τα προνοιακά επιδόματα περιττά, την υγεία, την ασφάλιση και την παιδεία φιλέτο των αγορών, τους άνεργους τεμπέληδες, τα εργασιακά δικαιώματα, ακόμα και το πενθήμερο ή το οκτάωρο, εμπόδια που θα σαρώσουν ως οδοστρωτήρες.
Σε κάποιους τομείς η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε κάνει περισσότερα και δεν το έκανε λόγω οικονομικής αδυναμίας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας έβαζε όρια στο τι μπορούσε να γίνει, υποχρεώνοντάς μας σε υιοθέτηση μέτρων που δεν ανήκαν στην πολιτική μας ιδεολογία και δεν αντιστοιχούσαν στις ανάγκες των πολιτών. Στις καπιταλιστικές κοινωνίες ο πλούτος δεν κατανέμεται δίκαια, δεν λέω κάτι το πρωτότυπο εδώ, ακόμα και οι δεξιάς προέλευσης ψηφοφόροι το αντιλαμβάνονται. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, η δίκαιη διανομή των κερδών από την εργασία αποτελεί αξιακό πρόταγμα, κάτι το οποίο, στις νέες συνθήκες που έχει μπει η χώρα, οφείλουμε και μπορούμε να το υπηρετήσουμε με συνέπεια. Είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο ζητάμε από τους πολίτες να μας δώσουν τη δυνατότητα, στη δεύτερη τετραετία, να ξεδιπλώσουμε την δική μας πολιτική ατζέντα.
Πιστεύετε ότι η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, οφείλεται στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, στο «ύφος» της εξουσίας ή είναι μείγμα και των δύο; Συμμερίζεστε όσα λέγονται περί αλαζονείας;
Η ήττα σε μια εκλογική αναμέτρηση οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Η οικονομική πολιτική είναι από τους πιο σημαντικούς, αλλά όχι ο μοναδικός. Δεν συμμερίζομαι τα περί γενικευμένης αλαζονείας. Νομίζω ότι τα υπαρκτά τέτοια κρούσματα ήταν εξαιρέσεις που μεγεθύνθηκαν εσκεμμένα. Όμως όντως, σημειώθηκαν συμπεριφορές που οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι υπήρξε απόσταση από την καθημερινότητα που βίωναν τα φτωχότερα και κυρίως τα μεσαία στρώματα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια έλλειψη γείωσης του κόμματος με την κοινωνία.
Έχοντας ως προτεραιότητα την σωτηρία της χώρας από την οικονομική κατάρρευση, δεν καταφέραμε να αφιερώσουμε αρκετές δυνάμεις στην προσπάθεια να γίνουν κυρίαρχες οι ιδέες της Αριστεράς, σε μια κοινωνία διαβρωμένη από τα πελατειακά δίκτυα, δεκαετιών, του δικομματισμού και εμποτισμένη από την φιλοδοξία του ατομικού, εύκολου, γρήγορου πλουτισμού, της ιδεολογίας της «αρπαχτής» που μιθριδατικά έχει κυριαρχήσει από την δεκαετία του ΄90 στην Ελλάδα.
Ο κοινωνικός μετασχηματισμός που ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει, μετά δυσκολίας μπόρεσε να κάνει τα πρώτα του βήματα και δεν πρόλαβε, δεν κατάφερε να αγκαλιαστεί από τον μοναδικό σύμμαχο που μπορούμε να έχουμε, τον λαό. Δεν παραβλέπω και πολλά άλλα λάθη που έγιναν, όμως νομίζω ότι το πρωτεύον πρόβλημα ήταν αυτό: Αποκοπήκαμε από τον λαϊκό κόσμο και ειδικά τον κόσμο των κινημάτων και των πλατειών και δεν καταφέραμε να δείξουμε καθαρά πόσο διαφέραμε από τους προηγούμενους. Σε αυτό βέβαια, ευθύνη φέρει και συντριπτική μερίδα των ΜΜΕ που μας επιτέθηκαν με κάθε τρόπο, με συστηματικές συκοφαντίες και με συνεπή εκ μέρους τους προσπάθεια διαστρέβλωσης των όποιων επιτευγμάτων του ΣΥΡΙΖΑ.
Λίγες εβδομάδες μετά τις ευρωεκλογές με το γνωστό αποτέλεσμα, γιατί οι πολίτες να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές; Και στην περίπτωση που δοθεί η λαϊκή εντολή για συνέχιση της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, ποιες θα είναι οι προτεραιότητες για τη νέα τετραετία;
Οι διαφορές στο πρόγραμμα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. είναι τεράστιες. Οι δικές μας προτεραιότητες είναι ο κόσμος της εργασίας, οι μη προνομιούχοι, τα μεσαία στρώματα που υπέφεραν τα χρόνια των μνημονίων και που δικαιούνται να πάρουν πίσω ένα μέρος από όσα έχασαν, τώρα που η χώρα μπήκε, να το ξαναπώ, χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ, σε μια κανονικότητα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο κι αν προσπαθεί να στρογγυλέψει τον προγραμματικό λόγο του, ετοιμάζεται να ξαναφέρει όλα όσα γνωρίσαμε ως δεξιά διακυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια: Εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οικονομικής ελίτ, διαφθορά και διασπάθιση του δημόσιου χρήματος υπέρ ημετέρων, ιδιωτικοποιήσεις στο χώρο της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης, της παιδείας, περιορισμό των ατομικών και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Σε όποιον τομέα από την οικονομία ως την παιδεία, από τον πολιτισμό ως την αγροτική πολιτική και από το προσφυγικό/μεταναστευτικό ως την οικολογία, οι διαφορές των δυο κομμάτων είναι, επιτρέψτε μου την έκφραση, χαώδεις.
Για το λόγο αυτό και ο Κ. Μητσοτάκης αποφεύγει, όπως ο διάβολος το λιβάνι, μια αντιπαράθεση με τον Αλέξη Τσίπρα, παρουσία δημοσιογράφων, επειδή ξέρει ότι όταν τα θέματα τεθούν στο τραπέζι, ένα προς ένα, η πολιτική του ατζέντα δεν θα είναι δυνατόν να κρυφτεί.
Πιστεύετε ότι η ψήφος στο ΚΙΝΑΛ ευνοεί τη Ν.Δ. περισσότερο ή τον ΣΥΡΙΖΑ;
Είναι προφανές ότι η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ είναι έτοιμη, όποτε χρειαστεί, να δώσει χείρα βοηθείας στη Ν.Δ. Η στάση τους στο Κοινοβούλιο την τελευταία τετραετία, με την σχεδόν πλήρη ευθυγράμμισή τους, το επιβεβαιώνει. Στις ομιλίες των στελεχών του περισσεύει ο αντι-ΣΥΡΙΖΑ λόγος, ενώ οι αναφορές στη Ν.Δ. είναι ελάχιστες. Η συγκυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου άφησε βαθιές πληγές στη φυσιογνωμία του ΚΙΝΑΛ που δεν θα επουλωθούν εύκολα. Ενώ η προεκλογική περίοδος είναι κατεξοχήν προνομιούχα για κάθε κόμμα να αναδείξει την ταυτότητα του, κλωτσούν για άλλη μια φορά την ευκαιρία να απογαλακτισθούν από τη δεξιά ιδεολογία. Είναι πραγματικά κρίμα να βλέπεις μια ιστορική παράταξη να ακολουθεί έναν τόσο αδιέξοδο δρόμο.
Δεδομένης της στάσης της Τουρκίας, που κλιμακώνει την πρόκληση, πιστεύετε πως μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να χειριστεί αποτελεσματικότερα την κατάσταση και να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Ελλάδας;
Θέλω να πιστεύω ότι απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις, κάθε κυβέρνηση και κάθε αντιπολίτευση θα σταθούν στοιχισμένες σε μια κοινή γραμμή. Όποιος παραβιάσει μια τέτοια ενότητα θα πρέπει να δεχθεί την απερίφραστη λαϊκή καταδίκη. Δεν μπορώ πάντως να μην υπογραμμίσω πως πλέον η χώρα μας, ύστερα από 4 χρόνια κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, από αποδιοπομπαίος τράγος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει μετατραπεί σε παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή. Επίσης δεν μπορώ να μην πω ότι η επίλυση της διένεξης με τη Βόρεια Μακεδονία, με τρόπο απολύτως επωφελή για τα εθνικά μας συμφέροντα, όχι μόνο ενίσχυσε τη διεθνή εικόνα της χώρας, αλλά επιπλέον μάς επιτρέπει να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας προς την ανατολή, χωρίς περισπασμούς στα υπόλοιπα σύνορά μας. Το λέγαμε και όταν υπογράφαμε τη Συμφωνία των Πρεσπών και δικαιωνόμαστε.
Η Ν.Δ. δίνει μεγάλη έμφαση στην ασφάλεια των πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ πώς προσεγγίζει τον πολίτη σε επίπεδο αντιμετώπισης φαινομένων μικροεγκληματικότητας που επηρεάζουν την καθημερινότητα;
Να ξεκαθαρίσω κάτι από την αρχή: Για εμάς στον ΣΥΡΙΖΑ, η ασφάλεια είναι βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, δίκαιο αιτούμενο και ως τέτοιο πρέπει να προστατεύεται από την Πολιτεία, εξ ίσου όπως όλα τα δικαιώματα και οι ελευθερίες. Το δίλημμα μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας, που επικαλούνται συντηρητικοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί, είναι ένα πλαστό και ανύπαρκτο δίλημμα. Δεν μπορεί να υπάρχει ασφάλεια σε μια ανελεύθερη συνθήκη ούτε ελευθερία σε ένα ανασφαλές περιβάλλον. Ο Διαφωτισμός τα έχει λύσει αυτά, εδώ και αιώνες, αλλά κάποιοι προσποιητά ενδύονται την ιστορική, φιλοσοφική, πολιτική άγνοια. Και όχι μόνο αναφορικά με την «καραμέλα» της ασφάλειας Η αόριστη επίκληση της έννοιας της ασφάλειας είναι ένα πρόταγμα της νέας Δεξιάς αντεπίθεσης σε όλες τις χώρες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υιοθετεί την ρητορική Τραμπ, τα επιχειρήματα της Λεπέν και του Όρμπαν, χωρίς να ενδιαφέρεται για τη συνέπειες που έχουν στη κοινωνική συνοχή τέτοιες θεωρήσεις. Τα διαδοχικά επιτεύγματα στον τουρισμό τα τελευταία χρόνια, όταν κάθε καλοκαίρι σπάμε το προηγούμενο ρεκόρ επισκεπτών στη χώρα μας, είναι η καλύτερη και απλούστερη απόδειξη πως όλα αυτά αποτελούν τερατολογίες με προφανείς προθέσεις. Εκτός αν κάποιος υποστηρίζει σοβαρά, πως οι τουρίστες συρρέουν κατά εκατομμύρια σε μια χώρα που έχει υποκύψει στην ανομία...
ΑΜΠΕ
«The New Daily Mail»
TheNewDailyMail
Παράλληλα σημειώνει πως όσο βελτιώνεται η οικονομία, τόσο περισσότερες δυνατότητες δημιουργούνται, ενώ μιλά και για τον κίνδυνο να ακυρωθούν οι θετικές παρεμβάσεις «αν αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι εμμονικοί οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού». Εκτιμά δε, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης «ετοιμάζεται να ξαναφέρει όλα όσα γνωρίσαμε ως δεξιά διακυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια».
Σε λίγες εβδομάδες ο λαός καλείται και πάλι στις κάλπες, μέσα σε ένα κλίμα που θεωρείται μάλλον βαρύ για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών. Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση αδικείται γιατί δεν πρόφτασε να εφαρμόσει το μείγμα εκείνο της πολιτικής, που θα αντέστρεφε υπέρ της το κλίμα; Είναι εφικτή η ανατροπή του αποτελέσματος της ευρωκάλπης;
O Πρωθυπουργός, αμέσως μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ανήγγειλε την επίσπευση των εθνικών εκλογών, θεωρώντας ότι ο ελληνικός λαός είναι αυτός που πρέπει άμεσα να έχει την ευθύνη των αποφάσεων για το μέλλον της χώρας. Ζητάμε, με δημοκρατική ευαισθησία, τη λαϊκή ετυμηγορία, καλούμε τους πολίτες να αποφασίσουν το πρόσημο της πολιτικής διακυβέρνησης για την επόμενη τετραετία, και, ναι, νομίζω ότι, επειδή πρόκειται πια για το μέλλον το δικό μας και των παιδιών μας, οι ψηφοφόροι θα προσέλθουν με άλλο προβληματισμό στις κάλπες. Το μήνυμα της δυσαρέσκειας δόθηκε, ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι το παίρνει, όσα έγιναν αυτά τα τέσσερα χρόνια και τα όσα σχεδιάζουμε, έχουν μπει στη ζυγαριά, καθώς και τα όσα έχει πράξει στο παρελθόν ως κυβέρνηση η Ν.Δ., αλλά και όσα προαναγγέλλει, έστω κι αν προσπαθεί να κρύψει πίσω από ωραίες, άδειες λέξεις, τις προθέσεις της. Αν οι πολίτες, δεν αφεθούν στα συνθήματα και στα fake news και, αναλογιστούν πάνω στις πραγματικές, πολύ βαθιές διαφορές μεταξύ των δυο κομμάτων εξουσίας, εκτιμώ ότι η ανατροπή του αποτελέσματος είναι απολύτως εφικτή.
Υπό τις σημερινές συνθήκες, που η χώρα έχει μπει σε μια τροχιά εξόδου από την κρίση, θεωρείτε πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να εφαρμόσει περισσότερα μέτρα ανακούφισης του λαού, χωρίς τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού;
Κατ΄ αρχάς να υπογραμμίσω αυτό που είπατε: Μια χώρα που βρίσκεται σήμερα σε τροχιά εξόδου από την κρίση, μια χώρα πλέον χωρίς μνημονιακή επιτήρηση. Αυτή η έξοδος από τα μνημόνια, που έγινε με πολύ βαρύ κόστος αλλά εν τέλει με την κοινωνία όρθια, δεν ήταν κάτι αυτονόητο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, με άδεια ταμεία, με μέρος της κοινωνίας σε ανθρωπιστική κρίση, με τους ξένους δανειστές να εκβιάζουν και να απειλούν. Ας θυμηθούμε ότι η ηγεσία της Ν.Δ. αλλά και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, επιχειρηματικά και μιντιακά συμφέροντα, υπήρξαν κατ΄ εξακολούθηση αρωγοί στις απαιτήσεις ξένων αξιωματούχων και κυβερνήσεων για επιπλέον μέτρα λιτότητας και ουδέποτε σύμμαχοι σε μια ενιαία στάση αντίστασης στις εξωφρενικές απαιτήσεις. Όλα αυτά αποτελούσαν την πραγματικότητα μέχρι πριν λίγους μήνες και χρειάστηκαν πολύ σκληρές διαπραγματεύσεις, σκληρές οικονομικές προσπάθειες, μείωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, για να βγούμε στο πρώτο ξέφωτο.
Δεν μπορούμε να τα ξεχνάμε όλα αυτά. Ποιοι φταίνε για τη θέση που είχαμε βρεθεί, πόσο δοκιμαστήκαμε και ποιοι έδωσαν τις μάχες. Πάμε στο σήμερα: Έχουμε διευθετήσει το δημόσιο χρέος δημιουργώντας για τα επόμενα 15 χρόνια έναν καθαρό διάδρομο ώστε να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μια ισχυρή και βιώσιμη παραγωγική βάση. Σε αυτό τα πλαίσιο και έχοντας δει τα δημοσιονομικά δεδομένα, εφαρμόσαμε, στο πλαίσιο του εφικτού, μέτρα ανακούφισης των πληγέντων από τα χρόνια των μνημονίων. Μειώσαμε τον ΕΝΦΙΑ κατά 10% μεσοσταθμικά για το 2019, 30% για τις χαμηλές και μεσαίες περιουσίες, προβήκαμε σε ρύθμιση 120 δόσεων για χρέη στην εφορία, διαγράφοντας μεγάλο μέρος των προσαυξήσεων των οφειλών, μειώσαμε τον ΦΠΑ στην εστίαση και στα τρόφιμα στο 13%, μειώσαμε τον ΦΠΑ στην ενέργεια, καταργήσαμε την αυτοτελή φορολόγηση ελεύθερων επαγγελματιών και τους εντάξαμε στην κλίμακα των μισθωτών (συντελεστής 1ου κλιμακίου: 22%), προβήκαμε σε σταδιακή μείωση του φόρου επιχειρήσεων από 29% σε 25%, αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό κατά 11% και για τους νέους κατά 27%, ψηφίσαμε την μη μείωση του αφορολόγητου, δεν εφαρμόσαμε τον κόφτη στις συντάξεις, υπάρχει μια σειρά ακόμα από νομοθετήσεις και αποφάσεις.
Μπορούν να γίνουν περισσότερο πράγματα; Χωρίς αμφιβολία, όσο η οικονομία βελτιώνεται, τόσο περισσότερες δυνατότητες δημιουργούνται. Μπορούν τα μέτρα αυτά να ακυρωθούν; Μπορούν, αν αναλάβουν τη διακυβέρνηση οι εμμονικοί οπαδοί του νεοφιλελευθερισμού που θεωρούν τα προνοιακά επιδόματα περιττά, την υγεία, την ασφάλιση και την παιδεία φιλέτο των αγορών, τους άνεργους τεμπέληδες, τα εργασιακά δικαιώματα, ακόμα και το πενθήμερο ή το οκτάωρο, εμπόδια που θα σαρώσουν ως οδοστρωτήρες.
Σε κάποιους τομείς η κυβέρνηση θα μπορούσε να είχε κάνει περισσότερα και δεν το έκανε λόγω οικονομικής αδυναμίας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας έβαζε όρια στο τι μπορούσε να γίνει, υποχρεώνοντάς μας σε υιοθέτηση μέτρων που δεν ανήκαν στην πολιτική μας ιδεολογία και δεν αντιστοιχούσαν στις ανάγκες των πολιτών. Στις καπιταλιστικές κοινωνίες ο πλούτος δεν κατανέμεται δίκαια, δεν λέω κάτι το πρωτότυπο εδώ, ακόμα και οι δεξιάς προέλευσης ψηφοφόροι το αντιλαμβάνονται. Για τον ΣΥΡΙΖΑ, η δίκαιη διανομή των κερδών από την εργασία αποτελεί αξιακό πρόταγμα, κάτι το οποίο, στις νέες συνθήκες που έχει μπει η χώρα, οφείλουμε και μπορούμε να το υπηρετήσουμε με συνέπεια. Είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο ζητάμε από τους πολίτες να μας δώσουν τη δυνατότητα, στη δεύτερη τετραετία, να ξεδιπλώσουμε την δική μας πολιτική ατζέντα.
Πιστεύετε ότι η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, οφείλεται στην οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, στο «ύφος» της εξουσίας ή είναι μείγμα και των δύο; Συμμερίζεστε όσα λέγονται περί αλαζονείας;
Η ήττα σε μια εκλογική αναμέτρηση οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Η οικονομική πολιτική είναι από τους πιο σημαντικούς, αλλά όχι ο μοναδικός. Δεν συμμερίζομαι τα περί γενικευμένης αλαζονείας. Νομίζω ότι τα υπαρκτά τέτοια κρούσματα ήταν εξαιρέσεις που μεγεθύνθηκαν εσκεμμένα. Όμως όντως, σημειώθηκαν συμπεριφορές που οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι υπήρξε απόσταση από την καθημερινότητα που βίωναν τα φτωχότερα και κυρίως τα μεσαία στρώματα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια έλλειψη γείωσης του κόμματος με την κοινωνία.
Έχοντας ως προτεραιότητα την σωτηρία της χώρας από την οικονομική κατάρρευση, δεν καταφέραμε να αφιερώσουμε αρκετές δυνάμεις στην προσπάθεια να γίνουν κυρίαρχες οι ιδέες της Αριστεράς, σε μια κοινωνία διαβρωμένη από τα πελατειακά δίκτυα, δεκαετιών, του δικομματισμού και εμποτισμένη από την φιλοδοξία του ατομικού, εύκολου, γρήγορου πλουτισμού, της ιδεολογίας της «αρπαχτής» που μιθριδατικά έχει κυριαρχήσει από την δεκαετία του ΄90 στην Ελλάδα.
Ο κοινωνικός μετασχηματισμός που ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει, μετά δυσκολίας μπόρεσε να κάνει τα πρώτα του βήματα και δεν πρόλαβε, δεν κατάφερε να αγκαλιαστεί από τον μοναδικό σύμμαχο που μπορούμε να έχουμε, τον λαό. Δεν παραβλέπω και πολλά άλλα λάθη που έγιναν, όμως νομίζω ότι το πρωτεύον πρόβλημα ήταν αυτό: Αποκοπήκαμε από τον λαϊκό κόσμο και ειδικά τον κόσμο των κινημάτων και των πλατειών και δεν καταφέραμε να δείξουμε καθαρά πόσο διαφέραμε από τους προηγούμενους. Σε αυτό βέβαια, ευθύνη φέρει και συντριπτική μερίδα των ΜΜΕ που μας επιτέθηκαν με κάθε τρόπο, με συστηματικές συκοφαντίες και με συνεπή εκ μέρους τους προσπάθεια διαστρέβλωσης των όποιων επιτευγμάτων του ΣΥΡΙΖΑ.
Λίγες εβδομάδες μετά τις ευρωεκλογές με το γνωστό αποτέλεσμα, γιατί οι πολίτες να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές; Και στην περίπτωση που δοθεί η λαϊκή εντολή για συνέχιση της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, ποιες θα είναι οι προτεραιότητες για τη νέα τετραετία;
Οι διαφορές στο πρόγραμμα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. είναι τεράστιες. Οι δικές μας προτεραιότητες είναι ο κόσμος της εργασίας, οι μη προνομιούχοι, τα μεσαία στρώματα που υπέφεραν τα χρόνια των μνημονίων και που δικαιούνται να πάρουν πίσω ένα μέρος από όσα έχασαν, τώρα που η χώρα μπήκε, να το ξαναπώ, χάρη στον ΣΥΡΙΖΑ, σε μια κανονικότητα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο κι αν προσπαθεί να στρογγυλέψει τον προγραμματικό λόγο του, ετοιμάζεται να ξαναφέρει όλα όσα γνωρίσαμε ως δεξιά διακυβέρνηση τα προηγούμενα χρόνια: Εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οικονομικής ελίτ, διαφθορά και διασπάθιση του δημόσιου χρήματος υπέρ ημετέρων, ιδιωτικοποιήσεις στο χώρο της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης, της παιδείας, περιορισμό των ατομικών και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Σε όποιον τομέα από την οικονομία ως την παιδεία, από τον πολιτισμό ως την αγροτική πολιτική και από το προσφυγικό/μεταναστευτικό ως την οικολογία, οι διαφορές των δυο κομμάτων είναι, επιτρέψτε μου την έκφραση, χαώδεις.
Για το λόγο αυτό και ο Κ. Μητσοτάκης αποφεύγει, όπως ο διάβολος το λιβάνι, μια αντιπαράθεση με τον Αλέξη Τσίπρα, παρουσία δημοσιογράφων, επειδή ξέρει ότι όταν τα θέματα τεθούν στο τραπέζι, ένα προς ένα, η πολιτική του ατζέντα δεν θα είναι δυνατόν να κρυφτεί.
Πιστεύετε ότι η ψήφος στο ΚΙΝΑΛ ευνοεί τη Ν.Δ. περισσότερο ή τον ΣΥΡΙΖΑ;
Είναι προφανές ότι η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ είναι έτοιμη, όποτε χρειαστεί, να δώσει χείρα βοηθείας στη Ν.Δ. Η στάση τους στο Κοινοβούλιο την τελευταία τετραετία, με την σχεδόν πλήρη ευθυγράμμισή τους, το επιβεβαιώνει. Στις ομιλίες των στελεχών του περισσεύει ο αντι-ΣΥΡΙΖΑ λόγος, ενώ οι αναφορές στη Ν.Δ. είναι ελάχιστες. Η συγκυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου άφησε βαθιές πληγές στη φυσιογνωμία του ΚΙΝΑΛ που δεν θα επουλωθούν εύκολα. Ενώ η προεκλογική περίοδος είναι κατεξοχήν προνομιούχα για κάθε κόμμα να αναδείξει την ταυτότητα του, κλωτσούν για άλλη μια φορά την ευκαιρία να απογαλακτισθούν από τη δεξιά ιδεολογία. Είναι πραγματικά κρίμα να βλέπεις μια ιστορική παράταξη να ακολουθεί έναν τόσο αδιέξοδο δρόμο.
Δεδομένης της στάσης της Τουρκίας, που κλιμακώνει την πρόκληση, πιστεύετε πως μία κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να χειριστεί αποτελεσματικότερα την κατάσταση και να υπερασπιστεί τα συμφέροντα της Ελλάδας;
Θέλω να πιστεύω ότι απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις, κάθε κυβέρνηση και κάθε αντιπολίτευση θα σταθούν στοιχισμένες σε μια κοινή γραμμή. Όποιος παραβιάσει μια τέτοια ενότητα θα πρέπει να δεχθεί την απερίφραστη λαϊκή καταδίκη. Δεν μπορώ πάντως να μην υπογραμμίσω πως πλέον η χώρα μας, ύστερα από 4 χρόνια κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, από αποδιοπομπαίος τράγος της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει μετατραπεί σε παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή. Επίσης δεν μπορώ να μην πω ότι η επίλυση της διένεξης με τη Βόρεια Μακεδονία, με τρόπο απολύτως επωφελή για τα εθνικά μας συμφέροντα, όχι μόνο ενίσχυσε τη διεθνή εικόνα της χώρας, αλλά επιπλέον μάς επιτρέπει να έχουμε στραμμένη την προσοχή μας προς την ανατολή, χωρίς περισπασμούς στα υπόλοιπα σύνορά μας. Το λέγαμε και όταν υπογράφαμε τη Συμφωνία των Πρεσπών και δικαιωνόμαστε.
Η Ν.Δ. δίνει μεγάλη έμφαση στην ασφάλεια των πολιτών. Ο ΣΥΡΙΖΑ πώς προσεγγίζει τον πολίτη σε επίπεδο αντιμετώπισης φαινομένων μικροεγκληματικότητας που επηρεάζουν την καθημερινότητα;
Να ξεκαθαρίσω κάτι από την αρχή: Για εμάς στον ΣΥΡΙΖΑ, η ασφάλεια είναι βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, δίκαιο αιτούμενο και ως τέτοιο πρέπει να προστατεύεται από την Πολιτεία, εξ ίσου όπως όλα τα δικαιώματα και οι ελευθερίες. Το δίλημμα μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας, που επικαλούνται συντηρητικοί δημοσιογράφοι και πολιτικοί, είναι ένα πλαστό και ανύπαρκτο δίλημμα. Δεν μπορεί να υπάρχει ασφάλεια σε μια ανελεύθερη συνθήκη ούτε ελευθερία σε ένα ανασφαλές περιβάλλον. Ο Διαφωτισμός τα έχει λύσει αυτά, εδώ και αιώνες, αλλά κάποιοι προσποιητά ενδύονται την ιστορική, φιλοσοφική, πολιτική άγνοια. Και όχι μόνο αναφορικά με την «καραμέλα» της ασφάλειας Η αόριστη επίκληση της έννοιας της ασφάλειας είναι ένα πρόταγμα της νέας Δεξιάς αντεπίθεσης σε όλες τις χώρες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υιοθετεί την ρητορική Τραμπ, τα επιχειρήματα της Λεπέν και του Όρμπαν, χωρίς να ενδιαφέρεται για τη συνέπειες που έχουν στη κοινωνική συνοχή τέτοιες θεωρήσεις. Τα διαδοχικά επιτεύγματα στον τουρισμό τα τελευταία χρόνια, όταν κάθε καλοκαίρι σπάμε το προηγούμενο ρεκόρ επισκεπτών στη χώρα μας, είναι η καλύτερη και απλούστερη απόδειξη πως όλα αυτά αποτελούν τερατολογίες με προφανείς προθέσεις. Εκτός αν κάποιος υποστηρίζει σοβαρά, πως οι τουρίστες συρρέουν κατά εκατομμύρια σε μια χώρα που έχει υποκύψει στην ανομία...
ΑΜΠΕ
«The New Daily Mail»
TheNewDailyMail
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κόκκινα δάνεια: Στις τράπεζες 100.000 ακίνητα οφειλετών έως το 2021
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ