2019-06-16 23:55:52
Ο γιος του παπουτσή από τα Φιλιατρά που άνοιξε δρόμους με την Τέχνη του - Έφτιαξε έναν ιδιότυπο εικαστικό κόσμο κατασκευάζοντας έργα με κομμάτια από αφίσες και γλυπτά με
δυσδιάκριτα όρια με την ζωγραφική - Το έργο του αποθεώθηκε από τους Γάλλους και τους Νέους Ρεαλιστές, ενώ εκπροσώπησε τη χώρα μας στην Μπιενάλε της Βενετίας
Δεν χώρεσε ποτέ σε καλούπια και ρεύματα, άνοιξε δρόμους συνδέοντας τα πιο καθημερινά υλικά σε υψηλές συνθέσεις, διανθίζοντας τον εικαστικό κόσμο με χρώματα και πρώτες ύλες και προσδίδοντας, όπως είχε πει γι αυτόν ο σπουδαίος Κλόντ Ριβιέρ «μια εξαιρετική αξία ύλης και χρώματος».
Από τη δεκαετία του '60 ο διεθνής αλλά πάντοτε δικός μας Pavlos - ή κατα κόσμον Παύλος Διονυσόπουλος - έχοντας την ευρωπαϊκή απάντηση στα αμερικανικά αφαιρετικά κολάζ έφτιαξε έναν ιδιότυπο εικαστικό κόσμο κατασκευάζοντας έργα με κομμάτια από αφίσες, κομμένες στο massicot και προσδίδοντας σε αυτές όγκο και δύναμη - καθώς και πρωτότυπα γλυπτά που έσπασαν τα όρια γλυπτού και ζωγραφικού έργου.
Οι Γάλλοι που ανακαλύπτουν το πρώιμο έργο του, στις αρχές της δεκαετίας του '60, με τις περίφημες massicotees αφίσες (δηλαδή αφίσες κομμένες σε λωρίδες) στο Σαλόνι των Realites Nouvelles παραληρούν και του δίνουν την αφορμή να ξεκινήσει μια διεθνή καριέρα με αρχή την πρώτη ατομική του στο Παρίσι και αργότερα σε ολόκληρο τον κόσμο φτιάχνοντας τον πολυδιάστατο κόσμο του.
Παρότι συνδέθηκε με τους Νέους Ρεαλιστές και το κίνημα της ποπ αρτ ο ίδιος, ωστόσο, δεν ταυτίστηκε ποτέ απόλυτα μαζί τους ξέροντας πως το κάθετι δίπλα του μπορεί να δώσει αφορμή για να φτιαχτεί άλλος ένας δικός του, πολύχρωμος κόσμος. «Νομίζαμε πως όλα είχαν λεχθεί σχετικά με την αφίσα, μέχρι που εμφανίστηκε ο Παύλος», είχε πει τότε η εμβληματική μορφή των Νέων Ρεαλιστών και κορυφαίος κριτικός τέχνης ο Πιερ Ρεστανί ο οποίος συνδέθηκε μαζί του και ανέδειξε το έργο του. Πρόλαβε, άλλωστε, να τον κάνει γνωστό σε κύκλους διάσημων εικαστικών από τον Φράνσις Μπέικον έως τον Ζαν Τιγκελί και τον Τζιακομέτι.
Ο Pavlos εκμεταλλεύτηκε τις θεωρίες του Ντελέζ για το pli, τις δημιουργικές ιδέες των Αμερικανών για τα κολάζ αλλά δεν ξέχασε ποτέ την απέραντη όψη των χρωμάτων, της θάλασσας και του κόσμου της πατρίδας του. Κρατώντας τα πρώτα μαθήματα του Μόραλη για τη σχέση του φωτός με το έργο συνομίλησε με οτιδήποτε περνούσε μπροστά του και μπορούσε να κεντρίζει το πάντοτε ανήσυχο πνεύμα του: δέντρα, κολόνες, νεκρές φύσεις και απλά αντικείμενα τα οποία ανέδειξε μοναδικά σε συνθέσεις όπως γραβάτες, σακάκια, κρεμασμένα σε καρέκλες πουκάμισα, τασάκια.
Χαρακτηριστικό του ήταν πάντοτε οι λωρίδες και το σύρμα που ανέδειξε τα περίτεχνα γλυπτά του. Το 1968, τη χρονιά που στο Παρίσι επικρατούν τα επαναστατικά ρεύματα, οι Νέοι Ρεαλιστές, ο Τιγκελί και τα τέκνα των σουρεαλιστών ο Παύλος αντίθετα επιλέγει τον δρόμο της απλότητας στήνοντας τέσσερις κολώνες φτιαγμένες από χαρτί massicot στην γκαλερί Ileana Sonnabend και ενθουσιάζοντας το κοινό και τους κριτικούς.
Το 1972 παρουσιάστηκε η πρώτη αναδρομική του έκθεση στο Kunstverein, στο Αννόβερο, ενώ, το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, όντας προσκεκλημένος μαζί με τους James Rosenquist, Soto, P.O. Hultvedt και άλλους καλλιτέχνες, παρουσίασε το «Δάσος» του, στο Φεστιβάλ του Παρισιού.
Η επόμενη δεκαετία του '70 είναι η δική του αφού το όνομα του γίνεται γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Το άλλοτε φτωχό παιδί από τα Φιλιατρά, γιος ενός παπουτσή που κέρδισε την κρατική υποτροφία και έφυγε γεμάτος όνειρα για το Παρίσι, έγινε το κατεξοχήν όνομα της πρωτοπορίας χωρίς όμως να ξεχάσει ποτέ την καταγωγή του. Απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών γνώριζε καλά τόσο την ελληνική τέχνη, όσο και την ξένη avant-garde.
Επέστρεφε πάντοτε στη χώρα του για περιοδικές εκθέσεις επιμένοντας πως είμαι «ένας άνθρωπος που κάνει αυτό που κάνει, χωρίς να θέτει πολλά ερωτήματα στον εαυτό του. Έτσι όμως που είναι η ζωή, τα ερωτήματα αυτά τίθενται εκ των πραγμάτων από μόνα τους».
Το 1980 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας με μια εγκατάσταση έργων του σε boldluc (η κορδέλα με την οποία δένουν τα πακέτα), κάτι που προκάλεσε ενθουσιασμό. Το ίδιο έγινε και με τις νεκρές φύσεις του, τα παράδοξα γλυπτά και τις παράξενες κατασκευές κάνοντας ακόμα και μια διεθνή εταιρεία όπως η Air France να εμπνευστεί τη διαφημιστική της καμπάνια από το έργο του. Γνωρίζοντας καλά τον τρόπο που λειτουργεί η υψηλή τέχνη αλλά και η προώθηση, δεν αρνήθηκε να συμβάλει και ο ίδιος στην παραγωγή κάθε πρωτότυπης καμπάνιας δουλεύοντας ως διαφημιστής.
«Ο μάγος Παύλος μας προκαλεί να ονειρευτούμε» επέμενε ο Ρεστανί στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και δεν έπεσε έξω. Πάντοτε αισιόδοξος, καταφατικός και με αμέριστη όρεξη για ζωή ο Pavlos, ήταν, όπως έλεγε και ο ίδιος «ένας καλλιτέχνης full time». Ακμαίος μέχρι τέλους δεν έπαψε να εργάζεται και να οργανώνει εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό - όπως την περίφημη αναδρομική στο Μαϊάμι τη δεκαετία του '90.
Πέθανε πλήρης ημερών-ένας άνθρωπος που αγάπησε την τέχνη και όργωσε τη ζωή, ο δικός μας, ο αξεπέραστος και αξέχαστος διεθνής Pavlos.
anatakti
δυσδιάκριτα όρια με την ζωγραφική - Το έργο του αποθεώθηκε από τους Γάλλους και τους Νέους Ρεαλιστές, ενώ εκπροσώπησε τη χώρα μας στην Μπιενάλε της Βενετίας
Δεν χώρεσε ποτέ σε καλούπια και ρεύματα, άνοιξε δρόμους συνδέοντας τα πιο καθημερινά υλικά σε υψηλές συνθέσεις, διανθίζοντας τον εικαστικό κόσμο με χρώματα και πρώτες ύλες και προσδίδοντας, όπως είχε πει γι αυτόν ο σπουδαίος Κλόντ Ριβιέρ «μια εξαιρετική αξία ύλης και χρώματος».
Από τη δεκαετία του '60 ο διεθνής αλλά πάντοτε δικός μας Pavlos - ή κατα κόσμον Παύλος Διονυσόπουλος - έχοντας την ευρωπαϊκή απάντηση στα αμερικανικά αφαιρετικά κολάζ έφτιαξε έναν ιδιότυπο εικαστικό κόσμο κατασκευάζοντας έργα με κομμάτια από αφίσες, κομμένες στο massicot και προσδίδοντας σε αυτές όγκο και δύναμη - καθώς και πρωτότυπα γλυπτά που έσπασαν τα όρια γλυπτού και ζωγραφικού έργου.
Οι Γάλλοι που ανακαλύπτουν το πρώιμο έργο του, στις αρχές της δεκαετίας του '60, με τις περίφημες massicotees αφίσες (δηλαδή αφίσες κομμένες σε λωρίδες) στο Σαλόνι των Realites Nouvelles παραληρούν και του δίνουν την αφορμή να ξεκινήσει μια διεθνή καριέρα με αρχή την πρώτη ατομική του στο Παρίσι και αργότερα σε ολόκληρο τον κόσμο φτιάχνοντας τον πολυδιάστατο κόσμο του.
Παρότι συνδέθηκε με τους Νέους Ρεαλιστές και το κίνημα της ποπ αρτ ο ίδιος, ωστόσο, δεν ταυτίστηκε ποτέ απόλυτα μαζί τους ξέροντας πως το κάθετι δίπλα του μπορεί να δώσει αφορμή για να φτιαχτεί άλλος ένας δικός του, πολύχρωμος κόσμος. «Νομίζαμε πως όλα είχαν λεχθεί σχετικά με την αφίσα, μέχρι που εμφανίστηκε ο Παύλος», είχε πει τότε η εμβληματική μορφή των Νέων Ρεαλιστών και κορυφαίος κριτικός τέχνης ο Πιερ Ρεστανί ο οποίος συνδέθηκε μαζί του και ανέδειξε το έργο του. Πρόλαβε, άλλωστε, να τον κάνει γνωστό σε κύκλους διάσημων εικαστικών από τον Φράνσις Μπέικον έως τον Ζαν Τιγκελί και τον Τζιακομέτι.
Ο Pavlos εκμεταλλεύτηκε τις θεωρίες του Ντελέζ για το pli, τις δημιουργικές ιδέες των Αμερικανών για τα κολάζ αλλά δεν ξέχασε ποτέ την απέραντη όψη των χρωμάτων, της θάλασσας και του κόσμου της πατρίδας του. Κρατώντας τα πρώτα μαθήματα του Μόραλη για τη σχέση του φωτός με το έργο συνομίλησε με οτιδήποτε περνούσε μπροστά του και μπορούσε να κεντρίζει το πάντοτε ανήσυχο πνεύμα του: δέντρα, κολόνες, νεκρές φύσεις και απλά αντικείμενα τα οποία ανέδειξε μοναδικά σε συνθέσεις όπως γραβάτες, σακάκια, κρεμασμένα σε καρέκλες πουκάμισα, τασάκια.
Χαρακτηριστικό του ήταν πάντοτε οι λωρίδες και το σύρμα που ανέδειξε τα περίτεχνα γλυπτά του. Το 1968, τη χρονιά που στο Παρίσι επικρατούν τα επαναστατικά ρεύματα, οι Νέοι Ρεαλιστές, ο Τιγκελί και τα τέκνα των σουρεαλιστών ο Παύλος αντίθετα επιλέγει τον δρόμο της απλότητας στήνοντας τέσσερις κολώνες φτιαγμένες από χαρτί massicot στην γκαλερί Ileana Sonnabend και ενθουσιάζοντας το κοινό και τους κριτικούς.
Το 1972 παρουσιάστηκε η πρώτη αναδρομική του έκθεση στο Kunstverein, στο Αννόβερο, ενώ, το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, όντας προσκεκλημένος μαζί με τους James Rosenquist, Soto, P.O. Hultvedt και άλλους καλλιτέχνες, παρουσίασε το «Δάσος» του, στο Φεστιβάλ του Παρισιού.
Η επόμενη δεκαετία του '70 είναι η δική του αφού το όνομα του γίνεται γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Το άλλοτε φτωχό παιδί από τα Φιλιατρά, γιος ενός παπουτσή που κέρδισε την κρατική υποτροφία και έφυγε γεμάτος όνειρα για το Παρίσι, έγινε το κατεξοχήν όνομα της πρωτοπορίας χωρίς όμως να ξεχάσει ποτέ την καταγωγή του. Απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών γνώριζε καλά τόσο την ελληνική τέχνη, όσο και την ξένη avant-garde.
Επέστρεφε πάντοτε στη χώρα του για περιοδικές εκθέσεις επιμένοντας πως είμαι «ένας άνθρωπος που κάνει αυτό που κάνει, χωρίς να θέτει πολλά ερωτήματα στον εαυτό του. Έτσι όμως που είναι η ζωή, τα ερωτήματα αυτά τίθενται εκ των πραγμάτων από μόνα τους».
Το 1980 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας με μια εγκατάσταση έργων του σε boldluc (η κορδέλα με την οποία δένουν τα πακέτα), κάτι που προκάλεσε ενθουσιασμό. Το ίδιο έγινε και με τις νεκρές φύσεις του, τα παράδοξα γλυπτά και τις παράξενες κατασκευές κάνοντας ακόμα και μια διεθνή εταιρεία όπως η Air France να εμπνευστεί τη διαφημιστική της καμπάνια από το έργο του. Γνωρίζοντας καλά τον τρόπο που λειτουργεί η υψηλή τέχνη αλλά και η προώθηση, δεν αρνήθηκε να συμβάλει και ο ίδιος στην παραγωγή κάθε πρωτότυπης καμπάνιας δουλεύοντας ως διαφημιστής.
«Ο μάγος Παύλος μας προκαλεί να ονειρευτούμε» επέμενε ο Ρεστανί στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και δεν έπεσε έξω. Πάντοτε αισιόδοξος, καταφατικός και με αμέριστη όρεξη για ζωή ο Pavlos, ήταν, όπως έλεγε και ο ίδιος «ένας καλλιτέχνης full time». Ακμαίος μέχρι τέλους δεν έπαψε να εργάζεται και να οργανώνει εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό - όπως την περίφημη αναδρομική στο Μαϊάμι τη δεκαετία του '90.
Πέθανε πλήρης ημερών-ένας άνθρωπος που αγάπησε την τέχνη και όργωσε τη ζωή, ο δικός μας, ο αξεπέραστος και αξέχαστος διεθνής Pavlos.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η Φενέρμπαχτσε "πνίγεται" στα χρέη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ