2019-09-02 09:46:58
Του Νικολάου Αθ. Μπλάνη Αντιστράτηγου Αστυνομίας ε.α.
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 88/2019 η τοποθέτηση των νεοεξερχομένων Υπαστυνόμων Β’ στις Διευθύνσεις Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, Μεταγωγών-Δικαστηρίων και Άμεσης Δράσης γίνεται κατ΄εξαίρεση με ονομαστική επιλογή από επιτροπή, κατ΄εφαρμογή υπηρεσιακών κριτηρίων. Αντίστοιχες ρυθμίσεις ισχύουν και για τους Αστυφύλακες.
2. Οι εν λόγω ρυθμίσεις προκάλεσαν τις εύλογες αντιδράσεις και αμφισβητήσεις για την ακεραιότητα και αξιοκρατία της όλης διαδικασίας και του τρόπου στελέχωσης των Υπηρεσιών. Και πως να μη συμβεί κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που γίνεται λόγος για ονομαστική επιλογή από επιτροπή κατ’ εφαρμογή υπηρεσιακών κριτηρίων, χωρίς να ορίζονται ειδικότερα αυτά ούτε η σχετική διαδικασία. Γενικώς ως υπηρεσιακά κριτήρια νοούνται σύμφωνα με τις διατάξεις (άρθρο 2 παρ.4) εκείνα που συνδέονται με υπηρεσιακές ανάγκες, όπως η προϋπηρεσία σε ορισμένες Υπηρεσίες, η εμπειρία, οι ειδικές γνώσεις, η υπηρεσιακή απόδοση και η πειθαρχικότητα
. Το βασικό κριτήριο, που έχει ο νεοεξερχόμενος, είναι η επίδοση (σειρά αποφοίτησης από τη Σχολή), η τυχόν προϋπηρεσία (αν προέρχεται από το Σώμα) και οι ειδικές γνώσεις (π.χ. πτυχιούχος κ.λ.π.). Τα εν λόγω κριτήρια είναι ακριβώς αυτά, που αγνοούνται και δεν λαμβάνονται υπόψη. Επίσης ούτε η επιθυμία-προτίμηση λαμβάνεται υπόψη. Αποτέλεσμα αυτών είναι η δημιουργία ενός κλίματος αβεβαιότητας και καχυποψίας μεταξύ των νέων αστυνομικών. Και εν τέλει η καταστρατήγηση του γράμματος και του πνεύματος των διατάξεων.
3. Φαίνεται ότι σκοπός των εν λόγω ρυθμίσεων είναι να αποκλειστούν εκ των προτέρων και χωρίς καμιά αξιολόγηση οι γυναίκες από τις εν λόγω Υπηρεσίες. Το μόνο κριτήριο, που στην ουσία λαμβάνεται υπόψη, είναι το φύλο. Και πράγματι αυτό έγινε στην πράξη. Καμιά γυναίκα δεν τοποθετήθηκε στις εν λόγω Υπηρεσίες. Και αυτό συνιστά προκατάληψη και «λόγω φύλου κοινωνικό παραγκωνισμό». Στους περίπου 55 αξιωματικούς που «επελέγησαν» δεν υπάρχουν γυναίκες. Ούτε για…«ξεκάρφωμα». Δεν τηρήθηκαν τα προσχήματα. Και αυτό συνιστά κακή εφαρμογή των διατάξεων και ανεπίτρεπτη διάκριση σε βάρος των γυναικών. Και εδώ γεννάται το ερώτημα δεν υπήρχαν κατάλληλες γυναίκες. Προφανώς και υπάρχουν. Και αυτό το αποδεικνύει το γεγονός, ότι στις περιπτώσεις που γίνεται εκπαίδευση στο Κ.Ε.Α.Π. της Ρεντίνας, πολλές γυναίκες έχουν καλύτερες επιδόσεις από του άνδρες.
4. Εξάλλου η εν λόγω πρακτική είναι παράλογη και ατελέσφορη. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπως η σωματική έρευνα, η συνοδεία κ.λ.π γυναίκας, που ο νόμος και η δεοντολογία επιβάλλει την παρουσία γυναίκας αστυνομικού. Επομένως και στις εν λόγω Υπηρεσίες είναι αναγκαία η παρουσία γυναικών αστυνομικών. Από την άλλη μεριά, με τον αποκλεισμό των γυναικών από τις Υπηρεσίες αυτές, παρατηρείται «συνωστισμός» αυτών σε Αστυνομικά Τμήματα.
5. Η ρύθμιση και η πρακτική αυτή δεν εναρμονίζεται προς το άρθρο 4 παρ. 2 του Συντάγματος, το Κοινοτικό Δίκαιο (Οδηγία 76/207/ΕΟΚ) και τη Διεθνή Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (ν.1342/1983), που επιτάσσει (Σ.τ.Ε. 1933/1998) όχι απλώς την τυπική, αλλά την ουσιαστική ή πραγματική ισότητα. Τη νομολογία του Σ.τ.Ε., αλλά και του ΔΕΚ (υπόθ. C –158/97, Badeck) αποδέχεται και παρακοντίζει η συνταγματική διάταξη (αναθεώρηση 2001) του άρθρου 116 παρ. 2, με την οποία παρέχεται πλέον ρητή συνταγματική βάση στον κοινό νομοθέτη για τη λήψη θετικών μέτρων που κατατείνουν στην αποκατάσταση υφισταμένων ανισοτήτων σε βάρος των γυναικών.
6. Κατά συνέπεια η διοίκηση σε κάθε περίπτωση οφείλει να επιδιώκει την ουσιαστική ισότητα των φύλων με την συμμετοχή και του γυναικείου αστυνομικού προσωπικού στα κάθε είδους συλλογικά όργανα, υπηρεσίες και δραστηριότητες στα πλαίσια και της αρχής της αναλογικότητας, προβαίνοντας ταυτόχρονα στη θέσπιση των αναγκαίων νομοθετικών ρυθμίσεων προς την κατεύθυνση αυτή. Σε κάθε περίπτωση επιβάλλεται η τροποποίηση και βελτίωση των διατάξεων, ώστε να μην υπάρχει σύγχυση και κακή ερμηνεία και εφαρμογή αυτών.
staratalogia
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 88/2019 η τοποθέτηση των νεοεξερχομένων Υπαστυνόμων Β’ στις Διευθύνσεις Αστυνομικών Επιχειρήσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, Μεταγωγών-Δικαστηρίων και Άμεσης Δράσης γίνεται κατ΄εξαίρεση με ονομαστική επιλογή από επιτροπή, κατ΄εφαρμογή υπηρεσιακών κριτηρίων. Αντίστοιχες ρυθμίσεις ισχύουν και για τους Αστυφύλακες.
2. Οι εν λόγω ρυθμίσεις προκάλεσαν τις εύλογες αντιδράσεις και αμφισβητήσεις για την ακεραιότητα και αξιοκρατία της όλης διαδικασίας και του τρόπου στελέχωσης των Υπηρεσιών. Και πως να μη συμβεί κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που γίνεται λόγος για ονομαστική επιλογή από επιτροπή κατ’ εφαρμογή υπηρεσιακών κριτηρίων, χωρίς να ορίζονται ειδικότερα αυτά ούτε η σχετική διαδικασία. Γενικώς ως υπηρεσιακά κριτήρια νοούνται σύμφωνα με τις διατάξεις (άρθρο 2 παρ.4) εκείνα που συνδέονται με υπηρεσιακές ανάγκες, όπως η προϋπηρεσία σε ορισμένες Υπηρεσίες, η εμπειρία, οι ειδικές γνώσεις, η υπηρεσιακή απόδοση και η πειθαρχικότητα
3. Φαίνεται ότι σκοπός των εν λόγω ρυθμίσεων είναι να αποκλειστούν εκ των προτέρων και χωρίς καμιά αξιολόγηση οι γυναίκες από τις εν λόγω Υπηρεσίες. Το μόνο κριτήριο, που στην ουσία λαμβάνεται υπόψη, είναι το φύλο. Και πράγματι αυτό έγινε στην πράξη. Καμιά γυναίκα δεν τοποθετήθηκε στις εν λόγω Υπηρεσίες. Και αυτό συνιστά προκατάληψη και «λόγω φύλου κοινωνικό παραγκωνισμό». Στους περίπου 55 αξιωματικούς που «επελέγησαν» δεν υπάρχουν γυναίκες. Ούτε για…«ξεκάρφωμα». Δεν τηρήθηκαν τα προσχήματα. Και αυτό συνιστά κακή εφαρμογή των διατάξεων και ανεπίτρεπτη διάκριση σε βάρος των γυναικών. Και εδώ γεννάται το ερώτημα δεν υπήρχαν κατάλληλες γυναίκες. Προφανώς και υπάρχουν. Και αυτό το αποδεικνύει το γεγονός, ότι στις περιπτώσεις που γίνεται εκπαίδευση στο Κ.Ε.Α.Π. της Ρεντίνας, πολλές γυναίκες έχουν καλύτερες επιδόσεις από του άνδρες.
4. Εξάλλου η εν λόγω πρακτική είναι παράλογη και ατελέσφορη. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπως η σωματική έρευνα, η συνοδεία κ.λ.π γυναίκας, που ο νόμος και η δεοντολογία επιβάλλει την παρουσία γυναίκας αστυνομικού. Επομένως και στις εν λόγω Υπηρεσίες είναι αναγκαία η παρουσία γυναικών αστυνομικών. Από την άλλη μεριά, με τον αποκλεισμό των γυναικών από τις Υπηρεσίες αυτές, παρατηρείται «συνωστισμός» αυτών σε Αστυνομικά Τμήματα.
5. Η ρύθμιση και η πρακτική αυτή δεν εναρμονίζεται προς το άρθρο 4 παρ. 2 του Συντάγματος, το Κοινοτικό Δίκαιο (Οδηγία 76/207/ΕΟΚ) και τη Διεθνή Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (ν.1342/1983), που επιτάσσει (Σ.τ.Ε. 1933/1998) όχι απλώς την τυπική, αλλά την ουσιαστική ή πραγματική ισότητα. Τη νομολογία του Σ.τ.Ε., αλλά και του ΔΕΚ (υπόθ. C –158/97, Badeck) αποδέχεται και παρακοντίζει η συνταγματική διάταξη (αναθεώρηση 2001) του άρθρου 116 παρ. 2, με την οποία παρέχεται πλέον ρητή συνταγματική βάση στον κοινό νομοθέτη για τη λήψη θετικών μέτρων που κατατείνουν στην αποκατάσταση υφισταμένων ανισοτήτων σε βάρος των γυναικών.
6. Κατά συνέπεια η διοίκηση σε κάθε περίπτωση οφείλει να επιδιώκει την ουσιαστική ισότητα των φύλων με την συμμετοχή και του γυναικείου αστυνομικού προσωπικού στα κάθε είδους συλλογικά όργανα, υπηρεσίες και δραστηριότητες στα πλαίσια και της αρχής της αναλογικότητας, προβαίνοντας ταυτόχρονα στη θέσπιση των αναγκαίων νομοθετικών ρυθμίσεων προς την κατεύθυνση αυτή. Σε κάθε περίπτωση επιβάλλεται η τροποποίηση και βελτίωση των διατάξεων, ώστε να μην υπάρχει σύγχυση και κακή ερμηνεία και εφαρμογή αυτών.
staratalogia
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Και βράδυ ο Φερεντίνος...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ