2019-09-04 11:05:31
Ακόμη και η παροχή στέγης σε πρόσφυγες και μετανάστες σε διαμερίσματα, προσφέρεται αποκομμένη από οποιαδήποτε άλλη κοινωνική δράση που να υπηρετεί την κοινωνική ενσωμάτωση -απουσία μαθημάτων εκμάθησης ελληνικής γλώσσας, ανάπτυξης δεξιοτήτων στο πλαίσιο της διοχέτευσής τους στην αγορά εργασίας- οπότε οδηγεί σε παροχή καλύτερου καταλύματος, συγκριτικά με τους καταυλισμούς, αλλά δεν είναι επαρκές καθώς λειτουργεί σαν μια διαδικασία απόκρυψης του προβλήματος παρά υποστήριξης της κοινωνικής τους αυτονόμησης.
Αρκεί από μόνη της η φιλοξενία για την ένταξη ευάλωτων ομάδων ή μήπως αποτελεί ένα πρόσχημα; Τι προδίδει για την τύχη που επιφυλάσσεται στους πρόσφυγες από την Ε.Ε και τη χώρα μας η μέχρι σήμερα διαχείριση του προσφυγικού;
Και μήπως αυτή η αλυσιτελής πολιτική, που δεν προσβλέπει στην ένταξη των κυνηγημένων στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, επιτελεί τελικά τον σκοπό της, που δεν είναι άλλος από το να περνάει το μήνυμα της αποτροπής αυτών των ανθρώπων από την είσοδό τους στην Ευρώπη - φρούριο;
Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα στα οποία απαντά ο μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Νίκος Κουραχάνης στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Πολιτικές Στέγασης Προσφύγων. Προς την κοινωνική ενσωμάτωση ή την προνοιακή εξάρτηση;», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Τόπος».
Ο κοινωνικός επιστήμονας ερεύνησε διαφορετικές μορφές φιλοξενίας προσφύγων, είτε σε χώρους πρώτης υποδοχής και ταυτοποίησης (hot spots) και τους καταυλισμούς, μια στεγαστική πολιτική που ασκεί το ελληνικό κράτος, είτε σε διαμερίσματα μέσω του προγράμματος ΕΣΤΙΑ που διαχειρίζεται η Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, είτε ακόμη στις καταλήψεις στέγης από αλληλέγγυους στους πρόσφυγες πολίτες, σε μια προσπάθεια αφενός να αναδείξουν τις αδιέξοδες πολιτικές της Ε.Ε. και αφετέρου να προτείνουν ένα εναλλακτικό παράδειγμα στεγαστικής επιβίωσης.
Ομως, όπως υποστηρίζει, τοποθετώντας τη συζήτηση σε ένα επιστημονικό πλαίσιο, «η κοινωνική ενσωμάτωση είναι μια έννοια πολύ ευρύτερη από την απλή παροχή ενός καταλύματος. Και παίρνει πολλές μορφές που θα μπορούσαν να είναι από την εκμάθηση της γλώσσας, που με τη σειρά της θα διευκόλυνε την κοινωνική συναναστροφή, την πολιτισμική αλληλεπίδραση και εξοικείωση με την κοινωνία υποδοχής, μέχρι την ανάπτυξη δεξιοτήτων που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την προώθηση δράσεων και ευκαιριών απασχόλησης.
»Από μόνη της η παροχή στέγασης, παρότι αποτελεί βασική προϋπόθεση, καθίσταται ανεπαρκής για την επίτευξη της κοινωνικής ενσωμάτωσης. Αντίθετα αυτό που διαφαίνεται στις ευρωπαϊκές και εγχώριες πολιτικές για τους πρόσφυγες είναι ότι η στέγαση αφενός δεν γίνεται με έναν αξιοπρεπή τρόπο, καθώς το κύριο βάρος πέφτει στα hot spots και στους καταυλισμoύς, ενώ ακόμη και ο ανεπαρκής τρόπος δεν πλαισιώνεται από δράσεις κοινωνικής υποστήριξης ώστε να προωθηθεί η ενσωμάτωση.
»Αυτό που βλέπουμε είναι ότι το υφιστάμενο πλαίσιο στεγαστικών πολιτικών τους οδηγεί σε μια συνθήκη προνοιακής εξάρτησης, δηλαδή εφόσον δεν υπάρχουν δράσεις ενδυνάμωσης που να οδηγούν στην κοινωνική αυτονόμηση, αυτοί οι άνθρωποι καθίστανται εξαρτημένοι από τις προσφερόμενες παροχές, οι οποίες απλώς τους βοηθούν να μην πεθάνουν... Και αυτό όχι πάντα», λέει στην «Εφ.Συν.», δίνοντας το περίγραμμα των συμπερασμάτων στα οποία κατέληξαν οι έρευνές του.
Μέχρι τον περσινό Δεκέμβρη, οπότε και αναφέρονται τα στοιχεία που καταγράφονται στο βιβλίο στον σχετικό χάρτη, παρουσιάζονται κέντρα πρώτης υποδοχής και ταυτοποίησης (hot spots) στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και σχεδόν τετραπλάσιοι καταυλισμοί στην υπόλοιπη χώρα, με τους περισσότερους να εντοπίζονται στην Αττική και την Κεντρική Μακεδονία.
● Ποιες είναι οι βασικές διαπιστώσεις των μελετών σας;
Τόσο στα hot spots όσο και στους καταυλισμούς, με στεγαστικούς όρους διαπιστώνονται συνθήκες υπερπληρότητας, με τον πραγματικό πληθυσμό να είναι συχνά υπερδιπλάσιος των θέσεων φιλοξενίας.
Και μιλάμε για κάποιους πληθυσμούς που είναι ήδη ευάλωτοι και έχουν ανάγκη πρόσθετης κοινωνικής και ιατρικής περίθαλψης, δεδομένου ότι έχουν μετατραυματικό σοκ, είναι διωκόμενοι από πολέμους, έχουν περάσει δύσκολα, έχουν βιώσει τις πρακτικές των δικτύων διακινητών καθιστώντας τους ευάλωτους.
Η διαβίωση σε τέτοιες στεγαστικές συνθήκες διογκώνει και επιτείνει την όποια πρόσθετη κοινωνική μειονεξία διαθέτουν. Συνθήκες οι οποίες είναι κακές όχι λόγω ανικανότητας διαχείρισης του προσφυγικού, αλλά εξαιτίας εγγενών πολιτικών επιδιώξεων.
Δεν είναι τυχαία συνθήκη η αδυναμία διαχείρισης των προσφυγικών ροών, αλλά εντάσσεται στην προσπάθεια να τις αποτρέψει καθιστώντας μη αξιοβίωτη τη διαβίωση όσων προσφύγων δεν πνίγηκαν στα νερά του Αιγαίου. Κάτι το οποίο θεμελιώνεται από την κοινή δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας που στην ουσία νομιμοποιεί τα hot spots σαν κύρια πολιτική διαμονής των προσφύγων και στοχεύει στην αποτροπή των προσφυγικών εισροών στην ευρωπαϊκή επικράτεια.
Η μελέτη του περιλαμβάνει και άλλα ευρήματα - στον αντίποδα των διαπιστώσεων του υπουργού Προστασίας του Πολίτη μετά την επίσκεψή του στη Λέσβο, ότι όλα είναι μια χαρά, που μάλλον ταιριάζουν στις προηγούμενες δηλώσεις του, όταν αναλάμβανε τα καθήκοντά του, ότι «η Μόρια μας στοιχειώνει.
Δεν μας ταιριάζει»: πέρα από την υπερπληρότητα, οι ίδιες οι συνθήκες διαμονής είναι άθλιες καθώς όχι μόνο δεν είναι εγγυημένη η κάλυψη των υγειονομικών αναγκών των προσφύγων, ενώ και η πρόσβαση σε τουαλέτες μπορεί να είναι επικίνδυνη για το γυναικείο φύλο, αλλά ούτε η τροφοδοσία είναι επαρκής.
Συνθήκες διαμονής που οδηγούν εκ νέου σε περιστατικά θυματοποίησης μέσα στα κέντρα λόγω απουσίας ασφάλειας και ελέγχου από τους ίδιους τους μετακινούμενους πληθυσμούς.
Επιπλέον ακόμη και στο εσωτερικό της δομής δεν υπάρχει ταξινόμηση της ευαλωτότητας, έστω χώρος/καραντίνες για να περιθάλπονται όσοι έχουν μεταδιδόμενο νόσημα, με συνέπεια να προκύπτει μια ευρύτερη επικινδυνότητα για τους ίδιους και τους εργαζόμενους, στους οποίους η συνεχής επαφή με ανθρώπους καταπονημένους, αρρώστους, ακόμη και νεκρούς, δημιουργεί συνθήκες εργασιακής εξουθένωσης.
«Ολα αυτά δεν βοηθούν στην κοινωνική διαχείριση του ζητήματος αντίθετα εξυπηρετούν την κατασταλτική λογική του εγκλεισμού που περιθωριοποιεί και διαχωρίζει από το υπόλοιπο “υγιές” σώμα τους πληθυσμούς που κατασκευάζονται ως επικίνδυνοι» παρατηρεί ο συγγραφέας.
● Ακόμη και σε ό,τι αφορά τα κοινωνικά διαμερίσματα, όπου διασφαλίζονται καλύτερες στεγαστικές συνθήκες;
Ακόμη και σε αυτή τη διάσταση, η στέγαση προσφέρεται αποκομμένη από οποιαδήποτε άλλη κοινωνική δράση που να υπηρετεί την κοινωνική ενσωμάτωση -απουσία μαθημάτων εκμάθησης ελληνικής γλώσσας, ανάπτυξης δεξιοτήτων στο πλαίσιο της διοχέτευσής τους στην αγορά εργασίας- οπότε οδηγεί σε παροχή καλύτερου καταλύματος, συγκριτικά με τους καταυλισμούς, αλλά δεν είναι επαρκές, καθώς λειτουργεί σαν μια διαδικασία απόκρυψης του προβλήματος παρά υποστήριξης της κοινωνικής τους αυτονόμησης.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες ομάδες ωφελούμενων διαμένουν για περισσότερο χρόνο χωρίς να ξέρουν τη γλώσσα, όταν πρέπει να φύγουν, ή πώς να πάνε σε μια υπηρεσία αφού δεν υπήρξε τέτοια στόχευση. Μια τραγική συνθήκη που καθιστά τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες σε πιο δυσμενή θέση είναι οι υπολειμματικές στεγαστικές πολιτικές του ελληνικού κράτους.
Οσοι εξέρχονται από τα κοινωνικά διαμερίσματα κάνουν μια βουτιά στο κενό, καθώς το ελληνικό κράτος δεν διαθέτει στοιχειώδεις πολιτικές στέγασης των ευάλωτων κοινωνικά ομάδων που ζουν στην επικράτειά του.
«Την πόρτα ανοίγω το βράδυ, τη λάμπα κρατώ ψηλά, να δούνε της γης οι θλιμμένοι, να ‘ρθούνε να βρουν συντροφιά»: με το όπλο της ποίησης, του Λειβαδίτη εν προκειμένω, ιδιαίτερη μνεία επιφυλάσσεται στο βιβλίο στους αφανείς ήρωες, τους χιλιάδες ανθρώπους «που μέσα στα συντρίμμια μιας φτωχοποιημένης χώρας αντιστάθηκαν στις πολιτικές της αποκτήνωσης».
● Ηταν τελικά οι καταλήψεις στέγασης των προσφύγων μια λύση απέναντι στην ανεπάρκεια της επίσημης πολιτικής;
Στις καταλήψεις στέγασης προσφύγων διάφορες ομάδες αλληλέγγυων προσπαθούν να αναδείξουν τα αδιέξοδα της κατασταλτικής προσφυγικής πολιτικής της Ε.Ε. και να επιτύχουν καλύτερες συνθήκες στεγαστικής διαβίωσης για τους πρόσφυγες αντιπροτείνοντας ένα εναλλακτικό παράδειγμα προς τις κυρίαρχες στρατοπεδικές πολιτικές.
Και απέδειξαν πως μπορούν να επιτευχθούν με ελάχιστα μέσα αλλά με μεγάλη πολιτική θέληση και αλληλεγγύη καλύτερες συνθήκες στέγασης, οι οποίες υπηρετούν αξίες, αλλά και συμβάλλουν στην κοινωνική ενσωμάτωση.
Πρακτικές που αναπτύχθηκαν στον αντίποδα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της Ε.Ε. και πέρα από τη φιλανθρωπική, και εν τέλει ιεραρχική, σχέση ωφελούμενου και ευεργετούμενου που διαπλάθουν οι σύγχρονες επίσημες κοινωνικές πολιτικές. Αλλωστε σε μερικές έμεναν και οι ίδιοι οι αλληλέγγυοι αναπτύσσοντας ένα πρότυπο ισότιμης συμβίωσης και αλληλεπίδρασης.
● Πέρα από τις προτάσεις διαχείρισης του θέματος που διατυπώνετε στο βιβλίο, τι έχετε να παρατηρήσετε για την πολιτική στέγασης όπως αυτή εφαρμόζεται στη χώρα μας; Συμβάλλει στην κοινωνική ενσωμάτωση ή διαιωνίζει τον αποκλεισμό;
Οι πολιτικές στέγασης διακρίνονται από μια διπλή υπολειμματικότητα: αφενός στη διαχείριση της υποδοχής των αιτούντων άσυλο που παραμένουν ίδιες διαχρονικά θεωρώντας ότι η χώρα μας είναι ένα πέρασμα, μια χώρα τράνζιτ, σενάριο που διακόπηκε το 2015 οπότε και η στεγαστική διαχείριση δεν κατάφερε να τους εξασφαλίσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Αφετέρου έχουμε υπολειμματικές πολιτικές στέγης για όλες τις ευάλωτες ομάδες: άστεγους, τοξικοεξαρτημένους, Ρομά, και όλους όσοι έχουν ανάγκη από την πρόσβαση στην κατοικία. Αυτές οι ελλείψεις οδηγούν σε περαιτέρω περιθωριοποίηση, ακραία εξαθλίωση και ευθεία απειλή προς την ανθρώπινη διαβίωση.
● Εχοντας εντρυφήσει με διάφορες μελέτες στη στεγαστική πολιτική αλλά και έχοντας διδάξει κοινωνικές πολιτικές και διαπιστώσει την υπολειμματικότητά τους, πού τοποθετείτε τα κινήματα στέγης σε σχέση με αυτές;
Τα Κινήματα Κατοικίας για χρόνια δεν ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένα στη χώρα μας. Βλέπουμε ότι οι επιπτώσεις της κρίσης οδηγούν σε ευθεία επιδείνωση της στεγαστικής επισφάλειας όχι μόνο των ευάλωτων αλλά και ευρύτερου πληθυσμού της χώρας, των μικρομεσαίων στρωμάτων με δάνεια ή ενοίκια, τα οποία λόγω ανεπάρκειας ή έλλειψης εισοδήματος δεν μπορούν να καλύψουν επαρκώς τις στεγαστικές τους ανάγκες.
Δεν είναι τυχαίο ότι το Κίνημα Κατά των Πλειστηριασμών, με σκοπό να προστατέψει ανθρώπους που είναι πλέον ευάλωτοι από εξώσεις και έλλειψη στέγης, έχει γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Το κομμάτι των κινδύνων που οδηγούν σε στεγαστική επισφάλεια σίγουρα δεν φαίνεται να μειώνεται, αντιθέτως αυξάνεται.
Μόνη ελπίδα για την ανατροπή αυτού του εδραιωμένου μονόδρομου της κοινωνικής αποκτήνωσης είναι τα κοινωνικά κινήματα, τα οποία με τις πολιτικές αντιστάσεις και τις διεκδικήσεις τους μπορούν να επαναφέρουν την ιδιότητα του πολίτη στο επίκεντρο των πολιτικών ● Τι θα παρατηρούσατε εν κατακλείδι για τις πολιτικές στέγασης των προσφύγων που εν πολλοίς εξαντλούνται για την πλειονότητα σε καταυλισμούς και στρατόπεδα;
Η διαμονή των προσφύγων σε σκηνές υποδηλώνει πολύ περισσότερα από μια κακή στεγαστική συνθήκη που παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα. Επιτελεί λειτουργίες απώθησης νέων ροών καθώς, αν καταφέρουν να μην πνιγούν στα νερά του Αιγαίου, θα ζήσουν σε συνθήκες ταυτόσημες με αυτές του θανάτου.
Προλειαίνει, επίσης, το έδαφος για τη μελλοντική τοποθέτησή τους στον πάτο της εγχώριας κοινωνικής ιεραρχίας, με επαγγελματικές προοπτικές δυσμενέστερες από αυτές των οικονομικών μεταναστών των προηγούμενων τριών δεκαετιών.
Θεμελιώδες επιχείρημα του βιβλίου είναι ότι ο συγκεκριμένος τρόπος διαχείρισης του προσφυγικού δεν συνιστά ένα μεμονωμένο συμβάν. Αντίθετα, αποτελεί ακόμη μια όψη του νεοφιλελεύθερου πολιτικού προγράμματος για τους ακραία φτωχούς.
Η μεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε. είναι ένα από τα πολλά πρόσωπα της «σύγχρονης» κοινωνικής πολιτικής που καθιστά τις απάνθρωπες στρατοπεδικές πρακτικές εγκλεισμού ως το νέο μέσο κοινωνικής διαχείρισης, θέτοντας υπό διαπραγμάτευση το δικαίωμα στη ζωή.
Ποιος είναι
Ο Νίκος Κουραχάνης (Αθήνα, 1987) είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα εστιάζουν στην κοινωνική ιδιότητα του πολίτη και στις κοινωνικές πολιτικές για ευάλωτες ομάδες όπως οι άστεγοι, οι μετανάστες και οι πρόσφυγες. Είναι συγγραφέας των βιβλίων «Αστεγοι και Κοινωνικός Αποκλεισμός στην Ελλάδα της Κρίσης» (Τόπος, 2017, μαζί με την καθηγήτρια Δ. Παπαδοπούλου) και «Κοινωνικές Πολιτικές Στέγασης» (Παπαζήση, 2017). Είναι διδάσκων του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου. Επίσης, έχει διδάξει στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
https://www.efsyn.gr/ellada/koinonia/204674_anthropoi-exartimenoi-apo-epidomata-kai-pronoiakes-parohes?fbclid=IwAR3Lv_93lzuXyuoPQEX1NLGVb0BpNfsrv3Y7iwtjPu2dFh8Pe5GffSL9YD0
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ