2019-09-14 12:05:03
Ένας ακούσιος φονιάς από τα Βρίστιανα Μερικά σχόλια σ’ ένα κείμενο του 13ου αιώνα
Γράφει: η Μαρία Ν. Αγγέλη
.................................... Σημείωμα φόνου (εγγύς εκουσίου)
«Ο από Μικράς Βαγενετίας, χωρίον Βρεστίανες, Θεόδωρος Βοδινόπουλος προσελθών ημίν αφηγήσατο, ως καταλαβόντος του ενεστώτος χειμώνος άλευρα, καθώς έστιν έθος εν τη χώρα αυτού, μετεκόμιζε προς χθαμαλώτερα μέρη και τα συνορούντα τω θέματι Νικοπολιτών, ένθα παραχειμάσαι έμελλε μετά των προσόντων βοσκημάτων αυτώ, ως μη πλημμυρήσας, φησίν, ο ποταμός η Ρεάχοβα κωλύση τούτοις εκείθεν και την των αλεύρων διάβασιν.[…]
Και ο Θεόδωρος εκδικήσαι θέλων τους ξεναγούς ράβδον μετά χείρας έλαβε και τύψαι περί τους πόδας τον Μαύρον επέδραμεν. Ο δε, πόδας και ώμους και κεφαλήν, ως την πληγήν αποκρούσεται, έλαθε, φυλάττων τους πόδας, την πληγήν λαβών κατά κεφαλής, και το απ’ εκείνου, φησίν Θεόδωρος, ημέρας δύο και δέκα επιβιούς τον παρόντα βίον μετήλλαξεν…»
Αρχιμανδρίτου Ιερώνυμου Δελημάρη, Άπαντα Ιωάννου Αποκαύκου, Ναύπακτος 2000.
Προ καιρού αναζητώντας πληροφορίες για τα Βρίστιανα Ξηρομέρου «έπεσα πάνω» σ’ ένα κείμενο του Ιωάννη Αποκαύκου, 13ος αιώνας. Κατά την ανάγνωση στάθηκα στη λέξη Βρεστίανες. Ένα τοπωνύμιο ήταν αφορμή να μελετήσω προσεκτικά το κείμενο.
Αυτό το τοπωνύμιο υπάρχει στο Ξηρόμερο, στο χωριό Μαχαιράς, τόπο καταγωγής μου και από μόνο του ξυπνάει μνήμες… [Βλέπετε: «Ξηρόμερο: Χώματα με ιστορία. ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΜΑΝΑΣΤΡΑΚΙΑ ΚΑΙ ΒΡΙΣΤΙΑΝΑ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ», (ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ) ]
Κατά τη βυζαντινή εποχή υπήρχε οικισμός στα Βρίστιανα. «Το Παλιοχώρι». Ο οικισμός σύμφωνα με τη μελέτη μικρών ευρημάτων που έγινε από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, είχε διάρκεια ζωής από το Ι ως τον ΙΖ αιώνα. Παρά την εξαφάνιση του οικισμού, το τοπωνύμιο «Παλιοχώρι» διατηρείται στη συλλογική μνήμη των Μαχαιριωτών και των Ξηρομεριτών ευρύτερα. Ο οικισμός παρουσιάζει μεγάλο ιστορικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον και ίσως μελλοντικά η αρχαιολογική έρευνα δώσει σημαντικά στοιχεία γι’ αυτόν.
Ο πατέρας μου, ο Νίκος Αγγέλης, ένας απλός τσοπάνος που έζησε πολλά χρόνια στην περιοχή με το κοπάδι του, στο δρόμο προς τον Άγιο Δημήτριο που πήγαινε να ανάψει τα καντήλια αναγνώριζε ένα «παλιό καλντερίμι». -«Είναι απ’ τα παλιά χρόνια αυτό», έλεγε χαρακτηριστικά καθώς το χτυπούσε με τη γκλίτσα του!
Εικόνα: το εξωκκλήσι του Αγίου Δημητρίου ανακαινισμένο
Φωτο: Χαρά Αγγέλη
Αν ο πατέρας μας έδειχνε με την ξύλινη γκλίτσα το καλντερίμι, φαντάζομαι πόσα σημαντικά μπορεί να αναγνωρίσει και να μας δείξει ένας ειδικός επιστήμονας που θα διαβάσει το τοπίο, τα εξωκκλήσια, τις ξερολιθιές στο «Παλιοχώρι», τα χνάρια των ανθρώπων… Τα σπαράγματα ενός βυζαντινού οικισμού.
Ο ενοριακός ναΐσκος ήταν αφιερωμένος στην Αγία Παρασκευή. Σώζονται τα θεμέλιά του. Στο χώρο σήμερα χτίστηκε ένα μικρό εξωκκλήσι της Αγίας και οι Μαχαιριώτες ανεβαίνουν και λειτουργούνται στη χάρη της (26/Ιουλίου). Εδώ παρατηρούμε μια συνέχεια στην ασυνέχεια του οικισμού που έσβησε…
*******************************
Θα σας αφηγηθώ σύντομα το έγκλημα του Θεόδωρου Βοδινόπουλου, όπως το καταγράφει ο Ι. Απόκαυκος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτας:
Ο Θεόδωρος από το χωρίον Βρεστίανες, ετοίμασε το σιτάρι, «το φόρτωμα» όπως λεγόταν στο Ξηρόμερο, να πάει στο μύλο. Πήρε μαζί του και το δούλο του. Στο γυρισμό επειδή είχε νυχτώσει έμεινε στο σπίτι ενός φίλου του ο οποίος τον φιλοξένησε. Εκεί κάποια στιγμή μετά το φαγητό διαπληκτίστηκε με το δούλο του… Και άρπαξε τη ράβδο του και τον χτύπησε στο κεφάλι… Εκείνος βαριά τραυματισμένος, μετά από λίγες μέρες πέθανε.
Αυτά αφηγείται στην εξομολόγησή του στο Μητροπολίτη ο Θεόδωρος. «Ακουσίως» φόνευσε το δούλο του. Ήθελε να τον χτυπήσει στα πόδια. Εκείνος όμως έσκυψε να φυλάξει τα πόδια και η ράβδος έπεσε στο κεφάλι του!
Μερικά σχόλια: ο Θεόδωρος, «κατά το έθος», κατά τη συνήθεια, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το κείμενο, παίρνει το σιτάρι φορτωμένο στο άλογο και το μεταφέρει στο μύλο για να γίνει αλεύρι. Μια απαραίτητη προετοιμασία για να εξασφαλίσουν το αλεύρι και το ψωμί της οικογένειας.
Από προφορικές αφηγήσεις γνωρίζω ότι και ο παππούς μου ο Δημήτριος, (Μήτσος) Αγγέλης έκανε την ίδια εργασία. Μετέφερε το φόρτωμα από τα Βλυζιανά στο μύλο του Μαχαιρά για άλεσμα. Στην επιστροφή σταματούσε στα Βρίστιανα και έπιανε κουβέντα με τους τσοπάνηδες της περιοχής. Χωρίς δούλο φυσικά για να τον εκνευρίσει!
Ο Θεόδωρος όπως καταλαβαίνουμε είναι εύπορος, «μεγαλονοικοκύρης» για να χρησιμοποιήσω μια ξηρομερίτικη λέξη και διαθέτει δούλο για να τον βοηθάει στις εργασίες του.
Ο Θεόδωρος αναφέρεται με όνομα και επώνυμο. Ο δούλος αναφέρεται χωρίς επώνυμο. Νομίζω ότι και το όνομα «Μαύρος» που γράφει ο συγγραφέας, δεν δηλώνει το όνομα του ανθρώπου, αλλά την κοινωνική του τάξη: δούλος! Ο Θεόδωρος πήρε μαζί του το μαύρο του, δηλ. το δούλο του.
Ο Θεόδωρος είναι αράθυμος και μετά τη λογομαχία με το δούλο, αρπάζει τη ράβδο, τη μαγγούρα και περνάει στη «ραβδομαχία»! Το χτύπημα που δέχτηκε ο δούλος στο κεφάλι ήταν θανάσιμο. Δεν τον «άφησε στον τόπο», αλλά σε σύντομο διάστημα τον οδήγησε στον Άδη.
Ο Θεόδωρος μετανιώνει για το ακούσιο έγκλημα, όπως δηλώνει και προσφεύγει στο Μητροπολίτη για εξομολόγηση. Ο πνευματικός τον έκρινε: «Εκρίθη ουχ εκούσιος μεν φονεύς, εγγύς δε εκουσίου». Δηλαδή αθέλητος φονιάς, αλλά και σχεδόν ηθελημένος. Για τούτο προτρέπει ή επιβάλει μέτρα για τη συγχώρεση και εξιλέωση του φονιά: δημόσια συγγνώμη, γονυκλισίες, νηστείες, προσευχές κλπ.
Θα τολμήσω να συγκρίνω τον Βριστιανίτη Θεόδωρο με τον τύπο του Ξηρομερίτη. Κάνω αυτό το χρονικό άλμα, αν και απέχουν πολύ χρονικά… Νομίζω ότι μοιάζουν ως χαρακτήρες. «Αρπάζονται» εύκολα, δεν τιθασσεύουν το θυμό τους και μπορεί να φτάσουν εύκολα στα άκρα, όπως έγινε στην προκειμένη περίπτωση. Αυτή η σύγκριση με οδηγεί, με επιφύλαξη βέβαια, στο συμπέρασμα ότι ο Θεόδωρος είναι Ξηρομερίτης!
Δεν έχει ταυτοποιηθεί το «χωρίον Βρεστίανες», στο κείμενο του Αποκαύκου. Ο Γεράσιμος Η. Παπατρέχας που είχε υπόψη του το κείμενο αυτό, αναφέρει ότι: «είναι πολύ πιθανό» να είναι ο ίδιος οικισμός «με τα δικά μας Βρίστιανα».
Αν είναι έτσι, τότε γνωρίσαμε ένα κάτοικο του «Παλιού χωριού», έναν «παλιό Ξηρομερίτη»!
ximeronews
Γράφει: η Μαρία Ν. Αγγέλη
.................................... Σημείωμα φόνου (εγγύς εκουσίου)
«Ο από Μικράς Βαγενετίας, χωρίον Βρεστίανες, Θεόδωρος Βοδινόπουλος προσελθών ημίν αφηγήσατο, ως καταλαβόντος του ενεστώτος χειμώνος άλευρα, καθώς έστιν έθος εν τη χώρα αυτού, μετεκόμιζε προς χθαμαλώτερα μέρη και τα συνορούντα τω θέματι Νικοπολιτών, ένθα παραχειμάσαι έμελλε μετά των προσόντων βοσκημάτων αυτώ, ως μη πλημμυρήσας, φησίν, ο ποταμός η Ρεάχοβα κωλύση τούτοις εκείθεν και την των αλεύρων διάβασιν.[…]
Και ο Θεόδωρος εκδικήσαι θέλων τους ξεναγούς ράβδον μετά χείρας έλαβε και τύψαι περί τους πόδας τον Μαύρον επέδραμεν. Ο δε, πόδας και ώμους και κεφαλήν, ως την πληγήν αποκρούσεται, έλαθε, φυλάττων τους πόδας, την πληγήν λαβών κατά κεφαλής, και το απ’ εκείνου, φησίν Θεόδωρος, ημέρας δύο και δέκα επιβιούς τον παρόντα βίον μετήλλαξεν…»
Αρχιμανδρίτου Ιερώνυμου Δελημάρη, Άπαντα Ιωάννου Αποκαύκου, Ναύπακτος 2000.
Προ καιρού αναζητώντας πληροφορίες για τα Βρίστιανα Ξηρομέρου «έπεσα πάνω» σ’ ένα κείμενο του Ιωάννη Αποκαύκου, 13ος αιώνας. Κατά την ανάγνωση στάθηκα στη λέξη Βρεστίανες. Ένα τοπωνύμιο ήταν αφορμή να μελετήσω προσεκτικά το κείμενο.
Αυτό το τοπωνύμιο υπάρχει στο Ξηρόμερο, στο χωριό Μαχαιράς, τόπο καταγωγής μου και από μόνο του ξυπνάει μνήμες… [Βλέπετε: «Ξηρόμερο: Χώματα με ιστορία. ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑ ΜΑΝΑΣΤΡΑΚΙΑ ΚΑΙ ΒΡΙΣΤΙΑΝΑ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ», (ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ) ]
Κατά τη βυζαντινή εποχή υπήρχε οικισμός στα Βρίστιανα. «Το Παλιοχώρι». Ο οικισμός σύμφωνα με τη μελέτη μικρών ευρημάτων που έγινε από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, είχε διάρκεια ζωής από το Ι ως τον ΙΖ αιώνα. Παρά την εξαφάνιση του οικισμού, το τοπωνύμιο «Παλιοχώρι» διατηρείται στη συλλογική μνήμη των Μαχαιριωτών και των Ξηρομεριτών ευρύτερα. Ο οικισμός παρουσιάζει μεγάλο ιστορικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον και ίσως μελλοντικά η αρχαιολογική έρευνα δώσει σημαντικά στοιχεία γι’ αυτόν.
Ο πατέρας μου, ο Νίκος Αγγέλης, ένας απλός τσοπάνος που έζησε πολλά χρόνια στην περιοχή με το κοπάδι του, στο δρόμο προς τον Άγιο Δημήτριο που πήγαινε να ανάψει τα καντήλια αναγνώριζε ένα «παλιό καλντερίμι». -«Είναι απ’ τα παλιά χρόνια αυτό», έλεγε χαρακτηριστικά καθώς το χτυπούσε με τη γκλίτσα του!
Εικόνα: το εξωκκλήσι του Αγίου Δημητρίου ανακαινισμένο
Φωτο: Χαρά Αγγέλη
Αν ο πατέρας μας έδειχνε με την ξύλινη γκλίτσα το καλντερίμι, φαντάζομαι πόσα σημαντικά μπορεί να αναγνωρίσει και να μας δείξει ένας ειδικός επιστήμονας που θα διαβάσει το τοπίο, τα εξωκκλήσια, τις ξερολιθιές στο «Παλιοχώρι», τα χνάρια των ανθρώπων… Τα σπαράγματα ενός βυζαντινού οικισμού.
Ο ενοριακός ναΐσκος ήταν αφιερωμένος στην Αγία Παρασκευή. Σώζονται τα θεμέλιά του. Στο χώρο σήμερα χτίστηκε ένα μικρό εξωκκλήσι της Αγίας και οι Μαχαιριώτες ανεβαίνουν και λειτουργούνται στη χάρη της (26/Ιουλίου). Εδώ παρατηρούμε μια συνέχεια στην ασυνέχεια του οικισμού που έσβησε…
*******************************
Θα σας αφηγηθώ σύντομα το έγκλημα του Θεόδωρου Βοδινόπουλου, όπως το καταγράφει ο Ι. Απόκαυκος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Άρτας:
Ο Θεόδωρος από το χωρίον Βρεστίανες, ετοίμασε το σιτάρι, «το φόρτωμα» όπως λεγόταν στο Ξηρόμερο, να πάει στο μύλο. Πήρε μαζί του και το δούλο του. Στο γυρισμό επειδή είχε νυχτώσει έμεινε στο σπίτι ενός φίλου του ο οποίος τον φιλοξένησε. Εκεί κάποια στιγμή μετά το φαγητό διαπληκτίστηκε με το δούλο του… Και άρπαξε τη ράβδο του και τον χτύπησε στο κεφάλι… Εκείνος βαριά τραυματισμένος, μετά από λίγες μέρες πέθανε.
Αυτά αφηγείται στην εξομολόγησή του στο Μητροπολίτη ο Θεόδωρος. «Ακουσίως» φόνευσε το δούλο του. Ήθελε να τον χτυπήσει στα πόδια. Εκείνος όμως έσκυψε να φυλάξει τα πόδια και η ράβδος έπεσε στο κεφάλι του!
Μερικά σχόλια: ο Θεόδωρος, «κατά το έθος», κατά τη συνήθεια, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το κείμενο, παίρνει το σιτάρι φορτωμένο στο άλογο και το μεταφέρει στο μύλο για να γίνει αλεύρι. Μια απαραίτητη προετοιμασία για να εξασφαλίσουν το αλεύρι και το ψωμί της οικογένειας.
Από προφορικές αφηγήσεις γνωρίζω ότι και ο παππούς μου ο Δημήτριος, (Μήτσος) Αγγέλης έκανε την ίδια εργασία. Μετέφερε το φόρτωμα από τα Βλυζιανά στο μύλο του Μαχαιρά για άλεσμα. Στην επιστροφή σταματούσε στα Βρίστιανα και έπιανε κουβέντα με τους τσοπάνηδες της περιοχής. Χωρίς δούλο φυσικά για να τον εκνευρίσει!
Ο Θεόδωρος όπως καταλαβαίνουμε είναι εύπορος, «μεγαλονοικοκύρης» για να χρησιμοποιήσω μια ξηρομερίτικη λέξη και διαθέτει δούλο για να τον βοηθάει στις εργασίες του.
Ο Θεόδωρος αναφέρεται με όνομα και επώνυμο. Ο δούλος αναφέρεται χωρίς επώνυμο. Νομίζω ότι και το όνομα «Μαύρος» που γράφει ο συγγραφέας, δεν δηλώνει το όνομα του ανθρώπου, αλλά την κοινωνική του τάξη: δούλος! Ο Θεόδωρος πήρε μαζί του το μαύρο του, δηλ. το δούλο του.
Ο Θεόδωρος είναι αράθυμος και μετά τη λογομαχία με το δούλο, αρπάζει τη ράβδο, τη μαγγούρα και περνάει στη «ραβδομαχία»! Το χτύπημα που δέχτηκε ο δούλος στο κεφάλι ήταν θανάσιμο. Δεν τον «άφησε στον τόπο», αλλά σε σύντομο διάστημα τον οδήγησε στον Άδη.
Ο Θεόδωρος μετανιώνει για το ακούσιο έγκλημα, όπως δηλώνει και προσφεύγει στο Μητροπολίτη για εξομολόγηση. Ο πνευματικός τον έκρινε: «Εκρίθη ουχ εκούσιος μεν φονεύς, εγγύς δε εκουσίου». Δηλαδή αθέλητος φονιάς, αλλά και σχεδόν ηθελημένος. Για τούτο προτρέπει ή επιβάλει μέτρα για τη συγχώρεση και εξιλέωση του φονιά: δημόσια συγγνώμη, γονυκλισίες, νηστείες, προσευχές κλπ.
Θα τολμήσω να συγκρίνω τον Βριστιανίτη Θεόδωρο με τον τύπο του Ξηρομερίτη. Κάνω αυτό το χρονικό άλμα, αν και απέχουν πολύ χρονικά… Νομίζω ότι μοιάζουν ως χαρακτήρες. «Αρπάζονται» εύκολα, δεν τιθασσεύουν το θυμό τους και μπορεί να φτάσουν εύκολα στα άκρα, όπως έγινε στην προκειμένη περίπτωση. Αυτή η σύγκριση με οδηγεί, με επιφύλαξη βέβαια, στο συμπέρασμα ότι ο Θεόδωρος είναι Ξηρομερίτης!
Δεν έχει ταυτοποιηθεί το «χωρίον Βρεστίανες», στο κείμενο του Αποκαύκου. Ο Γεράσιμος Η. Παπατρέχας που είχε υπόψη του το κείμενο αυτό, αναφέρει ότι: «είναι πολύ πιθανό» να είναι ο ίδιος οικισμός «με τα δικά μας Βρίστιανα».
Αν είναι έτσι, τότε γνωρίσαμε ένα κάτοικο του «Παλιού χωριού», έναν «παλιό Ξηρομερίτη»!
ximeronews
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Ασφυξία» στη Μόρια: Έσπασε το φράγμα των 10.000 προσφύγων
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ