Η Ιστορία της Ελληνικής Αστυνομίας αρχίζει ουσιαστικά από τον 5ο αιώνα π.Χ, κατά τον οποίο ιστορικές έρευνες αποδεικνύουν την ύπαρξη διακεκριμένων αστυνομικών Αρχών, την περίοδο αυτή στη πόλη των Αθηνών.
Νωρίτερα και μέχρι τον 7ο π.Χ αιώνα δεν υπήρχαν ιδιαίτερες αστυνομικές Αρχές στην Αθήνα, αφού η άσκηση αστυνομικών δικαιωμάτων υπαγόταν στο βασιλιά. Άγνωστη παραμένει η Αστυνομική Αρχή στη μυθική εποχή των Αθηνών, τη περίοδο δηλαδή που περιλαμβάνει την ιστορία της Αττικής από τους αρχαιότατους βασιλείς μέχρι του Θησέα (1.300π.Χ.).
Από τον 5ο π.Χ αιώνα, όταν τέθηκαν οι βάσεις του μεγαλείου και της ακμής των Αθηνών, καθιερώθηκαν και αστυνομικές Αρχές, που είχαν σαν αποστολή ανάλογη με αυτή των σύγχρονων Αστυνομικών Αρχών. Κύριο μέλημα αυτής της πρώτης αρχαίας Αστυνομίας ήταν η ευκοσμία, η υγιεινή και η καθαριότητα, η προστασία των ηθών, η αγορανομική επιτήρηση, η επιτήρηση των οικοδομών, η επιτήρηση των ξένων, η πρόληψη των δημοσίων δυστυχημάτων και πολλά άλλα αντικείμενα τα οποία σήμερα αποτελούν συνήθεις και καθημερινές ενασχολήσεις μιας σύγχρονης και εύρυθμης αστυνομίας.
Είναι εξακριβωμένο ιστορικά ότι οι ποικιλόμορφες αυτές αστυνομικές ασχολίες δεν ήταν στη μέριμνα μιας και μόνης Αστυνομικής Αρχής αλλά ήταν λεπτομερώς κατανεμημένες σε διαφόρους αρχές της Πολιτείας. Η εποπτεία όλων τούτων των αρχών, ως προς την αστυνομική εξουσία, ανήκε στο ανώτατο Αθηναϊκό δικαστήριο, τον Άρειο Πάγο.Άρχοντες που εκτελούσαν αστυνομικά καθήκοντα στη πολιτεία των Αθηναίων ήσαν οι "Αστυνόμοι", για την αστυνόμευση των οδών , οι "Aγορανόμοι", οι "Σιτώνες ή Σιτοφύλακες ", οι "Μετρονόμοι" και οι "Επιμελιτές Εμπορίου" για την αστυνόμευση της αγοράς και του εμπορίου.
Άλλοι άρχοντες που εκτελούσαν Αστυνομικά καθήκοντα ήταν οι "Γυναικονόμοι", οι "Τειχοποιοί", οι "Επιμελητές των υδάτων (κρουνών)", οι "Φύλακες λιμένων", οι "Ένδεκα", οι "Στρατηγοί", και ιδίως ο "Πολέμαρχος", οι "Πρυτάνεις", και οι "Περίπολοι".
Από τους ανωτέρω ειδικότερα οι "Αστυνόμοι" είχαν την επίβλεψη των οδών και της καθαριότητας της πόλης, τη συντήρηση των κτηματικών ορίων, για να προλαμβάνονται οι διαφορές , την επιμέλεια του ιερού Ναού της Πανδήμου Αφροδίτης και καθήκοντα Αστυνομίας Ηθών.Οι "Αγορανόμοι" ασκούσαν ειδική επίβλεψη στις τιμές και στη καθαριότητα των τροφίμων , οι "Σιτοφύλακες" ασκούσαν εποπτεία στο εμπόριο σιτηρών ειδικά, οι δε "Επιμελητές Εμπορίου" ασκούσαν εποπτεία στη διακομιδή και επάρκεια των βιοτικών αγαθών .
Δημόσια σταθερά μονάδα μέτρησης
Οι "Γυναικονόμοι" κατά τον Πλούταρχο ασκούσαν αστυνόμευση επί των ηθών, "εζημίουν τους ακοσμούντας".Οι "Τειχοποιοί", επόπτευαν το μεγαλύτερο έργο της Ελληνικής Αρχαιότητας. Ήταν δέκα και εξελέγχονταν ένας από κάθε φυλή. Επιμελούνταν την συντήρηση και επισκευή του μέρους των τειχών που είχαν ανατεθεί σε κάθε φυλή.Οι "Επιμελητές Υδάτων" (κρουνών) ,επιμελούνταν την διανομή του νερού και τη καθαριότητα των πηγών, οι δε "φύλακες λιμένων", ασκούσαν εποπτεία στα πλωτά μέσα και στην κίνηση στα λιμάνια.Οι "Ένδεκα" επιμελούνταν κυρίως την εκτέλεση των καταδιωκτικών αποφάσεων σε θάνατο. Οι "Στρατηγοί" ασκούσαν εξουσία στους Στρατευμένους πολίτες, ενώ επικεφαλής των Αστυνομικών Εξουσιών ήταν ο "Πολέμαρχος" ο οποίος είχε και την επίβλεψη των ξένων.Οι "Πρυτάνεις" ασκούσαν αστυνόμευση στη βουλή και την Εκκλησία του Δήμου, οι δε "Περίπολοι" ήταν υποχρεωτικά στρατευμένοι νέοι από 18-20 ετών, οι οποίοι αναλάμβαναν να φυλάνε τη πόλη και τα φρούρια της Αττικής.Να σημειωθεί ότι πολλές μεγάλες προσωπικότητες της Αρχαίας Αθήνας διαχειρίσθηκαν αστυνομικές αρχές όπως ο νικητής της Σαλαμίνας Θεμιστοκλής ο οποίος διετέλεσε "Επιμελητής κρουνών" ο μεγάλος ρήτορας Δημοσθένης ο οποίος διετέλεσε "Σιτώνης", ο Επαμεινώνδας των Θηβών ο οποίος διετέλεσε "Υδρονομέας".
Αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Πλάτωνας στους "Νόμους" του (ΙΑ΄ 918α΄), δραματικοί ποιητές, όπως ο Σοφοκλής, Φιλόσοφοι όπως ο Αριστοτέλης, ο μέγας ρήτορας της αρχαιότητας Δημοσθένης μας πληροφορούν για τους Αστυνομικούς θεσμούς στην αρχαιότητα.
Η νομοθεσία της εποχής
Κάποιοι από τους νόμους που υιοθετήθηκαν εκείνη την εποχή, σήμερα ακούγονται ακατανόητοι. Ένας από αυτούς ήταν για τα ιστορικά συμπόσια, όπου απαγόρευαν στους πολίτες να συμμετέχουν πάνω από 30 άτομα σε ένα συμπόσιο.
Το πολυπληθές γλέντι στο σπίτι που καθιερώνεται μέχρι σήμερα, στην αρχαία Ελλάδα απαγορευόταν αυστηρά. Δεν επιτρεπόταν να συγκεντρώνονται πάνω από 30 άτομα σε γεγονότα, όπως γιορτές, γάμους και θυσίες.
Ο λόγος που επιβλήθηκε ο νόμος ήταν για να αποφεύγονται τα έκτροπα που μπορούσαν να συμβούν σε τέτοιου είδους συγκεντρώσεις που συμμετείχαν πολλοί άνθρωποι.
Το πολυπληθές γλέντι στο σπίτι που καθιερώνεται μέχρι σήμερα, στην αρχαία Ελλάδα απαγορευόταν αυστηρά. Ο ρόλος των γυναικονόμων ήταν να εισβάλουν μέσα στα σπίτια και να διώχνουν τα παραπάνω άτομα. Οι ίδιοι ανάγκαζαν τους μάγειρες να μετρούν και να γράφουν σε κατάλογο όσους ήταν καλεσμένοι. Οι γυναικονόμοι εξέταζαν και το κρασί, το οποίο έπρεπε να το πίνουν νερωμένο.
Ο όρος του «κεκραμένου οίνου» ήταν υποχρεωτικός και όσοι έπιναν το κρασί τους χωρίς νερό θεωρούνταν παράνομοι και βάρβαροι. Στην πόλη υπήρχαν πολλοί βάρβαροι, οι «σκύθες», από τη λέξη «επισκυθίζω» που σήμαινε πίνω κρασί χωρίς νερό, ανέρωτο.
Πολύ σημαντικός ρόλος των γυναικονόμων ήταν να επιβλέπουν τη διαγωγή των γυναικών της πόλης. Αν και σήμερα πολλές από τις αρμοδιότητες των γυναικονόμων φαίνονται παράξενες, τότε ήταν φυσιολογικό για τις γυναίκες με απρεπή ενδυμασία, να τιμωρούνται με πρόστιμο.
Οι γυναίκες το βράδυ απαγορευόταν να κυκλοφορούν πεζές. Ήταν υποχρεωμένες να κυκλοφορούν με άμαξα που έπρεπε να έχει ένα αναμμένο φανάρι μπροστά. Όσες κυκλοφορούσαν πεζές, τις διερευνούσαν μήπως είχαν πάρει από το σπίτι τους πάνω από τρία φορέματα ή κρατούσαν ποτά και φαγώσιμα, έτσι ώστε να τις τιμωρήσουν.
Τα πρόστιμα που επέβαλλαν δημόσια
Γενικότερα οι γυναικονόμοι είχαν την εξουσία και τιμωρούσαν όσους πολίτες είχαν ανάρμοστη συμπεριφορά, είτε σε δημόσιους, είτε σε ιδιωτικούς χώρους. Τα ονόματα των παραβατών, όπως και τα πρόστιμα που τους επέβαλλαν, αναγράφονταν σε πίνακες που τοποθετούνταν πάνω σε έναν πλάτανο του Κεραμεικού σαν παραδειγματισμό και για να τα μάθει όλη η πόλη.
Oι «μοιχαλίδες» οδηγούνταν στους γυναικονόμους τη στιγμή που τις έπιαναν επ’ αυτοφώρω, κατά τη διάρκεια της πράξης. Οι «δημόσιες» Δε θα μπορούσαν να λείπουν από το στόχαστρο των γυναικονόμων οι «δημόσιες», όπως αποκαλούνταν, οι άσεμνες γυναίκες. είχαν πλήρη αρμοδιότητα στα πορνεία που υπήρχαν στην Αθήνα, κυρίως στο λιμάνι του Πειραιά και τις αποθήκες γύρω από αυτό.
Τα πορνεία χωρίζονταν σε δημόσια, ιδιωτικά και αυτά που ανήκαν σε ιερά. Οι πορνοβοσκοί και οι γυναικονόμοι ήταν αρμόδιοι για την τήρηση της τάξης σε αυτούς τους πολυσύχναστους χώρους, δικάζοντας τα εγκλήματα βιασμών και μοιχείας.
Οι γυναίκες που μετείχαν στα περισσότερα εγκλήματα, οι «μοιχαλίδες», οδηγούνταν στους γυναικονόμους τη στιγμή που τις έπιαναν επ’ αυτοφώρω, κατά τη διάρκεια της πράξης.
Η απόφαση για την «καταδίκη» τους, τις ακολουθούσε για όλη τους τη ζωή, με την κατηγορία της ύβρις και της προσβολής του συζύγου τους. Για τους άνδρες εραστές τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Η νομική βάση στηριζόταν στην άποψη ότι, πηγαίνοντας με τη σύζυγο κάποιου άλλου άνδρα, καταπατάς ξένη ιδιοκτησία, τη σύζυγο δηλαδή.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να νοθεύεται η γνησιότητα της οικογενειακής τεκνοποιίας. Σε αυτή την περίπτωση, της καταπάτησης ξένης ιδιοκτησίας, τα πρόστιμα και οι τιμωρίες για τον άνδρα εραστή ήταν παρόμοια με αυτά για τους κλέφτες.
Τα εγκλήματα βιασμού
Τα περισσότερα εγκλήματα βιασμού δεν «περνούσαν»πρώτα από τους γυναικονόμους. Η τιμωρία των εγκλημάτων βιασμού παιδιών ή γυναικών, ήταν απόλυτη και απλή. Εκτέλεση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο εγκληματίας δολοφονούνταν από οικεία πρόσωπα του θύματος ή όποιος πολίτης τον συνέλαβε. Οι εκτελεστές του εγκληματία δικαιολογούνταν από το νόμο, χωρίς να έχουν καμία ποινική ευθύνη για την πράξη του
Οι Δέκα αστυνόμοι είχαν υπό τις διαταγές τους ένοπλους Σκύθες και Θράκες δούλους οι καλούμενοι δημόσιοι δούλοι, σε αυτούς υπάγονταν και αυτοί που εκτελούσαν αστυνομικά καθήκοντα και καλούνταν ανάλογα με το είδος του όπλου που κατείχαν (π.χ. τοξότες) και ανάλογα με την πατρίδα τους (π.χ. Σκύθες, Φρύγιοι κ.λπ.)αλλά και ροπαλοφόρους .
Η Αθήνα αγόραζε από τους Έλληνες του Βοσπόρου τους εξαίρετους τοξότες Σκύθες για αστυνόμους. Μεταξύ άλλων αναφορές υπάρχουν στον του Ανδοκίδου "Περί της προς Λακεδαιμονίους Ειρήνης" λόγο και στον "Περί Πρεσβείας" του Αισχίνη.
Μνημονεύονται ακόμα και στο Πρωταγώρα του Πλάτωνα, "ἀλλὰ καταγελῶσι καὶ θορυβοῦσιν, ἕως ἂν ἢ αὐτὸς ἀποστῇ ὁ ἐπιχειρῶν λέγειν καταθορυβηθείς, ἢ οἱ τοξόται αὐτὸν ἀφελκύσωσιν ἢ ἐξάρωνται κελευόντων τῶν πρυτάνεων".
Οι αστυνόμοι (αρχαία ελληνικά: ἀστυνόμοι) ήταν άρχοντες της Αθηναϊκής Δημοκρατίας οι οποίοι ανήκαν στην ομάδα των αγορανόμων. Κατείχαν το συγκεκριμένο αξίωμα για διάρκεια ενός έτους, ενώ είχαν υπό την ευθύνη τους την καθαριότητα και την επιτήρηση των οδών της Αθήνας. Συνολικά δέκα στον αριθμό, οι αστυνόμοι ορίζονταν μέσω κλήρωσης, ενώ ήταν διαμοιρασμένοι σε δύο ομάδες: πέντε για την Αθήνα και πέντε για τον λιμένα του Πειραιά[ Robert Flacelière, La Vie quotidienne en Grèce au temps de Périclès, Hachette, 1971, σ. 25.][Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, ].
Οι αστυνόμοι και τα καθήκοντά τους
Κληρώνονται επίσης και δέκα αστυνόμοι... που ελέγχουν τους οδοκαθαριστές ώστε να μην πετούν τα σκουπίδια σε απόσταση μικρότερη των δέκα σταδίων από τον περίβολο της πόλης. Επίσης, εμποδίζουν όσους επιχειρούν να ανεγείρουν οικοδομές στους δημόσιους δρόμους ή ξύλινους εξώστες που προεξέχουν στο δρόμο, να κατασκευάζουν υδρορροές που μεταφέρουν τα νερά στο δρόμο, ή να ανοίγουν παράθυρα που βλέπουν στο δρόμο. Μεταφέρουν επίσης και τα πτώματα όσων πεθαίνουν στους δρόμους, με τη βοήθεια δημόσιων δούλων. [Αριστοτέλης, Αθηναίων πολιτεία, 30.]
Εντός του έργου του υπό τον τίτλο Αθηναίων Πολιτεία, ο Αριστοτέλης περιγράφει με ακρίβεια το ρόλο των αστυνόμων οι οποίοι, στα πλαίσια των περισσότερων εκ των αρμοδιοτήτων τους, μεριμνούσαν για την εφαρμογή του νόμου, όπως και συνέβαινε στις περιπτώσεις της ενοικίασης μουσικών για συμπόσια:
Μεριμνούσαν, ώστε οι φλαουτίστριες, οι λυράρισες και οι κιθαρίστριες να μην ενοικιάζονται έναντι ποσού υψηλότερου των δύο δραχμών, ενώ στην περίπτωση κατά την οποία αριθμός ανθρώπων επιθυμούσαν την ίδια γυναίκα, επέλεγαν μέσω κλήρωσης για τον ορισμό της και την ενοικίαζαν σε εκείνον ο οποίος αναδεικνυόταν ως ο κερδισμένος της συγκεκριμένης κλήρωσης.[Αριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία, ].
... Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Ἀθηναίων πολιτείᾳ οὕτως λέγει «λογισταὶ δὲ αἱροῦνται δέκα, παρ᾿ οἷς διαλογίζονται πᾶσαι αἱ ἀρχαὶ τά τε λήμματα καὶ τὰς γεγενημένας δαπάνας. καὶ ἄλλοι δέκα συνήγοροι, οἵτινες συνανακρίνουσι τούτοις. καὶ οἱ τὰς εὐθύνας διδόντες παρὰ τούτοις ἀνακρίνονται πρῶτον, εἶτα ἐφίενται εἰς τὸ δικαστήριον, εἰς ἕνα καὶ φ. ...
... κληρωτοὺς δὲ γενομένους δέκα συνηγόρους Ἀριστοτέλης φησίν. ...
... εὐθῦναι, οἱ ἀπολογισμοὶ τῶν ἀρξάντων· καὶ εὔθυνοι οἱ τούτους ἀνακρίνοντες. ...
... ἀστυνόμος, ... δέκα φησὶν εἶναι τοὺς ἀστυνόμους Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Ἀθηναίων πολιτείᾳ, πέντε μὲν ἐν Πειραιεῖ, πέντε δ᾿ ἐν ἄστει. τούτοις δέ φησι μέλειν περί τε τῶν αὐλητρίδων καὶ ψαλτριῶν καὶ τῶν κοπρολόγων καὶ τῶν τοιούτων. ...
... ἀγορανόμοι, οἱ τὰ κατὰ τὴν ἀγορὰν ὤνια διοικοῦντες ἄρχοντες ... Ἀριστοτέλης δ᾿ ἐν Ἀθηναίων πολιτείᾳ κληροῦσθαί φησι πέντε μὲν εἰς Πειραιᾶ, πέντε δὲ εἰς ἄστυ. ...
... ἐπιμελητὴς ἐμπορίου, ... Ἀριστοτέλης «ἐμπορίου δ᾿ ἐπιμελητὰς δέκα κληροῦσιν· τούτοις δὲ προστέτακται τῶν τε ἐμπορίων ἐπιμελεῖσθαι καὶ τοῦ σίτου τοῦ καταπλέοντος εἰς τὸ Ἀττικὸν ἐμπόριον τὰ δύο μέρη τοὺς ἐμπόρους ἀναγκάζειν εἰς τὸ ἄστυ κομίζειν». σιτοφύλακες ...
... σιτοφύλακες, ἀρχή τις ἦν Ἀθήνησιν, ἥτις ἐπεμελεῖτο ὅπως ὁ σῖτος δικαίως πραθήσεται καὶ τὰ ἄλφιτα καὶ οἱ ἄρτοι. ἦσαν δὲ τὸν ἀριθμὸν ιε, ι μὲν ἐν ἄστει, ε δ᾿ ἐν Πειραιεῖ, ὡς Ἀριστοτέλης ἐν Ἀθηναίων πολιτείᾳ. ...
... σιτοφύλακες, ἀρχή τις ... ἄρτοι. ἦσαν δὲ τὸν ἀριθμὸν πάλαι μὲν πεντεκαίδεκα, ι ἐν ἄστει, πέντε δὲ ἐν Πειραιεῖ· ὕστερον δὲ λ μὲν ἐν ἄστει, ι δὲ ἐν Πειραιεῖ. ...
... σιτοφύλακες, ἄρχοντες Ἀθήνησι κληρωτοί. οὗτοι δ᾿ ἐπεμελοῦντο ὅπως ὁ σῖτος δικαίως πραθήσεται καὶ τὰ ἄλφιτα καὶ οἱ ἄρτοι κατὰ τὰς ὡρισμένας τιμὰς καὶ τὸν σταθμόν. ...
... μετρονόμοι, ἀρχή τις Ἀθήνησίν ἐστιν ἡ τῶν μετρονόμων ... ἦσαν δὲ τὸν ἀριθμὸν ιε, εἰς μὲν τὸν Πειραιᾶ ε, ιδ᾿ εἰς ἄστυ· εἶχον δὲ τὴν ἐπιμέλειαν ὅπως δίκαια εἴη τὰ μέτρα τῶν πωλούντων, ὡς καὶ Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Ἀθηναίων πολιτείᾳ δηλοῖ. ...
... μετρονόμοι ἄρχοντες ἦσαν δέκα τὸν ἀριθμόν, ὧν πέντε μὲν ἐν ἄστει, πέντε δ᾿ ἐν Πειραιεῖ· καὶ εἶχον τὴν ἐπιμέλειαν ὅπως δίκαια ᾖ τὰ μέτρα τῶν πωλούντων. ...
◄►
Ο Ίστρος ο Πάφιος όπου κείμενο του Κύπριου αυτού ιστορικού του 3ου αι. π.Χ. το παραθέτει ο Αθήναιος και έχει ως εξής:
Ἴστρος δ’ ἐν τοῖς Ἀττικοῖς οὐδ’ ἐξάγεσθαί φησι τῆς Ἀττικῆς τὰς ἀπ’ αὐτῶν (sc. τῶν σύκων) γινομένας ἰσχάδας, ἵνα μόνοι ἀπολαύοιεν οἱ κατοικοῦντες· καὶ ἐπεὶ πολλοὶ 2ἐνεφανίζοντο διακλέπτοντες, οἱ τούτους μηνύοντες τοῖς δικασταῖς ἐκλήθησαν τότε πρῶτον συκοφάνται.
Ο Ίστρος στα Αττικά αναφέρει ότι απαγορευόταν να εξάγονται από την Αττική οι «ισχάδες» (δηλ. τα ξερά σύκα) που γίνονταν απ’ αυτά (δηλ. τα σύκα της Αττικής), για να τα απολαμβάνουν μόνο οι αυτόχθονες· και επειδή εμφανίζονταν πολλοί κατά καιρούς να εξάγουν κρυφά, αυτοί που τους κατάγγελλαν στους δικαστές ονομάστηκαν τότε για πρώτη φορά «συκοφάντες».
Για αυτό λοιπόν φρόντιζαν οι Αστυνόμοι.
Το σύκο στην κλασική Ελλάδα ήταν ο τρίτος σε σπουδαιότητα καρπός μετά την ελιά και το σταφύλι, ενώ το δέντρο της συκιάς συνδεόταν με τη λατρεία του θεού Διονύσου και της θεάς Δήμητρας. Στην αρχαία Αθήνα, η εμπορία και η εξαγωγή σύκων αποξηραμένων ή φρέσκων ελέγχονταν από το κράτος, αποφέροντας μεγάλα κέρδη στα κρατικά ταμεία, ενώ οι εξαγωγές από ιδιώτες απαγορεύονταν. Όσους παρανομούσαν οι πολίτες της Αθήνας είχαν την υποχρέωση να τους καταδίδουν, να τους αποκαλύπτουν για το καλό της πόλης και γι’ αυτό ονομάστηκαν «συκοφάντες» – λέξη που πολύ αργότερα έλαβε τη αντίθετη έννοια της ανέντιμης κατάδοσης, της συκοφαντίας.Από τότε τα φρέσκα σύκα, λόγω της εξαίσιας γεύσης αλλά και της ευπαθούς τους συμπεριφοράς, θεωρούνταν είδος πολυτελείας για τον αρχαίο και τον βυζαντινό κόσμο, ενώ τα ξερά, οι «ισχάδες», ήταν ο αγαπημένος καρπός των λαϊκών τάξεων.
Η Αστυνομία στην Σπάρτη κατά την αρχαιότητα
Στην Αρχαία Σπάρτη δεν συναντάμε τη ποικιλία και την εντέλεια των αστυνομικών αρχών της Δημοκρατίας των Αθηνών.
Αυτό διότι ο πολιτιστικός βίος της Σπάρτης ήταν διαφορετικός αυτού της Αθήνας αλλά και ο κοινωνικός βίος των Σπαρτιατών ήταν πολύ περιορισμένος σε εκδηλώσεις και ασχολίες . Στενότερα απολυταρχικό τυγχάνει το πολίτευμα της αρχαίας Σπάρτης ,που περιελάμβανε κυρίως τη βασιλική εξουσία, τη βουλή των Γερόντων και την Αγορά του Δήμου , ενώ τη πραγματική εξουσία ασκούσαν μια επιτροπή που ονομάζονταν "Έφοροι".
Στους ιστορικούς χρόνους οι έφοροι αποτελούσαν μια αρχή αυτοτελή και παντοδύναμη. Εκλέγονταν κάθε χρόνο από όλους τους ενήλικες Σπαρτιάτες και δίκαζαν τις αστικές και εγκληματικές υποθέσεις. Από κοινού με τη Γερουσία δίκαζαν ακόμη και τους βασιλείς. Όλη η εσωτερική και εξωτερική διακυβέρνηση της χώρας βρισκόταν στα χέρια των Εφόρων, έτσι κατ΄ ακολουθία η αστυνομική εξουσία αποτελούσε αντικείμενο της μέριμνας αυτών.
Υπήρχε ακόμη αρχή εντεταλμένη για την επίβλεψη των νέων, που ονομάζονταν "Παιδονόμοι".
Ο Ησύχιος αναφέρει ότι υφίστατο στη Σπάρτη Αρχή για την ευκοσμία των γυναικών , και επιφορτισμένοι με τα καθήκοντα αυτά ήταν οι "Αρμόσυνοι".
Από επιγραφές που έχουν βρεθεί σε αρχαιολογικές ανασκαφές , προκύπτει ότι στην Αρχαία Σπάρτη λειτουργούσε αγορανομική υπηρεσία , τα όργανα της οποίας ονομάζονταν "Εμπέλωροι", καθώς και αγρονομική υπηρεσία τα όργανα της οποίας ονομάζονταν "Παιδιανόμοι". Οι υπηρεσίες των "Εμπέλωρων" και των "Παιδιανόμων" αντικαταστάθηκαν κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους από τις υπηρεσίες των "Αγορανόμων", που είχαν σαν αποστολή και πάλι την επιμέλεια της αγοράς και οι αγρονόμοι την επιμέλεια των αγροτικών ζητημάτων.
Υπήρχε επίσης ο "Επί της Κρυπτείας Τεταγμένος" το έργο του οποίου ήταν η εποπτεία των Ειλώτων, που αποτελούσε συνεχή απειλή κατά των Σπαρτιατών.
Αν επιχειρήσουμε να κατανείμουμε το αστυνομικό υλικό που έχει συλλεχθεί από την Αρχαία Σπάρτη, κατά κατηγορίες , σύμφωνα με το πολίτευμα της Νομοθεσίας του Λυκούργου, που επικρατούσε, και γενικά το Σπαρτιατικό σύστημα καταλήγουμε στις εξής κατηγορίες Αστυνομικής Επιμέλειας:
Α) Γενικής Αστυνομίας.
Αυτή ασκείτο κυρίως από τους Εφόρους, οι οποίοι πλην των άλλων καθηκόντων είχαν και την εποπτεία για την αγωγή και τη συμπεριφορά των νέων, για την επιθεώρηση της αγοράς και τον έλεγχο των τιμών των τροφίμων, για την επιτήρηση των ξένων και την απέλαση των ανεπιθυμήτων προσώπων από τη Σπάρτη καθώς και την επιτήρηση των Ειλώτων. Στην ειρηνική περίοδο ασκούσαν αστυνομικά καθήκοντα ενώ σε περίοδο πολέμου ήταν στο πλευρό του βασιλέα σαν σωματοφύλακες. Η υπηρεσία του αποτελούσε, τόσο σε καιρό ειρήνης όσο και σε καιρό πολέμου, ύψιστη τιμή.
Β) Αστυνομία των Ηθών
Ήταν μια περίεργη για τις σημερινές αντιλήψεις αστυνομία, η οποία είχε σαν μέλημα την ανατροφή των νέων και νεανίδων, το σεβασμό προς τους μεγαλύτερους, τη λειτουργία των συσσιτίων, την υποχρεωτική επιβολή του γάμου, την απαγόρευση της αγαμίας, τα μέτρα κατά τη ταφή των νεκρών και το διακανονισμό του πένθους, την απαγόρευση της αποδημίας κ.λ.π. Μέριμνα για εφαρμογή διατάξεων περί των ηθών δεν υπήρχε στην Αρχαία Σπάρτη καθότι το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα που επικρατούσε απέκλειε απολύτως την ύπαρξη τέτοιων ζητημάτων.
Οι νεαρές γυναίκες εφόσον ήταν άγαμες θεωρούνταν ιερά πρόσωπα και γι' αυτό δεν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο από τους νέους, μάλιστα υποχρεούνταν να χορεύουν γυμνές ενώπιόν τους χωρίς να θεωρείται προσβολή αυτό για τη δημόσια αιδώ. Η μοιχεία ήταν κατά κάποιο τρόπο ανεκτή και επιβεβλημένη αφού ο αποκλειστικός σκοπός του γάμου ήταν η δημιουργία αρίστων απογόνων. Κατέβαλλαν ιδιαίτερη προσπάθεια για την αναπαραγωγή αρίστων απογόνων και δεν θεωρούνταν ανέντιμο να προσκαλούν εύρωστους νέους για να συνευρεθούν με τις νεαρές γυναίκες τους για την απόκτηση εύρωστων και υγιών παιδιών.
Γ) Αστυνομία της Αγορανομίας.
Ήταν μια διαφορετική από τη σημερινή αντίστοιχη υπηρεσία αφού απαγόρευε κάθε εκδήλωση πλούτου και υποχρέωνε όλους ανεξαιρέτως να μετέχουν στα κοινά συσσίτια ακόμη και τους βασιλείς. Η νομοθεσία του Λυκούργου κατήργησε τα χρυσά και ασημένια νομίσματα και αντί αυτών άφησε μόνο τα σιδερένια τα οποία ήταν μεγάλου βάρους και μικρής αξίας. Οι "Εμπέλωροι", "Παιδιανόμοι" και "Αγρονόμοι" ασχολούνταν με την επιτήρηση των βασικών βιοτικών αγαθών και των καλλιεργειών.
Δ) Αστυνομία Γενικής Ασφάλειας
Η Αστυνομία της γενικής ασφάλειας ήταν εμπιστευμένη στους Εφόρους οι οποίοι λάμβαναν μέτρα για την προστασία της πολιτείας από κινδύνους που προέρχονταν από τους "περίοικους" και τους "Είλωτες".
Ενάντια του κινδύνου των Ειλώτων χρησιμοποιούντο οι ενήλικες πολίτες, οι οποίοι για να αποκτήσουν τα δικαιώματα του πολίτη της Σπάρτης έπρεπε να αποδείξουν έμπρακτα ότι ήταν ικανοί γι΄αυτό.
Καιροφυλακτούσαν στα δάση και τα πλέον απομακρυσμένα σημεία, οπλισμένοι με εγχειρίδια και με τροφή για λίγες ημέρες και επιτίθονταν κρυφά στους διερχόμενους ανύποπτους Είλωτες και τους σκότωναν "εν ψυχρό" από την ανάγκη να αποκτήσουν θάρρος και τόλμη ώστε να θεωρηθούν ικανοί πολίτες και αντάξιοι των ενηλίκων.
Κατά των Ειλώτων που όπως προαναφέρθηκε αποτελούσε συνεχή απειλή για τους Σπαρτιάτες χρησιμοποιούσαν μια μυστική κατά κάποιο τρόπο αστυνομία η οποία ονομαζόταν "Κρυπτείας", με κύριο μέλημα την εποπτεία τους.
Η Αστυνομία σε άλλες ελληνικές πόλεις κατά την αρχαιότητα
Μπορούμε να πούμε ότι οι αστυνομικές αρχές των αρχαίων πόλεων της Αθήνας και Σπάρτης συναντώνται και στις υπόλοιπες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας.
Σταθερό για Δημόσια μονάδα μέτρησης
Έτσι η Αρχή των "Αστυνόμων" συναντάται στην Κνίδο , Ευμενία, Ηράκλειο της Βιθυνίας, Ολβία, Σινώπη, Συρία , Συρακούσες, Ρόδο, Τήνο, Ηράκλειο της Συρία, Κάρπαθο και άλλες πόλεις του Πόντου.
Η Αρχή των "Αγορανόμων" υπήρχε στην Ανδανεία, Αφροδισία, ΄Αργος, Αστυπάλαια, Κύπρο, Κω, Κρήτη, Δήλο, Αίγινα, Λέσβο, Μέγαρα, Μεσημβρία, Μίλητο ,Ταίναρο , Τήνο, Θάσο, Θυάτειρα, Τράλλεις, Έφεσο, ,Χίο , Αλικαρνασσό, Σίκινο, Κέρκυρα κ.λ.
Η αρχή των "Σιτοφυλάκων" ή "Σιτώνων" ή "Σιταγερτών" συναντάται στη Δήλο, Κάρυστο, Ηράκλειο της Συρίας, Ταυρομένιο κ. λ.
Οι "Γυναικονόμοι" όπως προκύπτει από επιγραφές υπήρχαν στην Ανδανεία, Γάμβριο της Περγάμου, στη Μαγνησία κ.λ
Οι "Έφοροι", οι "Επιμελητές κρουνών" , οι "Τειχοποιοί" και οι "φύλακες λιμένων" υπήρχαν σε όλες σχεδόν τις Ελληνικές πόλεις .
Η Αστυνομία κατά την διάρκεια της «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας
Οι Αρχές στο Βυζάντιο ήταν :
Ο Έπαρχος της πόλης, ο οποίος ασκούσε την ανώτατη διοικητική εξουσία της πόλης.
Ο Πραίτωρ του δήμου, ο οποίος ασκούσε αστυνομικά καθήκοντα.
Ο Έπαρχος του Σίτου, η αρμοδιότητα του οποίου ήταν να παρακολουθεί τον τρόπο της παρασκευής και της διάθεσης του άρτου.
Οι Επιμελητές.
Οι Πράκτορες της Μυστικής Αστυνομίας.
Ο Κβέστωρ, παρακολουθούσε τις κινήσεις των ξένων και των επισκεπτών της πόλης.
ΤΕΛΟΣ
Με πηγές :
« Ιστορία Της Αστυνομίας Πόλεως » του Χ. Σταμάτη.Μια σταγόνα ιστορία, Δημήτρης Καμπουράκης, εκδόσεις Πατάκη...ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝCreed-Odyssey
©ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
ΠΗΓΗ: https://ellinondiktyo.blogspot.com/2019/09/blog-post_15.html
Let's block ads! (Why?)
πηγη