2019-10-21 14:22:03
Η αυξημένη έκθεση στον μόλυβδο συνδέεται με χαμηλότερη ποιότητα ύπνου κατά την
παιδική ηλικία, υποστηρίζει νέα επιστημονική μελέτη
Τα παιδιά που εκτίθενται σε μόλυβδο μπορεί να έχουν χειρότερη ποιότητα ύπνου, πράγμα που με τη σειρά του ίσως να επηρεάζει τις γνωστικές τους ικανότητες, σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Clinical Sleep Medicine.
«Μία από τις επιπτώσεις της έκθεσης των παιδιών στο μόλυβδο είναι τα κακά νευρογνωστικά αποτελέσματα, γεγονός που αναδεικνύει την πιθανότητα ο ύπνος να παίζει διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ της έκθεσης στον μόλυβδο και των γνωστικών αποτελεσμάτων», αναφέρει η Erica Jansen, επίκουρη καθηγήτρια έρευνας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Michigan το οποίο διενήργησε και τη μελέτη.
Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι να αποφασιστεί αν η έκθεση στο μόλυβδο και ο ύπνος πράγματι συνδέονται.
«Όντως βρήκαμε κάποιους συσχετισμούς μεταξύ της αθροιστικής έκθεσης στον μόλυβδο κατά την πρώιμη παιδική ηλικία και της μικρότερης διάρκειας ύπνου κατά την εφηβεία. Ενδεικτικά, εκείνα που είχαν επίπεδα μολύβδου στο αίμα άνω του 25% κοιμούνταν, κατά μέσο όρο, 23 λεπτά λιγότερο από εκείνα που είχαν κάτω του 25%», σημειώνει η Δρ. Jansen.
Η μελέτη περιελάμβανε 395 παιδιά από τη μελέτη ELEMENT που εξέταζε την έκθεσή τους σε τοξικές ουσίες του περιβάλλοντος στο Μεξικό, τα οποία στη συνέχεια εντάχθηκαν σε δύο ομάδες και ετέθησαν υπό παρακολούθηση για 25 χρόνια.
Τα επίπεδα μολύβδου στο αίμα μετρήθηκαν σε ηλικίες από 1 έως 4 ετών και χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό μιας αθροιστικής μέτρησης των επιπέδων μολύβδου κατά την παιδική ηλικία. Η μέση διάρκεια ύπνου, οι διακοπές του νυχτερινού ύπνου και η κίνηση κατά τη διάρκειά του αξιολογήθηκαν μία φορά ανάμεσα στο 9ο και 18ο έτος της ηλικίας των παιδιών μέσω μικροσυσκευών που φορούσαν στους καρπούς και κατέγραφαν τα δεδομένα για διάστημα επτά ημερών. Οι μετρήσεις αυτές στη συνέχεια συγκρίθηκαν με τα επίπεδα μολύβδου χωρισμένα σε τεταρτημόρια ανά έκθεση, προσαρμοσμένα ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και τη μόρφωση της μητέρας.
Εκτός από το ότι η υψηλότερη έκθεση στον μόλυβδο κατά την παιδική ηλικία συνδέεται με μειωμένη διάρκεια ύπνου στην εφηβεία, η μεγαλύτερη συσσώρευση μολύβδου σχετίστηκε με συχνότερες διακοπές του ύπνου και περισσότερη σωματική κινητικότητα κατά τη διάρκειά του στους νεότερους εφήβους (κάτω των 14 ετών).
Για να κατανοήσουν καλύτερα συγκεκριμένα προβλήματα ύπνου που ενδεχομένως να αντιμετωπίζουν τα παιδιά με υψηλότερη έκθεση στον μόλυβδο, οι ερευνητές ξεκινούν τώρα να αναλύουν δεδομένα της μετέπειτα περιόδου παρακολούθησης που περιλαμβάνουν επιπλέον δείκτες της ποιότητας και των δυσκολιών στον ύπνο.
Παρόλο που οι ερευνητές δεν εξέτασαν τα νευρογνωστικά αποτελέσματα σε αυτή τη φάση της μελέτης, τα ευρήματά τους σχετικά με την έκθεση στο μόλυβδο και τον ύπνο ανοίγουν το δρόμο για βαθύτερη διερεύνηση των οδών που συνδέουν τον μόλυβδο με τον ύπνο και τη γνωστική ικανότητα στα παιδιά και σκοπεύουν, τέλος να εξετάσουν τις επιπτώσεις της έκθεσης και σε άλλα τοξικά.
anatakti
παιδική ηλικία, υποστηρίζει νέα επιστημονική μελέτη
Τα παιδιά που εκτίθενται σε μόλυβδο μπορεί να έχουν χειρότερη ποιότητα ύπνου, πράγμα που με τη σειρά του ίσως να επηρεάζει τις γνωστικές τους ικανότητες, σύμφωνα με μία μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Clinical Sleep Medicine.
«Μία από τις επιπτώσεις της έκθεσης των παιδιών στο μόλυβδο είναι τα κακά νευρογνωστικά αποτελέσματα, γεγονός που αναδεικνύει την πιθανότητα ο ύπνος να παίζει διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ της έκθεσης στον μόλυβδο και των γνωστικών αποτελεσμάτων», αναφέρει η Erica Jansen, επίκουρη καθηγήτρια έρευνας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Michigan το οποίο διενήργησε και τη μελέτη.
Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι να αποφασιστεί αν η έκθεση στο μόλυβδο και ο ύπνος πράγματι συνδέονται.
«Όντως βρήκαμε κάποιους συσχετισμούς μεταξύ της αθροιστικής έκθεσης στον μόλυβδο κατά την πρώιμη παιδική ηλικία και της μικρότερης διάρκειας ύπνου κατά την εφηβεία. Ενδεικτικά, εκείνα που είχαν επίπεδα μολύβδου στο αίμα άνω του 25% κοιμούνταν, κατά μέσο όρο, 23 λεπτά λιγότερο από εκείνα που είχαν κάτω του 25%», σημειώνει η Δρ. Jansen.
Η μελέτη περιελάμβανε 395 παιδιά από τη μελέτη ELEMENT που εξέταζε την έκθεσή τους σε τοξικές ουσίες του περιβάλλοντος στο Μεξικό, τα οποία στη συνέχεια εντάχθηκαν σε δύο ομάδες και ετέθησαν υπό παρακολούθηση για 25 χρόνια.
Τα επίπεδα μολύβδου στο αίμα μετρήθηκαν σε ηλικίες από 1 έως 4 ετών και χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό μιας αθροιστικής μέτρησης των επιπέδων μολύβδου κατά την παιδική ηλικία. Η μέση διάρκεια ύπνου, οι διακοπές του νυχτερινού ύπνου και η κίνηση κατά τη διάρκειά του αξιολογήθηκαν μία φορά ανάμεσα στο 9ο και 18ο έτος της ηλικίας των παιδιών μέσω μικροσυσκευών που φορούσαν στους καρπούς και κατέγραφαν τα δεδομένα για διάστημα επτά ημερών. Οι μετρήσεις αυτές στη συνέχεια συγκρίθηκαν με τα επίπεδα μολύβδου χωρισμένα σε τεταρτημόρια ανά έκθεση, προσαρμοσμένα ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και τη μόρφωση της μητέρας.
Εκτός από το ότι η υψηλότερη έκθεση στον μόλυβδο κατά την παιδική ηλικία συνδέεται με μειωμένη διάρκεια ύπνου στην εφηβεία, η μεγαλύτερη συσσώρευση μολύβδου σχετίστηκε με συχνότερες διακοπές του ύπνου και περισσότερη σωματική κινητικότητα κατά τη διάρκειά του στους νεότερους εφήβους (κάτω των 14 ετών).
Για να κατανοήσουν καλύτερα συγκεκριμένα προβλήματα ύπνου που ενδεχομένως να αντιμετωπίζουν τα παιδιά με υψηλότερη έκθεση στον μόλυβδο, οι ερευνητές ξεκινούν τώρα να αναλύουν δεδομένα της μετέπειτα περιόδου παρακολούθησης που περιλαμβάνουν επιπλέον δείκτες της ποιότητας και των δυσκολιών στον ύπνο.
Παρόλο που οι ερευνητές δεν εξέτασαν τα νευρογνωστικά αποτελέσματα σε αυτή τη φάση της μελέτης, τα ευρήματά τους σχετικά με την έκθεση στο μόλυβδο και τον ύπνο ανοίγουν το δρόμο για βαθύτερη διερεύνηση των οδών που συνδέουν τον μόλυβδο με τον ύπνο και τη γνωστική ικανότητα στα παιδιά και σκοπεύουν, τέλος να εξετάσουν τις επιπτώσεις της έκθεσης και σε άλλα τοξικά.
anatakti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ