2019-11-04 10:20:13
Φωτογραφία για Εντόπισαν το γονίδιο της εξάρτησης από την κάνναβη
Συχνά στην Ιατρική περιγράφεται ως "εξάρτηση" η ακατανίκητη ανάγκη ενός ατόμου για συστηματική πρόσληψη μιας εξαρτησιογόνου ουσίας ως το αποτέλεσμα μόνιμων αλλοιώσεων του εγκεφάλου. Αλλοιώσεις που προκαλούνται από την υπερβολική και παρατεταμένη κατανάλωση των εξαρτησιογόνων ουσιών.

Είτε πρόκειται για τα "σκληρά" ναρκωτικά (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη) είτε για τις πιο "ήπιες" ψυχοτροποποιητικές ουσίες (μαριχουάνα, χασίς, κοκαΐνη), η εξάρτηση, το σύνδρομο στέρησης και ο εθισμός, δηλαδή η ανάγκη σταδιακής αύξησης της δόσης, θεωρούνται τα τρία τυπικά γνωρίσματα της τοξικότητας κάθε ναρκωτικής ουσίας.

Όμως, για να είναι έγκυρο αυτό το κριτήριο, θα πρέπει η εξαρτησιογόνος ουσία να διαθέτει ταυτόχρονα και τα τρία παραπάνω γνωρίσματα. Μόνο τότε μπορούμε, με σχετική ασφάλεια, να κατατάσσουμε μια φυσική ή συνθετική ουσία στα «ναρκωτικά».

Την «τοξικότητα» της κάνναβης επιχείρησαν επανειλημμένως να επιβεβαιώσουν πολυάριθμες ανατομικές, φυσιολογικές, φαρμακευτικές και, πιο πρόσφατα, βιοχημικές και γονιδιακές έρευνες. Όμως, όλες αυτές οι προσπάθειες απέβησαν μέχρι σήμερα μάταιες.


Ο Ραφαήλ Μεσούλαμ (Raphael Mechoulam), πρωτοπόρος Ισραηλινός νευροχημικός που εργαζόταν στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, έκανε, το 1964, μια εντελώς απρόσμενη ανακάλυψη: διαπίστωσε έκπληκτος ότι οι νευρώνες του εγκεφάλου μας διαθέτουν ειδικούς υποδοχείς στους οποίους προσδένονται οι ψυχοτρόπες και ιδιαίτερα δραστικές ουσίες της κάνναβης, όπως η Δ-9 τετραϋδροκανναβινόλη ή THC.

Όμως, πολύ πιο εντυπωσιακή ήταν η μετέπειτα ανακάλυψή του ότι κάθε φυσιολογικός ανθρώπινος εγκέφαλος παράγει καθημερινά ουσίες παρόμοιες με τα ενεργά συστατικά που υπάρχουν στη μαριχουάνα και στο χασίς. Αυτές οι ενδογενείς ψυχοδραστικές ουσίες ονομάζονται «ενδοκανναβινοειδή» και επιτελούν τις ίδιες ακριβώς λειτουργίες με τα εξωγενή φυτικά κανναβινοειδή που εισέρχονται στον εγκέφαλό μας όποτε καταναλώνουμε μαριχουάνα ή χασίς. Μήπως τελικά, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, είμαστε εκ φύσεως «μαστούρηδες»;

Κατά κάποιον τρόπο, η απάντηση είναι θετική: τα φυτικά κανναβινοειδή δρουν στα ίδια ακριβώς εγκεφαλικά κέντρα όπου δρουν και τα ενδοκανναβινοειδή, η διαφορά μεταξύ τους έχει να κάνει με τα επίπεδα συγκέντρωσης: τα ενδοκανναβινοειδή παράγονται σε πολύ μικρότερες ποσότητες και δρουν πολύ πιο επιλεκτικά απ’ ό,τι τα ενεργά συστατικά της μαριχουάνας και του χασίς.

Συνεπώς, σήμερα, θεωρείται επαρκώς επιβεβαιωμένο ότι η βασική λειτουργία τόσο των εξωγενών φυτικών κανναβινοειδών (της μαριχουάνας ή του χασίς) όσο και των ενδοκανναβινοειδών είναι να προστατεύουν τις εγκεφαλικές δομές και τα νευρωνικά κυκλώματα από την παρατεταμένη υπερδραστηριότητα, που μπορεί να αποβεί βλαπτική ή και μοιραία για τον οργανισμό.

Παρ’ όλα αυτά, μεταξύ των ειδικών οι απόψεις διίστανται σχετικά με την ελεύθερη καλλιέργεια και τη χρήση της κάνναβης. Ενώ όλοι συμφωνούν για την απελευθέρωση και άμεση νομιμοποίηση της ιατρικής-ιαματικής χρήσης της κάνναβης, αρκετοί είναι αντίθετοι στο να διατίθεται ελεύθερα, π.χ. να πωλείται νόμιμα σε καφέ ή, γιατί όχι, στα σουπερμάρκετ.

Γιατί άραγε, παρά τη συστηματική κατανάλωση παγκοσμίως από (τουλάχιστον) 147 εκατομμύρια ανθρώπους των συνήθως απαγορευμένων προϊόντων της κάνναβης, όπως η μαριχουάνα και το χασίς, μόνο το 10% από αυτούς εκδηλώνει κάποια εξάρτηση;

Για να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα οι Δανοί νευροεπιστήμονες ανέλυσαν στο εργαστήριο το γονιδίωμα από 2.000 ανθρώπους που εμφάνιζαν συμπτώματα εξάρτησης από την κατανάλωση κάνναβης και το συνέκριναν με το γονιδίωμα 50.000 ατόμων που δεν ήταν εξαρτημένα. Ετσι, κατάφεραν να εντοπίσουν τη γενετική παραλλαγή, δηλαδή το ελαφρώς τροποποιημένο γονίδιο που εμπλέκεται -και ίσως ευθύνεται- για την εξάρτηση μόνο ορισμένων ανθρώπων από τα φυτικά κανναβινοειδή.

Και μολονότι αυτές οι έρευνες ενδέχεται, στο μέλλον, να οδηγήσουν σε ένα γενετικό τεστ ελέγχου της προδιάθεσης ορισμένων ατόμων για κατάχρηση και εξάρτηση από αυτές τις ψυχοδραστικές ουσίες, οφείλουμε να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί ως προς τις επιστημονικές παρανοήσεις και ακόμη περισσότερο ως προς τις κοινωνικές εφαρμογές τέτοιων ερευνών.

Κάτι που, εξάλλου, τονίζουν και οι Δανοί ερευνητές, οι οποίοι παραδέχονται ότι απαιτούνται ακόμη πολλές έρευνες για να επιβεβαιωθεί η πραγματική δράση αυτού του γενετικού παράγοντα.

Πράγματι, αν και ορισμένα άτομα φαίνεται να έχουν κάποια γενετική προδιάθεση για εξάρτηση από τα κανναβινοειδή, η παρουσία αυτής της γονιδιακής παραλλαγής δεν σημαίνει -αυτομάτως και μοιραία- ότι οι φορείς της θα είναι εξαρτημένοι. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν μόνο ότι οι φορείς του γονιδίου έχουν απλώς μεγαλύτερες πιθανότητες από τους άλλους χρήστες αυτών των ουσιών να εκδηλώσουν κάποια εξάρτηση.
via
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ