2019-12-09 09:41:53
Με τη χρονιά να πλησιάζει στο τέλος της, διάφορα σημάδια στην παγκόσμια οικονομία δείχνουν θετικά. Τα χρηματιστήρια πάνε καλά και οι σχετικοί δείκτες παραπέμπουν σε ιστορικά ρεκόρ, την ώρα που πολύ καλά πηγαίνει και η αγορά ομολόγων, όπως τουλάχιστον δείχνει η υποχώρηση των αποδόσεων.
Τα κέρδη από επενδύσεις στη χρηματοπιστωτική σφαίρα αυξάνουν και συμβάλλουν σε μια γενική εικόνα κερδοφορίας. Την ίδια ώρα στις μεγάλες οικονομίες εξακολουθούμε να έχουμε σχετικά χαμηλά ποσοστά ανεργίας.
Ωστόσο, πίσω από αυτή την πραγματικότητα πληθαίνουν τα σημάδια μιας κατάστασης πολύ πιο προβληματικής.
Η παγκόσμια υποχώρηση της μεταποίησης
Εάν κοιτούσαμε μόνο τους δείκτες της μεταποίησης, τότε θα λέγαμε ότι η παγκόσμια οικονομία είναι σε ύφεση. Ο δείκτης PMI, από τους πιο χαρακτηριστικούς για το πώς βλέπουν τα πράγματα οι ίδιοι οι παράγοντες της παραγωγής (εν προκειμένω οι υπεύθυνοι προμηθειών), στις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2012
. Στην Ιαπωνία έχει επιστρέψει στα επίπεδα της μίνι ύφεσης του 2016. Υποχώρηση υπάρχει της μεταποίησης συνολικά στις χώρες του G7 αλλά και άλλες σημαντικές οικονομίες του πλανήτη. Ακόμη και η Κίνα και η Ινδία μπορεί να έχουν σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όμως είναι ταυτόχρονα οι χαμηλότεροι της δεκαετίας.
Αυτό που σώζει προς το παρόν την παγκόσμια οικονομία είναι το τομέας των υπηρεσιών, που περιλαμβάνει το λιανικό εμπόριο, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, την αγορά ακινήτων, τον τουρισμό τις «δημιουργικές» βιομηχανίες κ.λπ. Όντως, σε όλες τις χώρες του G20 o τομέας των υπηρεσιών έχει δείκτη PMI άνω του 50, που είναι το όριο κάτω από το οποίο η οικονομία βαίνει προς ύφεση.
Υποχώρηση των επενδύσεων και του παγκόσμιου εμπορίου
Δύο παράμετροι επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία αυτή τη στιγμή και ιδίως τη μεταποίηση. Εν μέρει αντανακλά μια γενικότερη υποχώρηση των επενδύσεων, όμως η κύρια παράμετρος είναι μια σημαντική υποχώρηση του παγκόσμιου εμπορίου.
Τον Σεπτέμβριο το παγκόσμιο εμπόριο ήταν 1,1% χαμηλότερο σε σχέση με ένα χρόνο πριν και ήταν η τέταρτη συνεχόμενη χρονιά υποχώρησης του παγκόσμιου εμπορίου και η μεγαλύτερη σε διάρκεια συρρίκνωσή του από το 2009.
Όλα αυτά γίνονται ακόμη πιο ανησυχητικά εάν δούμε ότι η ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα συνεχίζεται παρά τις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις. Η υποχώρηση του παγκόσμιου εμπορίου θέτει σε αμφισβήτηση ένα ολόκληρο μοντέλο ανάπτυξης που κατεξοχήν στηρίχτηκε στη διαρκή αύξηση των εξαγωγών.
Η ανεργία και η παραγωγικότητα
Είναι αλήθεια ότι η ανεργία δείχνει να είναι σε υποχώρηση. Αυτό είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων. Η υποχώρηση των πραγματικών μισθών στην περίοδο μετά την κρίση σημαίνει ότι είναι προτιμότερη η πρόσληψη φτηνών εργαζομένων αντί για την επένδυση σε τεχνολογίες εξοικονόμησης εργασίας. Η επέκταση του τομέα των υπηρεσιών, που είναι κατεξοχήν έντασης εργασίας και χαμηλής προστιθέμενης αξίας, σημαίνει επίσης μια σχετική ζήτηση εργασίας.
ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και η μεγάλη επισφάλεια δίνει στις επιχειρήσεις την εγγύηση ότι ανά πάρα στιγμή μπορούν να περιορίσουν το κόστος εργασίας. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να αποφύγουν την εκτίναξη της ανεργίας έστω και εάν αυτό σημαίνει μια σημαντική αύξηση κακοπληρωμένων θέσεων και ελαστικών θέσεων εργασίας.
Την ίδια ώρα η παραγωγικότητα δείχνει στάσιμη. Αυτό δεν αντανακλά μόνο ότι είχαμε διατήρηση υψηλής σχετικά απασχόλησης χωρίς αύξηση ανάλογη της παραγωγής, ούτε μόνο το γεγονός ότι σε χώρους όπως οι υπηρεσίες οι τομές στην παραγωγικότητα δεν είναι το ίδιο εύκολες. Κυρίως δείχνει ότι παρά τον πολλαπλασιασμό των τεχνολογικών καινοτομιών, αυτές δεν συναρθρώνονται σήμερα με ένα νέα κοινό και παραγωγικό υπόδειγμα που θα μπορεί να εγγυηθεί μεσοπρόθεσμα τομές στην παραγωγικότητα, με τον τρόπο π.χ. που το είδαμε αυτό όταν γενικεύτηκε το «τεηλορικό»-φορντικό παραγωγικό μοντέλο.
Τα όρια της «ποσοτικής χαλάρωσης»
Όλα αυτά δείχνουν ότι τα μέτρα που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «ποσοτική χαλάρωση», δηλαδή η κινητοποίηση δημοσίων πόρων για την ενίσχυση της οικονομίας με ρευστότητα μπορεί ίσως να απέτρεψε την παράταση της ανοιχτής κρίσης και κατάρρευσης, αλλά δεν έχει καταφέρει πραγματικά να διαμορφώσει μια άλλη δυναμική ανάπτυξης.
Το ίδιο ισχύει και για γενναία προγράμματα φοροαπαλλαγών, όπως αυτά που έφερε ο Ντόναλντ Τραμπ. Ενίσχυσαν την κερδοφορία, όμως δεν οδήγησαν σε ένα κύμα επενδύσεων και οι ρυθμοί αύξησης του σχηματισμού παγίου κεφαλαίου παραμένουν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Αυτό έχει να κάνει τόσο με το ότι δεν υπάρχουν ανάλογοι ρυθμοί ζήτησης όσο και με το ότι η κερδοφορία ως προς τη μεταποίηση και συνολικά την πραγματική οικονομία παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, την ίδια ώρα που υπάρχουν μεγάλα περιθώρια κερδοφορίας στη χρηματοοικονομική σφαίρα.
Τα όρια της εξόδου από την πραγματική οικονομία
Μέχρι τώρα οι επενδύσεις στη χρηματοοικονομική σφαίρα, εν μέσω ανοδικών τάσεων στα χρηματιστήρια και τις χρηματοαγορές, έχει προσφέρει ένα σημαντικό περιθώριο κερδοφορίας. Με αυτό τον τρόπο αντισταθμίζεται και η υποχώρηση στην πραγματική κερδοφορία.
Βέβαια, σε αυτή την κατεύθυνση συνέβαλε, ειδικά στη Wall Street, η συστηματική αγορά ιδίων μετοχών από τις εταιρείες (buyback) που κρατά και τις τιμές των μετοχών σε υψηλά επίπεδα. Την ίδια ώρα το εταιρικό χρέος έχει φτάσει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα (74% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ), επιβεβαιώνοντας ότι μια σειρά από επιχειρήσεις σήμερα έχουν μικρότερα έσοδα από το κόστος της αποπληρωμής του χρέους τους και επιβιώνουν απλώς με το να δανείζονται ακόμη περισσότερο.
Η προσδοκία της συμφωνίας για το παγκόσμιο εμπόριο
Σε αυτό το τοπίο η βασική προσδοκία είναι η παγκόσμια οικονομία θα μπορέσει να αποφύγει την μετάβαση σε μια καθαρά υφεσιακή δυναμική.
Ως προς αυτό η μεγάλη ελπίδα είναι ότι τελικά θα μπορέσει να υπάρξει κάποιου τύπου συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και θα αποφευχθεί η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου. Κάτι τέτοιο θα τόνωνε το παγκόσμιο εμπόριο και άρα τη ζήτηση για εξαγωγές και θα αντέστρεφε τις αρνητικές τάσεις ιδίως στη μεταποίηση.
Αυτό βέβαια θα εξαρτηθεί και από το εάν ο Ντόναλντ Τραμπ θα κρίνει ότι είναι η ώρα για μια συμφωνία, αν και μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα θέλει να πάει στις εκλογές με την οικονομία (που τη θεωρεί από τα ισχυρά χαρτιά του) σε καλή κατάσταση.
Σε μια τέτοια περίπτωση είναι πιθανό το 2020 να έχουμε μια σχετική βελτίωση των οικονομικών τάσεων. Όμως, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η όποια ανακούφιση για την αποφυγή των χειρότερων, θα πρέπει να οδηγήσει σε υποτίμηση των πραγματικών προβλημάτων που διαπερνούν την παγκόσμια οικονομία.
Πηγή in.gr
Τα κέρδη από επενδύσεις στη χρηματοπιστωτική σφαίρα αυξάνουν και συμβάλλουν σε μια γενική εικόνα κερδοφορίας. Την ίδια ώρα στις μεγάλες οικονομίες εξακολουθούμε να έχουμε σχετικά χαμηλά ποσοστά ανεργίας.
Ωστόσο, πίσω από αυτή την πραγματικότητα πληθαίνουν τα σημάδια μιας κατάστασης πολύ πιο προβληματικής.
Η παγκόσμια υποχώρηση της μεταποίησης
Εάν κοιτούσαμε μόνο τους δείκτες της μεταποίησης, τότε θα λέγαμε ότι η παγκόσμια οικονομία είναι σε ύφεση. Ο δείκτης PMI, από τους πιο χαρακτηριστικούς για το πώς βλέπουν τα πράγματα οι ίδιοι οι παράγοντες της παραγωγής (εν προκειμένω οι υπεύθυνοι προμηθειών), στις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2012
Αυτό που σώζει προς το παρόν την παγκόσμια οικονομία είναι το τομέας των υπηρεσιών, που περιλαμβάνει το λιανικό εμπόριο, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, την αγορά ακινήτων, τον τουρισμό τις «δημιουργικές» βιομηχανίες κ.λπ. Όντως, σε όλες τις χώρες του G20 o τομέας των υπηρεσιών έχει δείκτη PMI άνω του 50, που είναι το όριο κάτω από το οποίο η οικονομία βαίνει προς ύφεση.
Υποχώρηση των επενδύσεων και του παγκόσμιου εμπορίου
Δύο παράμετροι επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία αυτή τη στιγμή και ιδίως τη μεταποίηση. Εν μέρει αντανακλά μια γενικότερη υποχώρηση των επενδύσεων, όμως η κύρια παράμετρος είναι μια σημαντική υποχώρηση του παγκόσμιου εμπορίου.
Τον Σεπτέμβριο το παγκόσμιο εμπόριο ήταν 1,1% χαμηλότερο σε σχέση με ένα χρόνο πριν και ήταν η τέταρτη συνεχόμενη χρονιά υποχώρησης του παγκόσμιου εμπορίου και η μεγαλύτερη σε διάρκεια συρρίκνωσή του από το 2009.
Όλα αυτά γίνονται ακόμη πιο ανησυχητικά εάν δούμε ότι η ένταση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα συνεχίζεται παρά τις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις. Η υποχώρηση του παγκόσμιου εμπορίου θέτει σε αμφισβήτηση ένα ολόκληρο μοντέλο ανάπτυξης που κατεξοχήν στηρίχτηκε στη διαρκή αύξηση των εξαγωγών.
Η ανεργία και η παραγωγικότητα
Είναι αλήθεια ότι η ανεργία δείχνει να είναι σε υποχώρηση. Αυτό είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων. Η υποχώρηση των πραγματικών μισθών στην περίοδο μετά την κρίση σημαίνει ότι είναι προτιμότερη η πρόσληψη φτηνών εργαζομένων αντί για την επένδυση σε τεχνολογίες εξοικονόμησης εργασίας. Η επέκταση του τομέα των υπηρεσιών, που είναι κατεξοχήν έντασης εργασίας και χαμηλής προστιθέμενης αξίας, σημαίνει επίσης μια σχετική ζήτηση εργασίας.
ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και η μεγάλη επισφάλεια δίνει στις επιχειρήσεις την εγγύηση ότι ανά πάρα στιγμή μπορούν να περιορίσουν το κόστος εργασίας. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να αποφύγουν την εκτίναξη της ανεργίας έστω και εάν αυτό σημαίνει μια σημαντική αύξηση κακοπληρωμένων θέσεων και ελαστικών θέσεων εργασίας.
Την ίδια ώρα η παραγωγικότητα δείχνει στάσιμη. Αυτό δεν αντανακλά μόνο ότι είχαμε διατήρηση υψηλής σχετικά απασχόλησης χωρίς αύξηση ανάλογη της παραγωγής, ούτε μόνο το γεγονός ότι σε χώρους όπως οι υπηρεσίες οι τομές στην παραγωγικότητα δεν είναι το ίδιο εύκολες. Κυρίως δείχνει ότι παρά τον πολλαπλασιασμό των τεχνολογικών καινοτομιών, αυτές δεν συναρθρώνονται σήμερα με ένα νέα κοινό και παραγωγικό υπόδειγμα που θα μπορεί να εγγυηθεί μεσοπρόθεσμα τομές στην παραγωγικότητα, με τον τρόπο π.χ. που το είδαμε αυτό όταν γενικεύτηκε το «τεηλορικό»-φορντικό παραγωγικό μοντέλο.
Τα όρια της «ποσοτικής χαλάρωσης»
Όλα αυτά δείχνουν ότι τα μέτρα που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «ποσοτική χαλάρωση», δηλαδή η κινητοποίηση δημοσίων πόρων για την ενίσχυση της οικονομίας με ρευστότητα μπορεί ίσως να απέτρεψε την παράταση της ανοιχτής κρίσης και κατάρρευσης, αλλά δεν έχει καταφέρει πραγματικά να διαμορφώσει μια άλλη δυναμική ανάπτυξης.
Το ίδιο ισχύει και για γενναία προγράμματα φοροαπαλλαγών, όπως αυτά που έφερε ο Ντόναλντ Τραμπ. Ενίσχυσαν την κερδοφορία, όμως δεν οδήγησαν σε ένα κύμα επενδύσεων και οι ρυθμοί αύξησης του σχηματισμού παγίου κεφαλαίου παραμένουν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Αυτό έχει να κάνει τόσο με το ότι δεν υπάρχουν ανάλογοι ρυθμοί ζήτησης όσο και με το ότι η κερδοφορία ως προς τη μεταποίηση και συνολικά την πραγματική οικονομία παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, την ίδια ώρα που υπάρχουν μεγάλα περιθώρια κερδοφορίας στη χρηματοοικονομική σφαίρα.
Τα όρια της εξόδου από την πραγματική οικονομία
Μέχρι τώρα οι επενδύσεις στη χρηματοοικονομική σφαίρα, εν μέσω ανοδικών τάσεων στα χρηματιστήρια και τις χρηματοαγορές, έχει προσφέρει ένα σημαντικό περιθώριο κερδοφορίας. Με αυτό τον τρόπο αντισταθμίζεται και η υποχώρηση στην πραγματική κερδοφορία.
Βέβαια, σε αυτή την κατεύθυνση συνέβαλε, ειδικά στη Wall Street, η συστηματική αγορά ιδίων μετοχών από τις εταιρείες (buyback) που κρατά και τις τιμές των μετοχών σε υψηλά επίπεδα. Την ίδια ώρα το εταιρικό χρέος έχει φτάσει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα (74% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ), επιβεβαιώνοντας ότι μια σειρά από επιχειρήσεις σήμερα έχουν μικρότερα έσοδα από το κόστος της αποπληρωμής του χρέους τους και επιβιώνουν απλώς με το να δανείζονται ακόμη περισσότερο.
Η προσδοκία της συμφωνίας για το παγκόσμιο εμπόριο
Σε αυτό το τοπίο η βασική προσδοκία είναι η παγκόσμια οικονομία θα μπορέσει να αποφύγει την μετάβαση σε μια καθαρά υφεσιακή δυναμική.
Ως προς αυτό η μεγάλη ελπίδα είναι ότι τελικά θα μπορέσει να υπάρξει κάποιου τύπου συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα και θα αποφευχθεί η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου. Κάτι τέτοιο θα τόνωνε το παγκόσμιο εμπόριο και άρα τη ζήτηση για εξαγωγές και θα αντέστρεφε τις αρνητικές τάσεις ιδίως στη μεταποίηση.
Αυτό βέβαια θα εξαρτηθεί και από το εάν ο Ντόναλντ Τραμπ θα κρίνει ότι είναι η ώρα για μια συμφωνία, αν και μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα θέλει να πάει στις εκλογές με την οικονομία (που τη θεωρεί από τα ισχυρά χαρτιά του) σε καλή κατάσταση.
Σε μια τέτοια περίπτωση είναι πιθανό το 2020 να έχουμε μια σχετική βελτίωση των οικονομικών τάσεων. Όμως, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση η όποια ανακούφιση για την αποφυγή των χειρότερων, θα πρέπει να οδηγήσει σε υποτίμηση των πραγματικών προβλημάτων που διαπερνούν την παγκόσμια οικονομία.
Πηγή in.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ