2019-12-15 13:11:13
Φωτογραφία για Ρένια Λουιζίδου: «Όλα είναι θέμα χημείας»
Γλυκός άνθρωπος. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό όταν συναντάς από κοντά τη Ρένια Λουιζίδου, μια γυναίκα απλή και καθημερινή, που προσπαθεί να ανταποκριθεί στους πολλαπλούς ρόλους της ηθοποιού, της συζύγου και της μητέρας. Δηλώνει ευτυχής που έχει μια οικογένεια που τη στηρίζει στα τρελά ωράρια και φαίνεται να έχει μεγάλη αδυναμία στον φοιτητή γιο της. Παραδέχεται, ωστόσο, πως δεν προλαβαίνει να ανταποκριθεί με επάρκεια στις απαιτήσεις της καθημερινότητας: «Προχτές μαγείρεψα ύστερα από δέκα μέρες, όποιος λέει ότι τα καταφέρνει σε όλα εξίσου, ψεύδεται ασύστολα».

Είναι, όμως, χαρούμενη που μπορεί και επιλέγει ρόλους και παραστάσεις που την εξιτάρουν - εξ ου και φέτος πρωταγωνιστεί σε δύο ταυτόχρονα: έχει ήδη ξεκινήσει το «The Children» στο θέατρο Ιλίσια, ένα έργο με ευαίσθητα μηνύματα για το περιβάλλον και για την ευθύνη που φέρουμε όλοι μας ενώ στις 12Δεκεμβρίου ξεκινάει στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών το πολυσυζητημένο «Tom in Greece» που έχει ανέβει με μεγάλη επιτυχία σε διάφορα μέρη του κόσμου, ενώ έχει διασκευαστεί και για τη μεγάλη οθόνη από τον πετυχημένο νέο σκηνοθέτη Ξαβιέ Ντολάν (ελληνικός τίτλος «Ο Τομ στη Φάρμα»)
. Στη Στέγη θα έχουμε την τύχη να δούμε το έργο του Μισέλ Μαρκ Μπουσάρ διασκευασμένο στα ελληνικά δεδομένα με παραλλαγμένο και τον τίτλο.

«Το έργο είναι γραμμένο για τον Καναδά, όπου είναι κυρίαρχη η ακραία καιρική συνθήκη που έρχεται και αποτελειώνει την ήδη τεταμένη ψυχική κατάσταση των ηρώων», αναφέρει η Ρένια Λουιζίδου, που φαίνεται ενθουσιασμένη με το όλο εγχείρημα. «Επειδή ακριβώς έχει μεγάλη σημασία το περιβάλλον, το κλίμα ή οι καιρικές συνθήκες όπου λαμβάνει χώρα το δράμα, μετατοπίστηκε στα καθ'ημάς, δηλαδή σε ένα μεσογειακό περιβάλλον, αποκτώντας και τον ανάλογο τίτλο: "Tom in Greece". Εννοείται ότι σε κάθε χώρα παρουσιάζεται το θέμα της ομοφοβίας, απλώς είναι διαφορετικά τα δεδομένα: πάντα κάτι λέει αν το περιβάλλον είναι μια απομακρυσμένη επαρχία ή ένα διαμέρισμα στους Αμπελόκηπους.

Είναι τρομερό να είμαστε στον 21ο αιώνα και να μην έχουμε λύσει ζητήματα όπως η ομοφοβία - μαζί με τόσα άλλα». Ολα ξεκινούν όταν ο Τομ, κοσμοπολίτης, πετυχημένος και γκέι, ταξιδεύει στην ελληνική επαρχία για να παραστεί στην κηδεία του εραστή του. Εκτός από το πένθος έχει να αντιμετωπίσει και την οικογένεια του νεκρού φίλου του, που φυσικά δεν έχει ιδέα για την ύπαρξή του: τη μητέρα που δεν είχε ιδέα ότι ο γιος της ζούσε μαζί του, αλλά και τον αδελφό που θέλει να κρύψει την αλήθεια με κάθε κόστος. Και τότε είναι που οι οδυνηρές αλήθειες αρχίζουν να μπλέκουν στα δίχτυα τους πρωταγωνιστές.

Ξεκινώντας η ίδια να μου εξηγεί πόσο τυχερή είναι που συνεργάζεται με δύο νέους σκηνοθέτες -τον Νικορέστη Χανιωτάκη στο «Ιλίσια» και τον Σαράντο-Γεώργιο Ζερβουλάκο στη Στέγη, ένας κύριος μας πλησιάζει για να χαιρετήσει τη δική του «Χαρούλα». Και δεν είναι ο μόνος: έχει έναν τρόπο η Λουιζίδου να ανταποκρίνεται στην αγάπη του κοινού που της δείχνει την αδυναμία του με κάθε τρόπο. Τη ρωτάω αν αυτή η δύναμη είναι που εξηγεί και τη νεανικότητα που τη χαρακτηρίζει - το βλέπεις στο ταμπεραμέντο της, στον τρόπο που κινείται και στο χαμόγελο. «Να μην πω ψέματα, τον αισθάνομαι τον χρόνο, όπως και να 'χει: όχι βαριά ή δυσάρεστα, απλώς οι αντοχές μου δεν είναι ίδιες. Η ανάγκη παύσης και να περνάει ο χρόνος με πιο αργό τέμπο είναι μεγαλύτερη. Με δυσαρεστεί πια να τρέχω να προλάβω τα πράγματα, ενώ παλιότερα το έβλεπα σαν ωραία πρόκληση». Είναι σημαντικό πάντως για την ίδια να επικοινωνεί με τις νεότερες γενιές, και γι' αυτό δηλώνει παραπάνω από ευτυχής που ο Ζερβουλάκος -νέος σκηνοθέτης που ψηφίστηκε το 2012 από τους Γερμανούς κριτικούς θεάτρου του περιοδικού «Theater Heute» ως ο καλύτερος ανερχόμενος καλλιτέχνης της χρονιάς- επέμενε να πρωταγωνιστήσει εκείνη στον Τομ: «Σκέφτηκα ότι κάτι είδε και με κέρδισε η επιμονή του ότι θα μπορούσα να το κάνω και να ανταποκριθώ στο ειδικό βάρος των δύο παραστάσεων. Παρότι δεν έχω ακόμα προλάβει να κάνω τον γενικό απολογισμό, πρέπει να ομολογήσω ότι καταγίνομαι με τα δύο έργα με μεγάλη ευχαρίστηση».

Δεδομένου ότι η παράσταση φέρνει στην επιφάνεια τις παθογένειες της ελληνικής επαρχίας, τη ρωτάω αν έχει εξαγάγει το δικό της συμπέρασμα παίζοντας ρόλους που τοποθετούνται σε μια άλλη Ελλάδα: «Η αλήθεια είναι ότι την εικόνα της ελληνικής επαρχίας την έχω πιο πολύ μέσα από ρόλους αφού έχω βιώματα αποκλειστικά από την πόλη. Με ρίζες από τη Μικρά Ασία και με συγγενείς πρόσφυγες από εκεί, δεν είχα χωριό: το χωριό μου ήταν η Θεσσαλονίκη όπου μεγάλωσα. Δεν είχα ως εκ τούτου εμπειρία του να επισκεφθώ τον παππού ή τη γιαγιά ή να έχω κάποιο εξοχικό. Απλώς μέσα από τους ρόλους δοκιμάζεις εναλλακτικές ζωές».

Ούτε όμως την τηλεόραση είχε καν φανταστεί όταν τελείωνε το ΚΘΒΕ ενώ παράλληλα φοιτούσε στη Φιλοσοφική της Θεσσαλονίκης και κατέβαινε για οντισιόν στην Αθήνα. Η τηλεόραση βρισκόταν τότε στα σπάργανα: «Η αλήθεια είναι ότι ανήκω σε μια γενιά που το επάγγελμα του ηθοποιού είχε αποκλειστικά σχεδόν να κάνει με το θέατρο και όταν αποφάσιζες να το ακολουθήσεις σήμαινε ότι εκεί αποσκοπείς. Δεν υπήρχε ιδιωτική τηλεόραση τότε και μπορώ να πω ότι συμπέσαμε με την ιδιωτική τηλεόραση χρονικά. Εγώ βγήκα στο επάγγελμα το 1988, όταν δηλαδή άνοιξαν τα ιδιωτικά κανάλια. Κανείς μας δεν μπορούσε να φανταστεί την εξέλιξη - και περισσότερο εμείς που είμαστε από τη Θεσσαλονίκη και αλλού ξημερωμένοι. Ενταχθήκαμε, ωστόσο, στα νέα δεδομένα της δουλειάς. Αλλά για να μην παρεξηγηθώ, αγαπώ πολύ την τηλεόραση και δεν θέλω να φανώ αγνώμων, αφού είναι ένα πεδίο που μου έδωσε πολλά, μια σχέση εκτίμησης με τον κόσμο που δεν την προσπερνώ ούτε την παραβλέπω. Είναι φοβερό να παίρνω τέτοια συμπάθεια, νιώθω πολύ τυχερή γι' αυτό».

Δηλώνει επίσης πολύ τυχερή που μπορεί και κάνει ένα επάγγελμα που της μαθαίνει πολλά για τον άνθρωπο: «Δεν μπορώ να πω ότι δεν με επηρεάζουν οι ρόλοι, ότι δεν με κάνουν να προβληματίζομαι προσωπικά και κοινωνικά. Είναι ένας διάλογος κάθε φορά το έργο και ο ρόλος. Και το να είσαι ηθοποιός σημαίνει ότι οφείλεις να έχεις ανοιχτές τις κεραίες σου, αφού αυτό το επάγγελμα, εκ των πραγμάτων, λειτουργεί επιδραστικά στην ψυχή και το πνεύμα. Παρότι δεν έχω μπει σε νοσηρές καταστάσεις του να ταυτίζομαι με ρόλους -δεν πιστεύω καν σε αυτό-, πολλές φορές διαπιστώνω ότι κάθε ρόλος κάτι μου αφήνει και με κάνει να συγκρίνω τις δικές μου αντιδράσεις στην πραγματική ζωή. Ενίοτε μάλιστα συμβαίνει να αντιλαμβάνομαι καλύτερα πού στέκομαι και πώς τοποθετώ τα πράγματα».

Οσο για το ότι καταφέρνει να παίζει ταυτόχρονα κωμικούς και δραματικούς ρόλους, το θεωρεί σχεδόν επιβεβλημένο: «Είναι σαν να μου πάρεις το μισό κομμάτι της δουλειάς αν με υποχρεώσεις να κάνω το ένα ή το άλλο. Ο άνθρωπος είναι και τα δύο πολλές φορές την ίδια στιγμή. Τόσο το τραγικό όσο και το κωμικό είναι ταυτόχρονες εκφάνσεις της πραγματικότητας, του εαυτού μας, της ζωής της ίδιας. Μερικές φορές η μεγάλη επιτυχία σε ένα από τα δύο στενεύει τον ορίζοντα γιατί σου ζητούν να ακολουθείς συγκεκριμένη μανιέρα. Είναι ωραίο, επομένως, να έχεις την τύχη να σου προτείνουν διαφορετικά πράγματα κάθε φορά. Το να μπορώ να πηγαίνω από την κωμωδία στο δράμα και το αντίθετο το θεωρώ μεγάλη ευτυχία». Αυτά τα στοιχεία βρήκε και στον Τομ, καθώς ο ρόλος της απαιτεί την κωμική και τη δραματική ανταπόκριση: «Ναι, ερήμην μου βέβαια, αλλά έτυχε να συναντηθούν και τα δύο. Το έργο περιγράφει τραγικές καταστάσεις που φτάνουν σε τέτοια ακρότητα ώστε μπορεί να φαντάζουν αστείες στα μάτια του παρατηρητή. Μπορεί, δηλαδή, ο εγκλωβισμός να μην είναι καθόλου αστείος, αλλά εμφανίζεται σε τέτοιο ακραίο βαθμό που για τον παρατηρητή έχει στοιχεία παρωδίας».

Τη ρωτάω αν μπαίνει στον ρόλο του θεατή και αν είναι αυστηρός κριτής του εαυτού της: «Ναι, επιβάλλεται. Ευτυχώς, έχω την αίσθηση ότι δεν έχω χάσει την αθωότητα του θεατή. Οσες φορές μου έχει συμβεί να αναλύω αυτό που βλέπω, αντιδρώ. Ισως να το επιτάσσει και το ελεύθερο θέατρο να είσαι αυστηρός, αφού είναι άλλος στίβος και πρέπει κάθε φορά να διεκδικείς αυτά που έχεις κάνει από το μηδέν. Να ξανακερδίσεις αυτό που είχες πετύχει την προηγούμενη χρονιά». Η ίδια πάντως ευτύχησε αφού πρωταγωνίστησε σε μία παράσταση που είχε επιτυχία για δύο χρονιές -«Το Τίμημα του Μίλερ» στο θέατρο Ιλίσια-, ενώ απέσπασε και θερμές κριτικές. «Είναι δύσκολο να δοκιμάζεσαι κάθε φορά από την αρχή, σε κάθε νέα παράσταση. Οσο για το πώς επιλέγω τους ρόλους, έχει να κάνει αποκλειστικά με το προσωπικό αισθητικό μου κριτήριο. Παρότι δεν μπορείς ποτέ να αποφύγεις τα ατοπήματα, δεν μπορείς ποτέ να κοροϊδέψεις τον εαυτό σου. Αν και κάθε φορά είναι το γούστο που σε οδηγεί αυτόματα στα πράγματα χωρίς καν να το προσπαθήσεις. Δεν μπορείς να λες ότι σου αρέσει κάτι που σε ενοχλεί».

Της αρέσει, επίσης, που ξαναβρέθηκε η παλιά παρέα από το «Καφέ της Χαράς»: «Θα ξαναγίνει το "Καφέ της Χαράς". Εχουν ξεκινήσει τα γυρίσματα. Ηδη παίζω στα πρώτα πέντε επεισόδια και μετά βλέπουμε ανάλογα με τους χρόνους και τα προγράμματα. Ημασταν ωραία παρέα και δεν θα τη χάλαγα, παρότι έχω πολύ μεγάλη αγωνία για το πώς μπορεί να είναι όλο αυτό δεκαέξι χρόνια μετά». Αλήθεια, όμως, τι είναι αυτό που κρατάει το ενδιαφέρον του κόσμου ζωντανό εδώ και τόσα χρόνια - και δεν μιλάω μόνο για τα πετυχημένα σίριαλ στα οποία πρωταγωνιστεί επί σειρά ετών: «Δεν έχω ιδέα. Αν το γνωρίζαμε, θα ξέραμε και να το επαναλάβουμε. Τυχαίνει, πολλές φορές να τα κάνεις όλα σωστά και για κάποιο λόγο να μη βγαίνει και άλλες να πας με πιο μέτρια βήματα και όλο αυτό να ανθίσει. Οπως όλα τα ζητήματα, είναι και αυτό θέμα χημείας».
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ