Μουρουνέλαιο- Συμβάλλει στην ανάπτυξη των οστών και των δοντιών, στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, της όρασης, των ματιών, του δέρματος. Για αιώνες το μουρουνέλαιο ήταν κι εξακολουθεί να είναι το πιο ευρέως καταναλισκόμενο ιχθυέλαιο στον κόσμο.
Διαφέρει βέβαια από τα άλλα ιχθυέλαια, διότι παράγεται από το συκώτι της μουρούνας (ή συγγενικών ψαριών της οικογένειας του γάδου), ενώ τα υπόλοιπα παράγονται από τη σάρκα των λιπαρών ψαριών (του σολομού, της ρέγκας, της σαρδέλας κτλ). Το γεγονός αυτό του προσδίδει την ιδιαιτερότητα να είναι πολύ πιο πλούσιο σε λιποδιαλυτές βιταμίνες A,D,E και Κ2.
ΩΜΕΓΑ-3, μουρουνέλαιο και υγείαΤα ω-3 λιπαρά είναι πολύ σημαντικά για την ανθρώπινη υγεία καθώς αποτελούν δομικά συστατικά της διαμόρφωσης του ανοσοποιητικού συστήματος. Επίσης διακρίνονται για τις ισχυρές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές τους, προστατεύοντας έτσι από μεγάλο πλήθος ασθενειών.
Δυστυχώς η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων δεν καταναλώνει αρκετά συχνά (1-2 φορές την εβδομάδα) λιπαρό ψάρι, όπως ή ρέγγα, το σκουμπρί, ο τόνος ή η σαρδέλα. Ως εκ τούτου δεν προσλαμβάνει επαρκείς ποσότητες των δύο σπουδαίων λιπαρών οξέων EPA (εικοσαπεντανοϊκό οξύ) και DHA (δοκοσαεξανοϊκό οξύ), των οποίων οι ευεργετικές επιδράσεις στον ανθρώπινο οργανισμό έχουν τεκμηριωθεί με χιλιάδες κλινικές μελέτες.
Οι θρεπτικές ιδιότητες του μουρουνέλαιου είναι γνωστές εδώ και χιλιετίες και αναφορές υπάρχουν ακόμη και στη Βίβλο. Τον 17ο αιώνα παρατηρήθηκε ότι η κατανάλωση μουρουνέλαιου επέφερε συγκεκριμένα ευεργετικά αποτελέσματα στην υγεία, οπότε πολλοί συνέστησαν τη χρήση του για τη θεραπεία της ραχίτιδας και των ρευματισμών.
Σχετικά: Υπάρχει μία τροφή που θωρακίζει απολύτως το ανοσοποιητικόΤο μουρουνέλαιο (ηπατοϊχθυέλαιο) αποτελεί ένα είδος ιχθυελαίου. Εντούτοις με τον όρο “ιχθυέλαιο” εννοείται συνήθως το λάδι που εξάγεται από τη σάρκα των λιπαρών ψαριών και όχι από το συκώτι τους, όπως συμβαίνει με το μουρουνέλαιο. Αν και τα δύο έλαια είναι πολύ πλούσια σε ω-3 λιπαρά, το μουρουνέλαιο υπερτερεί ως προς το γεγονός ότι είναι πλούσιο σε βιταμίνη D (D3) και βιταμίνη Α.
Πράγματι, το μουρουνέλαιο έχει πλούσια διατροφική αξία. Το υψηλής ποιότητας μουρουνέλαιο αποτελεί εξαιρετική πηγή ω-3 λιπαρών οξέων: DHA (600 mg/5 ml) και ΕΡΑ (400 mg/5 ml), όπως και της ιδιαίτερα σημαντικής βιταμίνης D (10 μg/5 ml – 400 IU). Ταυτόχρονα, περιέχει σημαντική ποσότητα βιταμίνης Α (250 μg/5 ml – 833 IU), ενώ συχνά προστίθεται και βιταμίνη Ε (10 mg/5 ml) για αντιοξειδωτική προστασία των ω-3 (Mollers.gr).
Τα παραπάνω διατροφικά χαρακτηριστικά του μουρουνέλαιου απαντούν κατηγορηματικά και με σαφήνεια στο ερώτημα που μου υποβάλλουν συχνά οι πελάτες μου για το εάν πρέπει να λαμβάνουν μουρουνέλαιο και το καλοκαίρι. Οι περισσότεροι έχοντας επωφεληθεί από τις θετικές του ιδιότητες κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου (λιγότερες ιώσεις – περισσότερη ευεξία), είναι φυσικό να αναρωτιούνται εάν θα πρέπει να το συνεχίσουν και την καλοκαιρινή περίοδο.
Στο μυαλό τους δημιουργείται ο συγκεκριμένος προβληματισμός με δεδομένο ότι, εφόσον το μουρουνέλαιο περιέχει βιταμίνη D, ίσως να μην είναι απαραίτητο το καλοκαίρι, λόγω της ηλιοφάνειας. Όπως, όμως, είναι φανερό από τα παραπάνω επιχειρήματα της ταυτόχρονης συνύπαρξης και των ω-3 λιπαρών, η απάντησή μου για το θέμα αυτό είναι ξεκάθαρη και κατηγορηματική: Φυσικά και θα πρέπει να λαμβάνετε μουρουνέλαιο και το καλοκαίρι για πολλαπλούς λόγους και ειδικά λόγω της αυξημένης περιεκτικότητάς του σε ω-3 λιπαρά.
Σχετικά: Μία διατροφική λύση αντιμετώπισης της έξαρσης των ιώσεωνΆλλωστε η ποσότητα της βιταμίνης D που περιλαμβάνεται στην προτεινόμενη δοσολογία λήψης μουρουνέλαιου (1 κουταλάκι του γλυκού= 5ml, την ημέρα) είναι 10 μg ή 400 IU, η οποία υπολείπεται κατά 25% της συνιστώμενης ημερήσιας διαιτητικής πρόσληψής της. Επομένως, αποτελεί μία ασφαλή και ταυτόχρονα αναγκαία διαιτητική πρόσληψη, λόγω της πολύ περιορισμένης διαθεσιμότητας της βιταμίνης D στα διάφορα τρόφιμα.
Συμπερασματικά, η προσθήκη στην ανθρώπινη διατροφή υψηλής ποιότητας λιπαρών, όπως είναι τα ω-3, δημιουργεί τις προϋποθέσεις αντιφλεγμονώδους προστασίας, συμβάλλοντας στην αποτελεσματική θωράκιση του ανοσοποιητικού συστήματος. Επομένως, καταναλώστε περισσότερα ψάρια, ξηρούς καρπούς, ιχθυέλαια και μουρουνέλαιο.
Στην περίπτωση του μουρουνέλαιου προσφέρεται και το σημαντικό πλεονέκτημα ότι περιέχει έναν μοναδικό συνδυασμό συνύπαρξης φυσικών ωμέγα-3 λιπαρών και βιταμίνης D, τον οποίο δεν θα βρείτε σε κανένα συμπλήρωμα διατροφής. Με τον τρόπο αυτό λειτουργεί έμμεσα ως αντιφλεγμονώδης και ανοσοπροστατευτικός παράγοντας, θωρακίζοντας τον οργανισμό έναντι απειλητικών μολυσματικών παραγόντων.
Βέβαια, προκειμένου να επωφεληθείτε μέγιστα από τα πολλαπλά οφέλη υγείας που προσφέρει είναι πολύ σημαντικό να καταναλώνετε μουρουνέλαιο υψηλής ποιότητας.
Τι προσφέρει στην υγεία σας το μουρουνέλαιοΕκτός από το να είναι μια καλή πηγή θρεπτικών συστατικών, το μουρουνέλαιο μπορεί να έχει κάποιες πολύ σημαντικές θεραπευτικές ιδιότητες.
Γενικά θεωρείται σημαντικό βοήθημα στην ανακούφιση της δυσκαμψίας των αρθρώσεων που σχετίζεται με την αρθρίτιδα. Έχει θετική επίδραση στην καρδιαγγειακή υγεία και επιταχύνει την επούλωση τραυμάτων σε δόντια, νύχια, μαλλιά και δέρμα.
Είναι το “σωστό” είδος λίπους
Το λίπος είναι απαραίτητο για κάθε μεμονωμένο κύτταρο στο σώμα σας. Καταναλώνοντας τα σωστά είδη λιπών (όπως τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα στο μουρουνέλαιο) θα έχετε πιο υγιές και λαμπερό δέρμα. Επίσης, θα βελτιώσετε την ικανότητα του οργανισμού σας να απορροφά βιταμίνες και ανόργανες ουσίες και θα ενισχύσετε το ανοσοποιητικό σας σύστημα.
Όταν καταναλώνουμε λίπος, ο εγκέφαλος λαμβάνει ένα σήμα για να “απενεργοποιήσει” την όρεξή μας. Τα υγιεινά λιπαρά σε ένα γεύμα βοηθούν να επιβραδύνει η διάσπαση των υδατανθράκων σε ζάχαρη. Αυτό σας βοηθάει να διατηρήσετε τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα σταθερά.
Αρθρίτιδα
Μια γερμανική επιστημονική μελέτη, η οποία περιελάμβανε 43 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα που έπαιρναν 1γρ μουρουνέλαιο κάθε μέρα για 3 μήνες, έδειξε ότι οι ασθενείς παρουσίασαν μείωση στην ένταση του πόνου τους από την δυσκαμψία στις αρθρώσεις.
Μια άλλη μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μουρουνέλαιο μπορεί επίσης να βοηθήσει τα άτομα που πάσχουν από οστεοαρθρίτιδα. Ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ διαπίστωσαν ότι το μουρουνέλαιο βοήθησε ασθενείς να μειώσουν τον πόνο και τις βλάβες στους χόνδρους των αρθρώσεων, που προκαλούνται από την οστεοαρθρίτιδα. Επίσης μειώθηκε και η ανάγκη για αντικατάσταση της άρθρωσης. Στη μελέτη τους, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι μουρουνέλαιο μειώνει εκείνα τα ένζυμα που σχετίζονται με τον πόνο και τις βλάβες στους χόνδρους που προκαλεί η οστεοαρθρίτιδα.
Εκφύλιση της ωχράς κηλίδας
Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι τα ω-3 λιπαρά οξέα υποστηρίζουν την υγεία των ματιών και προλαμβάνουν την εκδήλωση της ωχράς κηλίδας. Άλλα θρεπτικά συστατικά που έχουν βρεθεί να είναι χρήσιμα στην πρόληψη της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας είναι τα καροτενοειδή. Αυτά μπορούν να ελαχιστοποιήσουν τη βλάβη και να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου. Το μουρουνέλαιο είναι πλούσι και σε καροτενοειδή. Μάλιστα η βιταμίνη Α στην πραγματικότητα ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά σε λιπαρές ουσίες βουτύρου και στο μουρουνέλαιο το 1913!
Στεφανιαία νόσος
Η ημερήσια πρόσληψη ποσότητας μουρουνελαίου μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της στεφανιαίας αθηροσκλήρωσης. Έρευνα που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Lipids κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατανάλωση μόλις 1,5γρ από Ν-3 λιπαρά οξέων ανά ημέρα οδήγησε σε σημαντική μείωση της ανάπτυξης της στεφανιαίας νόσου”.
Γνωστική ικανότητα
Το μουρουνέλαιο περιέχει μεγάλη ποσότητα βιταμίνης D. Σχετική μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Neurology, Neurosurgery & Psychiatry. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η βιταμίνη D μπορεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στη διατήρηση της καλής λειτουργίας του εγκεφάλου καθώς μεγαλώνει ο άνθρωπος.
Μειωμένος κίνδυνος διαβήτη
Αρκετές μελέτες έχουν δείξει μια αντίστροφη σχέση μεταξύ των συγκεντρώσεων βιταμίνης D στον οργανισμό και τον κίνδυνο του διαβήτη τύπου-2. Σε άτομα με αυτό τον τύπο διαβήτη, τα ανεπαρκή επίπεδα βιταμίνης D μπορεί να έχουν δυσμενή επίδραση στην έκκριση και την αντίσταση σε ινσουλίνη και γλυκόζη. Σε μια συγκεκριμένη μελέτη, βρέφη που έπαιρναν 2.000 IU/ημέρα βιταμίνης D είχαν 88% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη-1 μέχρι την ηλικία των 32 ετών.
Υγιής εγκυμοσύνη
Οι έγκυες γυναίκες που έχουν έλλειψη βιταμίνης D διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση προεκλαμψίας. Είναι, επίσης, πιο πιθανό να χρειάζονται καισαρική τομή στον τοκετό. Η μειωμένη βιταμίνη D στον οργανισμό συνδέεται επίσης με τον σακχαρώδη διαβήτη κύησης και την βακτηριακής κολπίτιδα σε έγκυες γυναίκες. Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί, ωστόσο, ότι τα υπερβολικά υψηλά επίπεδα βιταμίνης D κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχετίζονται με την αύξηση των τροφικών αλλεργιών του παιδιού κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής.
.
Let's block ads! (Why?)
ΔΙΑΤΡΟΦΗ-ΘΕΡΑΠΕΙΑ – Newsitamea.gr