2020-01-22 03:45:11
Φωτογραφία για Figaro: Η ιστορία του ελληνικού Studio 54
 Η θρυλική ντισκοτέκ των Σπετσών που μεγαλούργησε για δύο δεκαετίες από τον Βασίλη Γκουσγκούνη που έφυγε από την ζωή στις αρχές της εβδομάδας

Η ουρά με τα γαϊδούρια και τα άλογα στα οποία επέβαιναν καλλίγραμμες νεαρές πέρασε μέσα σε επευφημίες, χειροκροτήματα και πειράγματα το δρομάκι στο παλιό λιμάνι των Σπετσών που οδηγούσε στο κατάλευκο κτήριο της ντισκοτέκ Figaro για άλλο ένα «country night». Εκεί, που οδηγούσαν ούτως η άλλως όλοι οι δρόμοι του νησιού από το 1980 μέχρι το 2003 την ελίτ της υψηλής αθηναϊκής κοινωνίας, γαλαζοαίματους, jet setters, πολιτικούς, μοντέλα και γόνους εφοπλιστικών οικογενειών που μόλις ανδρώνονταν. Ήταν το απόλυτο και πιο in κλαμπ του νησιού, εκεί όπου οι Νιάρχοι ένοιωθαν σαν στο σπίτι τους και χόρευαν απενοχοποιημένα, μαζί με τον Ρούντολφ Νουρέγιεφ.  Την ίδια στιγμή ο Βασίλης Γκουσγκούνης φρόντιζε όλα να κυλούν αρμονικά στο κλαμπ που έχτισε την δική του ξεχωριστή ιστορία εκατοντάδες μέρες καλοκαιριών, που αργούσαν πάντα να ξημερώσουν στην Figaro
. Μέρες που από το 2003 δεν ξανάρθαν στο λευκό κτήριο με τις καμάρες, που βρισκόταν μια ανάσα από τους ταρσανάδες του παλιού λιμανιού, όταν οι ιδιοκτήτες του αποφάσισαν να μην ανανεώσουν το μισθωτήριο. Τα φώτα της δεν άναψαν ξανά και ο ιθύνων νους της, έσβησε τη περασμένη Δευτέρα, χτυπημένος από την επάρατη νόσο και χωρίς να καταφέρει αυτό που ήθελε όπως το είχε εκφράσει σε μια συνέντευξή του: «Συνέχεια έχω στο μυαλό μου να αναβιώσω την Figaro, ίσως σαν ένα ποιοτικό lounge bar για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι…».

Opening night με 500 σκάφη!

Ο Βασίλης Γκουσγκούνης δεν είχε ποτέ επαγγελματική σχέση με την «νύχτα». Έχοντας μεγαλώσει στις Σπέτσες-ο πατέρας του Σωτήρης είχε μια βιοτεχνία που προμήθευε με ριχτάρια, μαρινιέρες και υφαντά τα καταστήματα του νησιού-πήγε σχολείο στην φημισμένη Αναργύρειο-Κοργιαλλένειο Σχολή και σπούδασε μηχανικός αεροσκαφών. Τον χειμώνα σύχναζε σαν θαμώνας στην Figaro του Κολωνακίου και στο Papagayo, δυο θρυλικά μαγαζιά του Λεωνίδα Ιωαννίδη, με τον οποίο γνωρίστηκε και έγινε κολλητός του φίλος. Η επικοινωνιακή του αύρα ήταν τέτοια, που όλοι όσοι έμπαιναν στο μαγαζί μετά από λίγο καιρό, τον χαιρετούσαν σαν να γνωριζόντουσαν χρόνια.

«Αποφάσισα να ασχοληθώ με την νυχτερινή ζωή για πλάκα στην πραγματικότητα, γιατί δεν ήξερα που θα πήγαινε αυτό, αλλά καθώς τα καλοκαίρια στις Σπέτσες υπήρχε μόνο ένα κλαμπ ο «Απόλλωνας», σκέφτηκα το 1997 να ανοίξω δίπλα σε κάτι παλιές αποθήκες ανάμεσα σε ταρσανάδες, ένα άλλο, που το ονόμασα «Καρνάγιο». Η αρχή έχει γίνει, το κλαμπ έχει μεγάλη επιτυχία και όταν ο Λεωνίδας Ιωαννίδης το βλέπει, συμπράττει με τον Βασίλη, αλλάζει τον χώρο και στις 5 Ιουνίου του 1980 η «Figaro» ανοίγει πανηγυρικά με ένα opening που έμεινε αξέχαστο. Πάνω από πεντακόσια σκάφη έχουν καταπλεύσει στις Σπέτσες για το συγκεκριμένο εναρκτήριο πάρτι της νέας ντισκοτέκ και όπως ήταν αναμενόμενο δημιουργείται το αδιαχώρητο, μέσα και έξω.

Επιχειρηματίες, εφοπλιστές, καλλονές, νεαροί γόνοι ισχυρών οικογενειών και πολλοί άλλοι συνωστίζονται στον χώρο, αφού τα tender από τα σκάφη και τις θαλαμηγούς αποβιβάζουν συνεχώς κόσμο μπροστά από το κτήριο της Figaro, που είναι μια ανάσα από την θάλασσα.

Οι νύχτες των Σπετσών αποκτούν αμέσως άλλο νόημα και δεν χρειάζεται παρά η επόμενη ημέρα και οι συζητήσεις για ποιοι ήταν εκεί για να αρχίσουν να δημιουργούνται δύο πράγματα: οι ουρές έξω από την ντισκοτέκ κάθε βράδυ και ο μύθος της. Ο Φίλιππος και ο Σπύρος Νιάρχος είναι μόνιμοι θαμώνες της, όπως και ο large Δημήτρης Καρέλλας, ο έφηβος Τζίγγερ, ο νεαρός τότε Γιάννης Καραγιώργης μαζί με δεκάδες άλλους νεαρούς γόνους γνωστών οικογενειών, νεαρούς τότε τηλεοπτικούς δημοσιογράφους και γοητευτικές ηλιοκαμένες νεαρές, οι οποίες δέχονταν στενή πολιορκία όλο το βράδυ.

Επισήμως το πρόγραμμα ξεκίναγε και τελείωνε κάθε βράδυ με ένα συγκεκριμένο κομμάτι του Stevie Wonder, το οποίο ήταν το αγαπημένο του Ιωαννίδη. Κάποιοι επιμένουν ότι ήταν το «Part time lover», έτεροι υποστηρίζουν ότι ήταν το «Master blaster», όμως όποια και απο τις δύο πλευρές και αν έχει δίκιο, η ουσία ήταν αλλού. Η «Figaro» έγινε το κλαμπ που όλοι ήθελαν να πάνε για να νοιώσουν διαφορετικοί, να γλεντήσουν χωρίς να νοιάζονται για τίποτε και ενίοτε να ερωτευτούν για ένα, δυο, τρία η ποιος ξέρει πόσα βράδια, επιστρέφοντας πάντα για νέες περιπέτειες στο κλαμπ με τις θρυλικές καμάρες.

Νύχτες με τον Νουρέγιεφ, τους Νιάρχους και τον Κάρλος Μαυρολέων

Κάποια αυθόρμητα φωτογραφικά κλικ της στιγμής κατόρθωσαν να αιχμαλωτίσουν την μαγεία ενός μικρού ελληνικού Studio 54, όπου ο νεαρός Τζίγγερ χόρευε με τρεις καλλονές ταυτόχρονα και ο Φίλιππος Νιάρχος φλέρταρε χαλαρά, ακούγοντας η προσπαθώντας να ακούσει μέσα σε ένα ντελίριο κεφιού τι του ψιθύριζε μια νεαρή στο αυτί. Με έναν μαγικό τρόπο ο Βασίλης Γκουσγκούνης κατάφερνε να κρατάει ισορροπίες και να εξυπηρετεί τους πάντες, έστω και αν κάποιοι κατέφθαναν απροειδοποίητα πολλές φορές. Κάπως έτσι ο Νίκι Μαυρολέων απολάμβανε τα δεκάδες βλέμματα που συγκέντρωνε η τότε σύζυγός του διάσημη ηθοποιός Μπάρμπαρα Καρέρα, όταν λικνιζόταν στους λάτιν και ντίσκο ρυθμούς του dj, o οποίος ήταν πάντα ενήμερος για τις μεγαλύτερες χορευτικές επιτυχίες της εποχής.

Ντροπαλός σχετικά ο γιος του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου και πρίγκιπας χωρίς θρόνο Παύλος, έκανε τα πρώτα του ξενύχτια εκεί ενώ υπήρξε και μια μαγική νύχτα που ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ έμαθε για τα καλά τι σημαίνει ελληνικό καλοκαίρι σε νησί. Εκείνη την περίοδο ήταν φιλοξενούμενος του αείμνηστου Σταύρου Νιάρχου στην Σπετσοπούλα και οι γιοι του μεγιστάνα που είχαν κάνει στέκι τους την Figaro, τον πήγαν να διασκεδάσει. Όπως ήταν φυσικό τα βλέμματα όλων εστίασαν στον διάσημο χορευτή και τους υιούς Νιάρχου, οι οποίοι έδιναν το παρόν και στις περίφημες θεματικές βραδιές. Σε μια country night νεαρή καλλονή εισήλθε στην ντισκοτέκ πάνω στο άλογο, όπως είχε κάνει η Μπιάνκα Τζάγκερ στο θρυλικό Studio 54, εν μέσω αποθέωσης από τους θαμώνες ενώ σε έτερη θεματική βραδιά με τον τίτλο «Hawaian night» δεκάδες νεαρές αφίχθησαν με στεφάνια λουλουδιών στα μαλλιά, τα μαγιό τους και φούστες από άχυρα.

Όπως έχει δηλώσει ο Βασίλης σε συνέντευξή του «κάθε βράδυ ήταν μια έκπληξη. Οι παρέες, το κέφι, η ξενοιασιά του καλοκαιριού, όλα αυτά δημιουργούσαν μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα», η οποία έφθανε στο πικ της όταν ο dj μίξαρε την πασίγνωστη άρια Figaro, από την διάσημη όπερα του Ροσίνι «Ο κουρέας της Σεβίλης». Σύμφωνα με τους δεκάδες αν όχι εκατοντάδες εγχώριους διάσημους θαμώνες της, από την ιστορική ντισκοτέκ «αποφοίτησε» η ελίτ της υψηλής αθηναϊκής κοινωνίας και του επιχειρείν. Τα ηχεία της «Figaro» ήχησαν για τελευταία φορά το καλοκαίρι του 2003, όταν οι ιδιοκτήτες του κτηρίου ειδοποίησαν τον Βασίλη και τον Λεωνίδα, ότι δεν θα ανανέωναν την μίσθωση.

Όταν το νέο μαθεύτηκε ο ίδιος ο Σπύρος Νιάρχος είπε στον Γκουσγκούνη να τον φέρει σε επαφή με τους ιδιοκτήτες, προκειμένου να βοηθήσει ακόμη και οικονομικά αν χρειαζόταν, ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί η ντισκοτέκ. Συναντήθηκε μαζί τους τρεις φορές, αλλά ούτε αυτός δεν κατάφερε να τους μεταπείσει, ώστε να ξαναζήσει μαζί με τον αδερφό του και τους φίλους τους, ονειρικές βραδιές που αργούσαν πολύ να ξημερώσουν στο παλιό λιμάνι. Εκεί που χόρευαν στο λευκό κτήριο με τις τρεις καμάρες που χτίσθηκε ανάμεσα στους ταρσανάδες και έγραψε την δική πολύ ξεχωριστή ιστορία στο ελληνικό nightlife.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ