2020-01-22 12:30:34
Γράφει ο Λάμπρος Γεωργόπουλος Οικονομολόγος Υγείας
HR
Στις 24.12.2019, με ένα ΦΕΚ λίγων γραμμών διεγράφησαν €3.5 δισεκατομμύρια απαιτήσεων των Νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) από τον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), τον βασικό, εθνικό αγοραστή των υπηρεσιών τους. Αρκετοί αναρωτιούνται τι σημαίνει αυτή η διαγραφή, άλλοι χρησιμοποιούν επικοινωνιακά κατά το δοκούν, ενώ πολλοί απομονώνουν μία από τις πολλές διαστάσεις του γεγονότος.
Το φαινόμενο δεν είναι σημερινό, καθώς είναι τουλάχιστον η 3η κυβέρνηση που το κάνει. Το 2016, ο τότε Υπουργός Υγείας κ. Ξάνθος κάνοντας πρώτος … “copy-paste”, διέγραψε €4.5 δισεκατομμύρια για τα έτη 2012, 2013 και 2014 (ΦΕΚ 2137/Β/11-7-2016) ενώ η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά είχε διαγράψει για τις οφειλές μέχρι τις 31.12.2011. Η λογική των ληπτών αυτών των αποφάσεων είναι: εγώ είμαι κράτος, εγώ χρηματοδοτώ τα Νοσοκομεία του ΕΣΥ (με €2 δις περίπου κάθε χρόνο για τις δαπάνες τους), εγώ και τον ΕΟΠΥΥ, άρα αν ο ένας δικός μου φορέας χρωστάει στον άλλο δικό μου φορέα, το αντιμετωπίζω ως λογιστικές εγγραφές από τη δική μου οπτική γωνία ως κράτος, διαγράφω και ισοσκελίζω.
Δεν είναι τόσο απλό το θέμα όμως, με τις προεκτάσεις του να είναι εξαιρετικά μεγάλες, που σίγουρα ξεφεύγουν από μία απλή διαγραφή λογιστικών εγγραφών. Σίγουρα, μπορεί να δικαιολογηθεί ως σωστή πρακτική, όταν γίνεται μια φορά, ώστε να «εξορθολογίσεις», να «μεταρρυθμίσεις» ίσως ακόμη και να «χαρίσεις» ή «να κλείσεις το μάτι» σε δυσλειτουργίες κάνοντας μία νέα αρχή. Όταν όμως επαναλαμβάνεται, αποτελεί καμπανάκι κινδύνου και εμφανές δείγμα δυσλειτουργίας του συστήματος.
Αρχικά, είναι αμφίβολο αν τα Νοσοκομεία τιμολογούν σωστά και «ματσάρουν» οι απαιτήσεις του ενός με τις υποχρεώσεις του άλλου. Παρεμπιπτόντως, το παράδοξο είναι πως δεν υπάρχει κοινό πληροφοριακό σύστημα (!) ενώ αν κάποιος διερευνήσει τη διαδικασία, είναι δεδομένο πως δε θα δυσκολευτεί να ανακαλύψει μαργαριτάρια στις πρακτικές τιμολόγησης του κάθε Νοσοκομείου. Εξαιρετικά σημαντική παράμετρο αποτελεί η «σπατάληση» τεράστιου όγκου από ανθρωποώρες, άπλετης ενέργειας, σημαντικού χρόνου σε εισαγωγή και διασταύρωση δεδομένων, πάμπολων χρημάτων σε αγορές και συντηρήσεις πληροφοριακών συστημάτων.
Κρίσιμος και παραγωγικός χρόνος ιατρών, νοσηλευτικού, διοικητικού προσωπικού να αναζητήσει και να αντιστοιχίσει νόσους για κάθε περιστατικό, να συντηρήσει παρακαταθήκες, να χρεώσει υλικά κοκ καθίσταται ανούσιος. Το παραστατικό που έχει γίνει τόσος κόπος να παραχθεί και είναι η κορυφή μίας τεράστιας διαδικασίας καταλήγει μαζί με εκατομμύρια άλλα παραστατικά, στην κυριολεξία στα σκουπίδια. Άμεση συνέπεια αποτελεί η ανάπτυξη συγκεκριμένης κουλτούρας λειτουργίας μέσα στους Νοσοκομειακούς οργανισμούς. Αυτή, δε μπορεί να είναι άλλη από απαξίωση, ανυπακοή και ανομία.
Επιπροσθέτως, τίθεται το ερώτημα της ουσίας για ένα Νοσοκομείο, μια διοίκηση, να κάνει προσπάθεια εξορθολογισμού, τήρησης πρωτοκόλλων, βιωσιμότητας και αποτύπωσης σωστής οικονομικής εικόνας, όταν το Χ δίπλα του «σπάταλο» ή ανοργάνωτο Νοσοκομείο δεν ασχολείται και στο τέλος έχουν το ίδιο αποτέλεσμα!
Παράλληλο ερώτημα μπορεί να είναι κάλλιστα το ποιες είναι άραγε οι συνέπειες της αίσθησης μηδενισμού του παραγόμενου αποτελέσματος; Αξίζει να σημειωθεί πως θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε ποιον άλλον τιμολογούμε ως Νοσοκομεία ΕΣΥ πέρα από τον ΕΟΠΥΥ... ή τι ποσοστό των χρεώσεων καταλήγει στον ΕΟΠΥΥ; Έχω την «αίσθηση» πως κάποια Νοσοκομεία αγγίζουν και το …100%, δίνοντας τον απόλυτο ορισμό της μονοψωνιακής αγοράς.
Είναι αδιαμφησβήτητο πως στο ίδιο βαρέλι θα καταλήξουν οι προσπάθειες οποιουδήποτε προσπαθήσει να εφαρμόσει επιστημονικό management στη διοίκηση αυτών των οργανισμών, μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Τέτοιες ενέργειες δίνουν σήμα απαξίωσης στις προσπάθειες μέτρησης του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών και της ποιότητα τους.
Αναμενόμενη επίπτωση, να μη μπορεί να γίνει καμία σοβαρή αξιολόγηση αυτών των τόσο κοστοβόρων Μονάδων Υγείας ενώ καταργείται επίσης κάθε έννοια δημιουργίας ανταγωνιστικού περιβάλλοντος λειτουργίας. Στοιχεία που είναι δεδομένο πως θα λειτουργούσαν προς όφελος του τελικού λήπτη των υπηρεσιών, του φορολογούμενου και των τόσων πολλών μετόχων στη λειτουργία του ΕΣΥ.
Τεράστιο ακόμη θέμα εγείρεται επίσης, από τη στιγμή που τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν κάποιες «πραγματικές» πληρωμές από τον ΕΟΠΥΥ προς τα Νοσοκομεία. Αφήνεται μεγάλο περιθώριο για διπλογραφικά συμβατό «τρύπημα», καταρρίπτοντας την αρχική λογική της απλής διαγραφής «λογιστικών εγγραφών». Γενικότερα, μέθοδοι σαν αυτές, όταν προσπαθείς να δώσεις λύση με …μαγικά, να διώξεις το «κακό» μακριά σου, να αποφύγεις την πραγματική αντιμετώπιση του προβλήματος, να εφαρμόσεις τεχνάσματα, μπορούν να περιγραφούν ως … voodoo management! Τόσο ως προς την προσέγγιση όσο και ως προς τις πιθανότητες επιτυχίας!
Λάμπρος Γεωργόπουλος Οικονομολόγος Υγείας – Management Consultant πρώην Διοικητής Νοσοκομείου Χατζηκώστα Ιωαννίνων (2013-15) Μέλος ΔΣ Ελληνικής Εταιρείας Μάνατζμεντ Υπηρεσιών Υγείας [email protected]
HR
Στις 24.12.2019, με ένα ΦΕΚ λίγων γραμμών διεγράφησαν €3.5 δισεκατομμύρια απαιτήσεων των Νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) από τον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), τον βασικό, εθνικό αγοραστή των υπηρεσιών τους. Αρκετοί αναρωτιούνται τι σημαίνει αυτή η διαγραφή, άλλοι χρησιμοποιούν επικοινωνιακά κατά το δοκούν, ενώ πολλοί απομονώνουν μία από τις πολλές διαστάσεις του γεγονότος.
Το φαινόμενο δεν είναι σημερινό, καθώς είναι τουλάχιστον η 3η κυβέρνηση που το κάνει. Το 2016, ο τότε Υπουργός Υγείας κ. Ξάνθος κάνοντας πρώτος … “copy-paste”, διέγραψε €4.5 δισεκατομμύρια για τα έτη 2012, 2013 και 2014 (ΦΕΚ 2137/Β/11-7-2016) ενώ η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά είχε διαγράψει για τις οφειλές μέχρι τις 31.12.2011. Η λογική των ληπτών αυτών των αποφάσεων είναι: εγώ είμαι κράτος, εγώ χρηματοδοτώ τα Νοσοκομεία του ΕΣΥ (με €2 δις περίπου κάθε χρόνο για τις δαπάνες τους), εγώ και τον ΕΟΠΥΥ, άρα αν ο ένας δικός μου φορέας χρωστάει στον άλλο δικό μου φορέα, το αντιμετωπίζω ως λογιστικές εγγραφές από τη δική μου οπτική γωνία ως κράτος, διαγράφω και ισοσκελίζω.
Δεν είναι τόσο απλό το θέμα όμως, με τις προεκτάσεις του να είναι εξαιρετικά μεγάλες, που σίγουρα ξεφεύγουν από μία απλή διαγραφή λογιστικών εγγραφών. Σίγουρα, μπορεί να δικαιολογηθεί ως σωστή πρακτική, όταν γίνεται μια φορά, ώστε να «εξορθολογίσεις», να «μεταρρυθμίσεις» ίσως ακόμη και να «χαρίσεις» ή «να κλείσεις το μάτι» σε δυσλειτουργίες κάνοντας μία νέα αρχή. Όταν όμως επαναλαμβάνεται, αποτελεί καμπανάκι κινδύνου και εμφανές δείγμα δυσλειτουργίας του συστήματος.
Αρχικά, είναι αμφίβολο αν τα Νοσοκομεία τιμολογούν σωστά και «ματσάρουν» οι απαιτήσεις του ενός με τις υποχρεώσεις του άλλου. Παρεμπιπτόντως, το παράδοξο είναι πως δεν υπάρχει κοινό πληροφοριακό σύστημα (!) ενώ αν κάποιος διερευνήσει τη διαδικασία, είναι δεδομένο πως δε θα δυσκολευτεί να ανακαλύψει μαργαριτάρια στις πρακτικές τιμολόγησης του κάθε Νοσοκομείου. Εξαιρετικά σημαντική παράμετρο αποτελεί η «σπατάληση» τεράστιου όγκου από ανθρωποώρες, άπλετης ενέργειας, σημαντικού χρόνου σε εισαγωγή και διασταύρωση δεδομένων, πάμπολων χρημάτων σε αγορές και συντηρήσεις πληροφοριακών συστημάτων.
Κρίσιμος και παραγωγικός χρόνος ιατρών, νοσηλευτικού, διοικητικού προσωπικού να αναζητήσει και να αντιστοιχίσει νόσους για κάθε περιστατικό, να συντηρήσει παρακαταθήκες, να χρεώσει υλικά κοκ καθίσταται ανούσιος. Το παραστατικό που έχει γίνει τόσος κόπος να παραχθεί και είναι η κορυφή μίας τεράστιας διαδικασίας καταλήγει μαζί με εκατομμύρια άλλα παραστατικά, στην κυριολεξία στα σκουπίδια. Άμεση συνέπεια αποτελεί η ανάπτυξη συγκεκριμένης κουλτούρας λειτουργίας μέσα στους Νοσοκομειακούς οργανισμούς. Αυτή, δε μπορεί να είναι άλλη από απαξίωση, ανυπακοή και ανομία.
Επιπροσθέτως, τίθεται το ερώτημα της ουσίας για ένα Νοσοκομείο, μια διοίκηση, να κάνει προσπάθεια εξορθολογισμού, τήρησης πρωτοκόλλων, βιωσιμότητας και αποτύπωσης σωστής οικονομικής εικόνας, όταν το Χ δίπλα του «σπάταλο» ή ανοργάνωτο Νοσοκομείο δεν ασχολείται και στο τέλος έχουν το ίδιο αποτέλεσμα!
Παράλληλο ερώτημα μπορεί να είναι κάλλιστα το ποιες είναι άραγε οι συνέπειες της αίσθησης μηδενισμού του παραγόμενου αποτελέσματος; Αξίζει να σημειωθεί πως θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε ποιον άλλον τιμολογούμε ως Νοσοκομεία ΕΣΥ πέρα από τον ΕΟΠΥΥ... ή τι ποσοστό των χρεώσεων καταλήγει στον ΕΟΠΥΥ; Έχω την «αίσθηση» πως κάποια Νοσοκομεία αγγίζουν και το …100%, δίνοντας τον απόλυτο ορισμό της μονοψωνιακής αγοράς.
Είναι αδιαμφησβήτητο πως στο ίδιο βαρέλι θα καταλήξουν οι προσπάθειες οποιουδήποτε προσπαθήσει να εφαρμόσει επιστημονικό management στη διοίκηση αυτών των οργανισμών, μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Τέτοιες ενέργειες δίνουν σήμα απαξίωσης στις προσπάθειες μέτρησης του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών και της ποιότητα τους.
Αναμενόμενη επίπτωση, να μη μπορεί να γίνει καμία σοβαρή αξιολόγηση αυτών των τόσο κοστοβόρων Μονάδων Υγείας ενώ καταργείται επίσης κάθε έννοια δημιουργίας ανταγωνιστικού περιβάλλοντος λειτουργίας. Στοιχεία που είναι δεδομένο πως θα λειτουργούσαν προς όφελος του τελικού λήπτη των υπηρεσιών, του φορολογούμενου και των τόσων πολλών μετόχων στη λειτουργία του ΕΣΥ.
Τεράστιο ακόμη θέμα εγείρεται επίσης, από τη στιγμή που τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν κάποιες «πραγματικές» πληρωμές από τον ΕΟΠΥΥ προς τα Νοσοκομεία. Αφήνεται μεγάλο περιθώριο για διπλογραφικά συμβατό «τρύπημα», καταρρίπτοντας την αρχική λογική της απλής διαγραφής «λογιστικών εγγραφών». Γενικότερα, μέθοδοι σαν αυτές, όταν προσπαθείς να δώσεις λύση με …μαγικά, να διώξεις το «κακό» μακριά σου, να αποφύγεις την πραγματική αντιμετώπιση του προβλήματος, να εφαρμόσεις τεχνάσματα, μπορούν να περιγραφούν ως … voodoo management! Τόσο ως προς την προσέγγιση όσο και ως προς τις πιθανότητες επιτυχίας!
Λάμπρος Γεωργόπουλος Οικονομολόγος Υγείας – Management Consultant πρώην Διοικητής Νοσοκομείου Χατζηκώστα Ιωαννίνων (2013-15) Μέλος ΔΣ Ελληνικής Εταιρείας Μάνατζμεντ Υπηρεσιών Υγείας [email protected]
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι εξουθενωμένοι γιατροί και η «αμυντική» ιατρική
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ