2020-01-23 22:41:07
Πολλές φορές βλέπουμε την κορυφή του παγόβουνου αγνοώντας τον τεράστιο όγκο που κρύβεται κάτω από την επιφάνεια του νερού.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο αντιμετωπίζουμε συνήθως και πολλά δημόσια έργα. Θαυμάζουμε το τελικό αποτέλεσμα δίχως να γνωρίζουμε την προσπάθεια των υπευθύνων, αλλά και τις δυσκολίες που υπερκεράστηκαν προκειμένου να ολοκληρωθεί η υλοποίησή τους. Επίκαιρο παράδειγμα αποτελεί το Μουσείο Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή στην οδό Ερατοσθένους στο Παγκράτι. Για να ανοίξει τελικά τις πόρτες του χρειάστηκαν διαπραγματεύσεις με την πολιτεία που κράτησαν συνολικά τριάντα χρόνια, καθώς η οριστική τοποθεσία του αποφασίστηκε μόλις τα τελευταία δέκα. Αδιαμφισβήτητα, οι προκλήσεις ήταν πολλές, ενώ προέκυψαν ακόμη περισσότερες κατά τη διάρκεια της ανέγερσής του. Ευτυχώς, το αποτέλεσμα αποζημιώνει με το παραπάνω όλους τους συντελεστές.
To μουσείο Γουλανδρή μέσα σε τρεις μήνες είχε 80.000 επισκέπτες
. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η επιτυχία; Το άνοιγμα του μουσείου ήταν ένα πολυαναμενόμενο πολιτιστικό γεγονός για την Αθήνα. Η τεράστια αποδοχή από το κοινό, δε, θεωρώ πως οφείλεται στην εξαιρετικά σπάνια συλλογή του. Πρόκειται για μια ιδιωτική συλλογή στην οποία είναι επιπλέον πολύ ενδιαφέρουσα και η σχέση των μοναδικών έργων μεταξύ τους, τόσο των Ελλήνων όσο και των ξένων καλλιτεχνών. Η συλλογή ήταν σχετικά άγνωστη στο ευρύ κοινό. Εγώ είχα την τύχη να δω τμήμα αυτής το 1998 και 1999 στο μουσείο Γουλανδρή στην Άνδρο. Τότε είχαν γίνει δύο περιοδικές εκθέσεις στις οποίες περιλαμβάνονταν κάποια από τα αριστουργήματα της. Για τους περισσότερους ήταν ολότελα άγνωστη. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι τα εκθέματα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στο μουσείο αποτελούν ένα μικρό μέρος της συλλογής, νομίζω πως είναι λιγότερα από το ¼ της συνολικής συλλογής. Έτσι στον 2ο, 3
ο και 4ο όροφο του μουσείου θα εναλλάσσονται τα έργα. Μετά από λίγα χρόνια ο επισκέπτης θα έχει τη χαρά να βλέπει καινούρια έργα ακόμα και στους χώρους που φιλοξενούν τη μόνιμη συλλογή του μουσείου, όπως συμβαίνει σε μουσεία σαν το Guggenheim. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω ότι η μουσειολογική μελέτη έγινε από το Ίδρυμα Β. και Ε. Γουλανδρή ενώ το στήσιμο της έκθεσης από τον στενό τους συνεργάτη Ανδρέα Γεωργιάδη. Φυσικά δεν είναι μόνο εκθεσιακός χώρος, αλλά όπως κάθε σύγχρονο μουσείο αναλαμβάνει δράσεις για τα παιδιά με αντίστοιχο εργαστήριο, διαθέτει βιβλιοθήκη και εξοπλισμένο αμφιθέατρο για ποικίλες εκδηλώσεις. Επίσης, λειτουργεί εντός ειδικά διαμορφωμένο καφέ που αποτελεί μια μικρή όαση στον ακάλυπτο.
Ποια πιστεύετε ότι θα είναι η επίδραση του έργου στην περιοχή; Εχει γίνει ήδη μια πολύ καίρια ανάπλαση της πλατείας που ήταν δωρεά του μουσείου στον Δήμο Αθηναίων - όπως και η συντήρησή της. Πιστεύω ότι δεν είναι μόνο τοπική η σημασία του μουσείου αλλά θα αναβαθμίσει την περιοχή στο σύνολό της. Ηδη άρχισαν να διαμορφώνονται νέα καταστήματα και ατελιέ, να αναπλάθονται κατοικίες... Αυτή η νέα πραγματικότητα θα επηρεάσει την Αθήνα και το κέντρο της. Ειδικά όταν εγκαινιαστούν και τα άλλα δύο μουσεία τέχνης -η πλήρως ανακαινισμένη Εθνική Πινακοθήκη και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Φιξ- θα δημιουργηθεί ένας πολιτιστικός περίπατος όπως συμβαίνει στη Φρανκφούρτη και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Θα είναι ένας περίπατος μουσείων Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης, τα οποία βεβαίως θα πλαισιώνονται και από άλλα μουσεία, όπως το Βυζαντινό ή το Κυκλαδικής Τέχνης.
Υπάρχει συμβολή της αρχιτεκτονικής επιμέλειας του κτηρίου σε αυτή την επιτυχία; Πιστεύω ότι ένα λιθαράκι βάζει και το κτίριο το ίδιο. Είχαμε ένα διατηρητέο που, όπως και πολλά άλλα στην Αθήνα, κινδύνευε να καταρρεύσει. Ενα νεοκλασικό που ήταν λίγο ιδιότυπο. Στα μάτια του κόσμου φάνταζε ως ένα μόνο κτίσμα αλλά στην πραγματικότητα ήταν «2 σε 1». Επίσης, ενώ ένα κλασικό κτίριο αποτελείται από βάση, κορμό και στέψη, το συγκεκριμένο είχε δεχτεί μια μεταγενέστερη προσθήκη δύο ορόφων που δεν είχαν σχέση με τη μορφολογία του διατηρητέου και έτσι είχε καταστραφεί η στέψη του. Αλλά είχε κακοποιηθεί και η βάση του. Αν δει κανείς φωτογραφία του πριν και του μετά, θα καταλάβει ότι είναι πλέον αγνώριστο. Συνεπώς το μουσείο απέδωσε και πάλι στην πόλη ένα σημαντικό κτίριο που είχε περιέλθει στην αφάνεια. Εχετε ποτέ γνωρίσει κάποιον από την οικογένεια Γουλανδρή; Υφίστανται τρία ιδρύματα Γουλανδρή. Οσον αφορά το μουσείο Φυσικής Ιστορίας, είχα γνωρίσει από μικρός την κυρία Νίκη Γουλανδρή. Επίσης γνώριζα την κυρία Ντόλλυ Γουλανδρή επειδή ο πατέρας μου Ιωάννης Βικέλας σχεδίασε το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Νομίζω ότι εκείνος είχε γνωρίσει επίσης τον Βασίλη και την Ελίζα Γουλανδρή, που είχαν δημιουργήσει το μουσείο στην Ανδρο. Πάντως ούτε εγώ ούτε και ο πατέρας μου είχαμε σχέση με προγενέστερες φάσεις της μελέτης του μουσείου. Πώς έγινε η ανάθεση στο γραφείο σας; Αρχικά είχε ανατεθεί στον διάσημο Κινεζοαμερικανό αρχιτέκτονα Ι.Μ. Πέι, ο οποίος -μεταξύ πολλών άλλων διάσημων έργων- έχει σχεδιάσει και την πυραμίδα του Λούβρου. Οπως είναι γνωστό, το αρχικό σχέδιο ήταν το μουσείο να ανεγερθεί στη Ρηγίλλης, όπου βρέθηκε το Αρχαίο Λύκειο του Αριστοτέλη, και μετά στη Ριζάρη σε χώρους που θα παραχωρούσε η Πολιτεία. Το ζεύγος Γουλανδρή κατά το παρελθόν είχε έρθει σε επαφή με το ελληνικό κράτος εκφράζοντας την επιθυμία να ανεγερθεί ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης που θα στέγαζε τη συλλογή στο κέντρο της Αθήνας. Το αρχικό πλάνο ήταν φιλόδοξο καθώς το μουσείο προβλεπόταν να είναι πάνω από το διπλάσιο σε έκταση από αυτό που τελικά υλοποιήθηκε. Ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα το ζεύγος των ιδρυτών με την τροπή που πήρε η πορεία αυτού το έργου. Δυστυχώς, δεν πρόλαβαν να δουν το όνειρό τους να πραγματοποιείται, κάτι που αναγνώρισε δημόσια και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην ομιλία του την ημέρα των εγκαινίων
Οι αντιδράσεις για τις δύο προηγούμενες τοποθεσίες που είχαν επιλεγεί είχαν να κάνουν είτε με αρχαία που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, είτε με το άλσος που θα καταστρεφόταν. Μετά απ' όλα αυτά εγκαταλείφθηκε η λύση της παραχώρησης χώρου από το κράτος και το ίδρυμα επέλεξε να αγοράσει το διατηρητέο πλησίον του Αγίου Σπυρίδωνα στο Παγκράτι, μια θέση με πολλές δυσκολίες αλλά και πολλά πλεονεκτήματα. Ηταν δύσκολη και ακριβή λύση, αλλά είχε όλες τις δυνατότητες να αποτελέσει και μια σημαντική αστική παρέμβαση. Τότε ανατέθηκε η μελέτη του μουσείου στο γραφείο μας, αφού είχαν προηγουμένως εκπονηθεί προσχέδια για μια άλλη θέση. Θα μπορούσατε να μας απαριθμήσετε μερικές από τις δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στην ανέγερση του μουσείου; Η μελέτη και υλοποίηση του έργου μας πήρε ακριβώς δέκα χρόνια (2009-2019). Λόγω του περιορισμένου οικοπέδου, θα ήταν αναγκαστικά πολυώροφο και έτσι έπρεπε να αναπροσαρμοστεί το σχέδιο σε σχέση με τα αρχικά πλάνα και επιθυμίες του ιδρύματος. Μια άλλη δυσκολία ήταν το ότι είχαμε ένα γωνιακό οικόπεδο το οποίο από τη μία είχε τις γραμμές του τρόλεϊ και από την άλλη έναν κλιμακωτό πεζόδρομο, όπου η υψομετρική διαφορά από τη μια γωνία στην άλλη έφτανε τα 7 μέτρα. Λόγω του μικρού μεγέθους του οικοπέδου έπρεπε να καλυφθούν οι ανάγκες σε υπόγειους ορόφους. Αυτό σήμαινε ότι από τη μία πλευρά έπρεπε να κατέβουμε 20 μέτρα και από την άλλη 27. Δηλαδή ήμασταν μέσα στον υδροφόρο ορίζοντα, που σήμαινε ότι μπορούσε να πλημμυρίσει το έργο ανά πάσα στιγμή. Δεν μπορούσαμε, φυσικά, να ρισκάρουμε κάτι τέτοιο. Το αντιμετωπίσαμε λαμβάνοντας περισσότερα μέτρα από το συνηθισμένο. Είχαμε όμως ακόμα δύο δυσκολίες. Η μία ήταν ότι πηγαίνοντας σε τόσο μεγάλο βάθος υπήρχε -έστω και θεωρητικά- κίνδυνος για τις παρακείμενες πολυκατοικίες όσο γινόταν η άντληση των υπόγειων υδάτων κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Η δεύτερη -και πιο σοβαρή- αφορούσε την τέταρτη όψη του κτιρίου προς τον ακάλυπτο, δηλαδή μία αδιάφορη όψη χωρίς κανένα διακοσμητικό στοιχείο. Το υπουργείο Πολιτισμού, που είχε κηρύξει το νεοκλασικό ιστορικό μνημείο, δέχτηκε να αλλάξει χρήση το διατηρητέο και να γίνει η νεότερη προσθήκη σε αντικατάσταση του πρόχειρου πανωσηκώματος που υπήρχε παλιότερα, με τη δέσμευση όμως ότι θα διατηρούσαμε το παλιό έστω ως κέλυφος. Πράγμα που σημαίνει ότι επιβλήθηκε η διατήρηση του αδιάφορου τοίχου του ακάλυπτου. Αυτή η επιλογή σήμαινε ότι για να σκαφτούν πέντε υπόγεια έπρεπε να υποστυλώσουμε τον τοίχο αυτό σε όλο το βάθος των 20 μέτρων. Κατασκευάστηκε μια εκτεταμένη μεταλλική κατασκευή, η οποία συγκράτησε προσωρινά τον πέτρινο τοίχο στον αέρα μέχρι να γίνουν τα νέα θεμέλια και οι κολόνες να ανέβουν μέχρι πάνω. Μια επικίνδυνη, πολύ δαπανηρή και βέβαια χρονοβόρα λύση.
Πόσο κόστισε τελικά το σύνολο του έργου; Θα σας πω ότι γύρω στα 20 εκατ. ευρώ ήταν αποκλειστικά και μόνο το καθαρά κατασκευαστικό κόστος του κτιρίου. Σε αυτό δεν περιλαμβάνονται ούτε το κόστος αγοράς του οικοπέδου, ούτε τα έξοδα για την ανάπλαση της πλατείας, ούτε οι δαπάνες μελετών, αλλά ούτε και το κόστος των επίπλων και του ειδικού εξοπλισμού. Επομένως, ο συνολικός, πραγματικός προϋπολογισμός ήταν σημαντικά μεγαλύτερος. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπήρχε περιθώριο λάθους... Είναι τέτοια η χρήση του κτιρίου και η σπουδαιότητα του μουσείου που προφανώς έπρεπε να δοθούν ιδιαίτερες τεχνικές λύσεις σε κάθε πτυχή του έργου, όπως για παράδειγμα στη στεγανοποίηση από τα υπόγεια ύδατα. Φανταστείτε ότι το μουσείο διαθέτει πέντε υπόγεια και ο υδροφόρος ορίζοντας ήταν 2 μέτρα μόνο κάτω από το ισόγειο. Αλλη σοβαρή δυσκολία ήταν, όπως προανέφερα, ο ελάχιστος διατιθέμενος χώρος. Έτσι, όταν έγινε η σκυροδέτηση της θεμελίωσης χρειάστηκε ένα διήμερο του Αυγούστου να έρθει ένας «στρατός» από μπετονιέρες και να παρκάρει από το μουσείο μέχρι το Ζάππειο, επειδή αυτό δεν μπορούσε να γίνει σε στάδια, καθώς η πλάκα θεμελίωσης έπρεπε για στατικούς λόγους να γίνει μονοκόμματη. Σημαντικά κολλήματα προκαλούσε ακόμα το γεγονός ότι δεν ανέλαβε το έργο ένας γενικός ανάδοχος - ξεκίνησε στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, σε μια περίοδο κατά την οποία υπήρχαν σοβαρές επιφυλάξεις που αφορούσαν τη βιωσιμότητα των μεγάλων τεχνικών εταιρειών. Θέλω να πιστεύω ότι παρά τις δυσκολίες το αποτέλεσμα δικαίωσε τους πολύχρονους κόπους όλων και, κυρίως, του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή
Ισως τελικά οι περιορισμοί μάς κάνουν πιο δημιουργικούς; Το πιστεύω αυτό. Όποτε έχει τύχει να δουλέψουμε σε ένα άδειο οικόπεδο, σαν να ήταν στην έρημο, οι δυσκολίες τελικά αποδεικνύονταν μεγαλύτερες γιατί μπορεί θεωρητικά να είχαμε τη δυνατότητα να κάνουμε τα πάντα, χωρίς όμως τεκμηρίωση γι' αυτό που σχεδιάζαμε. Χρειάστηκε να μελετήσετε τα εκτιθέμενα έργα για να προτείνετε τον τρόπο παρουσίασης τους; Όπως προανέφερα, τη μουσειογραφική προσέγγιση και την παρουσίαση των έργων τέχνης την ανέπτυξαν οι υπεύθυνοι του μουσείου μαζί με τους συνεργάτες τους. Εμείς προσπαθήσαμε να διαμορφώσουμε τους εκθεσιακούς χώρους με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να αναδεικνύονται τα έργα και να μην είναι η αρχιτεκτονική ο πρωταγωνιστής. Και αυτό απαιτεί επίπονη προσπάθεια - το πώς, για παράδειγμα, να ενταχθούν στον χώρο όλες οι εγκαταστάσεις και να συντονιστούν υψηλές τεχνικές απαιτήσεις ενώ ταυτόχρονα ο επισκέπτης να απολαμβάνει τα εκθέματα χωρίς να εμποδίζεται ή να αποσπάται η προσοχή του. Πιστεύετε ότι σε δημιουργικό επίπεδο το καλό αποτέλεσμα προϋποθέτει μια επώδυνη διαδρομή; Δεν θα το έθετα έτσι. Πιστεύω ότι σε κάθε περίπτωση αυτό που μένει μετά από μια δύσκολη πορεία και ένα μακρύ ταξίδι δεν είναι τα εμπόδια και οι αντιξοότητες. Διδαχθήκαμε πολλά μέσα από αυτό το έργο, στο οποίο τίποτα δεν ήταν «copy-paste». Μια επώδυνη διαδρομή έχει πράγματι κάτι καλό να δώσει όταν όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτήν έχουν έναν κοινό σκοπό και επιμονή.
anatakti
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο αντιμετωπίζουμε συνήθως και πολλά δημόσια έργα. Θαυμάζουμε το τελικό αποτέλεσμα δίχως να γνωρίζουμε την προσπάθεια των υπευθύνων, αλλά και τις δυσκολίες που υπερκεράστηκαν προκειμένου να ολοκληρωθεί η υλοποίησή τους. Επίκαιρο παράδειγμα αποτελεί το Μουσείο Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή στην οδό Ερατοσθένους στο Παγκράτι. Για να ανοίξει τελικά τις πόρτες του χρειάστηκαν διαπραγματεύσεις με την πολιτεία που κράτησαν συνολικά τριάντα χρόνια, καθώς η οριστική τοποθεσία του αποφασίστηκε μόλις τα τελευταία δέκα. Αδιαμφισβήτητα, οι προκλήσεις ήταν πολλές, ενώ προέκυψαν ακόμη περισσότερες κατά τη διάρκεια της ανέγερσής του. Ευτυχώς, το αποτέλεσμα αποζημιώνει με το παραπάνω όλους τους συντελεστές.
To μουσείο Γουλανδρή μέσα σε τρεις μήνες είχε 80.000 επισκέπτες
ο και 4ο όροφο του μουσείου θα εναλλάσσονται τα έργα. Μετά από λίγα χρόνια ο επισκέπτης θα έχει τη χαρά να βλέπει καινούρια έργα ακόμα και στους χώρους που φιλοξενούν τη μόνιμη συλλογή του μουσείου, όπως συμβαίνει σε μουσεία σαν το Guggenheim. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να αναφέρω ότι η μουσειολογική μελέτη έγινε από το Ίδρυμα Β. και Ε. Γουλανδρή ενώ το στήσιμο της έκθεσης από τον στενό τους συνεργάτη Ανδρέα Γεωργιάδη. Φυσικά δεν είναι μόνο εκθεσιακός χώρος, αλλά όπως κάθε σύγχρονο μουσείο αναλαμβάνει δράσεις για τα παιδιά με αντίστοιχο εργαστήριο, διαθέτει βιβλιοθήκη και εξοπλισμένο αμφιθέατρο για ποικίλες εκδηλώσεις. Επίσης, λειτουργεί εντός ειδικά διαμορφωμένο καφέ που αποτελεί μια μικρή όαση στον ακάλυπτο.
Ποια πιστεύετε ότι θα είναι η επίδραση του έργου στην περιοχή; Εχει γίνει ήδη μια πολύ καίρια ανάπλαση της πλατείας που ήταν δωρεά του μουσείου στον Δήμο Αθηναίων - όπως και η συντήρησή της. Πιστεύω ότι δεν είναι μόνο τοπική η σημασία του μουσείου αλλά θα αναβαθμίσει την περιοχή στο σύνολό της. Ηδη άρχισαν να διαμορφώνονται νέα καταστήματα και ατελιέ, να αναπλάθονται κατοικίες... Αυτή η νέα πραγματικότητα θα επηρεάσει την Αθήνα και το κέντρο της. Ειδικά όταν εγκαινιαστούν και τα άλλα δύο μουσεία τέχνης -η πλήρως ανακαινισμένη Εθνική Πινακοθήκη και το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στο Φιξ- θα δημιουργηθεί ένας πολιτιστικός περίπατος όπως συμβαίνει στη Φρανκφούρτη και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Θα είναι ένας περίπατος μουσείων Μοντέρνας και Σύγχρονης Τέχνης, τα οποία βεβαίως θα πλαισιώνονται και από άλλα μουσεία, όπως το Βυζαντινό ή το Κυκλαδικής Τέχνης.
Υπάρχει συμβολή της αρχιτεκτονικής επιμέλειας του κτηρίου σε αυτή την επιτυχία; Πιστεύω ότι ένα λιθαράκι βάζει και το κτίριο το ίδιο. Είχαμε ένα διατηρητέο που, όπως και πολλά άλλα στην Αθήνα, κινδύνευε να καταρρεύσει. Ενα νεοκλασικό που ήταν λίγο ιδιότυπο. Στα μάτια του κόσμου φάνταζε ως ένα μόνο κτίσμα αλλά στην πραγματικότητα ήταν «2 σε 1». Επίσης, ενώ ένα κλασικό κτίριο αποτελείται από βάση, κορμό και στέψη, το συγκεκριμένο είχε δεχτεί μια μεταγενέστερη προσθήκη δύο ορόφων που δεν είχαν σχέση με τη μορφολογία του διατηρητέου και έτσι είχε καταστραφεί η στέψη του. Αλλά είχε κακοποιηθεί και η βάση του. Αν δει κανείς φωτογραφία του πριν και του μετά, θα καταλάβει ότι είναι πλέον αγνώριστο. Συνεπώς το μουσείο απέδωσε και πάλι στην πόλη ένα σημαντικό κτίριο που είχε περιέλθει στην αφάνεια. Εχετε ποτέ γνωρίσει κάποιον από την οικογένεια Γουλανδρή; Υφίστανται τρία ιδρύματα Γουλανδρή. Οσον αφορά το μουσείο Φυσικής Ιστορίας, είχα γνωρίσει από μικρός την κυρία Νίκη Γουλανδρή. Επίσης γνώριζα την κυρία Ντόλλυ Γουλανδρή επειδή ο πατέρας μου Ιωάννης Βικέλας σχεδίασε το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Νομίζω ότι εκείνος είχε γνωρίσει επίσης τον Βασίλη και την Ελίζα Γουλανδρή, που είχαν δημιουργήσει το μουσείο στην Ανδρο. Πάντως ούτε εγώ ούτε και ο πατέρας μου είχαμε σχέση με προγενέστερες φάσεις της μελέτης του μουσείου. Πώς έγινε η ανάθεση στο γραφείο σας; Αρχικά είχε ανατεθεί στον διάσημο Κινεζοαμερικανό αρχιτέκτονα Ι.Μ. Πέι, ο οποίος -μεταξύ πολλών άλλων διάσημων έργων- έχει σχεδιάσει και την πυραμίδα του Λούβρου. Οπως είναι γνωστό, το αρχικό σχέδιο ήταν το μουσείο να ανεγερθεί στη Ρηγίλλης, όπου βρέθηκε το Αρχαίο Λύκειο του Αριστοτέλη, και μετά στη Ριζάρη σε χώρους που θα παραχωρούσε η Πολιτεία. Το ζεύγος Γουλανδρή κατά το παρελθόν είχε έρθει σε επαφή με το ελληνικό κράτος εκφράζοντας την επιθυμία να ανεγερθεί ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης που θα στέγαζε τη συλλογή στο κέντρο της Αθήνας. Το αρχικό πλάνο ήταν φιλόδοξο καθώς το μουσείο προβλεπόταν να είναι πάνω από το διπλάσιο σε έκταση από αυτό που τελικά υλοποιήθηκε. Ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα το ζεύγος των ιδρυτών με την τροπή που πήρε η πορεία αυτού το έργου. Δυστυχώς, δεν πρόλαβαν να δουν το όνειρό τους να πραγματοποιείται, κάτι που αναγνώρισε δημόσια και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην ομιλία του την ημέρα των εγκαινίων
Οι αντιδράσεις για τις δύο προηγούμενες τοποθεσίες που είχαν επιλεγεί είχαν να κάνουν είτε με αρχαία που βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, είτε με το άλσος που θα καταστρεφόταν. Μετά απ' όλα αυτά εγκαταλείφθηκε η λύση της παραχώρησης χώρου από το κράτος και το ίδρυμα επέλεξε να αγοράσει το διατηρητέο πλησίον του Αγίου Σπυρίδωνα στο Παγκράτι, μια θέση με πολλές δυσκολίες αλλά και πολλά πλεονεκτήματα. Ηταν δύσκολη και ακριβή λύση, αλλά είχε όλες τις δυνατότητες να αποτελέσει και μια σημαντική αστική παρέμβαση. Τότε ανατέθηκε η μελέτη του μουσείου στο γραφείο μας, αφού είχαν προηγουμένως εκπονηθεί προσχέδια για μια άλλη θέση. Θα μπορούσατε να μας απαριθμήσετε μερικές από τις δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στην ανέγερση του μουσείου; Η μελέτη και υλοποίηση του έργου μας πήρε ακριβώς δέκα χρόνια (2009-2019). Λόγω του περιορισμένου οικοπέδου, θα ήταν αναγκαστικά πολυώροφο και έτσι έπρεπε να αναπροσαρμοστεί το σχέδιο σε σχέση με τα αρχικά πλάνα και επιθυμίες του ιδρύματος. Μια άλλη δυσκολία ήταν το ότι είχαμε ένα γωνιακό οικόπεδο το οποίο από τη μία είχε τις γραμμές του τρόλεϊ και από την άλλη έναν κλιμακωτό πεζόδρομο, όπου η υψομετρική διαφορά από τη μια γωνία στην άλλη έφτανε τα 7 μέτρα. Λόγω του μικρού μεγέθους του οικοπέδου έπρεπε να καλυφθούν οι ανάγκες σε υπόγειους ορόφους. Αυτό σήμαινε ότι από τη μία πλευρά έπρεπε να κατέβουμε 20 μέτρα και από την άλλη 27. Δηλαδή ήμασταν μέσα στον υδροφόρο ορίζοντα, που σήμαινε ότι μπορούσε να πλημμυρίσει το έργο ανά πάσα στιγμή. Δεν μπορούσαμε, φυσικά, να ρισκάρουμε κάτι τέτοιο. Το αντιμετωπίσαμε λαμβάνοντας περισσότερα μέτρα από το συνηθισμένο. Είχαμε όμως ακόμα δύο δυσκολίες. Η μία ήταν ότι πηγαίνοντας σε τόσο μεγάλο βάθος υπήρχε -έστω και θεωρητικά- κίνδυνος για τις παρακείμενες πολυκατοικίες όσο γινόταν η άντληση των υπόγειων υδάτων κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Η δεύτερη -και πιο σοβαρή- αφορούσε την τέταρτη όψη του κτιρίου προς τον ακάλυπτο, δηλαδή μία αδιάφορη όψη χωρίς κανένα διακοσμητικό στοιχείο. Το υπουργείο Πολιτισμού, που είχε κηρύξει το νεοκλασικό ιστορικό μνημείο, δέχτηκε να αλλάξει χρήση το διατηρητέο και να γίνει η νεότερη προσθήκη σε αντικατάσταση του πρόχειρου πανωσηκώματος που υπήρχε παλιότερα, με τη δέσμευση όμως ότι θα διατηρούσαμε το παλιό έστω ως κέλυφος. Πράγμα που σημαίνει ότι επιβλήθηκε η διατήρηση του αδιάφορου τοίχου του ακάλυπτου. Αυτή η επιλογή σήμαινε ότι για να σκαφτούν πέντε υπόγεια έπρεπε να υποστυλώσουμε τον τοίχο αυτό σε όλο το βάθος των 20 μέτρων. Κατασκευάστηκε μια εκτεταμένη μεταλλική κατασκευή, η οποία συγκράτησε προσωρινά τον πέτρινο τοίχο στον αέρα μέχρι να γίνουν τα νέα θεμέλια και οι κολόνες να ανέβουν μέχρι πάνω. Μια επικίνδυνη, πολύ δαπανηρή και βέβαια χρονοβόρα λύση.
Πόσο κόστισε τελικά το σύνολο του έργου; Θα σας πω ότι γύρω στα 20 εκατ. ευρώ ήταν αποκλειστικά και μόνο το καθαρά κατασκευαστικό κόστος του κτιρίου. Σε αυτό δεν περιλαμβάνονται ούτε το κόστος αγοράς του οικοπέδου, ούτε τα έξοδα για την ανάπλαση της πλατείας, ούτε οι δαπάνες μελετών, αλλά ούτε και το κόστος των επίπλων και του ειδικού εξοπλισμού. Επομένως, ο συνολικός, πραγματικός προϋπολογισμός ήταν σημαντικά μεγαλύτερος. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπήρχε περιθώριο λάθους... Είναι τέτοια η χρήση του κτιρίου και η σπουδαιότητα του μουσείου που προφανώς έπρεπε να δοθούν ιδιαίτερες τεχνικές λύσεις σε κάθε πτυχή του έργου, όπως για παράδειγμα στη στεγανοποίηση από τα υπόγεια ύδατα. Φανταστείτε ότι το μουσείο διαθέτει πέντε υπόγεια και ο υδροφόρος ορίζοντας ήταν 2 μέτρα μόνο κάτω από το ισόγειο. Αλλη σοβαρή δυσκολία ήταν, όπως προανέφερα, ο ελάχιστος διατιθέμενος χώρος. Έτσι, όταν έγινε η σκυροδέτηση της θεμελίωσης χρειάστηκε ένα διήμερο του Αυγούστου να έρθει ένας «στρατός» από μπετονιέρες και να παρκάρει από το μουσείο μέχρι το Ζάππειο, επειδή αυτό δεν μπορούσε να γίνει σε στάδια, καθώς η πλάκα θεμελίωσης έπρεπε για στατικούς λόγους να γίνει μονοκόμματη. Σημαντικά κολλήματα προκαλούσε ακόμα το γεγονός ότι δεν ανέλαβε το έργο ένας γενικός ανάδοχος - ξεκίνησε στην καρδιά της οικονομικής κρίσης, σε μια περίοδο κατά την οποία υπήρχαν σοβαρές επιφυλάξεις που αφορούσαν τη βιωσιμότητα των μεγάλων τεχνικών εταιρειών. Θέλω να πιστεύω ότι παρά τις δυσκολίες το αποτέλεσμα δικαίωσε τους πολύχρονους κόπους όλων και, κυρίως, του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή
Ισως τελικά οι περιορισμοί μάς κάνουν πιο δημιουργικούς; Το πιστεύω αυτό. Όποτε έχει τύχει να δουλέψουμε σε ένα άδειο οικόπεδο, σαν να ήταν στην έρημο, οι δυσκολίες τελικά αποδεικνύονταν μεγαλύτερες γιατί μπορεί θεωρητικά να είχαμε τη δυνατότητα να κάνουμε τα πάντα, χωρίς όμως τεκμηρίωση γι' αυτό που σχεδιάζαμε. Χρειάστηκε να μελετήσετε τα εκτιθέμενα έργα για να προτείνετε τον τρόπο παρουσίασης τους; Όπως προανέφερα, τη μουσειογραφική προσέγγιση και την παρουσίαση των έργων τέχνης την ανέπτυξαν οι υπεύθυνοι του μουσείου μαζί με τους συνεργάτες τους. Εμείς προσπαθήσαμε να διαμορφώσουμε τους εκθεσιακούς χώρους με τον κατάλληλο τρόπο ώστε να αναδεικνύονται τα έργα και να μην είναι η αρχιτεκτονική ο πρωταγωνιστής. Και αυτό απαιτεί επίπονη προσπάθεια - το πώς, για παράδειγμα, να ενταχθούν στον χώρο όλες οι εγκαταστάσεις και να συντονιστούν υψηλές τεχνικές απαιτήσεις ενώ ταυτόχρονα ο επισκέπτης να απολαμβάνει τα εκθέματα χωρίς να εμποδίζεται ή να αποσπάται η προσοχή του. Πιστεύετε ότι σε δημιουργικό επίπεδο το καλό αποτέλεσμα προϋποθέτει μια επώδυνη διαδρομή; Δεν θα το έθετα έτσι. Πιστεύω ότι σε κάθε περίπτωση αυτό που μένει μετά από μια δύσκολη πορεία και ένα μακρύ ταξίδι δεν είναι τα εμπόδια και οι αντιξοότητες. Διδαχθήκαμε πολλά μέσα από αυτό το έργο, στο οποίο τίποτα δεν ήταν «copy-paste». Μια επώδυνη διαδρομή έχει πράγματι κάτι καλό να δώσει όταν όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτήν έχουν έναν κοινό σκοπό και επιμονή.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ