2020-02-27 22:46:22
Σάλο έχει προκαλέσει στη Γαλλία η καταδίκη της τράπεζας BNP Parisbas για τη χορήγηση
τοξικών δανείων σε ευρώ το 2008 και 2009. Τα γαλλικά ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, αναφέρονται εκτενώς στη σημαντική αυτή δικαστική απόφαση.
Η γαλλική ποινική δικαιοσύνη αποφάνθηκε ότι η BNP Paribas Personal Finance, γνωστή στη Γαλλία με την επωνυμία Cetelem, απέκρυψε εν γνώσει της τους σημαντικούς κινδύνους των δανείων σε ελβετικά φράγκα που αποπληρώνονταν σε ευρώ. Έγκυρες γαλλικές εφημερίδες, όπως η Φιγκαρό, η Λιμπερασιόν κ.ά. σε εκτενή δημοσιεύματα αναφέρονται στην υπόθεση. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, οι κρυφοί κίνδυνοι αποκαλύφθηκαν μετά την κρίση του 2010, όταν το ελβετικό φράγκο αυξήθηκε, οδηγώντας σε απότομη αύξηση του υπολειπόμενου κεφαλαίου που καλούνταν να επιστρέψουν 4.600 δανειολήπτες και καταδίκασε την εταιρεία σε καταβολή εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Στη γαλλική ποινική υπόθεση “Hevlet Immo”, το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται, όταν μία γυναίκα, πρώην ανώτερο στέλεχος της τράπεζας κατέθεσε, ως μάρτυρας, στις ανακριτικές αρχές αποκαλύπτοντας τον τρόπο, με τον οποίο η τράπεζα, απέκρυψε την τοξική φύση των δανειακών προιόντων και εσκεμμένα παραπλάνησε πρώτα τη διοίκηση της τράπεζας και στη συνέχεια τους ίδιους τους δανειολήπτες.
Ειδικότερα εξήγησε ότι, ο τρόπος που χρησιμοποιήθηκε για την παραπλάνηση των τραπεζικών στελεχών ήταν η –υποτιθέμενη- αξιόπιστη πληροφόρηση μέσω προσομοίωσης που καταδείκνυε μια ελάχιστη αύξηση της αξίας του ελβετικού φράγκου έναντι του ευρώ και προέκυπτε μέσω συναλλαγματικών προβλέψεων για τις οποίες χρησιμοποιούνται αποδεδειγμένα περίπλοκοι μαθηματικοί αλγόριθμοι. Αυτούς τους υπολογισμούς δεν θα μπορούσαν να ξεδιαλύνουν τα τραπεζικά στελέχη που έπρεπε να πειστούν, από τη στιγμή που ήταν σκοπίμως κρυμμένοι πίσω από περίπλοκους μαθηματικούς υπολογισμούς.
Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι τα υψηλόβαθμα διοικητικά στελέχη σκόπιμα παραπλάνησαν και άσκησαν πίεση αρχικά στα χαμηλόβαθμα διοικητικά στελέχη τράπεζας για την προώθηση των δανείων, και έπειτα, μέσω αυτών, στους δανειολήπτες.
Οι αναφορές αυτές περιλαμβάνονται εκτενώς σε νομικό υπόμνημα που συνέταξε ο τέως Σλοβένος Πρόεδρος του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Bostjan M. Zupancic από κοινού με τον Ciril Ribicic μέλος της Επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, αναφορικά με τις παραβιάσεις των συνταγματικών και συμβατικών δικαιωμάτων των Σλοβένων δανειοληπτών ενυπόθηκων δανείων σε ελβετικά φράγκα.
Η ποινική δίκη ξεκίνησε στις 12 Νοεμβρίου 2019 και στο πλαίσιο της δίκης εξετάστηκαν θύματα των δανείων του ελβετικού φράγκου, που περιέγραφαν με λεπτοιμέρεια τις συνθήκες σύναψης των δανείων και την οικονομική καταστροφή που έχουν υποστεί. Εξετάστηκε επίσης η υπάλληλος που βοήθησε τους δανειολήπτες. Η κατάθεσή της προκάλεσε το ενδιαφέρον των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και αποσπάσματα της φιλοξενούνταν στον γαλλικό τύπο.
Aπό όσα αναφέρονται στα δημοσιεύματα του γαλλικού Τύπου η ίδια στην αρχή εφέρετο να μην είχε αντιληφθεί με ακρίβεια τι γινόταν μ΄αυτά τα δάνεια. Στην πορεία, ανησυχώντας για τον κίνδυνο που συνδεόταν με τη συναλλαγματική ισοτιμία, ζήτησε να συμβουλευτεί το ειδικό πρόγραμμα προσομοιώσεων μέσω του οποίου διαφαίνεται εάν το κεφάλαιο που πρέπει να επιστραφεί από τον δανειολήπτη μπορεί να "αυξηθεί σημαντικά" . Όταν επισήμανε τον τεράστιο κίνδυνο για τους πελάτες, αλλά και για την εικόνα της BNP, η ιεραρχία της καταλόγισε ότι δεν ήταν αρκετά έξυπνη για να καταλάβει το προϊόν και της έδωσε δύο εβδομάδες για να αλλάξει την “ειδοποίηση κινδύνου” που είχε θέσει. Την πίεσαν, λέγοντάς της, ότι εάν δεν προχωρήσει το δάνειο, απειλείται η θυγατρική και οι 200 υπάλληλοί της καθώς και ότι εάν εξηγούσαν πώς θα λειτουργούσε το δάνειο, δεν θα μπορούσαν να το πουλήσουν. Επίσης απόκαλυψε ότι η "αλυσίδα παραπληροφόρησης" πήγαινε από την BNP Personal Finance σε μεσάζοντες και από μεσάζοντες σε δανειολήπτες. Το 2010, όταν εκατοντάδες πελάτες άρχισαν να ανησυχούν για το ευρώ που υποχώρησε εναντίον του ελβετικού φράγκου και το κεφάλαιο που οφειλόταν στην τράπεζα άρχισε να αυξάνεται αντί να μειώνεται, η ίδια κλήθηκε από την ιεραρχία της τράπεζας, αυτή τη φορά για να διαχειριστεί την κρίση. Της ανέθεσαν με άλλους συναδέλφους της τον διαχωρισμό των πελατών σε δύο κατηγορίες. Από τη μία πλευρά, σε εκείνους που υπήρχε κίνδυνος σοβαρά να βλάψουν την τράπεζα σε περίπτωση προσφυγής στην δικαιοσύνη, τους οποίους είχαν εντολή να τους πείσουν να συμβιβαστούν και σε εκείνους που ήταν λιγότερο επικίνδυνοι , τους οποίους είχαν εντολή να αποφεύγουν. Η ίδια είχε καταφέρει να πείσει μόνο 10 δανειολήπτες, ενώ περιέγραψε συμβάντα με δανειολήπτες οι οποίοι λόγω της τοξικότητας του δανείου είχαν καταστραφεί. Η ποινική διαδικασία ολοκληρώθηκε την 29 Νοεμβρίου 2019, ενώ το Δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του στις 26 Φεβρουαρίου 2020.
Το δικαστήριο τελικά έκρινε ότι η θυγατρική της BNP Paribas τέλεσε παραπλανητική εμπορική πρακτική και την καταδίκασε στο υψηλότερο πρόστιμο που έχει επιβληθεί για τον λόγο αυτό στη Γαλλία, ύψους 187.500 ευρώ, ενώ για την απατηλή απόκρυψη των σοβαρών κινδύνων των δανείων σε ελβετικό φράγκο από τους δανειολήπτες την καταδίκασε στην καταβολή αποζημίωσης της ηθικής και περιουσιακής βλάβης τους. Σύμφωνα δε, με τον νομικό παραστάτη 1.300 δανειοληπτών, η τράπεζα θα πρέπει να αποζημιώσει τους δανειολήπτες με χρηματικά ποσά που κυμαίνονται μεταξύ 10.000 και 20.000 ευρώ για την ηθική βλάβη εκάστου εξ αυτών και μεταξύ 40.000 και 60.000 ευρώ για την οικονομική ζημία εκάστου εξ αυτών, ορίζοντας δικαστική δαπάνη ύψους έως 3.500 ευρώ ανά δανειολήπτη, και διατάσσοντας την άμεση εκτέλεση της απόφασης, εναντίον της οποίας μπορεί να ασκηθεί έφεση.
Η ανακοίνωση της εν λόγω απόφασης στο κατάμεστο από δανειολήπτες ακροατήριο έγινε δεκτή με χειροκροτήματα και δακρυσμένα μάτια, μια ιδιαίτερα συγκινησιακή ατμόσφαιρα που δημιούργησε η δικαίωση τους μετά από έναν μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα που κράτησε περί τα 10 έτη. Μάλιστα η βαρύτητά της προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στην Γαλλία, με τον δικηγόρο των δανειοληπτών να προβαίνει σε μία λακωνική αλλά εξαιρετικά ουσιαστική δήλωση: “Η σοβαρότητα της απόφασης είναι ανάλογη με την σοβαρότητα της υπόθεσης”.
Χιλιάδες «θύματα» και στην Ελλάδα
Επισημαίνεται ότι ανάλογες υποθέσεις αφορούν χιλιάδες δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο και στην Ελλάδα, οι οποίοι εδώ και χρόνια έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη επικαλούμενοι τις ίδιες ακριβώς τακτικές πτροώθησης και σύναψης των δανειακών συμβάσεων με τους ομοιοπαθείς Γάλλους δανειολήπτες ως προς την απόκρυψη των σοβαρών κινδύνων των δανείων από την ενδεχόμενη αλλαγή της ισοτιμίας μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου.
Όπως επισημαίνει η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα «οι προσομειώσεις των κινδύνων εκ μέρους των τραπεζών με τους πολύπλοκους αριθμητικούς αλγόριθμους δεν λάμβαναν χώρα μόνο στη Γαλλία. Θα αρκούσε ίσως και στην Ελλάδα έστω και ένα ανωτερο τραπεζικό στέλεχος να βρει το σθένος να αποκαλύψει, αν πίσω από τις κλειστές πόρτες των γραφείων των υψηλών ορόφων των τραπεζών διαδραματίζονταν ανάλογες πρακτικές με αυτές στη Γαλλία, και να καταθέσει ενώπιον των αρχών, όπως η γαλλίδα συνάδελφος τους, για αριστοτεχνικές μεθόδους παραπλάνησης των κατώτερων στελεχών, προκειμένου να πειστούν στην προώθηση του προϊόντος, πίεση προς αυτή την κατεύθυνση με την ταυτόχρονη ηθελημένη απόκρυψη από τους δανειολήπτες γνωστών σε αυτούς τοξικούς κινδύνους, οι οποίοι και πραγματοποιήθηκαν και άλλα επιμέρους στοιχεία για το καταστροφικό αυτό δανειακό προϊόν».
anatakti
τοξικών δανείων σε ευρώ το 2008 και 2009. Τα γαλλικά ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, αναφέρονται εκτενώς στη σημαντική αυτή δικαστική απόφαση.
Η γαλλική ποινική δικαιοσύνη αποφάνθηκε ότι η BNP Paribas Personal Finance, γνωστή στη Γαλλία με την επωνυμία Cetelem, απέκρυψε εν γνώσει της τους σημαντικούς κινδύνους των δανείων σε ελβετικά φράγκα που αποπληρώνονταν σε ευρώ. Έγκυρες γαλλικές εφημερίδες, όπως η Φιγκαρό, η Λιμπερασιόν κ.ά. σε εκτενή δημοσιεύματα αναφέρονται στην υπόθεση. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, οι κρυφοί κίνδυνοι αποκαλύφθηκαν μετά την κρίση του 2010, όταν το ελβετικό φράγκο αυξήθηκε, οδηγώντας σε απότομη αύξηση του υπολειπόμενου κεφαλαίου που καλούνταν να επιστρέψουν 4.600 δανειολήπτες και καταδίκασε την εταιρεία σε καταβολή εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Στη γαλλική ποινική υπόθεση “Hevlet Immo”, το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται, όταν μία γυναίκα, πρώην ανώτερο στέλεχος της τράπεζας κατέθεσε, ως μάρτυρας, στις ανακριτικές αρχές αποκαλύπτοντας τον τρόπο, με τον οποίο η τράπεζα, απέκρυψε την τοξική φύση των δανειακών προιόντων και εσκεμμένα παραπλάνησε πρώτα τη διοίκηση της τράπεζας και στη συνέχεια τους ίδιους τους δανειολήπτες.
Ειδικότερα εξήγησε ότι, ο τρόπος που χρησιμοποιήθηκε για την παραπλάνηση των τραπεζικών στελεχών ήταν η –υποτιθέμενη- αξιόπιστη πληροφόρηση μέσω προσομοίωσης που καταδείκνυε μια ελάχιστη αύξηση της αξίας του ελβετικού φράγκου έναντι του ευρώ και προέκυπτε μέσω συναλλαγματικών προβλέψεων για τις οποίες χρησιμοποιούνται αποδεδειγμένα περίπλοκοι μαθηματικοί αλγόριθμοι. Αυτούς τους υπολογισμούς δεν θα μπορούσαν να ξεδιαλύνουν τα τραπεζικά στελέχη που έπρεπε να πειστούν, από τη στιγμή που ήταν σκοπίμως κρυμμένοι πίσω από περίπλοκους μαθηματικούς υπολογισμούς.
Μεταξύ άλλων ανέφερε ότι τα υψηλόβαθμα διοικητικά στελέχη σκόπιμα παραπλάνησαν και άσκησαν πίεση αρχικά στα χαμηλόβαθμα διοικητικά στελέχη τράπεζας για την προώθηση των δανείων, και έπειτα, μέσω αυτών, στους δανειολήπτες.
Οι αναφορές αυτές περιλαμβάνονται εκτενώς σε νομικό υπόμνημα που συνέταξε ο τέως Σλοβένος Πρόεδρος του Ευρωπαικού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Bostjan M. Zupancic από κοινού με τον Ciril Ribicic μέλος της Επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, αναφορικά με τις παραβιάσεις των συνταγματικών και συμβατικών δικαιωμάτων των Σλοβένων δανειοληπτών ενυπόθηκων δανείων σε ελβετικά φράγκα.
Η ποινική δίκη ξεκίνησε στις 12 Νοεμβρίου 2019 και στο πλαίσιο της δίκης εξετάστηκαν θύματα των δανείων του ελβετικού φράγκου, που περιέγραφαν με λεπτοιμέρεια τις συνθήκες σύναψης των δανείων και την οικονομική καταστροφή που έχουν υποστεί. Εξετάστηκε επίσης η υπάλληλος που βοήθησε τους δανειολήπτες. Η κατάθεσή της προκάλεσε το ενδιαφέρον των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και αποσπάσματα της φιλοξενούνταν στον γαλλικό τύπο.
Aπό όσα αναφέρονται στα δημοσιεύματα του γαλλικού Τύπου η ίδια στην αρχή εφέρετο να μην είχε αντιληφθεί με ακρίβεια τι γινόταν μ΄αυτά τα δάνεια. Στην πορεία, ανησυχώντας για τον κίνδυνο που συνδεόταν με τη συναλλαγματική ισοτιμία, ζήτησε να συμβουλευτεί το ειδικό πρόγραμμα προσομοιώσεων μέσω του οποίου διαφαίνεται εάν το κεφάλαιο που πρέπει να επιστραφεί από τον δανειολήπτη μπορεί να "αυξηθεί σημαντικά" . Όταν επισήμανε τον τεράστιο κίνδυνο για τους πελάτες, αλλά και για την εικόνα της BNP, η ιεραρχία της καταλόγισε ότι δεν ήταν αρκετά έξυπνη για να καταλάβει το προϊόν και της έδωσε δύο εβδομάδες για να αλλάξει την “ειδοποίηση κινδύνου” που είχε θέσει. Την πίεσαν, λέγοντάς της, ότι εάν δεν προχωρήσει το δάνειο, απειλείται η θυγατρική και οι 200 υπάλληλοί της καθώς και ότι εάν εξηγούσαν πώς θα λειτουργούσε το δάνειο, δεν θα μπορούσαν να το πουλήσουν. Επίσης απόκαλυψε ότι η "αλυσίδα παραπληροφόρησης" πήγαινε από την BNP Personal Finance σε μεσάζοντες και από μεσάζοντες σε δανειολήπτες. Το 2010, όταν εκατοντάδες πελάτες άρχισαν να ανησυχούν για το ευρώ που υποχώρησε εναντίον του ελβετικού φράγκου και το κεφάλαιο που οφειλόταν στην τράπεζα άρχισε να αυξάνεται αντί να μειώνεται, η ίδια κλήθηκε από την ιεραρχία της τράπεζας, αυτή τη φορά για να διαχειριστεί την κρίση. Της ανέθεσαν με άλλους συναδέλφους της τον διαχωρισμό των πελατών σε δύο κατηγορίες. Από τη μία πλευρά, σε εκείνους που υπήρχε κίνδυνος σοβαρά να βλάψουν την τράπεζα σε περίπτωση προσφυγής στην δικαιοσύνη, τους οποίους είχαν εντολή να τους πείσουν να συμβιβαστούν και σε εκείνους που ήταν λιγότερο επικίνδυνοι , τους οποίους είχαν εντολή να αποφεύγουν. Η ίδια είχε καταφέρει να πείσει μόνο 10 δανειολήπτες, ενώ περιέγραψε συμβάντα με δανειολήπτες οι οποίοι λόγω της τοξικότητας του δανείου είχαν καταστραφεί. Η ποινική διαδικασία ολοκληρώθηκε την 29 Νοεμβρίου 2019, ενώ το Δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφασή του στις 26 Φεβρουαρίου 2020.
Το δικαστήριο τελικά έκρινε ότι η θυγατρική της BNP Paribas τέλεσε παραπλανητική εμπορική πρακτική και την καταδίκασε στο υψηλότερο πρόστιμο που έχει επιβληθεί για τον λόγο αυτό στη Γαλλία, ύψους 187.500 ευρώ, ενώ για την απατηλή απόκρυψη των σοβαρών κινδύνων των δανείων σε ελβετικό φράγκο από τους δανειολήπτες την καταδίκασε στην καταβολή αποζημίωσης της ηθικής και περιουσιακής βλάβης τους. Σύμφωνα δε, με τον νομικό παραστάτη 1.300 δανειοληπτών, η τράπεζα θα πρέπει να αποζημιώσει τους δανειολήπτες με χρηματικά ποσά που κυμαίνονται μεταξύ 10.000 και 20.000 ευρώ για την ηθική βλάβη εκάστου εξ αυτών και μεταξύ 40.000 και 60.000 ευρώ για την οικονομική ζημία εκάστου εξ αυτών, ορίζοντας δικαστική δαπάνη ύψους έως 3.500 ευρώ ανά δανειολήπτη, και διατάσσοντας την άμεση εκτέλεση της απόφασης, εναντίον της οποίας μπορεί να ασκηθεί έφεση.
Η ανακοίνωση της εν λόγω απόφασης στο κατάμεστο από δανειολήπτες ακροατήριο έγινε δεκτή με χειροκροτήματα και δακρυσμένα μάτια, μια ιδιαίτερα συγκινησιακή ατμόσφαιρα που δημιούργησε η δικαίωση τους μετά από έναν μακροχρόνιο δικαστικό αγώνα που κράτησε περί τα 10 έτη. Μάλιστα η βαρύτητά της προκάλεσε μεγάλη έκπληξη στην Γαλλία, με τον δικηγόρο των δανειοληπτών να προβαίνει σε μία λακωνική αλλά εξαιρετικά ουσιαστική δήλωση: “Η σοβαρότητα της απόφασης είναι ανάλογη με την σοβαρότητα της υπόθεσης”.
Χιλιάδες «θύματα» και στην Ελλάδα
Επισημαίνεται ότι ανάλογες υποθέσεις αφορούν χιλιάδες δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο και στην Ελλάδα, οι οποίοι εδώ και χρόνια έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη επικαλούμενοι τις ίδιες ακριβώς τακτικές πτροώθησης και σύναψης των δανειακών συμβάσεων με τους ομοιοπαθείς Γάλλους δανειολήπτες ως προς την απόκρυψη των σοβαρών κινδύνων των δανείων από την ενδεχόμενη αλλαγή της ισοτιμίας μεταξύ ευρώ και ελβετικού φράγκου.
Όπως επισημαίνει η δικηγόρος Αριάδνη Νούκα «οι προσομειώσεις των κινδύνων εκ μέρους των τραπεζών με τους πολύπλοκους αριθμητικούς αλγόριθμους δεν λάμβαναν χώρα μόνο στη Γαλλία. Θα αρκούσε ίσως και στην Ελλάδα έστω και ένα ανωτερο τραπεζικό στέλεχος να βρει το σθένος να αποκαλύψει, αν πίσω από τις κλειστές πόρτες των γραφείων των υψηλών ορόφων των τραπεζών διαδραματίζονταν ανάλογες πρακτικές με αυτές στη Γαλλία, και να καταθέσει ενώπιον των αρχών, όπως η γαλλίδα συνάδελφος τους, για αριστοτεχνικές μεθόδους παραπλάνησης των κατώτερων στελεχών, προκειμένου να πειστούν στην προώθηση του προϊόντος, πίεση προς αυτή την κατεύθυνση με την ταυτόχρονη ηθελημένη απόκρυψη από τους δανειολήπτες γνωστών σε αυτούς τοξικούς κινδύνους, οι οποίοι και πραγματοποιήθηκαν και άλλα επιμέρους στοιχεία για το καταστροφικό αυτό δανειακό προϊόν».
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Έφυγε ο ιατρός ρευματολόγος, Γρηγόρης Σκαραντάβος
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ