2020-03-07 21:12:28
Τον τελευταίο καιρό στην Ελλάδα παρακολουθούμε ένα θέατρο παραλόγου. Θα παρατηρήσετε ότι δεν είναι πρωτοφανές και θα έχετε δίκηο. Όμως τώρα πρόκειται για ένα εθνικό παραλήρημα, το οποίο σχετίζεται με την απειλή της εξ ανατολών άλωσης της χώρας μας από ορκισμένους τζιχαντιστές.
Έτσι βλέπουμε να ξεκινούν εκστρατείες κάποιες αθώες και κωμικές, όπως κατ΄ αναλογία της φανέλας του στρατιώτη, αυτή του εμφιαλωμένου νερού (κονόμα βλέπω, αφού δεν είναι ξεκάθαρο ποιος οργανώνει και διαχειρίζεται παρόμοιες «εκστρατείες») και, κάποιες ιδιαίτερα επικίνδυνες όπως η ίδρυση «συλλόγου κυνηγών λαθρομεταναστών» (ενόπλων παρακαλώ) στο Βόλο ή τα φαινόμενα δράσεων παρακρατικών ομάδων στον Έβρο, επί τούτου παραπέμπω στην ανάρτηση του Γιάννη Λασκαράκη, εκδότη της εφημερίδας «Γνώμη του Έβρου». Θα μπορούσα να παραθέσω ατέλειωτη σειρά παρομοίων δράσεων και λογικών.
Το ερώτημα είναι λοιπόν έχουμε πρόβλημα και ποιο ακριβώς είναι αυτό; Κάθε λογικός άνθρωπος ξεκινάει από την ακριβή περι-γραφή του προβλήματος και την ιεράρχηση των δυνατοτήτων που διαθέτει για την αντιμετώπισή του. Απαραίτητη προϋπόθεση, σε κάθε ανάλυση, να βλέπουμε ταυτόχρονα το γενικό και το μερικό, καθώς και την αλληλεπίδρασή τους
. Όταν βλέπουμε το δένδρο και όχι το δάσος, όταν απομονώνουμε το σύμπτωμα από την αιτία, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε ορθό συμπέρασμα.
Ξεκίνησαν λοιπόν οι μουσουλμάνοι της Συρίας, της υποσαχάριας Αφρικής, του Πακιστάν ή του Αφγανιστάν κ.ο.κ. μια εκστρατεία κατάληψης της Ελλάδας και μετατροπής της σε μουσουλμανική χώρα; Και για τον σκοπό αυτό, πήραν γέρους, γυναίκες, παιδιά και θαλασσοπνίγονται; Δεν μου ακούγεται και πολύ σοβαρό το σενάριο.
Όλες οι παραπάνω περιοχές ή δέχονται σοβαρές (άμεσες ή έμμεσες) επιθέσεις από τις Η.Π.Α., τις χώρες της Δυτ. Ευρώπης (χωρίς να λείπει από το παιχνίδι η Ρωσία) ή αποτελούν αντικείμενο στυγνής οικονομικής εκμετάλλευσης από τους ίδιους παραπάνω. Χώρες μετατρέπονται σε χώρους (Ιράκ, Λιβύη, η Αίγυπτος τη γλύτωσε χάρις στο στρατό) ως αποτέλεσμα είτε άμεσης επίθεσης είτε υποκινούμενης εσωτερικής εμφύλιας σύγκρουσης (τώρα ή Συρία, λίγο πιο παλιά ο Λίβανος) ή διαμελίζονται (όπως στη γειτονιά μας η Γιουγκοσλαβία). Είναι απόλυτα εύλογο οι λαοί αυτών των περιοχών όπου η ζωή καθίσταται άκρως προβληματική ακόμα και επικίνδυνη να προσπαθούν να διαφύγουν, με κάθε τίμημα, ακόμα και αυτό της ζωής τους. Επομένως αυτός που στέλνει τους πρόσφυγες είναι οι χώρες που μόλις περιέγραψα. Εάν θέλεις να γνωρίσεις ποιος προκαλεί το πρόβλημα πρέπει να δεις ποιος ωφελείται (follow the money όπως λένε οι σύμμαχοί (;) μας). Άρα από εκεί πρέπει να ζητήσουμε τις ευθύνες και την αποκατάσταση του προβλήματος.
Η χώρες της Δυτικής Ευρώπης και οι Η.Π.Α. είναι οι κυρίως υπεύθυνες των προσφυγικών ροών και σ΄ αυτές πρέπει να στραφούμε. Θα έπρεπε δλδ να ζητήσουμε άμεση σύγκλιση του Συμβουλίου Κορυφής (Αρχηγών Κρατών) της Ε.Ε. να αξιώσουμε το ελάχιστο που είναι η ισομερής αναλογικά διανομή των προσφύγων σε όλη την Ευρώπη. Σ΄ αυτή την περίπτωση όχι μόνο δεν δημιουργείται ιδιαίτερο πρόβλημα σε μία συγκεκριμένη χώρα, αλλά, αντίθετα, ίσως αποβεί και επωφελές για την γηράσκουσα Ευρώπη.
Δεν τολμάμε να ζητήσουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο και θα δούμε το λόγο παρακάτω. Αντίθετα δεχόμαστε έναντι τριάντα αργυρίων να μεταβληθούμε σε δεσμοφύλακα της Ευρώπης αφενός αποτρέποντας (με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο) τις όποιες εισροές και αφετέρου φυλακίζοντας (ουσιαστικά) όποιους εισέρχονται, ώστε να μπορεί η υπόλοιπη Ευρώπη να κοιμάται ήσυχη.
Αυτό είναι πρώτα απ΄ όλα ηθικά απαράδεκτο και η Ελλάδα (για να θυμηθώ τη σχετική ρήση) είναι πολύ μικρή για τέτοια ατιμία. Αλλά επιπλέον ακόμα και κυνικά να το δεις είναι ασύμφορο. Τα όποια χρήματα λάβουμε είναι πολύ λιγότερα από αυτά που θα απωλέσουμε.
Φαντάζεται π.χ. κανείς ότι τα νησιά θα μπορέσουν να έχουν τουριστική δραστηριότητα με αυτές τις συνθήκες; Τώρα η Τουρκία τι ρόλο παίζει;
Κατ΄ αρχήν έχει και αυτή πρόβλημα, 3,6 εκατομμύρια !!!!! πρόσφυγες (αυτή τη στιγμή) στο έδαφός της δεν είναι και λίγο. Η Τουρκία όμως είναι ανεξάρτητη χώρα, εκτίμησε τις διαστάσεις και τις παραμέτρους του προβλήματος και οργάνωσε την πολιτική της ώστε να αποκομίσει οφέλη από αυτό, να μετατρέψει δλδ το πρόβλημα σε ευκαιρία. Έχει απλώσει συστηματικά τις διεκδικήσεις της, σε κάθε κατεύθυνση, και αναμένει τα οφέλη, μικρότερα ή μεγαλύτερα, που θα προκύψουν. Εδώ λοιπόν είναι κρίσιμη διαφορά, η Τουρκία είναι ανεξάρτητη χώρα, η οποία επεξεργάζεται, σχεδιάζει και προωθεί πολιτική σύμφωνα με τα συμφέροντά της, στις εκάστοτε ισχύουσες διεθνείς συνθήκες.
Αντίθετα αυτό δεν συμβαίνει με την Ελλάδα, η οποία ποτέ δεν έγινε πραγματικά ανεξάρτητο Κράτος. Η Ελλάδα δεν κατόρθωσε με το τέλος της επαναστάσεως να αποκτήσει παρά μια τυπική ανεξαρτησία. Στην ουσία παρέμεινε ένα (καλυμμένο) προτεκτοράτο, ίσως λίγο μεγαλύτερο από τον Μοριά που ήθελαν οι σχεδιασμοί της Αγγλικής πολιτικής, αλλά η ουσία δεν άλλαξε. Έγιναν δύο μεγάλες απόπειρες ανατροπής αυτής της σχέσεως εξάρτησης η πρώτη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο εκφραστή της προοδευτικής πτέρυγας του μεγαλοαστικού κεφαλαίου (κυρίως του παροικιακού) που θέλησε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο αστικό κράτος στα πλαίσια του οποίου θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν εθνική αστική τάξη, κατά το πρότυπο των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών.
Σαν μέσο για την επίτευξη του σκοπού θεώρησε ότι μπορούσε να προσδέσει τα ελληνικά συμφέροντα σ΄ αυτά της Μεγάλης Βρετανίας, από όπου θα μπορούσε να αντλήσει και την αναγκαία στήριξη. Όμως, ένας γάμος απαιτεί δύο και η Βρετανία όταν τα συμφέροντά της μεταβλήθηκαν και δεν ήταν δυνατό να συμπορευθούν με τα Ελληνικά, όπως ήταν φυσικό, μας εγκατέλειψε και το όνειρο πνίγηκε στα νερά της Σμύρνης. Στην εθνική εκείνη καταστροφή, από την οποία δεν θα συνέλθει ποτέ ο ελληνισμός (έχασε την Ιωνία στην οποία ήκμαζε επί τρεις χιλιάδες χρόνια) συμβάλλαμε και εμείς με τον εθνικό μας διχασμό. Θα μπορούσαμε να είχαμε περιορίσει την έκταση της καταστροφής εάν μπορούσαμε να είμαστε ενωμένοι και να επεξεργαστούμε, όλοι μαζί, μια εθνική πολιτική.
Η δεύτερη στην περίοδο της κατοχής όταν ο λαός μπήκε στο προσκήνιο της ιστορίας και φιλοδόξησε να πάρει τις τύχες του στα χέρια του, πάλι ο εθνικός διχασμός (που υποκινήθηκε, αλλά αυτό δεν μας απαλλάσσει) οδήγησε στην καταστροφή και την αποκατάσταση των σχέσεων εξάρτησης. Η εξάρτησή μας διαχρονικά, αγγλοκρατία, παράδοση στους Αμερικανούς, μέσα στον εμφύλιο, σήμερα παράδοση στους Γερμανούς (δεν είναι καθόλου τυχαία η αναφορά Σόϊμπλε για Πόρτο Ρίκο – Ελλάδα). Το στυλ αλλάζει οι Γερμανοί είναι πιο ωμοί (από τους προηγούμενους), δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στον υποτελή, εννοούν να τον οδηγήσουν στον πλήρη εξανδραποδισμό. Μέσο, για την σφυρηλάτηση των σχέσεων εξάρτησης, είναι το χρέος, στο οποίο εντέχνως μας οδήγησαν (και εμείς ανοήτως ακολουθήσαμε) ώστε να μας εξαρτήσουν πλήρως (βλ. σχετικά Μ. Λαζαράτο «Η δημιουργία του χρεωμένου ανθρώπου»).
Σκοπός δεν είναι η είσπραξη των οφειλομένων, ξέρουν δεν θα τα πάρουν ποτέ, θα τα πληρώσουν οι ευρωπαϊκοί λαοί, στους εθνικούς προϋπολογισμούς των οποίων είναι εγγεγραμμένο το χρέος, σκοπός τους είναι να αποκτήσουν ό,τι έχει αξία από τις υποδομές και να καταστήσουν και να διατηρήσουν τους Έλληνες ή όποιους άλλους φέρουν εδώ (στον χώρο πλέον και όχι χώρα) σαν φτηνό εργατικό δυναμικό, απόλυτα εξαρτημένους. Κανείς δεν θα τους εμποδίσει. Οι Αμερικανοί έχουν κάνει την εκχώρηση, οι Ρώσοι έχουν μεγάλες συμφωνίες με τους Γερμανούς (παρά τις τριβές) και προφανώς δεν θα τις θέσουν σε κίνδυνο, εκτός αν κάτι συγκλονιστικό μεσολαβήσει. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Πως αντιστέκεσαι, η ελευθερία έχει ακριβό τίμημα.
Πρώτα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την κατάσταση, ακριβώς όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Δεύτερο να πεισθεί ο λαός ότι μπροστά του προδιαγράφεται μια αθλιότητα για την αντιμετώπιση της οποίας αξίζει κάθε τίμημα και κόστος. Δεν βοηθάει να κατηγορούμε όσους μας λένε την αλήθεια σαν ηττοπαθείς (γιατί δεν είναι) συμπεριφερόμαστε σαν αυτούς που σκότωναν τους αγγελιαφόρους όταν έφερναν δυσάρεστα νέα. Ο λαός, επαναλαμβάνω, πρέπει να πειστεί, πρώτα για τον πραγματικό και όχι τον φανταστικό κίνδυνο, δεύτερον για την σοβαρότητα αυτών που τον καλούν να αγωνιστεί και για την ύπαρξη του δρόμου (έστω και κακοτράχαλου) που του υποδεικνύουν, κυρίως να πεισθεί για την μοναδικότητα του δρόμου.
Θεωρείτε, άραγε, πολύ δύσκολο να υποκινηθούν στην Ελλάδα συνθήκες εμφυλίου πολέμου, όπως π.χ. στην Συρία; Θεωρείτε, άραγε, πολύ δύσκολο να συνδυαστούν με καταστάσεις εξωτερικής απειλής;
Τα περιστατικά που ανέφερα, στην αρχή του κειμένου, αυτό δείχνουν. Μόνη εγγύηση για την αποτροπή όλων αυτών ένας λαός πλήρως ενημερωμένος, για το τι του μέλλεται και σε τι αγώνες και ποιες θυσίες είναι αναγκαίο να υποβληθεί για την αντιμετώπιση των επερχόμενων (αυτά που ζούμε σήμερα δεν είναι τίποτα) δεινών. Μόνο ένας τέτοιος λαός ενωμένος κάτω από μία εμπνευσμένη ηγεσία που δεν ωραιοποιεί καταστάσεις και δεν υποβαθμίζει δυσκολίες, θα είναι η μεγάλη ασπίδα για όσα μας ετοιμάζουν. Δεν μιλώ με κομματικές παρωπίδες, δεν με ενδιαφέρει μια άγονη κομματική αντιπαράθεση, τολμώ να πω ότι αυτό που με συνέχει είναι μία μεγάλη αγωνία για το μέλλον αυτού του τόπου.
Από το 1920 είναι μόλις εκατό χρόνια και η ιστορία επαναλαμβάνεται όχι μόνο ως φάρσα αλλά και ως τραγωδία, φοβούμαι ότι και το 1922 είναι το ίδιο κοντά. Δεν κινδυνεύουν οι μισθοί, οι συντάξεις, τα μικροσυμφέροντα, κινδυνεύουμε με εθνικό αφανισμό, ας το καταλάβουμε όσο είναι καιρός (θέλω να ελπίζω ότι είναι ακόμα) το οφείλουμε στα παιδιά μας.
Δημήτρης Ζεβόλης
Δικηγόρος
«The New Daily Mail»
TheNewDailyMail
Έτσι βλέπουμε να ξεκινούν εκστρατείες κάποιες αθώες και κωμικές, όπως κατ΄ αναλογία της φανέλας του στρατιώτη, αυτή του εμφιαλωμένου νερού (κονόμα βλέπω, αφού δεν είναι ξεκάθαρο ποιος οργανώνει και διαχειρίζεται παρόμοιες «εκστρατείες») και, κάποιες ιδιαίτερα επικίνδυνες όπως η ίδρυση «συλλόγου κυνηγών λαθρομεταναστών» (ενόπλων παρακαλώ) στο Βόλο ή τα φαινόμενα δράσεων παρακρατικών ομάδων στον Έβρο, επί τούτου παραπέμπω στην ανάρτηση του Γιάννη Λασκαράκη, εκδότη της εφημερίδας «Γνώμη του Έβρου». Θα μπορούσα να παραθέσω ατέλειωτη σειρά παρομοίων δράσεων και λογικών.
Το ερώτημα είναι λοιπόν έχουμε πρόβλημα και ποιο ακριβώς είναι αυτό; Κάθε λογικός άνθρωπος ξεκινάει από την ακριβή περι-γραφή του προβλήματος και την ιεράρχηση των δυνατοτήτων που διαθέτει για την αντιμετώπισή του. Απαραίτητη προϋπόθεση, σε κάθε ανάλυση, να βλέπουμε ταυτόχρονα το γενικό και το μερικό, καθώς και την αλληλεπίδρασή τους
Ξεκίνησαν λοιπόν οι μουσουλμάνοι της Συρίας, της υποσαχάριας Αφρικής, του Πακιστάν ή του Αφγανιστάν κ.ο.κ. μια εκστρατεία κατάληψης της Ελλάδας και μετατροπής της σε μουσουλμανική χώρα; Και για τον σκοπό αυτό, πήραν γέρους, γυναίκες, παιδιά και θαλασσοπνίγονται; Δεν μου ακούγεται και πολύ σοβαρό το σενάριο.
Όλες οι παραπάνω περιοχές ή δέχονται σοβαρές (άμεσες ή έμμεσες) επιθέσεις από τις Η.Π.Α., τις χώρες της Δυτ. Ευρώπης (χωρίς να λείπει από το παιχνίδι η Ρωσία) ή αποτελούν αντικείμενο στυγνής οικονομικής εκμετάλλευσης από τους ίδιους παραπάνω. Χώρες μετατρέπονται σε χώρους (Ιράκ, Λιβύη, η Αίγυπτος τη γλύτωσε χάρις στο στρατό) ως αποτέλεσμα είτε άμεσης επίθεσης είτε υποκινούμενης εσωτερικής εμφύλιας σύγκρουσης (τώρα ή Συρία, λίγο πιο παλιά ο Λίβανος) ή διαμελίζονται (όπως στη γειτονιά μας η Γιουγκοσλαβία). Είναι απόλυτα εύλογο οι λαοί αυτών των περιοχών όπου η ζωή καθίσταται άκρως προβληματική ακόμα και επικίνδυνη να προσπαθούν να διαφύγουν, με κάθε τίμημα, ακόμα και αυτό της ζωής τους. Επομένως αυτός που στέλνει τους πρόσφυγες είναι οι χώρες που μόλις περιέγραψα. Εάν θέλεις να γνωρίσεις ποιος προκαλεί το πρόβλημα πρέπει να δεις ποιος ωφελείται (follow the money όπως λένε οι σύμμαχοί (;) μας). Άρα από εκεί πρέπει να ζητήσουμε τις ευθύνες και την αποκατάσταση του προβλήματος.
Η χώρες της Δυτικής Ευρώπης και οι Η.Π.Α. είναι οι κυρίως υπεύθυνες των προσφυγικών ροών και σ΄ αυτές πρέπει να στραφούμε. Θα έπρεπε δλδ να ζητήσουμε άμεση σύγκλιση του Συμβουλίου Κορυφής (Αρχηγών Κρατών) της Ε.Ε. να αξιώσουμε το ελάχιστο που είναι η ισομερής αναλογικά διανομή των προσφύγων σε όλη την Ευρώπη. Σ΄ αυτή την περίπτωση όχι μόνο δεν δημιουργείται ιδιαίτερο πρόβλημα σε μία συγκεκριμένη χώρα, αλλά, αντίθετα, ίσως αποβεί και επωφελές για την γηράσκουσα Ευρώπη.
Δεν τολμάμε να ζητήσουμε ούτε το ένα ούτε το άλλο και θα δούμε το λόγο παρακάτω. Αντίθετα δεχόμαστε έναντι τριάντα αργυρίων να μεταβληθούμε σε δεσμοφύλακα της Ευρώπης αφενός αποτρέποντας (με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο) τις όποιες εισροές και αφετέρου φυλακίζοντας (ουσιαστικά) όποιους εισέρχονται, ώστε να μπορεί η υπόλοιπη Ευρώπη να κοιμάται ήσυχη.
Αυτό είναι πρώτα απ΄ όλα ηθικά απαράδεκτο και η Ελλάδα (για να θυμηθώ τη σχετική ρήση) είναι πολύ μικρή για τέτοια ατιμία. Αλλά επιπλέον ακόμα και κυνικά να το δεις είναι ασύμφορο. Τα όποια χρήματα λάβουμε είναι πολύ λιγότερα από αυτά που θα απωλέσουμε.
Φαντάζεται π.χ. κανείς ότι τα νησιά θα μπορέσουν να έχουν τουριστική δραστηριότητα με αυτές τις συνθήκες; Τώρα η Τουρκία τι ρόλο παίζει;
Κατ΄ αρχήν έχει και αυτή πρόβλημα, 3,6 εκατομμύρια !!!!! πρόσφυγες (αυτή τη στιγμή) στο έδαφός της δεν είναι και λίγο. Η Τουρκία όμως είναι ανεξάρτητη χώρα, εκτίμησε τις διαστάσεις και τις παραμέτρους του προβλήματος και οργάνωσε την πολιτική της ώστε να αποκομίσει οφέλη από αυτό, να μετατρέψει δλδ το πρόβλημα σε ευκαιρία. Έχει απλώσει συστηματικά τις διεκδικήσεις της, σε κάθε κατεύθυνση, και αναμένει τα οφέλη, μικρότερα ή μεγαλύτερα, που θα προκύψουν. Εδώ λοιπόν είναι κρίσιμη διαφορά, η Τουρκία είναι ανεξάρτητη χώρα, η οποία επεξεργάζεται, σχεδιάζει και προωθεί πολιτική σύμφωνα με τα συμφέροντά της, στις εκάστοτε ισχύουσες διεθνείς συνθήκες.
Αντίθετα αυτό δεν συμβαίνει με την Ελλάδα, η οποία ποτέ δεν έγινε πραγματικά ανεξάρτητο Κράτος. Η Ελλάδα δεν κατόρθωσε με το τέλος της επαναστάσεως να αποκτήσει παρά μια τυπική ανεξαρτησία. Στην ουσία παρέμεινε ένα (καλυμμένο) προτεκτοράτο, ίσως λίγο μεγαλύτερο από τον Μοριά που ήθελαν οι σχεδιασμοί της Αγγλικής πολιτικής, αλλά η ουσία δεν άλλαξε. Έγιναν δύο μεγάλες απόπειρες ανατροπής αυτής της σχέσεως εξάρτησης η πρώτη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο εκφραστή της προοδευτικής πτέρυγας του μεγαλοαστικού κεφαλαίου (κυρίως του παροικιακού) που θέλησε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο αστικό κράτος στα πλαίσια του οποίου θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν εθνική αστική τάξη, κατά το πρότυπο των υπολοίπων ευρωπαϊκών χωρών.
Σαν μέσο για την επίτευξη του σκοπού θεώρησε ότι μπορούσε να προσδέσει τα ελληνικά συμφέροντα σ΄ αυτά της Μεγάλης Βρετανίας, από όπου θα μπορούσε να αντλήσει και την αναγκαία στήριξη. Όμως, ένας γάμος απαιτεί δύο και η Βρετανία όταν τα συμφέροντά της μεταβλήθηκαν και δεν ήταν δυνατό να συμπορευθούν με τα Ελληνικά, όπως ήταν φυσικό, μας εγκατέλειψε και το όνειρο πνίγηκε στα νερά της Σμύρνης. Στην εθνική εκείνη καταστροφή, από την οποία δεν θα συνέλθει ποτέ ο ελληνισμός (έχασε την Ιωνία στην οποία ήκμαζε επί τρεις χιλιάδες χρόνια) συμβάλλαμε και εμείς με τον εθνικό μας διχασμό. Θα μπορούσαμε να είχαμε περιορίσει την έκταση της καταστροφής εάν μπορούσαμε να είμαστε ενωμένοι και να επεξεργαστούμε, όλοι μαζί, μια εθνική πολιτική.
Η δεύτερη στην περίοδο της κατοχής όταν ο λαός μπήκε στο προσκήνιο της ιστορίας και φιλοδόξησε να πάρει τις τύχες του στα χέρια του, πάλι ο εθνικός διχασμός (που υποκινήθηκε, αλλά αυτό δεν μας απαλλάσσει) οδήγησε στην καταστροφή και την αποκατάσταση των σχέσεων εξάρτησης. Η εξάρτησή μας διαχρονικά, αγγλοκρατία, παράδοση στους Αμερικανούς, μέσα στον εμφύλιο, σήμερα παράδοση στους Γερμανούς (δεν είναι καθόλου τυχαία η αναφορά Σόϊμπλε για Πόρτο Ρίκο – Ελλάδα). Το στυλ αλλάζει οι Γερμανοί είναι πιο ωμοί (από τους προηγούμενους), δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στον υποτελή, εννοούν να τον οδηγήσουν στον πλήρη εξανδραποδισμό. Μέσο, για την σφυρηλάτηση των σχέσεων εξάρτησης, είναι το χρέος, στο οποίο εντέχνως μας οδήγησαν (και εμείς ανοήτως ακολουθήσαμε) ώστε να μας εξαρτήσουν πλήρως (βλ. σχετικά Μ. Λαζαράτο «Η δημιουργία του χρεωμένου ανθρώπου»).
Σκοπός δεν είναι η είσπραξη των οφειλομένων, ξέρουν δεν θα τα πάρουν ποτέ, θα τα πληρώσουν οι ευρωπαϊκοί λαοί, στους εθνικούς προϋπολογισμούς των οποίων είναι εγγεγραμμένο το χρέος, σκοπός τους είναι να αποκτήσουν ό,τι έχει αξία από τις υποδομές και να καταστήσουν και να διατηρήσουν τους Έλληνες ή όποιους άλλους φέρουν εδώ (στον χώρο πλέον και όχι χώρα) σαν φτηνό εργατικό δυναμικό, απόλυτα εξαρτημένους. Κανείς δεν θα τους εμποδίσει. Οι Αμερικανοί έχουν κάνει την εκχώρηση, οι Ρώσοι έχουν μεγάλες συμφωνίες με τους Γερμανούς (παρά τις τριβές) και προφανώς δεν θα τις θέσουν σε κίνδυνο, εκτός αν κάτι συγκλονιστικό μεσολαβήσει. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Πως αντιστέκεσαι, η ελευθερία έχει ακριβό τίμημα.
Πρώτα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την κατάσταση, ακριβώς όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Δεύτερο να πεισθεί ο λαός ότι μπροστά του προδιαγράφεται μια αθλιότητα για την αντιμετώπιση της οποίας αξίζει κάθε τίμημα και κόστος. Δεν βοηθάει να κατηγορούμε όσους μας λένε την αλήθεια σαν ηττοπαθείς (γιατί δεν είναι) συμπεριφερόμαστε σαν αυτούς που σκότωναν τους αγγελιαφόρους όταν έφερναν δυσάρεστα νέα. Ο λαός, επαναλαμβάνω, πρέπει να πειστεί, πρώτα για τον πραγματικό και όχι τον φανταστικό κίνδυνο, δεύτερον για την σοβαρότητα αυτών που τον καλούν να αγωνιστεί και για την ύπαρξη του δρόμου (έστω και κακοτράχαλου) που του υποδεικνύουν, κυρίως να πεισθεί για την μοναδικότητα του δρόμου.
Θεωρείτε, άραγε, πολύ δύσκολο να υποκινηθούν στην Ελλάδα συνθήκες εμφυλίου πολέμου, όπως π.χ. στην Συρία; Θεωρείτε, άραγε, πολύ δύσκολο να συνδυαστούν με καταστάσεις εξωτερικής απειλής;
Τα περιστατικά που ανέφερα, στην αρχή του κειμένου, αυτό δείχνουν. Μόνη εγγύηση για την αποτροπή όλων αυτών ένας λαός πλήρως ενημερωμένος, για το τι του μέλλεται και σε τι αγώνες και ποιες θυσίες είναι αναγκαίο να υποβληθεί για την αντιμετώπιση των επερχόμενων (αυτά που ζούμε σήμερα δεν είναι τίποτα) δεινών. Μόνο ένας τέτοιος λαός ενωμένος κάτω από μία εμπνευσμένη ηγεσία που δεν ωραιοποιεί καταστάσεις και δεν υποβαθμίζει δυσκολίες, θα είναι η μεγάλη ασπίδα για όσα μας ετοιμάζουν. Δεν μιλώ με κομματικές παρωπίδες, δεν με ενδιαφέρει μια άγονη κομματική αντιπαράθεση, τολμώ να πω ότι αυτό που με συνέχει είναι μία μεγάλη αγωνία για το μέλλον αυτού του τόπου.
Από το 1920 είναι μόλις εκατό χρόνια και η ιστορία επαναλαμβάνεται όχι μόνο ως φάρσα αλλά και ως τραγωδία, φοβούμαι ότι και το 1922 είναι το ίδιο κοντά. Δεν κινδυνεύουν οι μισθοί, οι συντάξεις, τα μικροσυμφέροντα, κινδυνεύουμε με εθνικό αφανισμό, ας το καταλάβουμε όσο είναι καιρός (θέλω να ελπίζω ότι είναι ακόμα) το οφείλουμε στα παιδιά μας.
Δημήτρης Ζεβόλης
Δικηγόρος
«The New Daily Mail»
TheNewDailyMail
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ