2012-06-20 18:10:36
Με την παράταση που θα πάρει η Ελλάδα ως προς τις υποχρεώσεις της να εφαρμόσει το Μνημόνιο-2, μπορεί να επανεκκινήσει την οικονομία -αλλά χρειάζονται γενναίες αντιγραφειοκρατικές και μεταρρυθμιστικές αποφάσεις.
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος: «Η παρούσα μεταπρατική και παρασιτική ελληνική οικονομία με το χαμηλότερο βαθμό εξωστρέφειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι πλέον βιώσιμη. Ένας ολόκληρος πληθυσμός δεν μπορεί να ζει και να πλουτίζει από τις κρατικές προσόδους».
"Τα αστεία και οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες τελείωσαν. Η Ευρώπη θα κάνει μία ακόμη προσπάθεια να βοηθήσει την Ελλάδα και πρέπει να θεωρείται βέβαιη η διετής παράταση των μνημονιακών υποχρεώσεών της. Όμως, αν δεν γίνουν γρήγορες και βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία, η οποιαδήποτε ανοχή θα πάρει τέλος.
Η αλληλεγγύη έχει και αυτή τα όριά της. Υπάρχουν και άλλοι λαοί στον κόσμο που περιμένουν βοήθεια...". Αυτά μάς είπε κορυφαία ευρωπαϊκή προσωπικότητα, η οποία παίζει βαρύνοντα ρόλο τόσο στο Eurogroup όσο και στις ζωτικές λήψεις ευρωπαϊκών αποφάσεων.
Κατά τη γνώμη μας, τα λόγια αυτά έχουν τεράστιο ειδικό βάρος. Διότι τα ελληνικά διαρθρωτικά προβλήματα είναι και ευρωπαϊκά -και αν η Ένωση θέλει να προχωρήσει στην τόσο επιθυμητή και απαραίτητη οικονομική διακυβέρνηση, αυτή της η προσπάθεια απαιτεί και διαρθρωτικές συγκλίσεις πέρα από τις αντίστοιχες δημοσιονομικές.
Αυτό είναι πλέον το μεγάλο διακύβευμα για τη χώρα στο οποίο πρέπει να δοθούν φερέγγυες απαντήσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, το έργο που έχει να φέρει εις πέρας η νέα κυβέρνηση είναι ηράκλειο και πάρα πολλοί είναι αυτοί που θα περιμένουν να διαπιστώσουν κατά πόσον θα είναι και πραγματικό. Διότι εν μέρει από την πορεία του θα εξαρτάται και η πορεία της ευρωζώνης σε μία ιδιαιτέρως ταραγμένη παγκόσμια οικονομία, που και αυτή αντιμετωπίζει σοβαρά θέματα διακυβέρνησης.
Στο επίπεδο αυτό, όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι είναι λάθος το ελληνικό πρόβλημα του υπέρογκου δημοσίου χρέους να ταυτίζεται με αντίστοιχα προβλήματα των άλλων χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα είναι βαθύτατα διαρθρωτικό, από την μία πλευρά, και πολιτιστικό, από την άλλη.
Εδώ και πολλά χρόνια, η χώρα μας έχει ένα τετραπλό έλλειμμα: προϋπολογισμού, εμπορικού ισοζυγίου, ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και ανταγωνιστικότητος. Εάν, λοιπόν, στις σημερινές συνθήκες της διεθνούς οικονομικής πραγματικότητας, τα μεγέθη αυτά δεν διορθωθούν, η χώρα θα βρεθεί στο περιθώριο. Θα έχει αυτοαποκλεισθεί από το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι. Η παρούσα μεταπρατική και παρασιτική ελληνική οικονομία με τον χαμηλότερο βαθμό εξωστρέφειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι πλέον βιώσιμη. Ένας ολόκληρος πληθυσμός δεν μπορεί να ζει και να πλουτίζει από τις κρατικές προσόδους.
H κατάσταση δεν πάει άλλο
Την κατάσταση αυτή δεν ήταν ανάγκη να έλθει κάποια τρόικα για να αποφασίσουμε να την ανατρέψουμε. Δεν ήταν απαραίτητο το Μνημόνιο για να μάθουμε ότι ο κρατισμός χρεοκόπησε στην Ελλάδα. Η κατάσταση δεν πάει άλλο. Το Δημόσιο ελέγχει κάθε οικονομική δραστηριότητα, είναι υπερτροφικό και σπαταλά για τη συντήρησή του τεράστιους πόρους σε σχέση με τη δυνατότητα είσπραξης υγιών φορολογικών εσόδων. Ο δε ιδιωτικός παραγωγικός τομέας διαπαιδαγωγήθηκε να είναι προσαρμοσμένος και προσκολλημένος στο κράτος. Από τη συναλλαγή του με αυτό προέρχεται μεγάλο μέρος των εσόδων του.
Τις επιχειρήσεις που προσπάθησαν να βαδίσουν το δικό τους μοναχικό δρόμο, το κράτος τις εκδικήθηκε με κάθε τρόπο. Τις εξόντωσε. Λίγες είναι σήμερα οι υγιείς παραγωγικές επιχειρήσεις που στέκονται αυτόνομα στην αγορά και ακόμη λιγότερες οι μεγάλες και εξωστρεφείς.
Ο πλούτος που παράγουν είναι λιγοστός σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας. Μοιραία, και τα φορολογικά έσοδα που μπορεί να αντλήσει από αυτές το κράτος είναι εξ ίσου λιγοστά. Σε αντιστάθμισμα, αντί να επιχειρηθεί προσαρμογή των δαπανών στο χαμηλό επίπεδο των εισροών, οι κυβερνήσεις επέλεξαν διαχρονικά να αυξάνουν με κάθε τρόπο τα έσοδα, μην επιθυμώντας να μειώσουν δαπάνες και να δυσαρεστήσουν κανέναν αποδέκτη κρατικής προσόδου. Στην προσπάθειά τους αυτή επιβαρύνουν την κοινωνία, με την επιβολή τεράστιας εκτάσεως έμμεσων φόρων, ενώ καλύπτουν σήμερα την τελική υστέρηση χάρη στη δανειακή σύμβαση που υπογράψαμε με τους εταίρους μας.
Κατανάλωση άνευ παραγωγής
Δυστυχώς, οι εξορκιστές της υφέσεως, αντί να καταλάβουν ότι η υπερχρέωση της χώρας οφείλεται στην άνευ παραγωγής υπερκατανάλωσή της, μάς προτείνουν ως αναπτυξιακό μέσο την επεκτατική πολιτική δημιουργίας προσόδων από το ήδη χρεοκοπημένο κράτος. Δηλαδή, θέλουν η ανάπτυξη να στηριχθεί εκ νέου στην κατανάλωση, τη στιγμή που η χώρα έχει τεράστιο πρόβλημα παραγωγής και δημοσίου χρέους. Δεν καταλαβαίνουν ότι η προσοδοθηρία δημιουργεί παρασιτισμό, ο οποίος, με τη σειρά του, γίνεται και η ουσιαστική αιτία καταρρεύσεως της οικονομίας.
Τα τελευταία χρόνια, οι γνωστές κυβερνήσεις του δικομματισμού δεν έκαναν τίποτε περισσότερο από το να εξυπηρετούν την προσοδοθηρία. Έτσι, αποσυνέδεσαν, στον δημόσιο τομέα κατά κύριο λόγο, την αμοιβή από την εργασία. Ακόμα χειρότερα, στο όνομα μιας δήθεν "προοδευτικότητος" μετέτρεψαν την εργασία σε "κοινωνικό δικαίωμα", σε ένα είδος προνοιακής υποστηρίξεως που δικαιούνται οι πάντες.
Αυτός ο "προοδευτικός" κοινωνικός πατερναλισμός κατέστρεψε κάθε διάθεση για αυτοδημιουργία και επιχειρείν και αφαίρεσε από πολλούς νέους ανθρώπους την αίσθηση της αυτοολοκληρώσεως. Την ίδια στιγμή, το κράτος δανειζόταν για να μοιράζει εισοδήματα, κυρίως στις συντεχνίες και τους κομματικούς στρατούς -ασχέτως αν τα χρήματα δεν κατευθύνονταν σε παραγωγικούς σκοπούς, ασχέτως αν δημιουργούσαν ή όχι κάποιο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, ασχέτως αν υποθήκευαν τη χώρα και τις επόμενες γενεές, προκειμένου να συντηρήσουν ένα επίπεδο τεχνητά ωθούμενης υψηλής καταναλώσεως, ένα επίπλαστο αίσθημα πλασματικής ευημερίας.
Παρόμοια πολιτική στη σημερινή φάση της οικονομίας, αλλά και της ευρωζώνης γενικότερα, είναι αδιανόητη. Στην παρούσα συγκυρία, μία τέτοια αναπτυξιακή πολιτική δεν είναι ούτε διατηρήσιμη, ούτε εφικτή. Ακόμα και αν η κυβέρνηση εξασφάλιζε πόρους για να την εφαρμόσει, το μόνο που θα κατάφερνε είναι να μεγαλώσει έτι περαιτέρω τα ελλείμματα και το χρέος χωρίς να βοηθήσει έστω κατ' ελάχιστον την ελληνική οικονομία, αφού περί το 80% των προϊόντων που καταναλώνουμε έχουν αλλοδαπή προέλευση. Αντιθέτως, παρόμοια πολιτική θα μεγάλωνε κι άλλο την ψαλίδα των τετραπλών ελλειμμάτων, χωρίς να προσθέσει το παραμικρό στον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Ανάπτυξη μέσω επενδύσεων
Ένας, συνεπώς, είναι ο δρόμος για την κυβέρνηση. Αυτός της αναπτύξεως μέσω επενδύσεων που στόχο θα έχουν να ενισχύσουν και να μετασχηματίσουν την παραγωγική βάση της οικονομίας μας.
Βέβαια, η ανάπτυξη δεν είναι μία μηχανιστική διαδικασία που υλοποιείται άνευ προϋποθέσεων, με πομπώδεις εξαγγελίες και υπουργικά διατάγματα. Για να υπάρξει ανάπτυξη χρειάζεται σχέδιο, βούληση, κίνητρα (όχι επιδοτήσεις). Χρειάζεται τόνωση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών (και όχι της καταναλώσεως), αυτή δε με τη σειρά της απαιτεί κεφάλαια, επενδύσεις, δημιουργία θέσεων εργασίας. Τότε θα παραχθεί πλούτος κατά τρόπον υγιή.
Για να εισρεύσουν, όμως, και να επενδυθούν κεφάλαια, πρέπει ως χώρα να καταστούμε ελκυστικός προορισμός υποδοχής επενδύσεων. Απαιτείται σταθερό και φιλικό φορολογικό περιβάλλον, προσιτό κόστος εργασίας, απουσία γραφειοκρατικών επιβαρύνσεων. Απαιτείται, όμως, και υψηλό επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, το οποίο μόνον ένα ποιοτικώς αναβαθμισμένο εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να προσφέρει.
Τέλος, ύστερα από τριάντα και πλέον χρόνια συμμετοχής μας στη μεγάλη και ισχυρή ευρωπαϊκή οικογένεια, καλόν θα ήταν να μάθουμε ότι εξ αυτού του λόγου, πέρα από το τεντωμένο χέρι αυτού που ζητά, έχουμε και κάποιες υποχρεώσεις. Υποχρεώσεις που πάντα θέλαμε να παρακάμπτουμε, πλην όμως σήμερα ο κόμπος έφθασε στο χτένι. Πέρα, λοιπόν, από την δραματική εξίσωση της τετραπλής οικονομικής της αδυναμίας, η Ελλάδα θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει στον 21ο αιώνα να ακολουθήσει την προσωκρατική της φιλοσοφική παράδοση και να εγκαταλείψει τους οθωμανογενείς μύθους της προς όφελος ενός ευρωπαϊκού ορθού λόγου.
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ
InfoGnomon
Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος: «Η παρούσα μεταπρατική και παρασιτική ελληνική οικονομία με το χαμηλότερο βαθμό εξωστρέφειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι πλέον βιώσιμη. Ένας ολόκληρος πληθυσμός δεν μπορεί να ζει και να πλουτίζει από τις κρατικές προσόδους».
"Τα αστεία και οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες τελείωσαν. Η Ευρώπη θα κάνει μία ακόμη προσπάθεια να βοηθήσει την Ελλάδα και πρέπει να θεωρείται βέβαιη η διετής παράταση των μνημονιακών υποχρεώσεών της. Όμως, αν δεν γίνουν γρήγορες και βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία, η οποιαδήποτε ανοχή θα πάρει τέλος.
Η αλληλεγγύη έχει και αυτή τα όριά της. Υπάρχουν και άλλοι λαοί στον κόσμο που περιμένουν βοήθεια...". Αυτά μάς είπε κορυφαία ευρωπαϊκή προσωπικότητα, η οποία παίζει βαρύνοντα ρόλο τόσο στο Eurogroup όσο και στις ζωτικές λήψεις ευρωπαϊκών αποφάσεων.
Κατά τη γνώμη μας, τα λόγια αυτά έχουν τεράστιο ειδικό βάρος. Διότι τα ελληνικά διαρθρωτικά προβλήματα είναι και ευρωπαϊκά -και αν η Ένωση θέλει να προχωρήσει στην τόσο επιθυμητή και απαραίτητη οικονομική διακυβέρνηση, αυτή της η προσπάθεια απαιτεί και διαρθρωτικές συγκλίσεις πέρα από τις αντίστοιχες δημοσιονομικές.
Αυτό είναι πλέον το μεγάλο διακύβευμα για τη χώρα στο οποίο πρέπει να δοθούν φερέγγυες απαντήσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, το έργο που έχει να φέρει εις πέρας η νέα κυβέρνηση είναι ηράκλειο και πάρα πολλοί είναι αυτοί που θα περιμένουν να διαπιστώσουν κατά πόσον θα είναι και πραγματικό. Διότι εν μέρει από την πορεία του θα εξαρτάται και η πορεία της ευρωζώνης σε μία ιδιαιτέρως ταραγμένη παγκόσμια οικονομία, που και αυτή αντιμετωπίζει σοβαρά θέματα διακυβέρνησης.
Στο επίπεδο αυτό, όμως, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι είναι λάθος το ελληνικό πρόβλημα του υπέρογκου δημοσίου χρέους να ταυτίζεται με αντίστοιχα προβλήματα των άλλων χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Το ελληνικό οικονομικό πρόβλημα είναι βαθύτατα διαρθρωτικό, από την μία πλευρά, και πολιτιστικό, από την άλλη.
Εδώ και πολλά χρόνια, η χώρα μας έχει ένα τετραπλό έλλειμμα: προϋπολογισμού, εμπορικού ισοζυγίου, ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και ανταγωνιστικότητος. Εάν, λοιπόν, στις σημερινές συνθήκες της διεθνούς οικονομικής πραγματικότητας, τα μεγέθη αυτά δεν διορθωθούν, η χώρα θα βρεθεί στο περιθώριο. Θα έχει αυτοαποκλεισθεί από το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι. Η παρούσα μεταπρατική και παρασιτική ελληνική οικονομία με τον χαμηλότερο βαθμό εξωστρέφειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι πλέον βιώσιμη. Ένας ολόκληρος πληθυσμός δεν μπορεί να ζει και να πλουτίζει από τις κρατικές προσόδους.
H κατάσταση δεν πάει άλλο
Την κατάσταση αυτή δεν ήταν ανάγκη να έλθει κάποια τρόικα για να αποφασίσουμε να την ανατρέψουμε. Δεν ήταν απαραίτητο το Μνημόνιο για να μάθουμε ότι ο κρατισμός χρεοκόπησε στην Ελλάδα. Η κατάσταση δεν πάει άλλο. Το Δημόσιο ελέγχει κάθε οικονομική δραστηριότητα, είναι υπερτροφικό και σπαταλά για τη συντήρησή του τεράστιους πόρους σε σχέση με τη δυνατότητα είσπραξης υγιών φορολογικών εσόδων. Ο δε ιδιωτικός παραγωγικός τομέας διαπαιδαγωγήθηκε να είναι προσαρμοσμένος και προσκολλημένος στο κράτος. Από τη συναλλαγή του με αυτό προέρχεται μεγάλο μέρος των εσόδων του.
Τις επιχειρήσεις που προσπάθησαν να βαδίσουν το δικό τους μοναχικό δρόμο, το κράτος τις εκδικήθηκε με κάθε τρόπο. Τις εξόντωσε. Λίγες είναι σήμερα οι υγιείς παραγωγικές επιχειρήσεις που στέκονται αυτόνομα στην αγορά και ακόμη λιγότερες οι μεγάλες και εξωστρεφείς.
Ο πλούτος που παράγουν είναι λιγοστός σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας. Μοιραία, και τα φορολογικά έσοδα που μπορεί να αντλήσει από αυτές το κράτος είναι εξ ίσου λιγοστά. Σε αντιστάθμισμα, αντί να επιχειρηθεί προσαρμογή των δαπανών στο χαμηλό επίπεδο των εισροών, οι κυβερνήσεις επέλεξαν διαχρονικά να αυξάνουν με κάθε τρόπο τα έσοδα, μην επιθυμώντας να μειώσουν δαπάνες και να δυσαρεστήσουν κανέναν αποδέκτη κρατικής προσόδου. Στην προσπάθειά τους αυτή επιβαρύνουν την κοινωνία, με την επιβολή τεράστιας εκτάσεως έμμεσων φόρων, ενώ καλύπτουν σήμερα την τελική υστέρηση χάρη στη δανειακή σύμβαση που υπογράψαμε με τους εταίρους μας.
Κατανάλωση άνευ παραγωγής
Δυστυχώς, οι εξορκιστές της υφέσεως, αντί να καταλάβουν ότι η υπερχρέωση της χώρας οφείλεται στην άνευ παραγωγής υπερκατανάλωσή της, μάς προτείνουν ως αναπτυξιακό μέσο την επεκτατική πολιτική δημιουργίας προσόδων από το ήδη χρεοκοπημένο κράτος. Δηλαδή, θέλουν η ανάπτυξη να στηριχθεί εκ νέου στην κατανάλωση, τη στιγμή που η χώρα έχει τεράστιο πρόβλημα παραγωγής και δημοσίου χρέους. Δεν καταλαβαίνουν ότι η προσοδοθηρία δημιουργεί παρασιτισμό, ο οποίος, με τη σειρά του, γίνεται και η ουσιαστική αιτία καταρρεύσεως της οικονομίας.
Τα τελευταία χρόνια, οι γνωστές κυβερνήσεις του δικομματισμού δεν έκαναν τίποτε περισσότερο από το να εξυπηρετούν την προσοδοθηρία. Έτσι, αποσυνέδεσαν, στον δημόσιο τομέα κατά κύριο λόγο, την αμοιβή από την εργασία. Ακόμα χειρότερα, στο όνομα μιας δήθεν "προοδευτικότητος" μετέτρεψαν την εργασία σε "κοινωνικό δικαίωμα", σε ένα είδος προνοιακής υποστηρίξεως που δικαιούνται οι πάντες.
Αυτός ο "προοδευτικός" κοινωνικός πατερναλισμός κατέστρεψε κάθε διάθεση για αυτοδημιουργία και επιχειρείν και αφαίρεσε από πολλούς νέους ανθρώπους την αίσθηση της αυτοολοκληρώσεως. Την ίδια στιγμή, το κράτος δανειζόταν για να μοιράζει εισοδήματα, κυρίως στις συντεχνίες και τους κομματικούς στρατούς -ασχέτως αν τα χρήματα δεν κατευθύνονταν σε παραγωγικούς σκοπούς, ασχέτως αν δημιουργούσαν ή όχι κάποιο πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, ασχέτως αν υποθήκευαν τη χώρα και τις επόμενες γενεές, προκειμένου να συντηρήσουν ένα επίπεδο τεχνητά ωθούμενης υψηλής καταναλώσεως, ένα επίπλαστο αίσθημα πλασματικής ευημερίας.
Παρόμοια πολιτική στη σημερινή φάση της οικονομίας, αλλά και της ευρωζώνης γενικότερα, είναι αδιανόητη. Στην παρούσα συγκυρία, μία τέτοια αναπτυξιακή πολιτική δεν είναι ούτε διατηρήσιμη, ούτε εφικτή. Ακόμα και αν η κυβέρνηση εξασφάλιζε πόρους για να την εφαρμόσει, το μόνο που θα κατάφερνε είναι να μεγαλώσει έτι περαιτέρω τα ελλείμματα και το χρέος χωρίς να βοηθήσει έστω κατ' ελάχιστον την ελληνική οικονομία, αφού περί το 80% των προϊόντων που καταναλώνουμε έχουν αλλοδαπή προέλευση. Αντιθέτως, παρόμοια πολιτική θα μεγάλωνε κι άλλο την ψαλίδα των τετραπλών ελλειμμάτων, χωρίς να προσθέσει το παραμικρό στον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Ανάπτυξη μέσω επενδύσεων
Ένας, συνεπώς, είναι ο δρόμος για την κυβέρνηση. Αυτός της αναπτύξεως μέσω επενδύσεων που στόχο θα έχουν να ενισχύσουν και να μετασχηματίσουν την παραγωγική βάση της οικονομίας μας.
Βέβαια, η ανάπτυξη δεν είναι μία μηχανιστική διαδικασία που υλοποιείται άνευ προϋποθέσεων, με πομπώδεις εξαγγελίες και υπουργικά διατάγματα. Για να υπάρξει ανάπτυξη χρειάζεται σχέδιο, βούληση, κίνητρα (όχι επιδοτήσεις). Χρειάζεται τόνωση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών (και όχι της καταναλώσεως), αυτή δε με τη σειρά της απαιτεί κεφάλαια, επενδύσεις, δημιουργία θέσεων εργασίας. Τότε θα παραχθεί πλούτος κατά τρόπον υγιή.
Για να εισρεύσουν, όμως, και να επενδυθούν κεφάλαια, πρέπει ως χώρα να καταστούμε ελκυστικός προορισμός υποδοχής επενδύσεων. Απαιτείται σταθερό και φιλικό φορολογικό περιβάλλον, προσιτό κόστος εργασίας, απουσία γραφειοκρατικών επιβαρύνσεων. Απαιτείται, όμως, και υψηλό επίπεδο ανθρώπινου δυναμικού, το οποίο μόνον ένα ποιοτικώς αναβαθμισμένο εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί να προσφέρει.
Τέλος, ύστερα από τριάντα και πλέον χρόνια συμμετοχής μας στη μεγάλη και ισχυρή ευρωπαϊκή οικογένεια, καλόν θα ήταν να μάθουμε ότι εξ αυτού του λόγου, πέρα από το τεντωμένο χέρι αυτού που ζητά, έχουμε και κάποιες υποχρεώσεις. Υποχρεώσεις που πάντα θέλαμε να παρακάμπτουμε, πλην όμως σήμερα ο κόμπος έφθασε στο χτένι. Πέρα, λοιπόν, από την δραματική εξίσωση της τετραπλής οικονομικής της αδυναμίας, η Ελλάδα θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει στον 21ο αιώνα να ακολουθήσει την προσωκρατική της φιλοσοφική παράδοση και να εγκαταλείψει τους οθωμανογενείς μύθους της προς όφελος ενός ευρωπαϊκού ορθού λόγου.
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ
InfoGnomon
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Αριστερό ... "τοπίο στην ομίχλη"
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ