2020-03-25 15:06:51
Η διαδρομή του επίμονου σχεδιαστή και οι στιγμές που σημάδεψαν τη ζωή του από μια γειτονιά της Νέας Ιωνίας μέχρι την Αμερική, τη φιλία με τον Keith Richards και την αγαπημένη του Μύκονο
Την πρώτη φορά που τον συνάντησα δεν χρειάστηκαν παρά λίγα λεπτά για να γοητευθώ από έναν άνθρωπο κοντά στα 80 του χρόνια, που είχε τη ζωντάνια ενός εφήβου.
Ο Minas όπως ήταν γνωστός σε όλους -κατά κόσμον Μηνάς Σπυρίδης- έφυγε σήμερα το πρωί, όπως δύουν τα αστέρια που τόσο αγαπούσε να βλέπει τα βράδια του καλοκαιριού στο νησί των ανέμων.
Εκεί όπου σε ένα σπίτι απέναντι και ψηλά από τη Φτελιά, ο Minas σηκωνόταν τα πρωινά του καλοκαιριού για να πάει με έναν καφέ στη δική του γωνιά.
Ένα γραφείο-σχεδιαστήριο μπροστά από ένα παράθυρο με θέα την αγαπημένη του παραλία, αυτήν που οι αέρηδες την ανταριάζουν πολύ συχνά κάνοντας τα κύματα να χορεύουν.
Εκεί του άρεσε να κάθεται και να εμπνέεται αυτός ο γητευτής του μετάλλου που όπως λέει ο φίλος του Keith Richards δημιουργεί μουσική με τα σχήματα.
Δεν είναι ο μόνος που λάτρεψε τις λιτές και απέριττες δημιουργίες του, αυτές που θαρρείς ότι αγκαλιάζουν τον καρπό του χεριού σου ή το δάχτυλο αν πρόκειται για δαχτυλίδι.
Όμως ο Keith μαζί με τον Ron Wood είναι αναμφίβολα οι πιο διάσημοι πελάτες ενός πάλαι ποτέ παιδιού από την Νέα Ιωνία που κυνήγησε το όνειρο του χωρίς συμβιβασμούς.
Γι αυτό το όνειρο μιλούσε στο ντοκιμαντέρ «Pencil & Paper» το πρώτο μέρος του οποίου παρουσιάστηκε πριν από λίγο καιρό σε μια ειδική προβολή.
Το φιλμ διάρκειας τριάντα λεπτών σχεδίασε και υλοποίησε ο μεγάλος του γιος Αρίωνας, ο οποίος ήθελε να κάνει κάτι πολύ προσωπικό για τον πατέρα του. Το σκηνοθέτησε ένας φίλος του και σε αυτό ο Minas ξεδίπλωσε άγνωστες στο ευρύ κοινό ιστορίες από την διαδρομή του.
Εικόνες από την Αθήνα, τη Νέα Υόρκη διατρέχουν την οθόνη ενώ η φωνή του διηγείται το πώς άρχισαν όλα με ένα χαρτί και ένα μολύβι και πως από το εργαστήρι του Βουράκη και το πρώτο δικό του μαγαζί ως την Νέα Υόρκη, όπου οι δημιουργίες του άρχισαν να συζητιούνται, έφτασε μέχρι τον οίκο George Jensen, σε ένα μεγάλο όσο και όμορφο ταξίδι.
Ήταν ο πρώτος μη Σκανδιναβός σχεδιαστής που δημιούργησε για τον Jensen, υπογράφοντας όμως τα κομμάτια του με το κλασσικό πλέον Minas, που υπάρχει πλέον χαραγμένο σε κάθε δημιουργία του.
Αυτές που τον έχρισαν έναν εκπληκτικό δημιουργό, ο οποίος είδε να φοράνε τα κοσμήματα του τα 2\4 των οι Rolling Stones, ο Lou Reed, ο Nobu Matsuhisa, ο Tonino Carotone και έτερο διάσημοι που γοητεύθηκαν από την ιδιαίτερη αισθητική του.
Όταν κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του Keith Richards, ο δικός μας Minas είχε κάθε λόγο να χαμογελάει, αφού στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, o κιθαρίστας των Rolling Stones ποζάρει χαμογελαστός φορώντας στο δεξί του χέρι, το ρολόι του διάσημου Έλληνα σχεδιαστή.
Πρόκειται για ένα από τα χίλια που κατασκευάστηκαν σε όλο τον κόσμο, και διαθέτει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι αυτού που το φοράει, δημιούργημα ενός ανθρώπου, που εξακολουθούσε να δουλεύει, λίγο πριν κλείσει τα ογδόντα δύο του χρόνια.
Ο Minas είχε μιλήσει για το συγκεκριμένο ρολόι στο ντοκιμαντέρ και εξήγησε πως όλα -τουλάχιστον γι' αυτόν- ξεκινούν από μια κόλα λευκό χαρτί και ένα μολύβι.
Χορεύοντας με τα σχέδια
Μέχρι πριν λίγους μήνες αν τον έβλεπες δυσκολευόσουν να πιστέψεις ότι αυτός ο άνθρωπος έχει περάσει τα ογδόντα δύο, βλέποντας τον να κινείται στον χώρο με μια άνεση που παραπέμπει σε έναν νεότερο άνθρωπο.
Πέρυσι «εισέβαλε» σαν αειθαλής ρόκερ στο Μουσείο Μπενάκη με μια εντυπωσιακή έκθεση του φωτογράφου Κώστα Κουτάγιαρ, ο οποίος βυθίστηκε με τους φακούς του στον κόσμο του Minas.
Προσωπικότητες από διάφορους χώρους, τόπους και ηλικίες οι οποίες φοράνε όλες δημιουργίες του Έλληνα σχεδιαστή, πέρασαν σε δεύτερο πλάνο, αφήνοντας τα κοσμήματα να μιλήσουν σε ασπρόμαυρα κλικ.
Η συγκεκριμένη έκθεση που είχε τον τίτλο «Clarity of Shapes» μετά το Μουσείο Μπενάκη, παρουσιάστηκε και στο Παρίσι με μεγάλη επιτυχία, ως φόρος τιμής σε έναν πολύ ιδιαίτερο άνθρωπο που δεν απευθυνόταν ποτέ στους πολλούς με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Απευθυνόταν στους πολλούς διορατικούς που μπορούσαν να εκτιμήσουν τα μινιμαλιστικά σχέδια του, αυτά από τα οποία απουσίαζαν πάντα οι πέτρες και τα οποία έχουν αντιγραφεί από δεκάδες εταιρίες.
Ο άνθρωπος που άφησε πίσω του την Ελλάδα, κυνηγώντας το δικό του όνειρο στο εξωτερικό, πριν επιστρέψει για να σχεδιάσει κοσμήματα ή αντικείμενα που είναι objects of desire, ξεκίνησε από την Νέα Ιωνία, το προσφυγικό προάστιο όπου γεννήθηκε δυο τετράγωνα μακριά από το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη και της Μαρίας Φαραντούρη, μια γειτονιά καλλιτεχνών.
Έμελλε να γίνει και αυτός ένας διαφορετικός καλλιτέχνης, αφού από μικρό παιδί λάτρεψε το σχέδιο και μίσησε τα μαθηματικά, ενώ μόλις έκλεισε τα δεκαπέντε του χρόνια, άφησε το γυμνάσιο για να ασχοληθεί με το σχέδιο.
Αρχίζει από τα χαμηλά το 1952 σαν παιδί για όλες τις δουλειές στον οίκο «Βουράκη», επίσημο προμηθευτή τότε της βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας.
Είναι τόσο καλός και τόσο γρήγορος που του βγάζουν το παρατσούκλι «Σπίθας», ενώ ανυπομονεί να υπηρετήσει-όχι επειδή του άρεσε ο στρατός -αλλά για να τελειώνει και να αρχίσει να ψάχνεται.
Στους 27 μήνες της θητείας του στο ναυτικό, θα αποδειχτεί ο ιδανικός για να σχεδιάσει ολόκληρα τα συστήματα των πυροβόλων όπλων, από τους σωλήνες μέχρι τα υδραυλικά συστήματα.
«Τυχαία έγινε. Ήταν μια δουλειά που έπρεπε να την κάνουν δύο υπαξιωματικοί, αλλά δεν τα κατάφερναν καθόλου καλά με τα σχέδια και όταν ο διοικητής μου είδε τι μπορώ να κάνω, δεν ασχολήθηκα με τίποτε άλλο μέχρι να απολυθώ» λέει κάποια στιγμή στο ντοκιμαντέρ.
Τα ξαναείδε δεκαετίες μετά σε μια έκθεση που έκανε προς τιμήν του η Zoumboulakis Gallery, αφού ο παλιός του διοικητής, φρόντισε να εκτεθούν και οι τέσσερις τόμοι με την δουλειά του.
Η πορεία μετά τον στρατό δεν είναι εύκολη, ο ανήσυχος νεαρός ψάχνεται, ταξιδεύει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, βλέπει τις τάσεις και ανακαλύπτει συνεχώς καινούρια πράγματα περνώντας από την Γαλλία, την Ιταλία και την Ελβετία μεταξύ άλλων.
Η επιστροφή στην Ελλάδα, θα φέρει στην δεκαετία του 60, τα πρώτα εργαστήρια. Φτιάχνει ένα μαζί με άλλους δύο κάπου στην Πλάκα, στο οποίο δεν θα πάει ποτέ μετά από μια διαφωνία με τους εν δυνάμει «συνεταίρους». Όταν επιτέλους θα καταφέρει να ανοίξει το δικό του, σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας τα πάντα ο ίδιος, πηγαίνει με χαρά να το ανοίξει ένα πρωί του Απρίλη, το 1967.
«Οδηγούσα την βέσπα, όταν έπεσα πάνω στα μπλόκα και στα τανκς. Είχε γίνει το πραξικόπημα, την ημέρα που είχα εγκαίνια! Τελικά μετά από λίγους μήνες αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα όπου δεν κινούνταν τίποτε στον χώρο και να πάω στην Αμερική».
Εκεί θα δουλέψει για έντεκα χρόνια, δημιουργώντας κοσμήματα από ασήμι και χρυσό με φόρμες λιτές, από τα οποία όμως απουσιάζουν εντελώς οι πέτρες.
Τα πρώτα μικρά άρθρα για τον επίμονο δημιουργό δημοσιεύονται και το όνομα Minas ακούγεται σε μια τεράστια αγορά, παρόλο που δεν υπογράφει ακόμη τα κομμάτια του.
«Στην Αμερική βρήκα έναν άλλο κόσμο. Εκεί όταν ρωτάς αν τους άρεσαν τα κοσμήματα που έφτιαξες, η απάντηση ήταν «Τι θα κάνεις τώρα; Πότε θα δούμε τα νέα σχέδια;».
Η επιστροφή του στην Αθήνα το 1980, τον βρίσκει σε μια από τις πιο δημιουργικές φάσεις της ζωής του. Σχεδιάζει μια limited edition συλλογή και αρχίζει να υπογράφει πλέον κάθε κομμάτι, κάτι που συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι σήμερα.
Είναι ο μόνος Έλληνας σχεδιαστής για τον οποίο ο οίκος George Jensen «έτρεξε» διαφημιστική καμπάνια στην βίβλο του lifestyle, το Vanity Fair, ενώ διαφημίσεις του υπήρχαν και στα λεωφορεία της Νέας Υόρκης.
Το περίφημο βραχιόλι με τις βίδες είναι ένα από τα πιο copy paste σχέδια του Μηνά, εδικά στην Ιταλία, όπου χαίρει μεγάλης εκτίμησης εδώ και δεκαετίες.
«Τα κοσμήματα μου πωλούνταν σε πενήντα δύο πόλεις της Ιταλίας και εκτός από το βραχιόλι αντέγραψαν κι άλλα, αλλά όπως μου επισήμανε κάποτε ο Richards «δεν μπορείς να πας την τέχνη στο δικαστήριο».
O Keith, η Μύκονος και ο Lou Reed
Ο κιθαρίστας των Rolling Stones μπήκε στην ζωή του μηνά ένα βράδυ Αυγούστου, ένα από αυτά τα βράδια που ενίοτε σου αλλάζουν την ζωή εκεί που δεν το περιμένεις, κάτω από το φεγγάρι της Μυκόνου.
«Αυτό το νησί έγινε το παγκόσμιο διαβατήριο για την δουλειά μου. Εκεί γνώρισα τον Keith, εκεί ξεκίνησε η συνεργασία με τον οίκο Georg Jensen-ήταν ο πρώτος μη Σκανδιναβός σχεδιαστής που υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας-και πολλά άλλα» μου είχε επισημαίνει χαμηλόφωνα, σαν να ντρεπόταν.
Είχε ήδη αρχίσει να ασχολείται με το βιομηχανικό σχέδιο από το 1983 και με την αρχιτεκτονική από το 1986, έχοντας στο μυαλό του την κατασκευή της δικής του κατοικίας στην Μύκονο.
Σχεδίασε και έφτιαξε τα πάντα μόνος του σε αυτή την εξαιρετικής αισθητικής κατοικία. Από την πόρτα της κυρίας εισόδου μέχρι τις καρέκλες, τα τραπέζια και τους πάγκους από μάρμαρο όλα έχουν την υπογραφή του, ενώ το ίδιο έκανε και στο κατάστημα με τις δημιουργίες του στην Χώρα του αγαπημένου του νησιού. Εκεί όπου έμελλε να συναντήσει το Νο2 των Stones έτσι ξαφνικά.
«Θυμάμαι ότι ήταν 15αύγουστος, λίγο πριν τα μεσάνυχτα και έλεγαν ότι εκείνο το βράδυ θα είχε βροχή αστεριών. Καθόμουν έξω από το σπίτι και κάπνιζα ένα τσιγάρο όταν είδα ένα αυτοκίνητο να ανεβαίνει τον δρόμο. Παραξενεύτηκα λίγο-η Μύκονος ήταν ακόμη σχετικά «παρθένα»-αλλά κατάλαβα ότι κατευθυνόταν στο σπίτι ενός ελληνοαμερικανού φίλου το οποίο είχα σχεδιάσει και κατασκευάσει εγώ».
Πράγματι το αυτοκίνητο σταματάει μπροστά από την συγκεκριμένη κατοικία, και κάποια άτομα κατεβαίνουν ενώ λίγα λεπτά αργότερα, ο Μηνάς βλέπει μπροστά του τον Μπάμπη Πασάογλου, ιδιοκτήτη του θρυλικού μπαρ «Astra» το οποίο διακόσμησε ο Minas.
Αυτός του λέει ότι έφερε τον Keith με την οικογένειά του προσθέτοντας ότι το σπίτι δεν έχει τίποτε μέσα σε ότι έχει να κάνει με τρόφιμα και νερό.
«Ξύπνησα την γυναίκα μου που είχε ξαπλώσει με τον γιο μας τον Αρίωνα, ετοίμασε μια πιατέλα με φρούτα, χυμούς και καφέ για να έχουν το πρωί και την πήγα εγώ στο σπίτι» μου εξηγεί.
Φτάνοντας στην είσοδο αντικρίζει έναν Richards σκυφτό, να προσπαθεί να ενώσει τα καλώδια ενός ηχοσυστήματος για να ακούσει μουσική.
Αφού γίνονται οι συστάσεις, οι δυο τους καταλήγουν στην κατοικία του Μηνά για ένα τσιγάρο με τον Keith να περπατάει ξυπόλητος στο μονοπάτι με τις πέτρες και τα αγκάθια.
Δεν τον νοιάζει καθόλου.
Ο διάσημος κιθαρίστας βλέπει το περίφημο ηλιακό ρολόι από πεντελικό μάρμαρο που έχει κατασκευάσει ο Έλληνας και ρωτάει να μάθει τι είναι και από τι υλικό έχει φτιαχτεί.
Ο Μηνάς του εξηγεί ότι ζυγίζει ενάμιση τόνο και ότι είναι από λευκό μάρμαρο Πεντέλης συμπληρώνοντας στα αγγλικά: «Είναι το ίδιο μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε και στα Ελγίνεια του Παρθενώνα».
Ο Keith μόλις το ακούει γονατίζει μπροστά στο ρολόι και αναφωνεί με δέος «Elgin marbles, Elgin marbles!!», σκηνή που όταν την έλεγε συγκινούνταν.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, ο κιθαρίστας αρχίζει να φοράει τα ιδιαίτερα κοσμήματα του Μηνά στα live των Rolling Stones και το ίδιο κάνει και ο Ron Wood, που λατρεύει τις λιτές φόρμες στα βραχιόλια και τα περιδέραια του σχεδιαστή.
Θα δώσουν και οι δύο το παρόν σε μια μεγάλη έκθεση προς τιμήν του στο Λονδίνο που ετοίμασε ο διάσημος οίκος Georg Jensen από την Δανία, με τον οποίο συνεργαζόταν για χρόνια ο Minas.
Κάποια στιγμή μάλιστα οι Δανοί του ζήτησαν να στείλει τα καλούπια και τις μήτρες όλων των αντικειμένων του στα κεντρικά της Δανίας. Λίγο πριν γίνει αυτό λάνσαραν σε 1000 κομμάτια για όλο τον κόσμο, το περίφημο ρολόι χειρός του Μηνά, το οποίο έχει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι!
Ένα κράτησε ο ίδιος και από ένα αγόρασαν τα δύο μέλη των Rolling Stones.
Ο Richards ήταν αυτός που απέτρεψε τον Έλληνα φίλο του, από το να δώσει τις μήτρες των έργων του στους Δανούς.
«Ήμουνα στο σπίτι του Keith στο Κονέκτικατ, όταν με ρώτησε πως πάει η δουλειά μου και του είπα ότι οι Δανοί ήθελαν να τους στείλω τα καλούπια μου στην Κοπεγχάγη. Γέλασε και αφού το είπε στην γυναίκα του δυνατά, γύρισε και μου είπε ότι δεν δίνουμε ποτέ τα master tapes σε κανέναν. Χρησιμοποίησε έναν μουσικό όρο, αλλά κατάλαβα. Όταν μετά από λίγες εβδομάδες ο οίκος Jensen μου έδωσε περιθώριο δύο εβδομάδων να αποφασίσω, δεν τους απάντησα ποτέ».
Γύρισε στην Αθήνα μεγαλούργησε και η φήμη του έφτασε ακόμη και στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, όπου τα κοσμήματα του λατρεύτηκαν, όπως ήταν αναμενόμενο.
Ο άνθρωπος που ρώτησε κάποτε τον Lou Reed τι του άρεσε πιο πολύ από αυτά που είχε σχεδιάσει και αυτός του απάντησε με δύο λέξεις «το επόμενο» πέταξε ψηλά στα αγαπημένα του αστέρια και ο καλύτερος αποχαιρετισμός δεν θα μπορούσε παρά να είναι οι λέξεις που έγραψε η οικογένεια του: «Το μεγάλο του ταξίδι ξεκινά με ένα λευκό χαρτί και ένα μολύβι. «Τα άστρα ανατέλλουν και δύουν στις ίδιες θέσεις. Τα «άστρα» του Μηνά τώρα λάμπουν ακόμη περισσότερο καθώς βρήκαν τη θέση για την οποία δημιουργήθηκαν: τον ουρανό. Εκεί ανήκουν πλέον και δε θα δύσουν ποτέ».
anatakti
Την πρώτη φορά που τον συνάντησα δεν χρειάστηκαν παρά λίγα λεπτά για να γοητευθώ από έναν άνθρωπο κοντά στα 80 του χρόνια, που είχε τη ζωντάνια ενός εφήβου.
Ο Minas όπως ήταν γνωστός σε όλους -κατά κόσμον Μηνάς Σπυρίδης- έφυγε σήμερα το πρωί, όπως δύουν τα αστέρια που τόσο αγαπούσε να βλέπει τα βράδια του καλοκαιριού στο νησί των ανέμων.
Εκεί όπου σε ένα σπίτι απέναντι και ψηλά από τη Φτελιά, ο Minas σηκωνόταν τα πρωινά του καλοκαιριού για να πάει με έναν καφέ στη δική του γωνιά.
Ένα γραφείο-σχεδιαστήριο μπροστά από ένα παράθυρο με θέα την αγαπημένη του παραλία, αυτήν που οι αέρηδες την ανταριάζουν πολύ συχνά κάνοντας τα κύματα να χορεύουν.
Εκεί του άρεσε να κάθεται και να εμπνέεται αυτός ο γητευτής του μετάλλου που όπως λέει ο φίλος του Keith Richards δημιουργεί μουσική με τα σχήματα.
Δεν είναι ο μόνος που λάτρεψε τις λιτές και απέριττες δημιουργίες του, αυτές που θαρρείς ότι αγκαλιάζουν τον καρπό του χεριού σου ή το δάχτυλο αν πρόκειται για δαχτυλίδι.
Όμως ο Keith μαζί με τον Ron Wood είναι αναμφίβολα οι πιο διάσημοι πελάτες ενός πάλαι ποτέ παιδιού από την Νέα Ιωνία που κυνήγησε το όνειρο του χωρίς συμβιβασμούς.
Γι αυτό το όνειρο μιλούσε στο ντοκιμαντέρ «Pencil & Paper» το πρώτο μέρος του οποίου παρουσιάστηκε πριν από λίγο καιρό σε μια ειδική προβολή.
Το φιλμ διάρκειας τριάντα λεπτών σχεδίασε και υλοποίησε ο μεγάλος του γιος Αρίωνας, ο οποίος ήθελε να κάνει κάτι πολύ προσωπικό για τον πατέρα του. Το σκηνοθέτησε ένας φίλος του και σε αυτό ο Minas ξεδίπλωσε άγνωστες στο ευρύ κοινό ιστορίες από την διαδρομή του.
Εικόνες από την Αθήνα, τη Νέα Υόρκη διατρέχουν την οθόνη ενώ η φωνή του διηγείται το πώς άρχισαν όλα με ένα χαρτί και ένα μολύβι και πως από το εργαστήρι του Βουράκη και το πρώτο δικό του μαγαζί ως την Νέα Υόρκη, όπου οι δημιουργίες του άρχισαν να συζητιούνται, έφτασε μέχρι τον οίκο George Jensen, σε ένα μεγάλο όσο και όμορφο ταξίδι.
Ήταν ο πρώτος μη Σκανδιναβός σχεδιαστής που δημιούργησε για τον Jensen, υπογράφοντας όμως τα κομμάτια του με το κλασσικό πλέον Minas, που υπάρχει πλέον χαραγμένο σε κάθε δημιουργία του.
Αυτές που τον έχρισαν έναν εκπληκτικό δημιουργό, ο οποίος είδε να φοράνε τα κοσμήματα του τα 2\4 των οι Rolling Stones, ο Lou Reed, ο Nobu Matsuhisa, ο Tonino Carotone και έτερο διάσημοι που γοητεύθηκαν από την ιδιαίτερη αισθητική του.
Όταν κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του Keith Richards, ο δικός μας Minas είχε κάθε λόγο να χαμογελάει, αφού στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, o κιθαρίστας των Rolling Stones ποζάρει χαμογελαστός φορώντας στο δεξί του χέρι, το ρολόι του διάσημου Έλληνα σχεδιαστή.
Πρόκειται για ένα από τα χίλια που κατασκευάστηκαν σε όλο τον κόσμο, και διαθέτει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι αυτού που το φοράει, δημιούργημα ενός ανθρώπου, που εξακολουθούσε να δουλεύει, λίγο πριν κλείσει τα ογδόντα δύο του χρόνια.
Ο Minas είχε μιλήσει για το συγκεκριμένο ρολόι στο ντοκιμαντέρ και εξήγησε πως όλα -τουλάχιστον γι' αυτόν- ξεκινούν από μια κόλα λευκό χαρτί και ένα μολύβι.
Χορεύοντας με τα σχέδια
Μέχρι πριν λίγους μήνες αν τον έβλεπες δυσκολευόσουν να πιστέψεις ότι αυτός ο άνθρωπος έχει περάσει τα ογδόντα δύο, βλέποντας τον να κινείται στον χώρο με μια άνεση που παραπέμπει σε έναν νεότερο άνθρωπο.
Πέρυσι «εισέβαλε» σαν αειθαλής ρόκερ στο Μουσείο Μπενάκη με μια εντυπωσιακή έκθεση του φωτογράφου Κώστα Κουτάγιαρ, ο οποίος βυθίστηκε με τους φακούς του στον κόσμο του Minas.
Προσωπικότητες από διάφορους χώρους, τόπους και ηλικίες οι οποίες φοράνε όλες δημιουργίες του Έλληνα σχεδιαστή, πέρασαν σε δεύτερο πλάνο, αφήνοντας τα κοσμήματα να μιλήσουν σε ασπρόμαυρα κλικ.
Η συγκεκριμένη έκθεση που είχε τον τίτλο «Clarity of Shapes» μετά το Μουσείο Μπενάκη, παρουσιάστηκε και στο Παρίσι με μεγάλη επιτυχία, ως φόρος τιμής σε έναν πολύ ιδιαίτερο άνθρωπο που δεν απευθυνόταν ποτέ στους πολλούς με την ευρύτερη έννοια του όρου.
Απευθυνόταν στους πολλούς διορατικούς που μπορούσαν να εκτιμήσουν τα μινιμαλιστικά σχέδια του, αυτά από τα οποία απουσίαζαν πάντα οι πέτρες και τα οποία έχουν αντιγραφεί από δεκάδες εταιρίες.
Ο άνθρωπος που άφησε πίσω του την Ελλάδα, κυνηγώντας το δικό του όνειρο στο εξωτερικό, πριν επιστρέψει για να σχεδιάσει κοσμήματα ή αντικείμενα που είναι objects of desire, ξεκίνησε από την Νέα Ιωνία, το προσφυγικό προάστιο όπου γεννήθηκε δυο τετράγωνα μακριά από το σπίτι του Στέλιου Καζαντζίδη και της Μαρίας Φαραντούρη, μια γειτονιά καλλιτεχνών.
Έμελλε να γίνει και αυτός ένας διαφορετικός καλλιτέχνης, αφού από μικρό παιδί λάτρεψε το σχέδιο και μίσησε τα μαθηματικά, ενώ μόλις έκλεισε τα δεκαπέντε του χρόνια, άφησε το γυμνάσιο για να ασχοληθεί με το σχέδιο.
Αρχίζει από τα χαμηλά το 1952 σαν παιδί για όλες τις δουλειές στον οίκο «Βουράκη», επίσημο προμηθευτή τότε της βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας.
Είναι τόσο καλός και τόσο γρήγορος που του βγάζουν το παρατσούκλι «Σπίθας», ενώ ανυπομονεί να υπηρετήσει-όχι επειδή του άρεσε ο στρατός -αλλά για να τελειώνει και να αρχίσει να ψάχνεται.
Στους 27 μήνες της θητείας του στο ναυτικό, θα αποδειχτεί ο ιδανικός για να σχεδιάσει ολόκληρα τα συστήματα των πυροβόλων όπλων, από τους σωλήνες μέχρι τα υδραυλικά συστήματα.
«Τυχαία έγινε. Ήταν μια δουλειά που έπρεπε να την κάνουν δύο υπαξιωματικοί, αλλά δεν τα κατάφερναν καθόλου καλά με τα σχέδια και όταν ο διοικητής μου είδε τι μπορώ να κάνω, δεν ασχολήθηκα με τίποτε άλλο μέχρι να απολυθώ» λέει κάποια στιγμή στο ντοκιμαντέρ.
Τα ξαναείδε δεκαετίες μετά σε μια έκθεση που έκανε προς τιμήν του η Zoumboulakis Gallery, αφού ο παλιός του διοικητής, φρόντισε να εκτεθούν και οι τέσσερις τόμοι με την δουλειά του.
Η πορεία μετά τον στρατό δεν είναι εύκολη, ο ανήσυχος νεαρός ψάχνεται, ταξιδεύει σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, βλέπει τις τάσεις και ανακαλύπτει συνεχώς καινούρια πράγματα περνώντας από την Γαλλία, την Ιταλία και την Ελβετία μεταξύ άλλων.
Η επιστροφή στην Ελλάδα, θα φέρει στην δεκαετία του 60, τα πρώτα εργαστήρια. Φτιάχνει ένα μαζί με άλλους δύο κάπου στην Πλάκα, στο οποίο δεν θα πάει ποτέ μετά από μια διαφωνία με τους εν δυνάμει «συνεταίρους». Όταν επιτέλους θα καταφέρει να ανοίξει το δικό του, σχεδιάζοντας και φτιάχνοντας τα πάντα ο ίδιος, πηγαίνει με χαρά να το ανοίξει ένα πρωί του Απρίλη, το 1967.
«Οδηγούσα την βέσπα, όταν έπεσα πάνω στα μπλόκα και στα τανκς. Είχε γίνει το πραξικόπημα, την ημέρα που είχα εγκαίνια! Τελικά μετά από λίγους μήνες αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα όπου δεν κινούνταν τίποτε στον χώρο και να πάω στην Αμερική».
Εκεί θα δουλέψει για έντεκα χρόνια, δημιουργώντας κοσμήματα από ασήμι και χρυσό με φόρμες λιτές, από τα οποία όμως απουσιάζουν εντελώς οι πέτρες.
Τα πρώτα μικρά άρθρα για τον επίμονο δημιουργό δημοσιεύονται και το όνομα Minas ακούγεται σε μια τεράστια αγορά, παρόλο που δεν υπογράφει ακόμη τα κομμάτια του.
«Στην Αμερική βρήκα έναν άλλο κόσμο. Εκεί όταν ρωτάς αν τους άρεσαν τα κοσμήματα που έφτιαξες, η απάντηση ήταν «Τι θα κάνεις τώρα; Πότε θα δούμε τα νέα σχέδια;».
Η επιστροφή του στην Αθήνα το 1980, τον βρίσκει σε μια από τις πιο δημιουργικές φάσεις της ζωής του. Σχεδιάζει μια limited edition συλλογή και αρχίζει να υπογράφει πλέον κάθε κομμάτι, κάτι που συνεχίζεται αδιάλειπτα μέχρι σήμερα.
Είναι ο μόνος Έλληνας σχεδιαστής για τον οποίο ο οίκος George Jensen «έτρεξε» διαφημιστική καμπάνια στην βίβλο του lifestyle, το Vanity Fair, ενώ διαφημίσεις του υπήρχαν και στα λεωφορεία της Νέας Υόρκης.
Το περίφημο βραχιόλι με τις βίδες είναι ένα από τα πιο copy paste σχέδια του Μηνά, εδικά στην Ιταλία, όπου χαίρει μεγάλης εκτίμησης εδώ και δεκαετίες.
«Τα κοσμήματα μου πωλούνταν σε πενήντα δύο πόλεις της Ιταλίας και εκτός από το βραχιόλι αντέγραψαν κι άλλα, αλλά όπως μου επισήμανε κάποτε ο Richards «δεν μπορείς να πας την τέχνη στο δικαστήριο».
O Keith, η Μύκονος και ο Lou Reed
Ο κιθαρίστας των Rolling Stones μπήκε στην ζωή του μηνά ένα βράδυ Αυγούστου, ένα από αυτά τα βράδια που ενίοτε σου αλλάζουν την ζωή εκεί που δεν το περιμένεις, κάτω από το φεγγάρι της Μυκόνου.
«Αυτό το νησί έγινε το παγκόσμιο διαβατήριο για την δουλειά μου. Εκεί γνώρισα τον Keith, εκεί ξεκίνησε η συνεργασία με τον οίκο Georg Jensen-ήταν ο πρώτος μη Σκανδιναβός σχεδιαστής που υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας-και πολλά άλλα» μου είχε επισημαίνει χαμηλόφωνα, σαν να ντρεπόταν.
Είχε ήδη αρχίσει να ασχολείται με το βιομηχανικό σχέδιο από το 1983 και με την αρχιτεκτονική από το 1986, έχοντας στο μυαλό του την κατασκευή της δικής του κατοικίας στην Μύκονο.
Σχεδίασε και έφτιαξε τα πάντα μόνος του σε αυτή την εξαιρετικής αισθητικής κατοικία. Από την πόρτα της κυρίας εισόδου μέχρι τις καρέκλες, τα τραπέζια και τους πάγκους από μάρμαρο όλα έχουν την υπογραφή του, ενώ το ίδιο έκανε και στο κατάστημα με τις δημιουργίες του στην Χώρα του αγαπημένου του νησιού. Εκεί όπου έμελλε να συναντήσει το Νο2 των Stones έτσι ξαφνικά.
«Θυμάμαι ότι ήταν 15αύγουστος, λίγο πριν τα μεσάνυχτα και έλεγαν ότι εκείνο το βράδυ θα είχε βροχή αστεριών. Καθόμουν έξω από το σπίτι και κάπνιζα ένα τσιγάρο όταν είδα ένα αυτοκίνητο να ανεβαίνει τον δρόμο. Παραξενεύτηκα λίγο-η Μύκονος ήταν ακόμη σχετικά «παρθένα»-αλλά κατάλαβα ότι κατευθυνόταν στο σπίτι ενός ελληνοαμερικανού φίλου το οποίο είχα σχεδιάσει και κατασκευάσει εγώ».
Πράγματι το αυτοκίνητο σταματάει μπροστά από την συγκεκριμένη κατοικία, και κάποια άτομα κατεβαίνουν ενώ λίγα λεπτά αργότερα, ο Μηνάς βλέπει μπροστά του τον Μπάμπη Πασάογλου, ιδιοκτήτη του θρυλικού μπαρ «Astra» το οποίο διακόσμησε ο Minas.
Αυτός του λέει ότι έφερε τον Keith με την οικογένειά του προσθέτοντας ότι το σπίτι δεν έχει τίποτε μέσα σε ότι έχει να κάνει με τρόφιμα και νερό.
«Ξύπνησα την γυναίκα μου που είχε ξαπλώσει με τον γιο μας τον Αρίωνα, ετοίμασε μια πιατέλα με φρούτα, χυμούς και καφέ για να έχουν το πρωί και την πήγα εγώ στο σπίτι» μου εξηγεί.
Φτάνοντας στην είσοδο αντικρίζει έναν Richards σκυφτό, να προσπαθεί να ενώσει τα καλώδια ενός ηχοσυστήματος για να ακούσει μουσική.
Αφού γίνονται οι συστάσεις, οι δυο τους καταλήγουν στην κατοικία του Μηνά για ένα τσιγάρο με τον Keith να περπατάει ξυπόλητος στο μονοπάτι με τις πέτρες και τα αγκάθια.
Δεν τον νοιάζει καθόλου.
Ο διάσημος κιθαρίστας βλέπει το περίφημο ηλιακό ρολόι από πεντελικό μάρμαρο που έχει κατασκευάσει ο Έλληνας και ρωτάει να μάθει τι είναι και από τι υλικό έχει φτιαχτεί.
Ο Μηνάς του εξηγεί ότι ζυγίζει ενάμιση τόνο και ότι είναι από λευκό μάρμαρο Πεντέλης συμπληρώνοντας στα αγγλικά: «Είναι το ίδιο μάρμαρο που χρησιμοποιήθηκε και στα Ελγίνεια του Παρθενώνα».
Ο Keith μόλις το ακούει γονατίζει μπροστά στο ρολόι και αναφωνεί με δέος «Elgin marbles, Elgin marbles!!», σκηνή που όταν την έλεγε συγκινούνταν.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, ο κιθαρίστας αρχίζει να φοράει τα ιδιαίτερα κοσμήματα του Μηνά στα live των Rolling Stones και το ίδιο κάνει και ο Ron Wood, που λατρεύει τις λιτές φόρμες στα βραχιόλια και τα περιδέραια του σχεδιαστή.
Θα δώσουν και οι δύο το παρόν σε μια μεγάλη έκθεση προς τιμήν του στο Λονδίνο που ετοίμασε ο διάσημος οίκος Georg Jensen από την Δανία, με τον οποίο συνεργαζόταν για χρόνια ο Minas.
Κάποια στιγμή μάλιστα οι Δανοί του ζήτησαν να στείλει τα καλούπια και τις μήτρες όλων των αντικειμένων του στα κεντρικά της Δανίας. Λίγο πριν γίνει αυτό λάνσαραν σε 1000 κομμάτια για όλο τον κόσμο, το περίφημο ρολόι χειρός του Μηνά, το οποίο έχει αεραγωγό για να μην ιδρώνει το χέρι!
Ένα κράτησε ο ίδιος και από ένα αγόρασαν τα δύο μέλη των Rolling Stones.
Ο Richards ήταν αυτός που απέτρεψε τον Έλληνα φίλο του, από το να δώσει τις μήτρες των έργων του στους Δανούς.
«Ήμουνα στο σπίτι του Keith στο Κονέκτικατ, όταν με ρώτησε πως πάει η δουλειά μου και του είπα ότι οι Δανοί ήθελαν να τους στείλω τα καλούπια μου στην Κοπεγχάγη. Γέλασε και αφού το είπε στην γυναίκα του δυνατά, γύρισε και μου είπε ότι δεν δίνουμε ποτέ τα master tapes σε κανέναν. Χρησιμοποίησε έναν μουσικό όρο, αλλά κατάλαβα. Όταν μετά από λίγες εβδομάδες ο οίκος Jensen μου έδωσε περιθώριο δύο εβδομάδων να αποφασίσω, δεν τους απάντησα ποτέ».
Γύρισε στην Αθήνα μεγαλούργησε και η φήμη του έφτασε ακόμη και στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, όπου τα κοσμήματα του λατρεύτηκαν, όπως ήταν αναμενόμενο.
Ο άνθρωπος που ρώτησε κάποτε τον Lou Reed τι του άρεσε πιο πολύ από αυτά που είχε σχεδιάσει και αυτός του απάντησε με δύο λέξεις «το επόμενο» πέταξε ψηλά στα αγαπημένα του αστέρια και ο καλύτερος αποχαιρετισμός δεν θα μπορούσε παρά να είναι οι λέξεις που έγραψε η οικογένεια του: «Το μεγάλο του ταξίδι ξεκινά με ένα λευκό χαρτί και ένα μολύβι. «Τα άστρα ανατέλλουν και δύουν στις ίδιες θέσεις. Τα «άστρα» του Μηνά τώρα λάμπουν ακόμη περισσότερο καθώς βρήκαν τη θέση για την οποία δημιουργήθηκαν: τον ουρανό. Εκεί ανήκουν πλέον και δε θα δύσουν ποτέ».
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κλείσε τα μάτια Γερο-Θόδωρε" (Όταν ο Καργάκος συνάντησε τον Κολοκοτρώνη)
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ