2020-04-04 15:16:04
Είμαι σίγουρος ότι ο Μολιέρος δεν θα φανταζόταν ποτέ ότι ο ¨κατά φαντασία ασθενής¨ του θα απασχολούσε τις κοινωνίες 347 ολόκληρα χρόνια μετά.
Παρόλο που τα ΜΜΕ ασχολούνται –και είναι φυσικό αυτό- με την ιατρική πλευρά της πανδημίας που μαστίζει την υφήλιο, και τα θλιβερά επακόλουθά της, όταν θα περάσει και αυτή η ¨μπόρα¨ θα βγούνε στην επιφάνεια τα οικονομικά, αλλά και, κυρίως, τα κοινωνικά της επακόλουθα. Ένα από αυτά θα είναι σίγουρα και η ραγδαία αύξηση κρουσμάτων ¨κατά φαντασία ασθενειών¨ αναμεμιγμένα με τρόμο και φόβο για το μέλλον. Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι δουλεύουν και αυτοί υπερωρίες αυτή την περίοδο Είμαστε στο 1939 και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών. Η έγκριτη εφημερίδα ¨ΤΥΠΟΣ¨ θίγει το θέμα, που φαίνεται πως και τότε απασχολούσε τον ιατρικό κόσμο...
«Εις τους προθαλάμους των αθηναϊκών ιατρείων συνωστίζονται καθημερινώς μερικαί αξιολύπηται υπάρξεις, με την απόγνωσιν ζωγραφισμένην εις τα πρόσωπά των.
Έχουν το βλέμμα απλανές, αι κινήσεις των ενθυμίζουν, με την ατονίαν των, κατηγορουμένους, αναμένοντες με αγωνίαν την έκδοσιν της αποφάσεως.
Αλλά θα διαλογισθήτε ασφαλώς: ¨Πολύ καλά, κύριε. Δεν είναι ανάγκη να μας πήτε, ότι εις τους προθαλάμους των ιατρείων συνωστίζονται αξιολύπηται υπάρξεις, εφ΄’οσον πρόκειται περί ασθενών¨. Δεν πρόκειται, όμως, περί των συνηθισμένων ασθενών...
Υπάρχει μία ειδική κατηγορία αρρώστων, οι οποίοι δεν έλλειψαν ποτέ από τον προθάλαμον του ιατρείου, του επαρχιακού προ παντός. Δεν έχουν καμμίαν οργανικήν πάθησιν και δεν τους ωδήγησε προ του ιατρού καμμία ασθένεια. Είναι οι κατά φαντασίαν ασθενείς.
-Γιατρέ μου, είμαι δυστυχισμένη. Έχω αυτή την αδιαθεσία. Πονώ εκεί.
Και ο γιατρός την εξετάζει εξαντλητικά, με εντεταμένην την προσοχήν, καταβάλλει όλας τας δυνατάς προσπαθείας, διά να ανακαλύψη κάτι, αλλά δεν το κατορθώνει.
-Αλλά, κυρία μου, εάν πάσχετε από κάτι, αυτό το κάτι είναι ευτυχώς η απόλυτη υγεία. Μακάρι να ήμουν και εγώ καλά σαν και σας!
Και από της στιγμής αυτής αρχίζει το παράδοξον φαινόμενον. Περιμένει κανείς να αστράψουν τα μάτια της κυρίας από χαράν, να επαναληφθή ίσως το κλασσικόν παράδειγμα της γυναικός, που, ενθουσιασθείσα από την καθησυχαστικήν απάντησιν του ιατρού, ότι δεν έχει τίποτε, ήρχισε να τον φιλή με θορυβοδέστατον ενθουσιασμόν, ασυναισθήτως φυσικά.
Και όμως. Διαπιστώνει με έκπληξιν, ότι εντείνεται εις το πρόσωπον της επισκέπτριας η απόγνωσις. Τα χέρια της κρέμωνται άτονα, το κεφάλι γέρνει προς τον έτερον εκ των ώμων, και η πελάτις απομακρύνεται με βήματα κουρασμένα.
-Και όμως κάτι έχω! Σάμπως ξέρουν τίποτα κι΄οι γιατροί;
Την επομένην την ευρίσκει κανείς εις τον προθάλαμον άλλου ιατρείου, περίλυπον, απογοητευμένην, περισσότερον ασθενή. Και η περιπλάνησις συνεχίζεται, έως ότου χρησιμοποιηθή η γνωστή μέθοδος της θεραπείας δια της υποβολής.
Αυτός είναι ο χαρακτηριστικώτερος τύπος του κατά φαντασίαν ασθενούς. Μεταξύ των γυναικών κυρίως υπάρχουν πολλές υπάρξεις της κατηγορίας αυτής.
***
Διαπρεπής Αθηναίος ιατρός, του οποίου δεν αναφέρομεν το όνομα δι΄ευνοήτους λόγους, διηγείται το εξής χαρακτηριστικόν περιστατικόν, που του συνέβη, όταν ειργάζετο εις επαρχίαν:
Μία ηλικιωμένη γυναίκα τον επισκέπτετο τακτικά, και του έλεγεν ότι είναι πάντοτε αδιάθετη, χωρίς να υπάρχη λόγος, ότι κάποτε την έπιαναν και πονοκέφαλοι, ότι δεν μπορούσε, συνεπεία όλων αυτών να φάη, και άλλα τοιαύτα. Ο ιατρός δεν εύρισκε τίποτε εις την ασθενή, η οποία ήτο υγιεστάτη. Και όμως τον ηνόχλει τακτικά, σχεδόν κλαίουσα, όταν εκείνος εσκέφθη το εξής. Καθώς την εξήταζε της είπε:
-Ά! Έχετε δίκηο. Μια μικρή αδυναμία του νευρικού συατήματος.
Εκείνη έλαμψεν από χαράν. Είχεν ευρεθή επί τέλους η πάθησίς της. Επήρε το φάρμακον.που της ετοίμασε, τον εχαιρέτισε και απήλθε. Την επομένην εισήλασεν ορμητική: ¨Γιατρέ, μ΄έσωσες. Είμαι καλά τώρα. Τελείως καλά!¨ του είπε διθυραμβικά.
-Τι νομίζετε λοιπόν ότι της είχα δώσει για φάρμακο; Σκέτο ζαχαρονέρι, που ημπορούσε να το φτιάξη και μόνη της εις απεριορίστους ποσότητας. Με αυτό έγινε καλά, διότι, φυσικά, δεν είχε τίποτε. Από τότε με ευγνωμονεί. Δεν της απεκάλυψα ποτέ το μυστικόν αυτό, όχι διότι της προσέφερα ζαχαρονέρι, δωρεάν άλλωστε, αλλά διότι ήτο δυνατόν και πάλιν να περιέλθη εις την ιδίαν κατάστασιν, την του ¨κατά φαντασίαν ασθενούς¨.
Τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν πολλοί. Είναι υπάρξεις αδυνάτου κράσεως, οι οποίες όταν τους ειπούν ¨μα γιατί είσαι ωχρή σήμερα;¨ ανησυχούν. Η φαντασία τους αναζητεί επιμόνως την αιτίαν, και την αναζητεί εισχωρούσα παντού, εις την καρδιάν, εις τους πνεύμονας, εις το μυαλό.
Επακολουθεί μία μόνιμος κατάστασις ψυχικής στενοχώριας, αδικαιολογήτου νευρικής διεγέρσεως, η οποία, εάν παραταθή, δεν αποκλείεται φυσικά να προκαλέση και οργανικάς ασθενείας, εκτός των ψυχικών, Ο ¨κατά φαντασίαν ασθενής¨, τον οποίον τόσον ωραία μας έδωκεν ο Μολιέρος, είναι τακτικός πελάτης των ιατρείων.
Αι βεβαιώσεις των ιατρών, ότι δεν έχει τίποτε, δεν φέρουν κανένα αποτέλεσμα, διότι ακράδαντος είναι η πεποίθησις του περίεργου αυτού ασθενούς, ότι κάτι έχει, το οποίον και αισθάνεται. Ο ιατρός πρέπει κάτι να εύρη, έστω και φανταστικόν και να πείση τον ¨κατά φαντασίαν ασθενή¨ ότι αυτό είναι το αίτιον της καταστάσεώς του, και ότι αυτό το αίτιον ημπορεί να εξαλειφθή με τούτο το φάρμακον ή με εκείνην την θεραπείαν. Πρέπει να του εμπνεύση την πίστιν, την βεβαιότητα ότι θα θεραπευθή, εάν συμμορφωθή προς τας οδηγίας του.
***
Εις τα ιατρεία των ψυχιάτρων προ παντός και των νευρολόγων οι ¨κατά φαντασίαν ασθενείς» είναι πελάτες τακτικοί. Ο ένας αισθάνεται περιέργους κτύπους εις την κεφαλήν, ο άλλος βοήν, την οποίαν ησθάνθη κάποτε εις περίπτωσιν ατυχίας, και την οποίαν εμονιμοποίησεν η φαντασία.
Οι ασθενείς αυτοί υπέστησαν κάποτε μίαν ανωμαλίαν της καταστάσεως της ψυχικής ή σωματικής των υγείας, η οποία ήτο και έπρεπε να είναι παροδική, και εν τούτοις εμονιμοποιήθη. Η φαντασία του ανθρώπου κατορθώνει να αναζωογονή παρελθόντας πόνους, να τους μονιμοποιή, χωρίς να υπάρχη πάθησις καθεστηκυϊα. Όπως απαράλλαχτα γίνεται ανάπλασις των παραστάσεων, έτσι γίνεται και ανάπλασις του πόνου.
Ο ¨κατά φαντασίαν ασθενής¨ λοιπόν είναι παλαιός, αλλά και σύγχρονος ασθενής. Θα τον ευρίσκωμεν πάντοτε μπροστά μας. Αι ιδικαί μας γενεαί θα τον παραδώσουν εις τας μελλούσας και ούτω καθ΄εξής. Και οι ιατροί θα τον δέχονται πάντοτε εις ακρόασιν. Όσοι θα τον διώχνουν, με την βεβαίωσιν ότι δεν έχει τίποτε, δεν θα κάνουν τίποτε άλλο από το να τον στέλλουν εις έτερον συνάδελφόν των».
(ΤΥΠΟΣ, 1939, Γ. Μανιατάκος)
Θωμάς Σιταράς, Αθηναιογράφος-Συγγραφέας, FB: Σιταράς Θωμάς
anatakti
Παρόλο που τα ΜΜΕ ασχολούνται –και είναι φυσικό αυτό- με την ιατρική πλευρά της πανδημίας που μαστίζει την υφήλιο, και τα θλιβερά επακόλουθά της, όταν θα περάσει και αυτή η ¨μπόρα¨ θα βγούνε στην επιφάνεια τα οικονομικά, αλλά και, κυρίως, τα κοινωνικά της επακόλουθα. Ένα από αυτά θα είναι σίγουρα και η ραγδαία αύξηση κρουσμάτων ¨κατά φαντασία ασθενειών¨ αναμεμιγμένα με τρόμο και φόβο για το μέλλον. Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι δουλεύουν και αυτοί υπερωρίες αυτή την περίοδο Είμαστε στο 1939 και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών. Η έγκριτη εφημερίδα ¨ΤΥΠΟΣ¨ θίγει το θέμα, που φαίνεται πως και τότε απασχολούσε τον ιατρικό κόσμο...
«Εις τους προθαλάμους των αθηναϊκών ιατρείων συνωστίζονται καθημερινώς μερικαί αξιολύπηται υπάρξεις, με την απόγνωσιν ζωγραφισμένην εις τα πρόσωπά των.
Έχουν το βλέμμα απλανές, αι κινήσεις των ενθυμίζουν, με την ατονίαν των, κατηγορουμένους, αναμένοντες με αγωνίαν την έκδοσιν της αποφάσεως.
Αλλά θα διαλογισθήτε ασφαλώς: ¨Πολύ καλά, κύριε. Δεν είναι ανάγκη να μας πήτε, ότι εις τους προθαλάμους των ιατρείων συνωστίζονται αξιολύπηται υπάρξεις, εφ΄’οσον πρόκειται περί ασθενών¨. Δεν πρόκειται, όμως, περί των συνηθισμένων ασθενών...
Υπάρχει μία ειδική κατηγορία αρρώστων, οι οποίοι δεν έλλειψαν ποτέ από τον προθάλαμον του ιατρείου, του επαρχιακού προ παντός. Δεν έχουν καμμίαν οργανικήν πάθησιν και δεν τους ωδήγησε προ του ιατρού καμμία ασθένεια. Είναι οι κατά φαντασίαν ασθενείς.
-Γιατρέ μου, είμαι δυστυχισμένη. Έχω αυτή την αδιαθεσία. Πονώ εκεί.
Και ο γιατρός την εξετάζει εξαντλητικά, με εντεταμένην την προσοχήν, καταβάλλει όλας τας δυνατάς προσπαθείας, διά να ανακαλύψη κάτι, αλλά δεν το κατορθώνει.
-Αλλά, κυρία μου, εάν πάσχετε από κάτι, αυτό το κάτι είναι ευτυχώς η απόλυτη υγεία. Μακάρι να ήμουν και εγώ καλά σαν και σας!
Και από της στιγμής αυτής αρχίζει το παράδοξον φαινόμενον. Περιμένει κανείς να αστράψουν τα μάτια της κυρίας από χαράν, να επαναληφθή ίσως το κλασσικόν παράδειγμα της γυναικός, που, ενθουσιασθείσα από την καθησυχαστικήν απάντησιν του ιατρού, ότι δεν έχει τίποτε, ήρχισε να τον φιλή με θορυβοδέστατον ενθουσιασμόν, ασυναισθήτως φυσικά.
Και όμως. Διαπιστώνει με έκπληξιν, ότι εντείνεται εις το πρόσωπον της επισκέπτριας η απόγνωσις. Τα χέρια της κρέμωνται άτονα, το κεφάλι γέρνει προς τον έτερον εκ των ώμων, και η πελάτις απομακρύνεται με βήματα κουρασμένα.
-Και όμως κάτι έχω! Σάμπως ξέρουν τίποτα κι΄οι γιατροί;
Την επομένην την ευρίσκει κανείς εις τον προθάλαμον άλλου ιατρείου, περίλυπον, απογοητευμένην, περισσότερον ασθενή. Και η περιπλάνησις συνεχίζεται, έως ότου χρησιμοποιηθή η γνωστή μέθοδος της θεραπείας δια της υποβολής.
Αυτός είναι ο χαρακτηριστικώτερος τύπος του κατά φαντασίαν ασθενούς. Μεταξύ των γυναικών κυρίως υπάρχουν πολλές υπάρξεις της κατηγορίας αυτής.
***
Διαπρεπής Αθηναίος ιατρός, του οποίου δεν αναφέρομεν το όνομα δι΄ευνοήτους λόγους, διηγείται το εξής χαρακτηριστικόν περιστατικόν, που του συνέβη, όταν ειργάζετο εις επαρχίαν:
Μία ηλικιωμένη γυναίκα τον επισκέπτετο τακτικά, και του έλεγεν ότι είναι πάντοτε αδιάθετη, χωρίς να υπάρχη λόγος, ότι κάποτε την έπιαναν και πονοκέφαλοι, ότι δεν μπορούσε, συνεπεία όλων αυτών να φάη, και άλλα τοιαύτα. Ο ιατρός δεν εύρισκε τίποτε εις την ασθενή, η οποία ήτο υγιεστάτη. Και όμως τον ηνόχλει τακτικά, σχεδόν κλαίουσα, όταν εκείνος εσκέφθη το εξής. Καθώς την εξήταζε της είπε:
-Ά! Έχετε δίκηο. Μια μικρή αδυναμία του νευρικού συατήματος.
Εκείνη έλαμψεν από χαράν. Είχεν ευρεθή επί τέλους η πάθησίς της. Επήρε το φάρμακον.που της ετοίμασε, τον εχαιρέτισε και απήλθε. Την επομένην εισήλασεν ορμητική: ¨Γιατρέ, μ΄έσωσες. Είμαι καλά τώρα. Τελείως καλά!¨ του είπε διθυραμβικά.
-Τι νομίζετε λοιπόν ότι της είχα δώσει για φάρμακο; Σκέτο ζαχαρονέρι, που ημπορούσε να το φτιάξη και μόνη της εις απεριορίστους ποσότητας. Με αυτό έγινε καλά, διότι, φυσικά, δεν είχε τίποτε. Από τότε με ευγνωμονεί. Δεν της απεκάλυψα ποτέ το μυστικόν αυτό, όχι διότι της προσέφερα ζαχαρονέρι, δωρεάν άλλωστε, αλλά διότι ήτο δυνατόν και πάλιν να περιέλθη εις την ιδίαν κατάστασιν, την του ¨κατά φαντασίαν ασθενούς¨.
Τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν πολλοί. Είναι υπάρξεις αδυνάτου κράσεως, οι οποίες όταν τους ειπούν ¨μα γιατί είσαι ωχρή σήμερα;¨ ανησυχούν. Η φαντασία τους αναζητεί επιμόνως την αιτίαν, και την αναζητεί εισχωρούσα παντού, εις την καρδιάν, εις τους πνεύμονας, εις το μυαλό.
Επακολουθεί μία μόνιμος κατάστασις ψυχικής στενοχώριας, αδικαιολογήτου νευρικής διεγέρσεως, η οποία, εάν παραταθή, δεν αποκλείεται φυσικά να προκαλέση και οργανικάς ασθενείας, εκτός των ψυχικών, Ο ¨κατά φαντασίαν ασθενής¨, τον οποίον τόσον ωραία μας έδωκεν ο Μολιέρος, είναι τακτικός πελάτης των ιατρείων.
Αι βεβαιώσεις των ιατρών, ότι δεν έχει τίποτε, δεν φέρουν κανένα αποτέλεσμα, διότι ακράδαντος είναι η πεποίθησις του περίεργου αυτού ασθενούς, ότι κάτι έχει, το οποίον και αισθάνεται. Ο ιατρός πρέπει κάτι να εύρη, έστω και φανταστικόν και να πείση τον ¨κατά φαντασίαν ασθενή¨ ότι αυτό είναι το αίτιον της καταστάσεώς του, και ότι αυτό το αίτιον ημπορεί να εξαλειφθή με τούτο το φάρμακον ή με εκείνην την θεραπείαν. Πρέπει να του εμπνεύση την πίστιν, την βεβαιότητα ότι θα θεραπευθή, εάν συμμορφωθή προς τας οδηγίας του.
***
Εις τα ιατρεία των ψυχιάτρων προ παντός και των νευρολόγων οι ¨κατά φαντασίαν ασθενείς» είναι πελάτες τακτικοί. Ο ένας αισθάνεται περιέργους κτύπους εις την κεφαλήν, ο άλλος βοήν, την οποίαν ησθάνθη κάποτε εις περίπτωσιν ατυχίας, και την οποίαν εμονιμοποίησεν η φαντασία.
Οι ασθενείς αυτοί υπέστησαν κάποτε μίαν ανωμαλίαν της καταστάσεως της ψυχικής ή σωματικής των υγείας, η οποία ήτο και έπρεπε να είναι παροδική, και εν τούτοις εμονιμοποιήθη. Η φαντασία του ανθρώπου κατορθώνει να αναζωογονή παρελθόντας πόνους, να τους μονιμοποιή, χωρίς να υπάρχη πάθησις καθεστηκυϊα. Όπως απαράλλαχτα γίνεται ανάπλασις των παραστάσεων, έτσι γίνεται και ανάπλασις του πόνου.
Ο ¨κατά φαντασίαν ασθενής¨ λοιπόν είναι παλαιός, αλλά και σύγχρονος ασθενής. Θα τον ευρίσκωμεν πάντοτε μπροστά μας. Αι ιδικαί μας γενεαί θα τον παραδώσουν εις τας μελλούσας και ούτω καθ΄εξής. Και οι ιατροί θα τον δέχονται πάντοτε εις ακρόασιν. Όσοι θα τον διώχνουν, με την βεβαίωσιν ότι δεν έχει τίποτε, δεν θα κάνουν τίποτε άλλο από το να τον στέλλουν εις έτερον συνάδελφόν των».
(ΤΥΠΟΣ, 1939, Γ. Μανιατάκος)
Θωμάς Σιταράς, Αθηναιογράφος-Συγγραφέας, FB: Σιταράς Θωμάς
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Θέλει να βγει τη φετινή σεζόν...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ