2020-04-17 23:21:20
Ακριβώς απέναντι από την παράσταση της Βαϊοφόρου, στο άλλο τμήμα της καμάρας του δυτικού σκέλους του σταυρού, είναι ιστορημένη η Σταύρωση του Κυρίου.
Η Σταύρωση, ναός Καπνικαρέας
Είναι γεγονός ότι κατά τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, όταν οι χριστιανοί διώκονταν και προσεύχονταν στις κατακόμβες, απέφευγαν την απεικόνιση πένθιμων σκηνών εξαιτίας της μελαγχολικής ατμόσφαιρας των υπόγειων αυτών κοιμητηριακών χώρων[1]. Όταν, μετά το διάταγμα της ανεξιθρησκείας, μπορούσαν ελεύθερα να θρησκεύουν, οι εικόνες τους, επηρεασμένες από την αυτοκρατορική εικονογραφία και εθιμοτυπία, είχαν περισσότερο θριαμβευτικό χαρακτήρα[2].Το εικονογραφικό θέμα της Σταύρωσης πρωτοεμφανίζεται σε σαρκοφάγους που χρονολογούνται στο τέλος ή μετά την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνου[3]. Ένας από τους πιο εκτενώς ανεπτυγμένους κύκλους, όπου απεικονίζονται σκηνές από το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού, χωρίς η Σταύρωση να απεικονίζεται με συμβολικό τρόπο, συναντάται στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα σε ανάγλυφα πλακίδια που διακοσμούν ελεφαντοστέινο κιβωτίδιο[4].
Η αφήγηση ξεκινά με την Απόνιψη του Πιλάτου, τον Χριστό να σηκώνει το Σταυρό και την άρνηση του Πέτρου και καταλήγει σε σκηνή που απεικονίζει την Απιστία του Θωμά. Στο πλακίδιο όπου εικονίζεται η Σταύρωση, δίπλα στον Εσταυρωμένο στέκονται σε πομπή η Μητέρα Του και ο Ιωάννης στη μία πλευρά και στην άλλη ένας Ρωμαίος στρατιώτης.
Αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο Ιωάννης παριστάνεται σε ώριμη ηλικία[5], όπως επίσης και το ότι στο αριστερό άκρο της παράστασης υπάρχει σκηνή που δείχνει τον Ιούδα κρεμασμένο στο δέντρο ενώ κάτω φαίνονται ριγμένα τα αργύρια. Στο ανάγλυφο αυτό ο Χριστός εικονίζεται μετωπικός και γυμνός με ένα περίζωμα γύρω από τη μέση.
Άλλα σημαντικά δείγματα προεικονομαχικής τέχνης με εικόνες της Σταύρωσης υπάρχουν σε κοσμήματα, όπως βραχιόλια και δαχτυλίδια, σε λειψανοθήκες και στα γνωστά φιαλίδια του 6ου και 7ου αιώνα από τη Monza[6]. Στα φιαλίδια, που έφερναν οι προσκυνητές από τους Αγίους Τόπους γεμάτα με λάδι που έπαιρναν σαν ευλογία, παρατηρείται μία σημαντική καινοτομία που θα αποτελέσει στη συνέχεια αναπόσπαστο στοιχείο της παράστασης. Στις μικροσκοπικές ανάγλυφες εικόνες τους, για πρώτη φορά το γεγονός της Σταύρωσης συνδέεται με τον τόπο όπου έλαβε χώρα, αφού ιστορήθηκε κάποιο απείκασμα του τοπίου του Γολγοθά[7].
Μία από τις αρχαιότερες τοιχογραφίες της Σταύρωσης είναι εκείνη στη Santa Maria Antiqua στη Ρώμη[8] (7ος περίπου αι.).
Στην εικόνα αυτή, όπως και σε διάφορα αντικείμενα μικροτεχνίας[9], σε μικρογραφίες χειρογράφων[10] καθώς και σε φορητές εικόνες της Μονής Σινά[11], ο Χριστός εικονίζεται μετωπικός πάνω στο σταυρό, με τα μάτια ανοικτά[12] πολλές φορές και φορώντας ένα μακρύ πορφυρό ρούχο χωρίς μανίκια, το ονομαζόμενο «κολόβιον»[13]. Τα έργα αυτά, προεικονομαχικής κυρίως εποχής, συνδυάζουν στοιχεία από αρχαίους συριακούς και αιγυπτιακούς εικονογραφικούς τύπους[14]. Παράλληλα με αυτούς συνυπάρχει και άλλος τύπος, που παρουσιάζει το Χριστό γυμνό πάνω στο σταυρό, με ένα πανί γύρω από τη μέση του και το σώμα όχι τόσο άκαμπτο[15]. Το στοιχείο αυτό συναντάται στις καππαδοκικές τοιχογραφίες[16] και θεωρείται αρχαϊκό, προερχόμενο δηλαδή από την ελληνορωμαϊκή τέχνη. Οι εικαστικές λεπτομέρειες όλων των προαναφερθέντων εικόνων είναι αρχαϊκές και αποτελούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της μοναστικής τέχνης της Ανατολής (Παλαιστίνης, Αιγύπτου, Συρίας, Καππαδοκίας) που διατηρείται μέχρι και τον 9ο αιώνα[17].
Μετά την εικονομαχία, και ιδιαίτερα στις περιόδους μεγάλης ακμής της βυζαντινής τέχνης[18], αποκρυσταλλώθηκαν τα εικονογραφικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους περισσότερο γνωστούς σε εμάς σήμερα εικονογραφικούς τύπους της παράστασης. Ο τύπος που επικράτησε περισσότερο ήταν ο απλός, που περιλαμβάνει μόνο τα κεντρικά πρόσωπα του Χριστού, της Παναγίας και του Ιωάννη, ενώ υπήρχε παράλληλα με έναν δεύτερο τύπο στον οποίο περιλαμβάνονται και τα πρόσωπα άλλων γυναικών όπως και του εκατόνταρχου ή άλλων στρατιωτών. Ο εμπλουτισμένος με δευτερεύουσες σκηνές και επιπλέον πρόσωπα εικονογραφικός τύπος της Σταύρωσης γίνεται πιο διαδεδομένος κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο[19], αν και ήταν γνωστός από την παλαιοχριστιανική εποχή, οπότε είχε ιστορηθεί σε μικρογραφία στο Ευαγγέλιο του Rabbula (κώδ. Plut. I, fol. 13r)[20].
Η μικρογραφία της Σταύρωσης στο Ευαγγέλιο του Rabbula (Ernst Kitzinger, Studies in late antique byzantine and medieval western art)
Για την εικαστική απόδοση του ιστορικού γεγονότος της Σταύρωσης στο ναό της Καπνικαρέας, ο Κόντογλου επέλεξε έναν από τους πιο απλούς και λιτούς εικονογραφικούς τύπους, αφενός γιατί το επέβαλαν οι περιορισμένες διαστάσεις του χώρου της καμάρας και αφετέρου γιατί, σύμφωνα με την προσωπική του άποψη, η επιβάρυνσή της με πολυπρόσωπες σκηνές[21] μπορεί είτε να συντελέσει στο να χάσει η εικόνα την αυστηρή απλότητα που έχει, είτε να συγχύσει την ευπρέπειά της[22].
Το κέντρο και το μεγαλύτερο μέρος της εικόνας καταλαμβάνει ο σταυρός πάνω στον οποίο βρίσκεται ο Εσταυρωμένος Ιησούς, ο οποίος όντας νεκρός έχει ριγμένο το κεφάλι πάνω στο δεξί Του ώμο, ενώ το σώμα Του καμπυλώνεται ελαφρά με κλίση επίσης προς την δεξιά πλευρά[23], ακολουθώντας με τον τρόπο αυτό το σχηματισμό ανάστροφου S[24].
Το γυμνό Του σώμα[25] τυλίγει ένα πανί γύρω από τη μέση σε ρόδινη απόχρωση. Ο ίδιος ο ζωγράφος περιγράφει την απεικόνιση του Χριστού ως εξής: «Το άχραντον σώμα Του είναι όλον κόκκαλα από την κακοπάθησιν, με τας χείρας απλωμένας και με ανοικτάς τας παλάμας, ως να προσεύχεται. Ενθυμίζω εις τον πιστόν το τροπάριον οπού λέγει ̇ «Ήπλωσας τας παλάμας και ήνωσας τα το πριν διεστώτα», ήγουν ότι συνεφιλίωσε με το πάθος Του, τον Θεόν με τον άνθρωπον, και ωσάν να ανοίγη τας αγκάλας του προς όλους τους ανθρώπους. Οι δε πόδες σμικτοί, με τα γόνατα ολίγον διπλωμένα, πατούν εις εν σανίδιον ως υποπόδιον. Από τας αχράντους χείρας και πόδας Του τρέχουν αίματα, από δε την πλευράν Αυτού αίμα και ύδωρ. Και επάνω της κεφαλής Αυτού είναι επιγραφή καρφωμένη επί του σταυρού με τα γράμματα Ο ΒCΛΤΔΞC ήγουν Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ[26], ουχί δε με τα ψηφία Ι.Ν.Β.Ι., ως έγραψαν οι ασεβείς σταυρωταί του Κυρίου, χλευάζοντες αυτόν»[27].
Πιο κάτω από την επιγραφή στην κορυφή του σταυρού, πάνω από τους ώμους του Κυρίου και έξω από το ένσταυρο φωτοστέφανό Του, υπάρχει άλλη επιγραφή με τα συμπιλήματα «IC̃ / XC̃».
Ο σταυρός στηρίζεται επάνω σε ένα μικρό βράχο, στην πρόσοψη του οποίου σχηματίζεται μικρό σπήλαιο. Μέσα στο σπήλαιο είναι ζωγραφισμένο ένα κρανίο[28] και αντί για τα δύο κόκκαλα, που αναφέρει ο Κόντογλου στην περιγραφή της εικόνας[29], έχει ζωγραφίσει ένα φίδι στα αριστερά του κρανίου και δύο μικρά λευκά λουλούδια στα δεξιά. Σύμφωνα με τη θεολογική επεξήγηση που παραθέτει ο Κόντογλου, το σπήλαιο συμβολίζει τον Άδη και το κρανίο τον Αδάμ, άρα και το «πεπτωκός» ανθρώπινο γένος. Έτσι συμπεραίνουμε, ότι με το φίδι συμβολίζει τον αρχέκακο όφι, στον οποίο οφείλεται η πτώση των πρωτοπλάστων και επακόλουθα όλων των ανθρώπων στην αμαρτία και τον θάνατο, ενώ με τα λουλούδια τη σωτηρία που πραγματοποιήθηκε χάρη στη θυσία του αναμάρτητου Χριστού προκειμένου να ανακαινιστεί ο άνθρωπος και η κτίση και να επανασυνδεθεί με το Δημιουργό της.
Λεπτομέρεια από την εικόνα της Σταύρωσης στην Καπνικαρέα
Στα δεξιά του Εσταυρωμένου βρίσκεται πομπή τριών γυναικών, της οποίας προπορεύεται η Θεοτόκος. Μαζί με την μητέρα του Κυρίου δίπλα στο σταυρό, κατά τη μαρτυρία του Ευαγγελιστή Ιωάννη, βρίσκονταν άλλες δύο γυναίκες «η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή»[30], ενώ σύμφωνα με τους Συνοπτικούς Ευαγγελιστές υπήρχαν και άλλες γυναίκες. Η θλίψη είναι εμφανής και διάχυτη, αλλά διακριτική, στα πρόσωπα όλων των γυναικών, οι οποίες προσέρχονται συγκλονισμένες προς τον Κύριο με προτεταμένο το δεξί τους χέρι εμπρός σε στάση ικεσίας.
Τόσο η Παναγία, όσο και η τρίτη γυναίκα, κρατούν με το άλλο τους χέρι το κεφάλι[31]. Τα ενδύματα της Παναγίας είναι σε πένθιμους χρωματισμούς, δηλαδή ο χιτώνας και ο κεκρύφαλος σε ιώδες και το μαφόριο σε μαύρο χρώμα. Ο χιτώνας καταλήγει σε χρυσοκίτρινα επιμανίκια τα οποία στολίζουν μαργαριτάρια, όπως και την χρυσή ταινία γύρω από το λαιμό της. Σε αντίθεση με τα σκουρόχρωμα ενδύματα, φορά τα χαρακτηριστικά κόκκινα υποδήματα που υποδηλώνουν τη βασιλική της ιδιότητα[32]. Οι γυναίκες που την ακολουθούν φορούν κι εκείνες ενδύματα σε μουντούς τόνους: σε λαδοπράσινο και ανοικτό ροδί η πρώτη, σε ιώδες και γαλάζιο η δεύτερη. Όλες οι γυναίκες φέρουν φωτοστέφανα, ενώ μόνο έξω από αυτό της Παναγίας υπάρχει επιγραφή με τα συμπιλήματα «ΜΡ̃ / ΘΥ̃».
Κάποιες φορές στις εικόνες της Σταύρωσης η Παναγία εικονογραφείται κρατώντας μαντήλι[33], στην παλαιότερη εικονογραφία τα χέρια της ήταν καλυμμένα από το μαφόριο[34], ενώ σε άλλες εικόνες φαίνεται υποβασταζόμενη[35] από τις υπόλοιπες γυναίκες που μαζί της θρηνούν. Σε άλλες περιπτώσεις εικονίζεται σαν να πρόκειται να λιποθυμήσει, γεγονός που κάνει την εικόνα περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη δείχνοντας έντονα τον πόνο της μητρικής αγάπης[36]. Ο εικονογραφικός τύπος της λιποθυμούσας Θεοτόκου ήταν ιδιαίτερα αγαπητός κατά τον 13ο και 14ο αιώνα και αντιπροσώπευε τη βενετο-βυζαντινή σχολή[37].
Στην εξεταζόμενη παράσταση της Σταύρωσης, η Παναγία σε πομπή με δύο άλλες γυναίκες δηλώνουν την παρουσία τους παραστέκοντας δίπλα στο σταυρό του Κυρίου, όπως αναφέρει το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, και με κινήσεις απλές, κεκαθαρμένες από ανώφελες σκηνοθεσίες[38], δείχνουν τη θλίψη που είναι ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους.
Το στοιχείο της παρουσίας των γυναικών σε πομπή δίπλα στο σταυρό του Κυρίου συναντάται σπάνια στις εικόνες της Σταύρωσης. Συνήθως οι μορφές τους είναι στημένες με τρόπο που φαίνονται σαν να συνομιλούν μέσα από τη βουβή θλίψη τους πλαισιώνοντας ή αγκαλιάζοντας τη Θεομήτορα. Τόσο η έντονη πτυχολογία των ενδυμάτων, που αισθητοποιεί την κίνηση και την ένταση των εικονιζόμενων μορφών, όσο και η στάση τους, αλλά και ο ρυθμός της πομπής, φαίνεται πως είναι εικαστικό τέχνασμα ελληνιστικής καταγωγής, αλλά παρόλα αυτά μοναδική δημιουργία του Κόντογλου[39].
Στη χριστιανική τέχνη, στις εικόνες που μέχρι τώρα εξετάσαμε, η διάταξη των γυναικών σε πομπή υπάρχει μόνο στη μία από τις δύο παραστάσεις της Σταύρωσης που βρίσκονται στη Μονή Χιλανδαρίου στο Άγον Όρος[40], έργο του 14ου αιώνα (1320 π.). Στην παράσταση του Αγίου Όρους εικονίζεται η Παναγία και άλλη μία γυναίκα που ακολουθεί σε παρόμοια στάση και διάταξη με την αντίστοιχη της Καπνικαρέας, ενώ η παρουσία άλλης μίας γυναίκας είναι ορατή πίσω τους στο βάθος. Παρά την ομοιότητα, υπάρχουν και αρκετές διαφορές που διακρίνονται ιδιαίτερα στην ανθρωπομετρία, στην πτυχολογία των ενδυμάτων και στην κίνηση του κεφαλιού και του αριστερού χεριού της Παναγίας. Αυτό που καθιστά ξεχωριστή την εικόνα του Κόντογλου είναι η συντετριμμένη έκφραση των προσώπων των γυναικών, που τονίζεται με την πρασινωπή σκίαση κάτω από τα μάτια τους[41], και η επίτευξη της ρυθμικής κίνησης, μέσα από την αλλεπάλληλη χιαστή χάραξη της πτυχολογίας των ενδυμάτων, γεγονός που δείχνει τις μορφές να κινούνται ενώ στέκουν ακίνητες[42].
Λεπτομέρεια από την εικόνα της Σταύρωσης στην Καπνικαρέα
Στα αριστερά του σταυρού βρίσκεται ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο Απόστολος Ιωάννης. Είναι εικονογραφημένος σε στάση τριών τετάρτων, με κυρτωμένους τους ώμους και λυγισμένα τα γόνατα. Με εμφανή τη θλίψη και στο δικό του πρόσωπο, έχει το βλέμμα στραμμένο προς το Διδάσκαλό του βαστάζοντας με το δεξί χέρι το κεφάλι του και αφήνοντας το αριστερό χέρι, που είναι τυλιγμένο μέσα στο ιμάτιο, να πέφτει προς τα κάτω. Είναι εικονογραφημένος «νέος, αγένειος, σγουρομάλλης»[43], φορά γαλάζιο χιτώνα που φέρει κόκκινες λωρίδες στα πλάγια, και υπόλευκο ιμάτιο με καφετιές σκιάσεις. Έξω από το φωτοστέφανο, αριστερά και δεξιά αντίστοιχα, υπάρχει η επιγραφή «ΙΩ̃ / ο / θεολόγος». Ο τρόπος εικονογράφησης του Ιωάννη στην παράσταση της Σταύρωσης, με την κίνηση να φέρει το δεξί χέρι στο μάγουλο ήταν ήδη γνωστός από την παλαιοχριστιανική εποχή[44], ενώ από τη μεσοβυζαντινή περίοδο και έπειτα καθιερώθηκε και επικράτησε στις περισσότερες εικόνες.
Κάποιες φορές, όπως, για παράδειγμα, στα ψηφιδωτά του Οσίου Λουκά[45] και της Νέας Μονής Χίου[46] και σε τοιχογραφία του καθολικού της Μονής της Στουντένιτσα[47], ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου εικονίστηκε όχι αγένειος αλλά με αξύριστο πρόσωπο, χαρακτηριστικό που ανήκει σε παλαιότερη εικονογραφία[48]. Ωστόσο, η εικονογράφησή του στην εξεταζόμενη παράσταση με τα πόδια λυγισμένα παραπέμπει στην τοιχογραφία της Σταύρωσης στο Malyj Grad[49] της Βουλγαρίας, ενώ τα προσωπογραφικά του χαρακτηριστικά και το ογκώδες του σώματος αντιστοιχούν σε παλαιολόγεια πρότυπα, όπως σε εικόνες της Μονής Σινά[50] και σε εικόνα από το Poganovo που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη στη Σόφια[51].
Πίσω από τον Απόστολο Ιωάννη στέκεται ο εκατόνταρχος Λογγίνος, ο οποίος σύμφωνα με τους Συνοπτικούς Ευαγγελιστές, «τηρώντας»[52] τον Ιησού μαζί με τους στρατιώτες του, ήταν παρών κατά τη στιγμή που ο Ιησούς εξέπνευσε παραδίδοντας το πνεύμα στο Θεό-Πατέρα Του. Έτσι, αφού έγινε ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας των όσων θαυμαστών γεγονότων συνέβησαν τη στιγμή του θανάτου του Κυρίου (σεισμός, σχίσιμο παραπετάσματος του ναού, έγερση νεκρών από τα μνημεία, σκοτεινιά) ομολόγησε ότι «αληθώς θεού υιός ην» κατά τους Ευαγγελιστές Ματθαίο[53] και Μάρκο[54], ή «όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ην[55]» σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά.
Εξαιτίας της ομολογίας του αυτής και της αναγνώρισης της Θεότητας του Χριστού, εικονογραφείται και ο εκατόνταρχος με φωτοστέφανο[56]. Η στάση του σώματός του είναι σε δυναμική μετωπικότητα με το αριστερό γόνατο ελαφρώς λυγισμένο, το δεξί χέρι υψωμένο σε κίνηση ευλογίας και το κεφάλι του στραμμένο προς τον Εσταυρωμένο. Φορά στρατιωτική ενδυμασία με βυσσινόχρωμο μακρύ μανδύα και με το αριστερό χέρι κρατά στρόγγυλη ασπίδα εμπρός του. Στο κεφάλι φορά μαντήλι και εικονογραφείται σε ώριμη ηλικία με στρόγγυλο κοντό γένι. Η μορφή του εκατόνταρχου και η ενδυμασία του μοιάζουν επίσης με την προαναφερθείσα τοιχογραφία του Malyj Grad. Σε πολλές εικόνες της Σταύρωσης, όπως και σε εκείνη του Malyj Grad, ο εκατόνταρχος παριστάνεται να δείχνει με το δεξί χέρι προς τον Ιησού[57]. Κάνοντας κίνηση ευλογίας παραστάθηκε στην Παναγία τη Μαυριώτισσα στην Καστοριά στις αρχές του 13ου αιώνα[58] και στη Μονή της Στουντένιτσα την ίδια περίπου εποχή[59].
Λεπτομέρεια από την εικόνα της Σταύρωσης στην Καπνικαρέα
Πάνω από το σταυρό του Κυρίου είναι εικονογραφημένος ο ήλιος στα αριστερά και η σελήνη στα δεξιά «εις σχήμα ανθρωπίνων προσώπων, ο μεν ήλιος με χρώμα κόκκινον αιματώδες, η δε σελήνη στακτόχρους, με τας ακτίνας γυρισμένας προς το μέρος του Χριστού, εις σημείον ότι εσκοτίσθησαν κατά την Σταύρωσιν»[60]. Το γεγονός της σκοτεινιάς μαρτυρείται και στα τρία Συνοπτικά Ευαγγέλια[61], ενώ η ίδια διήγηση επαναλαμβάνεται και στο απόκρυφο Ευαγγέλιο του Νικοδήμου[62].
Ανάμεσα στις προσωποποιήσεις του ήλιου και της σελήνης υπάρχει η επιγραφή της παράστασης «Η ΣΤΑΎΡΩCIC»[63]. Στο βάθος της παράστασης είναι ζωγραφισμένο σε υπόλευκο χρώμα το τείχος της Ιερουσαλήμ. Ο ουρανός είναι σε σκούρο μαύρο-μπλε χρώμα και το έδαφος, ανοικτό πράσινο στα δύο τρίτα, όπου πατούν τα εικονιζόμενα πρόσωπα, και ωχρο-πράσινο στο ένα τρίτο που αντιστοιχεί στο κατώτερο μέρος της εικόνας. Σε σύγκριση με την παράσταση της Βαϊοφόρου που βρίσκεται στο άλλο σκέλος της καμάρας, οι τόνοι του χρώματος του κάμπου, στην παράσταση της Σταύρωσης, είναι αρκετά σκουρότεροι προκειμένου να αποδοθεί το σκότος που συνέβη την ημέρα της Σταύρωσης του Κυρίου, γεγονός που συμβολίζει τη θλίψη και της ίδιας της φύσης για το μαρτύριο του Δημιουργού της.
Στο έργο του-οδηγό για την ορθόδοξη εικονογραφία ο Κόντογλου παραθέτει δύο διαφορετικά σχέδια[64] για την εικόνα της Σταύρωσης, το ένα εκ των οποίων είναι εκείνο που εικονογραφήθηκε στο ναό της Καπνικαρέας. Τα δύο σχέδια απαρτίζονται από τα ίδια πρόσωπα, στημένα με διαφορετικό τρόπο, καθώς και από τις ίδιες εικονογραφικές λεπτομέρειες με κάποιες μικρές παραλλαγές, γεγονός που φανερώνει τόσο τη γνώση των διαφορετικών εικονογραφικών τύπων όσο και την ικανότητα του Κόντογλου στη δημιουργία ξεχωριστών προσωπικών συνθέσεων. Στο ίδιο βιβλίο περιγράφει και άλλες σκηνές ή πρόσωπα με τα οποία μπορεί να εμπλουτιστεί η εν λόγω εικόνα, όταν είναι αρκετός ο διαθέσιμος χώρος στο ναό για την εικονογράφηση της παράστασης[65].
Τέτοια, εμπλουτισμένη με δευτερεύουσες σκηνές και περισσότερα πρόσωπα, σύνθεση είχε εικονογραφήσει ο ίδιος, κάποια χρόνια νωρίτερα, στο παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης στην Κηφισιά[66]. Στην παράσταση εκείνη, εκτός από τον Χριστό στο σταυρό, εικονίζονται εκατέρωθεν και οι δύο ληστές[67], ενώ στα αριστερά και στα δεξιά της εικόνας αντίστοιχα εικονίζονται σε μικρότερη κλίμακα οι στρατιώτες που διαμερίζουν τα ιμάτια του Χριστού και οι αναστηθέντες από τα ανεωγμένα μνήματα[68]. Ο Κόντογλου φαίνεται να προτιμάει τον απλό τύπο τον οποίο ακολουθεί τόσο στην εικονογράφηση της Καπνικαρέας όσο και σε εκείνη άλλων ναών, όπως του Αγίου Νικολάου Κάτω Πατησίων[69] και του Αγίου Γεωργίου Κυψέλης[70], ενώ στην πρώτη του εικονογραφική δουλειά για ναό, αυτόν της Παντάνασσας στο Μοναστηράκι, χρησιμοποίησε τον τριπρόσωπο τύπο[71].
[1] Αντουράκης, Χριστιανική Ζωγραφική, σ. 20.
[2] Kitzinger, Studies, σ. 338, Μαντάς, Το εικονογραφικό πρόγραμμα, σ. 43-44, όπου αναφορές σε σχετικά παραδείγματα και βιβλιογραφία.
[3] Kitzinger, Byzantine Art, σ. 26 εικ. 44, Kitzinger, Studies, σ. 339.
[4] Kitzinger, Studies, σ. 339 εικ. 6, Kitzinger, Η βυζαντινή τέχνη, εικ. 83.
[5] Ο αναχρονισμός αυτός, που παρουσιάζει στην εικόνα της Σταύρωσης τον Ιωάννη σε ώριμη ηλικία να κρατάει το Ευαγγέλιο, συναντάται επίσης σε Καρολίγγεια ελεφαντοστέινη πλάκα του 9ου αι. στο Μουσείο Κοσμητείας στο Λίβερπουλ, σε εικόνα του Αγίου Όρους και σε εικόνα της Μ. Σινά, ενώ θεωρείται αρχαίος συριακός τύπος. Σε άλλη περίπτωση, όπως σε μικρογραφία Ευαγγελίου του Βατικανό (Vatican. gr. 1156), εικονίστηκε νέος κρατώντας με το ένα χέρι το μάγουλο και με το άλλο το Ευαγγέλιο. Βλ. Kitzinger, Η βυζαντινή τέχνη, εικ. 78, Σωτηρίου, ό.π., σ. 38 εικ. 24 και Millet, Recherches, εικ 426, 442.
[6] Kitzinger, Studies, σ. 343.
[7] Kitzinger, Studies, 345-346.
[8] Kitzinger, Studies, εικ. 21.
[9] Όπως σε ξύλινη λειψανοθήκη των Sancta Sanctorum στο Βατικανό, σε λειψανοθήκη του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης στη Νέα Υόρκη και σε σταυρόσχημες λειψανοθήκες του Εθνικού Μουσείου Σόφιας και της Οξφόρδης. Βλ. Kitzinger, ό.π., εικ. 7, 10-11, 20a-b.
[10] Στο Ευαγγέλιο του Rabbula (Plut. I, 56, fol. 13r), σε κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης Παρισίων (κώδ. Gr. 510, fol. 30v) και στο Ψαλτήρι του Κλουντώφ. Βλ. Kitzinger, Studies, εικ. 20, 26, Αντουράκης, Χριστιανική Ζωγραφική, σ. 287 εικ. γ64.
[11] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 24-25.
[12] Ο Κόντογλου γνώριζε τον εικονογραφικό τύπο αυτό και τον αναφέρει στο βιβλίο του «Για να πάρουμε μια ιδέα περί ζωγραφικής», εξηγώντας πως μορφοποιούνται με την πάροδο του χρόνου οι εικονογραφικοί τύποι, ποια είναι τα εικαστικά στοιχεία της εικόνας που συνθέτουν και συντελούν στο ρυθμό της και ποιος είναι ο ρόλος των καλλιτεχνών στη δημιουργική αυτή πορεία. Βλ. Κόντογλου, Περί ζωγραφικής, σ. 32-40.
[13] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 38-39.
[14] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 31, Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 32-33.
[15] Για παράδειγμα σε εικόνες της Μονής Σινά και σε φιλντισένιο τρίπτυχο του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 26-27 και Kitzinger, Studies, εικ. 22.
[16] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σημ. 54.
[17] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, ό.π.
[18] Τα σημεία σταθμοί για την εξέλιξη της βυζαντινής ζωγραφικής ήταν η αναγέννηση που συντελέστηκε στην εποχή των Μακεδόνων, των Κομνηνών και των Παλαιολόγων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
[19] Κόρδης, Παράδοση και δημιουργία, σ. 108, Ζίας, Κόντογλου, σ. 83.
[20] Kitzinger, Studies, εικ. 20. Στη μικρογραφία αυτή εικονίζονται επίσης και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό, δύο στρατιώτες, ένας εκ των οποίων φέρει την επιγραφή «ΛΟΓΙΝΟΣ», σκηνή που αναπαριστά το διαμερισμό των ιματίων και άλλες γυναίκες, που μαζί με την Παναγία και τον Ιωάννη παρακολουθούν τα γεγονότα.
[21] Στο προαναφερθέν σύγγραμμα ο Κόντογλου φέρνει ως παράδειγμα εικόνα του Ανδρέα Παβία του 15ου αιώνα για να δείξει «πως κατάντησε ο τύπος της Σταύρωσης στην παρακμή της βυζαντινής ζωγραφικής». Βλ. Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 36-37.
[22] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[23] Η κλίση του σώματος του Χριστού προς τη δεξιά πλευρά, όπου βρίσκεται η Παναγία, έχει πια καθιερωθεί κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο ενώ ερμηνεύεται ως τρόπος έκφρασης της έλξης των δύο μορφών. Βλ. Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 33.
[24] Κόρδης, Εν Ρυθμώ, σ. 54-60, όπου στοιχεία για το στήσιμο της μορφής και της μονοπρόσωπης φιγούρας και ενδεικτικά σχέδια.
[25] Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως σε μικρογραφία τετραευάγγελου της Μονής Ιβήρων (κώδ. 56, φ. 11β, 11ος αι.) και σε τοιχογραφία της Μονής Mirozhsky στο Pskov, ο Χριστός εικονίστηκε εντελώς γυμνός επάνω στο Σταυρό, χαρακτηριστικό που υποδηλώνει όπως σε ανάλογες απεικονίσεις στην εικόνα της Βάπτισης, την Άκρα Ταπείνωση του Θεανθρώπου. Βλ. Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 34, Kitzinger, Studies, εικ. 2.
[26] Η επιγραφή «Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ» ήταν συνηθισμένη κατά την παλαιολόγεια εποχή, ενώ σε μνημεία του 11ου και του 12ου αι. το συμπίλημα «IC XC» ήταν συνήθως γραμμένο κι αυτό στην πινακίδα που βρίσκεται στην κορυφή του σταυρού. Σε κάποιες εικόνες η επιγραφή της παράστασης «Η ΣΤΑΥΡΩΣΙΣ» ήταν γραμμένη στην οριζόντια κεραία του σταυρού. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 187, εικ. 77, 205.
[27] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 174.
[28] Η ονομασία του Γολγοθά, όπου σταυρώθηκε ο Χριστός, στα ελληνικά μεταφράζεται ‘’Κρανίου Τόπος’’ κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη (Ιωάν., ιθ’ 17), ενώ η ίδια ερμηνεία αναφέρεται και από τους υπόλοιπους Ευαγγελιστές (Ματθ., κζ’ 33, Μάρκ., ιε’ 22, Λουκ., κγ’ 33).
[29] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[30] Ιωάν., ιθ’ 25.
[31] Η τοποθέτηση του αριστερού χεριού στην παρειά σε ένδειξη της θλίψεως είναι στοιχείο που συναντάται ήδη σε πολύ παλιές εικόνες, κατάγεται δε από τις τοιχογραφίες της Καππαδοκίας. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 38-39, εικ. 24.
[32] Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 57.
[33] Για παράδειγμα σε μικρογραφία της Μονής Ιβήρων, σε εικόνα της Μονής Σινά και στη Μονή Mirozhsky στο Pskov. Βλ. Γαλάβαρης, ό.π., σ.34 εικ. 20, Σωτηρίου, ό.π., εικ. 27, Kitzinger, Studies, εικ. 2.
[34] Έτσι εικονίστηκε στο Ευαγγέλιο του Rabbula, στη Santa Maria Antiqua, σε ελεφαντοστέινο τρίπτυχο, σε μικρογραφία Παρισινού κώδικα (κώδ. gr 510, fol. 30v), σε εικόνες της Μονής Σινά. Βλ. Kitzinger, Studies, εικ. 20-22, 26, Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 40, 220. Ο τύπος αυτός θεωρείται αρχαίος συριακός που αρχίζει να σπανίζει από τον 11ο αιώνα. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 53-54.
[35] Σε στάχωση Ευαγγελίου της Μονής Αγίου Στεφάνου Μετεώρων (κώδ. 33), στην Περίβλεπτο του Μυστρά, στο καθολικό της Λαύρας στο Άγιον Όρος. Βλ. Σοφιανός-Γαλάβαρης, Χειρόγραφα Μετεώρων, σ. 337 πίν. Π’, Millet, Mistra, εικ. 117.2, Millet, Athos, εικ. 129.2.
[36] Αναφέρουμε ενδεικτικά ως παραδείγματα τις εικονίσεις στην Παναγία τη Μαυριώτισσα της Καστοριάς, στη Μονή Βατοπεδίου, σε εικόνα της Μονής Σινά, στην Παναγία Ποδηθού στον Γαλατά της Κύπρου και σε ανάγλυφη παράσταση στο δίπτυχο του Barberini. Βλ. Στουφή-Πουλημένου, Στον Φ. Κόντογλου, σ. 120 σημ. 181 όπου και βιβλιογραφία σχετική με το θέμα, Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 100-101, Millet, Athos, εικ. 83.2, Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 194, Stylianou, Churches of Cyprus, εικ. 15, Millet, Recherches, εικ. 4.
[37] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 177.
[38] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. ιζ’.
[39] Με παρόμοιο τρόπο εικονίζονται οι γυναίκες δίπλα στο σταυρό και στην παράσταση που φιλοτέχνησε ο Κόντογλου στο ναό του Αγίου Νικολάου Κάτω Πατησίων. Βλ. Ζίας, Κόντογλου, εικ. 435.
[40] Millet, Athos, εικ. 79.2. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε σαν ένα άλλο παράδειγμα διάταξης πομπής την αντίστοιχη παράσταση τριών Μυροφόρων που εικονίζονται σε ελεφαντοστέινη πλάκα του Εθνικού Βαβαρικού Μουσείου του Μονάχου και αποτελεί πρώιμο χριστιανικό έργο (γύρω στο 400). Παρόμοια με αυτή την απεικόνιση επαναλαμβάνεται και στην Καρολίγγεια ελεφαντοστέινη πλάκα του 9ου αιώνα που προαναφέραμε (πρβλ. σημ. 45), όπου εκτός από την Σταύρωση υπάρχει και σκηνή με τις Μυροφόρες στο μνήμα. Kitzinger, Η βυζαντινή τέχνη, εικ. 76, 78.
[41] Ίδια σκίαση στα μάτια της Παναγίας και των γυναικών υπάρχει και στη Σταύρωση της Παναγίας Παδηθού στην Κύπρο, έργο των αρχών του 16ου αιώνα (1502). Βλ. Stylianou, Churches of Cyprus, ό.π.
[42] Κόρδης, Εν Ρυθμώ, σ. 29-34, για τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της βυζαντινής γραμμής και σ. 90-120 για την αισθητική ανάγνωση των εικόνων.
[43] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 176.
[44] Με τον τρόπο αυτό εικονίζεται και στη λειψανοθήκη του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης. Με την ίδια κίνηση του χεριού, που υποδηλώνει τη θλίψη, εικονίζονται γυναίκες που θρηνούν σε σαρκοφάγο του Αρχαιολογικού Μουσείου Κωνσταντινούπολης, όπου είναι φανερή η επίδραση της αρχαιοελληνικής τέχνης. Βλ. Kitzinger, Studies, εικ. 20a-b και εικ. 23.
[45] Χατζηδάκη, Όσιος Λουκάς, εικ. 19.
[46] Μουρίκη, Τα ψηφιδωτά, εικ. 32-33.
[47] Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 99.
[48] Χατζηδάκη, Όσιος Λουκάς, σ. 25.
[49] Millet, Recherches, εικ. 435.
[50] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 205, 220.
[51] Kitzinger, Studies, εικ. 18.
[52] Ματθ., κζ’ 54.
[53] Ματθ., ό.π.
[54] Μάρκ., ιε’ 38.
[55] Λουκ., κγ’ 47.
[56] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 176.
[57] Αναφέρουμε ενδεικτικά την απεικόνισή του στην Περίβλεπτο του Μυστρά, στη Μονή Βατοπεδίου και σε φορητή εικόνα του Μουσείου Αλεξάνδρου Γ’. Millet, Mistra, εικ. 117.2, Millet, Athos, εικ. 83.2, Millet, Recherches, εικ. 445, 446.
[58] Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 100-101.
[59] Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 99.
[60] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[61] Ματθ., κζ’ 45, Μάρκ., ιε’ 33, Λουκ., κγ’ 44-45.
[62] Νικ., ια’ 1, Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα κείμενα, σ. 192. Στη συνέχεια του απόκρυφου αυτού κειμένου αναφέρεται πως ο Πιλάτος κάλεσε τους Ιουδαίους, που είχαν ζητήσει τη Σταύρωση του Χριστού για να τους επισημάνει ότι το γεγονός της σκοτεινιάς ήταν ένδειξη του άδικου θανάτου ενώ εκείνοι ισχυρίστηκαν πως ήταν απλά μια συνηθισμένη έκλειψη ηλίου (!). Νικ., ια’ 2, βλ. Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα κείμενα, σ. 193 και σημ. 59 όπου και αναφορά σε χριστιανικές πηγές σύγχρονες του απόκρυφου που αντικρούουν το επιχείρημα των Ιουδαίων.
[63] Πολλές φορές η παράσταση, ιδιαίτερα στον απλούστερο τριπρόσωπο τύπο, φέρει την επιγραφή «ΙΔΟΥ Ο ΥΙΟΣ ΣΟΥ / ΙΔΟΎ Η ΜΗΤΗΡ ΣΟΥ». Τα λόγια αυτά, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, απεύθυνε ο Ιησούς ενώ ήταν πάνω στο σταυρό, στη μητέρα Του και στον αγαπημένο μαθητή, βλέποντάς τους να παραστέκουν δίπλα στο σταυρό (Ιωάν., ιθ’ 26-27).
[64] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 173, 175.
[65] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[66] Κόρδης, Παράδοση και δημιουργία, σ. 107-112, όπου εικαστική ανάλυση για την παράσταση της Σταύρωσης στο παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης στην Κηφισιά, Ζίας, Κόντογλου, εικ. 199.
[67] Η εικονογράφηση των ληστών απαντάται ήδη από τον 6ο αιώνα στις «ευλογίες» της Monza και του Bobbio. Στις εικόνες εκείνες παρουσιάζονται με τα χέρια δεμένα πίσω, τύπος που θεωρείται πολύ αρχαϊκός. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ.39, όπου και παλαιότερη βιβλιογραφία.
[68] Στουφή-Πουλημένου, Στον Φ. Κόντογλου, σ. 122-123 σημ. 197 για την εισαγωγή του σύνθετου τύπου στην εικονογραφία, βιβλιογραφία και παραδείγματα, Κόρδης, Παράδοση και δημιουργία, ό.π.
[69] Ζίας, Κόντογλου, εικ. 435.
[70] Στουφή-Πουλημένου, Στον Φ. Κόντογλου, σ. 120-123 πίν. 22.
[71] Ζίας, Κόντογλου, σ. 62-64 εικ. 129.
kapnikarea.wordpress
proskynitis
Η Σταύρωση, ναός Καπνικαρέας
Είναι γεγονός ότι κατά τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, όταν οι χριστιανοί διώκονταν και προσεύχονταν στις κατακόμβες, απέφευγαν την απεικόνιση πένθιμων σκηνών εξαιτίας της μελαγχολικής ατμόσφαιρας των υπόγειων αυτών κοιμητηριακών χώρων[1]. Όταν, μετά το διάταγμα της ανεξιθρησκείας, μπορούσαν ελεύθερα να θρησκεύουν, οι εικόνες τους, επηρεασμένες από την αυτοκρατορική εικονογραφία και εθιμοτυπία, είχαν περισσότερο θριαμβευτικό χαρακτήρα[2].Το εικονογραφικό θέμα της Σταύρωσης πρωτοεμφανίζεται σε σαρκοφάγους που χρονολογούνται στο τέλος ή μετά την περίοδο της βασιλείας του αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνου[3]. Ένας από τους πιο εκτενώς ανεπτυγμένους κύκλους, όπου απεικονίζονται σκηνές από το Πάθος και την Ανάσταση του Χριστού, χωρίς η Σταύρωση να απεικονίζεται με συμβολικό τρόπο, συναντάται στο πρώτο μισό του 5ου αιώνα σε ανάγλυφα πλακίδια που διακοσμούν ελεφαντοστέινο κιβωτίδιο[4].
Η αφήγηση ξεκινά με την Απόνιψη του Πιλάτου, τον Χριστό να σηκώνει το Σταυρό και την άρνηση του Πέτρου και καταλήγει σε σκηνή που απεικονίζει την Απιστία του Θωμά. Στο πλακίδιο όπου εικονίζεται η Σταύρωση, δίπλα στον Εσταυρωμένο στέκονται σε πομπή η Μητέρα Του και ο Ιωάννης στη μία πλευρά και στην άλλη ένας Ρωμαίος στρατιώτης.
Αξιοπρόσεκτο είναι ότι ο Ιωάννης παριστάνεται σε ώριμη ηλικία[5], όπως επίσης και το ότι στο αριστερό άκρο της παράστασης υπάρχει σκηνή που δείχνει τον Ιούδα κρεμασμένο στο δέντρο ενώ κάτω φαίνονται ριγμένα τα αργύρια. Στο ανάγλυφο αυτό ο Χριστός εικονίζεται μετωπικός και γυμνός με ένα περίζωμα γύρω από τη μέση.
Άλλα σημαντικά δείγματα προεικονομαχικής τέχνης με εικόνες της Σταύρωσης υπάρχουν σε κοσμήματα, όπως βραχιόλια και δαχτυλίδια, σε λειψανοθήκες και στα γνωστά φιαλίδια του 6ου και 7ου αιώνα από τη Monza[6]. Στα φιαλίδια, που έφερναν οι προσκυνητές από τους Αγίους Τόπους γεμάτα με λάδι που έπαιρναν σαν ευλογία, παρατηρείται μία σημαντική καινοτομία που θα αποτελέσει στη συνέχεια αναπόσπαστο στοιχείο της παράστασης. Στις μικροσκοπικές ανάγλυφες εικόνες τους, για πρώτη φορά το γεγονός της Σταύρωσης συνδέεται με τον τόπο όπου έλαβε χώρα, αφού ιστορήθηκε κάποιο απείκασμα του τοπίου του Γολγοθά[7].
Μία από τις αρχαιότερες τοιχογραφίες της Σταύρωσης είναι εκείνη στη Santa Maria Antiqua στη Ρώμη[8] (7ος περίπου αι.).
Στην εικόνα αυτή, όπως και σε διάφορα αντικείμενα μικροτεχνίας[9], σε μικρογραφίες χειρογράφων[10] καθώς και σε φορητές εικόνες της Μονής Σινά[11], ο Χριστός εικονίζεται μετωπικός πάνω στο σταυρό, με τα μάτια ανοικτά[12] πολλές φορές και φορώντας ένα μακρύ πορφυρό ρούχο χωρίς μανίκια, το ονομαζόμενο «κολόβιον»[13]. Τα έργα αυτά, προεικονομαχικής κυρίως εποχής, συνδυάζουν στοιχεία από αρχαίους συριακούς και αιγυπτιακούς εικονογραφικούς τύπους[14]. Παράλληλα με αυτούς συνυπάρχει και άλλος τύπος, που παρουσιάζει το Χριστό γυμνό πάνω στο σταυρό, με ένα πανί γύρω από τη μέση του και το σώμα όχι τόσο άκαμπτο[15]. Το στοιχείο αυτό συναντάται στις καππαδοκικές τοιχογραφίες[16] και θεωρείται αρχαϊκό, προερχόμενο δηλαδή από την ελληνορωμαϊκή τέχνη. Οι εικαστικές λεπτομέρειες όλων των προαναφερθέντων εικόνων είναι αρχαϊκές και αποτελούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της μοναστικής τέχνης της Ανατολής (Παλαιστίνης, Αιγύπτου, Συρίας, Καππαδοκίας) που διατηρείται μέχρι και τον 9ο αιώνα[17].
Μετά την εικονομαχία, και ιδιαίτερα στις περιόδους μεγάλης ακμής της βυζαντινής τέχνης[18], αποκρυσταλλώθηκαν τα εικονογραφικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους περισσότερο γνωστούς σε εμάς σήμερα εικονογραφικούς τύπους της παράστασης. Ο τύπος που επικράτησε περισσότερο ήταν ο απλός, που περιλαμβάνει μόνο τα κεντρικά πρόσωπα του Χριστού, της Παναγίας και του Ιωάννη, ενώ υπήρχε παράλληλα με έναν δεύτερο τύπο στον οποίο περιλαμβάνονται και τα πρόσωπα άλλων γυναικών όπως και του εκατόνταρχου ή άλλων στρατιωτών. Ο εμπλουτισμένος με δευτερεύουσες σκηνές και επιπλέον πρόσωπα εικονογραφικός τύπος της Σταύρωσης γίνεται πιο διαδεδομένος κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο[19], αν και ήταν γνωστός από την παλαιοχριστιανική εποχή, οπότε είχε ιστορηθεί σε μικρογραφία στο Ευαγγέλιο του Rabbula (κώδ. Plut. I, fol. 13r)[20].
Η μικρογραφία της Σταύρωσης στο Ευαγγέλιο του Rabbula (Ernst Kitzinger, Studies in late antique byzantine and medieval western art)
Για την εικαστική απόδοση του ιστορικού γεγονότος της Σταύρωσης στο ναό της Καπνικαρέας, ο Κόντογλου επέλεξε έναν από τους πιο απλούς και λιτούς εικονογραφικούς τύπους, αφενός γιατί το επέβαλαν οι περιορισμένες διαστάσεις του χώρου της καμάρας και αφετέρου γιατί, σύμφωνα με την προσωπική του άποψη, η επιβάρυνσή της με πολυπρόσωπες σκηνές[21] μπορεί είτε να συντελέσει στο να χάσει η εικόνα την αυστηρή απλότητα που έχει, είτε να συγχύσει την ευπρέπειά της[22].
Το κέντρο και το μεγαλύτερο μέρος της εικόνας καταλαμβάνει ο σταυρός πάνω στον οποίο βρίσκεται ο Εσταυρωμένος Ιησούς, ο οποίος όντας νεκρός έχει ριγμένο το κεφάλι πάνω στο δεξί Του ώμο, ενώ το σώμα Του καμπυλώνεται ελαφρά με κλίση επίσης προς την δεξιά πλευρά[23], ακολουθώντας με τον τρόπο αυτό το σχηματισμό ανάστροφου S[24].
Το γυμνό Του σώμα[25] τυλίγει ένα πανί γύρω από τη μέση σε ρόδινη απόχρωση. Ο ίδιος ο ζωγράφος περιγράφει την απεικόνιση του Χριστού ως εξής: «Το άχραντον σώμα Του είναι όλον κόκκαλα από την κακοπάθησιν, με τας χείρας απλωμένας και με ανοικτάς τας παλάμας, ως να προσεύχεται. Ενθυμίζω εις τον πιστόν το τροπάριον οπού λέγει ̇ «Ήπλωσας τας παλάμας και ήνωσας τα το πριν διεστώτα», ήγουν ότι συνεφιλίωσε με το πάθος Του, τον Θεόν με τον άνθρωπον, και ωσάν να ανοίγη τας αγκάλας του προς όλους τους ανθρώπους. Οι δε πόδες σμικτοί, με τα γόνατα ολίγον διπλωμένα, πατούν εις εν σανίδιον ως υποπόδιον. Από τας αχράντους χείρας και πόδας Του τρέχουν αίματα, από δε την πλευράν Αυτού αίμα και ύδωρ. Και επάνω της κεφαλής Αυτού είναι επιγραφή καρφωμένη επί του σταυρού με τα γράμματα Ο ΒCΛΤΔΞC ήγουν Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ[26], ουχί δε με τα ψηφία Ι.Ν.Β.Ι., ως έγραψαν οι ασεβείς σταυρωταί του Κυρίου, χλευάζοντες αυτόν»[27].
Πιο κάτω από την επιγραφή στην κορυφή του σταυρού, πάνω από τους ώμους του Κυρίου και έξω από το ένσταυρο φωτοστέφανό Του, υπάρχει άλλη επιγραφή με τα συμπιλήματα «IC̃ / XC̃».
Ο σταυρός στηρίζεται επάνω σε ένα μικρό βράχο, στην πρόσοψη του οποίου σχηματίζεται μικρό σπήλαιο. Μέσα στο σπήλαιο είναι ζωγραφισμένο ένα κρανίο[28] και αντί για τα δύο κόκκαλα, που αναφέρει ο Κόντογλου στην περιγραφή της εικόνας[29], έχει ζωγραφίσει ένα φίδι στα αριστερά του κρανίου και δύο μικρά λευκά λουλούδια στα δεξιά. Σύμφωνα με τη θεολογική επεξήγηση που παραθέτει ο Κόντογλου, το σπήλαιο συμβολίζει τον Άδη και το κρανίο τον Αδάμ, άρα και το «πεπτωκός» ανθρώπινο γένος. Έτσι συμπεραίνουμε, ότι με το φίδι συμβολίζει τον αρχέκακο όφι, στον οποίο οφείλεται η πτώση των πρωτοπλάστων και επακόλουθα όλων των ανθρώπων στην αμαρτία και τον θάνατο, ενώ με τα λουλούδια τη σωτηρία που πραγματοποιήθηκε χάρη στη θυσία του αναμάρτητου Χριστού προκειμένου να ανακαινιστεί ο άνθρωπος και η κτίση και να επανασυνδεθεί με το Δημιουργό της.
Λεπτομέρεια από την εικόνα της Σταύρωσης στην Καπνικαρέα
Στα δεξιά του Εσταυρωμένου βρίσκεται πομπή τριών γυναικών, της οποίας προπορεύεται η Θεοτόκος. Μαζί με την μητέρα του Κυρίου δίπλα στο σταυρό, κατά τη μαρτυρία του Ευαγγελιστή Ιωάννη, βρίσκονταν άλλες δύο γυναίκες «η αδελφή της μητρός αυτού, Μαρία η του Κλωπά και Μαρία η Μαγδαληνή»[30], ενώ σύμφωνα με τους Συνοπτικούς Ευαγγελιστές υπήρχαν και άλλες γυναίκες. Η θλίψη είναι εμφανής και διάχυτη, αλλά διακριτική, στα πρόσωπα όλων των γυναικών, οι οποίες προσέρχονται συγκλονισμένες προς τον Κύριο με προτεταμένο το δεξί τους χέρι εμπρός σε στάση ικεσίας.
Τόσο η Παναγία, όσο και η τρίτη γυναίκα, κρατούν με το άλλο τους χέρι το κεφάλι[31]. Τα ενδύματα της Παναγίας είναι σε πένθιμους χρωματισμούς, δηλαδή ο χιτώνας και ο κεκρύφαλος σε ιώδες και το μαφόριο σε μαύρο χρώμα. Ο χιτώνας καταλήγει σε χρυσοκίτρινα επιμανίκια τα οποία στολίζουν μαργαριτάρια, όπως και την χρυσή ταινία γύρω από το λαιμό της. Σε αντίθεση με τα σκουρόχρωμα ενδύματα, φορά τα χαρακτηριστικά κόκκινα υποδήματα που υποδηλώνουν τη βασιλική της ιδιότητα[32]. Οι γυναίκες που την ακολουθούν φορούν κι εκείνες ενδύματα σε μουντούς τόνους: σε λαδοπράσινο και ανοικτό ροδί η πρώτη, σε ιώδες και γαλάζιο η δεύτερη. Όλες οι γυναίκες φέρουν φωτοστέφανα, ενώ μόνο έξω από αυτό της Παναγίας υπάρχει επιγραφή με τα συμπιλήματα «ΜΡ̃ / ΘΥ̃».
Κάποιες φορές στις εικόνες της Σταύρωσης η Παναγία εικονογραφείται κρατώντας μαντήλι[33], στην παλαιότερη εικονογραφία τα χέρια της ήταν καλυμμένα από το μαφόριο[34], ενώ σε άλλες εικόνες φαίνεται υποβασταζόμενη[35] από τις υπόλοιπες γυναίκες που μαζί της θρηνούν. Σε άλλες περιπτώσεις εικονίζεται σαν να πρόκειται να λιποθυμήσει, γεγονός που κάνει την εικόνα περισσότερο συναισθηματικά φορτισμένη δείχνοντας έντονα τον πόνο της μητρικής αγάπης[36]. Ο εικονογραφικός τύπος της λιποθυμούσας Θεοτόκου ήταν ιδιαίτερα αγαπητός κατά τον 13ο και 14ο αιώνα και αντιπροσώπευε τη βενετο-βυζαντινή σχολή[37].
Στην εξεταζόμενη παράσταση της Σταύρωσης, η Παναγία σε πομπή με δύο άλλες γυναίκες δηλώνουν την παρουσία τους παραστέκοντας δίπλα στο σταυρό του Κυρίου, όπως αναφέρει το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, και με κινήσεις απλές, κεκαθαρμένες από ανώφελες σκηνοθεσίες[38], δείχνουν τη θλίψη που είναι ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους.
Το στοιχείο της παρουσίας των γυναικών σε πομπή δίπλα στο σταυρό του Κυρίου συναντάται σπάνια στις εικόνες της Σταύρωσης. Συνήθως οι μορφές τους είναι στημένες με τρόπο που φαίνονται σαν να συνομιλούν μέσα από τη βουβή θλίψη τους πλαισιώνοντας ή αγκαλιάζοντας τη Θεομήτορα. Τόσο η έντονη πτυχολογία των ενδυμάτων, που αισθητοποιεί την κίνηση και την ένταση των εικονιζόμενων μορφών, όσο και η στάση τους, αλλά και ο ρυθμός της πομπής, φαίνεται πως είναι εικαστικό τέχνασμα ελληνιστικής καταγωγής, αλλά παρόλα αυτά μοναδική δημιουργία του Κόντογλου[39].
Στη χριστιανική τέχνη, στις εικόνες που μέχρι τώρα εξετάσαμε, η διάταξη των γυναικών σε πομπή υπάρχει μόνο στη μία από τις δύο παραστάσεις της Σταύρωσης που βρίσκονται στη Μονή Χιλανδαρίου στο Άγον Όρος[40], έργο του 14ου αιώνα (1320 π.). Στην παράσταση του Αγίου Όρους εικονίζεται η Παναγία και άλλη μία γυναίκα που ακολουθεί σε παρόμοια στάση και διάταξη με την αντίστοιχη της Καπνικαρέας, ενώ η παρουσία άλλης μίας γυναίκας είναι ορατή πίσω τους στο βάθος. Παρά την ομοιότητα, υπάρχουν και αρκετές διαφορές που διακρίνονται ιδιαίτερα στην ανθρωπομετρία, στην πτυχολογία των ενδυμάτων και στην κίνηση του κεφαλιού και του αριστερού χεριού της Παναγίας. Αυτό που καθιστά ξεχωριστή την εικόνα του Κόντογλου είναι η συντετριμμένη έκφραση των προσώπων των γυναικών, που τονίζεται με την πρασινωπή σκίαση κάτω από τα μάτια τους[41], και η επίτευξη της ρυθμικής κίνησης, μέσα από την αλλεπάλληλη χιαστή χάραξη της πτυχολογίας των ενδυμάτων, γεγονός που δείχνει τις μορφές να κινούνται ενώ στέκουν ακίνητες[42].
Λεπτομέρεια από την εικόνα της Σταύρωσης στην Καπνικαρέα
Στα αριστερά του σταυρού βρίσκεται ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, ο Απόστολος Ιωάννης. Είναι εικονογραφημένος σε στάση τριών τετάρτων, με κυρτωμένους τους ώμους και λυγισμένα τα γόνατα. Με εμφανή τη θλίψη και στο δικό του πρόσωπο, έχει το βλέμμα στραμμένο προς το Διδάσκαλό του βαστάζοντας με το δεξί χέρι το κεφάλι του και αφήνοντας το αριστερό χέρι, που είναι τυλιγμένο μέσα στο ιμάτιο, να πέφτει προς τα κάτω. Είναι εικονογραφημένος «νέος, αγένειος, σγουρομάλλης»[43], φορά γαλάζιο χιτώνα που φέρει κόκκινες λωρίδες στα πλάγια, και υπόλευκο ιμάτιο με καφετιές σκιάσεις. Έξω από το φωτοστέφανο, αριστερά και δεξιά αντίστοιχα, υπάρχει η επιγραφή «ΙΩ̃ / ο / θεολόγος». Ο τρόπος εικονογράφησης του Ιωάννη στην παράσταση της Σταύρωσης, με την κίνηση να φέρει το δεξί χέρι στο μάγουλο ήταν ήδη γνωστός από την παλαιοχριστιανική εποχή[44], ενώ από τη μεσοβυζαντινή περίοδο και έπειτα καθιερώθηκε και επικράτησε στις περισσότερες εικόνες.
Κάποιες φορές, όπως, για παράδειγμα, στα ψηφιδωτά του Οσίου Λουκά[45] και της Νέας Μονής Χίου[46] και σε τοιχογραφία του καθολικού της Μονής της Στουντένιτσα[47], ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου εικονίστηκε όχι αγένειος αλλά με αξύριστο πρόσωπο, χαρακτηριστικό που ανήκει σε παλαιότερη εικονογραφία[48]. Ωστόσο, η εικονογράφησή του στην εξεταζόμενη παράσταση με τα πόδια λυγισμένα παραπέμπει στην τοιχογραφία της Σταύρωσης στο Malyj Grad[49] της Βουλγαρίας, ενώ τα προσωπογραφικά του χαρακτηριστικά και το ογκώδες του σώματος αντιστοιχούν σε παλαιολόγεια πρότυπα, όπως σε εικόνες της Μονής Σινά[50] και σε εικόνα από το Poganovo που βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη στη Σόφια[51].
Πίσω από τον Απόστολο Ιωάννη στέκεται ο εκατόνταρχος Λογγίνος, ο οποίος σύμφωνα με τους Συνοπτικούς Ευαγγελιστές, «τηρώντας»[52] τον Ιησού μαζί με τους στρατιώτες του, ήταν παρών κατά τη στιγμή που ο Ιησούς εξέπνευσε παραδίδοντας το πνεύμα στο Θεό-Πατέρα Του. Έτσι, αφού έγινε ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας των όσων θαυμαστών γεγονότων συνέβησαν τη στιγμή του θανάτου του Κυρίου (σεισμός, σχίσιμο παραπετάσματος του ναού, έγερση νεκρών από τα μνημεία, σκοτεινιά) ομολόγησε ότι «αληθώς θεού υιός ην» κατά τους Ευαγγελιστές Ματθαίο[53] και Μάρκο[54], ή «όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ην[55]» σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Λουκά.
Εξαιτίας της ομολογίας του αυτής και της αναγνώρισης της Θεότητας του Χριστού, εικονογραφείται και ο εκατόνταρχος με φωτοστέφανο[56]. Η στάση του σώματός του είναι σε δυναμική μετωπικότητα με το αριστερό γόνατο ελαφρώς λυγισμένο, το δεξί χέρι υψωμένο σε κίνηση ευλογίας και το κεφάλι του στραμμένο προς τον Εσταυρωμένο. Φορά στρατιωτική ενδυμασία με βυσσινόχρωμο μακρύ μανδύα και με το αριστερό χέρι κρατά στρόγγυλη ασπίδα εμπρός του. Στο κεφάλι φορά μαντήλι και εικονογραφείται σε ώριμη ηλικία με στρόγγυλο κοντό γένι. Η μορφή του εκατόνταρχου και η ενδυμασία του μοιάζουν επίσης με την προαναφερθείσα τοιχογραφία του Malyj Grad. Σε πολλές εικόνες της Σταύρωσης, όπως και σε εκείνη του Malyj Grad, ο εκατόνταρχος παριστάνεται να δείχνει με το δεξί χέρι προς τον Ιησού[57]. Κάνοντας κίνηση ευλογίας παραστάθηκε στην Παναγία τη Μαυριώτισσα στην Καστοριά στις αρχές του 13ου αιώνα[58] και στη Μονή της Στουντένιτσα την ίδια περίπου εποχή[59].
Λεπτομέρεια από την εικόνα της Σταύρωσης στην Καπνικαρέα
Πάνω από το σταυρό του Κυρίου είναι εικονογραφημένος ο ήλιος στα αριστερά και η σελήνη στα δεξιά «εις σχήμα ανθρωπίνων προσώπων, ο μεν ήλιος με χρώμα κόκκινον αιματώδες, η δε σελήνη στακτόχρους, με τας ακτίνας γυρισμένας προς το μέρος του Χριστού, εις σημείον ότι εσκοτίσθησαν κατά την Σταύρωσιν»[60]. Το γεγονός της σκοτεινιάς μαρτυρείται και στα τρία Συνοπτικά Ευαγγέλια[61], ενώ η ίδια διήγηση επαναλαμβάνεται και στο απόκρυφο Ευαγγέλιο του Νικοδήμου[62].
Ανάμεσα στις προσωποποιήσεις του ήλιου και της σελήνης υπάρχει η επιγραφή της παράστασης «Η ΣΤΑΎΡΩCIC»[63]. Στο βάθος της παράστασης είναι ζωγραφισμένο σε υπόλευκο χρώμα το τείχος της Ιερουσαλήμ. Ο ουρανός είναι σε σκούρο μαύρο-μπλε χρώμα και το έδαφος, ανοικτό πράσινο στα δύο τρίτα, όπου πατούν τα εικονιζόμενα πρόσωπα, και ωχρο-πράσινο στο ένα τρίτο που αντιστοιχεί στο κατώτερο μέρος της εικόνας. Σε σύγκριση με την παράσταση της Βαϊοφόρου που βρίσκεται στο άλλο σκέλος της καμάρας, οι τόνοι του χρώματος του κάμπου, στην παράσταση της Σταύρωσης, είναι αρκετά σκουρότεροι προκειμένου να αποδοθεί το σκότος που συνέβη την ημέρα της Σταύρωσης του Κυρίου, γεγονός που συμβολίζει τη θλίψη και της ίδιας της φύσης για το μαρτύριο του Δημιουργού της.
Στο έργο του-οδηγό για την ορθόδοξη εικονογραφία ο Κόντογλου παραθέτει δύο διαφορετικά σχέδια[64] για την εικόνα της Σταύρωσης, το ένα εκ των οποίων είναι εκείνο που εικονογραφήθηκε στο ναό της Καπνικαρέας. Τα δύο σχέδια απαρτίζονται από τα ίδια πρόσωπα, στημένα με διαφορετικό τρόπο, καθώς και από τις ίδιες εικονογραφικές λεπτομέρειες με κάποιες μικρές παραλλαγές, γεγονός που φανερώνει τόσο τη γνώση των διαφορετικών εικονογραφικών τύπων όσο και την ικανότητα του Κόντογλου στη δημιουργία ξεχωριστών προσωπικών συνθέσεων. Στο ίδιο βιβλίο περιγράφει και άλλες σκηνές ή πρόσωπα με τα οποία μπορεί να εμπλουτιστεί η εν λόγω εικόνα, όταν είναι αρκετός ο διαθέσιμος χώρος στο ναό για την εικονογράφηση της παράστασης[65].
Τέτοια, εμπλουτισμένη με δευτερεύουσες σκηνές και περισσότερα πρόσωπα, σύνθεση είχε εικονογραφήσει ο ίδιος, κάποια χρόνια νωρίτερα, στο παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης στην Κηφισιά[66]. Στην παράσταση εκείνη, εκτός από τον Χριστό στο σταυρό, εικονίζονται εκατέρωθεν και οι δύο ληστές[67], ενώ στα αριστερά και στα δεξιά της εικόνας αντίστοιχα εικονίζονται σε μικρότερη κλίμακα οι στρατιώτες που διαμερίζουν τα ιμάτια του Χριστού και οι αναστηθέντες από τα ανεωγμένα μνήματα[68]. Ο Κόντογλου φαίνεται να προτιμάει τον απλό τύπο τον οποίο ακολουθεί τόσο στην εικονογράφηση της Καπνικαρέας όσο και σε εκείνη άλλων ναών, όπως του Αγίου Νικολάου Κάτω Πατησίων[69] και του Αγίου Γεωργίου Κυψέλης[70], ενώ στην πρώτη του εικονογραφική δουλειά για ναό, αυτόν της Παντάνασσας στο Μοναστηράκι, χρησιμοποίησε τον τριπρόσωπο τύπο[71].
[1] Αντουράκης, Χριστιανική Ζωγραφική, σ. 20.
[2] Kitzinger, Studies, σ. 338, Μαντάς, Το εικονογραφικό πρόγραμμα, σ. 43-44, όπου αναφορές σε σχετικά παραδείγματα και βιβλιογραφία.
[3] Kitzinger, Byzantine Art, σ. 26 εικ. 44, Kitzinger, Studies, σ. 339.
[4] Kitzinger, Studies, σ. 339 εικ. 6, Kitzinger, Η βυζαντινή τέχνη, εικ. 83.
[5] Ο αναχρονισμός αυτός, που παρουσιάζει στην εικόνα της Σταύρωσης τον Ιωάννη σε ώριμη ηλικία να κρατάει το Ευαγγέλιο, συναντάται επίσης σε Καρολίγγεια ελεφαντοστέινη πλάκα του 9ου αι. στο Μουσείο Κοσμητείας στο Λίβερπουλ, σε εικόνα του Αγίου Όρους και σε εικόνα της Μ. Σινά, ενώ θεωρείται αρχαίος συριακός τύπος. Σε άλλη περίπτωση, όπως σε μικρογραφία Ευαγγελίου του Βατικανό (Vatican. gr. 1156), εικονίστηκε νέος κρατώντας με το ένα χέρι το μάγουλο και με το άλλο το Ευαγγέλιο. Βλ. Kitzinger, Η βυζαντινή τέχνη, εικ. 78, Σωτηρίου, ό.π., σ. 38 εικ. 24 και Millet, Recherches, εικ 426, 442.
[6] Kitzinger, Studies, σ. 343.
[7] Kitzinger, Studies, 345-346.
[8] Kitzinger, Studies, εικ. 21.
[9] Όπως σε ξύλινη λειψανοθήκη των Sancta Sanctorum στο Βατικανό, σε λειψανοθήκη του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης στη Νέα Υόρκη και σε σταυρόσχημες λειψανοθήκες του Εθνικού Μουσείου Σόφιας και της Οξφόρδης. Βλ. Kitzinger, ό.π., εικ. 7, 10-11, 20a-b.
[10] Στο Ευαγγέλιο του Rabbula (Plut. I, 56, fol. 13r), σε κώδικα της Εθνικής Βιβλιοθήκης Παρισίων (κώδ. Gr. 510, fol. 30v) και στο Ψαλτήρι του Κλουντώφ. Βλ. Kitzinger, Studies, εικ. 20, 26, Αντουράκης, Χριστιανική Ζωγραφική, σ. 287 εικ. γ64.
[11] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 24-25.
[12] Ο Κόντογλου γνώριζε τον εικονογραφικό τύπο αυτό και τον αναφέρει στο βιβλίο του «Για να πάρουμε μια ιδέα περί ζωγραφικής», εξηγώντας πως μορφοποιούνται με την πάροδο του χρόνου οι εικονογραφικοί τύποι, ποια είναι τα εικαστικά στοιχεία της εικόνας που συνθέτουν και συντελούν στο ρυθμό της και ποιος είναι ο ρόλος των καλλιτεχνών στη δημιουργική αυτή πορεία. Βλ. Κόντογλου, Περί ζωγραφικής, σ. 32-40.
[13] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 38-39.
[14] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 31, Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 32-33.
[15] Για παράδειγμα σε εικόνες της Μονής Σινά και σε φιλντισένιο τρίπτυχο του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 26-27 και Kitzinger, Studies, εικ. 22.
[16] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σημ. 54.
[17] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, ό.π.
[18] Τα σημεία σταθμοί για την εξέλιξη της βυζαντινής ζωγραφικής ήταν η αναγέννηση που συντελέστηκε στην εποχή των Μακεδόνων, των Κομνηνών και των Παλαιολόγων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου.
[19] Κόρδης, Παράδοση και δημιουργία, σ. 108, Ζίας, Κόντογλου, σ. 83.
[20] Kitzinger, Studies, εικ. 20. Στη μικρογραφία αυτή εικονίζονται επίσης και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί με τον Χριστό, δύο στρατιώτες, ένας εκ των οποίων φέρει την επιγραφή «ΛΟΓΙΝΟΣ», σκηνή που αναπαριστά το διαμερισμό των ιματίων και άλλες γυναίκες, που μαζί με την Παναγία και τον Ιωάννη παρακολουθούν τα γεγονότα.
[21] Στο προαναφερθέν σύγγραμμα ο Κόντογλου φέρνει ως παράδειγμα εικόνα του Ανδρέα Παβία του 15ου αιώνα για να δείξει «πως κατάντησε ο τύπος της Σταύρωσης στην παρακμή της βυζαντινής ζωγραφικής». Βλ. Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 36-37.
[22] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[23] Η κλίση του σώματος του Χριστού προς τη δεξιά πλευρά, όπου βρίσκεται η Παναγία, έχει πια καθιερωθεί κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο ενώ ερμηνεύεται ως τρόπος έκφρασης της έλξης των δύο μορφών. Βλ. Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 33.
[24] Κόρδης, Εν Ρυθμώ, σ. 54-60, όπου στοιχεία για το στήσιμο της μορφής και της μονοπρόσωπης φιγούρας και ενδεικτικά σχέδια.
[25] Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως σε μικρογραφία τετραευάγγελου της Μονής Ιβήρων (κώδ. 56, φ. 11β, 11ος αι.) και σε τοιχογραφία της Μονής Mirozhsky στο Pskov, ο Χριστός εικονίστηκε εντελώς γυμνός επάνω στο Σταυρό, χαρακτηριστικό που υποδηλώνει όπως σε ανάλογες απεικονίσεις στην εικόνα της Βάπτισης, την Άκρα Ταπείνωση του Θεανθρώπου. Βλ. Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 34, Kitzinger, Studies, εικ. 2.
[26] Η επιγραφή «Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΗΣ ΔΟΞΗΣ» ήταν συνηθισμένη κατά την παλαιολόγεια εποχή, ενώ σε μνημεία του 11ου και του 12ου αι. το συμπίλημα «IC XC» ήταν συνήθως γραμμένο κι αυτό στην πινακίδα που βρίσκεται στην κορυφή του σταυρού. Σε κάποιες εικόνες η επιγραφή της παράστασης «Η ΣΤΑΥΡΩΣΙΣ» ήταν γραμμένη στην οριζόντια κεραία του σταυρού. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 187, εικ. 77, 205.
[27] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 174.
[28] Η ονομασία του Γολγοθά, όπου σταυρώθηκε ο Χριστός, στα ελληνικά μεταφράζεται ‘’Κρανίου Τόπος’’ κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη (Ιωάν., ιθ’ 17), ενώ η ίδια ερμηνεία αναφέρεται και από τους υπόλοιπους Ευαγγελιστές (Ματθ., κζ’ 33, Μάρκ., ιε’ 22, Λουκ., κγ’ 33).
[29] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[30] Ιωάν., ιθ’ 25.
[31] Η τοποθέτηση του αριστερού χεριού στην παρειά σε ένδειξη της θλίψεως είναι στοιχείο που συναντάται ήδη σε πολύ παλιές εικόνες, κατάγεται δε από τις τοιχογραφίες της Καππαδοκίας. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 38-39, εικ. 24.
[32] Γαλάβαρης, Μονή Ιβήρων, σ. 57.
[33] Για παράδειγμα σε μικρογραφία της Μονής Ιβήρων, σε εικόνα της Μονής Σινά και στη Μονή Mirozhsky στο Pskov. Βλ. Γαλάβαρης, ό.π., σ.34 εικ. 20, Σωτηρίου, ό.π., εικ. 27, Kitzinger, Studies, εικ. 2.
[34] Έτσι εικονίστηκε στο Ευαγγέλιο του Rabbula, στη Santa Maria Antiqua, σε ελεφαντοστέινο τρίπτυχο, σε μικρογραφία Παρισινού κώδικα (κώδ. gr 510, fol. 30v), σε εικόνες της Μονής Σινά. Βλ. Kitzinger, Studies, εικ. 20-22, 26, Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 40, 220. Ο τύπος αυτός θεωρείται αρχαίος συριακός που αρχίζει να σπανίζει από τον 11ο αιώνα. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 53-54.
[35] Σε στάχωση Ευαγγελίου της Μονής Αγίου Στεφάνου Μετεώρων (κώδ. 33), στην Περίβλεπτο του Μυστρά, στο καθολικό της Λαύρας στο Άγιον Όρος. Βλ. Σοφιανός-Γαλάβαρης, Χειρόγραφα Μετεώρων, σ. 337 πίν. Π’, Millet, Mistra, εικ. 117.2, Millet, Athos, εικ. 129.2.
[36] Αναφέρουμε ενδεικτικά ως παραδείγματα τις εικονίσεις στην Παναγία τη Μαυριώτισσα της Καστοριάς, στη Μονή Βατοπεδίου, σε εικόνα της Μονής Σινά, στην Παναγία Ποδηθού στον Γαλατά της Κύπρου και σε ανάγλυφη παράσταση στο δίπτυχο του Barberini. Βλ. Στουφή-Πουλημένου, Στον Φ. Κόντογλου, σ. 120 σημ. 181 όπου και βιβλιογραφία σχετική με το θέμα, Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 100-101, Millet, Athos, εικ. 83.2, Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 194, Stylianou, Churches of Cyprus, εικ. 15, Millet, Recherches, εικ. 4.
[37] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ. 177.
[38] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. ιζ’.
[39] Με παρόμοιο τρόπο εικονίζονται οι γυναίκες δίπλα στο σταυρό και στην παράσταση που φιλοτέχνησε ο Κόντογλου στο ναό του Αγίου Νικολάου Κάτω Πατησίων. Βλ. Ζίας, Κόντογλου, εικ. 435.
[40] Millet, Athos, εικ. 79.2. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε σαν ένα άλλο παράδειγμα διάταξης πομπής την αντίστοιχη παράσταση τριών Μυροφόρων που εικονίζονται σε ελεφαντοστέινη πλάκα του Εθνικού Βαβαρικού Μουσείου του Μονάχου και αποτελεί πρώιμο χριστιανικό έργο (γύρω στο 400). Παρόμοια με αυτή την απεικόνιση επαναλαμβάνεται και στην Καρολίγγεια ελεφαντοστέινη πλάκα του 9ου αιώνα που προαναφέραμε (πρβλ. σημ. 45), όπου εκτός από την Σταύρωση υπάρχει και σκηνή με τις Μυροφόρες στο μνήμα. Kitzinger, Η βυζαντινή τέχνη, εικ. 76, 78.
[41] Ίδια σκίαση στα μάτια της Παναγίας και των γυναικών υπάρχει και στη Σταύρωση της Παναγίας Παδηθού στην Κύπρο, έργο των αρχών του 16ου αιώνα (1502). Βλ. Stylianou, Churches of Cyprus, ό.π.
[42] Κόρδης, Εν Ρυθμώ, σ. 29-34, για τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της βυζαντινής γραμμής και σ. 90-120 για την αισθητική ανάγνωση των εικόνων.
[43] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 176.
[44] Με τον τρόπο αυτό εικονίζεται και στη λειψανοθήκη του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης της Νέας Υόρκης. Με την ίδια κίνηση του χεριού, που υποδηλώνει τη θλίψη, εικονίζονται γυναίκες που θρηνούν σε σαρκοφάγο του Αρχαιολογικού Μουσείου Κωνσταντινούπολης, όπου είναι φανερή η επίδραση της αρχαιοελληνικής τέχνης. Βλ. Kitzinger, Studies, εικ. 20a-b και εικ. 23.
[45] Χατζηδάκη, Όσιος Λουκάς, εικ. 19.
[46] Μουρίκη, Τα ψηφιδωτά, εικ. 32-33.
[47] Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 99.
[48] Χατζηδάκη, Όσιος Λουκάς, σ. 25.
[49] Millet, Recherches, εικ. 435.
[50] Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, εικ. 205, 220.
[51] Kitzinger, Studies, εικ. 18.
[52] Ματθ., κζ’ 54.
[53] Ματθ., ό.π.
[54] Μάρκ., ιε’ 38.
[55] Λουκ., κγ’ 47.
[56] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 176.
[57] Αναφέρουμε ενδεικτικά την απεικόνισή του στην Περίβλεπτο του Μυστρά, στη Μονή Βατοπεδίου και σε φορητή εικόνα του Μουσείου Αλεξάνδρου Γ’. Millet, Mistra, εικ. 117.2, Millet, Athos, εικ. 83.2, Millet, Recherches, εικ. 445, 446.
[58] Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 100-101.
[59] Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Βυζαντινές τοιχογραφίες, σ. 99.
[60] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[61] Ματθ., κζ’ 45, Μάρκ., ιε’ 33, Λουκ., κγ’ 44-45.
[62] Νικ., ια’ 1, Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα κείμενα, σ. 192. Στη συνέχεια του απόκρυφου αυτού κειμένου αναφέρεται πως ο Πιλάτος κάλεσε τους Ιουδαίους, που είχαν ζητήσει τη Σταύρωση του Χριστού για να τους επισημάνει ότι το γεγονός της σκοτεινιάς ήταν ένδειξη του άδικου θανάτου ενώ εκείνοι ισχυρίστηκαν πως ήταν απλά μια συνηθισμένη έκλειψη ηλίου (!). Νικ., ια’ 2, βλ. Καραβιδόπουλου, Απόκρυφα κείμενα, σ. 193 και σημ. 59 όπου και αναφορά σε χριστιανικές πηγές σύγχρονες του απόκρυφου που αντικρούουν το επιχείρημα των Ιουδαίων.
[63] Πολλές φορές η παράσταση, ιδιαίτερα στον απλούστερο τριπρόσωπο τύπο, φέρει την επιγραφή «ΙΔΟΥ Ο ΥΙΟΣ ΣΟΥ / ΙΔΟΎ Η ΜΗΤΗΡ ΣΟΥ». Τα λόγια αυτά, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, απεύθυνε ο Ιησούς ενώ ήταν πάνω στο σταυρό, στη μητέρα Του και στον αγαπημένο μαθητή, βλέποντάς τους να παραστέκουν δίπλα στο σταυρό (Ιωάν., ιθ’ 26-27).
[64] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 173, 175.
[65] Κόντογλου, Έκφρασις, σ. 177.
[66] Κόρδης, Παράδοση και δημιουργία, σ. 107-112, όπου εικαστική ανάλυση για την παράσταση της Σταύρωσης στο παρεκκλήσι της Αγίας Ειρήνης στην Κηφισιά, Ζίας, Κόντογλου, εικ. 199.
[67] Η εικονογράφηση των ληστών απαντάται ήδη από τον 6ο αιώνα στις «ευλογίες» της Monza και του Bobbio. Στις εικόνες εκείνες παρουσιάζονται με τα χέρια δεμένα πίσω, τύπος που θεωρείται πολύ αρχαϊκός. Βλ. Σωτηρίου, Εικόνες Σινά, σ.39, όπου και παλαιότερη βιβλιογραφία.
[68] Στουφή-Πουλημένου, Στον Φ. Κόντογλου, σ. 122-123 σημ. 197 για την εισαγωγή του σύνθετου τύπου στην εικονογραφία, βιβλιογραφία και παραδείγματα, Κόρδης, Παράδοση και δημιουργία, ό.π.
[69] Ζίας, Κόντογλου, εικ. 435.
[70] Στουφή-Πουλημένου, Στον Φ. Κόντογλου, σ. 120-123 πίν. 22.
[71] Ζίας, Κόντογλου, σ. 62-64 εικ. 129.
kapnikarea.wordpress
proskynitis
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΑΕΚ: Τιμωρία δύο αγωνιστικών κεκλεισμένων των θυρών
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ