2020-05-13 08:36:27
Ο Ρομάν Κροτ μιλάει για τις περιπλανήσεις του ανά τον κόσμο ως barman, αποκαλύπτει τι ποτό προτιμά η βασίλισσα Ελισάβετ και δίνει τη συνταγή του δικού του Negroni
Εγκατέλειψε το Παρίσι και άνοιξε το cocktail bar «Meerkat» στο Κουκάκι.
Ο Ρομάν Κροτ κατάγεται από την πόλη Bagnols-sur-Cèze της νότιας Γαλλίας. Πλέον είναι ένας ευτυχισμένος κάτοικος Αθηνών και ο υπερήφανος ιδιοκτήτης του μπαρ «Meerkat» -που σημαίνει σουρικάτα- στο Κουκάκι.
«Στο “Carlton” ξεκίνησα την πρακτική μου εξάσκηση πριν από δώδεκα χρόνια. Συνέχισα, όμως, να εργάζομαι στο bar του ίδιου ξενοδοχείου στις Κάννες κανονικά ως μπάρμαν. Η πιο έντονη ανάμνηση από αυτό το ιδιαίτερα πολυτελές ξενοδοχείο που είχε 100% πληρότητα όλο τον χρόνο ήταν το στρες που είχα λόγω της περιορισμένης εμπειρίας που είχα στο να εξυπηρετώ τους ανθρώπους όπως έπρεπε. Οταν στο μπαρ κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ των Καννών εμφανίζονταν διάσημοι ηθοποιοί η ένταση έφτανε στο μέγιστο. Εχουμε εξυπηρετήσει τον Σάμιουελ Τζάκσον και τον Βενσάλ Κασέλ. Οπως και την Τζέσικα Αλμπα, με την οποία είχαμε πάθει πλάκα. Είναι ατομική βόμβα. Φυσικά το να εξυπηρετείς διασημότητες αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς σε ένα ξενοδοχείο πολυτελείας».
Από τις ακτές της Μεσογείου βρέθηκε στο Λονδίνο. Δουλεύοντας εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να μάθει καλύτερα την αγγλική γλώσσα.
«Επιασα δουλειά στο “Ritz” ακολουθώντας έναν Γάλλο φίλο από τη σχολή που γυρνούσε σε τέτοια ξενοδοχεία με το βιογραφικό του. Εκεί ήταν manager ένας ψηλός τύπος από τη Ζιμπάμπουε -μολαταύτα λευκός- που είχε φοβερή πλάκα. Λεγόταν Aλαν Κουκ και ήταν μια εντυπωσιακή gay persona. Hταν το διαμάντι του bar και τον λάτρευαν όλοι οι πελάτες. Αυτός μου έδωσε την ευκαιρία να αποδείξω τι μπορώ να κάνω. Τελικά εργάστηκα εκεί για δύο χρόνια. Η διαφορά που εντόπισα μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας ήταν ότι σε ένα ξενοδοχείο πολυτελείας στο Λονδίνο ήταν πιο ανοιχτοί στο να προσλάβουν ξένο προσωπικό που δεν μιλούσε και τόσο καλά τη γλώσσα - τουλάχιστον όχι στο επίπεδο που απαιτούσε ένα μέρος όπως το “Ritz”. Οι Βρετανοί ήταν cool με αυτό. Παρ’όλα αυτά όταν έβλεπες έναν πελάτη που έμενε στο ξενοδοχείο -και επομένως είχε οικονομική επιφάνεια και απαιτούσε να γίνονται όλα στην ώρα τους- να παίρνει μια έκφραση αποδοκιμασίας όταν ζητούσες να επαναλάβει την παραγγελία ένιωθες άβολα και αμήχανα».
Φυσικά, αυτό άλλαξε γρήγορα καθώς μετά τους πρώτους έξι μήνες όλα γίνονταν με άλλη ταχύτητα. «Εφτασα να εξυπηρετήσω μέχρι και τη βασίλισσα Ελισάβετ. Το θυμάμαι πολύ έντονα αυτό. Είχε επιλέξει να γιορτάσει τα 80ά της γενέθλια στο bar του “Ritz” και το είχαν κλείσει για λογαριασμό της ολόκληρο. Στο bar συγκεντρώθηκε σύσσωμη η βασιλική οικογένεια. Τι ήπιε η βασίλισσα; Dry Martini. Της το πήγαν έτοιμο οι bodyguards της. Αυτοί μας έδωσαν τη φιάλη του ποτού κι εγώ έκανα την ανάμιξη στο ποτήρι της, μπροστά σε όλους. Επρεπε να θυμάμαι τους τίτλους ευγενείας καθενός και να τους απευθύνομαι για το οτιδήποτε με το “your highness”».
Ο Ρομάν ακολούθησε τον ίδιο φίλο, ο οποίος σήμερα έχει ανοίξει τη δική του επιχείρηση στο Παρίσι, και στο περιλάλητο bar “Black Pearl” στη Μελβούρνη. Παράλληλα προσπαθούσε να μείνει πιστός στον κανόνα που είχε θέσει: να προσαρμόζεται πάντα σε σχέση με τους πελάτες που έχει.
«Στα cocktail bars έχεις τη δυνατότητα να γίνεις πιο δημιουργικός. Στην Αυστραλία οι πόλεις έχουν γενικά περισσότερο χώρο και λιγότερο άγχος σε σχέση με το Λονδίνο ή το Παρίσι, όπου πρέπει επιπλέον να βγάλεις και πολύ περισσότερα χρήματα για να μπορέσεις να επιβιώσεις. Δεν είναι τυχαίο που στην ετήσια κατάταξη των ιδανικότερων πόλεων στον κόσμο βρίσκονται πάντα τουλάχιστον δύο από την Αυστραλία. Ωστόσο εκεί έχεις μία άλλη έγνοια. Να ανανεώνεις τη βίζα διαμονής. Και θα μπορούσα να το κάνω επ’ αόριστον».
Μολαταύτα, αποφάσισε να αφήσει τον παράδεισο της Αυστραλίας για το πολύβουο Παρίσι, όπου βρέθηκε για δύο χρόνια πίσω από το bar του πολύ σπουδαίου «Εxpe» (Experimental Cocktail Club). Εκεί γνώρισε και τη μέλλουσα γυναίκα του Χριστίνα Μαυρίδη που διατηρεί γραφείο δημοσίων σχέσεων - ασχολείται κυρίως με μόδα και πολιτισμό. Μαζί πλέον διαχειρίζονται και το bar «Meerkat» που άνοιξε ο Ρομάν στο Κουκάκι.
Στη γαλλική πρωτεύουσα ανέλαβε και την πρώτη του υπεύθυνη θέση ως bar manager στο «Little Red Door» το οποίο φιγουράρει στη λίστα με τα 50 καλύτερα του κόσμου. Ακολούθησε το ultra chic «La Conserverie» που σήμερα ονομάζεται «Le Fou».
Τι είναι αυτό όμως που έκανε έναν πραγματικό πολίτη του κόσμου με γαλλικό διαβατήριο να εγκατασταθεί στην Ελλάδα; Οπως εξομολογήθηκε ο ίδιος στη συνέντευξή μας:
«Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί με ρωτάνε τον λόγο για τον οποίο ήρθα από τη Γαλλία στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι υπέροχη. Επιπλέον, όταν αλλάζεις χώρα αποκτάς την αίσθηση ότι όλα είναι πιθανά. Το μόνο που έχει σημασία είναι να περιστοιχίζεσαι από τους κατάλληλους ανθρώπους. Επίσης, η οποιαδήποτε επένδυση απαιτεί μικρότερα ποσά ενώ η ποιότητα της ζωής εδώ είναι κάτι που συχνά οι Eλληνες δεν εκτιμάτε.
Στους δέκα από τους δώδεκα μήνες στην Αθήνα κυκλοφορώ με T-shirt. Και έχω μια κόρη που αντί να την βγάζω βόλτα στα πάρκα ήθελα πάντα να την πηγαίνω στην παραλία. Αυτό ωστόσο δεν εκμηδενίζει το «cultural gap» - το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις νοοτροπίες των δύο λαών».
Ιδιαίτερη εντύπωση έκανε στον Ρομάν το γεγονός ότι σχεδόν κανείς από τους Eλληνες φίλους του δεν τον ενθάρρυνε για την επιτυχία του εγχειρήματός του, τη δημιουργία του δικού του μπαρ: «Νομίζουν ότι μερικά πράγματα δεν θα λειτουργήσουν και ότι χονδρικά τίποτα δεν θα αλλάξει. Αν άκουγα τους Ελληνες, δεν θα έκανα τίποτα το καινοτόμο. Πιστεύουν ότι οι κάτοικοι της χώρας μας δεν είναι έτοιμοι να αλλάξουν και να δεχτούν καινούργια πράγματα, ενώ αυτό δεν είναι αλήθεια. Υπάρχει πελατεία για τα πάντα. Αν άκουγα τους άλλους θα έκανα ένα καφενείο με χαμηλής ποιότητας αλκοόλ. Αυτή τη στιγμή έχουμε άδεια μόνο για σνακ, οπότε δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Χρησιμοποιούμε όμως καλό ψωμί υψηλής ποιότητας, όπως και ποιοτικά αλλαντικά και τυριά».
Την ίδια συνταγή -την επιδίωξη ενός ποιοτικού αποτελέσματος- ακολουθεί ο Γάλλος bartender και με τα signature cocktails του μπαρ του που χωρίζονται σε πέντε κατηγορίες: «Δεν θα έλεγα ότι είμαι mixologist ή κάτι τέτοιο. Είμαι ένας barman που έχει υψηλή αντίληψη του γευστικού αποτελέσματος κάθε μείξης και φτιάχνει κοκτέιλ με απλά πράγματα: σιρόπι, φρέσκους χυμούς και καλής ποιότητας αλκοόλ».
Negroni «Ready or Not» by Romain Krot
Αναμειγνύουμε το περιεχόμενο μιας φιάλης Campari με 200 γρ. κομμένες φράουλες. Αφήνουμε το μείγμα να δέσει -κατά προτίμηση εκτός ψυγείου- για 48 ώρες, ενώ στις πρώτες 24 ώρες έχουμε φροντίσει να προσθέσουμε και τρία φύλα καφίρ λάιμ. Μετά το πέρας των δύο ημερών σουρώνουμε το μείγμα με φίλτρο του καφέ.
Για ένα ποτό χρησιμοποιούμε 30 ml του μείγματος και προσθέτουμε 30 ml γλυκό βερμούτ (κόκκινο βερμούτ) και 30 ml λονδρέζικο τζιν. Το σερβίρουμε σε ποτήρι με ένα μεγάλο κομμάτι πάγου και, αν θέλουμε, περισσότερο άρωμα διακοσμούμε με ακόμη ένα φύλλο καφίρ λάιμ στην κορυφή.
anatakti
Εγκατέλειψε το Παρίσι και άνοιξε το cocktail bar «Meerkat» στο Κουκάκι.
Ο Ρομάν Κροτ κατάγεται από την πόλη Bagnols-sur-Cèze της νότιας Γαλλίας. Πλέον είναι ένας ευτυχισμένος κάτοικος Αθηνών και ο υπερήφανος ιδιοκτήτης του μπαρ «Meerkat» -που σημαίνει σουρικάτα- στο Κουκάκι.
«Στο “Carlton” ξεκίνησα την πρακτική μου εξάσκηση πριν από δώδεκα χρόνια. Συνέχισα, όμως, να εργάζομαι στο bar του ίδιου ξενοδοχείου στις Κάννες κανονικά ως μπάρμαν. Η πιο έντονη ανάμνηση από αυτό το ιδιαίτερα πολυτελές ξενοδοχείο που είχε 100% πληρότητα όλο τον χρόνο ήταν το στρες που είχα λόγω της περιορισμένης εμπειρίας που είχα στο να εξυπηρετώ τους ανθρώπους όπως έπρεπε. Οταν στο μπαρ κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ των Καννών εμφανίζονταν διάσημοι ηθοποιοί η ένταση έφτανε στο μέγιστο. Εχουμε εξυπηρετήσει τον Σάμιουελ Τζάκσον και τον Βενσάλ Κασέλ. Οπως και την Τζέσικα Αλμπα, με την οποία είχαμε πάθει πλάκα. Είναι ατομική βόμβα. Φυσικά το να εξυπηρετείς διασημότητες αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς σε ένα ξενοδοχείο πολυτελείας».
Από τις ακτές της Μεσογείου βρέθηκε στο Λονδίνο. Δουλεύοντας εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να μάθει καλύτερα την αγγλική γλώσσα.
«Επιασα δουλειά στο “Ritz” ακολουθώντας έναν Γάλλο φίλο από τη σχολή που γυρνούσε σε τέτοια ξενοδοχεία με το βιογραφικό του. Εκεί ήταν manager ένας ψηλός τύπος από τη Ζιμπάμπουε -μολαταύτα λευκός- που είχε φοβερή πλάκα. Λεγόταν Aλαν Κουκ και ήταν μια εντυπωσιακή gay persona. Hταν το διαμάντι του bar και τον λάτρευαν όλοι οι πελάτες. Αυτός μου έδωσε την ευκαιρία να αποδείξω τι μπορώ να κάνω. Τελικά εργάστηκα εκεί για δύο χρόνια. Η διαφορά που εντόπισα μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας ήταν ότι σε ένα ξενοδοχείο πολυτελείας στο Λονδίνο ήταν πιο ανοιχτοί στο να προσλάβουν ξένο προσωπικό που δεν μιλούσε και τόσο καλά τη γλώσσα - τουλάχιστον όχι στο επίπεδο που απαιτούσε ένα μέρος όπως το “Ritz”. Οι Βρετανοί ήταν cool με αυτό. Παρ’όλα αυτά όταν έβλεπες έναν πελάτη που έμενε στο ξενοδοχείο -και επομένως είχε οικονομική επιφάνεια και απαιτούσε να γίνονται όλα στην ώρα τους- να παίρνει μια έκφραση αποδοκιμασίας όταν ζητούσες να επαναλάβει την παραγγελία ένιωθες άβολα και αμήχανα».
Φυσικά, αυτό άλλαξε γρήγορα καθώς μετά τους πρώτους έξι μήνες όλα γίνονταν με άλλη ταχύτητα. «Εφτασα να εξυπηρετήσω μέχρι και τη βασίλισσα Ελισάβετ. Το θυμάμαι πολύ έντονα αυτό. Είχε επιλέξει να γιορτάσει τα 80ά της γενέθλια στο bar του “Ritz” και το είχαν κλείσει για λογαριασμό της ολόκληρο. Στο bar συγκεντρώθηκε σύσσωμη η βασιλική οικογένεια. Τι ήπιε η βασίλισσα; Dry Martini. Της το πήγαν έτοιμο οι bodyguards της. Αυτοί μας έδωσαν τη φιάλη του ποτού κι εγώ έκανα την ανάμιξη στο ποτήρι της, μπροστά σε όλους. Επρεπε να θυμάμαι τους τίτλους ευγενείας καθενός και να τους απευθύνομαι για το οτιδήποτε με το “your highness”».
Ο Ρομάν ακολούθησε τον ίδιο φίλο, ο οποίος σήμερα έχει ανοίξει τη δική του επιχείρηση στο Παρίσι, και στο περιλάλητο bar “Black Pearl” στη Μελβούρνη. Παράλληλα προσπαθούσε να μείνει πιστός στον κανόνα που είχε θέσει: να προσαρμόζεται πάντα σε σχέση με τους πελάτες που έχει.
«Στα cocktail bars έχεις τη δυνατότητα να γίνεις πιο δημιουργικός. Στην Αυστραλία οι πόλεις έχουν γενικά περισσότερο χώρο και λιγότερο άγχος σε σχέση με το Λονδίνο ή το Παρίσι, όπου πρέπει επιπλέον να βγάλεις και πολύ περισσότερα χρήματα για να μπορέσεις να επιβιώσεις. Δεν είναι τυχαίο που στην ετήσια κατάταξη των ιδανικότερων πόλεων στον κόσμο βρίσκονται πάντα τουλάχιστον δύο από την Αυστραλία. Ωστόσο εκεί έχεις μία άλλη έγνοια. Να ανανεώνεις τη βίζα διαμονής. Και θα μπορούσα να το κάνω επ’ αόριστον».
Μολαταύτα, αποφάσισε να αφήσει τον παράδεισο της Αυστραλίας για το πολύβουο Παρίσι, όπου βρέθηκε για δύο χρόνια πίσω από το bar του πολύ σπουδαίου «Εxpe» (Experimental Cocktail Club). Εκεί γνώρισε και τη μέλλουσα γυναίκα του Χριστίνα Μαυρίδη που διατηρεί γραφείο δημοσίων σχέσεων - ασχολείται κυρίως με μόδα και πολιτισμό. Μαζί πλέον διαχειρίζονται και το bar «Meerkat» που άνοιξε ο Ρομάν στο Κουκάκι.
Στη γαλλική πρωτεύουσα ανέλαβε και την πρώτη του υπεύθυνη θέση ως bar manager στο «Little Red Door» το οποίο φιγουράρει στη λίστα με τα 50 καλύτερα του κόσμου. Ακολούθησε το ultra chic «La Conserverie» που σήμερα ονομάζεται «Le Fou».
Τι είναι αυτό όμως που έκανε έναν πραγματικό πολίτη του κόσμου με γαλλικό διαβατήριο να εγκατασταθεί στην Ελλάδα; Οπως εξομολογήθηκε ο ίδιος στη συνέντευξή μας:
«Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί με ρωτάνε τον λόγο για τον οποίο ήρθα από τη Γαλλία στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι υπέροχη. Επιπλέον, όταν αλλάζεις χώρα αποκτάς την αίσθηση ότι όλα είναι πιθανά. Το μόνο που έχει σημασία είναι να περιστοιχίζεσαι από τους κατάλληλους ανθρώπους. Επίσης, η οποιαδήποτε επένδυση απαιτεί μικρότερα ποσά ενώ η ποιότητα της ζωής εδώ είναι κάτι που συχνά οι Eλληνες δεν εκτιμάτε.
Στους δέκα από τους δώδεκα μήνες στην Αθήνα κυκλοφορώ με T-shirt. Και έχω μια κόρη που αντί να την βγάζω βόλτα στα πάρκα ήθελα πάντα να την πηγαίνω στην παραλία. Αυτό ωστόσο δεν εκμηδενίζει το «cultural gap» - το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις νοοτροπίες των δύο λαών».
Ιδιαίτερη εντύπωση έκανε στον Ρομάν το γεγονός ότι σχεδόν κανείς από τους Eλληνες φίλους του δεν τον ενθάρρυνε για την επιτυχία του εγχειρήματός του, τη δημιουργία του δικού του μπαρ: «Νομίζουν ότι μερικά πράγματα δεν θα λειτουργήσουν και ότι χονδρικά τίποτα δεν θα αλλάξει. Αν άκουγα τους Ελληνες, δεν θα έκανα τίποτα το καινοτόμο. Πιστεύουν ότι οι κάτοικοι της χώρας μας δεν είναι έτοιμοι να αλλάξουν και να δεχτούν καινούργια πράγματα, ενώ αυτό δεν είναι αλήθεια. Υπάρχει πελατεία για τα πάντα. Αν άκουγα τους άλλους θα έκανα ένα καφενείο με χαμηλής ποιότητας αλκοόλ. Αυτή τη στιγμή έχουμε άδεια μόνο για σνακ, οπότε δεν μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Χρησιμοποιούμε όμως καλό ψωμί υψηλής ποιότητας, όπως και ποιοτικά αλλαντικά και τυριά».
Την ίδια συνταγή -την επιδίωξη ενός ποιοτικού αποτελέσματος- ακολουθεί ο Γάλλος bartender και με τα signature cocktails του μπαρ του που χωρίζονται σε πέντε κατηγορίες: «Δεν θα έλεγα ότι είμαι mixologist ή κάτι τέτοιο. Είμαι ένας barman που έχει υψηλή αντίληψη του γευστικού αποτελέσματος κάθε μείξης και φτιάχνει κοκτέιλ με απλά πράγματα: σιρόπι, φρέσκους χυμούς και καλής ποιότητας αλκοόλ».
Negroni «Ready or Not» by Romain Krot
Αναμειγνύουμε το περιεχόμενο μιας φιάλης Campari με 200 γρ. κομμένες φράουλες. Αφήνουμε το μείγμα να δέσει -κατά προτίμηση εκτός ψυγείου- για 48 ώρες, ενώ στις πρώτες 24 ώρες έχουμε φροντίσει να προσθέσουμε και τρία φύλα καφίρ λάιμ. Μετά το πέρας των δύο ημερών σουρώνουμε το μείγμα με φίλτρο του καφέ.
Για ένα ποτό χρησιμοποιούμε 30 ml του μείγματος και προσθέτουμε 30 ml γλυκό βερμούτ (κόκκινο βερμούτ) και 30 ml λονδρέζικο τζιν. Το σερβίρουμε σε ποτήρι με ένα μεγάλο κομμάτι πάγου και, αν θέλουμε, περισσότερο άρωμα διακοσμούμε με ακόμη ένα φύλλο καφίρ λάιμ στην κορυφή.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ