2020-05-23 12:55:48
Η επιθυμία των Τούρκων να πάρουν εκδίκηση για την ήττα τους στο Βαλτέτσι - Οι μάχες στα Δολιανά και τα Βέρβενα - Ο ελληνικός θρίαμβος και η καταξίωση του Νικηταρά - Ο λαϊκός ποιητής Τσοπανάκος για τη μάχη των Δολιανών (18-19 Μαΐου 1821)
Στις 12 και 13 Μαΐου 1821 έγινε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας μια μάχη καθοριστικής σημασίας ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους. Επρόκειτο για την πρώτη «τακτική» μάχη, που είχε διάρκεια 23 ώρες σύμφωνα με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη που ήταν επικεφαλής των Ελλήνων. Οι πρόγονοί μας πέτυχαν μια μεγάλη νίκη η οποία τους έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση, καθώς πείστηκαν ότι μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους. Αν οι Τούρκοι κέρδιζαν τη μάχη του Βαλτετσίου το μέλλον της Επανάστασης ήταν ζοφερό. Ο Κολοκοτρώνης γράφει σχετικά: «Εκείνος ο πόλεμος (στο Βαλτέτσι) εστάθη η σωτηρία της Ελλάδος». Παράλληλα η ελληνική νίκη είχε σαν αποτέλεσμα να μην σπάσει ο κλοιός γύρω από την Τριπολιτσά (Τρίπολη)και οι Τούρκοι να πολιορκηθούν πιο στενά
. Τέλος ο Κολοκοτρώνης αναγνωρίστηκε απ’ όλους ως ο πολεμικός ηγέτης της Πελοποννήσου. Από τότε πήρε και το ,περισσότερο τιμητικό παρά το ηλικιακό προσωνύμιο «Γέρος». Γράφει σχετικά ο Μιχαήλ Οικονόμου στα «Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας»: «Σημειωθήτω γράφει παρενθετικά ο γραμματικός του εν παρόδω, ότι απ’ αρχής εσυνήθισαν πάντες να ονομάζουν τον Κολοκοτρώνην Γέρον και μεγάλοι και μικροί και τούτο το επίθετον προφερόμενον μόνον τον Κολοκοτρώνην εσήμαινε».
Οι μάχες των Δολιανών και των Βερβένων
Η ήττα των Τούρκων στο Βαλτέτσι σήμανε εκτός των άλλων και την αποτυχία του σχεδίου τους για προέλαση προς τη Μεσσηνία από τον δρόμο της Μεγαλόπολης. Η ήττα τους έπρεπε ν’ αντισταθμιστεί πολύ γρήγορα από μια νίκη. Ο Μουσταφάμπεης που ήταν ο αρχηγός των Τούρκων στο Βαλτέτσι, μόλις πέντε ημέρες αργότερα αποφάσισε να εκστρατεύσει εναντίον του στρατοπέδου των Βερβένων το οποίο θεωρούσε εύκολο στόχο καθώς ήταν περισσότερο απομονωμένο από τα υπόλοιπα. Πίστευε ότι το στρατόπεδο θα διαλυόταν και οι Τούρκοι θα έφταναν στον Μυστρά και από εκεί στη Μεσσηνία για να καταπνίξουν την Επανάσταση. Αλλά και σε περίπτωση ήττας τους ο δρόμος του Άργους και της Κορίνθου θα ήταν ανοιχτός για να κατέβουν ενισχύσεις από την Ανατολική Στερεά. Τονίζουμε εδώ για μία ακόμα φορά σε άρθρο μας, πόσο σημαντική για την εδραίωση της Επανάστασης στον Μοριά ήταν η απουσία στις αρχές της του ικανότατου Χουρσίτ πασά, ο οποίος πολιορκούσε στα Γιάννενα τον Αλή πασά. Αυτό φυσικά δεν μειώνει σε τίποτα τις ελληνικές νίκες που επιτεύχθηκαν επί πολύ περισσότερων αντιπάλων και με πενιχρά μέσα.
Το βράδυ της 17ης προς 18ης Μαΐου 1821 ξεκίνησε ο Μουσταφάμπεης (σε κάποιες πηγές αναφέρεται και ως Κεχαγιάμπεης καθώς ήταν ο κεχαγιάς του Χουρσίτ πασά που ονομαζόταν Μουστάφ) από την Τριπολιτσά επικεφαλής μεγάλης δύναμης. Μόλις έφτασε στο χωριό Ρίζες χώρισε τον στρατό του σε τρία τμήματα: ένα μέρος κατευθύνθηκε προς τα Βέρβενα, το δεύτερο στα Δολιανά με σκοπό να εισβάλλει στα Βέρβενα από ΝΑ και το τρίτο αποτελούμενο κυρίως από ιππείς προς το Δραγόνι.
Το τμήμα αυτό εκμηδένισε την ελληνική δύναμη που είχε επικεφαλής τον Γεωργάκη Διγενή. Το τι ακολούθησε το πληροφορούμαστε από επιστολή προς τους προκρίτους της Ύδρας η οποία στάλθηκε στις 20 Μαΐου 1821 από τους προκρίτους Αθανάσιο Κανακάρη και Αναγνώστη Παπαγιαννόπουλο. Την επιστολή προσυπογράφει και ο Θ. Κολοκοτρώνης ο οποίος πιθανότατα την υπαγόρευσε.
«Ο ανεψιός μου καπετάν Νικήτας (Νικηταράς) διορισθείς να εκστρατεύσει κατά το Άργος οπού να επιστατήσει εις το θέρος (θέρισμα) των γεννημάτων. Περί την εβδόμην ώραν της ημέρας (18 Μαΐου) ήλθεν είδησιν από ταις βάρδιαις εις το στρατόπεδον Βέρβενας ότι αναβαίνουν οι εχθροί εις Δολιανά και Δραγόνι. Συνέβη δε ως είρηται να πορευθεί ο καπ. Νικήτας εις Δολιανά, ο οποίος κατέβαινεν εις Άργος με εκατόν στρατιώτας εδικούς του. Παρευρίσκοντο δε εις Δολιανά έτι (ακόμα) υπέρ τους εκατόν στρατιώτας ώστε συνεποσούντο τριακόσιοι ιντζίρκα (περίπου) οι στρατιώται μας μετά των του καπ. Νικήτα».
Ο Νικηταράς είχε περάσει από τα Δολιανά αλλά μόλις ενημερώθηκε ότι οι άνδρες του Μουσταφάμπεη επιτίθενται στο χωριό επέστρεψε εκεί μαζί με τον αδελφό του Νικόλα Σταματελόπουλο και οχυρώθηκαν σε 13 πετρόκτιστα σπίτια. Άλλοι 100 άνδρες από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας έσπευσαν στο πλευρό του ενώ και δύο ντόπιοι οπλαρχηγοί ο Μητρομάρας Αθανασίου και ο Ηλίας Κωνσταντόπουλος ένωσαν τις δυνάμεις τους με εκείνες του Νικηταρά.
Ο Μουσταφάμπεης είχε περισσότερους από 2.000 άνδρες οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Τουρκαλβανοί και Μπαρδουνιώτες.
Μπαρδουνοχώρια είναι περιληπτική ονομασία ομάδας χωριών στις ΝΑ κλιτύς του Ταϋγετου στα όρια Μάνης και Λακεδαίμονος. Το όνομά τους προέρχεται από το κάστρο της Μπαρδούνιας που βρισκόταν στο κέντρο της ομάδας χωριών κοντά στον σημερινό οικισμό Άγιος Νικόλαος. Το όνομα των χωριών είναι γνωστό από την τουρκοκρατία.
Ο Μουσταφάμπεης έκανε στρατηγείο του την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και αφού τοποθέτησε τα πυροβόλα του σε καίριες θέσεις άρχισε τον κανονιοβολισμό του χωριού των Δολιανών για να διασπείρει τους αμυνόμενους. Τα σπίτια των Δολιανών αποδείχτηκαν ανθεκτικά και οι Έλληνες πολεμιστές παρακινούμενοι από τον Νικηταρά αγωνίζονταν γενναία. Μάλιστα ένας αγωνιστής από τη Βαρβίτσα σκότωσε τον Τούρκο αρχικανονιέρη. Η μάχη συνεχιζόταν το ίδιο όμως γινόταν και στα κοντινά Βέρβενα.
Στο στρατόπεδο των Βερβένων υπήρχαν 2.500 περίπου πολεμιστές με επικεφαλής τους Παναγιώτη Γιατράκο, Αντώνη Μαυρομιχάλη, Αναγνώστη Κοντάκη και Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο. Οιονεί πνευματικός αρχηγός τους ήταν ο μητροπολίτης Βρεσθένης Θεοδώρητος που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον Αγώνα.
Ο Παναγιώτης Γιατράκος προσπάθησε αρχικά να χτυπήσει τους Τούρκους όταν έφταναν στα Βέρβενα αλλά σε αφύλακτο μέρος. Έτσι η προσπάθειά του δεν απέδωσε. Σιγά σιγά ο κλοιός γύρω από τα Βέρβενα στένευε ιδιαίτερα όταν έφτασε και στο τμήμα που πέρασε από το Δραγόνι. Σύντομα οι Τούρκοι κατέλαβαν το ύψωμα που βρίσκεται πάνω από το χωριό και έστησαν πάνω σ’ αυτό τη σημαία (το μπαϊράκι όπως λεγόταν τότε) τους.
Δεν πρόλαβαν όμως να χαρούν την επιτυχία τους αυτή, γιατί δύο άριστοι Μανιάτες σκοπευτές, υποσχέθηκαν να σκοτώσουν τον μπαϊρακτάρη (=τον σημαιοφόρο), αφού πάρουν πρώτα ως αμοιβή10 φισέκια (φυσίγγια δηλαδή) ο καθένας και την ευχή του δεσπότη Θεοδώρητου. Πραγματικά αυτό έγινε. Οι Μανιάτες σκότωσαν τον σημαιοφόρο και πέταξαν κάτω τη σημαία. Ένας άλλος μπαϊρακτάρης , έστησε και δεύτερη σημαία, αλλά οι Μανιάτες τον σκότωσαν κι αυτόν.
Αυτό το γεγονός έδωσε θάρρος στους Έλληνες, ενώ αντίθετα οι Τούρκοι το θεώρησαν κακό οιωνό. Αποφάσισαν έτσι να φύγουν, φοβούμενοι πανωλεθρία ανάλογη μ’ αυτή του Βαλτετσίου. Τότε δέχτηκαν την επίθεση όσων ήταν κλεισμένοι στα Βέρβενα. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, οχυρώθηκαν σε μία εκκλησία ανάμεσα στα Βέρβενα και τα Δολιανά. Η μάχη κράτησε από τις 9 ως τις 11 το πρωί. Στο σημείο της σύγκρουσης, είχαν έρθει και ο Νικηταράς με τους άντρες του από τα Δολιανά.
Ο ανιψιός του Κολοκοτρώνη, διακρίθηκε ιδιαίτερα στη μάχη, λέγεται μάλιστα ότι μετά το τέλος της, το χέρι με το οποίο κρατούσε το σπαθί, έπαθε αγκύλωση!
Οι Τουρκαλβανοί υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν ως τα Δολιανά, όπου συνέχισαν τη μάχη ως τις 2 μετά τα μεσάνυχτα. Εξαντλημένοι τότε τράπηκαν σε φυγή και χάθηκαν μέσα στον κάμπο της Τριπολιτσάς. Εκεί όμως τους περίμεναν και τους χτυπούσαν μερικοί θαρραλέοι Έλληνες, διότι ήταν «σκότος βαθύτατον και δεν διεκρίνοντο οι ημέτεροι από τους εχθρούς». Μια ξαφνική βροχή, τους γλίτωσε από τη σφαγή.
Ο απολογισμός της μάχης των Βερβένων και των Δολιανών
Οι απώλειες των Τουρκαλβανών δεν ήταν πολύ μεγάλες.
Σύμφωνα με την επιστολή που αναφέραμε παραπάνω, είχαν 50 νεκρούς, ενώ 6 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Σπυρίδων Τρικούπης, γράφει για 70 νεκρούς, ενώ ο Αναγνώστης Κοντάκης που πήρε μέρος στη μάχη, αναφέρει ότι οι εχθρικές απώλειες ήταν μεγαλύτερες και ότι η κύρια μάχη έγινε στο φαράγγι ανάμεσα στα Βέρβενα και τα Δολιανά και κράτησε όλη την ημέρα. Μόνο δυο Έλληνες σκοτώθηκαν. Ο Αναγνώστης Ρόρης, από τα Δολιανά και ο Τσάκωνας Γεωργάκης Διγενής. Οι ηττημένοι άφησαν στο πεδίο της μάχης πολλά λάφυρα.
Η νίκη των Ελλήνων, ήταν μεγάλης σημασίας, γιατί λίγες μέρες μετά τη μάχη στο Βαλτέτσι οι Τουρκαλβανοί και οι Μπαρδουνιώτες δεν κατάφεραν να σπάσουν τον πολιορκητικό κλοιό που είχε στήσει ο Κολοκοτρώνης γύρω απ’ την Τριπολιτσά.
Ο Νικηταράς απέκτησε μεγάλη αίγλη και τότε του δόθηκε το προσωνύμιο «Τουρκοφάγος». Κατά κάποιον τρόπο, πήρε εκδίκηση για τον πατέρα του και τον εντεκάχρονο αδελφό του Ιωάννη που σφαγιάστηκαν στη Μονεμβασιά τον Οκτώβριο του 1816.
Ο Νικηταράς, το πραγματικό ονοματεπώνυμο του οποίου ήταν Νικήτας Σταματελόπουλος, γεννήθηκε το 1782 στη Μεγάλη Αναστασίτσα (σήμερα Νέδουσα Μεσσηνίας). Η μητέρα του, ήταν αδελφή της γυναίκας του Θ. Κολοκοτρώνη. Η γενναιότητα και η προσφορά του στον Αγώνα, είναι γνωστές. Ξεχωριστή ήταν και η ανιδιοτέλεια του. Μια φορά μόνο, μετά τη μάχη στα Δερβενάκια καταδέχτηκε να πάρει από τα πλούσια λάφυρα ένα πολύτιμο σπαθί, το οποίο πρόσφερε αργότερα σ’ έναν έρανο για το Μεσολόγγι.
Μετά την Επανάσταση, φυλακίστηκε γιατί θεωρήθηκε αρχηγός της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας» (Δεκέμβριος 1839).
Δικάστηκε και αθωώθηκε στις 11 Ιουλίου 1840, ωστόσο η Κυβέρνηση δεν τον απελευθέρωσε τότε, αλλά μόλις στις 18 Σεπτεμβρίου 1841. Είχε σχεδόν τυφλωθεί, καθώς έπασχε από ζάχαρο.
Μετά την αποφυλάκισή του, του δόθηκε «άδεια επαιτείας» κάθε Παρασκευή στον Πειραιά, εκεί που βρίσκεται σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας. Μετά τη χορήγηση Συντάγματος από τον Όθωνα, του δόθηκε ο βαθμός του Υποστράτηγου μαζί με μία πενιχρή σύνταξη. Πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849.
Τσοπανάκος – Ο Τυρταίος του 1821
Για τη μάχη στα Δολιανά, έχουν γραφτεί και ποιήματα, δημιουργός των οποίων ήταν ο Τσοπανάκος (1789-1825).
Το πραγματικό του ονοματεπώνυμο, ήταν Παναγιώτης Κάλας και καταγόταν από τη Δημητσάνα. Λόγω σοβαρής σωματικής αναπηρίας, καθώς ήταν καμπούρης και στραβοκάνης, δεν μπορούσε να κρατήσει όπλα. Είχε όμως έντονη επιθυμία να προσφέρει και πήγαινε στα στρατόπεδα και στις πολιορκίες, όπου εμψύχωνε τους στρατιώτες με τα ποιήματά του. Έχει ονομαστεί «ποιητής της Επανάστασης». Αγαπούσε πολύ τον Νικηταρά, τον οποίο ακολουθούσε στις μάχες. Μάλιστα ο «Τουρκοφάγος» ήταν ο πρώτος στον οποίο ο Τσοπανάκος διάβαζε τους στίχους του. Στη συνέχεια, ο λαϊκός ποιητής, τους τραγουδούσε στους στρατιώτες.
Τα ποιήματά του εκδόθηκαν το 1838, από τον Τυπογράφο Ν. Παπαδόπουλου, με τίτλο «ΑΣΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΓΩΝΟΣ». Στιχουργηθέντα υπό του ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΤΣΟΠΑΝΑΚΟΥ Δημητσανίτου. Για τη μάχη στα Δολιανά, ο Τσοπανάκος έγραψε το παρακάτω ποίημα.
Πηγές: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ Αθηνών
ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΆΚΟΣ, «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821»,
ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΤΡΙΚΟΥΠΗ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ» ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ, Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ.
anatakti
Στις 12 και 13 Μαΐου 1821 έγινε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας μια μάχη καθοριστικής σημασίας ανάμεσα σε Έλληνες και Τούρκους. Επρόκειτο για την πρώτη «τακτική» μάχη, που είχε διάρκεια 23 ώρες σύμφωνα με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη που ήταν επικεφαλής των Ελλήνων. Οι πρόγονοί μας πέτυχαν μια μεγάλη νίκη η οποία τους έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση, καθώς πείστηκαν ότι μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους. Αν οι Τούρκοι κέρδιζαν τη μάχη του Βαλτετσίου το μέλλον της Επανάστασης ήταν ζοφερό. Ο Κολοκοτρώνης γράφει σχετικά: «Εκείνος ο πόλεμος (στο Βαλτέτσι) εστάθη η σωτηρία της Ελλάδος». Παράλληλα η ελληνική νίκη είχε σαν αποτέλεσμα να μην σπάσει ο κλοιός γύρω από την Τριπολιτσά (Τρίπολη)και οι Τούρκοι να πολιορκηθούν πιο στενά
Οι μάχες των Δολιανών και των Βερβένων
Η ήττα των Τούρκων στο Βαλτέτσι σήμανε εκτός των άλλων και την αποτυχία του σχεδίου τους για προέλαση προς τη Μεσσηνία από τον δρόμο της Μεγαλόπολης. Η ήττα τους έπρεπε ν’ αντισταθμιστεί πολύ γρήγορα από μια νίκη. Ο Μουσταφάμπεης που ήταν ο αρχηγός των Τούρκων στο Βαλτέτσι, μόλις πέντε ημέρες αργότερα αποφάσισε να εκστρατεύσει εναντίον του στρατοπέδου των Βερβένων το οποίο θεωρούσε εύκολο στόχο καθώς ήταν περισσότερο απομονωμένο από τα υπόλοιπα. Πίστευε ότι το στρατόπεδο θα διαλυόταν και οι Τούρκοι θα έφταναν στον Μυστρά και από εκεί στη Μεσσηνία για να καταπνίξουν την Επανάσταση. Αλλά και σε περίπτωση ήττας τους ο δρόμος του Άργους και της Κορίνθου θα ήταν ανοιχτός για να κατέβουν ενισχύσεις από την Ανατολική Στερεά. Τονίζουμε εδώ για μία ακόμα φορά σε άρθρο μας, πόσο σημαντική για την εδραίωση της Επανάστασης στον Μοριά ήταν η απουσία στις αρχές της του ικανότατου Χουρσίτ πασά, ο οποίος πολιορκούσε στα Γιάννενα τον Αλή πασά. Αυτό φυσικά δεν μειώνει σε τίποτα τις ελληνικές νίκες που επιτεύχθηκαν επί πολύ περισσότερων αντιπάλων και με πενιχρά μέσα.
Το βράδυ της 17ης προς 18ης Μαΐου 1821 ξεκίνησε ο Μουσταφάμπεης (σε κάποιες πηγές αναφέρεται και ως Κεχαγιάμπεης καθώς ήταν ο κεχαγιάς του Χουρσίτ πασά που ονομαζόταν Μουστάφ) από την Τριπολιτσά επικεφαλής μεγάλης δύναμης. Μόλις έφτασε στο χωριό Ρίζες χώρισε τον στρατό του σε τρία τμήματα: ένα μέρος κατευθύνθηκε προς τα Βέρβενα, το δεύτερο στα Δολιανά με σκοπό να εισβάλλει στα Βέρβενα από ΝΑ και το τρίτο αποτελούμενο κυρίως από ιππείς προς το Δραγόνι.
Το τμήμα αυτό εκμηδένισε την ελληνική δύναμη που είχε επικεφαλής τον Γεωργάκη Διγενή. Το τι ακολούθησε το πληροφορούμαστε από επιστολή προς τους προκρίτους της Ύδρας η οποία στάλθηκε στις 20 Μαΐου 1821 από τους προκρίτους Αθανάσιο Κανακάρη και Αναγνώστη Παπαγιαννόπουλο. Την επιστολή προσυπογράφει και ο Θ. Κολοκοτρώνης ο οποίος πιθανότατα την υπαγόρευσε.
«Ο ανεψιός μου καπετάν Νικήτας (Νικηταράς) διορισθείς να εκστρατεύσει κατά το Άργος οπού να επιστατήσει εις το θέρος (θέρισμα) των γεννημάτων. Περί την εβδόμην ώραν της ημέρας (18 Μαΐου) ήλθεν είδησιν από ταις βάρδιαις εις το στρατόπεδον Βέρβενας ότι αναβαίνουν οι εχθροί εις Δολιανά και Δραγόνι. Συνέβη δε ως είρηται να πορευθεί ο καπ. Νικήτας εις Δολιανά, ο οποίος κατέβαινεν εις Άργος με εκατόν στρατιώτας εδικούς του. Παρευρίσκοντο δε εις Δολιανά έτι (ακόμα) υπέρ τους εκατόν στρατιώτας ώστε συνεποσούντο τριακόσιοι ιντζίρκα (περίπου) οι στρατιώται μας μετά των του καπ. Νικήτα».
Ο Νικηταράς είχε περάσει από τα Δολιανά αλλά μόλις ενημερώθηκε ότι οι άνδρες του Μουσταφάμπεη επιτίθενται στο χωριό επέστρεψε εκεί μαζί με τον αδελφό του Νικόλα Σταματελόπουλο και οχυρώθηκαν σε 13 πετρόκτιστα σπίτια. Άλλοι 100 άνδρες από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας έσπευσαν στο πλευρό του ενώ και δύο ντόπιοι οπλαρχηγοί ο Μητρομάρας Αθανασίου και ο Ηλίας Κωνσταντόπουλος ένωσαν τις δυνάμεις τους με εκείνες του Νικηταρά.
Ο Μουσταφάμπεης είχε περισσότερους από 2.000 άνδρες οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Τουρκαλβανοί και Μπαρδουνιώτες.
Μπαρδουνοχώρια είναι περιληπτική ονομασία ομάδας χωριών στις ΝΑ κλιτύς του Ταϋγετου στα όρια Μάνης και Λακεδαίμονος. Το όνομά τους προέρχεται από το κάστρο της Μπαρδούνιας που βρισκόταν στο κέντρο της ομάδας χωριών κοντά στον σημερινό οικισμό Άγιος Νικόλαος. Το όνομα των χωριών είναι γνωστό από την τουρκοκρατία.
Ο Μουσταφάμπεης έκανε στρατηγείο του την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και αφού τοποθέτησε τα πυροβόλα του σε καίριες θέσεις άρχισε τον κανονιοβολισμό του χωριού των Δολιανών για να διασπείρει τους αμυνόμενους. Τα σπίτια των Δολιανών αποδείχτηκαν ανθεκτικά και οι Έλληνες πολεμιστές παρακινούμενοι από τον Νικηταρά αγωνίζονταν γενναία. Μάλιστα ένας αγωνιστής από τη Βαρβίτσα σκότωσε τον Τούρκο αρχικανονιέρη. Η μάχη συνεχιζόταν το ίδιο όμως γινόταν και στα κοντινά Βέρβενα.
Στο στρατόπεδο των Βερβένων υπήρχαν 2.500 περίπου πολεμιστές με επικεφαλής τους Παναγιώτη Γιατράκο, Αντώνη Μαυρομιχάλη, Αναγνώστη Κοντάκη και Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο. Οιονεί πνευματικός αρχηγός τους ήταν ο μητροπολίτης Βρεσθένης Θεοδώρητος που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στον Αγώνα.
Ο Παναγιώτης Γιατράκος προσπάθησε αρχικά να χτυπήσει τους Τούρκους όταν έφταναν στα Βέρβενα αλλά σε αφύλακτο μέρος. Έτσι η προσπάθειά του δεν απέδωσε. Σιγά σιγά ο κλοιός γύρω από τα Βέρβενα στένευε ιδιαίτερα όταν έφτασε και στο τμήμα που πέρασε από το Δραγόνι. Σύντομα οι Τούρκοι κατέλαβαν το ύψωμα που βρίσκεται πάνω από το χωριό και έστησαν πάνω σ’ αυτό τη σημαία (το μπαϊράκι όπως λεγόταν τότε) τους.
Δεν πρόλαβαν όμως να χαρούν την επιτυχία τους αυτή, γιατί δύο άριστοι Μανιάτες σκοπευτές, υποσχέθηκαν να σκοτώσουν τον μπαϊρακτάρη (=τον σημαιοφόρο), αφού πάρουν πρώτα ως αμοιβή10 φισέκια (φυσίγγια δηλαδή) ο καθένας και την ευχή του δεσπότη Θεοδώρητου. Πραγματικά αυτό έγινε. Οι Μανιάτες σκότωσαν τον σημαιοφόρο και πέταξαν κάτω τη σημαία. Ένας άλλος μπαϊρακτάρης , έστησε και δεύτερη σημαία, αλλά οι Μανιάτες τον σκότωσαν κι αυτόν.
Αυτό το γεγονός έδωσε θάρρος στους Έλληνες, ενώ αντίθετα οι Τούρκοι το θεώρησαν κακό οιωνό. Αποφάσισαν έτσι να φύγουν, φοβούμενοι πανωλεθρία ανάλογη μ’ αυτή του Βαλτετσίου. Τότε δέχτηκαν την επίθεση όσων ήταν κλεισμένοι στα Βέρβενα. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, οχυρώθηκαν σε μία εκκλησία ανάμεσα στα Βέρβενα και τα Δολιανά. Η μάχη κράτησε από τις 9 ως τις 11 το πρωί. Στο σημείο της σύγκρουσης, είχαν έρθει και ο Νικηταράς με τους άντρες του από τα Δολιανά.
Ο ανιψιός του Κολοκοτρώνη, διακρίθηκε ιδιαίτερα στη μάχη, λέγεται μάλιστα ότι μετά το τέλος της, το χέρι με το οποίο κρατούσε το σπαθί, έπαθε αγκύλωση!
Οι Τουρκαλβανοί υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν ως τα Δολιανά, όπου συνέχισαν τη μάχη ως τις 2 μετά τα μεσάνυχτα. Εξαντλημένοι τότε τράπηκαν σε φυγή και χάθηκαν μέσα στον κάμπο της Τριπολιτσάς. Εκεί όμως τους περίμεναν και τους χτυπούσαν μερικοί θαρραλέοι Έλληνες, διότι ήταν «σκότος βαθύτατον και δεν διεκρίνοντο οι ημέτεροι από τους εχθρούς». Μια ξαφνική βροχή, τους γλίτωσε από τη σφαγή.
Ο απολογισμός της μάχης των Βερβένων και των Δολιανών
Οι απώλειες των Τουρκαλβανών δεν ήταν πολύ μεγάλες.
Σύμφωνα με την επιστολή που αναφέραμε παραπάνω, είχαν 50 νεκρούς, ενώ 6 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Σπυρίδων Τρικούπης, γράφει για 70 νεκρούς, ενώ ο Αναγνώστης Κοντάκης που πήρε μέρος στη μάχη, αναφέρει ότι οι εχθρικές απώλειες ήταν μεγαλύτερες και ότι η κύρια μάχη έγινε στο φαράγγι ανάμεσα στα Βέρβενα και τα Δολιανά και κράτησε όλη την ημέρα. Μόνο δυο Έλληνες σκοτώθηκαν. Ο Αναγνώστης Ρόρης, από τα Δολιανά και ο Τσάκωνας Γεωργάκης Διγενής. Οι ηττημένοι άφησαν στο πεδίο της μάχης πολλά λάφυρα.
Η νίκη των Ελλήνων, ήταν μεγάλης σημασίας, γιατί λίγες μέρες μετά τη μάχη στο Βαλτέτσι οι Τουρκαλβανοί και οι Μπαρδουνιώτες δεν κατάφεραν να σπάσουν τον πολιορκητικό κλοιό που είχε στήσει ο Κολοκοτρώνης γύρω απ’ την Τριπολιτσά.
Ο Νικηταράς απέκτησε μεγάλη αίγλη και τότε του δόθηκε το προσωνύμιο «Τουρκοφάγος». Κατά κάποιον τρόπο, πήρε εκδίκηση για τον πατέρα του και τον εντεκάχρονο αδελφό του Ιωάννη που σφαγιάστηκαν στη Μονεμβασιά τον Οκτώβριο του 1816.
Ο Νικηταράς, το πραγματικό ονοματεπώνυμο του οποίου ήταν Νικήτας Σταματελόπουλος, γεννήθηκε το 1782 στη Μεγάλη Αναστασίτσα (σήμερα Νέδουσα Μεσσηνίας). Η μητέρα του, ήταν αδελφή της γυναίκας του Θ. Κολοκοτρώνη. Η γενναιότητα και η προσφορά του στον Αγώνα, είναι γνωστές. Ξεχωριστή ήταν και η ανιδιοτέλεια του. Μια φορά μόνο, μετά τη μάχη στα Δερβενάκια καταδέχτηκε να πάρει από τα πλούσια λάφυρα ένα πολύτιμο σπαθί, το οποίο πρόσφερε αργότερα σ’ έναν έρανο για το Μεσολόγγι.
Μετά την Επανάσταση, φυλακίστηκε γιατί θεωρήθηκε αρχηγός της «Φιλορθοδόξου Εταιρείας» (Δεκέμβριος 1839).
Δικάστηκε και αθωώθηκε στις 11 Ιουλίου 1840, ωστόσο η Κυβέρνηση δεν τον απελευθέρωσε τότε, αλλά μόλις στις 18 Σεπτεμβρίου 1841. Είχε σχεδόν τυφλωθεί, καθώς έπασχε από ζάχαρο.
Μετά την αποφυλάκισή του, του δόθηκε «άδεια επαιτείας» κάθε Παρασκευή στον Πειραιά, εκεί που βρίσκεται σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας. Μετά τη χορήγηση Συντάγματος από τον Όθωνα, του δόθηκε ο βαθμός του Υποστράτηγου μαζί με μία πενιχρή σύνταξη. Πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849.
Τσοπανάκος – Ο Τυρταίος του 1821
Για τη μάχη στα Δολιανά, έχουν γραφτεί και ποιήματα, δημιουργός των οποίων ήταν ο Τσοπανάκος (1789-1825).
Το πραγματικό του ονοματεπώνυμο, ήταν Παναγιώτης Κάλας και καταγόταν από τη Δημητσάνα. Λόγω σοβαρής σωματικής αναπηρίας, καθώς ήταν καμπούρης και στραβοκάνης, δεν μπορούσε να κρατήσει όπλα. Είχε όμως έντονη επιθυμία να προσφέρει και πήγαινε στα στρατόπεδα και στις πολιορκίες, όπου εμψύχωνε τους στρατιώτες με τα ποιήματά του. Έχει ονομαστεί «ποιητής της Επανάστασης». Αγαπούσε πολύ τον Νικηταρά, τον οποίο ακολουθούσε στις μάχες. Μάλιστα ο «Τουρκοφάγος» ήταν ο πρώτος στον οποίο ο Τσοπανάκος διάβαζε τους στίχους του. Στη συνέχεια, ο λαϊκός ποιητής, τους τραγουδούσε στους στρατιώτες.
Τα ποιήματά του εκδόθηκαν το 1838, από τον Τυπογράφο Ν. Παπαδόπουλου, με τίτλο «ΑΣΜΑΤΑ ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΓΩΝΟΣ». Στιχουργηθέντα υπό του ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΤΣΟΠΑΝΑΚΟΥ Δημητσανίτου. Για τη μάχη στα Δολιανά, ο Τσοπανάκος έγραψε το παρακάτω ποίημα.
Πηγές: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ, ΕΚΔΟΤΙΚΗ Αθηνών
ΣΑΡΑΝΤΟΣ Ι. ΚΑΡΓΆΚΟΣ, «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821»,
ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΤΡΙΚΟΥΠΗ, «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ» ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ, Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ελλάδα: Πού θα βάλει η Tesla τους φορτιστές της;
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ