2020-06-28 11:26:37
Η λέξη «πολυάσχολος» δεν είναι ικανή να περιγράψει επαρκώς τον Στηβ Βρανάκη.
Ωστόσο, οι φρενήρεις ρυθμοί με τους οποίους δουλεύει δεν είναι κάτι άγνωστο γι’ αυτόν. Ισως μάλιστα να αποτελούν τη δεύτερη φύση του, κάτι που σίγουρα υποψιάζεσαι όταν παρατηρήσεις το βαθύ, έντονο, σχεδόν διαπεραστικό βλέμμα που τον διακρίνει. Γεμάτο εμπειρία αλλά και όνειρα, στόχους, βούληση για αέναη εξέλιξη. Αυτός είναι ο Chief Creative Officer της ελληνικής κυβέρνησης που φαίνεται ότι έχει βρει τον τρόπο να κάνει αυτό που φαινόταν απίθανο χθες να γίνει η πραγματικότητα του σήμερα.
ΣΤΗΒ ΒΡΑΝΑΚΗΣ: Νομίζω ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα τα πράγματα έρχονται έτσι που είναι σαν να βλέπεις ένα σημάδι που σου λέει ότι κάτι πρόκειται να συμβεί. Μετά τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 και την άμεση επίδραση που είχε το αποτέλεσμα σε όλα τα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, συναντήθηκα με τον πρωθυπουργό και κάναμε μια μεγάλη συζήτηση
. Αποδείχθηκε ότι με τον κ. Μητσοτάκη είμαστε ευθυγραμμισμένοι σε απίστευτο βαθμό όσον αφορά τη φιλοσοφία, τις αξίες, τις φιλοδοξίες μας για την Ελλάδα. Ετσι, όταν μου πρότεινε να έρθω στην Ελλάδα το είδα ως ευκαιρία ζωής, από αυτές που μπορεί να μην ξαναπαρουσιαστούν. Γι’ αυτό και το έκανα. Οσο για το τι άφησα πίσω στο Ηνωμένο Βασίλειο, η απάντηση είναι «πολλά». Ημουν σε πολύ πλεονεκτική θέση στην Google και είχα φτιάξει μια απίστευτα δημιουργική ομάδα - ίσως μία από τις πιο βραβευμένες στον κόσμο. Είχα εξέχουσα θέση σε ένα από τα πιο σημαντικά εταιρικά συγκροτήματα στον κόσμο. Αλλά η ρουτίνα και ο εφησυχασμός είναι στοιχεία που σκοτώνουν τη δημιουργικότητα. Γι’ αυτό έχω ανάγκη να επανεφεύρω συνεχώς τον εαυτό μου. Στην Google είχα φτάσει να ολοκληρώνω projects που συνδέουν τη μουσική με την τεχνητή νοημοσύνη, να ασχολούμαι με εικονική πραγματικότητα, επαυξημένη πραγματικότητα κ.λπ. Ξαφνικά παρουσιάστηκε αυτή η ευκαιρία η οποία προϋπέθετε μια τεράστια αλλαγή σε όλα τα επίπεδα, τόσο πολιτισμικά -γιατί παρότι γεννήθηκα Ελληνας μεγάλωσα στο Βανκούβερ- όσο και οικονομικά. Η ευκαιρία να δουλέψει κανείς με την ηγεσία της χώρας και τον πρωθυπουργό στον οποίο πιστεύει και να βρεθεί το σωστό αφήγημα ώστε να προωθήσει τη χώρα προς το μέλλον, βοηθώντας στο να ξαναχτίσει και να ανακτήσει το ανάστημά της στη διεθνή σκηνή, είναι μια ευκαιρία που πρέπει κανείς να τη σκεφτεί.
G.: Είπες νωρίτερα ότι είχες την πιο βραβευμένη ομάδα. Αναφέρεσαι στα 12 λιοντάρια του ΦεΣτηβάλ των Καννών, μία από τις υψηλότερες διεθνείς διακρίσεις που μπορεί να αποσπάσει ένας δημιουργικός διευθυντής;
Σ.Β.: Αν και απεχθάνομαι να μιλάω γι’ αυτό, η τροπαιοθήκη μου στην Google, παρά τη μετακόμισή μου εδώ, είναι ακόμα γεμάτη, όχι μόνο με τα 12 λιοντάρια από τις Κάννες, μεταξύ των οποίων ένα χρυσό, αλλά και με κάτι ακόμα πιο δύσκολο, το «Μολύβι», που είναι το έπαθλο στα D&AD Awards (Designers & Art Directors Awards, που απονέμει ο διεθνής σύλλογος δημιουργικών διευθυντών). Εχω κερδίσει 33 τέτοια «Μολύβια». Και το λέω αυτό όχι επειδή τα κατάφερα μόνος μου, αλλά διότι έφερα μαζί τα κατάλληλα ταλέντα, τη σωστή στιγμή, ορίζοντας ποια είναι τα πράγματα πάνω στα οποία θα πρέπει να δουλέψουμε, παρέχοντας το κατάλληλο μοντέλο ηγεσίας, αλλά κυρίως δημιουργώντας το περιβάλλον που κάνει τον καθέναν να δώσει τον καλύτερό του εαυτό.
G.: Τι θα απαντούσες σε έναν Ελληνα που όταν βλέπει τι άφησες σε ρωτάει με γνήσια απορία αν «τρελάθηκες»;
Σ.Β.: Χρειάστηκε να το απαντήσω αυτό πολλές φορές. Και μερικές φορές, όταν πρέπει να παλέψω με ανθρώπους για να κάνω αυτό που θέλω και να μεταδώσω το όραμα του πρωθυπουργού, αναρωτιέμαι κι εγώ μήπως είμαι τρελός... Γιατί είναι δύσκολο. Και γίνομαι συναισθηματικός. Αλλά πέρα από το «κόστος ευκαιρίας» που σου ανέφερα πριν, υπάρχει και η πρόκληση, η ευκαιρία δηλαδή να ξανακάνουμε αυτή τη χώρα απίστευτα δημιουργική, επιδραστική, όπως ήταν εκατοντάδες χρόνια πριν. Το πραγματικό κόστος ευκαιρίας δεν είναι το τι άφησα πίσω, αλλά το να μη βλέπαμε αυτή την προοπτική και να μην επωφελούνταν οι νεότερες γενιές από αυτή.
G.: Ποιοι παράγοντες στέκονται εμπόδια και ποιοι διευκολύνουν τελικά την Ελλάδα να φτάσει εκεί όπου θέλετε;
Σ.Β.: Η Ελλάδα είναι μια χώρα που βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. Και μόλις καταφέραμε να πάρουμε τη στροφή προς την ανάπτυξη και να χτίσουμε ένα momentum που δημιουργούσε καλύτερες συνθήκες όχι μόνο οικονομικά, αλλά και σε όρους διεθνούς εμπιστοσύνης προς τη χώρα μας μάς χτύπησε η πανδημία. Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός και η ομάδα του κατάφεραν να αντεπεξέλθουν σε αυτή την κρίση καλύτερα από οποιοδήποτε κράτος στον κόσμο. Και αυτό δείχνει πραγματική ηγετική ικανότητα. Το εμπόδιο είναι οι άνθρωποι που σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο και δεν επιθυμούν να αλλάξουν.
G.: Ποια ήταν η χορδή της καρδιάς σου που άγγιξε η πρόταση του πρωθυπουργού;
Σ.Β.: Δεν θέλω να παρεξηγηθώ, αλλά δεν έχω κομματική απόχρωση. Εργάζομαι για τη χώρα, είμαι ευθυγραμμισμένος με τον πρωθυπουργό, αλλά δεν ανήκω σε κανένα κόμμα. Το λέω αυτό γιατί -αν και έχω την αίσθηση ότι τώρα είμαστε περισσότερο ενωμένοι από ποτέ- σίγουρα υπάρχουν ακόμα διαιρέσεις σε αυτή τη χώρα. Επεσε η πανδημία πάνω μας και βρεθήκαμε όλοι μαζί, κυβέρνηση και ελληνική κοινωνία, ενωμένοι.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο, του ελληνικού λαού και της ηγεσίας, μας έκανε να το ξεπεράσουμε. Δεν έχει τελειώσει ακόμα και δεν θέλω να προκαλέσω τη μοίρα, αλλά τα καταφέραμε και είμαστε ικανοί να συνεχίσουμε να τα καταφέρνουμε. Οι συζητήσεις μου με τον πρωθυπουργό κινούνται γύρω από τη φιλοδοξία του και το τι μπορούμε να πετύχουμε ως χώρα με το ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτουμε, για το περιβάλλον, την ανανεώσιμη ενέργεια και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι θέματα που έχουν απίστευτη σημασία τόσο για μένα όσο και γι’ αυτόν. Θα είδες την πρόσφατη ανακοίνωσή του για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Είναι ένας άνθρωπος που κάνει αυτά που λέει και ενδιαφέρεται να αφήσει καλή κληρονομιά στις μελλοντικές γενιές και τα παιδιά μας. Γι’ αυτό είμαι εδώ. Δεν έχω άλλη ατζέντα G.: Ποια η συνεισφορά σου στο ελληνικό success story κατά τη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας; Εκανες το Greece From Home στο YouTube Σ.Β.: Πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουμε τους ανθρώπους που είχαν τη μεγαλύτερη συνεισφορά: τον επικεφαλής γιατρό Σωτήρη Τσιόδρα και τον πρωθυπουργό. Εκαναν το σωστό, την κατάλληλη στιγμή και συνέχισαν να το επικοινωνούν συνεχώς προκειμένου ο κόσμος να μείνει υγιής. Δεύτερον, τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής που μέσα σε μικρό διάστημα μας πέρασε στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση μέσω των κινητών. Αυτά ήταν πολύ σημαντικά βήματα για να μείνουμε ασφαλείς. Μερικά επίπεδα πιο κάτω, και δεν προσπαθώ να είμαι ταπεινός, είναι αυτό που κάνουμε. Κάναμε κάτι γρήγορα όπως το Greece From Home το οποίο εξυπηρετούσε τρεις σκοπούς: 1) παρείχε στους ανθρώπους περιεχόμενο έτσι ώστε να τους κρατήσουμε απασχολημένους στο σπίτι, 2) συνέδεε τους ανθρώπους στο εξωτερικό με την Ελλάδα και τις προσωπικότητές της, 3) με τη βοήθεια των ανθρώπων της Google δίδαξα πολλά πράγματα σε ανθρώπους του τουρισμού, ώστε προσφέροντας τη γνώση και τα κατάλληλα εργαλεία να επιστρέψουν μετά το τέλος της κρίσης της πανδημίας ισχυρότεροι και εξυπνότεροι.
G.: Επιθυμείς τα ταλέντα μας να αναγνωριστούν και εκτός ελληνικών συνόρων;
Σ.Β.: Απολύτως. Μου ανέφερες νωρίτερα ότι οι Ελληνες της Διασποράς είναι πιο πατριώτες από τους κατοίκους της Ελλάδας. Ισχύει. Εχουμε ρομαντική σύνδεση με την Ελλάδα. Τα βίντεό μας στο YouTube τα κάναμε μέσα σε λίγες εβδομάδες, αλλά κατάφεραν να καταλάβουν τον χώρο της συλλογικής φαντασίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
G.: Ποιο είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται το rebranding της Ελλάδας; Ποιο είναι το όραμά σου;
Σ.Β.: Οταν η κυβέρνηση ή η ηγεσία μιας επιχείρησης δημιουργεί τις συνθήκες προκειμένου οι άνθρωποι να πετυχαίνουν, να είναι δημιουργικοί, αλλά και να ευημερούν, τότε προοδεύουμε ως κοινωνία. Οταν είμαστε ελεύθεροι να δημιουργήσουμε και να εκφραστούμε, τότε έρχεται η καινοτομία, έτσι δημιουργείται η επιδραστικότητα. Ιστορικά έχουμε δημιουργήσει απίστευτα πράγματα που επηρεάζουν τον πλανήτη μέχρι και σήμερα. Νομίζω ότι είμαστε ικανοί να το ξανακάνουμε.
G.: Οι μεγάλες ιδέες γεννούν και μεγάλες αλλαγές.
Σ.Β.: Οταν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε την καμπή της πανδημίας και συνεχίσουμε να χτίζουμε την ορμή και την ταχύτητά μας, θα έρθει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η ηγεσία κατά τη διάρκεια της πανδημίας έκανε ακόμα και τον Γιουβάλ-Νόα Χαράρι, συγγραφέα του πιο προκλητικού βιβλίου που γράφτηκε πρόσφατα, του «Sapiens», να δηλώσει δημοσίως: «Θα επέλεγα την Ελλάδα να ηγηθεί για σχέδιο δράσης κατά του κορωνοϊού». Την ίδια στιγμή, τα μεγαλύτερα Μέσα του κόσμου, όπως το Bloomberg, το Inc.com, το CNN, οι «New York Times», φιλοξενούσαν διθυραμβικά σχόλια για τη διαχείριση της κρίσης της πανδημίας από την Ελλάδα. Δεν πρόκειται για ένα blog, αλλά για διεθνώς αναγνωρισμένα media.
G.: Είσαι ένας άνθρωπος επιτυχημένος και αυτοδημιούργητος. Τι είναι αυτό για το οποίο αισθάνεσαι υπερήφανος;
Σ.Β.: Δεν μου αρέσει να μιλάω για τον εαυτό μου, αλλά θα σου πω το εξής. Ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσα είναι πολύ διαφορετικός απ’ αυτόν στον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά μου. Ο πατέρας μου ήταν ένας κλασικός Ελληνας μετανάστης της δεκαετίας του ’60 που κατέληξε μαζί μας στο Βανκούβερ του Καναδά. Ηταν εργάτης, είχε δύο δουλειές. Μεγάλωσα σε ένα μικρό σπίτι όπου κοιμόμουν σε ένα δωμάτιο με τα δύο αδέλφια μου. Δεν μπορείς να φανταστείς τη χαρά μου όταν πήγα το μοναδικό μου ταξίδι με τρένο στην Disneyland της Καλιφόρνιας. Δενήξερα τι είναι η δημιουργικότητα, ήμουν αριστερόχειρας, δυσλεκτικός, πράγματα για τα οποία τότε ο κόσμος δεν έδειχνε κατανόηση. Κοιτάω τα παιδιά μου τώρα. Ο πατέρας τους δούλεψε για την Google, έκανε μερικές από τις πιο αναγνωρίσιμες διαφημιστικές καμπάνιες στον πλανήτη, τώρα δουλεύει για την Ελλάδα και είναι ικανός να κάνει συζητήσεις μαζί τους, να χτίσει την αυτοπεποίθησή τους και να τους καθοδηγήσει με τον σωστό τρόπο. Στη δικιά μου περίπτωση, για να πάω στις σχολές σχεδίου που ήθελα έπρεπε να κερδίσω το Λόττο. Χρειαζόταν ένα απίστευτο χρηματικό ποσό για να πας στην Parsons (σ.σ.: Parsons School of Design). Ετσι έμαθα το αντικείμενο της δουλειάς μόνος μου. Ξεκίνησα ως γραφίστας, εξελίχθηκα σε art director, εν συνεχεία σε creative director... Πεινούσα για δημιουργία. Παντρεύτηκα στα 36 μου. Πέρα από το να έχω μια σοβαρή σχέση στη ζωή μου, ήθελα να πετύχω. Ηταν το μόνο που σκεφτόμουν μέρα-νύχτα. Ημουν πολύ «πεινασμένος» και παραμένω έτσι. Αν πάψω να έχω αυτό το αίσθημα, θα τα πακετάρω να φύγω. Γι’ αυτό ενώ μιλάμε για πολυπολιτισμικότητα (diversity) στις θέσεις εργασίας, πρέπει να προσθέσουμε και κάτι ακόμα: αυτούς που προέρχονται από μειονεκτικό κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο.
G.: Ανέφερες πριν ότι ήσουν δυσλεκτικός. Πιστεύεις ότι τα μειονεκτήματα μπορούν να μετατραπούν σε εφαλτήριο;
Σ.Β.: Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο είναι μειονέκτημα γιατί υπάρχουν άνθρωποι με σοβαρές αναπηρίες, αλλά αυτό που έκαναν σε μένα στα χρόνια του σχολείου ήταν να βλάπτουν την αυτοπεποίθησή μου. Δεν ήμουν πολύ καλός μαθητής. Νόμιζα ότι ήμουν βλάκας. Οι δάσκαλοί μου νόμιζαν ότι είμαι βλάκας. Επειδή δεν μπορούσα να διαβάσω κανονικά, να πάρω την πληροφορία σωστά. Με τα κριτήρια του σχολείου δεν ήμουν έξυπνος. Παρ’ όλα αυτά, πήρα μία από τις πιο σημαντικές θέσεις στην Google και τώρα εργάζομαι για τον πρωθυπουργό. Κάτι που με κάνει να αναρωτιέμαι πώς ορίζουν την ευφυΐα. Πρέπει να αναθεωρήσουμε το πώς μετράμε την αξία των ανθρώπων.
G.: Εκανες και μία εφαρμογή για τους πρόσφυγες, το Refugee Info Hub. Βοήθησε καθόλου;
Σ.Β.: Οταν ήμουν στην Google πήγα στη Μυτιλήνη και φτιάξαμε μια τοποθεσία στην οποία μπορούν να συνδέουν τα κινητά τους και να επικοινωνούν με τη Συρία. Σκέφτομαι αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο, βλέπω την αδικία, την απανθρωπιά -είτε στην Αμερική, είτε αυτό που συμβαίνει με τους πρόσφυγες- και καταλαβαίνω την ηθική υποχρέωση που έχουμε απέναντι στους συνανθρώπους μας να τους βοηθήσουμε.
G.: Πώς θα εξηγούσες τη δουλειά σου σε έναν ηλικιωμένο κάτοικο ενός απομακρυσμένου ελληνικού χωριού;
Σ.Β.: Θα έλεγα ότι δούλευα σε έναν μεγάλο οργανισμό που μπορούσε να στηρίξει με πολλούς τρόπους τους εργαζομένους του κι έφυγα για να πάω κάπου όπου δίνω τον καλύτερό μου εαυτό, αλλά υπάρχει έλλειψη πόρων. Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα, όπως η ασφάλεια των πολιτών στην πανδημία, η καταπολέμηση της ανεργίας, μια πιθανή σύγκρουση στο Αιγαίο, από το να χτίσεις το αφήγημα μιας χώρας. Σκέφτομαι, δημιουργώ τη στρατηγική και σχεδιάζω, κάνω τα πάντα. Εχω μια μικρή ομάδα ασκούμενων, το «ethical lab», που εργάζονται μαζί μου. Οι άνθρωποι που θα εκτοξεύσουν τη χώρα είναι κάτω των 30, και αυτό τους κάνει να πιστεύουν στον εαυτό τους. Πρέπει μαζί με τους νέους να επανοικοδομήσουμε την εικόνα της χώρας και να προσελκύσουμε τη Διασπορά, τους επενδυτές, τους επιστήμονες. Αν το καταφέρουμε αυτό, θα είναι ήδη κάτι σπουδαίο.
G.: Εχεις μιλήσει για την ευφυΐα των Ελλήνων. Πώς μπορεί αυτή να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας;
Σ.Β.: Υπάρχει μια παλιά παρουσίαση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ σύμφωνα με την οποία είμαστε στους πρώτους δέκα στον κόσμο, πρώτον, στον αριθμό των μηχανικών και επιστημόνων και, δεύτερον, στον αριθμό των ανθρώπων που έχουν περάσει στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Περισσότεροι από 750.000 άνθρωποι έφυγαν από την Ελλάδα από το 2008 και από αυτούς το 60% είχε πτυχίο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Το κόστος εκπαίδευσής τους υπολογίζεται γύρω στα 8 δισ. δολάρια. Αυτοί στο εξωτερικό δημιούργησαν πλούτο αξίας 13 δισ. δολαρίων. Οπως καταλαβαίνεις, αν τους φέρναμε εδώ, θα είχαν μεγάλη επίδραση σε όλα τα επίπεδα της ζωής της χώρας.
G.: Σκέφτηκες ποτέ τι θα έκανες αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχανε κάποια στιγμή τις εκλογές;
Σ.Β.: Δεν το έχω σκεφτεί γιατί δεν με απασχολούν τα πολιτικά, πιστεύω στον πρωθυπουργό ως άτομο και ό,τι και να κάνει θα είμαι πάντα εκεί για να τον υποστηρίζω. Κάνει απίστευτα πράγματα για το έθνος, πράγματα που δεν έχουμε δει εδώ και πολύ καιρό. Συμβάλλω κι εγώ με τις δυνάμεις μου στην προσπάθεια να χτίσουμε τη νέα Ελλάδα.
G.: Μου έδειξες νωρίτερα ένα μήνυμα του μεγάλου διαφημιστή ελληνικής καταγωγής, του Τζορτζ Λόις. Ποιοι είναι οι άνθρωποι που θαυμάζεις;
Σ.Β.: Από τον χώρο αυτό, θα έλεγα τον Τζορτζ Λόις. Είναι ένας μύθος. Γιος Ελλήνων μεταναστών στη Νέα Υόρκη που είχαν ανθοπωλείο στο Μπρούκλιν, όχι μόνο μπήκε σε μια βιομηχανία που ήταν καθαρά αγγλοσαξονική, αλλά κατάφερε να διαπρέψει μέσα σε αυτή. Και το θέμα δεν είναι μόνο ότι το «Mad Men» και τόσα άλλα έχουν εμπνευστεί από αυτόν, αλλά και το ότι έκανε μια τρομακτικής επιδραστικότητας δουλειά. Εκανε το εξώφυλλο του «Esquire» με τον Μοχάμεντ Αλι που ανατάραξε τις νόρμες και τις συμβάσεις στα εξώφυλλα των περιοδικών. Τον έχω συναντήσει σε προσωπικό επίπεδο και είναι φανταστικό άτομο. Με εμπνέουν όμως και άνθρωποι εκτός αυτού του χώρου, όπως κάποιοι μουσικοί. Μιλούσαμε πριν για τους Pixies. Οταν ο ίδιος ο Κερτ Κομπέιν έλεγε ότι είχε επηρεαστεί από αυτούς, τότε καταλαβαίνεις ότι αυτή η μπάντα έχει επηρεάσει κόσμο.
G.: Εχοντας βρεθεί στη θέση του δημιουργικού διευθυντή της Google, πώς αισθάνεσαι τώρα που σε ταυτίζουν με ένα πολιτικό κόμμα;
Σ.Β.: Δεν ταυτίζω τον εαυτό μου με κάποιο πολιτικό κόμμα. Δεν ξέρω τι θα πει το «αφεντικό» μου, αλλά δουλεύω για τον πρωθυπουργό, τον σέβομαι και είμαι εδώ εξαιτίας αυτού και της χώρας που εκπροσωπεί, την οποία έχω στην καρδιά μου. Δεν ταυτίζομαι με κανένα κόμμα. Αν βάλουμε στην άκρη τις πολιτικές σκοπιμότητες, μπορούμε να κάνουμε κάτι απίστευτο.
anatakti
Ωστόσο, οι φρενήρεις ρυθμοί με τους οποίους δουλεύει δεν είναι κάτι άγνωστο γι’ αυτόν. Ισως μάλιστα να αποτελούν τη δεύτερη φύση του, κάτι που σίγουρα υποψιάζεσαι όταν παρατηρήσεις το βαθύ, έντονο, σχεδόν διαπεραστικό βλέμμα που τον διακρίνει. Γεμάτο εμπειρία αλλά και όνειρα, στόχους, βούληση για αέναη εξέλιξη. Αυτός είναι ο Chief Creative Officer της ελληνικής κυβέρνησης που φαίνεται ότι έχει βρει τον τρόπο να κάνει αυτό που φαινόταν απίθανο χθες να γίνει η πραγματικότητα του σήμερα.
ΣΤΗΒ ΒΡΑΝΑΚΗΣ: Νομίζω ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα τα πράγματα έρχονται έτσι που είναι σαν να βλέπεις ένα σημάδι που σου λέει ότι κάτι πρόκειται να συμβεί. Μετά τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 και την άμεση επίδραση που είχε το αποτέλεσμα σε όλα τα κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας, συναντήθηκα με τον πρωθυπουργό και κάναμε μια μεγάλη συζήτηση
G.: Είπες νωρίτερα ότι είχες την πιο βραβευμένη ομάδα. Αναφέρεσαι στα 12 λιοντάρια του ΦεΣτηβάλ των Καννών, μία από τις υψηλότερες διεθνείς διακρίσεις που μπορεί να αποσπάσει ένας δημιουργικός διευθυντής;
Σ.Β.: Αν και απεχθάνομαι να μιλάω γι’ αυτό, η τροπαιοθήκη μου στην Google, παρά τη μετακόμισή μου εδώ, είναι ακόμα γεμάτη, όχι μόνο με τα 12 λιοντάρια από τις Κάννες, μεταξύ των οποίων ένα χρυσό, αλλά και με κάτι ακόμα πιο δύσκολο, το «Μολύβι», που είναι το έπαθλο στα D&AD Awards (Designers & Art Directors Awards, που απονέμει ο διεθνής σύλλογος δημιουργικών διευθυντών). Εχω κερδίσει 33 τέτοια «Μολύβια». Και το λέω αυτό όχι επειδή τα κατάφερα μόνος μου, αλλά διότι έφερα μαζί τα κατάλληλα ταλέντα, τη σωστή στιγμή, ορίζοντας ποια είναι τα πράγματα πάνω στα οποία θα πρέπει να δουλέψουμε, παρέχοντας το κατάλληλο μοντέλο ηγεσίας, αλλά κυρίως δημιουργώντας το περιβάλλον που κάνει τον καθέναν να δώσει τον καλύτερό του εαυτό.
G.: Τι θα απαντούσες σε έναν Ελληνα που όταν βλέπει τι άφησες σε ρωτάει με γνήσια απορία αν «τρελάθηκες»;
Σ.Β.: Χρειάστηκε να το απαντήσω αυτό πολλές φορές. Και μερικές φορές, όταν πρέπει να παλέψω με ανθρώπους για να κάνω αυτό που θέλω και να μεταδώσω το όραμα του πρωθυπουργού, αναρωτιέμαι κι εγώ μήπως είμαι τρελός... Γιατί είναι δύσκολο. Και γίνομαι συναισθηματικός. Αλλά πέρα από το «κόστος ευκαιρίας» που σου ανέφερα πριν, υπάρχει και η πρόκληση, η ευκαιρία δηλαδή να ξανακάνουμε αυτή τη χώρα απίστευτα δημιουργική, επιδραστική, όπως ήταν εκατοντάδες χρόνια πριν. Το πραγματικό κόστος ευκαιρίας δεν είναι το τι άφησα πίσω, αλλά το να μη βλέπαμε αυτή την προοπτική και να μην επωφελούνταν οι νεότερες γενιές από αυτή.
G.: Ποιοι παράγοντες στέκονται εμπόδια και ποιοι διευκολύνουν τελικά την Ελλάδα να φτάσει εκεί όπου θέλετε;
Σ.Β.: Η Ελλάδα είναι μια χώρα που βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. Και μόλις καταφέραμε να πάρουμε τη στροφή προς την ανάπτυξη και να χτίσουμε ένα momentum που δημιουργούσε καλύτερες συνθήκες όχι μόνο οικονομικά, αλλά και σε όρους διεθνούς εμπιστοσύνης προς τη χώρα μας μάς χτύπησε η πανδημία. Παρ’ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός και η ομάδα του κατάφεραν να αντεπεξέλθουν σε αυτή την κρίση καλύτερα από οποιοδήποτε κράτος στον κόσμο. Και αυτό δείχνει πραγματική ηγετική ικανότητα. Το εμπόδιο είναι οι άνθρωποι που σκέφτονται με διαφορετικό τρόπο και δεν επιθυμούν να αλλάξουν.
G.: Ποια ήταν η χορδή της καρδιάς σου που άγγιξε η πρόταση του πρωθυπουργού;
Σ.Β.: Δεν θέλω να παρεξηγηθώ, αλλά δεν έχω κομματική απόχρωση. Εργάζομαι για τη χώρα, είμαι ευθυγραμμισμένος με τον πρωθυπουργό, αλλά δεν ανήκω σε κανένα κόμμα. Το λέω αυτό γιατί -αν και έχω την αίσθηση ότι τώρα είμαστε περισσότερο ενωμένοι από ποτέ- σίγουρα υπάρχουν ακόμα διαιρέσεις σε αυτή τη χώρα. Επεσε η πανδημία πάνω μας και βρεθήκαμε όλοι μαζί, κυβέρνηση και ελληνική κοινωνία, ενωμένοι.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο, του ελληνικού λαού και της ηγεσίας, μας έκανε να το ξεπεράσουμε. Δεν έχει τελειώσει ακόμα και δεν θέλω να προκαλέσω τη μοίρα, αλλά τα καταφέραμε και είμαστε ικανοί να συνεχίσουμε να τα καταφέρνουμε. Οι συζητήσεις μου με τον πρωθυπουργό κινούνται γύρω από τη φιλοδοξία του και το τι μπορούμε να πετύχουμε ως χώρα με το ανθρώπινο κεφάλαιο που διαθέτουμε, για το περιβάλλον, την ανανεώσιμη ενέργεια και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι θέματα που έχουν απίστευτη σημασία τόσο για μένα όσο και γι’ αυτόν. Θα είδες την πρόσφατη ανακοίνωσή του για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Είναι ένας άνθρωπος που κάνει αυτά που λέει και ενδιαφέρεται να αφήσει καλή κληρονομιά στις μελλοντικές γενιές και τα παιδιά μας. Γι’ αυτό είμαι εδώ. Δεν έχω άλλη ατζέντα G.: Ποια η συνεισφορά σου στο ελληνικό success story κατά τη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας; Εκανες το Greece From Home στο YouTube Σ.Β.: Πρέπει πρώτα να αναγνωρίσουμε τους ανθρώπους που είχαν τη μεγαλύτερη συνεισφορά: τον επικεφαλής γιατρό Σωτήρη Τσιόδρα και τον πρωθυπουργό. Εκαναν το σωστό, την κατάλληλη στιγμή και συνέχισαν να το επικοινωνούν συνεχώς προκειμένου ο κόσμος να μείνει υγιής. Δεύτερον, τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής που μέσα σε μικρό διάστημα μας πέρασε στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση μέσω των κινητών. Αυτά ήταν πολύ σημαντικά βήματα για να μείνουμε ασφαλείς. Μερικά επίπεδα πιο κάτω, και δεν προσπαθώ να είμαι ταπεινός, είναι αυτό που κάνουμε. Κάναμε κάτι γρήγορα όπως το Greece From Home το οποίο εξυπηρετούσε τρεις σκοπούς: 1) παρείχε στους ανθρώπους περιεχόμενο έτσι ώστε να τους κρατήσουμε απασχολημένους στο σπίτι, 2) συνέδεε τους ανθρώπους στο εξωτερικό με την Ελλάδα και τις προσωπικότητές της, 3) με τη βοήθεια των ανθρώπων της Google δίδαξα πολλά πράγματα σε ανθρώπους του τουρισμού, ώστε προσφέροντας τη γνώση και τα κατάλληλα εργαλεία να επιστρέψουν μετά το τέλος της κρίσης της πανδημίας ισχυρότεροι και εξυπνότεροι.
G.: Επιθυμείς τα ταλέντα μας να αναγνωριστούν και εκτός ελληνικών συνόρων;
Σ.Β.: Απολύτως. Μου ανέφερες νωρίτερα ότι οι Ελληνες της Διασποράς είναι πιο πατριώτες από τους κατοίκους της Ελλάδας. Ισχύει. Εχουμε ρομαντική σύνδεση με την Ελλάδα. Τα βίντεό μας στο YouTube τα κάναμε μέσα σε λίγες εβδομάδες, αλλά κατάφεραν να καταλάβουν τον χώρο της συλλογικής φαντασίας τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
G.: Ποιο είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται το rebranding της Ελλάδας; Ποιο είναι το όραμά σου;
Σ.Β.: Οταν η κυβέρνηση ή η ηγεσία μιας επιχείρησης δημιουργεί τις συνθήκες προκειμένου οι άνθρωποι να πετυχαίνουν, να είναι δημιουργικοί, αλλά και να ευημερούν, τότε προοδεύουμε ως κοινωνία. Οταν είμαστε ελεύθεροι να δημιουργήσουμε και να εκφραστούμε, τότε έρχεται η καινοτομία, έτσι δημιουργείται η επιδραστικότητα. Ιστορικά έχουμε δημιουργήσει απίστευτα πράγματα που επηρεάζουν τον πλανήτη μέχρι και σήμερα. Νομίζω ότι είμαστε ικανοί να το ξανακάνουμε.
G.: Οι μεγάλες ιδέες γεννούν και μεγάλες αλλαγές.
Σ.Β.: Οταν καταφέρουμε να ξεπεράσουμε την καμπή της πανδημίας και συνεχίσουμε να χτίζουμε την ορμή και την ταχύτητά μας, θα έρθει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η ηγεσία κατά τη διάρκεια της πανδημίας έκανε ακόμα και τον Γιουβάλ-Νόα Χαράρι, συγγραφέα του πιο προκλητικού βιβλίου που γράφτηκε πρόσφατα, του «Sapiens», να δηλώσει δημοσίως: «Θα επέλεγα την Ελλάδα να ηγηθεί για σχέδιο δράσης κατά του κορωνοϊού». Την ίδια στιγμή, τα μεγαλύτερα Μέσα του κόσμου, όπως το Bloomberg, το Inc.com, το CNN, οι «New York Times», φιλοξενούσαν διθυραμβικά σχόλια για τη διαχείριση της κρίσης της πανδημίας από την Ελλάδα. Δεν πρόκειται για ένα blog, αλλά για διεθνώς αναγνωρισμένα media.
G.: Είσαι ένας άνθρωπος επιτυχημένος και αυτοδημιούργητος. Τι είναι αυτό για το οποίο αισθάνεσαι υπερήφανος;
Σ.Β.: Δεν μου αρέσει να μιλάω για τον εαυτό μου, αλλά θα σου πω το εξής. Ο κόσμος στον οποίο μεγάλωσα είναι πολύ διαφορετικός απ’ αυτόν στον οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά μου. Ο πατέρας μου ήταν ένας κλασικός Ελληνας μετανάστης της δεκαετίας του ’60 που κατέληξε μαζί μας στο Βανκούβερ του Καναδά. Ηταν εργάτης, είχε δύο δουλειές. Μεγάλωσα σε ένα μικρό σπίτι όπου κοιμόμουν σε ένα δωμάτιο με τα δύο αδέλφια μου. Δεν μπορείς να φανταστείς τη χαρά μου όταν πήγα το μοναδικό μου ταξίδι με τρένο στην Disneyland της Καλιφόρνιας. Δενήξερα τι είναι η δημιουργικότητα, ήμουν αριστερόχειρας, δυσλεκτικός, πράγματα για τα οποία τότε ο κόσμος δεν έδειχνε κατανόηση. Κοιτάω τα παιδιά μου τώρα. Ο πατέρας τους δούλεψε για την Google, έκανε μερικές από τις πιο αναγνωρίσιμες διαφημιστικές καμπάνιες στον πλανήτη, τώρα δουλεύει για την Ελλάδα και είναι ικανός να κάνει συζητήσεις μαζί τους, να χτίσει την αυτοπεποίθησή τους και να τους καθοδηγήσει με τον σωστό τρόπο. Στη δικιά μου περίπτωση, για να πάω στις σχολές σχεδίου που ήθελα έπρεπε να κερδίσω το Λόττο. Χρειαζόταν ένα απίστευτο χρηματικό ποσό για να πας στην Parsons (σ.σ.: Parsons School of Design). Ετσι έμαθα το αντικείμενο της δουλειάς μόνος μου. Ξεκίνησα ως γραφίστας, εξελίχθηκα σε art director, εν συνεχεία σε creative director... Πεινούσα για δημιουργία. Παντρεύτηκα στα 36 μου. Πέρα από το να έχω μια σοβαρή σχέση στη ζωή μου, ήθελα να πετύχω. Ηταν το μόνο που σκεφτόμουν μέρα-νύχτα. Ημουν πολύ «πεινασμένος» και παραμένω έτσι. Αν πάψω να έχω αυτό το αίσθημα, θα τα πακετάρω να φύγω. Γι’ αυτό ενώ μιλάμε για πολυπολιτισμικότητα (diversity) στις θέσεις εργασίας, πρέπει να προσθέσουμε και κάτι ακόμα: αυτούς που προέρχονται από μειονεκτικό κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο.
G.: Ανέφερες πριν ότι ήσουν δυσλεκτικός. Πιστεύεις ότι τα μειονεκτήματα μπορούν να μετατραπούν σε εφαλτήριο;
Σ.Β.: Δεν ξέρω αν κάτι τέτοιο είναι μειονέκτημα γιατί υπάρχουν άνθρωποι με σοβαρές αναπηρίες, αλλά αυτό που έκαναν σε μένα στα χρόνια του σχολείου ήταν να βλάπτουν την αυτοπεποίθησή μου. Δεν ήμουν πολύ καλός μαθητής. Νόμιζα ότι ήμουν βλάκας. Οι δάσκαλοί μου νόμιζαν ότι είμαι βλάκας. Επειδή δεν μπορούσα να διαβάσω κανονικά, να πάρω την πληροφορία σωστά. Με τα κριτήρια του σχολείου δεν ήμουν έξυπνος. Παρ’ όλα αυτά, πήρα μία από τις πιο σημαντικές θέσεις στην Google και τώρα εργάζομαι για τον πρωθυπουργό. Κάτι που με κάνει να αναρωτιέμαι πώς ορίζουν την ευφυΐα. Πρέπει να αναθεωρήσουμε το πώς μετράμε την αξία των ανθρώπων.
G.: Εκανες και μία εφαρμογή για τους πρόσφυγες, το Refugee Info Hub. Βοήθησε καθόλου;
Σ.Β.: Οταν ήμουν στην Google πήγα στη Μυτιλήνη και φτιάξαμε μια τοποθεσία στην οποία μπορούν να συνδέουν τα κινητά τους και να επικοινωνούν με τη Συρία. Σκέφτομαι αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο, βλέπω την αδικία, την απανθρωπιά -είτε στην Αμερική, είτε αυτό που συμβαίνει με τους πρόσφυγες- και καταλαβαίνω την ηθική υποχρέωση που έχουμε απέναντι στους συνανθρώπους μας να τους βοηθήσουμε.
G.: Πώς θα εξηγούσες τη δουλειά σου σε έναν ηλικιωμένο κάτοικο ενός απομακρυσμένου ελληνικού χωριού;
Σ.Β.: Θα έλεγα ότι δούλευα σε έναν μεγάλο οργανισμό που μπορούσε να στηρίξει με πολλούς τρόπους τους εργαζομένους του κι έφυγα για να πάω κάπου όπου δίνω τον καλύτερό μου εαυτό, αλλά υπάρχει έλλειψη πόρων. Υπάρχουν πιο σημαντικά πράγματα, όπως η ασφάλεια των πολιτών στην πανδημία, η καταπολέμηση της ανεργίας, μια πιθανή σύγκρουση στο Αιγαίο, από το να χτίσεις το αφήγημα μιας χώρας. Σκέφτομαι, δημιουργώ τη στρατηγική και σχεδιάζω, κάνω τα πάντα. Εχω μια μικρή ομάδα ασκούμενων, το «ethical lab», που εργάζονται μαζί μου. Οι άνθρωποι που θα εκτοξεύσουν τη χώρα είναι κάτω των 30, και αυτό τους κάνει να πιστεύουν στον εαυτό τους. Πρέπει μαζί με τους νέους να επανοικοδομήσουμε την εικόνα της χώρας και να προσελκύσουμε τη Διασπορά, τους επενδυτές, τους επιστήμονες. Αν το καταφέρουμε αυτό, θα είναι ήδη κάτι σπουδαίο.
G.: Εχεις μιλήσει για την ευφυΐα των Ελλήνων. Πώς μπορεί αυτή να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας;
Σ.Β.: Υπάρχει μια παλιά παρουσίαση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ σύμφωνα με την οποία είμαστε στους πρώτους δέκα στον κόσμο, πρώτον, στον αριθμό των μηχανικών και επιστημόνων και, δεύτερον, στον αριθμό των ανθρώπων που έχουν περάσει στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Περισσότεροι από 750.000 άνθρωποι έφυγαν από την Ελλάδα από το 2008 και από αυτούς το 60% είχε πτυχίο Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Το κόστος εκπαίδευσής τους υπολογίζεται γύρω στα 8 δισ. δολάρια. Αυτοί στο εξωτερικό δημιούργησαν πλούτο αξίας 13 δισ. δολαρίων. Οπως καταλαβαίνεις, αν τους φέρναμε εδώ, θα είχαν μεγάλη επίδραση σε όλα τα επίπεδα της ζωής της χώρας.
G.: Σκέφτηκες ποτέ τι θα έκανες αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχανε κάποια στιγμή τις εκλογές;
Σ.Β.: Δεν το έχω σκεφτεί γιατί δεν με απασχολούν τα πολιτικά, πιστεύω στον πρωθυπουργό ως άτομο και ό,τι και να κάνει θα είμαι πάντα εκεί για να τον υποστηρίζω. Κάνει απίστευτα πράγματα για το έθνος, πράγματα που δεν έχουμε δει εδώ και πολύ καιρό. Συμβάλλω κι εγώ με τις δυνάμεις μου στην προσπάθεια να χτίσουμε τη νέα Ελλάδα.
G.: Μου έδειξες νωρίτερα ένα μήνυμα του μεγάλου διαφημιστή ελληνικής καταγωγής, του Τζορτζ Λόις. Ποιοι είναι οι άνθρωποι που θαυμάζεις;
Σ.Β.: Από τον χώρο αυτό, θα έλεγα τον Τζορτζ Λόις. Είναι ένας μύθος. Γιος Ελλήνων μεταναστών στη Νέα Υόρκη που είχαν ανθοπωλείο στο Μπρούκλιν, όχι μόνο μπήκε σε μια βιομηχανία που ήταν καθαρά αγγλοσαξονική, αλλά κατάφερε να διαπρέψει μέσα σε αυτή. Και το θέμα δεν είναι μόνο ότι το «Mad Men» και τόσα άλλα έχουν εμπνευστεί από αυτόν, αλλά και το ότι έκανε μια τρομακτικής επιδραστικότητας δουλειά. Εκανε το εξώφυλλο του «Esquire» με τον Μοχάμεντ Αλι που ανατάραξε τις νόρμες και τις συμβάσεις στα εξώφυλλα των περιοδικών. Τον έχω συναντήσει σε προσωπικό επίπεδο και είναι φανταστικό άτομο. Με εμπνέουν όμως και άνθρωποι εκτός αυτού του χώρου, όπως κάποιοι μουσικοί. Μιλούσαμε πριν για τους Pixies. Οταν ο ίδιος ο Κερτ Κομπέιν έλεγε ότι είχε επηρεαστεί από αυτούς, τότε καταλαβαίνεις ότι αυτή η μπάντα έχει επηρεάσει κόσμο.
G.: Εχοντας βρεθεί στη θέση του δημιουργικού διευθυντή της Google, πώς αισθάνεσαι τώρα που σε ταυτίζουν με ένα πολιτικό κόμμα;
Σ.Β.: Δεν ταυτίζω τον εαυτό μου με κάποιο πολιτικό κόμμα. Δεν ξέρω τι θα πει το «αφεντικό» μου, αλλά δουλεύω για τον πρωθυπουργό, τον σέβομαι και είμαι εδώ εξαιτίας αυτού και της χώρας που εκπροσωπεί, την οποία έχω στην καρδιά μου. Δεν ταυτίζομαι με κανένα κόμμα. Αν βάλουμε στην άκρη τις πολιτικές σκοπιμότητες, μπορούμε να κάνουμε κάτι απίστευτο.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Δείτε τα νούμερα τηλεθέασης(18/54) στη μεσημεριανή ζώνη!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ