2020-07-17 11:32:57
Πόσα δάνεια βρίσκονται υπό νομική προστασία - Ποιοι επιχειρηματικοί κλάδοι είναι… πρωταθλητές στα «κόκκινα» - Αναλυτικά τα στοιχεία της Έκθεσης Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ
Το… μαρτύριο του Σίσυφου συνεχίζουν να περνούν οι ελληνικές τράπεζες, αφού, παρά τις όποιες προσπάθειες – μέσω πωλήσεων, ρευστοποιήσεων ή διαγραφών – να μειώσουν το «κόκκινο» απόθεμά τους, αυτό τροφοδοτείται διαρκώς με νέα προβληματικά δάνεια.
Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που έδωσε χθες, Πέμπτη, στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), τα εγχώρια ιδρύματα μπορεί να κατάφεραν να μειώσουν κατά 13,3 δισ. ευρώ το προβληματικό τους χαρτοφυλάκιο (από 81,8 δισ. ευρώ το 2018 σε 68,5 δισ. ευρώ πέρυσι), δεν απέφυγαν, ωστόσο, την εισροή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, ύψους 7,1 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω αθέτησης υποχρεώσεων από πιστούχους με ρύθμιση οφειλής. «Κατά τη διάρκεια του 2019 τα δάνεια, τα οποία κινήθηκαν από τα εξυπηρετούμενα ανοίγματα προς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ήταν περισσότερα από τα δάνεια, τα οποία κινήθηκαν από τα μη εξυπηρετούμενα προς τα εξυπηρετούμενα, κατά 911 εκατ. ευρώ», σημειώνει η ΤτΕ.
Την ίδια στιγμή, τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης, εκείνα, δηλαδή, που βρίσκονται στον… κόκκινο προθάλαμο, αφού δεν έχουν ξεπεράσει τις 90 ημέρες καθυστέρηση και, όπως έχει πολλάκις σημειώσει η εποπτική αρχή, αποτελούν σημαντικό δείκτη για την περαιτέρω πορεία του πιστωτικού κινδύνου, διαμορφώθηκαν σε 20,4 δισ. ευρώ (30% των ΜΕΔ) στο τέλος του 2019, μειωμένα μεν, κατά 18,7% σε σχέση με το τέλος του 2018 (25,1 δισ. ευρώ), σε αρκετά υψηλά επίπεδα δε. «Τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι καταγγελμένες απαιτήσεις) συνέχισαν και πέρυσι την πτωτική τους πορεία, ‘αγγίζοντας’ τα 14 δισ. ευρώ (20% των ΜΕΔ), σημειώνοντας μείωση κατά 20,4% σε σχέση με το τέλος του 2018 (17,6 δισ. ευρώ). Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνεται ότι το 59,7% των ΜΕΔ, που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία, έχει καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους», σημειώνει η ΤτΕ και προσθέτει: «Το αντίστοιχο ποσοστό για τα στεγαστικά δάνεια διαμορφώνεται σε 71,7% και για τα επιχειρηματικά σε 46,2%, ενώ για τα καταναλωτικά δάνεια, τα οποία έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη του εξαμήνου, το ποσοστό διαμορφώνεται σε 80,9% έναντι 70,1% στο τέλος του 2018».
Όσον αφορά στα ρυθμισμένα (forborne) δάνεια, αυτά διαμορφώθηκαν σε 38,6 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 22,9% των συνολικών δανείων έναντι 25,7% στο τέλος του 2018 (46,3 δισ. ευρώ). Εντούτοις, το 19,9% των ήδη ρυθμισμένων δανείων εμφανίζει καθυστέρηση άνω των 90 ήμερων, αμετάβλητο από το τέλος του 2018, ενώ το 45,4% των ΜΕΔ άνω των 90 ημερών δεν έχει ρυθμιστεί, με τα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια να ανέρχονται σε 43,4%, 46,4% και 47,2% αντίστοιχα.
Αξίζει να αναφερθεί πως ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του 2019 «άγγιξε» το 40,6% έναντι 45,4% στο τέλος του 2018, ενώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΤτΕ, παρά την επιτυχή ολοκλήρωση συναλλαγών πώλησης μη εξυπηρετούμενων δανείων, μέσω τιτλοποίησης, με την ταυτόχρονη χρήση του προγράμματος χορήγησης εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου (HAPS), αυτός θα διαμορφωθεί σε περίπου 25%, ποσοστό, που εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο και πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού – SSM (2,7% και 3,2% αντίστοιχα, με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019).
Υπό νομική «ομπρέλα» δάνεια 10 δισ. ευρώ
Στα 10 δισ. ευρώ ή 14,7% του συνόλου του προβληματικού χαρτοφυλακίου, υπολογίζει η ΤτΕ τα δάνεια, που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας και για τα οποία εκκρεμεί η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Από αυτά τα 5,8 δισ. ευρώ είναι απαιτήσεις, που είχαν ήδη καταγγελθεί. «Τα δάνεια αυτής της κατηγορίας αφορούν είτε σε φυσικά πρόσωπα (π.χ. ν. 3869/2010) είτε σε νομικά πρόσωπα (π.χ. ν. 4307/2014, Πτωχευτικός Κώδικας). Σχετικά με τις επιμέρους κατηγορίες, περίπου το 29,7% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων έχει υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα καταναλωτικά δάνεια είναι 19,2%», εξηγεί η ΤτΕ.
Ποιοι επιχειρηματικοί κλάδοι είναι… πρωταθλητές στα «κόκκινα»
Τους επιχειρηματικούς κλάδους, που καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά «κόκκινων» δανείων, παραθέτει η ΤτΕ.
Ειδικότερα, «πρωταγωνιστής» αναδεικνύεται ο κλάδος της εστίασης, με ποσοστό ΜΕΔ 58,8%, ακολουθούμενος από αυτούς των τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής και ενημέρωσης (47,6%), εμπορίου (44,7%), κατασκευών (42,3%), αγροτικών δραστηριοτήτων (41,6%) και μεταποίησης (33,8%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται ενδεικτικά στους κλάδους της ενέργειας (3,0%) και των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (17,2%). «Συνεχίζει να προβληματίζει το γεγονός ότι ο κλάδος του τουρισμού/καταλυμάτων παρουσιάζει υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (27,6%), παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα και τη διευρυνόμενη συμβολή του στο ΑΕΠ», σχολιάζει η εποπτική αρχή.
anatakti
Το… μαρτύριο του Σίσυφου συνεχίζουν να περνούν οι ελληνικές τράπεζες, αφού, παρά τις όποιες προσπάθειες – μέσω πωλήσεων, ρευστοποιήσεων ή διαγραφών – να μειώσουν το «κόκκινο» απόθεμά τους, αυτό τροφοδοτείται διαρκώς με νέα προβληματικά δάνεια.
Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που έδωσε χθες, Πέμπτη, στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), τα εγχώρια ιδρύματα μπορεί να κατάφεραν να μειώσουν κατά 13,3 δισ. ευρώ το προβληματικό τους χαρτοφυλάκιο (από 81,8 δισ. ευρώ το 2018 σε 68,5 δισ. ευρώ πέρυσι), δεν απέφυγαν, ωστόσο, την εισροή νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων, ύψους 7,1 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω αθέτησης υποχρεώσεων από πιστούχους με ρύθμιση οφειλής. «Κατά τη διάρκεια του 2019 τα δάνεια, τα οποία κινήθηκαν από τα εξυπηρετούμενα ανοίγματα προς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ήταν περισσότερα από τα δάνεια, τα οποία κινήθηκαν από τα μη εξυπηρετούμενα προς τα εξυπηρετούμενα, κατά 911 εκατ. ευρώ», σημειώνει η ΤτΕ.
Την ίδια στιγμή, τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης, εκείνα, δηλαδή, που βρίσκονται στον… κόκκινο προθάλαμο, αφού δεν έχουν ξεπεράσει τις 90 ημέρες καθυστέρηση και, όπως έχει πολλάκις σημειώσει η εποπτική αρχή, αποτελούν σημαντικό δείκτη για την περαιτέρω πορεία του πιστωτικού κινδύνου, διαμορφώθηκαν σε 20,4 δισ. ευρώ (30% των ΜΕΔ) στο τέλος του 2019, μειωμένα μεν, κατά 18,7% σε σχέση με το τέλος του 2018 (25,1 δισ. ευρώ), σε αρκετά υψηλά επίπεδα δε. «Τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι καταγγελμένες απαιτήσεις) συνέχισαν και πέρυσι την πτωτική τους πορεία, ‘αγγίζοντας’ τα 14 δισ. ευρώ (20% των ΜΕΔ), σημειώνοντας μείωση κατά 20,4% σε σχέση με το τέλος του 2018 (17,6 δισ. ευρώ). Παρ’ όλα αυτά, επισημαίνεται ότι το 59,7% των ΜΕΔ, που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία, έχει καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους», σημειώνει η ΤτΕ και προσθέτει: «Το αντίστοιχο ποσοστό για τα στεγαστικά δάνεια διαμορφώνεται σε 71,7% και για τα επιχειρηματικά σε 46,2%, ενώ για τα καταναλωτικά δάνεια, τα οποία έχουν καθυστέρηση μεγαλύτερη του εξαμήνου, το ποσοστό διαμορφώνεται σε 80,9% έναντι 70,1% στο τέλος του 2018».
Όσον αφορά στα ρυθμισμένα (forborne) δάνεια, αυτά διαμορφώθηκαν σε 38,6 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 22,9% των συνολικών δανείων έναντι 25,7% στο τέλος του 2018 (46,3 δισ. ευρώ). Εντούτοις, το 19,9% των ήδη ρυθμισμένων δανείων εμφανίζει καθυστέρηση άνω των 90 ήμερων, αμετάβλητο από το τέλος του 2018, ενώ το 45,4% των ΜΕΔ άνω των 90 ημερών δεν έχει ρυθμιστεί, με τα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια να ανέρχονται σε 43,4%, 46,4% και 47,2% αντίστοιχα.
Αξίζει να αναφερθεί πως ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του 2019 «άγγιξε» το 40,6% έναντι 45,4% στο τέλος του 2018, ενώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΤτΕ, παρά την επιτυχή ολοκλήρωση συναλλαγών πώλησης μη εξυπηρετούμενων δανείων, μέσω τιτλοποίησης, με την ταυτόχρονη χρήση του προγράμματος χορήγησης εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου (HAPS), αυτός θα διαμορφωθεί σε περίπου 25%, ποσοστό, που εξακολουθεί να είναι το υψηλότερο και πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού – SSM (2,7% και 3,2% αντίστοιχα, με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019).
Υπό νομική «ομπρέλα» δάνεια 10 δισ. ευρώ
Στα 10 δισ. ευρώ ή 14,7% του συνόλου του προβληματικού χαρτοφυλακίου, υπολογίζει η ΤτΕ τα δάνεια, που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας και για τα οποία εκκρεμεί η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Από αυτά τα 5,8 δισ. ευρώ είναι απαιτήσεις, που είχαν ήδη καταγγελθεί. «Τα δάνεια αυτής της κατηγορίας αφορούν είτε σε φυσικά πρόσωπα (π.χ. ν. 3869/2010) είτε σε νομικά πρόσωπα (π.χ. ν. 4307/2014, Πτωχευτικός Κώδικας). Σχετικά με τις επιμέρους κατηγορίες, περίπου το 29,7% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων έχει υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα καταναλωτικά δάνεια είναι 19,2%», εξηγεί η ΤτΕ.
Ποιοι επιχειρηματικοί κλάδοι είναι… πρωταθλητές στα «κόκκινα»
Τους επιχειρηματικούς κλάδους, που καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά «κόκκινων» δανείων, παραθέτει η ΤτΕ.
Ειδικότερα, «πρωταγωνιστής» αναδεικνύεται ο κλάδος της εστίασης, με ποσοστό ΜΕΔ 58,8%, ακολουθούμενος από αυτούς των τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής και ενημέρωσης (47,6%), εμπορίου (44,7%), κατασκευών (42,3%), αγροτικών δραστηριοτήτων (41,6%) και μεταποίησης (33,8%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται ενδεικτικά στους κλάδους της ενέργειας (3,0%) και των χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (17,2%). «Συνεχίζει να προβληματίζει το γεγονός ότι ο κλάδος του τουρισμού/καταλυμάτων παρουσιάζει υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων (27,6%), παρά τον εξωστρεφή χαρακτήρα και τη διευρυνόμενη συμβολή του στο ΑΕΠ», σχολιάζει η εποπτική αρχή.
anatakti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ινδία: Ξεπέρασαν το εκατομμύριο τα κρούσματα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ