2020-07-19 18:59:20
Θρησκευτικά στο δημόσιο σχολείο: ευρωπαϊκές νομολογίες και «κοσμική» εκπαίδευση
π. Παναγιώτης Ντουρής, Εκπαιδευτικός, Θεολόγος
Το άρθρο μαθήτριας σε σχολικό περιοδικό έδωσε το έναυσμα για ένα νέο γύρο αντιπαράθεσης σχετικά με τη νομιμότητα και την παιδευτική αξία του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημόσιο σχολείο. Πολίτες που θεωρούν ότι οφείλουμε να προσφέρουμε παιδεία στους νέους μας μέσα από μια «κοσμική» εκπαίδευση επικαλούνται διάφορα επιχειρήματα, για να πείσουν ότι η θρησκεία δεν έχει θέση στη σύγχρονη εκπαίδευση.
Επειδή το Σύνταγμα και οι νόμοι κατοχυρώνουν τις θεμελιώδεις αξίες των κοινωνιών, μπορούμε μελετώντας τους νόμους να γνωρίσουμε και τον πολιτισμό τους. Επομένως, αρκεί να ενσκήψουμε σε μερικές ευρωπαϊκές και κυπριακές νομολογίες για να μάθουμε αν έχει θέση η θρησκευτική εκπαίδευση στην παιδεία των σύγχρονων ευρωπαϊκών κρατών.
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (1950), με το Άρθρο 9, διασφαλίζει την ατομική ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, αλλά και τη συλλογική δυνατότητα εκδήλωσης της θρησκείας δημόσια, μέσω της λατρείας ή της παιδείας
. Αυτή η διάταξη νομιμοποιεί το κράτος να καθορίζει τη σχέση του με τη θρησκεία και να την εντάσσει στη δημόσια εκπαίδευσή του, εφόσον αυτή συνάδει με τη θρησκεία των γονέων πολιτών του. Αυτό ορίζεται ρητά από το Άρθρο 2, του Πρόσθετου Πρωτόκολλου στη Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (1952): «παν Κράτος εν τη ασκήσει των αναλαμβανομένων υπ' αυτού καθηκόντων επί του πεδίου της μορφώσεως και της εκπαιδεύσεως θα σέβεται το δικαίωμα των γονέων όπως εξασφαλίζωσι την μόρφωσιν και εκπαίδευσιν ταύτην συμφώνως προς τας ιδίας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις».
Παρόμοια, το Σύνταγμα της κυπριακής Δημοκρατίας με το Άρθρο 20.1. διασφαλίζει ότι: «Έκαστος έχει το δικαίωμα να εκπαιδεύηται και έκαστον άτομον ή ίδρυμα έχει το δικαίωμα να παρέχη εκπαίδευσιν τηρουμένων των διατυπώσεων, όρων και περιορισμών των επιβαλλομένων υπό του οικείου κοινοτικού νόμου… συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος των γονέων, όπως διασφαλίζωσιν υπέρ των τέκνων αυτών εκπαίδευσιν συνάδουσαν προς τας θρησκευτικάς αυτών πεποιθήσεις».
Ακόμη, στη Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (1989), στην οποία λαμβάνεται υπόψη πρωτίστως το συμφέρον του παιδιού, το Άρθρο 29 προνοεί ότι η εκπαίδευση του παιδιού πρέπει να αποσκοπεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, στην πληρέστερη δυνατή ανάπτυξη των χαρισμάτων και των σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων του και στην ανάπτυξη του σεβασμού για τους γονείς του παιδιού, την ταυτότητά του, τη γλώσσα του και τις πολιτιστικές του αξίες, καθώς και του σεβασμού του για τις εθνικές αξίες της χώρας στην οποία ζει, της χώρας από την οποία μπορεί να κατάγεται και για τους πολιτισμούς που διαφέρουν από τον δικό του.
Την πολιτισμική παιδευτική αξία της θρησκευτικής εκπαίδευσης διαφυλάσσει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑΔ), το οποίο έχει επανειλημμένα εκδικάσει και γνωμοδοτήσει σε υποθέσεις όπου ενάγοντες αμφισβήτησαν το περιεχόμενο του μαθήματος Θρησκευτικών και τη νομιμότητά του στη δημόσια εκπαίδευση ευρωπαϊκών χωρών. Στην υπόθεση Folgero and Others v. Norway (15472/02) υπογραμμίζει ότι λόγω της σχέσης που έχει ο Χριστιανισμός στην εθνική ιστορία και την παράδοση της Νορβηγίας, νόμιμα η χώρα διατηρεί μάθημα Θρησκευτικών, στο οποίο η γνώση σχετικά με τον Χριστιανισμό αντιπροσωπεύει ένα μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος σπουδών από τη γνώση σχετικά με άλλες θρησκείες και φιλοσοφίες, και ότι ο καθορισμός του περιεχομένου του μαθήματος εμπίπτει στο περιθώριο εκτίμησης του κράτους (464, 29/06/2007). Επίσης, στην υπόθεση Hasan and Eylem Zengin v. Turkey (1448/04) το ΕΔΔΑΔ τονίζει ότι η Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη από τη διάδοση θρησκευτικής ή φιλοσοφικής αντικειμενικής πληροφόρησης ή γνώσης στα δημόσια σχολεία. Οι γονείς δεν μπορούν να αντιτάσσονται στην ένταξη των εν λόγω σπουδών στα αναλυτικά προγράμματα, γιατί διαφορετικά όλη η θεσμοθετημένη διδασκαλία θα αποδεικνυόταν ανέφικτη. (09/01/2008). Όσον αφορά στο θέμα ανάρτησης θρησκευτικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία, το ΕΔΔΑΔ έχει αποφανθεί κατά την εκδίκαση της υπόθεσης Lautsi and Others v. Italy (30814/06). Το ΕΔΔΑΔ δεν θεωρεί κατήχηση εκ μέρους του κράτους την έκθεση του συμβόλου του Εσταυρωμένου στις σχολικές αίθουσες των δημόσιων σχολείων, συνδέει την παρουσία του Εσταυρωμένου με την ιταλική εκπαιδευτική παράδοση και αφήνει την απόφαση για την ανάρτησή του στο περιθώριο εκτίμησης της Ιταλίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει ομοφωνία στην Ευρώπη για την παρουσία θρησκευτικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία (18/03/2011).
Σύμφωνα με τα πιο πάνω, τα κράτη όχι μόνο δικαιούνται αλλά και υποχρεούνται να παρέχουν θρησκευτική εκπαίδευση που συνάδει με τη θρησκευτική πίστη της πλειοψηφίας των πολιτών τους. Επομένως, το ΥΠΠΑΝ της Κύπρου εδραζόμενο στις παραπάνω νομολογίες, ορθά εντάσσει το μάθημα των Θρησκευτικών στην κυπριακή εκπαίδευση, για να δημιουργήσει τον άνθρωπο που επιδιώκει το εκπαιδευτικό μας σύστημα να διαμορφώσει μέσω του Αναλυτικού Προγράμματος (2008): «Η εκπαίδευση συντελείται στο πλαίσιο του ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε στο πέρασμα των χρόνων και ιδιαίτερα στην επαφή του με άλλους πολιτισμούς. Στο πλαίσιο αυτό τα παιδιά της ελληνοκυπριακής κοινότητας ενισχύονται για να διαμορφώσουν αυτόνομα και με αυτοπεποίθηση την ταυτότητά τους (εθνική, θρησκευτική, πολιτισμική) μαθαίνοντας ταυτόχρονα να σέβονται τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της ταυτότητας των άλλων κοινοτήτων της Κύπρου, καθώς επίσης των συμμαθητών και συμμαθητριών τους που κατάγονται από άλλες χώρες (σσ. 3-4)».
Συνεπώς, το επιχείρημα που κάποιοι σήμερα αρθρώνουν ότι το μάθημα Θρησκευτικών είτε δεν έχει θέση στην κυπριακή εκπαίδευση είτε οφείλει να διδάσκει ισότιμα τις διαφορετικές θρησκείες (θρησκειολογικό), δεν είναι ούτε έννομο ούτε λογικό διότι η συντριπτική πλειοψηφία των Κυπρίων πολιτών είναι ορθόδοξοι χριστιανοί. Το αίτημα για ένα πιο «κοσμικό» κράτος μπορεί να συζητηθεί μόνο στα πολιτικά πλαίσια μιας νομικής αναθεώρησης και όταν το ζητήσει η πλειοψηφία του κυπριακού ελληνισμού. Υπενθυμίζουμε, όμως, ότι η εύνοια της κοσμικότητας δεν είναι μια ουδέτερη πολιτική θέση. Ένα κράτος που στην εκπαίδευση υποστηρίζει την κοσμικότητα δεν είναι ουδέτερο, αλλά παίρνει ξεκάθαρη θέση εναντίον της θρησκείας εφόσον την αγνοεί ως πολιτισμικό στοιχείο ενός λαού. Η θέση αυτή θίγει καίρια την πεμπτουσία της ανθρωπιστικής παιδείας, που είναι η μετάδοση όλων των πολιτισμικών στοιχείων που φέρει ένα έθνος και τα οποία οπωσδήποτε δεν μπορούν να είναι ουδέτερα. Θα μπορούσε άραγε ένα κράτος, για να διατηρήσει την ουδετερότητά του, να μην διδάσκει την αξία του δημοκρατικού πολιτεύματος στα παιδιά, γιατί κάποιοι πολιτισμοί δεν το αποδέχονται ή γιατί υπάρχουν και άλλα γνωστά πολιτεύματα;
Είναι πρόδηλο ότι η επιθυμία κάποιων για σύγχρονα ευρωπαϊκά «κοσμικά» κράτη, τα οποία θα υποβαθμίζουν τον πολιτισμό τους στο όνομα της πολυπολιτισμικότητας δεν είναι ακόμη πραγματοποιήσιμη. Θα χρειαστούν ακόμη εκατομμύρια μετανάστες με τον ιδιαίτερό τους πολιτισμό αλλά και η απάρνηση των πολιτισμικών αξιών και των εθνικών ταυτοτήτων από τους ίδιους τους ευρωπαίους πολίτες, για να δημιουργηθούν οι κοινωνικές συνθήκες για τέτοιες αλλαγές. Μόνο τότε οι Ευρωπαϊκές Νομικές Συμβάσεις θα διαφοροποιηθούν και θα οδηγήσουν τελικά στην ανάδυση ενός ευρωπαϊκού μορφώματος που θα πλησιάζει πολιτισμικά και πολιτειακά τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Αυτό, όμως, είναι το όραμά μας για την Ευρώπη των λαών;
philenews
thriskeftika
π. Παναγιώτης Ντουρής, Εκπαιδευτικός, Θεολόγος
Το άρθρο μαθήτριας σε σχολικό περιοδικό έδωσε το έναυσμα για ένα νέο γύρο αντιπαράθεσης σχετικά με τη νομιμότητα και την παιδευτική αξία του μαθήματος των Θρησκευτικών στο δημόσιο σχολείο. Πολίτες που θεωρούν ότι οφείλουμε να προσφέρουμε παιδεία στους νέους μας μέσα από μια «κοσμική» εκπαίδευση επικαλούνται διάφορα επιχειρήματα, για να πείσουν ότι η θρησκεία δεν έχει θέση στη σύγχρονη εκπαίδευση.
Επειδή το Σύνταγμα και οι νόμοι κατοχυρώνουν τις θεμελιώδεις αξίες των κοινωνιών, μπορούμε μελετώντας τους νόμους να γνωρίσουμε και τον πολιτισμό τους. Επομένως, αρκεί να ενσκήψουμε σε μερικές ευρωπαϊκές και κυπριακές νομολογίες για να μάθουμε αν έχει θέση η θρησκευτική εκπαίδευση στην παιδεία των σύγχρονων ευρωπαϊκών κρατών.
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (1950), με το Άρθρο 9, διασφαλίζει την ατομική ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας, αλλά και τη συλλογική δυνατότητα εκδήλωσης της θρησκείας δημόσια, μέσω της λατρείας ή της παιδείας
Παρόμοια, το Σύνταγμα της κυπριακής Δημοκρατίας με το Άρθρο 20.1. διασφαλίζει ότι: «Έκαστος έχει το δικαίωμα να εκπαιδεύηται και έκαστον άτομον ή ίδρυμα έχει το δικαίωμα να παρέχη εκπαίδευσιν τηρουμένων των διατυπώσεων, όρων και περιορισμών των επιβαλλομένων υπό του οικείου κοινοτικού νόμου… συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος των γονέων, όπως διασφαλίζωσιν υπέρ των τέκνων αυτών εκπαίδευσιν συνάδουσαν προς τας θρησκευτικάς αυτών πεποιθήσεις».
Ακόμη, στη Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (1989), στην οποία λαμβάνεται υπόψη πρωτίστως το συμφέρον του παιδιού, το Άρθρο 29 προνοεί ότι η εκπαίδευση του παιδιού πρέπει να αποσκοπεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, στην πληρέστερη δυνατή ανάπτυξη των χαρισμάτων και των σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων του και στην ανάπτυξη του σεβασμού για τους γονείς του παιδιού, την ταυτότητά του, τη γλώσσα του και τις πολιτιστικές του αξίες, καθώς και του σεβασμού του για τις εθνικές αξίες της χώρας στην οποία ζει, της χώρας από την οποία μπορεί να κατάγεται και για τους πολιτισμούς που διαφέρουν από τον δικό του.
Την πολιτισμική παιδευτική αξία της θρησκευτικής εκπαίδευσης διαφυλάσσει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΔΑΔ), το οποίο έχει επανειλημμένα εκδικάσει και γνωμοδοτήσει σε υποθέσεις όπου ενάγοντες αμφισβήτησαν το περιεχόμενο του μαθήματος Θρησκευτικών και τη νομιμότητά του στη δημόσια εκπαίδευση ευρωπαϊκών χωρών. Στην υπόθεση Folgero and Others v. Norway (15472/02) υπογραμμίζει ότι λόγω της σχέσης που έχει ο Χριστιανισμός στην εθνική ιστορία και την παράδοση της Νορβηγίας, νόμιμα η χώρα διατηρεί μάθημα Θρησκευτικών, στο οποίο η γνώση σχετικά με τον Χριστιανισμό αντιπροσωπεύει ένα μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος σπουδών από τη γνώση σχετικά με άλλες θρησκείες και φιλοσοφίες, και ότι ο καθορισμός του περιεχομένου του μαθήματος εμπίπτει στο περιθώριο εκτίμησης του κράτους (464, 29/06/2007). Επίσης, στην υπόθεση Hasan and Eylem Zengin v. Turkey (1448/04) το ΕΔΔΑΔ τονίζει ότι η Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη από τη διάδοση θρησκευτικής ή φιλοσοφικής αντικειμενικής πληροφόρησης ή γνώσης στα δημόσια σχολεία. Οι γονείς δεν μπορούν να αντιτάσσονται στην ένταξη των εν λόγω σπουδών στα αναλυτικά προγράμματα, γιατί διαφορετικά όλη η θεσμοθετημένη διδασκαλία θα αποδεικνυόταν ανέφικτη. (09/01/2008). Όσον αφορά στο θέμα ανάρτησης θρησκευτικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία, το ΕΔΔΑΔ έχει αποφανθεί κατά την εκδίκαση της υπόθεσης Lautsi and Others v. Italy (30814/06). Το ΕΔΔΑΔ δεν θεωρεί κατήχηση εκ μέρους του κράτους την έκθεση του συμβόλου του Εσταυρωμένου στις σχολικές αίθουσες των δημόσιων σχολείων, συνδέει την παρουσία του Εσταυρωμένου με την ιταλική εκπαιδευτική παράδοση και αφήνει την απόφαση για την ανάρτησή του στο περιθώριο εκτίμησης της Ιταλίας, λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει ομοφωνία στην Ευρώπη για την παρουσία θρησκευτικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία (18/03/2011).
Σύμφωνα με τα πιο πάνω, τα κράτη όχι μόνο δικαιούνται αλλά και υποχρεούνται να παρέχουν θρησκευτική εκπαίδευση που συνάδει με τη θρησκευτική πίστη της πλειοψηφίας των πολιτών τους. Επομένως, το ΥΠΠΑΝ της Κύπρου εδραζόμενο στις παραπάνω νομολογίες, ορθά εντάσσει το μάθημα των Θρησκευτικών στην κυπριακή εκπαίδευση, για να δημιουργήσει τον άνθρωπο που επιδιώκει το εκπαιδευτικό μας σύστημα να διαμορφώσει μέσω του Αναλυτικού Προγράμματος (2008): «Η εκπαίδευση συντελείται στο πλαίσιο του ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε στο πέρασμα των χρόνων και ιδιαίτερα στην επαφή του με άλλους πολιτισμούς. Στο πλαίσιο αυτό τα παιδιά της ελληνοκυπριακής κοινότητας ενισχύονται για να διαμορφώσουν αυτόνομα και με αυτοπεποίθηση την ταυτότητά τους (εθνική, θρησκευτική, πολιτισμική) μαθαίνοντας ταυτόχρονα να σέβονται τα διαφορετικά χαρακτηριστικά της ταυτότητας των άλλων κοινοτήτων της Κύπρου, καθώς επίσης των συμμαθητών και συμμαθητριών τους που κατάγονται από άλλες χώρες (σσ. 3-4)».
Συνεπώς, το επιχείρημα που κάποιοι σήμερα αρθρώνουν ότι το μάθημα Θρησκευτικών είτε δεν έχει θέση στην κυπριακή εκπαίδευση είτε οφείλει να διδάσκει ισότιμα τις διαφορετικές θρησκείες (θρησκειολογικό), δεν είναι ούτε έννομο ούτε λογικό διότι η συντριπτική πλειοψηφία των Κυπρίων πολιτών είναι ορθόδοξοι χριστιανοί. Το αίτημα για ένα πιο «κοσμικό» κράτος μπορεί να συζητηθεί μόνο στα πολιτικά πλαίσια μιας νομικής αναθεώρησης και όταν το ζητήσει η πλειοψηφία του κυπριακού ελληνισμού. Υπενθυμίζουμε, όμως, ότι η εύνοια της κοσμικότητας δεν είναι μια ουδέτερη πολιτική θέση. Ένα κράτος που στην εκπαίδευση υποστηρίζει την κοσμικότητα δεν είναι ουδέτερο, αλλά παίρνει ξεκάθαρη θέση εναντίον της θρησκείας εφόσον την αγνοεί ως πολιτισμικό στοιχείο ενός λαού. Η θέση αυτή θίγει καίρια την πεμπτουσία της ανθρωπιστικής παιδείας, που είναι η μετάδοση όλων των πολιτισμικών στοιχείων που φέρει ένα έθνος και τα οποία οπωσδήποτε δεν μπορούν να είναι ουδέτερα. Θα μπορούσε άραγε ένα κράτος, για να διατηρήσει την ουδετερότητά του, να μην διδάσκει την αξία του δημοκρατικού πολιτεύματος στα παιδιά, γιατί κάποιοι πολιτισμοί δεν το αποδέχονται ή γιατί υπάρχουν και άλλα γνωστά πολιτεύματα;
Είναι πρόδηλο ότι η επιθυμία κάποιων για σύγχρονα ευρωπαϊκά «κοσμικά» κράτη, τα οποία θα υποβαθμίζουν τον πολιτισμό τους στο όνομα της πολυπολιτισμικότητας δεν είναι ακόμη πραγματοποιήσιμη. Θα χρειαστούν ακόμη εκατομμύρια μετανάστες με τον ιδιαίτερό τους πολιτισμό αλλά και η απάρνηση των πολιτισμικών αξιών και των εθνικών ταυτοτήτων από τους ίδιους τους ευρωπαίους πολίτες, για να δημιουργηθούν οι κοινωνικές συνθήκες για τέτοιες αλλαγές. Μόνο τότε οι Ευρωπαϊκές Νομικές Συμβάσεις θα διαφοροποιηθούν και θα οδηγήσουν τελικά στην ανάδυση ενός ευρωπαϊκού μορφώματος που θα πλησιάζει πολιτισμικά και πολιτειακά τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Αυτό, όμως, είναι το όραμά μας για την Ευρώπη των λαών;
philenews
thriskeftika
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ιωάννης Θ. Χαΐνης, Γονείς, εκπαιδευτικοί, το ΣτΕ και τα Θρησκευτικά
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ