2020-08-20 17:27:08
Εις την συνέχεια όμως μεταπηδούν εις την λέξη «Γύναι» κατ' εξοχήν του γάμου της Κανά, χωρίς βεβαίως να προσέξουν ότι είναι τάφος των και θρίαμβος της Θεοτόκου και της Ορθοδοξίας.
Και ερωτάται. Δυσκολεύεστε, κύριοι, να ερμηνεύσετε το: «Τι εμοί και συ γύναι;» (Ίωάν. β' 4). Σας βοηθούμε ημείς, και σας λέγομε, ότι ερμηνεύεται «Τι ενδιαφέρει ημάς;» «Τι μάς νοιάζει;» «Τι δουλειά έχουμε ημείς;»
Μάλιστα, αυτή είναι η ερμηνεία του και όχι η υποτίμησις της Θεοτόκου. Άλλωστε τα επόμενα χωρία και η τέλεσις της επιθυμίας Της παρά το: «Ούπω ήκει η ώρα μου» του Κυρίου, αποδεικνύουν το κύρος Αυτής και τον σεβασμό του Κυρίου προς Αυτήν.
Διότι, αν, δήθεν, την περιφρονεί δια των λέξεων αυτών, δεν θα έπρεπε να αλλάξει το σχέδιό Του και να κάμει το θαύμα. Το ότι άλλαξε το σχέδιό Του και έκαμε το θαύμα αποδεικνύει το βάθος του σεβασμού Του προς Αυτήν.
Το «Γύναι», δεν είναι λέξη υβριστική, ή λέξη με απλοϊκή σημασία. Διότι, όταν από του Σταυρού λέγει «Γύναι ίδε ο υιός σου», (Ιωάν. ιθ' 26). δεν υβρίζει ούτε υπoτιμά. Αλλά και παρ' αρχαίοις η λέξις «γύναι» ισοδυναμεί με την σημερινή λέξη «Κυρία» και μάλιστα με την φράση «αξιότιμος κυρία».
Ο Αύγουστος, γράφων εις την αγαπητή του Κλεοπάτρα, βασίλισσα της Αιγύπτου, λέγει: «Θάρσει, ΓΥΝΑΙ, και θυμόν έχε αγαθόν». Καθώς και ο Όμηρoς και ο Σοφοκλής αναφέρουν την λέξη «γύναι», με τιμητική έννοια.
Ακόμη το «Γύναι» πού είπε εις την Σαμαρείτιδα (Ίωάν. δ' 21) και το «Γύναι τι κλαίεις;» της Μαγδαληνής (Ιωάν. κ' 15) αποδεικνύουν την τιμητική έννοια της λέξεως. Διότι, ουαί ημίν, εάν παραδεχθούμε ότι ο Κύριος μετά την Ανάστασή Του μίλησε υβριστικά προς την Μαγδαληνή.
Δια του «Γύναι» ο Κύριος, αφ' ενός μεν τίμησε την Παναγία Μητέρα του, αφ' ετέρου δε δίδαξε την Θεότητά Του εις τούς Ιουδαίους και λοιπούς.
Ο Κύριος κήρυττε λέγων. «Εγώ είμι ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς», (Ίωάν. στ' 51), «Εγώ είμι η ανάστασις και η ζωή» (Ίωάν. ια' 25), «Εγώ είμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ίωάν. ιδ' 6). Και διότι οι Ιουδαίοι έλεγαν: «ουχ ούτος εστίν ο του τέκτονος υιός; ουχί η μήτηρ αυτού λέγεται Μαριάμ...;» (Ματθ. ιγ' 55, Μάρκ. στ' '3), εδημιουργείτο μία σύγχισις, και δι' αυτό ο Κύριος δεν εκάλει δια του «Μήτερ» και αφ' ετέρου δεν εξεπλήρου την πρόσκλησίν Της.
Διότι τότε θα βεβαίωνε τας περί Αυτόν ταπεινές σκέψεις των Ιουδαίων και θα έλεγαν: πως είσαι συ ο άρτος της ζωής ο εκ του ουρανού καταβάς αφού αυτή είναι η Μήτηρ σου, την οποίαν συ καλείς, Μήτερ, και υπακούεις και εις την πρόσκλησίν της; Δια να μη δόση λοιπόν τοιαύτη υπόνοια ήτο αναγκαία η διαγωγή Του αύτη και δι' αυτό ας προσέξουν οι απρόσεκτοι «Ευαγγελικοί».
Από το βιβλίο "ΑΝΤΙΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΙ ΟΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΙ".
Πηγή: entaksis
paraklisi
Και ερωτάται. Δυσκολεύεστε, κύριοι, να ερμηνεύσετε το: «Τι εμοί και συ γύναι;» (Ίωάν. β' 4). Σας βοηθούμε ημείς, και σας λέγομε, ότι ερμηνεύεται «Τι ενδιαφέρει ημάς;» «Τι μάς νοιάζει;» «Τι δουλειά έχουμε ημείς;»
Μάλιστα, αυτή είναι η ερμηνεία του και όχι η υποτίμησις της Θεοτόκου. Άλλωστε τα επόμενα χωρία και η τέλεσις της επιθυμίας Της παρά το: «Ούπω ήκει η ώρα μου» του Κυρίου, αποδεικνύουν το κύρος Αυτής και τον σεβασμό του Κυρίου προς Αυτήν.
Διότι, αν, δήθεν, την περιφρονεί δια των λέξεων αυτών, δεν θα έπρεπε να αλλάξει το σχέδιό Του και να κάμει το θαύμα. Το ότι άλλαξε το σχέδιό Του και έκαμε το θαύμα αποδεικνύει το βάθος του σεβασμού Του προς Αυτήν.
Το «Γύναι», δεν είναι λέξη υβριστική, ή λέξη με απλοϊκή σημασία. Διότι, όταν από του Σταυρού λέγει «Γύναι ίδε ο υιός σου», (Ιωάν. ιθ' 26). δεν υβρίζει ούτε υπoτιμά. Αλλά και παρ' αρχαίοις η λέξις «γύναι» ισοδυναμεί με την σημερινή λέξη «Κυρία» και μάλιστα με την φράση «αξιότιμος κυρία».
Ο Αύγουστος, γράφων εις την αγαπητή του Κλεοπάτρα, βασίλισσα της Αιγύπτου, λέγει: «Θάρσει, ΓΥΝΑΙ, και θυμόν έχε αγαθόν». Καθώς και ο Όμηρoς και ο Σοφοκλής αναφέρουν την λέξη «γύναι», με τιμητική έννοια.
Ακόμη το «Γύναι» πού είπε εις την Σαμαρείτιδα (Ίωάν. δ' 21) και το «Γύναι τι κλαίεις;» της Μαγδαληνής (Ιωάν. κ' 15) αποδεικνύουν την τιμητική έννοια της λέξεως. Διότι, ουαί ημίν, εάν παραδεχθούμε ότι ο Κύριος μετά την Ανάστασή Του μίλησε υβριστικά προς την Μαγδαληνή.
Δια του «Γύναι» ο Κύριος, αφ' ενός μεν τίμησε την Παναγία Μητέρα του, αφ' ετέρου δε δίδαξε την Θεότητά Του εις τούς Ιουδαίους και λοιπούς.
Ο Κύριος κήρυττε λέγων. «Εγώ είμι ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς», (Ίωάν. στ' 51), «Εγώ είμι η ανάστασις και η ζωή» (Ίωάν. ια' 25), «Εγώ είμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ίωάν. ιδ' 6). Και διότι οι Ιουδαίοι έλεγαν: «ουχ ούτος εστίν ο του τέκτονος υιός; ουχί η μήτηρ αυτού λέγεται Μαριάμ...;» (Ματθ. ιγ' 55, Μάρκ. στ' '3), εδημιουργείτο μία σύγχισις, και δι' αυτό ο Κύριος δεν εκάλει δια του «Μήτερ» και αφ' ετέρου δεν εξεπλήρου την πρόσκλησίν Της.
Διότι τότε θα βεβαίωνε τας περί Αυτόν ταπεινές σκέψεις των Ιουδαίων και θα έλεγαν: πως είσαι συ ο άρτος της ζωής ο εκ του ουρανού καταβάς αφού αυτή είναι η Μήτηρ σου, την οποίαν συ καλείς, Μήτερ, και υπακούεις και εις την πρόσκλησίν της; Δια να μη δόση λοιπόν τοιαύτη υπόνοια ήτο αναγκαία η διαγωγή Του αύτη και δι' αυτό ας προσέξουν οι απρόσεκτοι «Ευαγγελικοί».
Από το βιβλίο "ΑΝΤΙΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΙ ΟΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΙ".
Πηγή: entaksis
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης γιὰ τοὺς Νεορθοδόξους
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ