2020-08-27 14:54:10
Σε σημαντικό εργαλείο για την κλινική διαχείριση της νόσου COVID-19 ίσως αναδειχθεί
μία κοινή ανοσολογική υπογραφή του κορωνοϊού που αποτύπωσε στο αίμα ασθενών επιστημονική ομάδα ερευνητών και κλινικών ιατρών από το Ινστιτούτο Francis Crick του King’s College του Λονδίνου και το Guy’s and St Thomas NHS Foundation Trust, αντίστοιχα.
Η ανακαλυφθείσα «υπογραφή» του ιού SARS-CoV-2 θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να προβλεφθεί ο βαθμός βαρύτητας της νόσου, όπως αναφέρεται στη σχετική ερευνητική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Medicine.
Η επιστημονική ομάδα ανέλυσε δείγματα αίματος από 63 ασθενείς με SARS-CoV-2 που είχαν εισαχθεί στα νοσοκομεία Guy’s και St Thomas στο Λονδίνο. Ανάμεσα σε αρκετά μόρια που εκφράζονται σε άτυπα επίπεδα στο αίμα των ασθενών, οι ερευνητές εντόπισαν τρία, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν δείκτη του πώς θα εξελιχθεί η νόσος.
Η «τριάδα», όπως την αποκαλούν οι ερευνητές, αποτελείται από τα μόρια IP-10, ιντερλευκίνη-10 και ιντερλευκίνη-6.
Οι ασθενείς με COVID-19 που εμφάνισαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα αυτών των μορίων όταν εισήχθησαν για πρώτη φορά στο νοσοκομείο συνέχισαν να επιδεινώνονται.
Η τριάδα προέκυψε ότι είναι πιο ισχυρός προγνωστικός παράγοντας της σοβαρότητας της νόσου και από τους συνήθεις κλινικούς δείκτες, συμπεριλαμβανομένων C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), Δ-διμερών και φερριτίνης.
Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν μεταξύ της ομάδας των ασθενών που εξέτασαν ότι η μέτρηση των επιπέδων IP-10 στο αίμα κατά την πρώτη ημέρα εισαγωγής στο νοσοκομείο ήταν ο πιο ακριβής τρόπος μέχρι σήμερα για να προβλεφθεί το διάστημα νοσηλείας του ασθενούς.
Αυτή τη στιγμή προσβλέπουν σε νέες συνέργειες με σκοπό την ανάπτυξη ισχυρών και εύκολων στη χρήση τεστ μέτρησης των επιπέδων των συγκεκριμένων μορίων.
«Καθώς πλησιάζουμε στη χειμερινή περίοδο της γρίπης, μαζί με την απειλή της COVID-19, είναι πιθανό ότι τα νοσοκομεία θα υποστούν μεγάλη πίεση. Για να το αντιμετωπίσουμε αυτό, πρέπει να εξοπλίσουμε τους γιατρούς μας με εργαλεία για τεκμηριωμένες κρίσεις σχετικά με το ποιοι ασθενείς είναι πιθανό να βελτιωθούν και ποιοι μπορεί να χρειάζονται πιο επείγουσα φροντίδα» σημειώνει ο επικεφαλής του εγχειρήματος Adrian Hayday, καθηγητής Ανοσοβιολογίας και διευθυντής του Εργαστηρίου Ανοσοεπιτήρησης στο Ινστιτούτο Francis Crick του King’s College του Λονδίνου.
Οι νέες ανακοινώσεις έρχονται στο πλαίσιο της εν εξελίξει μελέτης COVID-IP.
Έπειτα από την προκαταρκτική ανάλυση που διενεργήθηκε το Μάιο, η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τώρα τις ανοσολογικές υπογραφές ασθενών με COVID-19 με δέκα άτομα ίδιας ηλικίας που έπασχαν από λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού. Δεν παρατηρήθηκαν στους τελευταίους υψηλά επίπεδα της «τριάδας», γεγονός που κατά τους ερευνητές υποδηλώνει ότι το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, σε συνδυασμό και με άλλα, μπορεί να συγκροτεί μία βασική ανοσολογική υπογραφή της COVID-19.
anatakti
μία κοινή ανοσολογική υπογραφή του κορωνοϊού που αποτύπωσε στο αίμα ασθενών επιστημονική ομάδα ερευνητών και κλινικών ιατρών από το Ινστιτούτο Francis Crick του King’s College του Λονδίνου και το Guy’s and St Thomas NHS Foundation Trust, αντίστοιχα.
Η ανακαλυφθείσα «υπογραφή» του ιού SARS-CoV-2 θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να προβλεφθεί ο βαθμός βαρύτητας της νόσου, όπως αναφέρεται στη σχετική ερευνητική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Nature Medicine.
Η επιστημονική ομάδα ανέλυσε δείγματα αίματος από 63 ασθενείς με SARS-CoV-2 που είχαν εισαχθεί στα νοσοκομεία Guy’s και St Thomas στο Λονδίνο. Ανάμεσα σε αρκετά μόρια που εκφράζονται σε άτυπα επίπεδα στο αίμα των ασθενών, οι ερευνητές εντόπισαν τρία, τα οποία μπορούν να αποτελέσουν δείκτη του πώς θα εξελιχθεί η νόσος.
Η «τριάδα», όπως την αποκαλούν οι ερευνητές, αποτελείται από τα μόρια IP-10, ιντερλευκίνη-10 και ιντερλευκίνη-6.
Οι ασθενείς με COVID-19 που εμφάνισαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα αυτών των μορίων όταν εισήχθησαν για πρώτη φορά στο νοσοκομείο συνέχισαν να επιδεινώνονται.
Η τριάδα προέκυψε ότι είναι πιο ισχυρός προγνωστικός παράγοντας της σοβαρότητας της νόσου και από τους συνήθεις κλινικούς δείκτες, συμπεριλαμβανομένων C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP), Δ-διμερών και φερριτίνης.
Επιπλέον, οι ερευνητές διαπίστωσαν μεταξύ της ομάδας των ασθενών που εξέτασαν ότι η μέτρηση των επιπέδων IP-10 στο αίμα κατά την πρώτη ημέρα εισαγωγής στο νοσοκομείο ήταν ο πιο ακριβής τρόπος μέχρι σήμερα για να προβλεφθεί το διάστημα νοσηλείας του ασθενούς.
Αυτή τη στιγμή προσβλέπουν σε νέες συνέργειες με σκοπό την ανάπτυξη ισχυρών και εύκολων στη χρήση τεστ μέτρησης των επιπέδων των συγκεκριμένων μορίων.
«Καθώς πλησιάζουμε στη χειμερινή περίοδο της γρίπης, μαζί με την απειλή της COVID-19, είναι πιθανό ότι τα νοσοκομεία θα υποστούν μεγάλη πίεση. Για να το αντιμετωπίσουμε αυτό, πρέπει να εξοπλίσουμε τους γιατρούς μας με εργαλεία για τεκμηριωμένες κρίσεις σχετικά με το ποιοι ασθενείς είναι πιθανό να βελτιωθούν και ποιοι μπορεί να χρειάζονται πιο επείγουσα φροντίδα» σημειώνει ο επικεφαλής του εγχειρήματος Adrian Hayday, καθηγητής Ανοσοβιολογίας και διευθυντής του Εργαστηρίου Ανοσοεπιτήρησης στο Ινστιτούτο Francis Crick του King’s College του Λονδίνου.
Οι νέες ανακοινώσεις έρχονται στο πλαίσιο της εν εξελίξει μελέτης COVID-IP.
Έπειτα από την προκαταρκτική ανάλυση που διενεργήθηκε το Μάιο, η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τώρα τις ανοσολογικές υπογραφές ασθενών με COVID-19 με δέκα άτομα ίδιας ηλικίας που έπασχαν από λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού. Δεν παρατηρήθηκαν στους τελευταίους υψηλά επίπεδα της «τριάδας», γεγονός που κατά τους ερευνητές υποδηλώνει ότι το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, σε συνδυασμό και με άλλα, μπορεί να συγκροτεί μία βασική ανοσολογική υπογραφή της COVID-19.
anatakti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ