2020-08-28 23:22:20
Η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να συγκριθεί με τη διατροφή υψηλών λιπαρών, οδηγώντας σε προδιαβητικό στάδιο το άτομο και προκαλώντας καρδιομεταβολικές παθήσεις
Νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Clinical Investigation δείχνει ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη καρδιομεταβολικών παθήσεων, όπως ο διαβήτης. Το σημαντικότερο εύρημα της μελέτης, ωστόσο, είναι ότι οι επιδράσεις αυτές μπορεί να είναι αναστρέψιμες μετά τη διακοπή της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελούσε «παράγοντα κινδύνου για έναν παράγοντα κινδύνου», που συνεισέφερε στο κοινό έδαφος όλων των θανατηφόρων προβλημάτων, όπως το έμφραγμα και το εγκεφαλικό επεισόδιο. Όπως η ανθυγιεινή διατροφή και η έλλειψη άσκησης μπορεί να οδηγήσει στις ασθένειες, έτσι και η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να προστεθεί σε αυτή τη λίστα παραγόντων κινδύνου.
«Στη μελέτη μας, δημιουργήσαμε ένα περιβάλλον παρόμοιο με αυτό μιας ημέρας με αυξημένη ρύπανση στο Νέο Δελχί ή στο Πεκίνο. Συγκεντρώσαμε μικροσωματίδια PM2.5 της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τα οποία αναπτύσσονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, όπως τα καυσαέρια των αυτοκινήτων, η παραγωγή ενέργειας και άλλα ορυκτά καύσιμα», εξηγεί ο πρώτος συγγραφέας της μελέτης και διευθυντής Καρδιαγγειακής Ιατρικής στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία Harrington Heart και Vascular Institute, Δρ. Sanjay Rajagopalan.
Τα σωματίδια αυτά έχουν συνδεθεί εκτενώς με παράγοντες κινδύνου για διάφορες ασθένειες. Για παράδειγμα, οι καρδιαγγειακές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης μπορούν να οδηγήσουν σε έμφραγμα και εγκεφαλικό επεισόδιο. Η ερευνητική ομάδα, λοιπόν, έδειξε ότι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες που έχουν οι ίδιοι παράγοντες κινδύνου να οδηγήσουν σε καρδιομεταβολικές παθήσεις, όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη και ο διαβήτης τύπου 2.
Στη ζωική αυτή μελέτη παρατηρήθηκαν τρεις ομάδες πειραματόζωων: μια ομάδα ελέγχου που λάμβανε καθαρό φιλτραρισμένο αέρα, μία ομάδα που εκτίθετο σε μολυσμένο αέρα για 24 εβδομάδες και άλλη μία που ακολουθούσε διατροφή υψηλών λιπαρών. Όπως αναδείχθηκε από τα ευρήματα, η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση ήταν συγκρίσιμη με την κατανάλωση διατροφής υψηλών λιπαρών, με τις δύο αυτές ομάδες να παρουσιάζουν αντίσταση στην ινσουλίνη και μη φυσιολογικό μεταβολισμό, όπως αυτός που παρατηρείται στο προδιαβητικό στάδιο.
Οι αλλαγές αυτές σχετίστηκαν με αλλαγές στα επιγονίδια, ένα στρώμα ελέγχου που μπορεί να ενεργοποιήσει και να απενεργοποιήσει επιτυχώς χιλιάδες γονίδια, αντιπροσωπεύοντας ένα κρίσιμο στοιχείο ως απόκριση στους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η μελέτη αυτή είναι η πρώτη του είδους της που συγκρίνει τις επιγενετικές αλλαγές ως απόκριση στην ατμοσφαιρική ρύπανση, συγκρίνει και αντιπαραθέτει τέτοιες αλλαγές με αυτές που προκαλούνται από την ανθυγιεινή διατροφή και εξετάζει τις επιδράσεις της διακοπής έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση στις αλλαγές αυτές.
«Τα καλά νέα είναι ότι αυτές οι επιδράσεις ήταν αναστρέψιμες, τουλάχιστον στα δικά μας πειράματα. Από τη στιγμή που η ατμοσφαιρική ρύπανση αφαιρέθηκε από το περιβάλλον, τα ποντίκια άρχισαν αμέσως να φαίνονται πιο υγιή και το προδιαβητικό στάδιο φάνηκε να αναστρέφεται», αναφέρει ο Δρ. Rajagopalan.
Ο ειδικός καταλήγει τονίζοντας ότι αν κάποιος ζει σε ένα έντονα μολυσμένο περιβάλλον, η ανάληψη δράσεων όπως η χρήση μάσκας N95, η χρήση συσκευών καθαρισμού του εσωτερικού αέρα, η χρήση κλιματισμού, το κλείσιμο των παραθύρων κατά τις μετακινήσεις με το αυτοκίνητο και η συχνή αλλαγή των φίλτρων αέρα του αυτοκινήτου, είναι καλές κινήσεις για να παραμείνει υγιής και να περιορίσει την έκθεσή του στην ατμοσφαιρική ρύπανση.
anatakti
Νέα έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Clinical Investigation δείχνει ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη καρδιομεταβολικών παθήσεων, όπως ο διαβήτης. Το σημαντικότερο εύρημα της μελέτης, ωστόσο, είναι ότι οι επιδράσεις αυτές μπορεί να είναι αναστρέψιμες μετά τη διακοπή της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελούσε «παράγοντα κινδύνου για έναν παράγοντα κινδύνου», που συνεισέφερε στο κοινό έδαφος όλων των θανατηφόρων προβλημάτων, όπως το έμφραγμα και το εγκεφαλικό επεισόδιο. Όπως η ανθυγιεινή διατροφή και η έλλειψη άσκησης μπορεί να οδηγήσει στις ασθένειες, έτσι και η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να προστεθεί σε αυτή τη λίστα παραγόντων κινδύνου.
«Στη μελέτη μας, δημιουργήσαμε ένα περιβάλλον παρόμοιο με αυτό μιας ημέρας με αυξημένη ρύπανση στο Νέο Δελχί ή στο Πεκίνο. Συγκεντρώσαμε μικροσωματίδια PM2.5 της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, τα οποία αναπτύσσονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, όπως τα καυσαέρια των αυτοκινήτων, η παραγωγή ενέργειας και άλλα ορυκτά καύσιμα», εξηγεί ο πρώτος συγγραφέας της μελέτης και διευθυντής Καρδιαγγειακής Ιατρικής στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία Harrington Heart και Vascular Institute, Δρ. Sanjay Rajagopalan.
Τα σωματίδια αυτά έχουν συνδεθεί εκτενώς με παράγοντες κινδύνου για διάφορες ασθένειες. Για παράδειγμα, οι καρδιαγγειακές επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης μπορούν να οδηγήσουν σε έμφραγμα και εγκεφαλικό επεισόδιο. Η ερευνητική ομάδα, λοιπόν, έδειξε ότι η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες που έχουν οι ίδιοι παράγοντες κινδύνου να οδηγήσουν σε καρδιομεταβολικές παθήσεις, όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη και ο διαβήτης τύπου 2.
Στη ζωική αυτή μελέτη παρατηρήθηκαν τρεις ομάδες πειραματόζωων: μια ομάδα ελέγχου που λάμβανε καθαρό φιλτραρισμένο αέρα, μία ομάδα που εκτίθετο σε μολυσμένο αέρα για 24 εβδομάδες και άλλη μία που ακολουθούσε διατροφή υψηλών λιπαρών. Όπως αναδείχθηκε από τα ευρήματα, η έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση ήταν συγκρίσιμη με την κατανάλωση διατροφής υψηλών λιπαρών, με τις δύο αυτές ομάδες να παρουσιάζουν αντίσταση στην ινσουλίνη και μη φυσιολογικό μεταβολισμό, όπως αυτός που παρατηρείται στο προδιαβητικό στάδιο.
Οι αλλαγές αυτές σχετίστηκαν με αλλαγές στα επιγονίδια, ένα στρώμα ελέγχου που μπορεί να ενεργοποιήσει και να απενεργοποιήσει επιτυχώς χιλιάδες γονίδια, αντιπροσωπεύοντας ένα κρίσιμο στοιχείο ως απόκριση στους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η μελέτη αυτή είναι η πρώτη του είδους της που συγκρίνει τις επιγενετικές αλλαγές ως απόκριση στην ατμοσφαιρική ρύπανση, συγκρίνει και αντιπαραθέτει τέτοιες αλλαγές με αυτές που προκαλούνται από την ανθυγιεινή διατροφή και εξετάζει τις επιδράσεις της διακοπής έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση στις αλλαγές αυτές.
«Τα καλά νέα είναι ότι αυτές οι επιδράσεις ήταν αναστρέψιμες, τουλάχιστον στα δικά μας πειράματα. Από τη στιγμή που η ατμοσφαιρική ρύπανση αφαιρέθηκε από το περιβάλλον, τα ποντίκια άρχισαν αμέσως να φαίνονται πιο υγιή και το προδιαβητικό στάδιο φάνηκε να αναστρέφεται», αναφέρει ο Δρ. Rajagopalan.
Ο ειδικός καταλήγει τονίζοντας ότι αν κάποιος ζει σε ένα έντονα μολυσμένο περιβάλλον, η ανάληψη δράσεων όπως η χρήση μάσκας N95, η χρήση συσκευών καθαρισμού του εσωτερικού αέρα, η χρήση κλιματισμού, το κλείσιμο των παραθύρων κατά τις μετακινήσεις με το αυτοκίνητο και η συχνή αλλαγή των φίλτρων αέρα του αυτοκινήτου, είναι καλές κινήσεις για να παραμείνει υγιής και να περιορίσει την έκθεσή του στην ατμοσφαιρική ρύπανση.
anatakti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Κορωνοϊός: Υψηλού κινδύνου οι ασθενείς που λαμβάνουν αυτά τα φάρμακα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ