2020-10-03 03:27:55
Και να σκεφθεί κανείς ότι την είχαν σχεδιάσει σαν το βασιλικό βουλεβάρτο της Αθήνας!
«Δεν πρόκειται δι΄άλλον κανένα, παρά δια την οδόν Αθηνάς, τον δρόμον ο οποίος εσχεδιάσθη απ΄αρχής και από τους πρώτους ήνοιξεν εις το έδαφος των Αθηνών, μαζή με την οδόν Ερμού και Αιόλου τω 1834, όπως μας βεβαιοί ο έμπειρος του σχεδίου πόλεως ερμηνευτής κ. Μπίρης.
Είνε αυτός ο δρόμος, ο οποίος εξεκίνησεν από το Μεγάλο Μοναστήρι (το νυν Μοναστηράκι) και από το εκεί Τζαμί με διεύθυνσιν προς Βορράν, έρριψε του Βορέα την βρύση, αφήκε αριστερά ανέπαφον την Αγ. Κυριακήν και κατέληξεν εις την Πλατείαν Ομονοίας, διά να συνεχισθή πολύ κατόπιν, μετά την πλατείαν, ως οδός Γ΄Σεπτεμβρίου.
Εσχεδιάσθη από τους πρώτους πολεοδόμους των Αθηνών. Τον πολύν Κλεάνθην και τον αχώριστον ομοϊδεάτην του Σάουμπερτ, εις το μνημειώδες σχέδιον το οποίον κατήρτισαν διά την πρωτεύουσαν της Ελλάδος, αλλά το οποίον, έπειτα από τόσας περιπετείας και δοκιμασίας, εστρεβλώθη, ανετράπη και εγελοιοποιήθη.
Δεν διετηρήθη, συνεπώς, ούτε το πλάτος, ούτε και ο ρυθμός της οδού Αθηνάς.
Δεν εισβάλλει πλέον εις τον λαμπρόν, όσον και μνημειώδη χώρον, τον οποίον τα βουλεβάρεια και οι χώροι της Εμπορικής Αγοράς και των προς την πλατείαν Ομονοίας τοποθετημένων Ανακτόρων εδημιούργουν και του εξησφάλιζον.
Εξεκίνησε λοιπόν η βασιλική αυτή οδός μέσα από τα σοκάκια και τα ερείπια του νεκρού χώρου της μόλις απελευθερωθείσης πολίχνης και εν όσω επροχώρει, έχανε διαρκώς από το κάλλος της.
Της ήλλαξαν και το όνομα. Ωνομάσθη εις τας τροποποιήσεις του σχεδίου παρά του Κλέντζε οδός Νίκης, αλλά εις πείσμα των νέων αναδόχων της, αυτή επέμεινε και εκράτησε το αρχικόν όνομά της μέχρι σήμερον.
Το ίδιον υπέστησαν και αι οδοί Αιόλου, μετονομασθείσα εις οδόν Ποσειδώνος, η οδός Σταδίου εις οδόν Φειδίου και άλλαι. Ο λαός όμως επέμενε και διετηρήθησαν μέχρι σήμερον αι αρχικαί του Κλεάνθους ονομασίαι.
Το πλάτος της πρώτα-πρώτα, από μεγαλοπρεπούς λεωφόρου μετεβλήθη εις κοινοτάτης οδού. Τα δακτυλίδια και τα κοσμήματα της πολυτελούς της χαράξεως έλειψαν. Ο υψηλός προορισμός της πλατείας Ομονοίας του να στολίζη και να στολίζεται από τα Ανάκτορα, έλειψε. Ευρέθη ως καταλληλότερος ο χώρος όπου σήμερον ορθούνται ταύτα.
Τα μεγαλοπρεπή βουλεβάρεια, με τας πολλαπλάς δενδροστοιχίας, το ένα κατόπιν του άλλου, εξηφανίσθησαν, χωρίς ποτέ να χαραχθούν επί του εδάφους, ούτε να εμφανισθή η μνημειώδης όψις των.
Δεν την έσωσε ούτε η ευγενής προσφορά του πατριωτικωτάτου όσον και μεγαλοφυούς Έλληνος μηχανικού Κλεάνθους, ο οποίος δεν εδέχθη ούτε έλαβεν ουδεμίαν αποζημίωσιν, ούτε διά τα σχέδιά του, ούτε και διά τα χωράφια του, τα οποία του ανήκον κατ΄ιδιοκτησίαν και τα οποία εξετείνοντο όπου σήμερον ο Σταθμός του Υπογείου Σιδηροδρόμου και το Μπάγκειον ξενοδοχείον.
Επέπρωτο, λοιπόν, η οδός Αθηνάς, η γεννηθείσα εις χρυσούν λίκνον, εντός εκατόν ετών, να δεχθή όσα η Παλιά Αγορά (σ.σ. ευρίσκετο στο τέρμα της Αιόλου και κάηκε στη δεκαετία του 80 μεταφερθείσα στη σημερινή Βαρβάκειο) και τα Αμπατζίδικα (σ.σ. ραφτάδικα γύρω από το Μοναστηράκι) και τα χαλκουργεία με το Δημοπρατήριον (σ.σ. η πλατεία στο τέρμα της Μητροπόλεως), από τα οποία προήρχετο, εξετόπιζον ολοέν και απέρριπτον.
Και εγέμισε καρροτσάκια και παράγκες και βρωμολινάτσες και κουρέλια παντοειδή και εδημιουργήθησαν μεταξύ των μικροπωλητών πρωτότυποι σχέσεις και ιδιόρρυθμοι αρχαί κυριότητος και εκμεταλλεύσεως ενός δικαιώματος του υπενοικιάζειν και σταλιάζειν και εγκαθίστασθαι εις ένα σημείον απαρασαλέυτως, χωρίς ουδείς να δύναται να σε αποβάλη, ούτε και να σε μετακινήση, παρέχουσα την εικόνα της Άπω, της Μέσης και της Εγγύς Ανατολής, με όλα τα χαρίσματα και τας πρωτοτυπίας των.
Και ήλθον παντός είδους καπηλείαι και ανταλλαγαί και εμπόρια ύποπτα και ενίοτε διώξιμα ποινικώς, και συνεκεντρώθησαν όλα τα χρυσά δόντια των από πολλού κεκοιμημένων, και πάσαι αι οδοντογέφυραι, παν ό,τι στίλβει και θεωρείται κοινώς χρυσός, και ανεπτύχθησαν συναλλαγαί επί του πολυτίμου τούτου μετάλλου και των πολυτίμων λίθων και των κοσμημάτων, τα οποία αγοράζονται με τας ¨καλλιτέρας τιμάς¨, ανεπιβλέπτως και ανεξελέγκτως, δημιοτργουμένης μιας χάβρας αληθινής και μιας τελείας συγχύσεως μεταξύ των οικοπέδων της αρετής και της κακίας, τα όρια των οποίων από μακρού εσυγχίσθησαν εκεί μέσα (σ.σ. αναφέρεται στο πλήθος των πλανοδίων σαράφηδων που γέμιζαν τα πεζοδρόμια της Αθηνάς).
Είνε αληθές ότι από καιρού εις καιρόν, διάφοροι αρμόδιοι, εφόρεσαν την λεοντή του Ηρακλέους και, εντεταλμένοι από τον Νόμον και το καθήκον των, εζήτησαν να εκκαθαρίσουν την συσσωρευθείσαν εις την οδόν Αθηνάς κόπρον και την αταξίαν και πάσαν κουρελότητα και ασχημίαν.
Εις μάτην όμως. Μία κεφαλή εκόπτετο από την πολυκέφαλον αυτήν Λερναίαν Ύδραν, δέκα, είκοσι, πενήντα νέαι ανεφαίνοντο. Έφευγον δέκα παράγκαι και εφύτρωναν απέναντι ή παρέκει άλλαι τόσαι και περισσότεραι.
Τώρα τελευταίως κάποια σοβαρωτέρα προσπάθεια προς εξυγίανσιν της ρυπαράς και αθλίας αυτής οδού κατεβλήθη. Και εσαρώθησαν τσαντήρια και λινάτσες και πρόστεγα και τενεκέδες και αδιάβροχα, ιδίως περί την Ν. Αγοράν (σ.σ. Εννοεί την Βαρβάκειον).
Και ο σκιασμένος ήλιος, προβαλών από τα σύννεφα της υψηλής κουρελαρίας, εφώτιζε τμήματα της οδού, τα οποία από ετών τον είχον αποκλείσει.
Τούτο όμως δεν αρκεί...».
(ΕΣΤΙΑ, 1939,¨Ο Περαστικός¨)
Να μη λησμονήσουμε βεβαίως ότι το όλο σκηνικό περιελάμβανε και πάμπολλα καφέ-αμάν –συνήθως σε υπόγεια- καθώς και τα περισσότερα καφέ-σαντάν που μετακινήθηκαν από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός προς την Ομόνοιαν και τα πέριξ. Τα αμέτρητα τέλος πατσατζίδικα ολοκλήρωναν τα βράδια το ανατολίτικο τοπίο!
Θωμάς Σιταράς, Συγγραφέας-Αθηναιογράφος, FB: Σιταράς Θωμάς
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Indila - Run Run (Live - Paris)
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ