2021-01-16 00:34:18
Μιχαήλ Εμινέσκου - Mihai Eminescu ( 15 Ιανουαρίου 1850 - 15 Ιουνίου 1889)
Ο Μιχάι Εμινέσκου είναι ο Αυγερινός της Ρουμάνικης Λογοτεχνίας. Το αριστούργημά του με τον τίτλο αυτόν κάνει την αρχή όπως στους λαϊκούς μύθους, αλλά μπαίνει αμέσως στην πλοκή που διαδραματίζεται στα πλαίσια της ζωής.
Μια πανωραία κόρη από βασιλική γενιά ζούσε περήφανη. Όταν αντίκρισε τον Αυγερινό ερωτεύτηκε.
Αυγερινός είναι η ονομασία του πλανήτη Αφροδίτη, γνωστό το βράδι ως Αποσπερίτης και το πρωί ως Αυγερινό. Στα Καρπάθια, στους γύρω χώρους τους παραδουνάβιους και στο χώρο τους Εύξεινου Πόντου ήταν το άστρο που οδηγούσε τους ποιμένες στα ψηλά βουνά και τους ναυτικούς με τα καράβια τους. Δεν πρόκειται για τον Εωσφόρο –τον έκπτωτο άγγελο που στην λατινογεννή λογοτεχνία ονομάζεται LUCIFER και Μεφίστο –κατά την ελληνική παράδοση Μεφιστοφελής, ονομασία του πνεύματος του κακού και του δαίμονα του έκπτωτου άγγελου –του Σατανά.
Ο Αυγερινός, η αριστουργηματική δημιουργία του Εμινέσκου, είναι το αποτέλεσμα πολλών ετών υφολογικής επεξεργασίας, το οποίο δημοσιεύθηκε κατά την διάρκεια του έτους 1883 τρεις συνεχόμενες φορές. Το ποίημα αποτελείται από 98 στροφές, 312 στίχους χωρισμένους σε τετράστιχα των 7/8 συλλαβών, γραμμένο σε έναν ιαμβικό ρυθμό.
Ο Αυγερινός ήταν αγαπητός από τον λαό που τον έβλεπε με κάποια ελπίδα όταν έλαμπε αναβοσβήνοντας σαν τους πλανήτες, όχι σταθερά όπως τ’ άστρα.
ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ
Σαν παραμύθι ζούσε εδώ
σαν τα ψηλά τα όρη
από βασιλική γενιά
μια πανωραία κόρη.
Κι ήταν μονάχη στους γονείς
περήφανη, όλο χάρη
μες στους αγίους Παναγιά
μες στ’ άστρα το φεγγάρι.
Μέσα από θόλους σκιερούς
το βήμα της πηγαίνει
στου παραθύρου την γωνιά
ο Αυγερινός προσμένει.
Τον βλέπει στον ορίζοντα
Λαμπρός να ξεκινάει
στους δρόμους τους αεικίνητους
καράβια μαύρα πάει.
Θωρεί τον μια θωρεί τον δυο
με πόθο τον ζητάει
τόσο καιρό πού την θωρεί
την κόρη αγαπάει.
Και μέσα στους αγκώνες της
τους κρόταφούς της βάζει
Ο πόθος της και η καρδιά
και η ψυχή ρεμβάζει.
Πιο δυνατά κάθε βραδιά
το φως του λαμπαδιάζει
Στην σκιά του μαύρου πύργου της
η κόρη τον κοιτάζει.
Στα ίχνη των βημάτων της
στην κάμαρά της μπαίνει
με σπίθες που φεγγοβολούν
φλόγας πλεμάτη υφαίνει.
Όταν στην κλίνη έρχεται
Την νιά για να κοιμήσει
Της δίνει χάδι απαλό
Τα βλέφαρα να κλείσει.
Καθρέπτη αντιφέγγισμα
το σώμα της σκεπάζει
τα μάτια της σαν πάλλονται
η όψη της αλλάζει.
Χαμογελώντας τον κοιτά
πώς τρέμει στο γυαλί της
στο όνειρο την ακολουθεί
να δέσει στην ψυχή της.
Στον ύπνο της μιλώντας του
στενάζει η κοπέλα
«Της νύχτας γλυκέ αφέντη μου!
γιατί δεν έρχεσαι; Έλα!»
Περισσότερα για τον Εμινέσκου στο eminescumihai.blogspot
και ΕΔΩ
Ο Μιχάι Εμινέσκου είναι ο Αυγερινός της Ρουμάνικης Λογοτεχνίας. Το αριστούργημά του με τον τίτλο αυτόν κάνει την αρχή όπως στους λαϊκούς μύθους, αλλά μπαίνει αμέσως στην πλοκή που διαδραματίζεται στα πλαίσια της ζωής.
Μια πανωραία κόρη από βασιλική γενιά ζούσε περήφανη. Όταν αντίκρισε τον Αυγερινό ερωτεύτηκε.
Αυγερινός είναι η ονομασία του πλανήτη Αφροδίτη, γνωστό το βράδι ως Αποσπερίτης και το πρωί ως Αυγερινό. Στα Καρπάθια, στους γύρω χώρους τους παραδουνάβιους και στο χώρο τους Εύξεινου Πόντου ήταν το άστρο που οδηγούσε τους ποιμένες στα ψηλά βουνά και τους ναυτικούς με τα καράβια τους. Δεν πρόκειται για τον Εωσφόρο –τον έκπτωτο άγγελο που στην λατινογεννή λογοτεχνία ονομάζεται LUCIFER και Μεφίστο –κατά την ελληνική παράδοση Μεφιστοφελής, ονομασία του πνεύματος του κακού και του δαίμονα του έκπτωτου άγγελου –του Σατανά.
Ο Αυγερινός, η αριστουργηματική δημιουργία του Εμινέσκου, είναι το αποτέλεσμα πολλών ετών υφολογικής επεξεργασίας, το οποίο δημοσιεύθηκε κατά την διάρκεια του έτους 1883 τρεις συνεχόμενες φορές. Το ποίημα αποτελείται από 98 στροφές, 312 στίχους χωρισμένους σε τετράστιχα των 7/8 συλλαβών, γραμμένο σε έναν ιαμβικό ρυθμό.
Ο Αυγερινός ήταν αγαπητός από τον λαό που τον έβλεπε με κάποια ελπίδα όταν έλαμπε αναβοσβήνοντας σαν τους πλανήτες, όχι σταθερά όπως τ’ άστρα.
ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ
Σαν παραμύθι ζούσε εδώ
σαν τα ψηλά τα όρη
από βασιλική γενιά
μια πανωραία κόρη.
Κι ήταν μονάχη στους γονείς
περήφανη, όλο χάρη
μες στους αγίους Παναγιά
μες στ’ άστρα το φεγγάρι.
Μέσα από θόλους σκιερούς
το βήμα της πηγαίνει
στου παραθύρου την γωνιά
ο Αυγερινός προσμένει.
Τον βλέπει στον ορίζοντα
Λαμπρός να ξεκινάει
στους δρόμους τους αεικίνητους
καράβια μαύρα πάει.
Θωρεί τον μια θωρεί τον δυο
με πόθο τον ζητάει
τόσο καιρό πού την θωρεί
την κόρη αγαπάει.
Και μέσα στους αγκώνες της
τους κρόταφούς της βάζει
Ο πόθος της και η καρδιά
και η ψυχή ρεμβάζει.
Πιο δυνατά κάθε βραδιά
το φως του λαμπαδιάζει
Στην σκιά του μαύρου πύργου της
η κόρη τον κοιτάζει.
Στα ίχνη των βημάτων της
στην κάμαρά της μπαίνει
με σπίθες που φεγγοβολούν
φλόγας πλεμάτη υφαίνει.
Όταν στην κλίνη έρχεται
Την νιά για να κοιμήσει
Της δίνει χάδι απαλό
Τα βλέφαρα να κλείσει.
Καθρέπτη αντιφέγγισμα
το σώμα της σκεπάζει
τα μάτια της σαν πάλλονται
η όψη της αλλάζει.
Χαμογελώντας τον κοιτά
πώς τρέμει στο γυαλί της
στο όνειρο την ακολουθεί
να δέσει στην ψυχή της.
Στον ύπνο της μιλώντας του
στενάζει η κοπέλα
«Της νύχτας γλυκέ αφέντη μου!
γιατί δεν έρχεσαι; Έλα!»
Περισσότερα για τον Εμινέσκου στο eminescumihai.blogspot
και ΕΔΩ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Έκτακτο δελτίο ισχυρών χιονοπτώσεων για το Σάββατο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ