2021-02-24 15:10:59
πηγή
«Τον Σεπτέμβριο του 1820 πιάνεται και οδηγείται στο Κονάκι μπροστά στον μουτεσελίμη Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ μπέη ένας μεσόκοπος Έλληνας, ο Μεστανές, γιατί μάθαινε στα παιδιά του επαναστατικά τραγούδια, ασφαλώς τα τραγούδια του Ρήγα» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 300).
«Ο επαναστατικός αναβρασμός των Ελλήνων αναστατώνει τους ανεκτικούς Οσμανούς σε όλη την Ελλάδα: «Για να τους τρομοκρατήσουν, συλλαμβάνουν πολλούς και τους ρίχνουν στα μπουντρούμια των φυλακών και στον Κανλή Κουλέ» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης,σ. 301).
Όταν φθάνουν οι ειδήσεις για την επανάσταση του Υψηλάντη στην
Μολδοβλαχία και στην Πελοπόννησο, ο μουσελίμης (διοικητής) της πόλης Γιουσούφ «φυλακίζει στο κονάκι του περισσότερους από 400 ομήρους, που τους κακομεταχειρίζεται: τους βρίζει, τους εξευτελίζει, τους μαστιγώνει και μερικούς θανατώνει» (Απ.Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 302).
Μετά από την εξέγερση στον Πολύγυρο λόγω της καταπίεσης που άσκησαν οι τούρκοι στρατιώτες της εκεί μικρής φρουράς, ο Γιουσούφ την επαύριο της εξέγερσης, «το βράδι διατάζει να σφαγούν στο κονάκι εμπρός στα μάτια του για αντίποινα 200 και περισσότεροι όμηροι από τα διάφορα χωριά της δικαιοδοσίας του. Από τη μέρα εκείνη αρχίζει φοβερή τρομοκρατία στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη μεταβάλλεται σ’ ένα απέραντο σφαγείο…χαφιέδες [του μουτεσελίμη] τριγύριζαν στους δρόμους και σκότωναν ανελέητα όποιον Έλληνα συναντούσαν. Ακόμη και τις έγκυες γυναίκες δεν λυπούνταν ούτε σέβονταν, ομολογεί ο ίδιος ο Χαϊρουλλάχ. Αλλά και στα σπίτια των Ελλήνων μπαίνουν, σκοτώνουν, διαρπάζουν, κακοποιούν χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα….».
Στο Καπάνι, στη σημερινή αγορά Βλάλη, Έλληνες κομματιάζονται από τον
τουρκοϊσλαμικό όχλο. «Εκεί εκτελούν ακόμη τον μητροπολίτη του Κίτρους
Μελέτιο, τον παπά Γιάννη του Αγ. Μηνά, καθώς και άλλους πρόκριτους..τον Χρίστο Μενεξέ τον κρέμασαν στον μεγάλο πλάτανο της εκκλησίας του Αγ. Γεωργίου (Rotonda).
Σύγχρονα τραγικές σκηνές εκτυλίσσονται μέσα στον μητροπολιτικό ναό, τον
σημερινό Γρηγόριο Παλαμά, όπου είχαν καταφύγει πλήθη Ελλήνων. Ο τουρκικός όχλος σπάζει τις πόρτες και χύνεται μέσα σφάζοντας. Όσους δεν σκοτώνει αμέσως, τους δένει δυο-δυο και τους μεταφέρει στο Καπάνι, όπου και τους εκτελεί. Λίγοι μόνο μέσα στη σύγχυση του όχλου και των στιγμών εκείνων κατορθώνουν να ξεφύγουν…»
(Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 304).
Σκηνές απείρου κάλλους αρμονικής συνύπαρξης των πολιτισμών, ανακατέματος των οσμών απότα εξωτικά, ανατολίτικα φαγητά της Τουρκάλας με τα φαγητά της Ελληνίδας γειτόνισσάς της. Ίσως και με την οσμή των πτωμάτων και του ελληνικού αίματος.
«Η όψη της Θεσσαλονίκης είναι φρικτή, οι πλατείες της γεμάτες από πασσάλους
και οι επάλξεις του Επταπυργίου στεφανωμένες με κεφάλια. Οι εκκλησίες έχουν
μετατραπεί σε φυλακές, όπως αναφέρουν όχι μόνον οι γραπτές, αλλά και οι
προφορικές παραδόσεις, που σώζονται ακόμη ώς σήμερα: στην εκκλησία του Αγ.
Αθανασίου είχαν φυλακιστεί πολλοί Έλληνες, κυρίως γέροι και γυναικόπαιδα, που
τους άφησαν χωρίς τροφή και νερό. Συνηθισμένος τόπος βασανιστηρίων και
ανασκολοπισμών ήταν για πολύν καιρό η περιοχή γύρω από την Πύλη της Καλαμαρίας(Πλατεία Συντριβανίου) ώς τους Στρατώνες» (Απ.Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης,σ. 304).
Οι πεθαμένοι πετάγονταν στη θάλασσα.
Πέρα από τις σφαγές αμάχων μέσα σε εκκλησίες κι έξω από αυτές, τα παλουκώματα και τους απαγχονισμούς σε διάφορα σημεία του
κέντρου της σημερινής Θεσσαλονίκης, ακόμη κι οι εκκλησίες της πόλης
χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους ως φυλακές-τάφοι το 1821: «στην εκκλησία
του Αγ. Αθανασίου είχαν φυλακιστεί πολλοί Έλληνες, κυρίως γέροι και
γυναικόπαιδα, που τους άφησαν χωρίς τροφή και νερό» (Απ. Βακαλόπουλου,
Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 304).
Όταν οι άλλες εκκλησίες που είχαν χρησιμεύσει ως φυλακές είχαν αδειάσει, στον Άγ. Αθανάσιο έμεναν ακόμη φυλακισμένοι.
«Η φοβερή δυσοσμία που γέμιζε την ατμόσφαιρα ανάγκασε μερικούς
γείτονες ν’ ανοίξουν ένα βραδάκι την εκκλησία. Και τότε βρέθηκαν εμπρός σ’ ένα
φοβερό θέαμα. Καμιά εκατοστή πτώματα βρίσκονταν καταγής στις πλάκες σε
αποσύνθεση: είχαν πεθάνει από την πείνα και τη δίψα» (Απ. Βακαλόπουλου,
Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 307).
Ο πληθυσμός των Ελλήνων της πόλης δεν
μειώθηκε απλώς κατά 3000, όπως κάπου λέει ο Μαζάουερ, αφού μετά τις σφαγές
απέμειναν 3-4 χιλιάδες Έλληνες (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης,
σ. 310), δηλαδή το ποσοστό των σφαγμένων και διωγμένων ήταν περίπου 50%· μια
μικρή γενοκτονία.
Η συνέχεια του άρθρου στο antibaro
proskynitis
«Τον Σεπτέμβριο του 1820 πιάνεται και οδηγείται στο Κονάκι μπροστά στον μουτεσελίμη Σερίφ Σιντίκ Γιουσούφ μπέη ένας μεσόκοπος Έλληνας, ο Μεστανές, γιατί μάθαινε στα παιδιά του επαναστατικά τραγούδια, ασφαλώς τα τραγούδια του Ρήγα» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 300).
«Ο επαναστατικός αναβρασμός των Ελλήνων αναστατώνει τους ανεκτικούς Οσμανούς σε όλη την Ελλάδα: «Για να τους τρομοκρατήσουν, συλλαμβάνουν πολλούς και τους ρίχνουν στα μπουντρούμια των φυλακών και στον Κανλή Κουλέ» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης,σ. 301).
Όταν φθάνουν οι ειδήσεις για την επανάσταση του Υψηλάντη στην
Μολδοβλαχία και στην Πελοπόννησο, ο μουσελίμης (διοικητής) της πόλης Γιουσούφ «φυλακίζει στο κονάκι του περισσότερους από 400 ομήρους, που τους κακομεταχειρίζεται: τους βρίζει, τους εξευτελίζει, τους μαστιγώνει και μερικούς θανατώνει» (Απ.Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 302).
Μετά από την εξέγερση στον Πολύγυρο λόγω της καταπίεσης που άσκησαν οι τούρκοι στρατιώτες της εκεί μικρής φρουράς, ο Γιουσούφ την επαύριο της εξέγερσης, «το βράδι διατάζει να σφαγούν στο κονάκι εμπρός στα μάτια του για αντίποινα 200 και περισσότεροι όμηροι από τα διάφορα χωριά της δικαιοδοσίας του. Από τη μέρα εκείνη αρχίζει φοβερή τρομοκρατία στη Θεσσαλονίκη. Η πόλη μεταβάλλεται σ’ ένα απέραντο σφαγείο…χαφιέδες [του μουτεσελίμη] τριγύριζαν στους δρόμους και σκότωναν ανελέητα όποιον Έλληνα συναντούσαν. Ακόμη και τις έγκυες γυναίκες δεν λυπούνταν ούτε σέβονταν, ομολογεί ο ίδιος ο Χαϊρουλλάχ. Αλλά και στα σπίτια των Ελλήνων μπαίνουν, σκοτώνουν, διαρπάζουν, κακοποιούν χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα….».
Στο Καπάνι, στη σημερινή αγορά Βλάλη, Έλληνες κομματιάζονται από τον
τουρκοϊσλαμικό όχλο. «Εκεί εκτελούν ακόμη τον μητροπολίτη του Κίτρους
Μελέτιο, τον παπά Γιάννη του Αγ. Μηνά, καθώς και άλλους πρόκριτους..τον Χρίστο Μενεξέ τον κρέμασαν στον μεγάλο πλάτανο της εκκλησίας του Αγ. Γεωργίου (Rotonda).
Σύγχρονα τραγικές σκηνές εκτυλίσσονται μέσα στον μητροπολιτικό ναό, τον
σημερινό Γρηγόριο Παλαμά, όπου είχαν καταφύγει πλήθη Ελλήνων. Ο τουρκικός όχλος σπάζει τις πόρτες και χύνεται μέσα σφάζοντας. Όσους δεν σκοτώνει αμέσως, τους δένει δυο-δυο και τους μεταφέρει στο Καπάνι, όπου και τους εκτελεί. Λίγοι μόνο μέσα στη σύγχυση του όχλου και των στιγμών εκείνων κατορθώνουν να ξεφύγουν…»
(Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 304).
Σκηνές απείρου κάλλους αρμονικής συνύπαρξης των πολιτισμών, ανακατέματος των οσμών απότα εξωτικά, ανατολίτικα φαγητά της Τουρκάλας με τα φαγητά της Ελληνίδας γειτόνισσάς της. Ίσως και με την οσμή των πτωμάτων και του ελληνικού αίματος.
«Η όψη της Θεσσαλονίκης είναι φρικτή, οι πλατείες της γεμάτες από πασσάλους
και οι επάλξεις του Επταπυργίου στεφανωμένες με κεφάλια. Οι εκκλησίες έχουν
μετατραπεί σε φυλακές, όπως αναφέρουν όχι μόνον οι γραπτές, αλλά και οι
προφορικές παραδόσεις, που σώζονται ακόμη ώς σήμερα: στην εκκλησία του Αγ.
Αθανασίου είχαν φυλακιστεί πολλοί Έλληνες, κυρίως γέροι και γυναικόπαιδα, που
τους άφησαν χωρίς τροφή και νερό. Συνηθισμένος τόπος βασανιστηρίων και
ανασκολοπισμών ήταν για πολύν καιρό η περιοχή γύρω από την Πύλη της Καλαμαρίας(Πλατεία Συντριβανίου) ώς τους Στρατώνες» (Απ.Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης,σ. 304).
Οι πεθαμένοι πετάγονταν στη θάλασσα.
Πέρα από τις σφαγές αμάχων μέσα σε εκκλησίες κι έξω από αυτές, τα παλουκώματα και τους απαγχονισμούς σε διάφορα σημεία του
κέντρου της σημερινής Θεσσαλονίκης, ακόμη κι οι εκκλησίες της πόλης
χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους ως φυλακές-τάφοι το 1821: «στην εκκλησία
του Αγ. Αθανασίου είχαν φυλακιστεί πολλοί Έλληνες, κυρίως γέροι και
γυναικόπαιδα, που τους άφησαν χωρίς τροφή και νερό» (Απ. Βακαλόπουλου,
Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 304).
Όταν οι άλλες εκκλησίες που είχαν χρησιμεύσει ως φυλακές είχαν αδειάσει, στον Άγ. Αθανάσιο έμεναν ακόμη φυλακισμένοι.
«Η φοβερή δυσοσμία που γέμιζε την ατμόσφαιρα ανάγκασε μερικούς
γείτονες ν’ ανοίξουν ένα βραδάκι την εκκλησία. Και τότε βρέθηκαν εμπρός σ’ ένα
φοβερό θέαμα. Καμιά εκατοστή πτώματα βρίσκονταν καταγής στις πλάκες σε
αποσύνθεση: είχαν πεθάνει από την πείνα και τη δίψα» (Απ. Βακαλόπουλου,
Ιστορία της Θεσσαλονίκης, σ. 307).
Ο πληθυσμός των Ελλήνων της πόλης δεν
μειώθηκε απλώς κατά 3000, όπως κάπου λέει ο Μαζάουερ, αφού μετά τις σφαγές
απέμειναν 3-4 χιλιάδες Έλληνες (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης,
σ. 310), δηλαδή το ποσοστό των σφαγμένων και διωγμένων ήταν περίπου 50%· μια
μικρή γενοκτονία.
Η συνέχεια του άρθρου στο antibaro
proskynitis
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στον ΠΑΟΚ καταστρώνουν τα πλάνα για του χρόνου
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΤΡΑΙΝΟΣΕ: Επανήλθε η ηλεκτροκίνηση.
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ