Καθώς η διαδικασία εμβολιασμού έναντι της COVID-19 συνεχίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνονται και οι αναφορές για επιπλοκές από τον εμβολιασμό.
Πρόσφατα αναφέρθηκαν περιστατικά μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας μετά την πρώτη ή/και τη δεύτερη δόση των mRNA εμβολίων που αναστάτωσαν τους πολίτες αλλά και την ιατρική κοινότητα.
Θεωρήσαμε σκόπιμο λοιπόν να ανασκοπήσουμε τη βιβλιογραφία σχετικά με αυτές τις παρενέργειες αλλά και να δώσουμε το ερέθισμα για περαιτέρω έρευνα στα μέλη της ΕΚΕ.
Μυοκαρδίτιδα και Περικαρδίτιδα μετά τον εμβολιασμό έναντι της COVID-19
4/8/2021
Oι περιπτώσεις περικαρδίτιδας ή μυοκαρδίτιδας που συνδέονται χρονικά με τον εμβολιασμό COVID-19 αν και παραμένουν σπάνιες αντιπροσωπεύουν δύο ξεχωριστά σύνδρομα.
Η μυοκαρδίτιδα εμφανίζεται συνήθως αμέσως μετά τον εμβολιασμό σε νεότερους ασθενείς και κυρίως μετά τη δεύτερη δόση, ενώ η περικαρδίτιδα εμφανίζεται αργότερα σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας, είτε μετά την πρώτη είτε μετά τη δεύτερη δόση.
Οι Diaz και συνεργάτες δημοσίευσαν στις 4 Αυγούστου στο JAMA τη μελέτη τους σε αρχεία 2.000.287 ατόμων που έλαβαν τουλάχιστον μία δόση εμβολίου έναντι της COVID-19 σε 40 νοσοκομεία στην Ουάσινγκτον, το Όρεγκον, τη Μοντάνα και την Καλιφόρνια.
Η διάμεση ηλικία της ομάδας ήταν τα 57 έτη και το 59% ήταν γυναίκες.
Λίγο περισσότερο από τα τρία τέταρτα (77%) έλαβαν περισσότερες από μία δόσεις. Οι περισσότεροι ασθενείς έλαβαν τα εμβόλια mRNA που κατασκευάστηκαν από την Pfizer (53%) και τη Moderna (44%) και μόνο το 3% έλαβε το εμβόλιο Johnson & Johnson.
Τα αρχεία έδειξαν ότι 20 άτομα είχαν μυοκαρδίτιδα που σχετίζεται με το εμβόλιο (1,0 ανά 100.000) και 37 είχαν περικαρδίτιδα (1,8 ανά 100.000).
Μια πρόσφατη έκθεση, βασισμένη σε δεδομένα από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention -CDC) Vaccine Adverse Events Reporting System (VAERS), πρότεινε μια συχνότητα εμφάνισης μυοκαρδίτιδας περίπου 4,8 περιστατικών ανά 1 εκατομμύριο μετά τη λήψη του εμβολίου mRNA έναντι της COVID-19.
Η νέα μελέτη δείχνει ένα «παρόμοιο μοτίβο» αν και η συχνότητα της μυοκαρδίτιδας παρουσιάζεται υψηλότερη. Οι ερευνητές θεωρούν ότι αυτή η διαφορά οφείλεται στο ότι η μυοκαρδίτιδα σαν επιπλοκή δηλώνεται λιγότερο συχνά απ’ ότι πραγματικά συμβαίνει. Επίσης στη μελέτη των Diaz και συνεργάτες, η περικαρδίτιδα παρουσιάζεται συχνότερα από τη μυοκαρδίτιδα σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας.
Περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας
Οι 20 περιπτώσεις μυοκαρδίτιδας εμφανίστηκαν κατά μέσο όρο 3,5 ημέρες μετά τον εμβολιασμό (11 μετά το εμβόλιο Moderna και 9 μετά το εμβόλιο Pfizer), οι 15 (75%) ήταν άνδρες και η μέση ηλικία ήταν τα 36 έτη.Τέσσερα άτομα (20%) εμφάνισαν συμπτώματα μυοκαρδίτιδας μετά την πρώτη δόση και 16 (80%) μετά τη δεύτερη δόση. Δεκαεννέα από τους ασθενείς (95%) εισήχθησαν στο νοσοκομείο και όλοι πήραν εξιτήριο μετά από διάμεσο 2 ημερών.
Κανένας από τους 20 ασθενείς δεν επανεισήχθη και κανένας δεν πέθανε.
Δύο προχώρησαν στη δεύτερη δόση εμβολίου μετά την εμφάνιση μυοκαρδίτιδας χωρίς επιδείνωση των συμπτωμάτων.
Κατά την τελευταία επανεξέταση (follow-up) (διάμεσος, 23,5 ημέρες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων), 13 ασθενείς (65%) είχαν υποχώρηση των συμπτωμάτων μυοκαρδίτιδας και επτά (35%) βελτιώνονταν.
Περιπτώσεις περικαρδίτιδας
Τα 37 περιστατικά περικαρδίτιδας εμφανίστηκαν κατά μέσο όρο 20 ημέρες μετά τον πιο πρόσφατο εμβολιασμό COVID-19. Οι 23 (62%) εμβολιάσθηκαν με Pfizer, 12 (32%) με Moderna και 2 (5%) με το εμβόλιο J&J. Δεκαπέντε ανέπτυξαν περικαρδίτιδα μετά την πρώτη δόση εμβολίου (41%) και 22 (59%) μετά τη δεύτερη. Είκοσι επτά (73%) των περιπτώσεων εμφανίστηκαν σε άνδρες με διάμεση ηλικία τα 59 έτη.
Δεκατρείς (35%) ασθενείς εισήχθησαν στο νοσοκομείο, κανένας στη μονάδα εντατικής θεραπείας. Η μέση παραμονή στο νοσοκομείο ήταν 1 ημέρα. Επτά ασθενείς με περικαρδίτιδα έλαβαν και δεύτερη δόση.
Κανένας ασθενής δεν πέθανε.
Κατά την τελευταία επανεξέταση (follow-up) (διάμεσος, 28 ημέρες), επτά ασθενείς (19%) παρουσίασαν υποχώρηση των συμπτωμάτων και 23 (62%) παρουσίασαν βελτίωση.
Οι ερευνητές υπολόγισαν επίσης ότι ο μέσος μηνιαίος αριθμός περιπτώσεων μυοκαρδίτιδας ή μυοπερικαρδίτιδας κατά την περίοδο προ του εμβολιασμού Ιανουαρίου 2019 έως Ιανουαρίου 2021 ήταν 16,9 (95% CI, 15,3 - 18,6) σε σύγκριση με 27,3 (95% CI, 22,4 - 32,9) κατά τη διάρκεια της περιόδου εμβολιασμού από τον Φεβρουάριο έως τον Μάιο 2021 ( P farmakopoioi