Για το «ναι» στη σειρά έπαιξε ρόλο το ότι θα προβάλλεται από την ΕΡΤ;
«Για να είμαι ειλικρινής, δεν κρίνω έτσι τα πράγματα. Δεν με ενδιαφέρει το μέσο όπου θα προβληθεί μια δουλειά. Με ενδιαφέρουν όμως το κείμενο, να έχει έντιμη ματιά, να μην “υποδύεται” κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι, αλλά και οι συνθήκες. Να γίνονται οι δουλειές με αρχοντιά και όχι με μιζέρια».
Στα «Ξένα χέρια» πώς γίνονται;
«Εδώ υπάρχουν πολλοί ρόλοι και κάθε ρόλος έχει ένα κύρος. Δεν είναι έτσι “πεταμένος” για να λειτουργεί συμπληρωματικά… Πρόκειται για μια κωμωδία που δεν είναι μόνο οικογενειακή και δεν είναι μόνο κωμωδία. Έχει και κάποια… μινόρε. Δεν θα τα πω ακριβώς δραματικά, αλλά όπως είναι η ζωή μας: έχει απ’ όλα! Επίσης δεν έχει αστεία στοιχεία παραταγμένα απλώς για να προξενούν γέλιο. Όλα γίνονται με μια γλυκύτητα, που δημιουργεί ευφροσύνη».
Η δύσκολη εποχή μας χρειάζεται παραπάνω ευφροσύνη;
«Κάνω 42 χρόνια αυτή τη δουλειά και όλο αυτό ακούω: ότι χρειάζεται περισσότερο γέλιο. Φαίνεται, κάποιοι στη ζωή τους δεν έχουν γελάσει καλά… Μα πρόκειται για μια φυσική ανάγκη. Υπάρχει άνθρωπος που δεν θέλει να νιώθει ευφορία;»
Μήπως στην εποχή της καραντίνας χρειαζόμαστε περισσότερο γέλιο;
«Δεν βαριέστε, όχι… Για μένα άλλα είναι τα προβλήματα του “κλεισίματος”. Είναι πιο ουσιαστικά από το “θέλουμε να ξεσκάσουμε”. Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δοκιμάστηκαν επαγγελματικά, αλλά και στις διαπροσωπικές σχέσεις».
Φέτος δεν προλαβαίνουμε τις πρεμιέρες σειρών. Πώς σας φαίνονται;
«Επειδή είχα παραστάσεις με τον “Οθέλλο”, δεν έχω προλάβει να δω τι γίνεται, παρά μόνο αποσπασματικά, οπότε δεν θα ήθελα να κάνω κρίση επιπόλαια».
Όπως και να έχει, πάντως, μιλάμε για πολλή μυθοπλασία…
«Βεβαίως! Το θέμα όμως δεν είναι να κάνουμε πολλή μυθοπλασία, γιατί και παλιότερα αυτό γινόταν, αλλά σπουδαίες επιδόσεις δεν είχαμε. Όλα αυτά γίνονταν γιατί έπρεπε τα κανάλια να έχουν πρόγραμμα. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα, που τα κανάλια πια δεν είναι μόνο δύο, οπότε μοιράζονται η τηλεθέαση και το ενδιαφέρον του κοινού. Φοβάμαι μάλιστα ότι πολλές φορές κυνηγάμε να “αιχμαλωτίσουμε” το κοινό, καταφεύγοντας σε εύκολες λύσεις. Προκειμένου δηλαδή να αποσπάσεις την τηλεθέαση, κατεβάζεις τον πήχη αντί να παραμένεις ψηλά. Νομίζω όμως πως είναι άδικο. Εφόσον ανεβαίνει η μυθοπλασία, τώρα είναι μια καλή ευκαιρία για προγράμματα με καλύτερη θεματολογία».
Έχετε κάτι στον νου σας;
«Η τηλεόραση παραμένει συντηρητική. Δεν τολμά να κάνει “ανοίγματα”, ενώ γύρω μας υπάρχουν μεγάλα ζητήματα. Γυρνάμε γύρω από τα ίδια και βράζουμε στο ζουμί μας. Δεν υπάρχει μια κοινωνική ματιά, που να βλέπει προς το μέλλον. Μόνο κάτι ερωτικές ιστορίες… Ενώ συζητάμε κάθε μέρα σοβαρά θέματα, όπως ο ρατσισμός, τα ζητήματα των γυναικών, των μειονοτήτων, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της Εκκλησίας, στην τηλεόραση δεν καταπιανόμαστε ποτέ. Βαδίζουμε στην πεπατημένη και αυτή μας κρατά πίσω. Είμαστε συντηρητικοί. Φοβόμαστε».
Για τη Ρένια Λουιζίδου…
«Τη Ρένια την ξέρω από το 1988, που πρωτοήρθε στην Αθήνα. Πρωτόπαιξε μαζί μου στη σκηνή, σε μια επιθεώρηση στο “Παρκ”. Μετά βρεθήκαμε στην τηλεόραση στους “Απαράδεκτους” και ύστερα αρκετές φορές θεατρικά».
Τώρα που ξανασυναντιέστε με τη Ρένια Λουιζίδου, πώς είναι το συναίσθημα για τα χρόνια που έχουν περάσει από τους «Απαράδεκτους»;
«Εμένα και τη Ρένια μάς χαρακτηρίζει η… νιότη, τα χρόνια που στο μεταξύ έχουν περάσει. Να σας πω όμως κάτι; Το τελευταίο που μας νοιάζει είναι το συναίσθημα όταν συναντάμε κάποιον έπειτα από πολλά χρόνια. Είναι τόσα τα προβλήματα της δουλειάς, που δεν ασχολούμαστε με κάτι άλλο. Φυσικά και αγαπώ τη Ρένια και τη θεωρώ σπουδαία, αλλά δεν λέμε και “τι συγκίνηση είναι αυτή που νιώθουμε”. Δεν θέλω να λέω ψέματα… Ας μη δίνουμε κιόλας μια εικόνα πως οι ηθοποιοί είμαστε μια κάστα ανθρώπων που συγκινείται μονίμως. Δεν συγκινείται και πολύ, όχι… (γελάει). Θέλω όμως με την ευκαιρία να ευχηθώ στη Ρένια ο γιος της, που τον ξέρω σχεδόν από την… κοιλιά, να έχει υγεία και ένα λαμπρό μέλλον τώρα που ξεκινάει την ακαδημαϊκή του καριέρα!»
Πηγή: TVNEA.COM
tvnea