Είναι τα κορίτσια πιο έξυπνα από τα αγόρια; Και, εντέλει, τι σημαίνει «εξυπνότερος», ειδικά στις τρυφερές ηλικίες διαμόρφωσης ενός παιδικού εγκεφάλου; Ένας νέος όρος προέκυψε εσχάτως στον τομέα της ψυχολογίας και ειδικότερα της παιδοψυχολογίας: ο «νευροσεξισμός». Η θεωρία δηλαδή ότι το ένα φύλο (ανεξάρτητα το ποιο) είναι «εξυπνότερο» από το άλλο, βάσει συγκεκριμένων παραμέτρων που άπτονται της νευροεπιστήμης, της μελέτης δηλαδή του εγκεφάλου.
Το εναρκτήριο λάκτισμα προκειμένου, σύμφωνα με τα βρετανικά ΜΜΕ, να ξεκινήσει όλος αυτός ο έντονος διάλογος μεταξύ επιστημόνων ήταν η προ μηνών έκθεση του καθηγητή Αλαν Σμίδερς, στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Απασχόλησης του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ.
Ο Σμίδερς υποστηρίζει λοιπόν την «ανωτερότητα» του γυναικείου εγκεφάλου όπως αυτός διαμορφώνεται εξ απαλών ονύχων. Και έχει στοιχεία, λέει, γι’ αυτό: οι επιδόσεις των μαθητριών στο Ηνωμένο Βασίλειο εδώ και 40 χρόνια είναι σταθερά καλύτερες από αυτές των μαθητών. Υπάρχει τρανότερη απόδειξη από αυτό ώστε να παραδεχθούμε ότι, ναι ίσως ο γυναικείος εγκέφαλος κινείται, ειδικά στις μικρές ηλικίες, μέχρι τα 18-20 χρόνια, σε πιο γρήγορες ταχύτητες;
Στην συζήτηση μπήκε η διακεκριμένη νευροεπιστήμονας και νευροβιολόγος Τζίνα Ρίπον υποστηρίζοντας ότι η άποψη αυτή του Σμίδερς «είναι άκρως προβληματική».
Η δρ. Ρίπον, εδώ και καιρό αμφισβητεί την ιδέα του «ανδρικού» και του «γυναικείου» εγκεφάλου, ισχυριζόμενη ότι «η δουλειά μου ως νευροεπιστήμονας έχει ως στόχο να καταρρίψει την ιδέα ότι οι γυναίκες και οι άνδρες έχουν διαφορετικό εγκέφαλο», προσθέτοντας επίσης ότι «δεν υπάρχει καμία νευροεπιστημονική βάση για τον ισχυρισμό ότι ο εγκέφαλος των κοριτσιών και των αγοριών τους κάνει αναπόφευκτα καλύτερους ή χειρότερους σε ορισμένες εργασίες, να είναι “πιο έξυπνοι” -ό,τι κι σαν σημαίνει αυτό- ή λιγότερο έξυπνοι».
Από την άλλη πλευρά, παραδέχεται ότι υπάρχουν πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι «τις αλλαγές στον εγκέφαλο που μπορεί να προκαλούν το κοινωνικό μας περιβάλλον και οι εμπειρίες της ζωής από τη βρεφική ηλικία και μετά», όπως, λόγου χάρη, τα παιχνίδια που παίζαμε μικροί. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά.
Η Ρίπον υποστηρίζει σθεναρά εδώ και καιρό την εκστρατεία Let Toys Be Toys που δεν χωρίζει σε «γένη» τα διάφορα παιδικά παιχνίδια, αλλά αφήνει το κάθε παιδί να ασχοληθεί με το παιχνίδι που επιθυμεί, είτε είναι «κοριτσίστικο», είτε «αγορίστικο» – κάτι που η ίδια θεωρεί ως ξεπερασμένη λογική.
Κάπως έτσι, αφήνει τα αγόρια να παίζουν, π.χ. με κούκλες και τα κορίτσια να χτίζουν αυτοκινητοδρόμους με τουβλάκια και να βάζουν τα αυτοκινητάκια να περνάνε από κάτω.
«Από πολύ μικρή ηλικία, στα κορίτσια και τα αγόρια δίνονται διαφορετικά παιχνίδια για να παίζουν, πράγμα περιοριστικό και δυνητικά επιβλαβές», υποστηρίζει η καμπάνια και η νευροεπιστήμονας συμφωνεί 100%.
«Τα επιστημονικά δεδομένα που διαθέτουμε μέχρι τώρα δεν δείχνουν επ’ ουδενί ότι ο γυναικείος εγκέφαλος διαφέρει ουσιαστικά από τον ανδρικό», υπογραμμίζει εμφατικά η ίδια η καθηγήτρια του πανεπιστημίου Άστον του Μπέρμιγχαμ, στο βιβλίο της «The Gendered Brain» («Ο έμφυλος εγκέφαλος», εκδ. Bodlay Head, 2019), καλώντας όλους μας να ξεφύγουμε από τις προκαταλήψεις με τις οποίες ενδέχεται να έχουμε γαλουχηθεί.
«Να ξεριζωθεί ο νευροσεξισμός»
Το βασικό μήνυμα της Ρίπον είναι ότι «ένας έμφυλος κόσμος θα παράγει έναν έμφυλο εγκέφαλο», με την ίδια να θέτει ως στόχο να «ξεριζώσει το νευροσεξισμό από τα μυαλά των ανθρώπων».
Η επιστήμονας κάνει ιδιαίτερη μνεία σε μια πρόσφατη μελέτη του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, σύμφωνα με την οποία στο γυναικείο εγκέφαλο οι νευρωνικές «καλωδιώσεις» είναι κυρίως ανάμεσα στα δύο ημισφαίρια, ενώ στον ανδρικό κυρίως στο εσωτερικό καθενός ημισφαιρίου.
Η Ρίπον απορρίπτει ρητά και κατηγορηματικά τέτοιου είδους έρευνες καθώς, όπως τονίζει, «η συντριπτική πλειονότητα των διασυνδέσεων ανάμεσα στα εγκεφαλικά κύτταρα είναι απολύτως όμοια και στα δύο φύλα. Υπάρχουν ορισμένες διαφορές, αλλά όχι τέτοιες ώστε ο ανδρικός και ο γυναικείος εγκέφαλος να θεωρηθούν πραγματικά διαφορετικοί».
Όπως παραδέχεται, οι όντως υπαρκτές διαφορές συμπεριφοράς και ενδιαφερόντων ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες οφείλονται ξεκάθαρα στην επίδραση που έχει ο έμφυλος κόσμος πάνω στον εγκέφαλο. Όπως, λόγου χάρη, με αυτό το παράδειγμα με τα παιχνίδια που έχουν διαφορετικά «γένη».
Ο ισχυρός αντίλογος
Όμως αρκετοί είναι εκείνοι οι συνάδελφοί της που θεωρούν «ακραίες» τις απόψεις της Ρίπον επειδή, όπως υποστηρίζουν, «ουσιαστικά είναι σαν να αρνείται στη νευροβιολογία κάθε ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση των διαφορών στον εγκέφαλο των δύο φύλων».
Εκείνη επιμένει ότι οι διαφορετικές κοινωνικές εμπειρίες των δύο φύλων είναι αυτές που εξηγούν τις αλλαγές στον εγκέφαλο μεταξύ ανδρών και γυναικών και κάνει ευθέως λόγο για ένα «έμφυλο κοινωνικό περιβάλλον που από μόνο του δεν βοηθάει ώστε να ξεριζωθούν οι όποιες προκαταλήψεις».
Υπάρχουν επίσης και αυτοί οι νευροεπιστήμονες που ισχυρίζονται ότι υπάρχουν διαφορές όγκου ανάμεσα στα δύο φύλα σε ζωτικές περιοχές όπως ο ιππόκαμπος και η αμυγδαλή, παραδεχόμενοι ωστόσο ότι η υπερέκθεση σε ένα έμφυλο περιβάλλον, έχει διαφορετική επίδραση στον εγκέφαλο του κάθε φύλου.