2022-03-25 23:39:08
Φωτογραφία για Η Ελλάδα του χθες μέσα από φωτογραφίες του Robert McCabe
Από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, ο Robert McCabe έχει γνωρίσει την Ελλάδα όσο λίγοι και έχει αποτυπώσει στις φωτογραφίες του τις αρχαιότητες, τις φυσικές ομορφιές, τις παραδόσεις και την καθημερινότητα των ανθρώπων της. Το αρχείο του είναι ένα πραγματικό ταξίδι στο παρελθόν και μια συνέντευξη μαζί του αποκαλύπτει όλα όσα τον συγκινούν.

«Έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν φτάνει μια ζωή για να απολαύσεις πλήρως και να εκτιμήσεις πραγματικά την Ελλάδα και τα νησιά της», λέει προς το τέλος της συζήτησής μας ο φωτογράφος Robert McCabe. «Η Ελλάδα είναι το σπίτι μου. Από τη δεκαετία του ’50, ενθουσιάζομαι κάθε φορά που το πλοίο μπαίνει στον Πειραιά ή το αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο. Είναι ένα μέρος στο οποίο αγαπώ να επιστρέφω, αγαπώ να το εξερευνώ. Εκτιμώ την ομορφιά του τοπίου και την ευχαρίστηση που αντλώ από τα μνημεία και την ιστορία της χώρας».

Η αγάπη αυτή έχει αποτυπωθεί σε ένα ανεκτίμητο φωτογραφικό αρχείο, που είναι σαν ένα πραγματικό ταξίδι πίσω στον χρόνο. Τότε που η Ελλάδα αγνοούσε τι σημαίνει «τουρισμός» και στους δρόμους της Αθήνας δεν υπήρχαν φανάρια κυκλοφορίας.

«Σε κάποιες κεντρικές διασταυρώσεις υπήρχαν τροχονόμοι για να κατευθύνουν την κίνηση», θυμάται ο Robert McCabe. «Έχω μια φωτογραφία με τροχονόμο μπροστά από τη Μεγάλη Βρεταννία, στη διασταύρωση Βασιλίσσης Σοφίας και Αμαλίας. Σε τέτοια στρατηγικά σημεία υπήρχε ρύθμιση, αλλά στην υπόλοιπη πόλη γινόταν χαμός! Δεν κυκλοφορούσαν πολλά Ι.Χ., υπήρχαν όμως πολλά λεωφορεία και φορτηγά. Όταν οι πεζοί ήθελαν να περάσουν τον δρόμο, γινόταν κάτι σαν μάχη με τους οδηγούς. Έμπαιναν βήμα βήμα στο οδόστρωμα, μέχρι κάποιος οδηγός να φοβηθεί μήπως σκοτώσει κάποιον και να σταματήσει».



Η πλατεία Μοναστηρακίου στην πρώτη επίσκεψη του Robert McCabe στην Ελλάδα, το 1954.

© Robert A. McCabe

Ο Robert McCabe γεννήθηκε στο Σικάγο, το 1934, και δυο χρόνια αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στα προάστια της Νέας Υόρκης. Ο πατέρας του εργαζόταν ως εκδότης στη New York Daily Mirror, μια από τις πρώτες εικονογραφημένες εφημερίδες της πόλης. Σε ηλικία τεσσεράμισι ετών, ο Robert απέκτησε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή, ενώ από μικρός πειραματιζόταν με τον αδελφό του, Charles, στον σκοτεινό θάλαμο που υπήρχε στο υπόγειο του σπιτιού τους.



Ο Robert McCabe στο Μέτσοβο, το 1961, Στον λαιμό του έχει κρεμασμένη φωτογραφική μηχανή Rolleiflex f3.5 με φακό 75 mm. © Charles B. McCabe III

Μαζί πρωτοήρθαν στην Ελλάδα και πέρασαν εδώ ολόκληρο το καλοκαίρι του 1954. Ένα από τα μέρη που απαθανάτισε ο Robert McCabe ήταν οι Μυκήνες και οι φωτογραφίες του από εκεί στάθηκαν αφορμή για μια σπουδαία ευκαιρία: ο καθηγητής Alan Wace, διευθυντής της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής και επικεφαλής των εκεί ανασκαφών, τον κάλεσε να φωτογραφίσει μέσα στον αρχαιολογικό χώρο κατά τη διάρκεια των εργασιών. «Οι φωτογραφίες αυτές περιλαμβάνονται στο βιβλίο που κάναμε με την Αθηνά Κακούρη, και εκτέθηκαν τελευταία στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Cambridge», μου λέει o McCabe με φανερή υπερηφάνεια. «Στην ιστοσελίδα του μουσείου παραμένει διαθέσιμη μια εξαιρετική ψηφιακή παρουσίαση της έκθεσης».





Remaining Time-0:00

Fullscreen

Mute

Ο Alan Wace επιβλέπει τις ανασκαφές στις Μυκήνες, το 1955. © Robert A. McCabe

Πίσω στη δεκαετία του ’50 και στην Αμερική, οι φωτογραφίες εκτέθηκαν στο Princeton και έφεραν στον Robert McCabe μια ακόμη δουλειά στην Ελλάδα: Το περιοδικό National Geographic του ανέθεσε να τραβήξει φωτογραφίες για ένα άρθρο αφιερωμένο στις Κυκλάδες.



Ανεμοδαρμένη μπουγάδα στην Ίο, αρχές δεκαετίας του ’60. © Robert A. McCabe

Πέρα από τις δύο αυτές δουλειές, ό,τι άλλο έχει φωτογραφήσει στη χώρα είναι από προσωπικό ενδιαφέρον, που παραμένει αμείωτο μέχρι και σήμερα, όπως προδίδει ο λογαριασμός του στο Instagram.

Στο πλευρό του Robert McCabe έζησε επί 55 χρόνια η Ελληνίδα σύζυγός του, που έφυγε πρόσφατα από τη ζωή. Κι αν πεις ότι εκείνος δικαιούται τον χαρακτηρισμό «Έλληνας», δεν είναι ένα απλό σχήμα λόγου, αφού το 2020 του δόθηκε τιμητικά η ελληνική υπηκοότητα.

– Ποιες ήταν οι εντυπώσεις σας όταν πρωτοήρθατε στην Ελλάδα; Πρέπει να ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα από ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ναι, ήταν. Νομίζω αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο ήταν η ομορφιά των νησιών και η αίσθηση της ανακάλυψης που νιώθαμε. Φαίνεται απίστευτο τώρα, αλλά στην πλειοψηφία των νησιών που επισκεφθήκαμε το 1954 δεν υπήρχε ούτε ένας ξένος. Δεν υφίστατο η έννοια του τουρισμού. Για διαμονή, νοίκιαζες ένα δωμάτιο στο σπίτι κάποιου ντόπιου. Εκείνη τη χρονιά, ολόκληρη η Ελλάδα είχε μόνο 180.000 επισκέπτες, αν θυμάμαι καλά.



Απείρανθος Νάξου, δεκαετία 1970. © Robert A. McCabe

Μας άρεσε, λοιπόν, να πηγαίνουμε σε καινούρια νησιά, γιατί καθένα είχε τον δικό του, ξεχωριστό χαρακτήρα. Σκεφτόμουν πως ήταν σαν να βρισκόμαστε στα δάση του Αμαζονίου και να συναντάμε πολιτισμούς άγνωστους στον υπόλοιπο κόσμο. Σε κάθε νησί, η αρχιτεκτονική ήταν διαφορετική. Πολλά είχαν τα δικά τους τραγούδια, χορούς, ποίηση, υφάσματα, ακόμα και διαφορετικά είδη πετρόχτιστων τοίχων, ανάλογα με τις παραδόσεις και τα διαθέσιμα είδη πέτρας. Πιστεύω ότι  κάποιος μελετητής θα μπορούσε να δει φωτογραφίες τέτοιων τοίχων και να κατραλάβει σε ποιο μέρος βρίσκονται χωρίς να το ψάξει. Πολλά νησιά είχαν και δική τους διάλεκτο, υπάρχει απ’ όσο ξέρω ένα εξαιρετικό λεξικό της Μυκονιάτικης διαλέκτου, ενώ όταν πρωτοήρθα στη χώρα μιλιόντουσαν ακόμα τα τσακώνικα.

– Πώς σας έβλεπε ο κόσμος;

Οι άνθρωποι ήταν πολύ φιλόξενοι. Μας αντιμετώπιζαν με την ίδια περιέργεια που τους βλέπαμε κι εμείς. Ήταν μια καταπληκτική περίοδος, νόμιζα ότι θα κρατούσε για πάντα.



Ο Αγαμέμνων Ντάσσης με την κόρη του Παναγούλα, στην πόρτα του πανδοχείου Βelle Helene, στις Μυκήνες, 1955. © Robert A. McCabe

Ακόμα και στις αρχές της δεκαετίας του ’60, δεν υπήρχαν πολλοί επισκέπτες. Σε ένα ταξίδι, θυμάμαι, μου είπε ο αδερφός μου: «Πάμε στην Ίο. Είναι τελείως παρθένο νησί». Όταν φτάσαμε, μάθαμε ότι βρίσκονταν εκεί πέντε Γάλλοι τουρίστες. Ο αδερφός μου θύμωσε και είπε: «Πάμε να φύγουμε! Πάει το νησί, χάλασε!» Αυτή ήταν η αντίδρασή του, κυριολεκτικά. Και φύγαμε.

– Στην Αθήνα, πέρα από την έλλειψη φαναριών στους δρόμους, τι άλλο σας έκανε εντύπωση;

Με εντυπωσίασε ότι μου ήταν τόσο ξένη, αλλά την ίδια στιγμή την ένιωθα σαν το σπίτι μου, παρόλο που δεν ήξερα καθόλου ελληνικά. Η δεύτερη πιο διαδεδομένη γλώσσα στην Αθήνα τότε ήταν, φυσικά, τα γαλλικά, όχι τα αγγλικά.



Ο Charles McCabe στον ναό του Απόλλωνα στην Αρχαία Κόρινθο, το 1961.

Επίσης, εκείνο τον καιρό στην Αθήνα δεν υπήρχε ιδιαίτερη φωτορύπανση, οπότε τη νύχτα μπορούσες να δεις πολύ καθαρά το φεγγάρι και τα αστέρια. Τα επόμενα χρόνια, με τα πολλά φώτα και τη μόλυνση του αέρα, αυτό χάθηκε. Το πρώτο αστεροσκοπείο στην Ελλάδα ήταν στον Λόφο των Νυμφών, κοντά στην Πνύκα. Σήμερα, κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα έβαζε αστεροσκοπείο στο κέντρο της Αθήνας!

– Πότε αρχίσατε να νιώθετε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να είναι το δεύτερο σπίτι σας;

Θα έλεγα αφού παντρεύτηκα τη σύζυγό μου, την Ντίνα. Ήταν δυο χρόνια αφού τη γνώρισα και έντεκα χρόνια μετά το πρώτο μου ταξίδι στην Ελλάδα. Η ιδέα να αποκτήσω ένα σπίτι στην Αθήνα ήρθε αρκετά νωρίς, πριν ακόμα παντρευτούμε. Θυμάμαι είχα δει στα Αναφιώτικα ένα πωλητήριο και είχα ρωτήσει λεπτομέρειες. Μου είχαν πει τότε ότι δεν επιτρεπόταν η μεταβίβαση σπιτιών σε άτομα που δεν είχαν καταγωγή από τη Σαντορίνη ή την Ανάφη. Δεν ξέρω αν ίσχυε, αλλά αυτός ήταν ο λόγος που δεν σκέφτηκα πιο σοβαρά να πάρω σπίτι εκεί.



Γλέντι μετά από βάφτιση στη Μύκονο, ανήμερα της γιορτής του Αγίου Παντελεήμονα, το 1955. © Robert A. McCabe

– Πώς είχατε γνωριστεί με τη σύζυγό σας;

Μας είχε συστήσει ο πατέρας μου, γι’ αυτό λέω για πλάκα ότι μου την προξένεψε. Δεν μου είχε συστήσει ποτέ άλλη γυναίκα. Η οικογένεια Σκούρα ήταν στενοί φίλοι της οικογένειάς μου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πατέρας μου ήξερε πολλά χρόνια τον Σπύρο, τον Γιώργο και τον Τσάρλι Σκούρα, που κατάγονταν όλοι από το Σκουροχώρι της Ηλείας. Η Ιουλία Σκούρα, λοιπόν, ήξερε ότι η Ντίνα φοιτούσε τότε σε μια σχολή στις ΗΠΑ και έψαχνε να βρει μια δουλειά για το καλοκαίρι.



Ο αδελφός του φωτογράφου, Charles, με πλανόδιο πωλητή παγωτού στα Μετέωρα. © Robert A. McCabe

– Είχε μεγαλώσει στην Ελλάδα;

Ναι, είχε γεννηθεί στην Αθήνα. Ο πατέρας της ήταν από την Κύθνο και η μητέρα της από ένα χωριό κοντά στη Θήβα. Είχε σπουδάσει δημοσιογραφία στη Γαλλία και η κυρία Σκούρα σκέφτηκε ότι θα της άρεσε να δουλέψει σε μια εφημερίδα. Έτσι, κανόνισε η Ντίνα να πάει στον πατέρα μου για συνέντευξη. Όταν εκείνος έμαθε ότι ήταν Ελληνίδα, της είπε: «Ο γιος μου ισχυρίζεται ότι ξέρει ελληνικά. Θα ήθελες να τον τεστάρεις;» Μετά πήρε κι εμένα τηλέφωνο, κι έτσι τη γνώρισα. Παντρευτήκαμε στον Άγιο Γεώργιο στον Λυκαβηττό και ζήσαμε μαζί μέχρι που έφυγε από τη ζωή.



Προετοιμασία για την άφιξη του πλοίου Hellenic Star, τύπου Liberty, το 1955. © Robert A. McCabe

– Έχετε δει τη χώρα να εξελίσσεται στο πέρασμα των δεκαετιών. Πώς αντιλαμβανόσασταν τις αλλαγές που συνέβαιναν;

Ξέρετε, για μια περίοδο ερχόμουν στην Ελλάδα κάθε χρόνο, οπότε έβλεπα τις αλλαγές να γίνονται σιγά-σιγά. Αν πήγαινες σε ένα νησί μετά από 15-20 χρόνια, τότε καταλάβαινες πόσο δραματικές ήταν οι αλλαγές, ειδικά σε δημοφιλή νησιά όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, αλλά και σε μέρη όπως οι Σποράδες, όπου παλιά ήταν πολύ εύκολο να βρεις έναν ήσυχο, έρημο όρμο. Αυτό είναι όλο και πιο δύσκολο σήμερα. Παλιά υπήρχαν υπέροχοι απομονωμένοι όρμοι στη Σκιάθο, τη Σκόπελο, την Αλόννησο. Τώρα πια, ακόμα και σε απότομες πλαγιές, έχουν ανοίξει δρόμους που φτάνουν ως την παραλία, έχουν γίνει ταβέρνες και νοικιάζονται ομπρέλες. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις σημείο χωρίς κόσμο.

– Πόσον καιρό περνάτε πλέον στην Ελλάδα;

Τα τελευταία 8 με 10 χρόνια, θα έλεγα ότι τον μισό χρόνο ήμασταν εδώ. Τώρα, με την πανδημία, ανάλογα με τους περιορισμούς που ισχύουν κάθε φορά.



Πλανόδιος φωτογράφος στους Δελφούς, το 1954. Στον εξοπλισμό του περιλαμβανόταν ένα σύστημα που του επέτρεπε να εκτυπώνει τις φωτογραφίες που έβγαζε μέσα σε λίγα λεπτά. © Robert A. McCabe

– Οι φωτογραφίες σας συνδυάζουν την οπτική του φωτορεπόρτερ με αισθητικές αξίες. Θέλετε να κάνετε τέχνη ή να απεικονίσετε αυτό που βλέπετε;

Αυτό είναι κάτι που έχω σκεφτεί πολύ. Πιστεύω ότι η φωτογραφία μπορεί να είναι μια ποιητική καταγραφή. Τη βλέπω ως ένα μέσο που σου δίνει την ευκαιρία αφενός να αποτυπώσεις μια πραγματική σκηνή, αφετέρου να συμπεριλάβεις σε αυτήν κάποιο στοιχείο αισθητικού ενδιαφέροντος. Αυτός είναι ο στόχος μου, συνειδητά ή ασυνείδητα: Να προσθέσω κάτι στη φωτογραφία.



Μοναχός γευματίζει στην κουζίνα μονής στα Μετέωρα, το 1961. © Robert A. McCabe

Υπάρχουν κι άλλοι φωτογράφοι που έχουν αναγνωρίσει το συγκεκριμένο στοιχείο. Ο φίλος μου, ο Κωνσταντίνος Μάνος, το αποκαλεί «στοιχείο της έκπληξης» σε μια φωτογραφία. Ότι για να μείνει μια φωτογραφία στη μνήμη, πρέπει να έχει το στοιχείο της έκπληξης. Ο Γάλλος φωτογράφος Brassai το αποκαλούσε «η δύναμη της εικόνας». Όπως και να το πει κανείς, αναφέρονται στο ίδιο πράγμα: Το να έχει μια φωτογραφία εκείνα τα στοιχεία που την ανυψώνουν πέρα από μια απλή καταγραφή ενός αντικειμένου, τόπου ή ατόμου.

Μπορεί να είναι κάτι πολύ απλό. Για παράδειγμα, δείτε τη φωτογραφία που έχω βγάλει στο Σούνιο με τη φιγούρα να στέκεται στον ναό και τον ήλιο να δύει στον ορίζοντα. Εκείνο που την κάνει διαφορετική είναι το μεγάλο μαύρο σύννεφο. Αν το αναλύσεις, χωρίς αυτό το σύννεφο η φωτογραφία δεν θα είχε την ίδια δύναμη ή το ίδιο ενδιαφέρον. Η μοναχική φιγούρα στον ναό, επίσης, είναι ένα ακόμα σημείο ενδιαφέροντος.



Σούνιο, 1955. © Robert A. McCabe

Συχνά, το στοιχείο της έκπληξης έχει να κάνει με τον παράγοντα τύχη: ποιοι άνθρωποι είναι στη σκηνή τη στιγμή εκείνη ή πώς είναι το φως. Πάρτε για παράδειγμα τη φωτογραφία της Ακρόπολης που τράβηξα το 1955 από την Αγορά, με τον δρόμο που οδηγεί στη διασταύρωση με την Αποστόλου Παύλου και την αναστήλωση της εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων. Αυτό που την κάνει ξεχωριστή είναι ότι μια γυναίκα μαυροφορεμένη έτυχε να περπατάει στον δρόμο εκείνη τη στιγμή.



Άποψη της Ακρόπολης από την Αρχαία Αγορά, 1954-’55. © Robert A. McCabe

Λέω συχνά αστειευόμενος ότι το 1954, όταν φωτογράφιζες σε αρχαιολογικό χώρο, έπρεπε να περιμένεις με τις ώρες αν ήθελες να υπάρχει στο πλάνο ανθρώπινη φιγούρα. Τώρα, πρέπει να περιμένεις με τις ώρες για να φύγει ο κόσμος από τη μέση, αν θες μια λήψη που να μην είναι γεμάτη τουρίστες.



Καΐκι φορτωμένο σταφύλια στα Κατάπολα της Αμοργού. © Robert A. McCabe

– Με ποιο κριτήριο επιλέγετε αν θα φωτογραφίσετε κάτι έγχρωμο ή ασπρόμαυρο;

Αυτή η ερώτηση είναι πολύπλοκη. Αρχικά, το 99% των φωτογραφιών μου ήταν ασπρόμαυρες. Τις εμφάνιζα μόνος μου στο σπίτι, σε έναν σκοτεινό θάλαμο που είχαμε με τον αδερφό μου. Πειραματιζόμουν λίγο με το χρώμα, μάλιστα έχω μέχρι σήμερα στο αρχείο μου κάποιες από τις έγχρωμες φωτογραφίες που τράβηξα τη δεκαετία του ’50.

Θεωρούσα χαμηλή την ποιότητα του έγχρωμου φιλμ και, όταν πρωτοήρθα στην Ελλάδα, δεν σκέφτηκα καθόλου να τραβήξω έγχρωμες φωτογραφίες. Δεν είχα μεγάλη εμπειρία και δεν ήθελα να το ρισκάρω.



Πορτρέτο γυναίκας στη Σκύρο, 1957. © Robert A. McCabe

Το 1957, όταν ήρθα να φωτογραφήσω τις Κυκλάδες για το National Geographic, με προμήθευσαν με μια γενναία ποσότητα φιλμ Kodachrome των 35mm. Μέχρι τότε, το πολύ να είχα τραβήξει 100 έγχρωμες φωτογραφίες. Συνειδητοποίησα πολύ γρήγορα είναι ότι η σύνθεση στην έγχρωμη φωτογραφία είναι πολύ διαφορετική από την ασπρόμαυρη. Στην ασπρόμαυρη συνθέτεις μόνο με τόνους: του μαύρου, του γκρι, του λευκού. Στην έγχρωμη, τα ίδια τα χρώματα αποτελούν ένα δυναμικό κομμάτι της σύνθεσης. Μια σύνθεση που λειτουργεί στο ασπρόμαυρο, μπορεί να καταστραφεί από το χρώμα, καθώς αυτό μπορεί να την επισκιάσει. Είναι δύσκολο να το εξηγήσω, αλλά είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα. Αν έχεις πολλά χρώματα σε μια εικόνα, αποσπάται η προσοχή.

Ορισμένες φωτογραφίες που είχα τραβήξει έγχρωμες στη Μύκονο το ’57 τις μετέτρεψα σε ασπρόμαυρες όταν κάναμε τη σχετική έκδοση, για να εναρμονιστούν με φωτογραφίες του ’54 και του ’55.

Πλέον, με τις ψηφιακές μηχανές έχεις την επιλογή να φωτογραφήσεις σε ασπρόμαυρο, αλλά πολύ σπάνια τη χρησιμοποιώ. Τραβάω έγχρωμες φωτογραφίες και, αν θέλω, τις μετατρέπω σε ασπρόμαυρες αργότερα.



Κοσκινού, Ρόδος, 1954. © Robert A. McCabe

– Υπάρχει άλλη χώρα στον κόσμο που σας κάνει να αισθάνεστε όπως η Ελλάδα;

Δεν θα το έλεγα. Όπως ανέφερα νωρίτερα, η σύζυγός μου είχε σπουδάσει στη Γαλλία κι εγώ είχα μάθει γαλλικά στο σχολείο και μου άρεσαν. Η Γαλλία άρεσε και στους δυο μας, αλλά η Ελλάδα είναι διαφορετική από κάθε άλλη χώρα. Έχει πάρα πολλά πράγματα να δει. Δεν μπορείς να πεις ότι θα την καταλάβεις και θα την εκτιμήσεις επειδή έκανες έναν γρήγορο γύρο με αυτοκίνητο. Πρέπει να κάνεις πεζοπορία και να «λερώσεις τα παπούτσια σου» για να εκτιμήσεις πραγματικά τα μέρη της. Δυστυχώς, κάποια νησιά δεν προστατεύουν τα όμορφα, αρχαία μονοπάτια τους, που προσελκύουν τουρίστες εκτός σεζόν. Αντίθετα, πολλά νησιά τα λατρεύουν και τα αντιμετωπίζουν σαν πλεονέκτημα και σημαντικό κομμάτι της κληρονομιάς τους.



Ο Alan Wace στην Πύλη των Λεόντων, στις Μυκήνες, 1955. © Robert A. McCabe

Μια άλλη πολύ σημαντική πτυχή που έχω εκτιμήσει ιδιαίτερα όλα αυτά τα χρόνια είναι πόσες αρχαιολογικές ανακαλύψεις έχουν γίνει και πόσα έχουν αποκαλυφθεί για την ελληνική ιστορία. Για παράδειγμα, στα μέσα της δεκαετίας του ’50, πηγαίνοντας σε μια παραλία στη Σαντορίνη, περπάτησα πάνω στον αρχαιολογικό χώρο του Ακρωτηρίου χωρίς να γνωρίζω τι υπήρχε από κάτω. Το Ακρωτήρι ήταν μια απίστευτη, μνημειώδης ανακάλυψη! Στη διάρκεια της ζωής μας έγινε επίσης η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’, στα μέσα της δεκαετίας του ’50, ενώ τη δεκαετία του ’70 έγινε η ανακάλυψη του εκπληκτικού τάφου του Φιλίππου, στη Βεργίνα.

Είμαι πεπεισμένος ότι υπάρχουν πάρα πολλοί σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι στην Ελλάδα που περιμένουν να ανακαλυφθούν. Πάρτε για παράδειγμα την Ποικίλη Στοά, που θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε την πρώτη γκαλερί τέχνης στην Ευρώπη. Ανακαλύφθηκε κοντά στο Μοναστηράκι από τον John Camp και την ομάδα του στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Οι ανασκαφές συνεχίζονται για να αποκαλυφθεί το κεντρικό κομμάτι της. Η Ποικίλη Στοά είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί εκεί γεννήθηκε η στωική φιλοσοφία και φιλοξενούσε σημαντικές ζωγραφικές αναπαραστάσεις ελληνικών μαχών. Υπάρχουν πολλά άλλα τέτοια παραδείγματα και πιστεύω ότι το μέλλον της αρχαιολογίας στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο.

– Ετοιμάζετε κάποιο νέο project;

Μόλις ολοκληρώσαμε ένα βιβλίο για την Κάσο, σε συνεργασία με τον Νίκο Μαστροπαύλο και τη Μαριλέν Κέδρος, και έχουμε στα χέρια μας τα πρώτα αντίτυπα. Θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη στην Ελλάδα και Abbeville Press στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ. Η εκτύπωση έγινε στη Βερόνα, στο τυπογραφείο Trifolio.



Παιδιά στην Κάσο, 1965. © Robert A. McCabe

Αυτή την περίοδο, επιλέγω φωτογραφίες για ένα βιβλίο με άγνωστους και ενδιαφέροντες αρχαιολογικούς χώρους στην Αθήνα, σε συνεργασία με δύο αρχαιολόγους. Επίσης, σχεδιάζω να εκδώσω ένα βιβλίο με έγχρωμα και ασπρόμαυρα πορτρέτα που έχω τραβήξει τα τελευταία 65 χρόνια. Και προχωράει ένα παιδικό βιβλίο που ετοιμάζω, βασισμένο στην πραγματική ιστορία ενός σκύλου που γεννήθηκε στα Αναφιώτικα και επισκεπτόταν συχνά τα μνημεία στην Ακρόπολη.

Το καλοκαίρι θα γίνουν εκθέσεις μου στην Αμοργό, τους Δελφούς και την Ύδρα, με φωτογραφίες από τα αντίστοιχα μέρη. Πρέπει επίσης να αναφέρω ότι το βιβλίο μου για τις Στροφάδες, που έγινε σε συνεργασία με την Κατερίνα Λυμπεροπούλου, έχει γίνει σχολικό μάθημα χάρη στην κοινωνικοπολιτισμική πρωτοβουλία πeripatos και την ψηφιακή πλατφόρμα Museotek, ενώ βρίσκεται σε διαδικασία επανατύπωσης σε νέα, βελτιωμένη έκδοση.

ΠΗΓΗ: Άρθρο του Π.Κορμαρή στο ow.gr

ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ