2023-04-03 08:20:55
ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ
Η θαυματουργή Εικόνα της επονομαζομένης «Μεγάλης» Παναγίας, είναι το πάνσεπτο κειμήλιο, η εφέστια Εικόνα της ιστορικής πόλεως των Θηβών.
Βρίσκεται τοποθετημένη σε περίτεχνο μαρμαρόγλυπτο προσκυνητάρι, στο μέσο του Ιερού Ναού της, ο οποίος είναι κτισμένος στη δυτική πλευρά του κέντρου της πόλεως (επί των οδών Παναγιώτου Δράκου, Ηλέκτρας, Μπινιάρη και Αγίου Δημητρίου). Αυτός ο Ναός, που τιμάται ως δισυπόστατος – και στο όνομα του Μυροβλήτου Αγίου Δημητρίου – και που λόγω του πλήθους των εντοιχισμένων γλυπτών πέριξ αυτού (αναγομένων την προ και μετά Χριστόν εποχή), χαρακτηρίσθηκε ως «διαχρονικό μουσείο εντοιχισμένων γλυπτών», είναι δημιούργημα του Τηνίου ονομαστού αρχιτέκτονος Ιωάννου Φιλιππότη.
Σύμφωνα με την παράδοση, η Εικόνα ιστορήθηκε από τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά, τον «ιατρόν και αγαπητόν» (περί το έτος 70μ.Χ.), ο οποίος, κατά την παράδοση, κατείχε, πλην των άλλων, και το τάλαντο της ζωγραφικής τέχνης και υπήρξε ο πρώτος αγιογράφος Της.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (730) μας λέγει ότι, ενώ ακόμη η Θεοτόκος ζούσε, ο Λουκάς ζωγράφισε την μορφή της. Έπειτα παρουσίασε τα έργα του στην ίδια την Παναγία Μητέρα του Κυρίου μας και Εκείνη, τόσο πολύ ευχαριστήθηκε, ώστε ευλόγησε τις Εικόνες με τα λόγια: «η χάρις του εξ’ εμού Τεχθέντος, είη μετ’ αυτών».
Επίσης, ο Συμεών ο Μεταφραστής (820), λέγει περί του Ευαγγελιστού Λουκά, πως εκείνος πρώτος από όλους, με κερί, μαστίχα και χρώματα φιλοτέχνησε την μορφή Της και μας δίδαξε να τιμούμε και να σεβόμαστε την Εικόνα Της.
Σήμερα, βρίσκονται περί τις εβδομήντα εικόνες Της διεσπαρμένες τόσο στον ελλαδικό όσο και στον ευρύτερα γνωστό χώρο (Κύπρο, Ρωσία και αλλού).
Σύμφωνα με προφορικές παραδόσεις, αλλά κυρίως με μαρτυρίες εκκλησιαστικών συγγραφέων και ιστορικών, όπως ο Νικηφόρος Κάλλιστος (ιγ’ αι.), ο Μάξιμος Μαργούνιος (ιστ’ αι.), ο Ιερώνυμος Φιλοστόργιος και ο Κοντογόνης (ιθ’ αι.), ακόμα και ο αρχαιολόγος Κεραμόπουλος στα «Θηβαϊκά» του (κ’ αι.) και ο Κ. Δουκάκης στο «Μεγάλο Συναξαριστή» του, ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς, διδάσκοντας το ιερό Ευαγγέλιο, έφθασε «εις τας επταπύλους Θήβας της Βοιωτίας», όπου έζησε, μαρτύρησε και παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο, ενώ το σώμα του ενταφιάστηκε στις Κατακόμβες της πόλεως και αργότερα σε μαρμάρινη λάρνακα στο «Πολυάνδριον» της πόλεως, όπου σήμερα βρίσκεται ο Ιερός Προσκυνηματικός Ναός και αυτή η λάρνακα που φιλοξένησε το ιερό σώμα του. Ήταν επόμενο, λοιπόν, ο Ευαγγελιστής να άφησε ως θεομητορική ευλογία μια από τις Εικόνες του, την «Μεγάλη» Παναγία μας, στον τόπου όπου έδρασε ιεραποστολικά, στη Θήβα.
Ειδικοί ερευνητές, ασχολούμενοι με την εικονογραφική τέχνη, βρίσκουν κοινά στοιχεία τόσο στην «Μεγάλη» Παναγία μας, όσο και στις υπόλοιπες που κατασκεύασε ο ιερώτατος Λουκάς: στα υλικά που χρησιμοποιούσε (κερί και μαστίχα), στην έκφραση του προσώπου, στις πτυχώσεις των ιματίων και αλλού.
Οι αρχαιολόγοι, αναφερόμενοι στις περίφημες εγκαυστικές Εικόνες της Ιεράς Μονής Σινά, τις θεωρούν ως τις παλαιότερα εικονογραφημένες. Συγκριτική ανάλυση χαρακτηριστικών: προσώπου (μεγάλα εκφραστικά μάτια, έκφραση και μορφή προσώπων Θεοτόκου και Κυρίου), ενδυμάτων, χεριών, όλων των εγκαυστικών (όσο και άλλων ευρύτερα γνωστών Εικόνων, όπως η Πορταΐτισα του Αγίου Όρους, η Ιεροσολυμίτισσα των Αγίων Τόπων, και κυρίως Εικόνων τύπου δεξιοκρατούσης – Μεγαλοσπηλαιώτισσας, Μονής Τροοδίτισσας Κύπρου κ.α) με τη «Μεγάλη» Παναγία μας αποδεικνύει πως έχουν κοινή συγγένεια και κοινό κατασκευαστή. Άλλωστε, η θαυματουργή τους δύναμη είναι η τρανότερη απόδειξη πώς κατασκευάστηκαν από αγιασμένες υπάρξεις.
Η Εικόνα της «Μεγάλης» Παναγίας συνδέεται με ιστορικές διηγήσεις, θρύλους και παραδόσεις του Γένους μας.
Στο ιστορικό ευρέσεως της Παναγίας Σουμελά αναφέρεται πώς την εποχή του Θεοδοσίου του Μεγάλου (περίπου 380 μ.Χ) η Θεοτόκος εμφανίστηκε στους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο στην Αθήνα και τους διέταξε να έλθουν να προσκυνήσουν την θαυματουργή της Εικόνα στην Θήβα. Αφού αγρύπνησαν στην Χάρη της, η νεότερη εντολή Της ήταν να πορευθούν στο Όρος Μελά του Πόντου και να την βρουν εκεί, κάνοντας – κατά τον Νεόφυτον Καυσοκαλυβίτη – την πορεία: Θήβα – Μετέωρα – Άγιον Όρος – Μαρώνεια – Ραιδεστό – Κωνσταντινούπολη – Τραπεζούντα.
Πολλοί ιστορικοί, όπως ο Καμπούρογλου στην «Ιστορία των Αθηνών», ταυτίζουν την Εικόνα της «Μεγάλης» Παναγίας με την Εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, η οποία ήταν η παλλάδιος εικόνα του Παρθενώνος των Αθηνών, όταν αυτός ήταν χριστιανικός Ναός!
Η μορφή της, ως δεξιοκρατούσα, εικονίζεται και σε μολυβδόβουλο του Μιχαήλ Χωνιάτη. Μετά την κατάκτηση του Παρθενώνα (1204), η Μεγάλη Παναγία ή Αθηνιώτισσα έγινε Ναός του Δουκάτου της Αθήνας και της Θήβας.
Έτσι, λοιπόν, φαίνεται πως, για να μην συλληθή η πάνσεπτη Εικόνα από τους Τούρκους στρατιώτες του Μωάμεθ του Β’, κατά την κατάληψη της Ακρόπολης, το 1458, φυγαδεύτηκε στην δεύτερη πόλη του Δουκάτου, στην Θήβα, και παρέμεινε εκεί.
Υπάρχουν, όμως, και άλλες ιστορικές ενδείξεις για την Εικόνα μας στον Βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένους, Μητροπολίτου Θηβώ και Εξάρχου πάσης Βοιωτίας, του Νέου Ελεήμονος, όπου γίνεται λόγος για Εικόνα Δεξιοκρατούσης Παναγίας.
Το 1119 μ.Χ., οι λεγεώνες του Λέοντος του Σγουρού κατέλαβαν την πόλη των Θηβών, έκλεψαν, σκότωσαν, γύμνωσαν σπίτια, έκαψαν τα ιδρύματα Αγάπης και λεηλάτησαν αφιερώματα, Εικόνες από τους Ιερούς Ναούς, μεταξύ των οποίων και την Εικόνα της «Μεγάλης» Παναγίας, την οποία φυγάδευσαν στην έδρα τους, στο Ναύπλιο. Όταν θέλησαν εμπαικτικά να δοξολογήσουν την Παναγία για την νικηφόρα εκστρατεία τους (!), έπεσαν κάτω ημιθανείς και μία γυναικεία μορφή, επιτιμώντας τους, τους διέταξε να επιστρέψουν την Εικόνα Της στον Ναό Της στη Θήβα, όπως και έγινε!
Ο ιστορικός Λεκαίν (1380), κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, περνώντας από τη Θήβα έγραφε στα Χρονικά του: «η κυριωτέρα Εκκλησία των Θηβών είναι η «Μεγάλη» Παναγία, η οποία περιέχει Εικόνα, τον Χριστόν φέρουσα δεξιά και έργο είναι του Ευαγγελιστού Λουκά».
Τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας που ακολούθησαν, η γλυκυτάτη μορφή της Θεομήτορος έδινε θάρρος, παρηγοριά, κουράγιο στα σκλαβωμένα παιδιά της, έως το 1821.
Ο πολύς Strzygowski (1894), στο Byzantin Zeitschr αναφέρεται στην δεξιοκρατούσα «Μεγάλη» Παναγία των Θηβών και στον Ιερό Ναό Της.
Οι καταστρεπτικοί σεισμοί του 1853, που είχαν σαν συνέπεια την καταστροφή του μεγαλοπρεπούς Ναού και της Ιεράς Μονής (που συν τω χρόνω είχε αναπτυχθεί), ανάγκασε τους προγόνους μας να την μεταφέρουν στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου. Τότε προσκλήθηκε για να φτιάξει το Σπίτι της Μεγαλόχαρης των Θηβών ο πολύς Ιωάννης Φιλιππότης, ο οποίος με περισσή σοφία, μαζί με τον ονομαστό γλύπτη γιο του Δημήτριο, δημιούργησε αυτό το «μουσείο εντοιχισμένων γλυπτών».
Το 1861 (1η Απριλίου), οι ευλαβείς προπάτορές μας θέλοντας να εκφράσουν τον σεβασμό τους, τοποθέτησαν ασημένια επένδυση στην Εικόνα, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα.
Τα αναρίθμητα αφιερώματα που κοσμούν την Εικόνα κατά τον τριήμερο κατ’ έτος εορτασμό Της μαρτυρούν και κάποιο θαυμαστό σημείο της Χάριτός Της, όπως θεραπείες από τύφο, θεραπείες αλάλων, θεραπεία ασθενούς λεχους, θεραπείες επιληπτικών, καρκινοπαθών, ενίσχυση μαθητών, επανασύνδεση εν διαστάσει συζύγων, τεκνογονία πολλών άτεκνων ζευγαριών και πολλά άλλα.
Ιδιαίτερη υπήρξε η θεομητορική Της παρέμβαση όταν το 1978 «είλκυσε» στον Ναό της απειλητικό κεραυνό, που αν έπεφτε στην γύρω περιοχή, θα προκαλούσε μεγάλη καταστροφή (!), ενώ κατά τους φοβερούς σεισμούς του Φεβρουαρίου του 1981, δεν χάθηκε ούτε μία ανθρώπινη ύπαρξη στην περιοχή.
Το σημαντικότερο θαύμα, όμως, της «Μεγάλης» Παναγίας μας είναι ο ιδιαίτερα «μητρικός τρόπος» που «μιλάει» στις ψυχές πολλών ανθρώπων που ζουν αδιάφορα ή μακριά από την ζωή της Εκκλησίας και υπάρχουν πάμπολλα θαυμαστά παραδείγματα επιστροφής, μετανοίας και συνειδητής χριστιανικής ζωής.
Οι ευάριθμοι καθ’ ημέραν προσκυνητές Της έρχονται στην θεομητορική κιβωτό του Ναού Της για να ζητήσουν ευλαβικά, ίαση ψυχών και σωμάτων και να ενισχυθούν από την γλυκιά παρηγοριά και δύναμη που εκπέμπει η χαρμολυπητερή μορφή Της.
Αυτό σημαίνεται ιδιαίτερα και κατά τον πάνδημο εορτασμό Της, τον Δεκαπενταύγουστο, και την συμμετοχή των πιστών, στο ιερό Δεκαπενταλείτουργο (1η έως 15η Αυγούστου κάθε πρωί), τις ιερές Παρακλήσεις κάθε απόγευμα και την Ιερά Αγρυπνία (εσπέρας 13ης – πρωί 14ης Αυγούστου), τον πανηγυρικό Εσπερινό και την Λιτάνευση της Εικόνος, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. Γεωργίου και της εορτίου Πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας την κυριώνυμον ημέρα.
Το 2001, το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Ιερού Ναού μας, κατόπιν ευλογίας του τότε Μητροπολίτου μας και νυν Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου του Β΄, παρεκάλεσεν υϊκως τον τότε Ιεροκήρυκα και νυν Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ.κ. Ιωήλ (Φραγκάκο) να συγγράψει Ιερά Ακολουθία Παρακλήσεως στην Μεγαλόχαρη των Θηβών.
Από την θέση αυτήν ευχαριστούμε για την τιμητική αποδοχή του αιτήματός μας και την συγγραφή του επέροχου αυτού υμνογραφικού ποιήματος, το οποίο ψάλλεται κάθε Δευτέρα απόγευμα στον Ιερό Ναό μας και ευχαρίστως το παραδίδουμε τυπωμένο προς χρησιν του χριστεπωνύμου πληρώματος της Εκκλησίας μας με την ευχή η θεομητροφρούρητος Χάρις της «Μεγάλης» Παναγίας να φρουρεί και να σκέπη κάθε προσκυνητή Της.
π. Γεώργιος Ν. Τουλουμάκος
Εφημέριος του Ιερού Ναού Της.
Πηγή: megalipanagiathivon
paraklisi
Η θαυματουργή Εικόνα της επονομαζομένης «Μεγάλης» Παναγίας, είναι το πάνσεπτο κειμήλιο, η εφέστια Εικόνα της ιστορικής πόλεως των Θηβών.
Βρίσκεται τοποθετημένη σε περίτεχνο μαρμαρόγλυπτο προσκυνητάρι, στο μέσο του Ιερού Ναού της, ο οποίος είναι κτισμένος στη δυτική πλευρά του κέντρου της πόλεως (επί των οδών Παναγιώτου Δράκου, Ηλέκτρας, Μπινιάρη και Αγίου Δημητρίου). Αυτός ο Ναός, που τιμάται ως δισυπόστατος – και στο όνομα του Μυροβλήτου Αγίου Δημητρίου – και που λόγω του πλήθους των εντοιχισμένων γλυπτών πέριξ αυτού (αναγομένων την προ και μετά Χριστόν εποχή), χαρακτηρίσθηκε ως «διαχρονικό μουσείο εντοιχισμένων γλυπτών», είναι δημιούργημα του Τηνίου ονομαστού αρχιτέκτονος Ιωάννου Φιλιππότη.
Σύμφωνα με την παράδοση, η Εικόνα ιστορήθηκε από τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Λουκά, τον «ιατρόν και αγαπητόν» (περί το έτος 70μ.Χ.), ο οποίος, κατά την παράδοση, κατείχε, πλην των άλλων, και το τάλαντο της ζωγραφικής τέχνης και υπήρξε ο πρώτος αγιογράφος Της.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (730) μας λέγει ότι, ενώ ακόμη η Θεοτόκος ζούσε, ο Λουκάς ζωγράφισε την μορφή της. Έπειτα παρουσίασε τα έργα του στην ίδια την Παναγία Μητέρα του Κυρίου μας και Εκείνη, τόσο πολύ ευχαριστήθηκε, ώστε ευλόγησε τις Εικόνες με τα λόγια: «η χάρις του εξ’ εμού Τεχθέντος, είη μετ’ αυτών».
Επίσης, ο Συμεών ο Μεταφραστής (820), λέγει περί του Ευαγγελιστού Λουκά, πως εκείνος πρώτος από όλους, με κερί, μαστίχα και χρώματα φιλοτέχνησε την μορφή Της και μας δίδαξε να τιμούμε και να σεβόμαστε την Εικόνα Της.
Σήμερα, βρίσκονται περί τις εβδομήντα εικόνες Της διεσπαρμένες τόσο στον ελλαδικό όσο και στον ευρύτερα γνωστό χώρο (Κύπρο, Ρωσία και αλλού).
Σύμφωνα με προφορικές παραδόσεις, αλλά κυρίως με μαρτυρίες εκκλησιαστικών συγγραφέων και ιστορικών, όπως ο Νικηφόρος Κάλλιστος (ιγ’ αι.), ο Μάξιμος Μαργούνιος (ιστ’ αι.), ο Ιερώνυμος Φιλοστόργιος και ο Κοντογόνης (ιθ’ αι.), ακόμα και ο αρχαιολόγος Κεραμόπουλος στα «Θηβαϊκά» του (κ’ αι.) και ο Κ. Δουκάκης στο «Μεγάλο Συναξαριστή» του, ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς, διδάσκοντας το ιερό Ευαγγέλιο, έφθασε «εις τας επταπύλους Θήβας της Βοιωτίας», όπου έζησε, μαρτύρησε και παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο, ενώ το σώμα του ενταφιάστηκε στις Κατακόμβες της πόλεως και αργότερα σε μαρμάρινη λάρνακα στο «Πολυάνδριον» της πόλεως, όπου σήμερα βρίσκεται ο Ιερός Προσκυνηματικός Ναός και αυτή η λάρνακα που φιλοξένησε το ιερό σώμα του. Ήταν επόμενο, λοιπόν, ο Ευαγγελιστής να άφησε ως θεομητορική ευλογία μια από τις Εικόνες του, την «Μεγάλη» Παναγία μας, στον τόπου όπου έδρασε ιεραποστολικά, στη Θήβα.
Ειδικοί ερευνητές, ασχολούμενοι με την εικονογραφική τέχνη, βρίσκουν κοινά στοιχεία τόσο στην «Μεγάλη» Παναγία μας, όσο και στις υπόλοιπες που κατασκεύασε ο ιερώτατος Λουκάς: στα υλικά που χρησιμοποιούσε (κερί και μαστίχα), στην έκφραση του προσώπου, στις πτυχώσεις των ιματίων και αλλού.
Οι αρχαιολόγοι, αναφερόμενοι στις περίφημες εγκαυστικές Εικόνες της Ιεράς Μονής Σινά, τις θεωρούν ως τις παλαιότερα εικονογραφημένες. Συγκριτική ανάλυση χαρακτηριστικών: προσώπου (μεγάλα εκφραστικά μάτια, έκφραση και μορφή προσώπων Θεοτόκου και Κυρίου), ενδυμάτων, χεριών, όλων των εγκαυστικών (όσο και άλλων ευρύτερα γνωστών Εικόνων, όπως η Πορταΐτισα του Αγίου Όρους, η Ιεροσολυμίτισσα των Αγίων Τόπων, και κυρίως Εικόνων τύπου δεξιοκρατούσης – Μεγαλοσπηλαιώτισσας, Μονής Τροοδίτισσας Κύπρου κ.α) με τη «Μεγάλη» Παναγία μας αποδεικνύει πως έχουν κοινή συγγένεια και κοινό κατασκευαστή. Άλλωστε, η θαυματουργή τους δύναμη είναι η τρανότερη απόδειξη πώς κατασκευάστηκαν από αγιασμένες υπάρξεις.
Η Εικόνα της «Μεγάλης» Παναγίας συνδέεται με ιστορικές διηγήσεις, θρύλους και παραδόσεις του Γένους μας.
Στο ιστορικό ευρέσεως της Παναγίας Σουμελά αναφέρεται πώς την εποχή του Θεοδοσίου του Μεγάλου (περίπου 380 μ.Χ) η Θεοτόκος εμφανίστηκε στους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο στην Αθήνα και τους διέταξε να έλθουν να προσκυνήσουν την θαυματουργή της Εικόνα στην Θήβα. Αφού αγρύπνησαν στην Χάρη της, η νεότερη εντολή Της ήταν να πορευθούν στο Όρος Μελά του Πόντου και να την βρουν εκεί, κάνοντας – κατά τον Νεόφυτον Καυσοκαλυβίτη – την πορεία: Θήβα – Μετέωρα – Άγιον Όρος – Μαρώνεια – Ραιδεστό – Κωνσταντινούπολη – Τραπεζούντα.
Πολλοί ιστορικοί, όπως ο Καμπούρογλου στην «Ιστορία των Αθηνών», ταυτίζουν την Εικόνα της «Μεγάλης» Παναγίας με την Εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, η οποία ήταν η παλλάδιος εικόνα του Παρθενώνος των Αθηνών, όταν αυτός ήταν χριστιανικός Ναός!
Η μορφή της, ως δεξιοκρατούσα, εικονίζεται και σε μολυβδόβουλο του Μιχαήλ Χωνιάτη. Μετά την κατάκτηση του Παρθενώνα (1204), η Μεγάλη Παναγία ή Αθηνιώτισσα έγινε Ναός του Δουκάτου της Αθήνας και της Θήβας.
Έτσι, λοιπόν, φαίνεται πως, για να μην συλληθή η πάνσεπτη Εικόνα από τους Τούρκους στρατιώτες του Μωάμεθ του Β’, κατά την κατάληψη της Ακρόπολης, το 1458, φυγαδεύτηκε στην δεύτερη πόλη του Δουκάτου, στην Θήβα, και παρέμεινε εκεί.
Υπάρχουν, όμως, και άλλες ιστορικές ενδείξεις για την Εικόνα μας στον Βίο του Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένους, Μητροπολίτου Θηβώ και Εξάρχου πάσης Βοιωτίας, του Νέου Ελεήμονος, όπου γίνεται λόγος για Εικόνα Δεξιοκρατούσης Παναγίας.
Το 1119 μ.Χ., οι λεγεώνες του Λέοντος του Σγουρού κατέλαβαν την πόλη των Θηβών, έκλεψαν, σκότωσαν, γύμνωσαν σπίτια, έκαψαν τα ιδρύματα Αγάπης και λεηλάτησαν αφιερώματα, Εικόνες από τους Ιερούς Ναούς, μεταξύ των οποίων και την Εικόνα της «Μεγάλης» Παναγίας, την οποία φυγάδευσαν στην έδρα τους, στο Ναύπλιο. Όταν θέλησαν εμπαικτικά να δοξολογήσουν την Παναγία για την νικηφόρα εκστρατεία τους (!), έπεσαν κάτω ημιθανείς και μία γυναικεία μορφή, επιτιμώντας τους, τους διέταξε να επιστρέψουν την Εικόνα Της στον Ναό Της στη Θήβα, όπως και έγινε!
Ο ιστορικός Λεκαίν (1380), κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, περνώντας από τη Θήβα έγραφε στα Χρονικά του: «η κυριωτέρα Εκκλησία των Θηβών είναι η «Μεγάλη» Παναγία, η οποία περιέχει Εικόνα, τον Χριστόν φέρουσα δεξιά και έργο είναι του Ευαγγελιστού Λουκά».
Τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας που ακολούθησαν, η γλυκυτάτη μορφή της Θεομήτορος έδινε θάρρος, παρηγοριά, κουράγιο στα σκλαβωμένα παιδιά της, έως το 1821.
Ο πολύς Strzygowski (1894), στο Byzantin Zeitschr αναφέρεται στην δεξιοκρατούσα «Μεγάλη» Παναγία των Θηβών και στον Ιερό Ναό Της.
Οι καταστρεπτικοί σεισμοί του 1853, που είχαν σαν συνέπεια την καταστροφή του μεγαλοπρεπούς Ναού και της Ιεράς Μονής (που συν τω χρόνω είχε αναπτυχθεί), ανάγκασε τους προγόνους μας να την μεταφέρουν στο εκκλησάκι του Αγίου Δημητρίου. Τότε προσκλήθηκε για να φτιάξει το Σπίτι της Μεγαλόχαρης των Θηβών ο πολύς Ιωάννης Φιλιππότης, ο οποίος με περισσή σοφία, μαζί με τον ονομαστό γλύπτη γιο του Δημήτριο, δημιούργησε αυτό το «μουσείο εντοιχισμένων γλυπτών».
Το 1861 (1η Απριλίου), οι ευλαβείς προπάτορές μας θέλοντας να εκφράσουν τον σεβασμό τους, τοποθέτησαν ασημένια επένδυση στην Εικόνα, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα.
Τα αναρίθμητα αφιερώματα που κοσμούν την Εικόνα κατά τον τριήμερο κατ’ έτος εορτασμό Της μαρτυρούν και κάποιο θαυμαστό σημείο της Χάριτός Της, όπως θεραπείες από τύφο, θεραπείες αλάλων, θεραπεία ασθενούς λεχους, θεραπείες επιληπτικών, καρκινοπαθών, ενίσχυση μαθητών, επανασύνδεση εν διαστάσει συζύγων, τεκνογονία πολλών άτεκνων ζευγαριών και πολλά άλλα.
Ιδιαίτερη υπήρξε η θεομητορική Της παρέμβαση όταν το 1978 «είλκυσε» στον Ναό της απειλητικό κεραυνό, που αν έπεφτε στην γύρω περιοχή, θα προκαλούσε μεγάλη καταστροφή (!), ενώ κατά τους φοβερούς σεισμούς του Φεβρουαρίου του 1981, δεν χάθηκε ούτε μία ανθρώπινη ύπαρξη στην περιοχή.
Το σημαντικότερο θαύμα, όμως, της «Μεγάλης» Παναγίας μας είναι ο ιδιαίτερα «μητρικός τρόπος» που «μιλάει» στις ψυχές πολλών ανθρώπων που ζουν αδιάφορα ή μακριά από την ζωή της Εκκλησίας και υπάρχουν πάμπολλα θαυμαστά παραδείγματα επιστροφής, μετανοίας και συνειδητής χριστιανικής ζωής.
Οι ευάριθμοι καθ’ ημέραν προσκυνητές Της έρχονται στην θεομητορική κιβωτό του Ναού Της για να ζητήσουν ευλαβικά, ίαση ψυχών και σωμάτων και να ενισχυθούν από την γλυκιά παρηγοριά και δύναμη που εκπέμπει η χαρμολυπητερή μορφή Της.
Αυτό σημαίνεται ιδιαίτερα και κατά τον πάνδημο εορτασμό Της, τον Δεκαπενταύγουστο, και την συμμετοχή των πιστών, στο ιερό Δεκαπενταλείτουργο (1η έως 15η Αυγούστου κάθε πρωί), τις ιερές Παρακλήσεις κάθε απόγευμα και την Ιερά Αγρυπνία (εσπέρας 13ης – πρωί 14ης Αυγούστου), τον πανηγυρικό Εσπερινό και την Λιτάνευση της Εικόνος, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. Γεωργίου και της εορτίου Πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας την κυριώνυμον ημέρα.
Το 2001, το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Ιερού Ναού μας, κατόπιν ευλογίας του τότε Μητροπολίτου μας και νυν Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου του Β΄, παρεκάλεσεν υϊκως τον τότε Ιεροκήρυκα και νυν Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κ.κ. Ιωήλ (Φραγκάκο) να συγγράψει Ιερά Ακολουθία Παρακλήσεως στην Μεγαλόχαρη των Θηβών.
Από την θέση αυτήν ευχαριστούμε για την τιμητική αποδοχή του αιτήματός μας και την συγγραφή του επέροχου αυτού υμνογραφικού ποιήματος, το οποίο ψάλλεται κάθε Δευτέρα απόγευμα στον Ιερό Ναό μας και ευχαρίστως το παραδίδουμε τυπωμένο προς χρησιν του χριστεπωνύμου πληρώματος της Εκκλησίας μας με την ευχή η θεομητροφρούρητος Χάρις της «Μεγάλης» Παναγίας να φρουρεί και να σκέπη κάθε προσκυνητή Της.
π. Γεώργιος Ν. Τουλουμάκος
Εφημέριος του Ιερού Ναού Της.
Πηγή: megalipanagiathivon
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ