2024-06-17 08:15:13
Ο Blaise Pascal ήταν μαθηματικός, φυσικός, συγγραφέας καὶ φιλόσοφος. Γεννήθηκε τὸ 1623 στὸ Clermont τῆς Γαλλίας. Ἀπὸ μικρὸς ἐμφάνισε δείγματα ἰδιαίτερης εὐφυίας καὶ ἐφευρετικότητας, τὰ ὁποία ἀντιλήφθηκε γρήγορα ὁ πατέρας του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀναλάβει ἀποκλειστικὰ ὁ ἴδιος τὴ μόρφωσή του.
Ἀπὸ τὰ τρία του, μόλις, χρόνια ὁ Pascal ἔμεινε χωρὶς μητέρα, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 12 μέχρι τῶν 30 περίπου ἐτῶν ἔκανε πολυ σημαντικὲς ἀνακαλύψεις στον χῶρο τῶν μαθηματικῶν καὶ τῆς φυσικῆς.
Τὸ ἀξιοθαύμαστο φαινόμενο «Pascal» δὲν περιορίζεται στὸν χῶρο τῶν μαθηματικῶν καὶ τῆς φυσικῆς. Ο Pascal ἀποτελεί προτυπο για κάθε χριστιανὸ ἐπιστήμονα τῆς ἐποχῆς μας. Διέθετε κάποιες ἀρετὲς ποὺ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὰ ὑψηλὰ διανοητικὰ προσόντα τοῦ ἀπέδιδαν καρπούς, ὄχι μόνο σὲ ἐπιστημονικό, ἀλλὰ κυρίως σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο. Παρακάτω θὰ διαπιστώσουμε τὸ πνευματικὸ μεγαλεῖο ἑνὸς ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἐπιστήμονες τοῦ 17ου αιώνα μέσα ἀπὸ τὰ λόγια της ἀδερφῆς του, Gilberte Perier, ποὺ τὸν ζοῦσε καθημερινά.
Ἀρχικά, ὁ Pascal εἶχε ἐπιβάλει στὸν ἑαυτὸ τοῦ διάφορους κανόνες, ὥστε νὰ μὴν παρασύρεται ἀπό τη ματαιοδοξία καὶ τὴ φιλαργυρία. Χαρακτηριστικὸ εἶναι πὼς φοροῦσε μία σιδερένια ζώνη γεμάτη ἀκίδες, ὥστε κάθε φορᾶ ποὺ εἶχε λογισμοὺς ματαιοδοξίας νὰ δίνει ἀγκωνιὲς στὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ διπλασιάσει τὸν πόνο τῶν ἀκίδων, μὲ συνέπεια νὰ θυμᾶται τὸ καθῆκον του. Ἐπιπλέον, ὁ ἴδιος ἦταν θεληματικά φτωχός καὶ λιτός στη ζωή του. Πίστευε πὼς ἔπρεπε νὰ ἀπαρνεῖται κάθε τί περιττὸ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀπονέκρωση τῶν παθῶν του. Ἀναφέρει ἡ ἀδερφή του: «ἕνα ἀπὸ τὰ πράγματα γιὰ τὰ ὁποία ἀνέκρινε περισσότερο τὸν ἑαυτὸ του κάτω ἀπὸ τὸ πρίσμα αὐτῆς τῆς ἀρχῆς ἦταν ἐκείνη ἡ τάση νὰ ἐπιθυμοῦμε νὰ ὑπερέχουμε σὲ ὅλα». Ὁ ἴδιος ἔλεγε πὼς «ἡ συναναστροφὴ μὲ φτωχοὺς εἶναι ἐξαιρετικὰ ὠφέλιμη, διότι βλέποντας κανεὶς τὴ δυστυχία συνεχῶς νὰ τοὺς καταπιέζει καὶ νὰ στεροῦνται συχνὰ τὰ πιὸ ἀπαραίτητα θὰ πρέπει νὰ εἶναι πολὺ σκληρός, γιὰ νὰ μὴν ἀπαλλαγεῖ θεληματικὰ ἀπὸ ἀνώφελες καὶ περιττὲς ἀνέσεις». Τόνιζε, μάλιστα, πὼς τὸ νὰ κατανοήσει κανεὶς (κυρίως μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο) τὸν κρίσιμο ρόλο ποὺ διαδραματίζουν αὐτὰ τὰ πάθη (τῆς φιλαργυρίας καὶ τῆς ματαιοδοξίας) πάνω στὴν ψυχή μας, θὰ μᾶς ὁδηγοῦσε στὸ νὰ στερηθοῦμε τὰ πάντα καὶ νὰ τὰ δώσουμε ἑκατὸ φορές!
Εἶναι γεγονὸς ὅτι αὐτὸς ὁ τόσο γνωστὸς γιὰ τὶς ἀνακαλύψεις του καὶ τὴ μεγαλοφυία τοῦ ἐπιστήμονας ἤταν ταπεινος. Δε μιλοῦσε ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ἀπέφευγε νὰ αὐτοπροβάλλεται, κάτι ποὺ ἐφάρμοζε ἀκόμα καὶ στὸ λεξιλόγιο ποὺ χρησιμοποιοῦσε ἢ μᾶλλον πού… δὲ χρησιμοποιοῦσε καθὼς προσπαθοῦσε νὰ μὴ λέει «ἐγὼ» ἢ «ἐμένα». «Ἦταν ἀσφαλῶς στραμμένος στὰ ὑψηλά, ἀλλὰ χωρὶς φιλοδοξία καὶ δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ θεωρεῖται μεγάλος ἢ ἰσχυρός, οὔτε νὰ τὸν τιμᾶ ὁ κόσμος. Ὅλα αὐτὰ μάλιστα θεωροῦσε πὼς ἔχουν πιὸ πολλή ευτελεια παρά εὐτυχία μέσα τους», κατὰ τὴν Perier. Εἶχε πεῖ καὶ ὁ ἴδιος, βέβαια, πὼς «ἂν εἶχα καρδιὰ τόσο φτωχὴ ὅσο τὸ μυαλό, θὰ ἤμουν εὐτυχισμένος» καί, ἀκόμη, ὅτι ἡ χριστιανικὴ εὐσέβεια ἐκμηδενίζει τὸ ἀνθρώπινο «ἐγώ», ἐνῶ ἡ ἀνθρώπινη εὐγένεια τὸ κρύβει καὶ τὸ περιορίζει.
Πηγὴ αὐτῶν τῶν ἀρετῶν του ἦταν, ἀδιαμφισβήτητα, ἠ αληθινὰ χριστιανικὴ ζωή του. Κεντρικά σημεῖα τῆς ζωῆς του ἦταν ἡ προσευχή, ἡ ὁμολογία καὶ ἡ καρτερικότητά του ἀπέναντι στὸν θάνατο. Ἀναφερόμενη στὴ σχέση του μὲ τὴν προσευχὴ ἡ ἀδερφὴ του λέει πὼς «ἦταν στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς του» καὶ σὲ αὐτὴ ἔβρισκε χαρὰ καὶ ἀνάπαυση μέχρι καὶ τὸν θάνατό του. Ἐπίσης, ἦταν γνωστός ὁμολογητής χριστιανός, κάτι ποὺ φαίνεται ἀπὸ τὶς μαρτυρίες ἀρκετῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι τὸν ἐπισκέπτονταν στὴν ἀπομόνωσή του, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευτοῦν γιὰ θέματα πίστης. Οἱ ἴδιοι ἔφευγαν πάντα πολὺ χαρούμενοι καὶ ἐπισημαίνουν πὼς στὶς δικές του ἐξηγήσεις καὶ συμβουλὲς ὀφείλουν κάθε καλὸ ποὺ ἔκαναν. Ἀκόμη, πήγαινε κόντρα στοὺς ὀρθολογιστὲς τῆς ἐποχῆς του θεωρώντας πὼς εἶναι ἐγκλωβισμένοι μέσα στὴ λαθεμένη ἀρχὴ ὅτι ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα, κάτι ποὺ τοὺς ἐμπόδιζε νὰ κατανοήσουν τί σημαίνει πίστη. Ἀπερίφραστα, μάλιστα, ἔλεγε πὼς «χωρὶς τὸν Χριστὸ ὁ ἄνθρωπος θὰ βρίσκεται ἀναγκαστικὰ βυθισμένος μέσα στὰ πάθη καὶ τὴ δυστυχία. Σ’ Αὐτὸν βρίσκεται ὅλη μας ἡ εὐτυχία, ἡ ἀρετή μας, ἡ ζωή μας, τὸ φῶς μας, ἡ ἐλπίδα μας. Μακριὰ ἀπ’ Αὐτὸν ὑπάρχουν μόνο πάθη, δυστυχία, ἀπελπισία καὶ δὲν ἔχουμε παρὰ μόνο σκοτάδι καὶ σύγχυση γιὰ τὴ φύση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ φύση τὴ δική μας».
Ὅμως, τὸ πιὸ συγκλονιστικὸ ἦταν ἡ ἀντιμετώπιση της ἐπώδυνης ἀσθένειάς του. Λόγω τῆς κόπωσης καὶ ἀσταθοῦς ὑγείας του ἦταν σὲ συνεχῆ ἀδιαθεσία καὶ λέγεται ὅτι ἀπὸ τὰ δεκαοκτώ του χρόνια δὲν πέρασε μέρα χωρὶς πόνο. Στὰ εἰκοσιτέσσερά του χρόνια ἡ ἀσθένειά του ἐπιδεινώθηκε τόσο πολύ, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ πιεῖ κανένα ὑγρό, παρὰ μόνο ζεστὸ -καὶ αὐτὸ προσεκτικά. Ἐπίσης, εἶχε δυνατοὺς πονοκεφάλους καὶ στομαχικὲς διαταραχὲς καθὼς καὶ ἄλλους πόνους. Ὁ ἴδιος, ὅμως, εἶχε ὡριμάσει μέσα ἀπὸ τὴν χριστιανική του ζωὴ καὶ ἡ ἀδερφὴ του ἀναφέρει πὼς ὅλα αὐτὰ τὰ ἔβλεπε ὠς μεγάλο προσωπικὸ κέρδος καὶ ὡς μέσα τελειοποίησής του. Πίστευε ὅτι μέσω τῆς ὑπομονῆς του κάνει θυσία μετανοίας, ἐνῶ συνήθιζε νὰ λέει πὼς ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ βρίσκει ὠφέλεια σὲ ὅλα, ἀκόμα καὶ στὶς θλίψεις, καθὼς ἔτσι καταλαβαίνει τὸν σταυρωμένο Χριστό. Τέλος, παρακολουθοῦσε τὴν ἐξασθένησή του μὲ μία παράδοξη καὶ ἐπιφανειακὰ «παράλογη» χαρά, ἐνῶ μίλαγε συνέχεια γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τόνιζε πὼς ὁ θάνατος εἶναι φρικτὸς χωρὶς Αὐτόν, ἀλλὰ μέσα σὲ Αὐτὸν εἶναι ἀγαπητός, εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ πιστοῦ.
Ὁ Pascal, λοιπόν, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ λαμπρότερα πρότυπά τοῦ χριστιανοῦ ἐπιστήμονα. Εἴναι ὀδηγός για τὸν ἐπιστήμονα ποὺ θέλει νὰ συνυπάρχουν ἁρμονικὰ πίστη καὶ ἐπιστήμη καὶ ὁ συνδυασμός τους νὰ καρποφορεῖ πραγματικά, ἀλλὰ καὶ ἀπόδειξη πὼς ἡ ταπεινότητα, ἡ λιτότητα καὶ ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἀπολύτως ἐφικτὲς γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ θὰ τὸ ποθήσει.
«Αὐτὸ τό τόσο μεγάλο πνεῦμα, τὸ τόσο εὐρὺ ἀπὸ ἐπιστημονικὲς ἀναζητήσεις, ποὺ ἔψαχνε μὲ τόση ἐπιμέλεια τὴν ἀρχὴ καὶ τὴν αἰτία τῶν πάντων, ἀποφάσισε νὰ μὴν κάνει πλέον ἄλλη μελέτη παρὰ μόνο τῆς θρησκείας. Ἔβαλε ὅλη τὴ δύναμη τοῦ πνεύματός του, γιὰ νὰ γνωρίσει καὶ νὰ ζήσει τὴν τελειότητα τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς».
Α.Α.
φοιτητὴς ΕΚΠΑ
Πηγή: agiazoni
paraklisi
Ἀπὸ τὰ τρία του, μόλις, χρόνια ὁ Pascal ἔμεινε χωρὶς μητέρα, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν 12 μέχρι τῶν 30 περίπου ἐτῶν ἔκανε πολυ σημαντικὲς ἀνακαλύψεις στον χῶρο τῶν μαθηματικῶν καὶ τῆς φυσικῆς.
Τὸ ἀξιοθαύμαστο φαινόμενο «Pascal» δὲν περιορίζεται στὸν χῶρο τῶν μαθηματικῶν καὶ τῆς φυσικῆς. Ο Pascal ἀποτελεί προτυπο για κάθε χριστιανὸ ἐπιστήμονα τῆς ἐποχῆς μας. Διέθετε κάποιες ἀρετὲς ποὺ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὰ ὑψηλὰ διανοητικὰ προσόντα τοῦ ἀπέδιδαν καρπούς, ὄχι μόνο σὲ ἐπιστημονικό, ἀλλὰ κυρίως σὲ πνευματικὸ ἐπίπεδο. Παρακάτω θὰ διαπιστώσουμε τὸ πνευματικὸ μεγαλεῖο ἑνὸς ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους ἐπιστήμονες τοῦ 17ου αιώνα μέσα ἀπὸ τὰ λόγια της ἀδερφῆς του, Gilberte Perier, ποὺ τὸν ζοῦσε καθημερινά.
Ἀρχικά, ὁ Pascal εἶχε ἐπιβάλει στὸν ἑαυτὸ τοῦ διάφορους κανόνες, ὥστε νὰ μὴν παρασύρεται ἀπό τη ματαιοδοξία καὶ τὴ φιλαργυρία. Χαρακτηριστικὸ εἶναι πὼς φοροῦσε μία σιδερένια ζώνη γεμάτη ἀκίδες, ὥστε κάθε φορᾶ ποὺ εἶχε λογισμοὺς ματαιοδοξίας νὰ δίνει ἀγκωνιὲς στὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ διπλασιάσει τὸν πόνο τῶν ἀκίδων, μὲ συνέπεια νὰ θυμᾶται τὸ καθῆκον του. Ἐπιπλέον, ὁ ἴδιος ἦταν θεληματικά φτωχός καὶ λιτός στη ζωή του. Πίστευε πὼς ἔπρεπε νὰ ἀπαρνεῖται κάθε τί περιττὸ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀπονέκρωση τῶν παθῶν του. Ἀναφέρει ἡ ἀδερφή του: «ἕνα ἀπὸ τὰ πράγματα γιὰ τὰ ὁποία ἀνέκρινε περισσότερο τὸν ἑαυτὸ του κάτω ἀπὸ τὸ πρίσμα αὐτῆς τῆς ἀρχῆς ἦταν ἐκείνη ἡ τάση νὰ ἐπιθυμοῦμε νὰ ὑπερέχουμε σὲ ὅλα». Ὁ ἴδιος ἔλεγε πὼς «ἡ συναναστροφὴ μὲ φτωχοὺς εἶναι ἐξαιρετικὰ ὠφέλιμη, διότι βλέποντας κανεὶς τὴ δυστυχία συνεχῶς νὰ τοὺς καταπιέζει καὶ νὰ στεροῦνται συχνὰ τὰ πιὸ ἀπαραίτητα θὰ πρέπει νὰ εἶναι πολὺ σκληρός, γιὰ νὰ μὴν ἀπαλλαγεῖ θεληματικὰ ἀπὸ ἀνώφελες καὶ περιττὲς ἀνέσεις». Τόνιζε, μάλιστα, πὼς τὸ νὰ κατανοήσει κανεὶς (κυρίως μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο) τὸν κρίσιμο ρόλο ποὺ διαδραματίζουν αὐτὰ τὰ πάθη (τῆς φιλαργυρίας καὶ τῆς ματαιοδοξίας) πάνω στὴν ψυχή μας, θὰ μᾶς ὁδηγοῦσε στὸ νὰ στερηθοῦμε τὰ πάντα καὶ νὰ τὰ δώσουμε ἑκατὸ φορές!
Εἶναι γεγονὸς ὅτι αὐτὸς ὁ τόσο γνωστὸς γιὰ τὶς ἀνακαλύψεις του καὶ τὴ μεγαλοφυία τοῦ ἐπιστήμονας ἤταν ταπεινος. Δε μιλοῦσε ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ἀπέφευγε νὰ αὐτοπροβάλλεται, κάτι ποὺ ἐφάρμοζε ἀκόμα καὶ στὸ λεξιλόγιο ποὺ χρησιμοποιοῦσε ἢ μᾶλλον πού… δὲ χρησιμοποιοῦσε καθὼς προσπαθοῦσε νὰ μὴ λέει «ἐγὼ» ἢ «ἐμένα». «Ἦταν ἀσφαλῶς στραμμένος στὰ ὑψηλά, ἀλλὰ χωρὶς φιλοδοξία καὶ δὲν ἐπιθυμοῦσε νὰ θεωρεῖται μεγάλος ἢ ἰσχυρός, οὔτε νὰ τὸν τιμᾶ ὁ κόσμος. Ὅλα αὐτὰ μάλιστα θεωροῦσε πὼς ἔχουν πιὸ πολλή ευτελεια παρά εὐτυχία μέσα τους», κατὰ τὴν Perier. Εἶχε πεῖ καὶ ὁ ἴδιος, βέβαια, πὼς «ἂν εἶχα καρδιὰ τόσο φτωχὴ ὅσο τὸ μυαλό, θὰ ἤμουν εὐτυχισμένος» καί, ἀκόμη, ὅτι ἡ χριστιανικὴ εὐσέβεια ἐκμηδενίζει τὸ ἀνθρώπινο «ἐγώ», ἐνῶ ἡ ἀνθρώπινη εὐγένεια τὸ κρύβει καὶ τὸ περιορίζει.
Πηγὴ αὐτῶν τῶν ἀρετῶν του ἦταν, ἀδιαμφισβήτητα, ἠ αληθινὰ χριστιανικὴ ζωή του. Κεντρικά σημεῖα τῆς ζωῆς του ἦταν ἡ προσευχή, ἡ ὁμολογία καὶ ἡ καρτερικότητά του ἀπέναντι στὸν θάνατο. Ἀναφερόμενη στὴ σχέση του μὲ τὴν προσευχὴ ἡ ἀδερφὴ του λέει πὼς «ἦταν στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς του» καὶ σὲ αὐτὴ ἔβρισκε χαρὰ καὶ ἀνάπαυση μέχρι καὶ τὸν θάνατό του. Ἐπίσης, ἦταν γνωστός ὁμολογητής χριστιανός, κάτι ποὺ φαίνεται ἀπὸ τὶς μαρτυρίες ἀρκετῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι τὸν ἐπισκέπτονταν στὴν ἀπομόνωσή του, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευτοῦν γιὰ θέματα πίστης. Οἱ ἴδιοι ἔφευγαν πάντα πολὺ χαρούμενοι καὶ ἐπισημαίνουν πὼς στὶς δικές του ἐξηγήσεις καὶ συμβουλὲς ὀφείλουν κάθε καλὸ ποὺ ἔκαναν. Ἀκόμη, πήγαινε κόντρα στοὺς ὀρθολογιστὲς τῆς ἐποχῆς του θεωρώντας πὼς εἶναι ἐγκλωβισμένοι μέσα στὴ λαθεμένη ἀρχὴ ὅτι ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα, κάτι ποὺ τοὺς ἐμπόδιζε νὰ κατανοήσουν τί σημαίνει πίστη. Ἀπερίφραστα, μάλιστα, ἔλεγε πὼς «χωρὶς τὸν Χριστὸ ὁ ἄνθρωπος θὰ βρίσκεται ἀναγκαστικὰ βυθισμένος μέσα στὰ πάθη καὶ τὴ δυστυχία. Σ’ Αὐτὸν βρίσκεται ὅλη μας ἡ εὐτυχία, ἡ ἀρετή μας, ἡ ζωή μας, τὸ φῶς μας, ἡ ἐλπίδα μας. Μακριὰ ἀπ’ Αὐτὸν ὑπάρχουν μόνο πάθη, δυστυχία, ἀπελπισία καὶ δὲν ἔχουμε παρὰ μόνο σκοτάδι καὶ σύγχυση γιὰ τὴ φύση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ φύση τὴ δική μας».
Ὅμως, τὸ πιὸ συγκλονιστικὸ ἦταν ἡ ἀντιμετώπιση της ἐπώδυνης ἀσθένειάς του. Λόγω τῆς κόπωσης καὶ ἀσταθοῦς ὑγείας του ἦταν σὲ συνεχῆ ἀδιαθεσία καὶ λέγεται ὅτι ἀπὸ τὰ δεκαοκτώ του χρόνια δὲν πέρασε μέρα χωρὶς πόνο. Στὰ εἰκοσιτέσσερά του χρόνια ἡ ἀσθένειά του ἐπιδεινώθηκε τόσο πολύ, ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ πιεῖ κανένα ὑγρό, παρὰ μόνο ζεστὸ -καὶ αὐτὸ προσεκτικά. Ἐπίσης, εἶχε δυνατοὺς πονοκεφάλους καὶ στομαχικὲς διαταραχὲς καθὼς καὶ ἄλλους πόνους. Ὁ ἴδιος, ὅμως, εἶχε ὡριμάσει μέσα ἀπὸ τὴν χριστιανική του ζωὴ καὶ ἡ ἀδερφὴ του ἀναφέρει πὼς ὅλα αὐτὰ τὰ ἔβλεπε ὠς μεγάλο προσωπικὸ κέρδος καὶ ὡς μέσα τελειοποίησής του. Πίστευε ὅτι μέσω τῆς ὑπομονῆς του κάνει θυσία μετανοίας, ἐνῶ συνήθιζε νὰ λέει πὼς ὁ χριστιανὸς πρέπει νὰ βρίσκει ὠφέλεια σὲ ὅλα, ἀκόμα καὶ στὶς θλίψεις, καθὼς ἔτσι καταλαβαίνει τὸν σταυρωμένο Χριστό. Τέλος, παρακολουθοῦσε τὴν ἐξασθένησή του μὲ μία παράδοξη καὶ ἐπιφανειακὰ «παράλογη» χαρά, ἐνῶ μίλαγε συνέχεια γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ τόνιζε πὼς ὁ θάνατος εἶναι φρικτὸς χωρὶς Αὐτόν, ἀλλὰ μέσα σὲ Αὐτὸν εἶναι ἀγαπητός, εἶναι ἡ χαρὰ τοῦ πιστοῦ.
Ὁ Pascal, λοιπόν, ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τὰ λαμπρότερα πρότυπά τοῦ χριστιανοῦ ἐπιστήμονα. Εἴναι ὀδηγός για τὸν ἐπιστήμονα ποὺ θέλει νὰ συνυπάρχουν ἁρμονικὰ πίστη καὶ ἐπιστήμη καὶ ὁ συνδυασμός τους νὰ καρποφορεῖ πραγματικά, ἀλλὰ καὶ ἀπόδειξη πὼς ἡ ταπεινότητα, ἡ λιτότητα καὶ ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ἀπολύτως ἐφικτὲς γιὰ κάθε ἄνθρωπο ποὺ θὰ τὸ ποθήσει.
«Αὐτὸ τό τόσο μεγάλο πνεῦμα, τὸ τόσο εὐρὺ ἀπὸ ἐπιστημονικὲς ἀναζητήσεις, ποὺ ἔψαχνε μὲ τόση ἐπιμέλεια τὴν ἀρχὴ καὶ τὴν αἰτία τῶν πάντων, ἀποφάσισε νὰ μὴν κάνει πλέον ἄλλη μελέτη παρὰ μόνο τῆς θρησκείας. Ἔβαλε ὅλη τὴ δύναμη τοῦ πνεύματός του, γιὰ νὰ γνωρίσει καὶ νὰ ζήσει τὴν τελειότητα τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς».
Α.Α.
φοιτητὴς ΕΚΠΑ
Πηγή: agiazoni
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο Όσιος Γέρων Φιλόθεος Ζερβάκος (†8-5-1980) δια τον σχολικόν εκφοβισμόν
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ