2012-07-04 18:40:06
Προοπτική ενός προληπτικού στρατιωτικού χτυπήματος κατά του Ιράν Τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των Η.Π.Α. και του Ιράν στην περιοχή της Μ. Ανατολής δεν είναι εύκολο να συγκριθούν. Οι Η.Π.Α. είναι υπερδύναμη και η μακρόχρονη προσπάθειά τους να διαμορφώσουν κατάλληλο τοπικό περιβάλλον ασφάλειας, εμπορίου, οικονομίας και πολιτικών εξελίξεων, αποτελεί μέρος των παγκοσμίου εμβελείας αντικειμενικών σκοπών της. Η εμπλοκή του Ιράν αντιθέτως και οι αντίστοιχοι αντικειμενικοί του σκοποί περιορίζονται στην περιοχή αυτή.
Τα αμερικανικά συμφέροντα στην Μ. Ανατολή συμπεριλαμβάνουν την ενεργειακή ασφάλεια, την διατήρηση στρατηγικών συμμαχιών με τοπικά κράτη και την σταθερότητα με ευνοϊκούς γι’ αυτές όρους. Πυρήνα του ενδιαφέροντος των Η.Π.Α. στην περιοχή αποτελούν η αυξανομένη ιρανική επιρροή, η αραβοϊσραϊλινή ειρηνευτική διαδικασία, το πέρας της οποίας αναμένεται ότι θα αναστρέψει την αραβική καχυποψία έναντι των Η.Π.Α., και οι παρακρατικές ισλαμικές στρατιωτικές οργανώσεις.
Το γεγονός ότι το Ισραήλ είναι ο σημαντικότερος σύμμαχος των Η.Π.Α. στην περιοχή, αποτελεί ένα από τα κυριότερα σημεία του αμερικανοϊρανικού ανταγωνισμού. Η τοπική κούρσα εξοπλισμών και η διαρκής αμερικανική βοήθεια αποσκοπεί στην διατήρηση της βιωσιμότητος του Ισραήλ έναντι των τοπικών αντιπάλων του, ενώ απαραίτητος όρος τυχόν επιλύσεως του παλαιστινιακού προβλήματος, είναι η αναγνώριση και η ασφάλεια του Ισραήλ.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΙΡΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ Β’Π.Π. ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Το Ιράν υπήρξε η μοναδική χώρα η οποία αντιστάθηκε επιτυχώς στην αποικιοκρατική επέκταση στην περιοχή, των αυτοκρατορικών δυνάμεων της Μ. Βρετανίας και Ρωσίας. Κατά τον Β’Π.Π. και εν όψει επικειμένου φιλοναζιστικού πραξικοπήματος, η Ε.Σ.Σ.Δ. και η Μ. Βρετανία αφού εισέβαλαν στο Ιράν, διασφάλισαν τις πετρελαϊκές υποδομές, ανάγκασαν τον Σάχη να παραδώσει τον θρόνο στον υιό του και διοχέτευαν δυτικό εξοπλισμό προς τους Σοβιετικούς μέσω του ιρανικού εδάφους.
Το 1951, εξελέγη δημοκρατικά, ως πρώτος Πρωθυπουργός, ο εθνικιστής Dr. Mohammed Mossadegh, ο οποίος το 1953 εθνικοποίησε την Αγγλοϊρανική Εταιρεία Πετρελαίου (γνωστή αργότερα ως BP). Η Αγγλία αντέδρασε με εμπάργκο οι συνέπειες του οποίου επέδρασαν δυσμενώς στην οικονομία, με αποτέλεσμα την κριτική κατά του Πρωθυπουργού στο εσωτερικό. Τέλος αφού η Αγγλία έπεισε τις Η.Π.Α. να εμπλακούν (με το επιχείρημα κομμουνιστικού κινδύνου στο Ιράν), η υπονομευτική επιχείρηση «ΑΙΑΣ», οργανωμένη από την CIA, με βρετανική συνδρομή, επέτρεψε στον υιό του Σάχη, Mohammed Reza Pahlevi, να εκτοπίσει τον Mossadegh.
Ο Σάχης ανέλαβε την εξουσία εμφανιζόμενος ως φιλοδυτικός ηγέτης με εκσυγχρονιστικές προθέσεις. Είναι γεγονός ότι υπερασπίσθηκε τα δικαιώματα των γυναικών και προέβη σε αναδιανομή γαιών υπέρ των πολλών μικροαγροτών. Η αυταρχική συμπεριφορά, εν τούτοις, του ενός και μοναδικού κόμματος, σε συνδυασμό με την μείωση της ισχύος του κλήρου, προεκάλεσε ισχυρή αντιπολιτευτική ισλαμική συσπείρωση. Η δικτατορική διακυβέρνηση του Σάχη, η οποία βασίσθηκε στην αθρόα αμερικανική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, οδήγησε στην ισλαμική, θεοκρατική, αντιαμερικανική επανάσταση του 1979, η οποία διεκήρυξε την διαρκή εχθρότητα προς τις Η.Π.Α.. Το νέο σιιτικό καθεστώς του Αγιατολάχ Χομεϊνί φρόντισε να αποδυναμώσει τις άλλοτε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις του Ιράν, γεγονός που εκτιμήθηκε ως ευκαιρία από το γειτονικό σουνιτικό Ιράκ για επέκταση της ισχύος του.
Ως γνωστό ο καταστρεπτικός πόλεμος μεταξύ Ιράκ και Ιράν διήρκεσε από το 1980 έως το 1988. Κατά την πολεμική αυτή αναμέτρηση διεπράχθησαν όλων των ειδών τα εγκλήματα πολέμου (π.χ. θάνατος αμάχων, χρήση χημικών κ.λ.π.), κόστισε στα δύο κράτη συνολικά περισσότερο από $1 τρις και στο Ιράν απώλειες 1εκ. ανθρώπων. Στο διάστημα αυτό το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν έλαβε στρατιωτική, πολιτική και οικονομική βοήθεια από τις Η.Π.Α., ενώ παράλληλα οι τελευταίες επέτρεψαν στο Ισραήλ (και αργότερα απ’ ευθείας οι Η.Π.Α.), την προμήθεια του Ιράν με πολεμικό υλικό στα πλαίσια της γνωστής εμπλοκής της κυβερνήσεως Ρέϊγκαν με το σκάνδαλο χρηματοδοτήσεως των Κόντρας (αντάρτες της Νικαράγουα). Έμπρακτοι υποστηρικτές του Ιράκ υπήρξαν επίσης η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Κίνα, η Ε.Σ.Σ.Δ. και σειρά αραβικών κρατών (μεταξύ των οποίων η Αίγυπτος και η Σαουδική Αραβία), ενώ το μέρος του Ιράν υποστήριξαν η Συρία, Λιβύη, Β. Κορέα, Κούβα και Γιουγκοσλαβία.
Αργότερα, η ηγεμονική φιλοδοξία του Σαντάμ Χουσεϊν να ενώσει τα αραβικά εδάφη, με αποτέλεσμα την εισβολή στο Κουβέϊτ, έστρεψε τις Η.Π.Α. εναντίον του, με τα γνωστά αποτελέσματα των δύο στρατιωτικών επεμβάσεων στο Ιράκ.
Επί καθεστώτος Σάχη, οι σχέσεις μεταξύ Ιράν και Ισραήλ υπήρξαν ομαλές, ενώ εντός της ιρανικής επικράτειας ζούσε ένας από τους μεγαλύτερους εβραϊκούς πληθυσμούς στην περιοχή, εκτός Ισραήλ. Από την ισλαμική επανάσταση έως σήμερα, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι εχθρικές και το Ιράν δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ, ενώ παράλληλα υποστηρίζει την σιιτική παραστρατιωτική οργάνωση του Λιβάνου Χεσμπολάχ, καθώς και τις σουνιτικές Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ, εντός του Ισραήλ.
Σήμερα οι Η.Π.Α. κατηγορούν το Ιράν ότι αποσταθεροποιεί την περιοχή της Μ. Ανατολής, ότι στηρίζει την διεθνή τρομοκρατία και ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα αποσκοπεί όχι στην ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας αλλά στην κατασκευή πυρηνικών όπλων. Στην προσπάθεια παρεμποδίσεως του Ιράν όπως καταστεί πυρηνική δύναμη, οι Η.Π.Α. έχουν αναλάβει σειρά πρωτοβουλιών για την εφαρμογή εκτεταμένου εμπάργκο κατά της χώρας αυτής, προκειμένου να την εξαναγκάσουν να δεχθεί τους δυτικούς όρους ως προς την χρήση της πυρηνικής ενέργειας.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ Η.Π.Α. ΚΑΙ ΙΡΑΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ.
Το Ιράν ως μεγάλη χώρα παραγωγής και εξαγωγής υδρογονανθράκων του Περσικού Κόλπου, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια και οικονομική σταθερότητα. Η τρέχουσα αστάθεια στην ευρύτερη Μ. Ανατολή συνδέεται σε σημαντικό βαθμό με τις στρατηγικού επιπέδου ανταγωνιστικές σχέσεις ασφαλείας μεταξύ των Η.Π.Α. και του Ιράν.
Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η επιρροή του Ιράν στην Μ. Ανατολή βαίνει διαρκώς αυξανόμενη, αφού οι Η.Π.Α. ανέλαβαν ακουσίως την εξουδετέρωση σημαντικών τοπικών αντιπάλων του, όπως το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν και τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Κατά τα τελευταία έτη, το Ιράν έχει δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς με το Ιράκ (κυρίως με τους Σιίτες αλλά και με τους Κούρδους) τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στην αντιπολίτευση. Αναμένεται ότι η αμερικανική αποχώρηση από την χώρα αυτή, θα επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη εξάρτηση από το Ιράν. Ο εκτοπισμός του Χ. Μουμπάρακ στην Αίγυπτο ευνοεί τα ιρανικά σχέδια, ενώ η οργάνωση Χαμάς στην Γάζα λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ Ιράν και των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Το Ιράν φέρεται να ενεθάρρυνε επιπλέον τις εξεγέρσεις στο Μπαχρέϊν, την Ιορδανία την Υεμένη και το Ομάν. Ενδείξεις που ευνοούν την αύξηση της Ιρανικής επιρροής στην Μ. Ανατολή αποτελούν τα εξής:
Η αστάθεια στην περιοχή, σε συνδυασμό με την δραστική μείωση της αμερικανικής παρουσίας.
Η τρέχουσα σχετική αδυναμία και αστάθεια σε τρία, έως τώρα αντίπαλα για το Ιράν, κράτη όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία και η Σ. Αραβία.
Δημιουργία ολοένα και ισχυροτέρων δεσμών του Ιράν με το Ιράκ, τον Λίβανο και το Αφγανιστάν.
Η συνέχιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, παρά τα ληφθέντα εναντίον του μέτρα.
Η σκληρή γραμμή του Ιράν έναντι του Ισραήλ, των Η.Π.Α. και του Παλαιστινιακού θέματος, ευρίσκει μεγάλη απήχηση στους αραβικούς πληθυσμούς αλλά όχι απαραιτήτως στις αραβικές κυβερνήσεις. Οι σχέσεις του Ιράν με τα Αραβικά κράτη (κυρίως με τους άμεσους σουνίτες γείτονες), διέπονται από παραμέτρους όπως οι εθνολογικές και θρησκευτικές αποκλίσεις, οι διαφορετικές αντιλήψεις στην παραγωγή, διάθεση και τιμή των υδρογονανθράκων, οι εκκρεμούσες εδαφικές διεκδικήσεις, οι διαφορετικές αντιδράσεις σε εξωτερικές επιρροές και οι αραβικές αντιλήψεις και αντιδράσεις ως προς την ιρανική Ισλαμική Επανάσταση. Αποκορύφωμα του «ψυχρού πολέμου» του Ιράν με γειτονικές αραβικές κυβερνήσεις αποτελούν οι σχέσεις του με την Σ. Αραβία.
Το Ισραήλ ευρίσκεται σε πλήρη αντιπαλότητα με το ισλαμικό Ιράν. Τυχόν απόκτηση πυρηνικών όπλων από το τελευταίο, εκλαμβάνεται από το Ισραήλ ως υπαρξιακή απειλή, λόγω των γνωστών θέσεων του Ιράν κατά της χώρας αυτής. Το γεγονός αυτό αυξάνει δραματικά την πιθανότητα ισραηλινού προληπτικού κτυπήματος κατά του Ιράν με απρόβλεπτες περιφερειακές και παγκόσμιες συνέπειες. Το Ισραήλ θεωρεί και την Συρία, του καθεστώτος Άσσαντ ως απειλή, κυρίως όμως για το γεγονός ότι αποτελεί προέκταση του Ιράν στην περιοχή του και κύριο ενδιάμεσο τροφοδότη της Χεσμπολάχ στα σύνορα με τον Λίβανο.
Παρά την προσέγγιση Ιράν και Τουρκίας που σημειώθηκε από το 2002, με την ανάληψη της εξουσίας από το Ισλαμικό κόμμα του Τ. Ερντογάν, καθώς και τα κοινά τους συμφέροντα στον τομέα της ενέργειας και των Κούρδων, οι δύο αυτές χώρες είναι αμοιβαίως καχύποπτες και ανταγωνιστικές, αφού οι περιφερειακές τους φιλοδοξίες επικαλύπτονται. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει και την τρέχουσα στάση της Τουρκίας κατά του καθεστώτος Άσσαντ στην Συρία, η πτώση του οποίου θα σηματοδοτήσει την μείωση της Ιρανικής επιρροής στην χώρα αυτή και την αντίστοιχη αύξηση της τουρκικής. Η τουρκική ανάμιξη στα εσωτερικά της Συρίας, φαίνεται ότι προκαλεί την αντίδραση του Ιράν το οποίο εμμέσως επισείει την δική του αρνητική συμβολή στην επίλυση του κουρδικού προβλήματος.
Η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας του Προέδρου Πούτιν, διαφαίνεται ότι ευνοεί την ανάδειξη του Ιράν ως κεντρικού παράγοντα στις εξελίξεις της Μ. Ανατολής. Η Μόσχα θεωρεί ότι η πυρηνική συνεργασία και γενικότερα η συνεργασία στην υψηλή τεχνολογία, αποτελεί κεντρικό σημείο της στρατηγικής της σχέσεως με την Τεχεράνη. Η εν λόγω στάση πιθανόν να οφείλεται στην αμερικανική προσπάθεια όπως περιορίσει τον ρόλο της Ρωσίας στην ενεργειακή αγορά. Ως προς την Συρία, η Ρωσία έχει συνάψει αμυντικές συμφωνίες δισεκατομμυρίων δολαρίων και διατηρεί την μοναδική της ναυτική βάση στην Μεσόγειο (Ταρτούς).
Η ανερχόμενη Κίνα έχει οικονομικά, εμπορικά και στρατιωτικά συμφέροντα με το Ιράν αλλά και με την Συρία. Επιπλέον αποστασιοποιείται από κοινωνικά κινήματα κατά απολυταρχικών καθεστώτων όπως η «Αραβική Άνοιξη», λαμβάνοντας υπ’ όψη την εσωτερική της κατάσταση.
Το Ιράν έχει δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς με την Συρία καθώς και με παραστρατιωτικές οργανώσεις, προκειμένου να τις χρησιμοποιεί στρατιωτικά και πολιτικά, υπέρ των συμφερόντων της, εντός ξένων κρατών, όπως ο Λίβανος (Χεσμπολάχ), Λωρίδα της Γάζας (Χαμάς), Ιράκ (σιίτες παραστρατιωτικοί), Αφγανιστάν (αντάρτες υποστηριζόμενοι από την Quds Force’s Ansar Corps του Ιράν). Τυχόν πτώση του καθεστώτος Άσσαντ στην Συρία πιθανόν να αποκόψει το Ιράν από τον κυριότερο σύμμαχό του και να απωλέσει την πρόσβαση σε οργανώσεις όπως η Χεσμπολάχ και Χαμάς και κατά συνέπεια την άμεση πρόσβαση στο Ισραήλ.
Στον τομέα του εμπορίου στην Εγγύς Ανατολή, η πρωτοκαθεδρία ανήκει στην Ε.Ε. (κυρίως για το Ισραήλ με 31% και την Τουρκία με 42%) και εν συνεχεία στις Η.Π.Α.. Το Ιράν παραμένει αξιόλογος εμπορικός εταίρος για την Άγκυρα και την Δαμασκό αλλά οι εμπορικές επιδόσεις του, επισκιάζονται από την Ε.Ε., την Σ. Αραβία και την Ρωσία. Το 80% των συνολικών εσόδων του Ιράν προέρχεται από εξαγωγές υδρογονανθράκων, γεγονός που το καθιστά ευάλωτο στην διακύμανση των τιμών αυτών.
Ως στρατηγικός εταίρος του Ιράν, η Συρία εκτιμάται ότι πληρώνει το ανάλογο τίμημα στο εσωτερικό της. Η εγκαθίδρυση ενός νέου καθεστώτος (η δημοκρατικότητά του κρίνεται ότι δεν αποτελεί κριτήριο ουσίας για τη Δύση) αποστασιοποιημένου από το Ιράν και κατά το δυνατόν φιλοδυτικό, αποτελεί την τελική επιθυμητή κατάσταση. Η τρέχουσα ρευστή και μη προβλέψιμη κρίση στο εσωτερικό της Συρίας, κατά την οποία η αντιπολίτευση δεν παρουσιάζει συνοχή και ξεκάθαρο χαρακτήρα, ενώ οι κυβερνητικές δυνάμεις παραμένουν ισχυρές, αναγκάζουν τις Η.Π.Α. να λάβουν υπ’ όψη τις ακόλουθες παραμέτρους προκειμένου να χαράξουν την δέουσα στρατηγική:
Η συγκεκαλυμένη ή φανερή δυτική υποστήριξη των εξεγερμένων θα αυξήσει την βίαιη (και σε ένα βαθμό νομιμοποιημένη) απάντηση των κυβερνητικών Συριακών δυνάμεων και ενδεχομένως να προκαλέσει την αντίδραση της Ρωσίας και Κίνας.
Περαιτέρω αποσταθεροποίηση της Συρίας είναι πιθανό να διαχυθεί σε γειτονικά κράτη με εύθραστες ισορροπίες στο εσωτερικό τους (π.χ. Λίβανος, Σ. Αραβία, Ισραήλ, Ιορδανία, Κούρδοι, Τουρκία κ.λ.π.).
Η αλλαγή καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ και της μειονότητος των Αλεβιτών που το στηρίζει, δεν εγγυάται απαραιτήτως μεγαλύτερη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή (π.χ. επικράτηση ακραίου Ισλάμ) αλλά και ούτε εξασφαλίζει αποφυγή εκτεταμένων αντιποίνων στο εσωτερικό.
Θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη τα συμφέροντα και άλλων δυνάμεων στην περιοχή όπως π.χ. η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία, προκειμένου οι Η.Π.Α. να βασισθούν σε διεθνή υποστήριξη ή έστω ανοχή.
Ίσως αποτελεί ευκαιρία για τις Η.Π.Α. η αποστέρηση ενός σταθερού συμμάχου όπως ο Άσαντ από το Ιράν, σε μία περίοδο κατά την οποία η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ και μελλοντικά από το Αφγανιστάν, γέρνει την ζυγαριά της επιρροής στην περιοχή, υπέρ του Ιράν.
Η στρατιωτική επέμβαση στην Συρία παρουσιάζει δυσχέρειες, αφού το κράτος αυτό διαθέτει μεγάλο πληθυσμό, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, δέχεται οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από το Ιράν και την Ρωσία και η αντιπολίτευση δεν κατέχει συγκεκριμένο έδαφος (όπως στην περίπτωση της Λιβύης).
Αποτελεί διαπίστωση ότι τα άλλοτε μιλιταριστικά και αφοριστικά αραβικά κράτη, έναντι του Ισραήλ, έχουν ομαλοποιήσει σχετικά τις σχέσεις τους, αφού οι αραβικές κοινωνίες έχουν μετακινηθεί προς την οικονομική τους ευημερία και την ένταξή τους στο παγκόσμιο σύστημα. Σήμερα διακρίνει κανείς εύκολα τις κοινές δυτικές, εβραϊκές και αραβικές επενδύσεις στον Περσικό κόλπο και τον αραβικό κόσμο. Σε αντίθεση με την σχετική αυτή σύγκλιση οικονομικών συμφερόντων, τα ιρανικά με τα ισραηλινά συμφέροντα δεν έχουν κοινά σημεία και επιπλέον το εβραϊκό λόμπυ έχει επεκτείνει το ρήγμα αυτό, έχοντας πλέον συμπεριλάβει και τις Η.Π.Α.
ΤΟ ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
Το Ιράν επί του παρόντος δεν κατέχει πυρηνικά όπλα αλλά θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι διαθέτει τα σχέδια αναπτύξεως πυρηνικών βομβών και κεφαλών μάχης κατευθυνομένων βλημάτων (Κ/Β). Επιπλέον το Ιράν (όπως και άλλες αραβικές χώρες όπως η Αίγυπτος, η Συρία κ.λ.π.), διαθέτει χημικά όπλα και υπάρχουν ενδείξεις σχετικής έρευνας για την παραγωγή βιολογικών όπλων.
Το Ιράν ισχυρίζεται ότι πρόθεσή του αποτελεί η ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, γεγονός που απαιτεί χαμηλό εμπλουτισμό του Ουρανίου έως ποσοστό 20%. Ως χώρα που έχει υπογράψει την συνθήκη μη διαδόσεως των πυρηνικών, το Ιράν επαναλαμβάνει διαρκώς ότι δικαιούται να αναπτύξει και να επεκτείνει το πρόγραμμα της πυρηνικής ενέργειας δεδομένου ότι όπως εκτιμά σε 40 έτη από τώρα θα αντιμετωπίζει ενεργειακή έλλειψη υδρογονανθράκων. Εάν το Ουράνιο εμπλουτισθεί σε ποσοστό καθαρότητος 90%, τότε είναι δυνατή η ανάπτυξη πυρηνικών κεφαλών. Ισραηλινοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι το Ιράν θα είναι σε θέση να αναπτύξει πυρηνικά όπλα έως το 2014.
Ο Ιρανός εκπρόσωπος στην Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας Κος Ali Asghar Soltanieh δήλωσε πρόσφατα «…ούτε τα μέτρα, οι απειλές, οι κυβερνοεπιθέσεις, ούτε ακόμη και η στρατιωτική επίθεση, θα σταματήσει τον εμπλουτισμό του Ουρανίου στο Ιράν..».
Η Δύση προσπαθεί, ανεπιτυχώς μέχρι στιγμής, να αποτρέψει την ανάπτυξη του Ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, μέσω συνομιλιών (από το 2004), ελέγχων, αυστηρών οικονομικών και εμπορικών μέτρων εναντίον του, συγκεκαλυμένων επιχειρήσεων καθυστερήσεως του πυρηνικού του προγράμματος και πολιτικής και διπλωματικής απομονώσεως αυτού. Επιπλέον οι Η.Π.Α. χρησιμοποιούν μεθόδους άμεσης και έμμεσης αποσταθεροποιήσεως του Ιράν.
ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ
Η επικρατούσα αντίληψη υποστηρίζει ότι το Ιράν θεωρώντας ότι η «γειτονιά του» είναι επικίνδυνη, επιδιώκει την απόκτηση πυρηνικών όπλων για λόγους ασφαλείας. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι αντίπαλοι του Ιράν όπως το Ισραήλ και οι Η.Π.Α. είναι πυρηνικές δυνάμεις.
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αποτελεί μάλλον υποσύνολο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού Δύσεως (κυρίως Η.Π.Α.) και Ιράν στην Μ. Ανατολή. Το Ιράν έχει υποστεί σωρεία οικονομικών και εμπορικών μέτρων εναντίον του, όταν πυρηνικές χώρες όπως η Ινδία, το Πακιστάν και το Ισραήλ απολαμβάνουν στρατηγικού επιπέδου σχέσεις με τις Η.Π.Α. και την Δύση, ακόμη και όταν κάποιες εξ αυτών (σε αντίθεση με το Ιράν) δεν έχουν ακόμη υπογράψει την Συνθήκη περί μη διαδόσεως των πυρηνικών (NPT).
Το ισραηλινό πυρηνικό προβάδισμα ισχύος στην περιοχή προϋποθέτει ότι κανένα άλλο κράτος δεν θα αναπτύξει ανάλογη δυνατότητα. Παρά τις σχετικές διαψεύσεις του, το Ιράν αναμένεται ότι θα επιδιώξει την απόκτηση πυρηνικών όπλων εφ’ όσον θεωρεί τις Η.Π.Α. και το Ισραήλ ως απειλές για την ασφάλειά του. Την εξέλιξη αυτή προσλαμβάνουν το μεν Ισραήλ ως υπαρξιακή απειλή, τα δε γειτονικά Αραβικά κράτη ως ισχυρή ένδειξη της ιρανικής φιλοδοξίας όπως κυριαρχήσουν στην ευρύτερη περιοχή. Κατά τον τρόπο αυτό ερμηνεύεται η ολική ισραηλινή απόρριψη οιουδήποτε επιπέδου εμπλουτισμού Ουρανίου εντός ιρανικού εδάφους. Δεδομένου ότι το Ισραήλ αδυνατεί να αποτρέψει μόνο του την πυρηνική ιρανική πορεία, προσπαθεί να εμπλέξει τις Η.Π.Α. σε αναμέτρηση με το Ιράν. Πολλοί υποστηρίζουν ότι κατά τον ίδιο τρόπο το Ισραήλ ενέπλεξε επιτυχώς στο παρελθόν τις Η.Π.Α. σε αναμέτρηση με το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν.
Στο εσωτερικό του Ιράν υπήρχαν αρχικά πολλές θέσεις ως προς την πυρηνική ενέργεια, όπως η πλήρης αποχή, η ειρηνική και όχι η στρατιωτική χρήση, η ειρηνική χρήση και η δυνατότητα στρατιωτικής χρήσεως και τέλος η κατασκευή πυρηνικών όπλων. Η δυτική εμμονή για μηδενικό εμπλουτισμό του ουρανίου στο Ιράν, ενίσχυσε τις εθνικιστικές απόψεις στο εσωτερικό της χώρας προς όφελος αυτών που υποστηρίζουν την πυρηνική στρατιωτική ισχύ του Ιράν.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΩΝ Η.Π.Α. ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
Η τρέχουσα στρατηγική των Η.Π.Α. στην Μ. Ανατολή εκτιμάται ότι επιδιώκει την απαγόρευση στους τοπικούς αντιπάλους όπως αποκτήσουν μέσα με τα οποία θα υπονομεύσουν τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Τα τελευταία συμπεριλαμβάνουν την διατήρηση μίας περιφερειακής ευνοϊκής καταστάσεως (π.χ. πρόσβαση και έλεγχος των πηγών και της μεταφοράς ενέργειας κ.λ.π.), καθώς και την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ. Προς τον σκοπό αυτό οι Η.Π.Α. ενισχύουν οικονομικά και στρατιωτικά το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Σ. Αραβία, τον Λίβανο και την Παλαιστινιακή Αρχή.
Στο ανωτέρω πλαίσιο η στρατηγική των Η.Π.Α. κατά του Ιράν, δεν στρέφεται μόνο κατά του πυρηνικού του προγράμματος αλλά κυρίως κατά της δυνατότητός του να εγκαταστήσει ένα τόξο επιρροής διερχόμενο από το Αφγανιστάν, Ιράκ, κράτη του Κόλπου, Συρία και Λίβανο. Προς τον σκοπό αυτό οι Η.Π.Α. και οι σύμμαχοί της προσπαθούν να περιορίσουν την ιρανική επιρροή στο Ιράκ, να παρεμποδίσουν την εξάπλωση της Χεσμπολάχ στον Λίβανο και να εκτοπίσουν τον Πρόεδρο Άσσαντ στην Συρία.
Η αμερικανική και ευρωπαϊκή στρατηγική συγκλίνει στην κοινή επιδίωξη απαγορεύσεως στο Ιράν όπως εισέλθει στο club των πυρηνικών δυνάμεων. Ο κοινός σκοπός είναι η αποτροπή εμφανίσεως ισχυρής μουσουλμανικής δυνάμεως, ικανής να αμφισβητήσει το τρέχον καθεστώς συσχετισμού ισχύος στην περιοχή το οποίο τώρα ευνοεί το Ισραήλ. Διαφαινόμενη διαφορά στρατηγικής προσεγγίσεως αποτελεί το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι θα ήταν ικανοποιημένοι με την εγκατάλειψη των ιρανικών πυρηνικών φιλοδοξιών προκειμένου, την επομένη, να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους με την Τεχεράνη. Αντιθέτως οι Η.Π.Α. εκτιμάται ότι θα επιδιώξουν να εκμεταλλευθούν τυχόν ιρανική υποχώρηση, ώστε να επιταχύνουν την πτώση του Ιρανικού κυβερνητικού καθεστώτος.
Επισημαίνεται το γεγονός ότι οι Η.Π.Α. δέχονται ισραηλινές πιέσεις προκειμένου αυτές να εγκαταλείψουν την κατ’ αυτούς ατελέσφορη διαδικασία των οικονομικών μέτρων, των συνομιλιών και της διπλωματίας, με την οποία το Ιράν κερδίζει χρόνο για την ανάπτυξη της πυρηνικής του ισχύος, υπέρ μίας δυναμικής πολιτικής ισχύος. Στο εσωτερικό ο Πρόεδρος Ομπάμα δέχεται ανάλογες πιέσεις είτε από το εβραϊκό λόμπυ απ’ ευθείας, είτε από τους Ρεπουμπλικάνους στον χώρο των οποίων το Εβραϊκό λόμπυ είναι ιδιαίτερα ισχυρό.
Σε περίπτωση στρατιωτικής επεμβάσεως κατά της Συρίας οι Η.Π.Α. μάλλον θα επιλέξουν όπως αυτή υλοποιηθεί από Αραβικές χώρες και την Τουρκία, με αμερικανική υποστήριξη, προκειμένου η πολιτική αλλαγή (π.χ. Σουνιτική ηγεσία), να έχει υψηλό βαθμό νομιμοποιήσεως και να μην εκληφθεί ως αποτέλεσμα δυτικής έξωθεν επιβολής αλλά ως προσπάθεια σταθεροποιήσεως της περιοχής με μείωση της επιρροής του Ιράν.
Στον προβληματικό για τις Η.Π.Α. Λίβανο, η αμερικανική στρατηγική επιδιώκει τον περιορισμό της αστάθειας με την ανάσχεση της δράσεως της Χεσμπολάχ και την δημιουργία σχέσεων με ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις και θεσμούς στην χώρα αυτή, μη εξαρτώμενες από την εν λόγω οργάνωση.
Δεδομένης της αυξημένης αστάθειας στην περιοχή, της δυσαρέσκειας και καχυποψίας του Αραβικού κόσμου, καθώς και του προσφάτου ψηφίσματος των Η.Ε. υπέρ της δημιουργίας Παλαιστινιακού κράτους, οι Η.Π.Α. πιέζουν το Ισραήλ για ειρηνική επίλυση του Παλαιστινιακού προβλήματος (στη βάση δύο κρατών). Κατά τους αμερικανούς, ο χρόνος κυλά εναντίον του Ισραήλ και τυχόν παράταση του Παλαιστινιακού, θα αποβεί υπέρ των σκοπών του Ιράν.
Η αμερικανική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς την Αίγυπτο, καθώς και οι επενδύσεις από κράτη του Κόλπου προς την χώρα αυτή συνεχίζονται αφού η σταθερότητά της είναι κρίσιμη για τις εξελίξεις στην Μ. Ανατολή και Β. Αφρική. Η εμπλοκή των Η.Π.Α. στην Αίγυπτο θα εξακολουθήσει να ισχύει, προκειμένου η τελευταία να στηρίζει την επίλυση του Παλαιστινιακού προβλήματος, να διατηρείται η σταθερότητα στην χερσόνησο του Σινά, να μην περιέλθει ο έλεγχος της χώρας αυτής σε ακραία στοιχεία και να διατηρεί περιφερειακές φιλοδοξίες στον αραβικό κόσμο, ως αντιστάθμισμα στις αντίστοιχες Ιρανικές φιλοδοξίες.
Δεδομένου ότι ο ρόλος της Ιορδανίας για τα αμερικανικά συμφέροντα στην Μ. Ανατολή, την ισορροπία ισχύος και το παλαιστινιακό είναι ιδιαίτερα σημαντικός, οι Η.Π.Α. εξακολουθούν να ενισχύουν την χώρα αυτή και προσπαθούν να την εντάξουν στο Συμβούλιο Συνεργασίας Χωρών του Κόλπου, προκειμένου το καθεστώς της Χασεμιτικής Βασιλικής δυναστείας να παραμείνει σταθερό και να αποδυναμωθεί περαιτέρω η Ιρανική επιρροή.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΙΡΑΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ Η.Π.Α.
Το Ιράν θεωρεί ότι περιβάλλεται από πυρηνικές δυνάμεις και επιπλέον ότι έχει περικυκλωθεί από αμερικανικές συμβατικές δυνάμεις (Κ. Ασία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, κράτη Περσικού Κόλπου, Ιράκ ακόμη δε και στον Καύκασο). Η κατάσταση αυτή εκλαμβάνεται από την ιρανική ηγεσία ως μείζον θέμα εθνικής ασφαλείας.
Το μετεπαναστατικό Ιράν έχει μετατοπισθεί από χώρα status quo σε χώρα που επιδιώκει επέκταση της γεωπολιτική επιρροής της, από το Αφγανιστάν και την Κ. Ασία έως την Παλαιστίνη, με κύριο όχημα την ιδεολογία, την θρησκεία και την ενέργεια. Την προσπάθεια αυτή θα ενίσχυε καθοριστικά η ιρανική ανάπτυξη πυρηνικής ισχύος, σε συνδυασμό με την αμερικανική αποχώρηση από το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Παρά τα κατά καιρούς αυστηρά εναντίον του μέτρα, το Ιράν δεν πλήττεται καίρια αφού διατηρεί ενεργειακές και εμπορικές σχέσεις με σειρά κρατών όπως η Βενεζουέλα, Ινδία, ως ένα βαθμό με την Ν. Κορέα και την Ιαπωνία και κυρίως με την Κίνα. Το Ιράν συμβάλλει, αναλόγως των δυνάμεών του, στην αποσύνδεση της σχέσεως δολαρίου και πετρελαίου (πετροδολάριο) που ισχύει από την δεκαετία του 1970, προκειμένου να πλήξει την αξιοπιστία του και κατά συνέπεια να πλήξει ένα ζωτικό συμφέρον των Η.Π.Α.
Το Ιράν δεν διαθέτει την δυνατότητα να σχηματίσει στρατιωτικές συμμαχίες στην περιοχή με οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, κατά τα αμερικανικά πρότυπα. Ως αντιστάθμισμα οι Ιρανοί υποστηρίζουν παραστρατιωτικές λιβανικές και παλαιστινιακές οργανώσεις, προκειμένου αυτές να φθείρουν τους συμμάχους των Η.Π.Α., ενώ παράλληλα διατηρούν στενές σχέσεις με την Συρία και εκμεταλλεύονται την διαμάχη μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων.
Για το Ιράν ο κίνδυνος της Συριακής αστάθειας περιλαμβάνει την απώλεια (κατ’ ελάχιστον) μέρους της δυνατότητος ασκήσεως επιρροής στην Αραβο – ισραηλινή διένεξη, στους ενόπλους παλαιστινίους και τους σιίτες συμμάχους της Χεσμπολάχ στον Λίβανο. Εάν αυτό συμβεί είναι πιθανόν το Ιράν να εστιάσει την στρατηγική του στην αποσταθεροποίηση της Αραβικής χερσονήσου και συγκεκριμένα σε χώρες με ισχυρό πληθυσμιακό ποσοστό σιιτών (π.χ. Σ. Αραβία, Υεμένη, Μπαχρέϊν).
ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΚΤΥΠΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
Το Ισραήλ υποστηρίζει σταθερά την ιδέα της προληπτικής επιθέσεως κατά του Ιράν και πρόσφατα ο ισραηλινός ΥΕΘΑ Εχούντ Μπαράκ, προειδοποίησε την Δύση ότι το χρονικό παράθυρο ευκαιρίας για την προσβολή του Ιράν κλείνει στο εγγύς μέλλον. Όσο το Ισραήλ θεωρεί τον πυρηνικό εξοπλισμό του Ιράν ως υπαρξιακή απειλή, ουδείς δύναται να αποκλείσει μονομερή ισραηλινή προληπτική επίθεση κατά των ιρανικών εγκαταστάσεων παρά τις αμερικανικές ενστάσεις. Στην περίπτωση αυτή το Ισραήλ πιθανόν να ειδοποιούσε τις Η.Π.Α. ολίγον προ της επιθέσεως (για διατήρηση των καλών σχέσεων) αλλά κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αλλαγής σχεδίων. Βασικές προϋποθέσεις για μία τέτοια επίθεση θα αποτελούσαν η μεγάλη πιθανότητα αποτελεσματικής προσβολής των ιρανικών εγκαταστάσεων, η δυνατότητα του Ισραήλ να ανθέξει πιθανή ιρανική αντεπίθεση, η διεθνής υποστήριξη του Ισραήλ (και κυρίως των Η.Π.Α.) και η εκτίμηση ότι περαιτέρω αναβολή της επιθέσεως θα καθιστούσε το Ιράν πυρηνική δύναμη.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Mark Perry (Foreign Policy magazine), υφίσταται μυστική συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Αζερμπαϊτζάν για χρήση οκτώ αεροπορικών βάσεων του τελευταίου από ισραηλινά αεροσκάφη και Drones (προσγείωση, ανεφοδιασμός), γεγονός που θα διευκόλυνε ιδιαίτερα τυχόν επιχείρηση κατά του Ιράν. Παρά την ιδεολογική και θρησκευτική ασυμβατότητα των δύο αυτών χωρών, έχουν αναπτυχθεί σημαντικές σχέσεις αφού το Ισραήλ αγοράζει υδρογονάνθρακες και πωλεί στρατιωτικό και εμπορικό υλικό υψηλής τεχνολογίας, ενώ επιπλέον το Αζερμπαϊτζάν λαμβάνει πάντοτε υπ’ όψιν το γεγονός ότι μεγάλες περιοχές του Βορείου Ιράν κατοικούνται από πληθυσμούς Αζέρικης καταγωγής.
Η μεγάλη αμερικανική στρατιωτική ισχύς στην περιοχή του Περσικού κόλπου και το μακροχρόνιο εμπάργκο εξοπλισμών, έχει μειώσει σημαντικά την δυνατότητα του Ιράν να εισάγει και να τελειοποιεί σύγχρονα όπλα και στρατιωτική τεχνολογία. Ως αντιστάθμισμα η χώρα αυτή, σύμφωνα με δηλώσεις του ιρανού Α/ΓΕΣ Στρατηγού Attaollah Saleni, μελετά διεξοδικά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Η.Π.Α. στο Ιράκ και Αφγανιστάν, προκειμένου να αναπτύξει δυνατότητα διεξαγωγής ασυμμέτρων επιχειρήσεων, εάν απαιτηθεί, κατά των δυνάμεων αυτών. Η απάντηση του ιρανικού Δόγματος ασυμμέτρων επιχειρήσεων, ακολουθεί τρεις κύριες κατευθύνσεις:
Ανάπτυξη και μαζική παραγωγή οπλικών συστημάτων χαμηλής τεχνολογίας και χαμηλού κόστους, ως αντιστάθμισμα στην σύγχρονη αμερικανική στρατιωτική τεχνολογία.
Εφοδιασμός, εξοπλισμός και εκπαίδευση παραστρατιωτικών οργανώσεων όπως η Χεσμπολάχ στον Λίβανο και η Χαμάς στην Γάζα, καθώς και «ειδικών ομάδων» στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Δυνατότητα προσβολής οικονομικών αμερικανικών συμφερόντων στον Περσικό Κόλπο, όπως πλατφόρμες υδρογονανθράκων και τάνκερς.
Στο πλαίσιο αυτό το Ιράν ξοδεύοντας περισσότερο από $14 δις κατά το 2012, επενδύει σε κατευθυνόμενα βλήματα ξηράς κατά ναυτικών στόχων, πολλά ταχύπλοα σκάφη, UCAVs μεγάλης εμβέλειας, ιπτάμενα σκάφη (flying boats) και ελαφρά οπλισμένα οχήματα ανωμάλου εδάφους. Επιπλέον για την παράκτια άμυνα το Ιρανικό Πολεμικό Ναυτικό εγκαθιστά συστοιχίες κατευθυνομένων βλημάτων σε ακτή μήκους 1500 ν.μ., οι οποίες είναι αυτόνομες και δεν κατευθύνονται από κεντρικό σύστημα. Τέλος η χώρα αυτή διατηρεί την δυνατότητα μαζικής ναρκοθετήσεως θαλασσίων περιοχών.
Εκτιμάται ότι το Ιράν δεν δύναται να αποκλείσει τα στενά του Ορμούζ για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρά μόνο να παρεμποδίσει προσωρινά την κυκλοφορία των πλοίων δια μέσου αυτών. Προς τον σκοπό αυτό αναμένεται ότι το Ιράν θα διαθέσει συνδυασμό ναρκών, τορπιλών, ρουκετών, ποικιλίας πυραύλων (κατά πλοίων) και εκρηκτικών, με χρήση καταλλήλων πολεμικών πλοίων, αεροσκαφών και συστοιχιών K/B ξηράς. Οι υπέρτερες (αριθμητικά και ποιοτικά) Δυτικές και Αραβικές στρατιωτικές δυνάμεις, κρίνεται ότι δύνανται να εξουδετερώσουν τοπικά την ιρανική στρατιωτική απειλή και να αποκαταστήσουν την κυκλοφορία μέσω των στενών, σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα.
Υπάρχουν απτοί λόγοι για τους οποίους μία αρχικά ισραηλινή προληπτική επίθεση κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, δυνατόν να χαρακτηρισθεί ως επιχείρηση υψηλού ρίσκου. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι οι εξής:
Οι ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις είναι αρκετές και διασκορπισμένες γεωγραφικά σε ολόκληρη την χώρα. Ορισμένες εξ αυτών είναι ιδιαίτερα προστατευμένες στο υπέδαφος.
Η προσβολή των πυρηνικών εγκαταστάσεων από δυνάμεις του Ισραήλ, εκτιμάται ότι θα είναι δυσχερής (μεγάλοι σχηματισμοί Α/Φ με απαιτήσεις ανεφοδιασμού εν πτήσει κ.λ.π.), σύνθετη (διπλωματική διεργασία για πτήση υπεράνω ξένων κρατών πλην ίσως της Σ. Αραβίας μέσω όμως της οποίας το δρομολόγιο επιμηκύνεται), με μη εξασφαλισμένη επιτυχία και με σχετικά μεγάλη διάρκεια (ακόμη και ημερών), με αποτέλεσμα την απώλεια του πλεονεκτήματος του αιφνιδιασμού, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις ιρανικές αντιδράσεις.
Πιθανή καταστρατήγηση του ισραηλινού Δόγματος των συντόμων πολέμων, λόγω των απρόβλεπτων επιπτώσεων ενός τέτοιου εγχειρήματος.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΙΡΑΝ
Τυχόν έναρξη δυτικών προληπτικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Ιράν, κρίνεται ότι δεν θα αφήσει αδιάφορες Μ. Δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα οι οποίες έχουν άμεσο γεωπολιτικό ενδιαφέρον για την περιοχή αυτή. Πρόσφατα ο τέως Ρώσος εκπρόσωπος στο ΝΑΤΟ (2008 – 2011) και νυν αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Κος Ντιμίτρι Ρογκόζιν, εδήλωσε ότι το Ιράν είναι γειτονική χώρα και ότι τυχόν πολιτικές ή στρατιωτικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει θα αποτελέσουν ευθεία απειλή για την ρωσική εθνική ασφάλεια. Επιπλέον αναμένεται ότι θα υπάρξουν περιφερειακές και παγκόσμιες αναταράξεις με απρόβλεπτο αποτέλεσμα.
Ως παράδειγμα πιθανών επιπτώσεων από ενδεχόμενη προληπτική στρατιωτική επίθεση κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν (γεγονός που προϋποθέτει την εξουδετέρωση της Περσικής αεράμυνας και μεγάλου μέρους της αεροπορίας και του ναυτικού της), δυνατόν να παρατεθούν τα ακόλουθα:
Πυραυλική Ιρανική αντίδραση κατά του Ισραήλ (συμβατική ή με χρήση χημικών ή/και βιολογικών όπλων) και ισραηλινή απάντηση (συμβατική ή και πυρηνική τακτικού επιπέδου).
Προσωρινός αποκλεισμός των στενών του Ορμούζ και προσβολή τάνκερς, με παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις.
Πολλαπλά κτυπήματα ρουκετών της Χεσμπολάχ από τον Λίβανο κατά του Ισραήλ (η εμβέλειά τους φθάνει και το Τελ Αβίβ). Ανάλογα πιθανά κτυπήματα και από την Χαμάς (λωρίδα της Γάζας).
Πιθανή εμπλοκή της Συρίας κατά του Ισραήλ εάν το καθεστώς Άσσαντ ευρίσκεται ακόμη στην εξουσία (κίνητρο η κοινωνική συνοχή και διοχέτευση λαϊκής οργής από το καθεστώς προς το Ισραήλ). Ισραηλινά αντίποινα κατά της Συρίας.
Πιθανή αποστολή ιρανικών στρατευμάτων στον Λίβανο ή και την Συρία, κατά του Ισραήλ.
Μεγάλη άνοδος τιμής πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και του χρυσού.
Δραστική πτώση του δολαρίου και ενδεχόμενη απόρριψη αυτού από Ρωσία και Κίνα. Πιθανή δυναμική υποστήριξη του Ιράν από τις δύο αυτές χώρες.
Σημαντική πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών.
Κτυπήματα κατά βάσεων, πλοίων, ενεργειακών πηγών και αγωγών, καθώς και ποικιλίας στόχων Δυτικών και Ισραηλινών συμφερόντων στην περιοχή του Κόλπου αλλά και ανά τον κόσμο.
Πιθανές ανατροπές φιλοδυτικών κυβερνήσεων σε κράτη με λαϊκές αντιδυτικές καταβολές (π.χ. Πακιστάν, Σ. Αραβία, Μπαχρέϊν, Αίγυπτος κ.λ.π.).
Διεθνείς κοινωνικές αντιδυτικές αντιδράσεις και επιδείνωση της οικονομικής κρίσεως στην Δύση.
Εξέλιξη της όλης καταστάσεως σε πλήρη πολεμική αναμέτρηση με το Ιράν, με ενδεχόμενη εμπλοκή εκατέρωθεν και άλλων κρατών.
Ο ιρανικός αποκλεισμός των στενών του Ορμούζ, ακόμη και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, θα επέφερε σημαντικές αναταράξεις στην διεθνή οικονομία, δεδομένου ότι το 35% των παγκοσμίως διακινουμένων δια θαλάσσης υδρογονανθράκων, διέρχεται από τα εν λόγω στενά. Επισημαίνεται ότι η περίπτωση αυτή θα έπληττε και το ίδιο το Ιράν, αφού το 80% των εσόδων του προέρχεται από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, ενώ παράλληλα δεν υφίσταται χερσαίος αγωγός είτε προς τους λιμένες του Ινδικού ωκεανού, είτε προς τις χώρες προς ανατολάς.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Εκτιμάται ότι οι Η.Π.Α., στην προσπάθειά τους να ανακόψουν την εξάπλωση της επιρροής του Ιράν στην περιοχή της Μ. Ανατολής, θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ δυναμικής (στρατιωτικής) και ειρηνικής προσεγγίσεως. Δεδομένης της παγκόσμιας οικονομικής επιβραδύνσεως, της κρίσεως στην ευρωζώνη, των οικονομικών προβλημάτων των Η.Π.Α. και των πιθανών αντιδράσεων τοπικών αλλά και Μ. Δυνάμεων (π.χ. Ρωσία, Κίνα), κρίνεται ότι η επιλογή της δυναμικής αναμετρήσεως θα επέφερε σημαντικές και απρόβλεπτες τοπικές και παγκόσμιες δυσμενείς επιπτώσεις. Κατά συνέπεια θα ήταν σκόπιμο όπως οι Η.Π.Α. εξαντλήσουν κάθε δυνατότητα ειρηνικής επιτεύξεως των Αντικειμενικών τους Σκοπών.
Την γεωπολιτική αντίληψη ότι ένα αδύνατο Ιράν ωφελεί τις εξελίξεις στην Μ. Ανατολή υιοθέτησαν κατά σειρά η Μ. Βρετανία, η Ρωσία και οι Η.Π.Α.. Εν τούτοις θα πρέπει να ανακληθεί από την ιστορική μνήμη το γεγονός ότι το Ιράν δεν έχει επιτεθεί πρώτο κατά γειτονικών κρατών κατά τα τελευταία 200 έτη, ενώ αντιθέτως το πείραμα του ισχυρού Ιράν του Προέδρου Νίξον υπήρξε επιτυχές για την σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής. Αντιθέτως το μετεπαναστατικό αδύναμο Ιράν προεκάλεσε την εισβολή του Ιράκ τόσο στο Ιράν όσο αργότερα και στο Κουβέϊτ, προκαλώντας έτσι τις δύο αμερικανικές επεμβάσεις.
Το θέμα των πυρηνικών του Ιράν είναι περισσότερο πολιτικό και πολύ λιγότερο νομικό και τεχνικό θέμα. Η International Atomic Energy Agency (IAEA), επί παραδείγματι, δεν αναμένεται να ανακοινώσει ότι το πυρηνικό υλικό του Ιράν προορίζεται για ειρηνικούς σκοπούς, εκτός εάν επέλθουν κάποιοι αμοιβαίοι πολιτικοί συμβιβασμοί. Εν τούτοις η ανεξέλεγκτη συνέχιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν κρίνεται ότι θα οδηγήσει σε αναπόφευκτη μονομερή ισραηλινή στρατιωτική προληπτική επίθεση, με απρόβλεπτες συνέπειες, αφού η χώρα αυτή θεωρεί ότι το πυρηνικό Ιράν απειλεί υπαρξιακά του συμφέροντα. Κατά συνέπεια ο χρόνος των Η.Π.Α. για εξεύρεση ειρηνικής συμφωνίας με το Ιράν δεν είναι απεριόριστος και με τις τρέχουσες εκτιμήσεις φθάνει το πολύ έως και το 2013.
Παρά την πολεμική ρητορική του Ιράν κατά των Η.Π.Α., κατά την περίοδο Αχμαντινετζάντ υπήρξε σειρά κινήσεων διαλλακτικότητος, τις οποίες η Δύση όχι μόνο δεν εκμεταλλεύθηκε αλλά αντιθέτως σκλήρυνε την στάση της (π.χ. σκληρές εκθέσεις ΙΑΕΑ, σκληρά οικονομικά και εμπορικά μέτρα κατά του Ιράν, αποφάσεις Η.Ε. κατά του Ιράν περί τρομοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δολοφονίες πυρηνικών επιστημόνων κ.λ.π.). kostasxan.blogspot.com
Τα αμερικανικά συμφέροντα στην Μ. Ανατολή συμπεριλαμβάνουν την ενεργειακή ασφάλεια, την διατήρηση στρατηγικών συμμαχιών με τοπικά κράτη και την σταθερότητα με ευνοϊκούς γι’ αυτές όρους. Πυρήνα του ενδιαφέροντος των Η.Π.Α. στην περιοχή αποτελούν η αυξανομένη ιρανική επιρροή, η αραβοϊσραϊλινή ειρηνευτική διαδικασία, το πέρας της οποίας αναμένεται ότι θα αναστρέψει την αραβική καχυποψία έναντι των Η.Π.Α., και οι παρακρατικές ισλαμικές στρατιωτικές οργανώσεις.
Το γεγονός ότι το Ισραήλ είναι ο σημαντικότερος σύμμαχος των Η.Π.Α. στην περιοχή, αποτελεί ένα από τα κυριότερα σημεία του αμερικανοϊρανικού ανταγωνισμού. Η τοπική κούρσα εξοπλισμών και η διαρκής αμερικανική βοήθεια αποσκοπεί στην διατήρηση της βιωσιμότητος του Ισραήλ έναντι των τοπικών αντιπάλων του, ενώ απαραίτητος όρος τυχόν επιλύσεως του παλαιστινιακού προβλήματος, είναι η αναγνώριση και η ασφάλεια του Ισραήλ.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΙΡΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ Β’Π.Π. ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Το Ιράν υπήρξε η μοναδική χώρα η οποία αντιστάθηκε επιτυχώς στην αποικιοκρατική επέκταση στην περιοχή, των αυτοκρατορικών δυνάμεων της Μ. Βρετανίας και Ρωσίας. Κατά τον Β’Π.Π. και εν όψει επικειμένου φιλοναζιστικού πραξικοπήματος, η Ε.Σ.Σ.Δ. και η Μ. Βρετανία αφού εισέβαλαν στο Ιράν, διασφάλισαν τις πετρελαϊκές υποδομές, ανάγκασαν τον Σάχη να παραδώσει τον θρόνο στον υιό του και διοχέτευαν δυτικό εξοπλισμό προς τους Σοβιετικούς μέσω του ιρανικού εδάφους.
Το 1951, εξελέγη δημοκρατικά, ως πρώτος Πρωθυπουργός, ο εθνικιστής Dr. Mohammed Mossadegh, ο οποίος το 1953 εθνικοποίησε την Αγγλοϊρανική Εταιρεία Πετρελαίου (γνωστή αργότερα ως BP). Η Αγγλία αντέδρασε με εμπάργκο οι συνέπειες του οποίου επέδρασαν δυσμενώς στην οικονομία, με αποτέλεσμα την κριτική κατά του Πρωθυπουργού στο εσωτερικό. Τέλος αφού η Αγγλία έπεισε τις Η.Π.Α. να εμπλακούν (με το επιχείρημα κομμουνιστικού κινδύνου στο Ιράν), η υπονομευτική επιχείρηση «ΑΙΑΣ», οργανωμένη από την CIA, με βρετανική συνδρομή, επέτρεψε στον υιό του Σάχη, Mohammed Reza Pahlevi, να εκτοπίσει τον Mossadegh.
Ο Σάχης ανέλαβε την εξουσία εμφανιζόμενος ως φιλοδυτικός ηγέτης με εκσυγχρονιστικές προθέσεις. Είναι γεγονός ότι υπερασπίσθηκε τα δικαιώματα των γυναικών και προέβη σε αναδιανομή γαιών υπέρ των πολλών μικροαγροτών. Η αυταρχική συμπεριφορά, εν τούτοις, του ενός και μοναδικού κόμματος, σε συνδυασμό με την μείωση της ισχύος του κλήρου, προεκάλεσε ισχυρή αντιπολιτευτική ισλαμική συσπείρωση. Η δικτατορική διακυβέρνηση του Σάχη, η οποία βασίσθηκε στην αθρόα αμερικανική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, οδήγησε στην ισλαμική, θεοκρατική, αντιαμερικανική επανάσταση του 1979, η οποία διεκήρυξε την διαρκή εχθρότητα προς τις Η.Π.Α.. Το νέο σιιτικό καθεστώς του Αγιατολάχ Χομεϊνί φρόντισε να αποδυναμώσει τις άλλοτε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις του Ιράν, γεγονός που εκτιμήθηκε ως ευκαιρία από το γειτονικό σουνιτικό Ιράκ για επέκταση της ισχύος του.
Ως γνωστό ο καταστρεπτικός πόλεμος μεταξύ Ιράκ και Ιράν διήρκεσε από το 1980 έως το 1988. Κατά την πολεμική αυτή αναμέτρηση διεπράχθησαν όλων των ειδών τα εγκλήματα πολέμου (π.χ. θάνατος αμάχων, χρήση χημικών κ.λ.π.), κόστισε στα δύο κράτη συνολικά περισσότερο από $1 τρις και στο Ιράν απώλειες 1εκ. ανθρώπων. Στο διάστημα αυτό το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν έλαβε στρατιωτική, πολιτική και οικονομική βοήθεια από τις Η.Π.Α., ενώ παράλληλα οι τελευταίες επέτρεψαν στο Ισραήλ (και αργότερα απ’ ευθείας οι Η.Π.Α.), την προμήθεια του Ιράν με πολεμικό υλικό στα πλαίσια της γνωστής εμπλοκής της κυβερνήσεως Ρέϊγκαν με το σκάνδαλο χρηματοδοτήσεως των Κόντρας (αντάρτες της Νικαράγουα). Έμπρακτοι υποστηρικτές του Ιράκ υπήρξαν επίσης η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Κίνα, η Ε.Σ.Σ.Δ. και σειρά αραβικών κρατών (μεταξύ των οποίων η Αίγυπτος και η Σαουδική Αραβία), ενώ το μέρος του Ιράν υποστήριξαν η Συρία, Λιβύη, Β. Κορέα, Κούβα και Γιουγκοσλαβία.
Αργότερα, η ηγεμονική φιλοδοξία του Σαντάμ Χουσεϊν να ενώσει τα αραβικά εδάφη, με αποτέλεσμα την εισβολή στο Κουβέϊτ, έστρεψε τις Η.Π.Α. εναντίον του, με τα γνωστά αποτελέσματα των δύο στρατιωτικών επεμβάσεων στο Ιράκ.
Επί καθεστώτος Σάχη, οι σχέσεις μεταξύ Ιράν και Ισραήλ υπήρξαν ομαλές, ενώ εντός της ιρανικής επικράτειας ζούσε ένας από τους μεγαλύτερους εβραϊκούς πληθυσμούς στην περιοχή, εκτός Ισραήλ. Από την ισλαμική επανάσταση έως σήμερα, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι εχθρικές και το Ιράν δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ, ενώ παράλληλα υποστηρίζει την σιιτική παραστρατιωτική οργάνωση του Λιβάνου Χεσμπολάχ, καθώς και τις σουνιτικές Χαμάς και Ισλαμική Τζιχάντ, εντός του Ισραήλ.
Σήμερα οι Η.Π.Α. κατηγορούν το Ιράν ότι αποσταθεροποιεί την περιοχή της Μ. Ανατολής, ότι στηρίζει την διεθνή τρομοκρατία και ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα αποσκοπεί όχι στην ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας αλλά στην κατασκευή πυρηνικών όπλων. Στην προσπάθεια παρεμποδίσεως του Ιράν όπως καταστεί πυρηνική δύναμη, οι Η.Π.Α. έχουν αναλάβει σειρά πρωτοβουλιών για την εφαρμογή εκτεταμένου εμπάργκο κατά της χώρας αυτής, προκειμένου να την εξαναγκάσουν να δεχθεί τους δυτικούς όρους ως προς την χρήση της πυρηνικής ενέργειας.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ Η.Π.Α. ΚΑΙ ΙΡΑΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ.
Το Ιράν ως μεγάλη χώρα παραγωγής και εξαγωγής υδρογονανθράκων του Περσικού Κόλπου, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια και οικονομική σταθερότητα. Η τρέχουσα αστάθεια στην ευρύτερη Μ. Ανατολή συνδέεται σε σημαντικό βαθμό με τις στρατηγικού επιπέδου ανταγωνιστικές σχέσεις ασφαλείας μεταξύ των Η.Π.Α. και του Ιράν.
Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, η επιρροή του Ιράν στην Μ. Ανατολή βαίνει διαρκώς αυξανόμενη, αφού οι Η.Π.Α. ανέλαβαν ακουσίως την εξουδετέρωση σημαντικών τοπικών αντιπάλων του, όπως το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν και τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Κατά τα τελευταία έτη, το Ιράν έχει δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς με το Ιράκ (κυρίως με τους Σιίτες αλλά και με τους Κούρδους) τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στην αντιπολίτευση. Αναμένεται ότι η αμερικανική αποχώρηση από την χώρα αυτή, θα επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη εξάρτηση από το Ιράν. Ο εκτοπισμός του Χ. Μουμπάρακ στην Αίγυπτο ευνοεί τα ιρανικά σχέδια, ενώ η οργάνωση Χαμάς στην Γάζα λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος μεταξύ Ιράν και των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου. Το Ιράν φέρεται να ενεθάρρυνε επιπλέον τις εξεγέρσεις στο Μπαχρέϊν, την Ιορδανία την Υεμένη και το Ομάν. Ενδείξεις που ευνοούν την αύξηση της Ιρανικής επιρροής στην Μ. Ανατολή αποτελούν τα εξής:
Η αστάθεια στην περιοχή, σε συνδυασμό με την δραστική μείωση της αμερικανικής παρουσίας.
Η τρέχουσα σχετική αδυναμία και αστάθεια σε τρία, έως τώρα αντίπαλα για το Ιράν, κράτη όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία και η Σ. Αραβία.
Δημιουργία ολοένα και ισχυροτέρων δεσμών του Ιράν με το Ιράκ, τον Λίβανο και το Αφγανιστάν.
Η συνέχιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, παρά τα ληφθέντα εναντίον του μέτρα.
Η σκληρή γραμμή του Ιράν έναντι του Ισραήλ, των Η.Π.Α. και του Παλαιστινιακού θέματος, ευρίσκει μεγάλη απήχηση στους αραβικούς πληθυσμούς αλλά όχι απαραιτήτως στις αραβικές κυβερνήσεις. Οι σχέσεις του Ιράν με τα Αραβικά κράτη (κυρίως με τους άμεσους σουνίτες γείτονες), διέπονται από παραμέτρους όπως οι εθνολογικές και θρησκευτικές αποκλίσεις, οι διαφορετικές αντιλήψεις στην παραγωγή, διάθεση και τιμή των υδρογονανθράκων, οι εκκρεμούσες εδαφικές διεκδικήσεις, οι διαφορετικές αντιδράσεις σε εξωτερικές επιρροές και οι αραβικές αντιλήψεις και αντιδράσεις ως προς την ιρανική Ισλαμική Επανάσταση. Αποκορύφωμα του «ψυχρού πολέμου» του Ιράν με γειτονικές αραβικές κυβερνήσεις αποτελούν οι σχέσεις του με την Σ. Αραβία.
Το Ισραήλ ευρίσκεται σε πλήρη αντιπαλότητα με το ισλαμικό Ιράν. Τυχόν απόκτηση πυρηνικών όπλων από το τελευταίο, εκλαμβάνεται από το Ισραήλ ως υπαρξιακή απειλή, λόγω των γνωστών θέσεων του Ιράν κατά της χώρας αυτής. Το γεγονός αυτό αυξάνει δραματικά την πιθανότητα ισραηλινού προληπτικού κτυπήματος κατά του Ιράν με απρόβλεπτες περιφερειακές και παγκόσμιες συνέπειες. Το Ισραήλ θεωρεί και την Συρία, του καθεστώτος Άσσαντ ως απειλή, κυρίως όμως για το γεγονός ότι αποτελεί προέκταση του Ιράν στην περιοχή του και κύριο ενδιάμεσο τροφοδότη της Χεσμπολάχ στα σύνορα με τον Λίβανο.
Παρά την προσέγγιση Ιράν και Τουρκίας που σημειώθηκε από το 2002, με την ανάληψη της εξουσίας από το Ισλαμικό κόμμα του Τ. Ερντογάν, καθώς και τα κοινά τους συμφέροντα στον τομέα της ενέργειας και των Κούρδων, οι δύο αυτές χώρες είναι αμοιβαίως καχύποπτες και ανταγωνιστικές, αφού οι περιφερειακές τους φιλοδοξίες επικαλύπτονται. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει και την τρέχουσα στάση της Τουρκίας κατά του καθεστώτος Άσσαντ στην Συρία, η πτώση του οποίου θα σηματοδοτήσει την μείωση της Ιρανικής επιρροής στην χώρα αυτή και την αντίστοιχη αύξηση της τουρκικής. Η τουρκική ανάμιξη στα εσωτερικά της Συρίας, φαίνεται ότι προκαλεί την αντίδραση του Ιράν το οποίο εμμέσως επισείει την δική του αρνητική συμβολή στην επίλυση του κουρδικού προβλήματος.
Η εξωτερική πολιτική της Ρωσίας του Προέδρου Πούτιν, διαφαίνεται ότι ευνοεί την ανάδειξη του Ιράν ως κεντρικού παράγοντα στις εξελίξεις της Μ. Ανατολής. Η Μόσχα θεωρεί ότι η πυρηνική συνεργασία και γενικότερα η συνεργασία στην υψηλή τεχνολογία, αποτελεί κεντρικό σημείο της στρατηγικής της σχέσεως με την Τεχεράνη. Η εν λόγω στάση πιθανόν να οφείλεται στην αμερικανική προσπάθεια όπως περιορίσει τον ρόλο της Ρωσίας στην ενεργειακή αγορά. Ως προς την Συρία, η Ρωσία έχει συνάψει αμυντικές συμφωνίες δισεκατομμυρίων δολαρίων και διατηρεί την μοναδική της ναυτική βάση στην Μεσόγειο (Ταρτούς).
Η ανερχόμενη Κίνα έχει οικονομικά, εμπορικά και στρατιωτικά συμφέροντα με το Ιράν αλλά και με την Συρία. Επιπλέον αποστασιοποιείται από κοινωνικά κινήματα κατά απολυταρχικών καθεστώτων όπως η «Αραβική Άνοιξη», λαμβάνοντας υπ’ όψη την εσωτερική της κατάσταση.
Το Ιράν έχει δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς με την Συρία καθώς και με παραστρατιωτικές οργανώσεις, προκειμένου να τις χρησιμοποιεί στρατιωτικά και πολιτικά, υπέρ των συμφερόντων της, εντός ξένων κρατών, όπως ο Λίβανος (Χεσμπολάχ), Λωρίδα της Γάζας (Χαμάς), Ιράκ (σιίτες παραστρατιωτικοί), Αφγανιστάν (αντάρτες υποστηριζόμενοι από την Quds Force’s Ansar Corps του Ιράν). Τυχόν πτώση του καθεστώτος Άσσαντ στην Συρία πιθανόν να αποκόψει το Ιράν από τον κυριότερο σύμμαχό του και να απωλέσει την πρόσβαση σε οργανώσεις όπως η Χεσμπολάχ και Χαμάς και κατά συνέπεια την άμεση πρόσβαση στο Ισραήλ.
Στον τομέα του εμπορίου στην Εγγύς Ανατολή, η πρωτοκαθεδρία ανήκει στην Ε.Ε. (κυρίως για το Ισραήλ με 31% και την Τουρκία με 42%) και εν συνεχεία στις Η.Π.Α.. Το Ιράν παραμένει αξιόλογος εμπορικός εταίρος για την Άγκυρα και την Δαμασκό αλλά οι εμπορικές επιδόσεις του, επισκιάζονται από την Ε.Ε., την Σ. Αραβία και την Ρωσία. Το 80% των συνολικών εσόδων του Ιράν προέρχεται από εξαγωγές υδρογονανθράκων, γεγονός που το καθιστά ευάλωτο στην διακύμανση των τιμών αυτών.
Ως στρατηγικός εταίρος του Ιράν, η Συρία εκτιμάται ότι πληρώνει το ανάλογο τίμημα στο εσωτερικό της. Η εγκαθίδρυση ενός νέου καθεστώτος (η δημοκρατικότητά του κρίνεται ότι δεν αποτελεί κριτήριο ουσίας για τη Δύση) αποστασιοποιημένου από το Ιράν και κατά το δυνατόν φιλοδυτικό, αποτελεί την τελική επιθυμητή κατάσταση. Η τρέχουσα ρευστή και μη προβλέψιμη κρίση στο εσωτερικό της Συρίας, κατά την οποία η αντιπολίτευση δεν παρουσιάζει συνοχή και ξεκάθαρο χαρακτήρα, ενώ οι κυβερνητικές δυνάμεις παραμένουν ισχυρές, αναγκάζουν τις Η.Π.Α. να λάβουν υπ’ όψη τις ακόλουθες παραμέτρους προκειμένου να χαράξουν την δέουσα στρατηγική:
Η συγκεκαλυμένη ή φανερή δυτική υποστήριξη των εξεγερμένων θα αυξήσει την βίαιη (και σε ένα βαθμό νομιμοποιημένη) απάντηση των κυβερνητικών Συριακών δυνάμεων και ενδεχομένως να προκαλέσει την αντίδραση της Ρωσίας και Κίνας.
Περαιτέρω αποσταθεροποίηση της Συρίας είναι πιθανό να διαχυθεί σε γειτονικά κράτη με εύθραστες ισορροπίες στο εσωτερικό τους (π.χ. Λίβανος, Σ. Αραβία, Ισραήλ, Ιορδανία, Κούρδοι, Τουρκία κ.λ.π.).
Η αλλαγή καθεστώτος του Μπασάρ Αλ Άσαντ και της μειονότητος των Αλεβιτών που το στηρίζει, δεν εγγυάται απαραιτήτως μεγαλύτερη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή (π.χ. επικράτηση ακραίου Ισλάμ) αλλά και ούτε εξασφαλίζει αποφυγή εκτεταμένων αντιποίνων στο εσωτερικό.
Θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψη τα συμφέροντα και άλλων δυνάμεων στην περιοχή όπως π.χ. η Ρωσία, η Κίνα και η Ινδία, προκειμένου οι Η.Π.Α. να βασισθούν σε διεθνή υποστήριξη ή έστω ανοχή.
Ίσως αποτελεί ευκαιρία για τις Η.Π.Α. η αποστέρηση ενός σταθερού συμμάχου όπως ο Άσαντ από το Ιράν, σε μία περίοδο κατά την οποία η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ και μελλοντικά από το Αφγανιστάν, γέρνει την ζυγαριά της επιρροής στην περιοχή, υπέρ του Ιράν.
Η στρατιωτική επέμβαση στην Συρία παρουσιάζει δυσχέρειες, αφού το κράτος αυτό διαθέτει μεγάλο πληθυσμό, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, δέχεται οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από το Ιράν και την Ρωσία και η αντιπολίτευση δεν κατέχει συγκεκριμένο έδαφος (όπως στην περίπτωση της Λιβύης).
Αποτελεί διαπίστωση ότι τα άλλοτε μιλιταριστικά και αφοριστικά αραβικά κράτη, έναντι του Ισραήλ, έχουν ομαλοποιήσει σχετικά τις σχέσεις τους, αφού οι αραβικές κοινωνίες έχουν μετακινηθεί προς την οικονομική τους ευημερία και την ένταξή τους στο παγκόσμιο σύστημα. Σήμερα διακρίνει κανείς εύκολα τις κοινές δυτικές, εβραϊκές και αραβικές επενδύσεις στον Περσικό κόλπο και τον αραβικό κόσμο. Σε αντίθεση με την σχετική αυτή σύγκλιση οικονομικών συμφερόντων, τα ιρανικά με τα ισραηλινά συμφέροντα δεν έχουν κοινά σημεία και επιπλέον το εβραϊκό λόμπυ έχει επεκτείνει το ρήγμα αυτό, έχοντας πλέον συμπεριλάβει και τις Η.Π.Α.
ΤΟ ΠΥΡΗΝΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
Το Ιράν επί του παρόντος δεν κατέχει πυρηνικά όπλα αλλά θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι διαθέτει τα σχέδια αναπτύξεως πυρηνικών βομβών και κεφαλών μάχης κατευθυνομένων βλημάτων (Κ/Β). Επιπλέον το Ιράν (όπως και άλλες αραβικές χώρες όπως η Αίγυπτος, η Συρία κ.λ.π.), διαθέτει χημικά όπλα και υπάρχουν ενδείξεις σχετικής έρευνας για την παραγωγή βιολογικών όπλων.
Το Ιράν ισχυρίζεται ότι πρόθεσή του αποτελεί η ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, γεγονός που απαιτεί χαμηλό εμπλουτισμό του Ουρανίου έως ποσοστό 20%. Ως χώρα που έχει υπογράψει την συνθήκη μη διαδόσεως των πυρηνικών, το Ιράν επαναλαμβάνει διαρκώς ότι δικαιούται να αναπτύξει και να επεκτείνει το πρόγραμμα της πυρηνικής ενέργειας δεδομένου ότι όπως εκτιμά σε 40 έτη από τώρα θα αντιμετωπίζει ενεργειακή έλλειψη υδρογονανθράκων. Εάν το Ουράνιο εμπλουτισθεί σε ποσοστό καθαρότητος 90%, τότε είναι δυνατή η ανάπτυξη πυρηνικών κεφαλών. Ισραηλινοί αξιωματούχοι εκτιμούν ότι το Ιράν θα είναι σε θέση να αναπτύξει πυρηνικά όπλα έως το 2014.
Ο Ιρανός εκπρόσωπος στην Διεθνή Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας Κος Ali Asghar Soltanieh δήλωσε πρόσφατα «…ούτε τα μέτρα, οι απειλές, οι κυβερνοεπιθέσεις, ούτε ακόμη και η στρατιωτική επίθεση, θα σταματήσει τον εμπλουτισμό του Ουρανίου στο Ιράν..».
Η Δύση προσπαθεί, ανεπιτυχώς μέχρι στιγμής, να αποτρέψει την ανάπτυξη του Ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, μέσω συνομιλιών (από το 2004), ελέγχων, αυστηρών οικονομικών και εμπορικών μέτρων εναντίον του, συγκεκαλυμένων επιχειρήσεων καθυστερήσεως του πυρηνικού του προγράμματος και πολιτικής και διπλωματικής απομονώσεως αυτού. Επιπλέον οι Η.Π.Α. χρησιμοποιούν μεθόδους άμεσης και έμμεσης αποσταθεροποιήσεως του Ιράν.
ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ
Η επικρατούσα αντίληψη υποστηρίζει ότι το Ιράν θεωρώντας ότι η «γειτονιά του» είναι επικίνδυνη, επιδιώκει την απόκτηση πυρηνικών όπλων για λόγους ασφαλείας. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι αντίπαλοι του Ιράν όπως το Ισραήλ και οι Η.Π.Α. είναι πυρηνικές δυνάμεις.
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αποτελεί μάλλον υποσύνολο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού Δύσεως (κυρίως Η.Π.Α.) και Ιράν στην Μ. Ανατολή. Το Ιράν έχει υποστεί σωρεία οικονομικών και εμπορικών μέτρων εναντίον του, όταν πυρηνικές χώρες όπως η Ινδία, το Πακιστάν και το Ισραήλ απολαμβάνουν στρατηγικού επιπέδου σχέσεις με τις Η.Π.Α. και την Δύση, ακόμη και όταν κάποιες εξ αυτών (σε αντίθεση με το Ιράν) δεν έχουν ακόμη υπογράψει την Συνθήκη περί μη διαδόσεως των πυρηνικών (NPT).
Το ισραηλινό πυρηνικό προβάδισμα ισχύος στην περιοχή προϋποθέτει ότι κανένα άλλο κράτος δεν θα αναπτύξει ανάλογη δυνατότητα. Παρά τις σχετικές διαψεύσεις του, το Ιράν αναμένεται ότι θα επιδιώξει την απόκτηση πυρηνικών όπλων εφ’ όσον θεωρεί τις Η.Π.Α. και το Ισραήλ ως απειλές για την ασφάλειά του. Την εξέλιξη αυτή προσλαμβάνουν το μεν Ισραήλ ως υπαρξιακή απειλή, τα δε γειτονικά Αραβικά κράτη ως ισχυρή ένδειξη της ιρανικής φιλοδοξίας όπως κυριαρχήσουν στην ευρύτερη περιοχή. Κατά τον τρόπο αυτό ερμηνεύεται η ολική ισραηλινή απόρριψη οιουδήποτε επιπέδου εμπλουτισμού Ουρανίου εντός ιρανικού εδάφους. Δεδομένου ότι το Ισραήλ αδυνατεί να αποτρέψει μόνο του την πυρηνική ιρανική πορεία, προσπαθεί να εμπλέξει τις Η.Π.Α. σε αναμέτρηση με το Ιράν. Πολλοί υποστηρίζουν ότι κατά τον ίδιο τρόπο το Ισραήλ ενέπλεξε επιτυχώς στο παρελθόν τις Η.Π.Α. σε αναμέτρηση με το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεϊν.
Στο εσωτερικό του Ιράν υπήρχαν αρχικά πολλές θέσεις ως προς την πυρηνική ενέργεια, όπως η πλήρης αποχή, η ειρηνική και όχι η στρατιωτική χρήση, η ειρηνική χρήση και η δυνατότητα στρατιωτικής χρήσεως και τέλος η κατασκευή πυρηνικών όπλων. Η δυτική εμμονή για μηδενικό εμπλουτισμό του ουρανίου στο Ιράν, ενίσχυσε τις εθνικιστικές απόψεις στο εσωτερικό της χώρας προς όφελος αυτών που υποστηρίζουν την πυρηνική στρατιωτική ισχύ του Ιράν.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΩΝ Η.Π.Α. ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
Η τρέχουσα στρατηγική των Η.Π.Α. στην Μ. Ανατολή εκτιμάται ότι επιδιώκει την απαγόρευση στους τοπικούς αντιπάλους όπως αποκτήσουν μέσα με τα οποία θα υπονομεύσουν τα αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή. Τα τελευταία συμπεριλαμβάνουν την διατήρηση μίας περιφερειακής ευνοϊκής καταστάσεως (π.χ. πρόσβαση και έλεγχος των πηγών και της μεταφοράς ενέργειας κ.λ.π.), καθώς και την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ. Προς τον σκοπό αυτό οι Η.Π.Α. ενισχύουν οικονομικά και στρατιωτικά το Ισραήλ, την Αίγυπτο, την Ιορδανία, την Σ. Αραβία, τον Λίβανο και την Παλαιστινιακή Αρχή.
Στο ανωτέρω πλαίσιο η στρατηγική των Η.Π.Α. κατά του Ιράν, δεν στρέφεται μόνο κατά του πυρηνικού του προγράμματος αλλά κυρίως κατά της δυνατότητός του να εγκαταστήσει ένα τόξο επιρροής διερχόμενο από το Αφγανιστάν, Ιράκ, κράτη του Κόλπου, Συρία και Λίβανο. Προς τον σκοπό αυτό οι Η.Π.Α. και οι σύμμαχοί της προσπαθούν να περιορίσουν την ιρανική επιρροή στο Ιράκ, να παρεμποδίσουν την εξάπλωση της Χεσμπολάχ στον Λίβανο και να εκτοπίσουν τον Πρόεδρο Άσσαντ στην Συρία.
Η αμερικανική και ευρωπαϊκή στρατηγική συγκλίνει στην κοινή επιδίωξη απαγορεύσεως στο Ιράν όπως εισέλθει στο club των πυρηνικών δυνάμεων. Ο κοινός σκοπός είναι η αποτροπή εμφανίσεως ισχυρής μουσουλμανικής δυνάμεως, ικανής να αμφισβητήσει το τρέχον καθεστώς συσχετισμού ισχύος στην περιοχή το οποίο τώρα ευνοεί το Ισραήλ. Διαφαινόμενη διαφορά στρατηγικής προσεγγίσεως αποτελεί το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι θα ήταν ικανοποιημένοι με την εγκατάλειψη των ιρανικών πυρηνικών φιλοδοξιών προκειμένου, την επομένη, να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους με την Τεχεράνη. Αντιθέτως οι Η.Π.Α. εκτιμάται ότι θα επιδιώξουν να εκμεταλλευθούν τυχόν ιρανική υποχώρηση, ώστε να επιταχύνουν την πτώση του Ιρανικού κυβερνητικού καθεστώτος.
Επισημαίνεται το γεγονός ότι οι Η.Π.Α. δέχονται ισραηλινές πιέσεις προκειμένου αυτές να εγκαταλείψουν την κατ’ αυτούς ατελέσφορη διαδικασία των οικονομικών μέτρων, των συνομιλιών και της διπλωματίας, με την οποία το Ιράν κερδίζει χρόνο για την ανάπτυξη της πυρηνικής του ισχύος, υπέρ μίας δυναμικής πολιτικής ισχύος. Στο εσωτερικό ο Πρόεδρος Ομπάμα δέχεται ανάλογες πιέσεις είτε από το εβραϊκό λόμπυ απ’ ευθείας, είτε από τους Ρεπουμπλικάνους στον χώρο των οποίων το Εβραϊκό λόμπυ είναι ιδιαίτερα ισχυρό.
Σε περίπτωση στρατιωτικής επεμβάσεως κατά της Συρίας οι Η.Π.Α. μάλλον θα επιλέξουν όπως αυτή υλοποιηθεί από Αραβικές χώρες και την Τουρκία, με αμερικανική υποστήριξη, προκειμένου η πολιτική αλλαγή (π.χ. Σουνιτική ηγεσία), να έχει υψηλό βαθμό νομιμοποιήσεως και να μην εκληφθεί ως αποτέλεσμα δυτικής έξωθεν επιβολής αλλά ως προσπάθεια σταθεροποιήσεως της περιοχής με μείωση της επιρροής του Ιράν.
Στον προβληματικό για τις Η.Π.Α. Λίβανο, η αμερικανική στρατηγική επιδιώκει τον περιορισμό της αστάθειας με την ανάσχεση της δράσεως της Χεσμπολάχ και την δημιουργία σχέσεων με ευρύτερες πολιτικές δυνάμεις και θεσμούς στην χώρα αυτή, μη εξαρτώμενες από την εν λόγω οργάνωση.
Δεδομένης της αυξημένης αστάθειας στην περιοχή, της δυσαρέσκειας και καχυποψίας του Αραβικού κόσμου, καθώς και του προσφάτου ψηφίσματος των Η.Ε. υπέρ της δημιουργίας Παλαιστινιακού κράτους, οι Η.Π.Α. πιέζουν το Ισραήλ για ειρηνική επίλυση του Παλαιστινιακού προβλήματος (στη βάση δύο κρατών). Κατά τους αμερικανούς, ο χρόνος κυλά εναντίον του Ισραήλ και τυχόν παράταση του Παλαιστινιακού, θα αποβεί υπέρ των σκοπών του Ιράν.
Η αμερικανική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια προς την Αίγυπτο, καθώς και οι επενδύσεις από κράτη του Κόλπου προς την χώρα αυτή συνεχίζονται αφού η σταθερότητά της είναι κρίσιμη για τις εξελίξεις στην Μ. Ανατολή και Β. Αφρική. Η εμπλοκή των Η.Π.Α. στην Αίγυπτο θα εξακολουθήσει να ισχύει, προκειμένου η τελευταία να στηρίζει την επίλυση του Παλαιστινιακού προβλήματος, να διατηρείται η σταθερότητα στην χερσόνησο του Σινά, να μην περιέλθει ο έλεγχος της χώρας αυτής σε ακραία στοιχεία και να διατηρεί περιφερειακές φιλοδοξίες στον αραβικό κόσμο, ως αντιστάθμισμα στις αντίστοιχες Ιρανικές φιλοδοξίες.
Δεδομένου ότι ο ρόλος της Ιορδανίας για τα αμερικανικά συμφέροντα στην Μ. Ανατολή, την ισορροπία ισχύος και το παλαιστινιακό είναι ιδιαίτερα σημαντικός, οι Η.Π.Α. εξακολουθούν να ενισχύουν την χώρα αυτή και προσπαθούν να την εντάξουν στο Συμβούλιο Συνεργασίας Χωρών του Κόλπου, προκειμένου το καθεστώς της Χασεμιτικής Βασιλικής δυναστείας να παραμείνει σταθερό και να αποδυναμωθεί περαιτέρω η Ιρανική επιρροή.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥ ΙΡΑΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ Η.Π.Α.
Το Ιράν θεωρεί ότι περιβάλλεται από πυρηνικές δυνάμεις και επιπλέον ότι έχει περικυκλωθεί από αμερικανικές συμβατικές δυνάμεις (Κ. Ασία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, κράτη Περσικού Κόλπου, Ιράκ ακόμη δε και στον Καύκασο). Η κατάσταση αυτή εκλαμβάνεται από την ιρανική ηγεσία ως μείζον θέμα εθνικής ασφαλείας.
Το μετεπαναστατικό Ιράν έχει μετατοπισθεί από χώρα status quo σε χώρα που επιδιώκει επέκταση της γεωπολιτική επιρροής της, από το Αφγανιστάν και την Κ. Ασία έως την Παλαιστίνη, με κύριο όχημα την ιδεολογία, την θρησκεία και την ενέργεια. Την προσπάθεια αυτή θα ενίσχυε καθοριστικά η ιρανική ανάπτυξη πυρηνικής ισχύος, σε συνδυασμό με την αμερικανική αποχώρηση από το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Παρά τα κατά καιρούς αυστηρά εναντίον του μέτρα, το Ιράν δεν πλήττεται καίρια αφού διατηρεί ενεργειακές και εμπορικές σχέσεις με σειρά κρατών όπως η Βενεζουέλα, Ινδία, ως ένα βαθμό με την Ν. Κορέα και την Ιαπωνία και κυρίως με την Κίνα. Το Ιράν συμβάλλει, αναλόγως των δυνάμεών του, στην αποσύνδεση της σχέσεως δολαρίου και πετρελαίου (πετροδολάριο) που ισχύει από την δεκαετία του 1970, προκειμένου να πλήξει την αξιοπιστία του και κατά συνέπεια να πλήξει ένα ζωτικό συμφέρον των Η.Π.Α.
Το Ιράν δεν διαθέτει την δυνατότητα να σχηματίσει στρατιωτικές συμμαχίες στην περιοχή με οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, κατά τα αμερικανικά πρότυπα. Ως αντιστάθμισμα οι Ιρανοί υποστηρίζουν παραστρατιωτικές λιβανικές και παλαιστινιακές οργανώσεις, προκειμένου αυτές να φθείρουν τους συμμάχους των Η.Π.Α., ενώ παράλληλα διατηρούν στενές σχέσεις με την Συρία και εκμεταλλεύονται την διαμάχη μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων.
Για το Ιράν ο κίνδυνος της Συριακής αστάθειας περιλαμβάνει την απώλεια (κατ’ ελάχιστον) μέρους της δυνατότητος ασκήσεως επιρροής στην Αραβο – ισραηλινή διένεξη, στους ενόπλους παλαιστινίους και τους σιίτες συμμάχους της Χεσμπολάχ στον Λίβανο. Εάν αυτό συμβεί είναι πιθανόν το Ιράν να εστιάσει την στρατηγική του στην αποσταθεροποίηση της Αραβικής χερσονήσου και συγκεκριμένα σε χώρες με ισχυρό πληθυσμιακό ποσοστό σιιτών (π.χ. Σ. Αραβία, Υεμένη, Μπαχρέϊν).
ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΥ ΚΤΥΠΗΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΙΡΑΝ
Το Ισραήλ υποστηρίζει σταθερά την ιδέα της προληπτικής επιθέσεως κατά του Ιράν και πρόσφατα ο ισραηλινός ΥΕΘΑ Εχούντ Μπαράκ, προειδοποίησε την Δύση ότι το χρονικό παράθυρο ευκαιρίας για την προσβολή του Ιράν κλείνει στο εγγύς μέλλον. Όσο το Ισραήλ θεωρεί τον πυρηνικό εξοπλισμό του Ιράν ως υπαρξιακή απειλή, ουδείς δύναται να αποκλείσει μονομερή ισραηλινή προληπτική επίθεση κατά των ιρανικών εγκαταστάσεων παρά τις αμερικανικές ενστάσεις. Στην περίπτωση αυτή το Ισραήλ πιθανόν να ειδοποιούσε τις Η.Π.Α. ολίγον προ της επιθέσεως (για διατήρηση των καλών σχέσεων) αλλά κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αλλαγής σχεδίων. Βασικές προϋποθέσεις για μία τέτοια επίθεση θα αποτελούσαν η μεγάλη πιθανότητα αποτελεσματικής προσβολής των ιρανικών εγκαταστάσεων, η δυνατότητα του Ισραήλ να ανθέξει πιθανή ιρανική αντεπίθεση, η διεθνής υποστήριξη του Ισραήλ (και κυρίως των Η.Π.Α.) και η εκτίμηση ότι περαιτέρω αναβολή της επιθέσεως θα καθιστούσε το Ιράν πυρηνική δύναμη.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Mark Perry (Foreign Policy magazine), υφίσταται μυστική συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Αζερμπαϊτζάν για χρήση οκτώ αεροπορικών βάσεων του τελευταίου από ισραηλινά αεροσκάφη και Drones (προσγείωση, ανεφοδιασμός), γεγονός που θα διευκόλυνε ιδιαίτερα τυχόν επιχείρηση κατά του Ιράν. Παρά την ιδεολογική και θρησκευτική ασυμβατότητα των δύο αυτών χωρών, έχουν αναπτυχθεί σημαντικές σχέσεις αφού το Ισραήλ αγοράζει υδρογονάνθρακες και πωλεί στρατιωτικό και εμπορικό υλικό υψηλής τεχνολογίας, ενώ επιπλέον το Αζερμπαϊτζάν λαμβάνει πάντοτε υπ’ όψιν το γεγονός ότι μεγάλες περιοχές του Βορείου Ιράν κατοικούνται από πληθυσμούς Αζέρικης καταγωγής.
Η μεγάλη αμερικανική στρατιωτική ισχύς στην περιοχή του Περσικού κόλπου και το μακροχρόνιο εμπάργκο εξοπλισμών, έχει μειώσει σημαντικά την δυνατότητα του Ιράν να εισάγει και να τελειοποιεί σύγχρονα όπλα και στρατιωτική τεχνολογία. Ως αντιστάθμισμα η χώρα αυτή, σύμφωνα με δηλώσεις του ιρανού Α/ΓΕΣ Στρατηγού Attaollah Saleni, μελετά διεξοδικά τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των Η.Π.Α. στο Ιράκ και Αφγανιστάν, προκειμένου να αναπτύξει δυνατότητα διεξαγωγής ασυμμέτρων επιχειρήσεων, εάν απαιτηθεί, κατά των δυνάμεων αυτών. Η απάντηση του ιρανικού Δόγματος ασυμμέτρων επιχειρήσεων, ακολουθεί τρεις κύριες κατευθύνσεις:
Ανάπτυξη και μαζική παραγωγή οπλικών συστημάτων χαμηλής τεχνολογίας και χαμηλού κόστους, ως αντιστάθμισμα στην σύγχρονη αμερικανική στρατιωτική τεχνολογία.
Εφοδιασμός, εξοπλισμός και εκπαίδευση παραστρατιωτικών οργανώσεων όπως η Χεσμπολάχ στον Λίβανο και η Χαμάς στην Γάζα, καθώς και «ειδικών ομάδων» στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Δυνατότητα προσβολής οικονομικών αμερικανικών συμφερόντων στον Περσικό Κόλπο, όπως πλατφόρμες υδρογονανθράκων και τάνκερς.
Στο πλαίσιο αυτό το Ιράν ξοδεύοντας περισσότερο από $14 δις κατά το 2012, επενδύει σε κατευθυνόμενα βλήματα ξηράς κατά ναυτικών στόχων, πολλά ταχύπλοα σκάφη, UCAVs μεγάλης εμβέλειας, ιπτάμενα σκάφη (flying boats) και ελαφρά οπλισμένα οχήματα ανωμάλου εδάφους. Επιπλέον για την παράκτια άμυνα το Ιρανικό Πολεμικό Ναυτικό εγκαθιστά συστοιχίες κατευθυνομένων βλημάτων σε ακτή μήκους 1500 ν.μ., οι οποίες είναι αυτόνομες και δεν κατευθύνονται από κεντρικό σύστημα. Τέλος η χώρα αυτή διατηρεί την δυνατότητα μαζικής ναρκοθετήσεως θαλασσίων περιοχών.
Εκτιμάται ότι το Ιράν δεν δύναται να αποκλείσει τα στενά του Ορμούζ για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρά μόνο να παρεμποδίσει προσωρινά την κυκλοφορία των πλοίων δια μέσου αυτών. Προς τον σκοπό αυτό αναμένεται ότι το Ιράν θα διαθέσει συνδυασμό ναρκών, τορπιλών, ρουκετών, ποικιλίας πυραύλων (κατά πλοίων) και εκρηκτικών, με χρήση καταλλήλων πολεμικών πλοίων, αεροσκαφών και συστοιχιών K/B ξηράς. Οι υπέρτερες (αριθμητικά και ποιοτικά) Δυτικές και Αραβικές στρατιωτικές δυνάμεις, κρίνεται ότι δύνανται να εξουδετερώσουν τοπικά την ιρανική στρατιωτική απειλή και να αποκαταστήσουν την κυκλοφορία μέσω των στενών, σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα.
Υπάρχουν απτοί λόγοι για τους οποίους μία αρχικά ισραηλινή προληπτική επίθεση κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, δυνατόν να χαρακτηρισθεί ως επιχείρηση υψηλού ρίσκου. Οι κυριότεροι από αυτούς είναι οι εξής:
Οι ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις είναι αρκετές και διασκορπισμένες γεωγραφικά σε ολόκληρη την χώρα. Ορισμένες εξ αυτών είναι ιδιαίτερα προστατευμένες στο υπέδαφος.
Η προσβολή των πυρηνικών εγκαταστάσεων από δυνάμεις του Ισραήλ, εκτιμάται ότι θα είναι δυσχερής (μεγάλοι σχηματισμοί Α/Φ με απαιτήσεις ανεφοδιασμού εν πτήσει κ.λ.π.), σύνθετη (διπλωματική διεργασία για πτήση υπεράνω ξένων κρατών πλην ίσως της Σ. Αραβίας μέσω όμως της οποίας το δρομολόγιο επιμηκύνεται), με μη εξασφαλισμένη επιτυχία και με σχετικά μεγάλη διάρκεια (ακόμη και ημερών), με αποτέλεσμα την απώλεια του πλεονεκτήματος του αιφνιδιασμού, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις ιρανικές αντιδράσεις.
Πιθανή καταστρατήγηση του ισραηλινού Δόγματος των συντόμων πολέμων, λόγω των απρόβλεπτων επιπτώσεων ενός τέτοιου εγχειρήματος.
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΙΡΑΝ
Τυχόν έναρξη δυτικών προληπτικών στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Ιράν, κρίνεται ότι δεν θα αφήσει αδιάφορες Μ. Δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα οι οποίες έχουν άμεσο γεωπολιτικό ενδιαφέρον για την περιοχή αυτή. Πρόσφατα ο τέως Ρώσος εκπρόσωπος στο ΝΑΤΟ (2008 – 2011) και νυν αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Κος Ντιμίτρι Ρογκόζιν, εδήλωσε ότι το Ιράν είναι γειτονική χώρα και ότι τυχόν πολιτικές ή στρατιωτικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει θα αποτελέσουν ευθεία απειλή για την ρωσική εθνική ασφάλεια. Επιπλέον αναμένεται ότι θα υπάρξουν περιφερειακές και παγκόσμιες αναταράξεις με απρόβλεπτο αποτέλεσμα.
Ως παράδειγμα πιθανών επιπτώσεων από ενδεχόμενη προληπτική στρατιωτική επίθεση κατά των πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν (γεγονός που προϋποθέτει την εξουδετέρωση της Περσικής αεράμυνας και μεγάλου μέρους της αεροπορίας και του ναυτικού της), δυνατόν να παρατεθούν τα ακόλουθα:
Πυραυλική Ιρανική αντίδραση κατά του Ισραήλ (συμβατική ή με χρήση χημικών ή/και βιολογικών όπλων) και ισραηλινή απάντηση (συμβατική ή και πυρηνική τακτικού επιπέδου).
Προσωρινός αποκλεισμός των στενών του Ορμούζ και προσβολή τάνκερς, με παγκόσμιες οικονομικές επιπτώσεις.
Πολλαπλά κτυπήματα ρουκετών της Χεσμπολάχ από τον Λίβανο κατά του Ισραήλ (η εμβέλειά τους φθάνει και το Τελ Αβίβ). Ανάλογα πιθανά κτυπήματα και από την Χαμάς (λωρίδα της Γάζας).
Πιθανή εμπλοκή της Συρίας κατά του Ισραήλ εάν το καθεστώς Άσσαντ ευρίσκεται ακόμη στην εξουσία (κίνητρο η κοινωνική συνοχή και διοχέτευση λαϊκής οργής από το καθεστώς προς το Ισραήλ). Ισραηλινά αντίποινα κατά της Συρίας.
Πιθανή αποστολή ιρανικών στρατευμάτων στον Λίβανο ή και την Συρία, κατά του Ισραήλ.
Μεγάλη άνοδος τιμής πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς και του χρυσού.
Δραστική πτώση του δολαρίου και ενδεχόμενη απόρριψη αυτού από Ρωσία και Κίνα. Πιθανή δυναμική υποστήριξη του Ιράν από τις δύο αυτές χώρες.
Σημαντική πτώση των χρηματιστηριακών δεικτών.
Κτυπήματα κατά βάσεων, πλοίων, ενεργειακών πηγών και αγωγών, καθώς και ποικιλίας στόχων Δυτικών και Ισραηλινών συμφερόντων στην περιοχή του Κόλπου αλλά και ανά τον κόσμο.
Πιθανές ανατροπές φιλοδυτικών κυβερνήσεων σε κράτη με λαϊκές αντιδυτικές καταβολές (π.χ. Πακιστάν, Σ. Αραβία, Μπαχρέϊν, Αίγυπτος κ.λ.π.).
Διεθνείς κοινωνικές αντιδυτικές αντιδράσεις και επιδείνωση της οικονομικής κρίσεως στην Δύση.
Εξέλιξη της όλης καταστάσεως σε πλήρη πολεμική αναμέτρηση με το Ιράν, με ενδεχόμενη εμπλοκή εκατέρωθεν και άλλων κρατών.
Ο ιρανικός αποκλεισμός των στενών του Ορμούζ, ακόμη και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, θα επέφερε σημαντικές αναταράξεις στην διεθνή οικονομία, δεδομένου ότι το 35% των παγκοσμίως διακινουμένων δια θαλάσσης υδρογονανθράκων, διέρχεται από τα εν λόγω στενά. Επισημαίνεται ότι η περίπτωση αυτή θα έπληττε και το ίδιο το Ιράν, αφού το 80% των εσόδων του προέρχεται από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων, ενώ παράλληλα δεν υφίσταται χερσαίος αγωγός είτε προς τους λιμένες του Ινδικού ωκεανού, είτε προς τις χώρες προς ανατολάς.
ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Εκτιμάται ότι οι Η.Π.Α., στην προσπάθειά τους να ανακόψουν την εξάπλωση της επιρροής του Ιράν στην περιοχή της Μ. Ανατολής, θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ δυναμικής (στρατιωτικής) και ειρηνικής προσεγγίσεως. Δεδομένης της παγκόσμιας οικονομικής επιβραδύνσεως, της κρίσεως στην ευρωζώνη, των οικονομικών προβλημάτων των Η.Π.Α. και των πιθανών αντιδράσεων τοπικών αλλά και Μ. Δυνάμεων (π.χ. Ρωσία, Κίνα), κρίνεται ότι η επιλογή της δυναμικής αναμετρήσεως θα επέφερε σημαντικές και απρόβλεπτες τοπικές και παγκόσμιες δυσμενείς επιπτώσεις. Κατά συνέπεια θα ήταν σκόπιμο όπως οι Η.Π.Α. εξαντλήσουν κάθε δυνατότητα ειρηνικής επιτεύξεως των Αντικειμενικών τους Σκοπών.
Την γεωπολιτική αντίληψη ότι ένα αδύνατο Ιράν ωφελεί τις εξελίξεις στην Μ. Ανατολή υιοθέτησαν κατά σειρά η Μ. Βρετανία, η Ρωσία και οι Η.Π.Α.. Εν τούτοις θα πρέπει να ανακληθεί από την ιστορική μνήμη το γεγονός ότι το Ιράν δεν έχει επιτεθεί πρώτο κατά γειτονικών κρατών κατά τα τελευταία 200 έτη, ενώ αντιθέτως το πείραμα του ισχυρού Ιράν του Προέδρου Νίξον υπήρξε επιτυχές για την σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής. Αντιθέτως το μετεπαναστατικό αδύναμο Ιράν προεκάλεσε την εισβολή του Ιράκ τόσο στο Ιράν όσο αργότερα και στο Κουβέϊτ, προκαλώντας έτσι τις δύο αμερικανικές επεμβάσεις.
Το θέμα των πυρηνικών του Ιράν είναι περισσότερο πολιτικό και πολύ λιγότερο νομικό και τεχνικό θέμα. Η International Atomic Energy Agency (IAEA), επί παραδείγματι, δεν αναμένεται να ανακοινώσει ότι το πυρηνικό υλικό του Ιράν προορίζεται για ειρηνικούς σκοπούς, εκτός εάν επέλθουν κάποιοι αμοιβαίοι πολιτικοί συμβιβασμοί. Εν τούτοις η ανεξέλεγκτη συνέχιση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν κρίνεται ότι θα οδηγήσει σε αναπόφευκτη μονομερή ισραηλινή στρατιωτική προληπτική επίθεση, με απρόβλεπτες συνέπειες, αφού η χώρα αυτή θεωρεί ότι το πυρηνικό Ιράν απειλεί υπαρξιακά του συμφέροντα. Κατά συνέπεια ο χρόνος των Η.Π.Α. για εξεύρεση ειρηνικής συμφωνίας με το Ιράν δεν είναι απεριόριστος και με τις τρέχουσες εκτιμήσεις φθάνει το πολύ έως και το 2013.
Παρά την πολεμική ρητορική του Ιράν κατά των Η.Π.Α., κατά την περίοδο Αχμαντινετζάντ υπήρξε σειρά κινήσεων διαλλακτικότητος, τις οποίες η Δύση όχι μόνο δεν εκμεταλλεύθηκε αλλά αντιθέτως σκλήρυνε την στάση της (π.χ. σκληρές εκθέσεις ΙΑΕΑ, σκληρά οικονομικά και εμπορικά μέτρα κατά του Ιράν, αποφάσεις Η.Ε. κατά του Ιράν περί τρομοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δολοφονίες πυρηνικών επιστημόνων κ.λ.π.). kostasxan.blogspot.com
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΙΟΒΕ: Κατέρρευσε το οικονομικό κλίμα τον Ιούνιο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ