2012-07-10 18:57:05
Γράφει ο Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Το μεσημέρι της 29ης Ιουνίου, η τουρκική κυβέρνηση δέχθηκε ένα ισχυρό ράπισμα από την ευρισκομένη σε εμφύλιο πόλεμο Συρία. Η συριακή αντιαεροπορική άμυνα, κατέρριψε ένα τουρκικό κατασκοπευτικό αεροσκάφος τύπου Φάντομ RF-4E. Το τουρκικό αεροσκάφος, πετώντας πολύ χαμηλά, παραβιάζοντας τον εθνικό εναέριο χώρο της Συρίας και ευρισκόμενο σε διατεταγμένη αποστολή προκειμένου να ελέγξει το σύστημα συριακής αεροπορικής άμυνας. Το τουρκικό αεροσκάφος κατέπεσε σε απόσταση 9 ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Συρίας, (άρα εντός του συριακού εναερίου χώρου), παίρνοντας μαζί του και τους δύο τούρκους πιλότους.
Το γεγονός αυτό θεωρείται μείζονος σημασίας για την ασφάλεια της Τουρκίας καθότι είναι άνευ προηγουμένου, σε σχέση με τη Συρία, και έλαβε χώρα σε μία περίοδο έντασης μεταξύ των δύο χωρών, λόγω της διπλωματικής και στρατιωτικής ενίσχυσης που παρέχει η Άγκυρα στο Εθνικό Συμβούλιο της Συρίας, το οποίο μάχεται για την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Επιπλέον, πρόκειται για το δεύτερο χαστούκι που δέχεται η τουρκική εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή, μετά το επεισόδιο με το Μαβί Μαρμαρά το 2012.
Μία πρώτη έρευνα γύρω από το γεγονός εγείρει αναμφίβολα την προσοχή για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση Ερντογάν διαχειρίστηκε την κρίση και προκαλεί το ερώτημα στρατηγικής γιατί η Τουρκία απέφυγε τη σύγκρουση με τη Συρία; Αν θεωρήσουμε ότι το γεγονός λειτούργησε ως ένα τεστ πολιτικών και στρατιωτικών ορίων για αμφότερες τις πλευρές, σε σχέση με τα επόμενα βήματα της κρίσης, τότε αυτό μπορεί να μας οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα.
Η κυβέρνηση Ερντογάν, φαίνεται ότι αιφνιδιάστηκε αφού δεν υπολόγισε στην στρατιωτική αντίδραση της Συρίας. Τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικοδιπλωματικό επίπεδο λειτούργησε αμυντικά καταδεικνύοντας αδυναμίες που προέρχονται τόσο από τις πρόσφατες επιλογές στην εξωτερική πολιτική όσο και από τις εσωτερικές εξελίξεις στην ίδια την Τουρκία.
Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της κρίσης στο εσωτερικό, ο Ερντογάν δεν ακολούθησε τη γνωστή πεπατημένη, δηλαδή τη σύγκλιση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, όπως όφειλε να πράξει. Ο λόγος που το έκανε αυτό ήταν να κρατήσει μακριά από το πεδίο της πολιτικής διαχείρισης της κρίσης της ένοπλες δυνάμεις. Ο αιφνιδιασμός από την κατάρριψη του αεροσκάφους ήταν μία αποτυχία για τον Ερντογάν και δεν επιθυμούσε να αναζητήσει στήριγμα στο στρατό, γιατί αυτό θα είχε αρνητικές προεκτάσεις για το μέλλον.
Το ερώτημα, όμως, που συνεχίζει να υφίσταται είναι γιατί η κυβέρνηση Ερντογάν δεν προχώρησε στα ισοδύναμα αντίποινα; Ή καλύτερα γιατί η Τουρκία αισθάνεται αδύναμη να μπει σε μία, έστω και περιορισμένης κλίμακας, στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Συρία;
Ο αρχηγός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, στρατηγός Ν. Οζέλ, φέρεται να πρότεινε την αποφυγή της στρατιωτικής εμπλοκής γιατί αυτό το ενδεχόμενο θα άνοιγε το ασκό του Αιόλου στις Κουρδικές περιοχές της ΝΑ Τουρκίας. Τις τελευταίες εβδομάδες, το ΡΚΚ έχει αυξήσει τις επιθέσεις του έναντι των Τουρκικών στόχων και επιπλέον, μεγάλο μέρος της στρατιωτικής του δύναμης μεταφέρθηκε από τα όρη Καντίλ του Βορείου Ιράκ στη Βόρεια Συρία, εκεί δηλαδή που κατοικούν συμπαγώς οι Κούρδοι της Συρίας. Μία στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Συρία, πέραν του συμβατικού πολέμου με τη Δαμασκό, θα ανοίξει και ένα ανταρτοπόλεμο με τους Κούρδους όπου το μέτωπο θα αρχίζει από το Βόρειο Ιράκ θα εκτίνεται στη Βόρεια Συρία και θα μεταφέρεται στη Νοτιοανατολική Τουρκία. Οι Τούρκοι στρατηγοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι θα ήταν αυτοκτονία για την Τουρκία να μπει σε τέτοια περιπέτεια του ενός και μισού πολέμου.
Συνεπώς, η καταφυγή της Άγκυρας στο ΝΑΤΟ απετέλεσε τη μοναδική επιλογή για τον Ερντογάν αφού η ακύρωση του στρατηγικού άξονα με το Ισραήλ, αποδυνάμωσε το γεωστρατηγικό ρόλο της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή. Υπενθυμίζεται ότι η γεωστρατηγική σύγκλιση με το καθεστώς Άσαντ ήταν τα τελευταία χρόνια εναλλακτική επιλογή υψηλής προτεραιότητας έναντι του Ισραήλ, κάτι που αναγκάστηκε η Τουρκία να εγκαταλείψει λίγο μετά την έναρξη της κρίσης ση Συρία.
Η αντιφατικότητα στην τουρκική εξωτερική πολιτική, πέραν της ασταθούς σχέσης με τη Συρία, απεδείχθη και με την απόπειρα να εμπλέξει το ΝΑΤΟ στο γεγονός με την κατάρριψη του αεροπλάνου. Ως γνωστόν, ένα από τα ισχυρά επιχειρήματα των Τούρκων στη νέα μεσανατολική τους πολιτική είναι η αποδέσμευση της χώρας από τις Νατοϊκές δεσμεύσεις και ο προσανατολισμός της στις μουσουλμανικές προτεραιότητες της περιοχής. Όμως, όπως και στην περίπτωση της αντιπυραυλικής ασπίδας, έτσι και τώρα οι Τουρκικές διακηρύξεις περιορίζονται στις φραστικές τους διατυπώσεις.
kostasxan.blogspot.com
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Το μεσημέρι της 29ης Ιουνίου, η τουρκική κυβέρνηση δέχθηκε ένα ισχυρό ράπισμα από την ευρισκομένη σε εμφύλιο πόλεμο Συρία. Η συριακή αντιαεροπορική άμυνα, κατέρριψε ένα τουρκικό κατασκοπευτικό αεροσκάφος τύπου Φάντομ RF-4E. Το τουρκικό αεροσκάφος, πετώντας πολύ χαμηλά, παραβιάζοντας τον εθνικό εναέριο χώρο της Συρίας και ευρισκόμενο σε διατεταγμένη αποστολή προκειμένου να ελέγξει το σύστημα συριακής αεροπορικής άμυνας. Το τουρκικό αεροσκάφος κατέπεσε σε απόσταση 9 ναυτικών μιλίων από τις ακτές της Συρίας, (άρα εντός του συριακού εναερίου χώρου), παίρνοντας μαζί του και τους δύο τούρκους πιλότους.
Το γεγονός αυτό θεωρείται μείζονος σημασίας για την ασφάλεια της Τουρκίας καθότι είναι άνευ προηγουμένου, σε σχέση με τη Συρία, και έλαβε χώρα σε μία περίοδο έντασης μεταξύ των δύο χωρών, λόγω της διπλωματικής και στρατιωτικής ενίσχυσης που παρέχει η Άγκυρα στο Εθνικό Συμβούλιο της Συρίας, το οποίο μάχεται για την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Επιπλέον, πρόκειται για το δεύτερο χαστούκι που δέχεται η τουρκική εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή, μετά το επεισόδιο με το Μαβί Μαρμαρά το 2012.
Μία πρώτη έρευνα γύρω από το γεγονός εγείρει αναμφίβολα την προσοχή για τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση Ερντογάν διαχειρίστηκε την κρίση και προκαλεί το ερώτημα στρατηγικής γιατί η Τουρκία απέφυγε τη σύγκρουση με τη Συρία; Αν θεωρήσουμε ότι το γεγονός λειτούργησε ως ένα τεστ πολιτικών και στρατιωτικών ορίων για αμφότερες τις πλευρές, σε σχέση με τα επόμενα βήματα της κρίσης, τότε αυτό μπορεί να μας οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα.
Η κυβέρνηση Ερντογάν, φαίνεται ότι αιφνιδιάστηκε αφού δεν υπολόγισε στην στρατιωτική αντίδραση της Συρίας. Τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικοδιπλωματικό επίπεδο λειτούργησε αμυντικά καταδεικνύοντας αδυναμίες που προέρχονται τόσο από τις πρόσφατες επιλογές στην εξωτερική πολιτική όσο και από τις εσωτερικές εξελίξεις στην ίδια την Τουρκία.
Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της κρίσης στο εσωτερικό, ο Ερντογάν δεν ακολούθησε τη γνωστή πεπατημένη, δηλαδή τη σύγκλιση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, όπως όφειλε να πράξει. Ο λόγος που το έκανε αυτό ήταν να κρατήσει μακριά από το πεδίο της πολιτικής διαχείρισης της κρίσης της ένοπλες δυνάμεις. Ο αιφνιδιασμός από την κατάρριψη του αεροσκάφους ήταν μία αποτυχία για τον Ερντογάν και δεν επιθυμούσε να αναζητήσει στήριγμα στο στρατό, γιατί αυτό θα είχε αρνητικές προεκτάσεις για το μέλλον.
Το ερώτημα, όμως, που συνεχίζει να υφίσταται είναι γιατί η κυβέρνηση Ερντογάν δεν προχώρησε στα ισοδύναμα αντίποινα; Ή καλύτερα γιατί η Τουρκία αισθάνεται αδύναμη να μπει σε μία, έστω και περιορισμένης κλίμακας, στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Συρία;
Ο αρχηγός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, στρατηγός Ν. Οζέλ, φέρεται να πρότεινε την αποφυγή της στρατιωτικής εμπλοκής γιατί αυτό το ενδεχόμενο θα άνοιγε το ασκό του Αιόλου στις Κουρδικές περιοχές της ΝΑ Τουρκίας. Τις τελευταίες εβδομάδες, το ΡΚΚ έχει αυξήσει τις επιθέσεις του έναντι των Τουρκικών στόχων και επιπλέον, μεγάλο μέρος της στρατιωτικής του δύναμης μεταφέρθηκε από τα όρη Καντίλ του Βορείου Ιράκ στη Βόρεια Συρία, εκεί δηλαδή που κατοικούν συμπαγώς οι Κούρδοι της Συρίας. Μία στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Συρία, πέραν του συμβατικού πολέμου με τη Δαμασκό, θα ανοίξει και ένα ανταρτοπόλεμο με τους Κούρδους όπου το μέτωπο θα αρχίζει από το Βόρειο Ιράκ θα εκτίνεται στη Βόρεια Συρία και θα μεταφέρεται στη Νοτιοανατολική Τουρκία. Οι Τούρκοι στρατηγοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι θα ήταν αυτοκτονία για την Τουρκία να μπει σε τέτοια περιπέτεια του ενός και μισού πολέμου.
Συνεπώς, η καταφυγή της Άγκυρας στο ΝΑΤΟ απετέλεσε τη μοναδική επιλογή για τον Ερντογάν αφού η ακύρωση του στρατηγικού άξονα με το Ισραήλ, αποδυνάμωσε το γεωστρατηγικό ρόλο της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή. Υπενθυμίζεται ότι η γεωστρατηγική σύγκλιση με το καθεστώς Άσαντ ήταν τα τελευταία χρόνια εναλλακτική επιλογή υψηλής προτεραιότητας έναντι του Ισραήλ, κάτι που αναγκάστηκε η Τουρκία να εγκαταλείψει λίγο μετά την έναρξη της κρίσης ση Συρία.
Η αντιφατικότητα στην τουρκική εξωτερική πολιτική, πέραν της ασταθούς σχέσης με τη Συρία, απεδείχθη και με την απόπειρα να εμπλέξει το ΝΑΤΟ στο γεγονός με την κατάρριψη του αεροπλάνου. Ως γνωστόν, ένα από τα ισχυρά επιχειρήματα των Τούρκων στη νέα μεσανατολική τους πολιτική είναι η αποδέσμευση της χώρας από τις Νατοϊκές δεσμεύσεις και ο προσανατολισμός της στις μουσουλμανικές προτεραιότητες της περιοχής. Όμως, όπως και στην περίπτωση της αντιπυραυλικής ασπίδας, έτσι και τώρα οι Τουρκικές διακηρύξεις περιορίζονται στις φραστικές τους διατυπώσεις.
kostasxan.blogspot.com
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΜΟΝΤΙ: Η ΘΗΤΕΙΑ ΜΟΥ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΤΟ 2013
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ